Παναγιώτης Ήφαιστος

Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές

Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών

www.ifestos.edu.gr  -- www.ifestosedu.gr  --  info@ifestosedu.gr  -- info@ifestos.edu.gr

Προσχέδιο σημειώσεων της προφορικής παρέμβασης

Ημερίδα ΙΔΙΣ – 10.12.2009, Αίθουσα Γιάννου Κρανιδιώτη Υπουργείο Εξωτερικών

ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Ελλάδα και το Περιφερειακό υποσύστημα[1]

Η τουρκική εθνική στρατηγική στον 21ο αιώνα

 

Παναγιώτης Ήφαιστος, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, www.ifestosedu.gr info@ifestosedu.gr

 

Περιεχόμενα

1. Δομές και τάσεις στο διεθνές σύστημα και στα περιφερειακά υποσυστήματα πριν τον Ψυχρό Πόλεμο

2. Το περιφερειακό υποσύστημα της Δυτικής Ευρώπης, των Βαλκανίων, της Μικρός Ασίας και της Μεσογείου

2.1. Ευρώπη

            α) Μια πανίσχυρη διακυβερνητική δομή συναινετικής λήψης αποφάσεων

            β) Μηδενική υπερεθνική ανθρωπολογία

            γ) Πολιτικός ορθολογισμός σημαίνει αφενός εξορθολογισμός της Δημοκρατίας

            δ) Στρατηγική εξάρτηση από τις ΗΠΑ

            ε) Πολιτικοστοχαστικές παρωπίδες

3. Ελληνικά συμφέροντα και στάσεις συμβατές με τον χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος

4.  Το στρατηγικό βάθος της Τουρκίας και ο Νταβούτογλου

            Λανθασμένες ελληνικές εκτιμήσεις των δύο τελευταίων δεκαετιών

            Νταβουτόγλειο κοσμοθεωρητικό πλαίσιο και χειραφετημένη στρατηγική ανάλυση

            Αφήνοντας πίσω τον παρακμασμένο μοντερνιστικό κόσμο

            Ορθή ανάλυση του δυαρχικού χαρακτήρα της ΕΕ

            Ορθή εκτίμηση των προβλημάτων των ηγεμονικών δυνάμεων

            Προϋποθέσεις επιτυχίας των Νταβουτόγλειων προσεγγίσεων

           

 

 

 Απαιτείται να φωτιστούν, έστω και συντομογραφικά, τρείς διαστάσεις.

Πρώτον, το διεθνές σύστημα της μεταψυχροπολεμικής εποχής.

Δεύτερον, οι τάσεις στην γεωπολιτική ζώνη που αρχίζει από την Δυτική Ευρώπη μέχρι την Άπω Ανατολή.

Τρίτον, οι εν εξελίξει θεμελιώδεις μεταλλαγές της τουρκικής εθνικής στρατηγικής και κυρίως των κοσμοθεωρητικών παραδοχών των κυρίαρχων πολιτικών ελίτ της τελευταίας δεκαετίας.

 

1. Δομές και τάσεις στο διεθνές σύστημα και στα περιφερειακά υποσυστήματα πριν τον Ψυχρό Πόλεμο

 

Σ’ αντίθεση με τις χαρούμενες προβλέψεις πριν δύο δεκαετίες επιβεβαιώθηκε η καλή θεωρία διεθνών σχέσεων: Η κατανομή ισχύος τοπικά και παγκόσμια είναι ο κυριότερος διαμορφωτής των συμπεριφορών και προσδιορίζει τις διαρκείς ανακατανομές συμφερόντων, συνόρων και πληθυσμιακών ισορροπιών. Ανά τους αιώνες, κάθε αλλαγή στην κατανομή ισχύος στο επίπεδο των μεγάλων δυνάμεων δρομολογεί αναπόδραστα σε ανελέητο ανταγωνισμό ανακατανομής του παγκόσμιου πλούτου, αγορών και επιρροών.  Επειδή ο πόλεμος μεταξύ των Ηγεμονικών Δυνάμεων είναι, πρακτικά  μιλώντας πλέον ανέφικτος, το πεδίο των ανελέητων ανταγωνισμών είναι οι περιφέρειες όπου και εκτελούνται οι υπερπόντιες εξισορροπήσεις και όπου η εύθραυστες κατασταλαγμένες νέες ισορροπίες δυνάμεων και συμφερόντων αθροισμένες προσδιορίζουν και τις νέες παγκόσμιες ισορροπίες ισχύος και συμφερόντων.

Στην πορεία αυτή, όπως η καλή θεωρία διεθνών σχέσεων διδάσκει,

α) τα κράτη είναι οι κύριοι δρώντες,

β) οι διεθνικοί δρώντες είναι είτε ανεξάρτητες μεταβλητές καταστροφικές για όλους είτε εξαρτημένες μεταβλητές της ισχύος,

γ) οι Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου και οι διεθνείς θεσμοί είτε αδρανούν είτε και καθίστανται εξαρτημένες μεταβλητές της ισχύος και

δ) οι δρώντες λειτουργούν υπό καθεστώς διεθνούς αναρχίας, δηλαδή απουσίας μιας κυβέρνησης των κυβερνήσεων ή μιας άξιας λόγου παγκόσμιας ρυθμιστικής εξουσίας.

 

Η ισχύς, ο ανταγωνισμός και η σύγκρουση,

α) οδηγεί σε ανταγωνισμούς,

β) υπονομεύει την συνεργασία και

γ) γεννά διλήμματα ασφαλείας λόγω άνισης ανάπτυξης.

Τα κράτη τιμωρούνται, όταν αμελούν να προστατέψουν τα ζωτικά τους συμφέροντα ή όταν επιδιώκουν εκπλήρωση στόχων πέραν των δυνατοτήτων τους.

 

Αυτά ακριβώς βιώνει ο κόσμος μετά το 1990. Πορευόμενοι στον 21 αιώνα μετά την διάλυση των αυταπατών, θαλασσοπορούμε προς μια άφταστη Ιθάκη της αιώνιας σταθερότητας και της αψεγάδιαστης διεθνούς ειρήνης. Φουρτουνιασμένη, γεμάτη θυμωμένους Ποσειδώνες, Κύκλωπες, Λαιστρυγόνες, πειρατές, διεθνικούς τυχοδιώχτες και πολλές ουτοπικές Σειρήνες που συνειδητά ή ανεπίγνωστα υπηρετούν τον εκάστοτε συγκυριακό ηγεμόνα.

 

2. Το περιφερειακό υποσύστημα της Δυτικής Ευρώπης, των Βαλκανίων, της Μικρός Ασίας και της Μεσογείου

 

2.1. Ευρώπη

 

Η πολιτική δομή στην Ευρώπη όπως διαμορφώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες είναι δυαρχική.

            Από την μια πλευρά αναδύθηκε μια νομικοπολιτικά αποτυπωμένη μετά-νεοτερική διακρατική δομή και από την άλλη πλευρά ένα βουνό διεθνιστικών προσδοκιών που την αποδυναμώνει και την εξωθεί σε γραφειοκρατικό δεσποτισμό. Τα κύρια χαρακτηριστικά της είναι τα εξής:

            α) Μια πανίσχυρη διακυβερνητική δομή συναινετικής λήψης αποφάσεων στον οικονομικό τομέα που προεκτείνεται και επί δικαιακού χαρακτήρα υποθέσεων που αφορούν τον καθημερινό βίο των πολιτών των κρατών-μελών. Η δομή αυτή είναι προικισμένη με εποπτικά και δικαστικά όργανα που καθιστούν την ΕΕ ένα όλως ιδιόμορφο πρωτοποριακό δημόσιο διακρατικό χώρο, ή, καλύτερα, μια προωθημένη μορφή Κοινωνίας ανεξαρτήτων κρατών. Τίποτα από όλα αυτά, τονίζεται, δεν είναι διεθνιστικό ή κοσμοπολίτικο καθότι δεν προϋποθέτει την αποδυνάμωση ή συγχώνευση της ανθρωπολογικής ετερότητας των ευρωπαϊκών εθνών αλλά αντίθετα την ολοένα μεγαλύτερη εμβάθυνσή τους. Επιπλέον, όλα βρίσκονται υπό την αίρεση των πολιτικοστρατηγικών ζητημάτων ενδο-ευρωπαϊκά, διατλαντικά και παγκόσμια.

            β) Υπερεθνική ανθρωπολογία. Μετά από πολλές δεκαετίες δεν προέκυψε η παραμικρή Ευρωπαϊκή υπερεθνική ανθρωπολογία. Κατά συνέπεια δεν είναι τυχαίο ότι ενισχύθηκαν οι διακυβερνητικοί θεσμοί και ότι οι εντολείς είναι τα κράτη-μέλη και οι εντολοδόχοι είναι οι υπερεθνικοί θεσμοί. Κάθε παρέκκλιση από την λογική αυτής θεμελιώδους δομής απόρροια της κοινωνικής δομής της Ευρώπης είναι πολιτική εκτροπή που οδηγεί σε υπερκρατικές δεσποτικές δομές.

            γ) Κατά συνέπεια πολιτικός ορθολογισμός σημαίνει αφενός εξορθολογισμό της Δημοκρατίας στο εθνικό επίπεδο και απόλυτος ασφυκτικός έλεγχος πάνω τους  υπερεθνικούς θεσμούς.

Ακόμη και η παραμικρή μη διακυβερνητική διανεμητική ή ιδεολογική δράση των υπερεθνικών θεσμών εκτός του πλαισίου εντολών του διακυβερνητικού σχήματος είναι ανεπίτρεπτος δεσποτισμός ασύμβατος με κάθε έννοια δημοκρατίας.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επίσης, εκτός και αν λειτουργεί ως αμιγές συντονιστικό όργανο των εθνικών κοινοβουλίων, αποτελεί γιγαντιαία πηγή πολιτικού ανορθολογισμού και εξαρτημένη μεταβλητή υπόγειων ή διεθνικών δυνάμεων που ροκανίζουν την δημοκρατία σε όλο το φάσμα της πολιτικής ζωής της Ευρώπης.

            δ) Από την άλλη πλευρά, στον στίβο των στρατηγικών υποθέσεων διαιωνίζεται η στρατηγική εξάρτηση από τις ΗΠΑ, οι αποκλίνουσες εθνικές στρατηγικές των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων και το βάθεμα της πολιτικοστρατηγικής διαίρεσης λόγω διεύρυνσης.

            ε) Η διαιώνιση της στρατηγικής αδυναμίας της Ευρώπης ως συλλογικού σώματος, επιπλέον, οφείλεται στις πολιτικοστοχαστικές παρωπίδες που πολλοί φόρεσαν μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Αν έλειπαν αυτές οι παρωπίδες

α) δεν θα τυφλώνονταν πολλοί σε βαθμό που δεν έβλεπαν τον ηγεμονικά διανεμητικό ρόλο των διεθνών επεμβάσεων που καταστρατηγούσε τις Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου,

β) η Ευρώπη δεν θα καθίστατο παρακολούθημα των άσκοπων αμερικανικών επεμβάσεων πολύ ροκάνισαν την ιστορική αποστολή του ΟΗΕ ως θεματοφύλακα της διεθνούς τάξης,

γ) δεν θα ενθαρρύνονταν οι άνομες, καταχρηστικές και καταστροφικές δράσεις των διεθνικών δρώντων,

δ) δεν θα παραμελούταν ο σκοπός δημιουργίας νέων διεθνών θεσμών ελέγχου των διεθνικών δρώντων και εντατικότερης διακρατικής συνεργασίας,

ε) δεν θα ενθαρρυνόταν τα μεταμοντέρνα ιδεολογήματα στα δυτικά πανεπιστήμια που διέσπειραν απογειωμένα θεωρήματα βαθύτατων ανορθολογικών προεκτάσεων και

στ) η ΕΕ δεν θα έχανε χρόνο στην συζήτηση αδιέξοδων ουτοπικών αντιλήψεων διεθνιστικού χαρακτήρα που την αποπροσανατολίζουν από τον σκοπό εμπέδωσης της πρωτοπόρας μετά-νεοτερικής της δομής.     

 

3. Ελληνικά συμφέροντα και στάσεις συμβατές με τον χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος

 

Σε ένα τέτοιο ευρωπαϊκό, διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον, η διασφάλιση των ελληνικών συμφερόντων αλλά και η θετική συνεισφορά στην οικοδόμηση πολιτικού πολιτισμού στις διεθνείς σχέσεις συμβατού με τις Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου απαιτούσε και συνεχίζει να απαιτεί συγκεκριμένες προϋποθέσεις:

 

α) Αποκλεισμό κάθε ανορθολογικής ροής και κάθε κατευναστικής στάσης στην χάραξη και εφαρμογή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Τέτοιες εισροές, για παράδειγμα είναι:

i) H κενή περιεχομένου έννοια της «παγκοσμιοποίησης». Περί πλανητικοποίησης πρέπει να μιλάμε η οποία εντείνει την διεθνή αναρχία προς όφελος πολιτικά ανεξέλεγκτων πολιτικών δρώντων, που διευκολύνει την δράση των ηγεμονικών δυνάμεων και που καθιστά την αρχή της αυτοβοήθειας ακόμη πιο επιτακτική.

ii) Το ιδεολόγημα περί δημοκρατιών που δήθεν δεν πολεμούν αλλήλους, δεν πολεμούν τους άλλους και που περίπου συμπεριφέρονται αλτρουιστικά. Το αντίθετο παρατηρείται και –αν και άψογα τεκμηριωμένες αναλύσεις δεν λείπουν– δεν απαιτούνται υψιτενείς θεωρητικές απαντήσεις για να επαληθευτεί.

iii) Η εσφαλμένη πολιτικοστοχαστική εκτίμηση ότι ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός μπορεί να εξομαλυνθεί ενόσω η Ευρώπη παραμένει ένας αδύναμος και στρατηγικά εξαρτημένος πολιτικών δρών.

Η σωστή εκτίμηση είναι άλλη και δοκιμάστηκε γύρω από το ζήτημα της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ.

Η σημασία της ΕΕ οφείλεται στο γεγονός ότι είναι ένας πανίσχυρος νομικός δρών και ότι μέσα από αυτό περνάει η δημιουργία προϋποθέσεων ειρηνικής επίλυσης των διαφορών που δεν μπορεί να παραβλέπει την ανάγκη της στρατιωτικής ισορροπίας και των διπλωματικών ερεισμάτων, καθώς επίσης και το γεγονός ότι οι διεθνείς θεσμοί είναι εξαρτημένες μεταβλητές της ισχύος.

Αυτή η βαθύτατων προεκτάσεων εκτίμηση απαιτούσε μια πολύ πιο σταθερή στάση μετά το 1999 στο τρίγωνο Ελλάδα, Τουρκία, Κύπρος – Ευρώπη -  ΗΠΑ, επίτευξη της ένταξης της ΚΔ χωρίς αβαρίες, μεθόδευση να αποκλειστούν μεθοδεύσεις όπως του σχεδίου Αναν που αντίβαιναν στην διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα και διαπραγματεύσεις στην βάση βιώσιμων λύσεων μακρόχρονης προοπτικής.

iv) Δεν υπάρχουν αήττητα νομικά όπλα, αλλά διεθνές δίκαιο του οποίου η εφαρμογή συναρτάται από την ικανότητα του ενδιαφερόμενου να αποτρέψει αποτελεσματικά τις απειλές και να διαπραγματευτή από θέση συμμετρικής ισχύος.

β) Η φιλειρηνική στάση και η ετοιμότητα διαπραγματεύσεων στην βάση της διεθνούς νομιμότητας δεν μπορεί να συγχέεται με στάσεις κατευνασμού. Σύμφωνα και με την γνωστή ρήση της πρώην Πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας, πολλά χαμόγελα και επαφές με όλους τους δρώντες συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας αλλά χαμόγελα που θα έδειχναν σιδερένια δόντια.

γ) Κάθε διεθνιστική ή κοσμοπολίτικη παρέκκλιση που παραβλέπει τον θεμελιωδώς διακρατικό χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος, των διεθνών θεσμών και της ΕΕ, σημαίνει ζημιές και απώλεια δυνητικών οφελών. Σημαίνει επίσης κυριαρχική και πολιτική συρρίκνωση ή ακόμη και εκμηδενισμό.

vi) Κάθε διανεμητική δράση διεθνικών δρώντων όπως ο George Soros ή ανάλογων εξωπολιτικών ιδρυμάτων της ημεδαπής και της αλλοδαπής που αποτελούν αναπόδραστα εξαρτημένες μεταβλητές ή εξαρτημένες μεταβλητές των ηγεμονικών δρώντων στην ανελέητη διαπάλη τους.  Τέτοια ιδρύματα απαιτείται, επιπλέον, να κρατούνται εκατομμύρια έτη φωτός μακρόθεν των κρατικών λειτουργών, και κυρίως του Υπουργεί Εξωτερικών και του Υπουργείο Άμυνας.

β) Ένα ορθολογιστικό σύγχρονο κράτος το οποίο λειτουργεί συμβατά με τις προϋποθέσεις του διεθνούς συστήματος απαιτείται

i) αποτελεσματική εθνική αποτρεπτική στρατηγική που θα προφυλάσσεται από κάθε διάβρωση

ii) σιδερένια διαπαταταξιακή ομογνωμία γύρω από έσχατες λογικές που στηρίζουν ότι το διεθνές δίκαιο προσφέρει σε ένα φιλειρηνικό κράτος να  διαφυλάττει τα πνευματικά ερείσματα του έθνους που τροφοδοτούν την εθνική του στρατηγική και την εθνική του διπλωματία στην Ευρώπη και στον κόσμο.

iii) ευρύ πλέγμα ενεργούς διεθνούς και ευρωπαϊκής διπλωματικής δράσης σε όλο το ευρωπαϊκό και διεθνές φάσμα, καθώς επίσης, αν όχι κυρίως, στην Βαλκανική και Μεσογειακή περιφέρεια.

δ) Κυριότερο κριτήριο διπλωματικής συμπεριφοράς είναι το γεγονός ότι η ειρήνη και η σταθερότητα είναι συναρτημένη με την πορεία του σαφώς πλέον εθνοκρατοκεντρικού ευρωπαϊκού και διεθνούς συστήματος και την επιτυχία των μελών αυτού του συστήματος να συγκροτούν αντί-ηγεμονικές συσπειρώσεις οι οποίες θα στηρίζουν την ολοένα και πιο απρόσκοπτη εφαρμογή των Υψηλών Αρχών του διεθνούς δικαίου.

ε) Υψηλοτάτη αρχή που θα κινείται προς αυτό τον προσανατολισμό (ή «Κοσμοθεωρία των Εθνών», όπως υποστήριξα στην ομώνυμη μονογραφία μου), είναι η αρχή της Εθνικής Ανεξαρτησίας.

Το Εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστημα θα καθίσταται ολοένα και πιο σταθερό ενόσω αυτές οι αντί-ηγεμονικές συσπειρώσεις θα δυναμώνουν και ενόσω μεγάλα αναδυόμενα έθνη απομακρυσμένα πλέον από την αποικιακή εποχή και την ιδεολογική ηγεμονομαχία του 20ου αιώνα θα προσχωρούν στην πολιτική και συνάμα πνευματική παραδοχή της Εθνικής Ανεξαρτησίας.  

           

Τα πιο πάνω, επισημαίνω, δεν αποτελούν προτάσεις πολιτικής αλλά πορίσματα για τους προσανατολισμούς συμβατούς με το ισχύον διεθνές σύστημα, την ΕΕ και την σημασία του εθνοκράτους για την επιβίωση και τα συμφέροντα μιας ανεξάρτητης κοινωνίας.

 

4.  Το στρατηγικό βάθος της Τουρκίας και ο Νταβούτογλου

            -Διεθνείς σπουδές και εθνικά συμφέροντα

-Λανθασμένες ελληνικές εκτιμήσεις των δύο τελευταίων δεκαετιών

            -Νταβουτόγλεια κοσμοθεωρία και χειραφετημένη στρατηγική ανάλυση

            -Αφήνοντας πίσω τον παρακμασμένο μοντερνιστικό κόσμο

            -Ορθή ανάλυση του δυαρχικού χαρακτήρα της ΕΕ

            -Ορθή εκτίμηση των προβλημάτων των ηγεμονικών δυνάμεων

            -Προϋποθέσεις επιτυχίας των Νταβουτόγλειων προσεγγίσεων

 

Θα αναλυθεί συντομογραφικά η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, οι στάσεις της Ελληνικής πλευράς την τελευταία δεκαετία και οι αναδυόμενες νέες στρατηγικές επιλογές της Τουρκίας. Συντομογραφικά, επίσης, θα σκιαγραφηθούν οι προεκτάσεις της τουρκικής πολιτικής για την Ευρώπη και την Ελλάδα.

 

Στο πόνημά του Στρατηγικό βάθος ο Νταβούτογλου, αποτυπώνει σχεδόν επακριβώς τόσο το κοσμοθεωρητικό όσο και το πολιτικό του σχέδιο.

 

Κατά πρώτον, η κυρίαρχη ελληνική συμβατική πολιτικοστοχαστική εκτίμηση της τελευταίας δεκαετίας για τους Γκιουλ και Ερτογάν των οποίων ο Νταβούτογλου και πριν την ανάληψη της ευθύνης της τουρκικής διπλωματίας ήταν ο εποπτεύων στοχαστικός μέντορας, ήταν λανθασμένη.

Δεν κάνω αξιολογική κρίση όσον αφορά τις πολιτικές θέσεις γιατί θεωρώ ότι για κάθε έθνος σωστό είναι αυτό που το ίδιο αποφασίζει στην βάση των δικών του κοσμοθεωρητικών κα ηθικών επιταγών. Αυτό είναι το έργο των πολιτικών οι οποίοι όμως απαιτείται να σκέπτονται και να λειτουργούν ορθολογιστικά.

            Όπως είναι σαφές πλέον, η νεόκοπη λεγόμενη ανάλυση διεθνών σχέσεων είτε υπηρετεί αυτό που η κυρίαρχη κοινωνική αντίληψη θεωρεί εθνικό συμφέρον είτε διολισθαίνει στην εξυπηρέτηση ξένων στρατηγικών συμφερόντων. Οι πραγματικοί ακαδημαϊκοί είναι ελάχιστοι.

 

Κατά δεύτερον, εγώ πλέον δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι ο επικεφαλής της Τουρκικής διπλωματίας είναι ένας προικισμένος στοχαστής παραγωγός στρατηγικής σκέψης, κοσμοθεωρητικών προσανατολισμών και κατάδειξης ορθολογιστικών προσεγγίσεων που συνδυάζουν σκοπούς και μέσα.

Αυτός είναι ο σκοπός των στρατηγικών σπουδών και πρέπει να μας προβληματίσει το γεγονός ότι υπό τις τουρκικές συνθήκες του στρατοκρατούμενου Ατατουρκικού κράτους, χειραφετημένες θεωρήσεις όπως αυτές του Νταβούτογλου με δυνατότητα θέασης στο επερχόμενο ιστορικό βάθος, μπορούν να κυριαρχήσουν.

Το αντίθετο συμβαίνει με την Ελλάδα όπου τις δύο τελευταίες δεκαετίες κατά τεκμήριο η προσπάθεια παραγωγής χειραφετημένης στρατηγικής ανάλυσης καταπολεμήθηκε λυσσαλέα από την περιρρέουσα κυρίαρχη διεθνιστική-εθνομηδενιστική ακαδημαϊκή αντίληψη.

Το φαινόμενο δείχνει το εξής: Στην Τουρκία διψούν για χειραφετημένη στρατηγική ανάλυση συμβατή με την πορεία του διεθνούς συστήματος ενώ στην Ελλάδα η χειραφετημένη ανάλυση απορρίπτεται για να ευνοηθούν ουτοπικά δόγματα επικίνδυνα για κάθε έθνος και επικίνδυνα για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Για να υπηρετηθούν, επίσης, στρατηγικά συμφέροντα ξένων κρατών ή ακόμη και διεθνικοί δρώντες.

 

Τρίτον, εκτιμώ ότι η βασική παραδοχή που διατρέχει την κοσμοθεωρία της αναδυόμενης πολιτικής ηγεσίας στην Τουρκία –με την προϋπόθεση ότι θα επικρατήσει πολιτικά και κοινωνικά παραμερίζοντας το μοντερνιστικό Ατατουρκικό κράτος– είναι ότι ο αναδυόμενος νέος κόσμος αφήνει πίσω τον μοντερνισμό για να προτάξει τον πνευματικό κόσμο των κοινωνιών ως το διαμορφωτικό παράγοντα του ενδοκρατικού και πολιτικού γίγνεσθαι.

Εδώ ακριβώς συγκρούονται δύο διαφορετικές κοσμοθεωρίες για την συγκρότηση και την συγκράτηση των εθνών και του κόσμου.

Από την άλλη πλευρά είναι η κλασική αντίληψη που θέλει τον πνευματικό κόσμο των πολιτών να είναι ο κυριότερος διαμορφωτής της δημόσιας σφαίρας.

Από την άλλη πλευρά είναι η μοντερνιστική αντίληψη που θέλει τους πολίτες ισοπεδωμένους συνειδησιακά και την δημόσια σφαίρα αποστειρωμένη από τον πνευματικό κόσμο των πολιτών.

Η Νταβουτόγλεια κοσμοθεωρία επιλέγει την πρώτη αντίληψη.

            Διατρέχοντας το Στρατηγικό βάθος εκτιμώ ότι ο Νταβούτογλου εκτίμησε σωστά ότι παρά τον δεσπόζοντα ρόλο των μοντερνιστικών ηγεμονικών δυνάμεων του παρελθόντος, η σχετική τους ισχύς και επιρροή παρακμάζει και ότι ενόψει νέων αναδυόμενων δυνάμεων στην παγκόσμια σκηνή καθιστά αναγκαία μια κοινωνική και διπλωματική προσαρμογή της Τουρκίας.

  

Τέταρτον, κάτι που γίνεται επίσης σαφές, είναι ότι τόσο στις αναλύσεις και αποφάσεις της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας, προγενέστερης και συγκαιρινής, έχει γίνει κατανοητός ο δυαρχικός χαρακτήρας της ΕΕ. Συγκεκριμένα:

Αφενός, βλέπουν το γεγονός ότι η ΕΕ είναι ένας πανίσχυρος νομικός δρών τον οποίον επιχειρούν να παρακάμψουν ή και να ροκανίζουν με εξεζητημένα μέσα που αντλούν από τον αναδυόμενο στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας στην περιφέρειά της.

Αφετέρου, κατανοούν το γεγονός ότι ένα από τα ερείσματα της μελλοντικής Τουρκίας θα είναι η κατάκτηση μιας δεσπόζουσας στρατηγικής θέσης που θα επιτρέπει στην Άγκυρα –με δεδομένη την εγγενή αδυναμία της ΕΕ να καταστεί ένας ενιαίος συλλογικός στρατηγικός δρών– να διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο υπό πελατειακό πρίσμα στο πλαίσιο της ευρύτερης νέο-οθωμανικής της στρατηγικής. Στρατηγικής που εκτιμώ ότι, εάν επιτύχει, θα συγκεράζει το στρατηγικό κεκτημένο τόσο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας όσο και της Οθωμανικής.

Εν τέλει, έγκαιρα, ήδη από το 1987, οι Τούρκοι πολιτικοί ηγέτες κατάλαβαν ότι το πεδίο διπλωματικής ανάπτυξης που διανοίγεται για την Τουρκία είναι απέραντο και πέραν βραχυχρόνιων εκτιμήσεων για ένταξη «αύριο ή μεθαύριο ή της επόμενες μέρες».

 

Πέμπτον, η ανάγνωση της πραγματείας του Νταβούτογλου, σε αντίθεση με την κυρίαρχη συμβατική σοφία των δύο τελευταίων δεκαετιών στην Ελλάδα, έχει κατανοήσει την σημασία της αλλαγής κατανομής ισχύος, των συναρτημένων με αυτό αλλαγών στον ρόλο των μεγάλων δυνάμεων μερικές από τις οποίες όπως οι ΗΠΑ τρικλίζουν, και τον εγγενή πελατειακό χαρακτήρα των διπλωματικών προσεγγίσεων των ηγεμονικών κυβερνήσεων.

Ο Νταβούτογλου, σε αντίθεση με την κυρίαρχη ελληνική αντίληψη όχι μόνο δεν επηρεάζεται από ιδεολογήματα και θεωρήματα του προπαγανδιστικού συρμού που παράγουν επιστημονικά μεταμφιεσμένοι διεθνικοί εξωπολιτικοί δρώντες, αλλά επιπλέον κατανοεί ότι η διπλωματία είναι συνάρτηση συμφερόντων και όχι αισθητικών σχέσεων.

Οι τελευταίες μπορούν να είναι μόνο εξεζητημένα και εργαλειακά επιστρατευμένες στην διπλωματία και όχι σημαία υποδήλωσης αγαθών προθέσεων που στην διεθνή πολιτική προκαλούν υποτιμητικά χαμόγελα και υποκριτικά εργαλειακά χειροκροτήματα.    

 

Η επιτυχία της νέας στρατηγικής θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο θα κατισχύσουν καθολικά ως έσχατες  τουρκικές λογικές περί τουρκικού εθνικού συμφέροντος οι κοσμοθεωρητικές θέσεις που αποπνέει η στρατηγική ανάλυση του Νταβούτογλου.

            Αναφέρομαι τόσο στην κοινωνική νομιμοποίηση όσο και στην απορρόφηση των Ενόπλων Δυνάμεων στο στρατηγικό σχέδιο της ισλαμικής τουρκικής πολιτικής ηγεσίας που κυριαρχεί την τελευταία δεκαετία. 

 

Εσωτερικά και διπλωματικά δεν είναι εύκολο να επικρατήσει το Νταβουτόγλειο στρατηγικό σχέδιο. Εξαρτάται από συγκεκριμένες μεταβλητές.

            Πρώτον, η πολιτική κυριαρχία των Γκιουλ, Ερτογαν, Νταβούτογλου.

Δεύτερον, η αντιμετώπιση των κουρδικών αποσχιστικών αξιώσεων.

Τρίτον, η αποφυγή στρατηγικής υπερεξάπλωσης.

Τέταρτον, και συναφές, η επιτυχία της προσπάθειας που δρομολογήθηκε για την συγκρότηση ενός εξεζητημένου ευρύτατου πλέγματος σχέσεων στον αχανή Ανατολικό κόσμο συμπεριλαμβανομένης και της αντίστροφης υπονόμευσης του τουρκικού στρατηγικού σχεδίου από ανταγωνιστικές ή δυνητικά ανταγωνιστικές γειτονικές δυνάμεις.

Πέμπτον και επίσης συναφές, την επιτυχία της τουρκικής διπλωματίας χωρίς μεγάλο κόστος (αυτό, εν μέρει, εννοεί ο Νταβούτογλου με τον όρο «μηδενικά προβλήματα») να ασκήσει στρατηγική εποπτεία επί μη ισλαμικών κρατών της περιφέρειάς της, και συνάμα να δημιουργήσει, όπως ο ίδιος δηλώνει στο βιβλίο του, νέα ερείσματα παρόμοια με αυτά που κατόρθωσε με την διαχρονικά συνεπή κυπριακή στρατηγική της Άγκυρας.   

 

Ευλόγως, βέβαια, θα τονιστεί ότι η επερχόμενη λίαν προσεχώς δημοσίευση στα ελληνικά του βιβλίου του Νταβούτογλου Στρατηγικό Βάθος, απαιτείται να αποτελέσει ευκαιρία περίσκεψης και ανασύνταξης του ελληνικού πολιτικού στοχασμού, για δύο κυρίως λόγους:

Πρώτον, για να κατανοήσουμε το πόσο παρωχημένες και λανθασμένες υπήρξαν οι χαρούμενες προσδοκίες των επιστημονικά μεταμφιεσμένων προτάσεων πολιτικής της δεκαετίας του 1990 ή των θεωρημάτων-ιδεολογημάτων περί «δημοκρατικής ειρήνης».

Δεύτερον, για να κατανοήσουμε ότι στην Τουρκία αναπτύσσονται χειραφετημένες και ολιστικές περιγραφές και ερμηνείες της πορείας του διεθνούς συστήματος και τον πολιτικών συστημάτων και ότι αυτό επηρεάζει βαθύτατα την τουρκική εθνική στρατηγική.

 


 


[1] Οι θέσεις εδώ είναι συμπερασματικές και επιγραμματικές. Απορρέουν από αποκρυσταλλωμένων πορισμάτων εκτενέστερων μελετών δοκιμίων, άρθρων και μονογραφιών ιδιαίτερα την πολύ τελευταία μονογραφία, Κοσμοθεωρία των Εθνών (Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2009). Οι αναφορές στην Τουρκία αντλούν, μεταξύ άλλων, από το βιβλίο του Αχμέτ Νταβούτογλου, Στρατηγικό βάθος (εκδόσεις Ποιότητα), του οποίου η δημοσίευση στην ελληνική επίκειται στις αμέσως επόμενες εβδομάδες. Τέλος, οι θέσεις δεν αποτελούν προτάσεις πολιτικής καθότι δεν αναφέρονται σε πρακτικά ζητήματα αλλά σε διπλωματικούς προσανατολισμούς.