Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές
Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών
www.ifestos.edu.gr -- www.ifestosedu.gr -- info@ifestosedu.gr -- info@ifestos.edu.gr
Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο 2, Δευτέρα 8.5.2011, ομιλία με θέμα:
Η διαχρονικότητα του πολέμου και η συγκρότηση των εθνών και των κρατών
Π. Ήφαιστος, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών
Πανεπιστήμιο Πειραιώς www.ifestosedu.gr
Ο πόλεμος είναι το σημαντικότερο φαινόμενο της ιστορίας. Ο ρόλος του είναι καταστατικός στην συγκρότηση του διεθνούς συστήματος.
Δύο ταγοί των διεθνών σχέσεων, ο Martin Wight και ο Hans Morgenthau, σωστά επισήμαναν, ο μεν πρώτος ότι «μπορεί κανείς να αξιολογήσει την εμβρίθεια και την οξυδέρκεια ενός διεθνολόγου μελετώντας την άποψή του για τον πόλεμο», ο δε δεύτερος ότι «όταν σε μια χώρα αντί καλής θεωρίας διεθνών σχέσεων επικρατήσουν τσαρλατανιές, συρρικνώνεται ή και εκμηδενίζεται».
Μιλώντας στην Κύπρο, είναι σκόπιμο να τονιστεί ότι είναι θανατηφόρο όταν ακούονται ανεύθυνα και επιπόλαια πράγματα για τον πόλεμο, όταν ροκανίζονται οι ιστορικές εθνικοκοινωνικές μας δομές και όταν απλουστεύονται ή ακόμη και εξισώνονται κάποια δικά μας λάθη ή παραλείψεις με τις θηριώδεις και κρατικά υποκινούμενες πράξεις των εισβολέων.
Ο πόλεμος, η πολιτική μας συγκρότηση, η ελευθερία μας και η εθνική μας ανεξαρτησία είναι ζητήματα αλληλένδετα και έτσι πρέπει να τα βλέπουμε. Ασφαλώς, η Ελλάδα και η Κύπρος αμύνονται και ο πόλεμος έχει την έννοια της αποτροπής του πολεμικών πράξεων και αν αυτό δεν επιτευχθεί να διασφαλιστεί το κράτος και οι πολίτες του.
Περιγραφικά για να κατανοηθεί ο εγγενής χαρακτήρας του πολέμου στην διεθνή συγκρότηση αναφέρεται ότι μόνο σε δέκα περίπου πολέμους του 20ου αι. σκοτώθηκαν πάνω από 200 εκατομμύρια άνθρωποι, ενώ οι συμπαρομαρτούσες κακουχίες είναι απροσμέτρητες.
Το ζήτημα δεν είναι ο εξορκισμός ενός ενδημικού φαινομένου αλλά η κατανόηση και αντιμετώπιση των αιτίων του.
«Μόνο δακρύβρεκτοι Παπάδες δεν μπορούν να αντιληφτούν ποιες αναγκαιότητες διέπουν τον πόλεμο που αποτελεί κινητήρια δύναμη της ιστορίας τεράστιου μεγέθους», γράφει ο Λένιν, για να συνεχίσει, ότι «το σύνθημα ειρήνη με κάθε αντίτιμο είναι απαράδεκτο γιατί έτσι συγκαλύπτεται το γεγονός ότι κάθε ειρήνη όπως και κάθε πόλεμος επιδιώκει ορισμένους σκοπούς». Επίσης, λέει ο Λένιν,
Το πρόβλημα όμως είναι ότι κάποιοι άλλοι κάτι άλλο λένε ανάλογο και τούμπαλιν
Ως κύρια αίτια πολέμου που θα πρέπει να αναφέρουμε ότι είναι, πρωτίστως, η ανισομέρεια μεγεθών και κατανομής ισχύος που προκαλούν άνιση ανάπτυξη σε όλες τις πιθανές εκδοχές της –πληθυσμιακές, τεχνολογικές, πλουτοπαραγωγικές, ιδεολογικές, στρατιωτικές, συμμαχικές κτλ– και που φέρνουν διλήμματα ασφαλείας.
Για λόγους που είναι σύμφυτοι με την φύση του ανθρώπου και των κοινωνικών οντοτήτων και κυρίως της πολιτικής τους συγκρότησης, της ευημερίας τους και της αυτοσυντήρησής τους, τα κράτη προβάλλουν αξιώσεις ισχύος οι οποίες όταν συγκρούονται έχουμε πόλεμο.
Τελικά, καταμαρτυρείται ότι με δεδομένη την ασυμμετρία μεταξύ των κοινωνιών, σε συνδυασμό με την άνιση ανάπτυξη και με δεδομένη την παράλληλη ποικιλομορφία, σκοπών, βουλήσεων, συμφερόντων, κοσμοαντιλήψεων και κοσμοθεωριών, ηθικών επιταγών και θρησκευτικών δομών μεταξύ των κοινωνικών οντοτήτων όπως διαμορφώνονται ιστορικά, ιστορικά ο πόλεμος αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί το κυριότερο διανεμητικό μέσο των διεθνών σχέσεων.
Αυτές οι διαπιστώσεις επιτείνονται από το ιστορικά επίσης καταμαρτυρούμενο γεγονός ότι το πολιτειακό γίγνεσθαι απορρέει από τον πόλεμο. Τα κράτη τα γεννά και τα συντηρεί ο πόλεμος. Την σύγχρονη εποχή, διαπιστώνει ο Raymond Aron, «δεν υπάρχει ούτε ένα κράτος που να μην προέκυψε μέσω πολέμων, συγκρούσεων και συχνά μέσα από γενοκτονίες και εθνοκαθάρσεις». Την κατάκτηση της ανεξαρτησίας ακολουθούν πόλεμοι διασφάλισής της που επαναλαμβάνονται περιοδικά.
Είναι άκρως επικίνδυνη η αφελής, ουτοπική και ανιστόριτη γνώμη ότι ο Γιαννής, ο Μεχμέτ, ο Σμίθ, ο Γιόχαν και η Μαρία, βρίσκονται, πίνουν, χορεύουν, αγαπιούνται και στην συνέχεια γι’ αυτό μπορούν να έχουν κοινή πολιτική και πολιτειακή συγκρότηση της οποίας η βιωσιμότητα θα εξαρτάται από τις διαπροσωπικές σχέσεις και από αισθητικά κριτήρια. Η «πολιτεία» είναι πολύ περισσότερα πράγματα και τέτοιες αφέλειες ενέχουν αιματηρές συνέπειες.
Μια βιώσιμη πολιτεία απαιτεί ανθρωπολογική συνοχή που συγκροτείται εντός ενός δυναμικού κατ’ αλήθειαν συλλογικού βίου και που προϋποθέτει σύμμιξη και μέθεξη ανθρωπίνων ετεροτήτων. Ανθρωπίνων ετεροτήτων που είναι προικισμένες με διαφορετικά κοσμοθεωρητικά και ηθικά συστήματα, κοσμοαντιλήψεις, ιστορικές πολιτισμικές διαμορφώσεις και μεταφυσικά ηθικά συστήματα. Αφετηρία των κοσμοθεωρητικών τους συγκλίσεων είναι οι αγώνες εθνικής ανεξαρτησίας πάνω στους οποίους κτίζουν ηθικά επικυρωμένες και γι’ αυτό νομιμοποιημένες και βιώσιμες πολιτειακές δομές.
Εξίσου επικίνδυνες είναι οι υπεραπλουστεύσεις για τις διακρατικές σχέσεις. Εκεί, τα πάντα εξαφανίζονται, η διεθνής ηθικής είναι μηδενική, καθότι απουσιάζει παγκόσμια κοινωνία και παγκόσμια πολιτική που θα την προσδιορίσει. Κριτήριο είναι μόνο το εθνικό συμφέρον και η εκπλήρωσή του συχνά επιτυγχάνεται με συναλλαγές και διαπραγματεύσεις αλλά ακόμη συχνότερα και με ανελέητες αναμετρήσεις, συγκρούσεις και πολέμους.
Ο Fuller, στο μνημειώδες έργο του για την ιστορία του πολέμου παρατηρεί ότι «ξεκινώντας από τα αρχαιότερα στοιχεία που έχουμε για τον άνθρωπο και φτάνοντας μέχρι τη σύγχρονη εποχή ο πόλεμος ήταν η κυρίαρχη ενασχόλησή του. Ουδέποτε έχει υπάρξει κάποια περίοδος της ανθρώπινης ιστορίας εντελώς απαλλαγμένη από τον πόλεμο και σπανίως έχει περάσει πάνω από μία γενιά, χωρίς να υπάρξει μία μεγάλη σύγκρουση: Οι μεγάλοι πόλεμοι εμφανίζονται σχεδόν τόσο τακτικά όσο οι παλίρροιες». Ακόμη πιο σημαντικό, σημειώνει, «ο οργανωμένος πόλεμος φαίνεται ότι ήταν άγνωστος πριν την εμφάνιση του πολιτισμού". Συναρτήθηκε όχι μόνο με την πολιτική συγκρότηση αλλά και με την διαιώνιση των κρατών υπό συνθήκες απουσίας προϋποθέσεων νομιμοποιημένης διεθνούς εξουσίας.
Για να το πούμε συντομογραφικά, η πολιτικός πολιτισμός με αφετηρία τις απαρχές της αρχαιότητας και όπως εξελίχθηκε έκτοτε, έφερε τάξη και νομιμοποιημένη διανεμητική δικαιοσύνη στο εσωτερικό κάθε πολιτειακά οργανωμένης κοινωνικής οντότητας, πλην άφησε ανοικτό και άλυτο το πρόβλημα των διανεμητικών προϋποθέσεων μεταξύ των κρατών.
Κύρια προϋπόθεση πολιτικής ύπαρξης ενός έθνους είναι η εθνική ελευθερία της κοινωνικής οντότητας που το ενσαρκώνει, κάτι που είναι συνώνυμο της εθνικής ανεξαρτησίας και της δημιουργίας μιας ανεξάρτητης και θεσμικά βιώσιμης πολιτειακής δομής.
Εύστοχα ο αιώνιος Θουκυδίδης διαπιστώνει ότι στην διεθνή πολιτική «όσοι είναι ελεύθεροι το χρωστούν στην δύναμή τους». Και συνεχίζει: στην διεθνή πολιτική, αναπόδραστα, «δίκαιο υπάρχει όταν υπάρχει ίση δύναμη και όταν αυτό δεν συμβαίνει ο ισχυρός επιβάλλει ότι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί και προσαρμόζεται». Αμείλικτες αλήθειες, προσθέτω, οι οποίες πλήττουν ανελέητα όποιον δεν την λάβει πλήρως υπόψη.
Εξίσου σημαντικές αιτίες πολέμου είναι οι κατά καιρούς ανέφικτες και ατελέσφορες επαναστατικές αξιώσεις ένωσης του πλανήτη που προκαλούν εμφύλιες και διακρατικές συγκρούσεις, τα κατάλοιπα των διενέξεων της μετά-αποικιακής εποχής, οι αναθεωρητικές συμπεριφορές των περιφερειακών ηγεμονικών κρατών και τα διεθνικά φαινόμενα που δρουν ανεξέλεγκτα και τα οποία στις μέρες μας συμπεριλαμβάνουν τρομοκράτες, λαθρομετανάστες, χρηματοοικονομικούς συντελεστές και ΜΚΟ που χρηματοδοτούνται και χρησιμοποιούνται υπόγεια και εργαλειακά από εγκληματίες ή τις μυστικές υπηρεσίες των κρατών.
Υπό διαχρονικό πρίσμα, τώρα, απλά υπενθυμίζω γνωστές διαδρομές, όπως η συγκρότηση των κλασικών πολιτειών, η σύγκρουσή τους με τους Μήδους την οποία διαδέχθηκε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, ο πολιτικός και πολιτισμικός εμβολισμός της δεσποτικής Ανατολής από τον Μέγα Αλέξανδρο, τους Ρωμαϊκούς πολέμους και την Μεσαιωνική Θεοκρατική φάση. Η μόνη ιστορική στιγμή σταθεροποίησης μιας σχετικής ειρήνης μεταξύ των εθνών μιας περιοχής ήταν στο εσωτερικό της Βυζαντινής Οικουμένης, για την οποία ότι και να ειπωθεί θα είναι λίγο. Ο πόλεμος σχεδόν έγινε θεσμός όταν τον 15ο και 16ο αιώνα οι φεουδάρχες οδήγησαν στις αριστοκρατικές δομές, στο ηγεμονικό και στην συνέχεια αστικό κράτος, τους πολέμους διαδοχής, τους πολέμους δημιουργίας των εθνοκρατικών δομών της Ευρώπης, οι οποίες συνοδεύτηκαν από υλιστικές και ρατσιστικές αντιλήψεις περί κρατικής συνοχής, στις εθνοκαθάρσεις, τις γενοκτονίες και τους δύο τελευταίους παγκόσμιους πολέμους. Οι άξονες των συγκρούσεων ήταν οι υλιστικές ιδεολογίες του διεθνιστικού φιλελευθερισμού, του ναζισμού και του κομμουνισμού.
Οι εκάστοτε προτεινόμενες οικουμενικίστικες θεραπείες κατά του πολέμου φαίνεται να οδηγούν στο αντίθετο αποτέλεσμα. Παρά τις πολλές ιδεολογικές εσχατολογίες, κάθε εγχείρημα επίτευξης εξομοιωμένης παγκόσμιας κοινωνίας ή τεχνητών κρατικών δομών που δεν λαμβάνουν υπόψη την εθνική συγκρότηση της κοινωνίας, αναπόδραστα απολήγει σε αβάστακτες ανθρώπινες κακουχίες και κυρίως σε ιδεολογήματα και θεωρήματα που μεταμφιέζουν τις ηγεμονικές αξιώσεις ισχύος. Στην διεθνή πολιτική «όσα ωφελούν τους ιδιοτελείς τα προπαγανδίζουν οι αφελείς», επισημαίνει ο πάντοτε ορθός Παναγιώτης Κονδύλης.
Μετά από πολλές παλινωδίες των δύο τελευταίων αιώνων φαίνεται ότι η επισήμανση του Kenneth Waltz για την ουσία του διλήμματος είναι ανυπέρβλητη: «Μπορεί κάποιος να πιστεύει ότι η παγκόσμια κυβέρνηση και η διαρκής ειρήνη είναι συνώνυμα, αλλά μπορεί επίσης να είναι πεπεισμένος ότι ένα παγκόσμιο κράτος θα ήταν μια παγκόσμια τυραννία και ως εκ τούτου να προτιμά ένα σύστημα εθνών-κρατών με διαρκή κίνδυνο πολέμου από ένα παγκόσμιο κράτος με υπόσχεση διαρκούς ειρήνης».
Ο πόλεμος υπό αυτό το πρίσμα αναμένεται να είναι ακόμη πυκνότερος τον 21ο αιώνα των αναδυόμενων πολλών μεγάλων δυνάμεων που επιβεβαιώνουν τον Μπίσμαρκ ο οποίος διατύπωσε μια μεγάλη αλήθεια όταν είπε ότι: «το ζήτημα δεν είναι τι γίνεται όταν συμφωνούν οι μεγάλες δυνάμεις αλλά τι γίνεται όταν διαφωνούν και συγκρούονται». Ο μεταμοντέρνος ανθρωπολογικός μηδενισμός πολλών κοινωνιών, προσθέτει ο Παναγιώτης Κονδύλης, μπορεί αυτό να σημαίνει, επιπλέον, ότι τον 21ο αιώνα ενδέχεται πολλές συγκρούσεις να διεξάγονται σε στοιχειακή βάση όπως την εποχή της βαρβαρότητας, οπότε θα είναι ακόμη πιο τραχείες και αμείλικτες απ’ ότι στο παρελθόν.
Τελειώνω λοιπόν λέγοντας ότι οι κύπριοι πολύ περισσότερο από κάθε άλλο απαιτείται να γνωρίζουν την σημασία του γεγονότος ότι ο πόλεμος και η επιβολή αξιώσεων ισχύος παραμονεύει στην αυλή κάθε κράτους. Έτσι ήταν, έτσι είναι και έτσι μάλλον πάντα θα είναι ενόσω τα προαναφερθέντα αίτια πολέμου δεν εξαλείφονται. Όπως ισχύει για κάθε άλλη κοινωνία, οι έλληνες απαιτείται να γνωρίζουν πρωτίστως ότι εσωτερική κυριαρχία και εξωτερική κυριαρχία είναι άρρηκτα αλληλένδετα ζητήματα.
Η εσωτερική κυριαρχία προϋποθέτει πολιτειακές δομές που επιτρέπουν την αυτοδιάθεση του κυπριακού λαού σε δημοκρατική βάση χωρίς εθνικά, ρατσιστικά ή θρησκευτικά σύνορα. Τέτοιο κράτος δεν υπήρξε ποτέ και δεν μπορεί να υπάρξει καθότι είναι ένα πράγμα η κοσμοθεωρητική και ηθική συνοχή μιας πολιτείας που είναι απαραίτητη για την πολιτική της συγκρότηση και η άλλο η ισοπολιτεία και ισοτιμία μεταξύ των πολιτών αδιακρίτως καταβολών, χρώματος, θρησκεύματος ή κοσμοθεωρίας.
Ιστορικά μιλώντας για όλες τις κοινωνίες, ελευθερία, ανεξαρτησία και διασφάλισή τους στο ολοένα και πιο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με δύο θέσφατα: Την εσωτερική συνοχή και βιωσιμότητα της πολιτείας και την δυνατότητα αμυντικής θωράκισης της ανεξαρτησίας. Όπως για κάθε κοινωνία στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον, το κράτος μας είναι η ελευθερία μας, η αποτρεπτική κρατική δύναμή και το πνευματικό της αίμα. Δηλαδή, οι μακραίωνες εθνικές μας κοσμοθεωρίες που ενσαρκώνουν τις οικουμενικές κατακτήσεις της δημοκρατίας, της εθνικής ανεξαρτησίας και της πολιτικής ελευθερίας.