Παναγιώτης Ήφαιστος

Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές

Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών

www.ifestosedu.gr  -- www.ifestosedu.gr  --  info@ifestosedu.gr  -- info@ifestos.edu.gr

 

 

 

 

Η τυραννία του ενός συγγράμματος - διάφορα κείμενα, θέσεις και παρεμβάσεις

 

Τα κείμενα που ακολουθούν αλλά και πολλά άλλα που δημοσιεύτηκαν στο παρελθόν γράφτηκαν την δεκαετία του 1990 και 2000. Με αναρίθμητα κείμενα τάχθηκα εναντίον του συστήματος του ενός συγγράμματος υποστηρίζοντας ότι οι πόροι θα μπορούσαν να διατεθούν για να δημιουργηθούν μεγάλες και πλούσιες βιβλιοθήκες σε κάθε γωνιά της Ελλάδας για τους φοιτητές και όλους τους άλλους. Ο κύριος λόγος της αντίθεσής μου, βέβαια, είναι ο αντί-εκπαιδευτικός χαρακτήρας του περιορισμού της βιβλιογραφίας στην οποία μπορεί να παραπέμψει ένας διδάσκων στα Ελληνικά πανεπιστήμια.

 

Στο παρελθόν οι παρεμβάσεις εκτός από την ευρεία δημοσιότητα είχαν αποσταλεί σε χιλιάδες συναδέλφους πανεπιστημιακούς όλων των ΑΕΙ της Ελλάδας και εκατοντάδες ανταποκρίθηκαν πολύ θετικά. Το ζήτημα αυτό αφορά πολλούς. Κυρίως, τους φορολογούμενους και τους φοιτητές. Οι τελευταίοι στερούνται της δυνατότητας να μελετούν και να εξετάζονται στη βάση πολλών βιβλίων όπως γίνεται σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου. Από τους φοιτητές ευελπιστώ-αναμένω να υποστηρίξουν τις θέσεις που εκφράζω κατά καιρούς και με συνέπεια από το 1990 όταν εισήλθα στο Ελληνικό πανεπιστήμιο.

 

Από την πρώτη στιγμή της εκλογής του υπογράφοντος σε πανεπιστημιακή θέση το 1990 με συχνές παρεμβάσεις του στις ΓΣ του Τμήματος και δημοσίως υποστήριξα την θέση ότι η πρακτική του ενός συγγράμματος -η οποία αν δεν κάνω λάθος είναι κληρονομιά της χουντικής περιόδου- είναι αντι-εκπαιδευτική και επιστημονικά καταστροφική.

 

Όπως εξάλλου ανέμενα, το αποτέλεσμα, ήταν να γίνω στόχος ύπουλων και απεχθών υπονομεύσεων από συμφέροντα που θίγονται αν καταργηθεί η δωρεάν διανομή και υιοθετηθούν προσεγγίσεις. Οι υπονομεύσεις αυτές, ασφαλώς, με αφήνουν παγερά αδιάφορο και ανεπηρέαστο. Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως πάνω από όλα η κατάργηση του ενός συγγράμματος θα ωφελήσει τους φοιτητές για τους οποίους θα διανοιχτούν ορίζοντες μελέτης λιγότερης ύλης από ένα ευρύτερο βιβλιογραφικό φάσμα.

 

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΆΜΜΑΤΟΣ – ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ (Ιούλιος 2003)

Σκοπός του παρόντος είναι να ευαισθητοποιηθούν οι συνάδελφοι αλλά και κάθε άλλος ενδιαφερόμενος για το γνωστό ζήτημα του «ενός συγγράμματος» και της υποχρεωτικής «εξεταστέας ύλης». Απ’ ότι γνωρίζουμε η ρύθμιση αυτή υιοθετήθηκε επί χούντας, ισχύει μόνο στην Ελλάδα και για "ακατανόητους" λόγους διαιωνίστηκε επί δεκαετίες. Πολλά από τα ζητήματα που αφορούν αυτό το αντικαδημαϊκό μέτρο αναλύθηκαν με παρεμβάσεις καθ’ όλη την διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και στην τελευταία μου μονογραφία Οι Διεθνείς Σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό, διαδρομή, αντικείμενο, περιεχόμενο και γνωσιολογικό υπόβαθρο.

      Οι παρατηρήσεις που ακολουθούν αφορούν κυρίως τις κοινωνικές επιστήμες και απ’ ότι γνωρίζουμε θίγουν προβλήματα όλων των Πανεπιστημιακών Τμημάτων των Κοινωνικών Επιστημών. Καταθέτουμε με συντομία μερικές μόνο από θέσεις που τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια ο υπογράφων με συνέπεια υποστήριξε εντός Γενικών Συνελεύσεων και Δημόσια:

 

Η αυθεντία του ενός συγγράμματος: αντι-ακαδημαϊκή και αντιδεοντολογική ρύθμιση

 

ΠΡΩΤΟ, η μόρφωση στο πανεπιστημιακό επίπεδο δεν μπορεί να αναφέρεται σε σύγγραμμα αλλά σε θέματα τα οποία αναλύονται σε δεκάδες ή και εκατοντάδες βιβλία, άρθρα και δοκίμια. Απ’ ότι γνωρίζουμε, σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου ο καθηγητής διανέμει κατάλογο με δεκάδες η και εκατοντάδες βιβλιογραφικές παραπομπές στη βάση των οποίων οι φοιτητές μελετούν τα θέματα του μαθήματος. Έτσι, ο φοιτητής κατανοεί όλες τις προσεγγίσεις, καλύπτει το θέμα πολύπλευρα, οξύνει την κρίση του και εκπαιδεύεται στην έρευνα και την κριτική θεώρηση των υπό εξέταση ζητημάτων.

      ΔΕΥΤΕΡΟ, το γεγονός ότι αυτό δεν γίνεται στην Ελλάδα έχει ως αποτέλεσμα ότι η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών αφενός να μη προσέρχεται στις παραδόσεις και αφετέρου τις τελευταίες μέρες (ή και την τελευταία μέρα) πριν τον έλεγχο γνώσεων να διατρέχει την «εξεταστέα ύλη» με μόνο σκοπό την απόκτηση του διπλώματος και όχι την μάθηση. Συνεπώς, αποθαρρύνεται η μελέτη των υπό εξέταση θεμάτων και ενθαρρύνεται το πρόχειρο και επιφανειακό διάβασμα με κύριο σκοπό την απόκτηση ενός πτυχίου που δεν εκπληρώνει τους σκοπούς της πολυδάπανης –για την κοινωνία– δημόσιας πανεπιστημιακής παιδείας.  

      ΤΡΙΤΟ, αυτή η κατάσταση εξ αντικειμένου εμποδίζει τον καθηγητή να αναπτύξει την διαδικασία μάθησης σύμφωνα με πάγια ακαδημαϊκά κριτήρια. Υπό κανονικές συνθήκες και σε καλά πανεπιστήμια ο καθηγητής πρέπει να αφιερώνει δεκάδες ώρες με τους φοιτητές για να τους εκπαιδεύσει στις μεθόδους έρευνας και μελέτης, να τους εθίσει στην κριτική σκέψη και να τους επιλύσει απορίες ή να ακούσει τα σχόλιά τους. Αντί αυτών σύμφωνα με μετρήσεις η παρουσία των φοιτητών στις αίθουσες διδασκαλίας κατά μέσο όρο περιορίζεται στο ένα περίπου δέκατο των εγγεγραμμένων φοιτητών. Εξάλλου, ακόμη και οι φοιτητές που προσέρχονται στην διδασκαλία σπάνια μελετούν πριν την διδασκαλία με το απίστευτο επιχείρημα πως δεν πήραν ακόμη την «εξεταστέα ύλη». Έτσι, το πανεπιστήμιο είναι τελικά ένα μεγάλο εξεταστικό κέντρο: Στην καλύτερη περίπτωση μόνο μερικές δεκάδες φοιτητές είναι τακτικοί φοιτητές ενώ οι υπόλοιποι προσέρχονται μόνο για εξετάσεις στο τέλος του εξαμήνου. Πολλοί καθηγητές συχνά διερωτηθήκαμε γιατί να υπάρχει όλο αυτό το βασανιστικό σύστημα και να μην μετατρέψουμε τα πανεπιστήμιά μας σε ένα μεγάλο εξεταστικό κέντρο όπου στη βάση κάποιας βιβλιογραφίας και σε μεγάλες αίθουσες θα εξετάζονται χιλιάδες φοιτητές (και γιατί όχι και χιλιάδες άλλοι πολίτες που θα ήταν πρόθυμοι να μελετήσουν «το σύγγραμμα»).

      ΤΕΛΟΣ αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να αναφερθεί, χαρακτηριστικά αναφέρω ένα μόνο παράδειγμα: Επί σειρά ετών διδάσκω μαθήματα (π.χ. «Αμερικανική Διπλωματία και Στρατηγική») για τα οποία απαιτείται μελέτη θεμάτων που αποκλείεται να συμπεριληφθούν σε ένα μόνο σύγγραμμα. Προσθέτω πως εάν είχα την ευχέρεια να αναφέρω κεφάλαια και δοκίμια από πολλά βιβλία, ακόμη και αν διαιωνιζόταν το σύστημα της «εξεταστέας ύλης», ο αριθμός σελίδων θα ήταν πολύ μικρότερος επειδή θα προσανατόλιζα τον φοιτητή σε εκείνες μόνο τις σελίδες που περιέχουν την επίμαχη ανάλυση. Όχι μόνο δεν μπορεί να γίνει αυτό αλλά επιπλέον δεν μπορώ να συμπεριλάβω ύλη από βιβλία που έχω ήδη διανέμει στο δεύτερο έτος. Το απίστευτο και πάλι επιχείρημα είναι ότι, αν και το βιβλίο έχει ήδη διανεμηθεί δωρεάν στην τάξη το προηγούμενο ακαδημαϊκό εξάμηνο, η εξεταστέα ύλη δεν μπορεί να περιέχει ένα κεφάλαιο ή μερικές σελίδες από αυτό επειδή δεν έχει διανεμηθεί σε 5 ή 10 φοιτητές που προέρχονται από μετάταξη από άλλο πανεπιστήμιο. Δηλαδή: η τυραννία του ενός συγγράμματος εμποδίζει τον καθηγητή να ζητήσει από τους φοιτητές να μελετήσουν από βιβλία που τους έχουν ήδη διανεμηθεί σε προηγούμενο έτος.

 

Η διέξοδος από την τυραννία του ενός συγγράμματος είναι εύκολη και εξοικονομεί πολύτιμους σπάνιους πόρους

      

Οι φοιτητές έχουν συμφέρον να καταργηθεί το μέτρο του ενός συγγράμματος ενώ η Πολιτεία θα διασφαλίσει τεράστιους πόρους που θα διοχετεύσει με πιο παραγωγικό τρόπο. Μεταξύ άλλων θα μπορούσαν να αναφερθούν τα εξής:

 

ΠΡΩΤΟ, να δοθεί ένα εφάπαξ ποσό σε άπορους φοιτητές (ή άλλη διευκόλυνση που θα κριθεί πρόσφορη και αποτελεσματική) –βάσει αποδεικτικών του εκκαθαριστικού των γονέων τους– για να εμπλουτίζουν την προσωπική τους βιβλιοθήκη με βιβλία που οι καθηγητές τους θα τους συμβουλεύουν πως είναι εισαγωγικού χαρακτήρα.

      ΔΕΥΤΕΡΟ, το πανεπιστήμιο πρέπει να έχει βιβλιοθήκες και αναγνωστήρια στα οποία οι φοιτητές θα έχουν πρόσβαση και όπου θα μπορούν να μελετούν όπως όλοι οι συνάδελφοί τους σ’ όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου. Εξάλλου, όταν κυκλοφορεί ένα βιβλίο ή περιοδικό που οι καθηγητές και τα αρμόδια όργανά τους συνιστούν ως χρήσιμο για την διδασκαλία-μάθηση να αγοράζεται άμεσα από τις βιβλιοθήκες. Συναφώς, ακόμη και εκατοντάδες βιβλία να αγοράσει εφάπαξ μια βιβλιοθήκη θα είναι αμελητέο ποσό μπροστά στις χιλιάδες που μοιράζονται από το ίδιο βιβλίο «ως διδακτέο σύγγραμμα».    

      ΤΡΙΤΟ, να αποδεσμευτούν οι καθηγητές από την τυραννία της εξεταστέας ύλης και να προχωρήσουν στην ανακοίνωση των θεμάτων –όπως ορίζονται από τον ορισμό κάθε μαθήματος– και εκείνων των βιβλίων, άρθρων και δοκιμίων που τα καλύπτουν βιβλιογραφικά.

 

Π. Ήφαιστος Ιούλιος 2003

 

3. ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ "ΤΥΡΑΝΝΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ" ΤΟΥ ΕΝΌΣ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ ΟΤΙ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΕΞΕΛΙΣΣΟΝΤΑΙ ΣΕ ΜΕΓΑΛΑ "ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ" Δεκέμβριος 2003

 

Ανοικτή επιστολή προς τους συναδέλφους πανεπιστημιακούς και κάθε άλλο ενδιαφερόμενο

 

Αγαπητοί συνάδελφοι,

 

Πρόσφατα απεργήσαμε. Όμως, δυστυχώς η εντύπωση που επικράτησε σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης είναι πως η μόνη απαίτησή μας ήταν οι μισθολογικές αυξήσεις. Όταν λίγο πριν την λήξη της απεργίας οι αντιπρόσωποί μας προσπάθησαν να αλλάξουν αυτή την εικόνα ήταν ήδη αργά, γεγονός που νομίζω θα πρέπει να προβληματίσει όλους μας σοβαρά. Προσωπικά υποστήριξα, γεγονός που δυσαρέστησε μερικούς συναδέλφους, ότι «η αύξηση των μισθών έπεται και δεν προηγείται της δημιουργίας ενός στοιχειωδώς αξιοπρεπούς πανεπιστημίου». Προς τι η ύπαρξη ακριβοπληρωμένων πανεπιστημιακών δασκάλων όταν οι δυνατότητες να επιτελέσουν το έργο τους εκμηδενίζονται λόγω συγκεκριμένων πρακτικών προβλημάτων; Με το παρόν σύντομο σημείωμα, λοιπόν, θα αναφερθώ σε δύο μεγάλα προβλήματα που υποβαθμίζουν το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο:

 

Πρώτο το τυραννικό καθεστώς του «ενός συγγράμματος», το οποίο, κατασπαταλεί τεράστιους πόρους που θα μπορούσαν να διατεθούν πολύ πιο παραγωγικά σε βιβλιοθήκες και άλλους τομείς που ενισχύουν την επιστημονική και υλικοτεχνική υποδομή. Από παιδαγωγικής άποψης, ο εγκλωβισμός μας σε διδακτέα και εξεταστέα ύλη μας εμποδίζει να ζητήσουμε από τους φοιτητές να μελετούν εκατοντάδες άλλα επιστημονικά κείμενα. Ακόμη πιο σημαντικό, η κατάργηση του τυραννικού καθεστώτος του ενός συγγράμματος ενώ θα απελευθέρωνε την διδασκαλία διευρύνοντας τους γνωστικούς ορίζοντες, σε πολλές περιπτώσεις θα εξοικονομούσε ώρες μελέτης (επειδή η παραπομπή σε μερικά μόνον κεφάλαια ή εδάφια πολλών βιβλίων θα περιόριζε τον αριθμό των σελίδων μελέτης). Για τα θέματα αυτά, όμως, δεν θα επεκταθώ επειδή όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να ανατρέξουν σε εκτενέστερο σημείωμά μου που καταχώρησα στην προσωπική μου ιστοσελίδα.

 

Δεύτερο, η συνεχής αύξηση του αριθμού των εισακτέων κάθε Τμήματος δεν συνοδεύεται από ανάλογη βελτίωση της υποδομής (διδάσκοντες, αίθουσες, υλικοτεχνικά μέσα κτλ). Όσοι από εμάς –πιστεύω η συντριπτική πλειονότητα– δεν θεωρούν το πανεπιστήμιο ως δευτερεύουσα ενασχόληση και αγωνιούν για την ολοένα μεγαλύτερη υποβάθμιση του έργου μας, θα πρέπει νομίζω να ευαισθητοποιηθούν και να πιέσουν για αναγκαίες και μη εξαιρετέες μεταρρυθμίσεις. Τα προβλήματα αυτά δεν αφορούν μόνο τα μεμονωμένα μέλη ΔΕΠ αλλά επίσης τους φοιτητές, τις πανεπιστημιακές αρχές και τους αρμόδιους θεσμούς του κράτους (Υπουργείο Παιδείας, Βουλή, κόμματα). Για το πρόβλημα αυτό υποθέτω πως όλοι οι πανεπιστημιακοί γίνονται μάρτυρες του γεγονότος ότι,

            α) οι εγγεγραμμένοι φοιτητές κάθε τάξης είναι εκατοντάδες

            β) οι εξεταζόμενοι φοιτητές κάθε τάξης είναι επίσης εκατοντάδες,

            γ) οι φοιτητές με τους οποίους ερχόμαστε σε επαφή κατά τη διάρκεια του εξαμήνου είναι στην καλύτερη περίπτωση μερικές δεκάδες (προς μεγάλη μου έκπληξη πληροφορήθηκα ότι ισχύει το ίδιο και σε Τμήματα όπως οι κτηνιατρικές σχολές όπου απαιτούνται εργαστήρια),

            δ) οι περισσότερες αίθουσες διδασκαλίας είναι συνήθως χωρητικότητας μερικών δεκάδων φοιτητών,

            ε) ακόμη και αν προσέλθουν στις τάξεις πολλοί φοιτητές η διδασκαλία δυσχεραίνεται λόγω άλλων προβλημάτων όπως ο περιορισμένος χώρος και ο περιορισμένος αριθμός αναγκαίων μέσων (τα προηγμένα τεχνολογικά μέσα, όπως όλοι γνωρίζουμε, είναι σπάνια, ενώ ακόμη και εργαλεία παλαιότερης τεχνολογίας όπως οι προβολείς διαφανειών είναι εξίσου δυσεύρετα).

 

Με όρους απλής λογικής, λοιπόν, τίθεται ένα απλό ερώτημα: Γιατί ο Έλληνας φορολογούμενος πρέπει να πληρώνει δισεκατομμύρια δραχμές για κάθε Πανεπιστημιακό Τμήμα όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις να φέρει εις πέρας την αποστολή του; Γιατί επίσης να μην αποδεχτούμε όλοι την πραγματικότητα, ότι δηλαδή τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια εξελίσσονται –αν δεν έχουν ήδη εξελιχτεί– σε μεγάλα εξεταστικά κέντρα. Αν και ρεαλιστικά μιλώντας δεν πρέπει να αναμένουμε άμεση και ριζοσπαστική αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου, άμεσες «πολιτικές» αποφάσεις θα μπορούσαν εν τούτοις να αντιμετωπίσουν ένα μεγάλο αριθμό «μικρών» προβλημάτων. Σ’ αντίθετη περίπτωση, ίσως είναι πιο τίμιο, κατά την άποψή μου, η κοινότητα των πανεπιστημιακών να εξηγήσει στους αρμοδίους και στην κοινωνία ότι είναι παράλογο και αντιπαραγωγικό να ξοδεύονται τεράστιοι σπάνιοι πόροι για να μετατρέπονται εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές σε μέρος μιας μοναδικής στα παγκόσμια ακαδημαϊκά χρονικά βιομηχανίας μαζικής εξέτασης και μαζικής απονομής διπλωμάτων. Γιατί να διατίθενται τεράστιοι σπάνιοι πόροι για υλικοτεχνική υποδομή και για διδακτικό προσωπικό αν η συντριπτική πλειονότητα των φοιτητών περνά από το πανεπιστήμιο μόνο για τον έλεγχο γνώσεων στο τέλος του εξαμήνου; Βασικά, τίποτα ουσιαστικό δεν θα αλλάξει αν, για παράδειγμα, μικρό μόνο μέρος των σπάνιων πόρων που δεσμεύονται κάθε χρόνο διατεθούν εναλλακτικά για την απόκτηση μεγάλων αιθουσών που θα χρησιμεύσουν ως μεγάλα εξεταστικά κέντρα στο τέλος του ακαδημαϊκού έτους. Έτσι, όποιος Έλληνας πολίτης το επιθυμεί θα μπορούσε να προσέρχεται για εξέταση στην βάση μιας συγκεκριμένης «εξεταστέας ύλης» με σκοπό την απόκτηση «βεβαίωσης σπουδών». Ερωτάται: Μήπως αυτό δεν είναι ουσιαστικά το ισχύον καθεστώς όταν στο τέλος του εξαμήνου 250 ή και 300 φοιτητές κάθε Τμήματος προσέρχονται στα αμφιθέατρά μας για εξέταση;    

 

Αυτονόητα, ο υπογράφων δεν υποστηρίζει πως η διέξοδος βρίσκεται στην άμεση μετατροπή του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου σε εξεταστικό κέντρο. Το ακριβώς αντίθετο υποστηρίζεται: Απαιτείται να ληφθούν άμεσες αποφάσεις βελτίωσης της κατάστασης. Σε τελευταία ανάλυση είμαι αρκετά ρεαλιστής για να γνωρίζω πως κανείς δεν είναι τόσο γενναίος για να πάρει αποφάσεις που θα φανερώσουν χρόνια προβλήματα με τα οποία εξ αντικειμένου ουκ ολίγοι εντός κα εκτός πανεπιστημίου προσαρμόζονται ή και ενδεχομένως βολεύονται. Ούτε σε τελευταία ανάλυση τα προβλήματα του ελληνικού πανεπιστημίου είναι μόνο πρακτικής υφής [Και πάλι, δεν θα επεκταθώ εδώ σε ζητήματα που ανέλυσα εκτενώς σε δημοσιευμένα κείμενά μου, κυρίως στην πρόσφατη δημοσίευσή μου Οι διεθνείς σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αντικείμενο, περιεχόμενο και γνωσιολογικό υπόβαθρο, το οποίο, μεταξύ άλλων, εξετάζει προβλήματα του δικού μου επιστημονικού τομέα αλλά και γενικότερα προβλήματα των πανεπιστημίων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

 

Εν κατακλείδι, ελληνικό πανεπιστήμιο θα μπορούσε να βελτιωθεί αισθητά με «μικρές» αλλά τεράστιας πρακτικής σημασίας αποφάσεις όπως για παράδειγμα α) η κατάργηση του ενός συγγράμματος, β) η μείωση του αριθμού των εισακτέων σε κάθε Τμήμα, γ) η απόκτηση στοιχειωδών προϊόντων της σύγχρονης τεχνολογίας, δ) η μεγιστοποίηση της υπάρχουσας υποδομής, ε) η βελτίωση των προγραμμάτων σπουδών και στ) η επεξεργασία τρόπων (υποχρεωτικής για τους μη εργαζόμενους) προσέλευσης των φοιτητών στις τάξεις. Προς αυτή την κατεύθυνση τι κάναμε ως «κοινότητα» πανεπιστημιακών, ως συνδικαλιστικοί φορείς, ως φοιτητές και ως υπεύθυνοι πολίτες;

 

Με χαιρετισμούς και ευχές για καλά Χριστούγεννα καλό νέο χρόνο

 

Π. Ήφαιστος

Δεκέμβριος 2003

---------------------------------------------------------------------------------------

 

10 Σεπτεμβρίου 2003, Οι φορείς της επιστημονικής γνώσης στο εσωτερικό του πανεπιστημιακού ασύλου

 

Συμπλήρωσα ήδη ενάμιση δεκαετία στο ελληνικό πανεπιστήμιο και διόμιση περίπου στα διεθνή ακαδημαϊκά δρώμενα. Η μονογραφία που ολοκλήρωσα και δημοσίευσα, η δέκατή μου μονογραφία αν δεν κάνω λάθος, με τίτλο Οι διεθνείς σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, είναι για εμένα σταθμός. Σταθμός γιατί αισθάνομαι ικανοποιημένος, μεταξύ άλλων, με την σύγκριση των θεωριών, τον πρωτότυπο ορισμό των παθογενειών των διεθνών σπουδών, την σύνθεση ιστορικοπολιτικών πτυχών με τις σύγχρονες περιστάσεις και το πλήθος ερωτημάτων που έθεσα για το τι απαιτείται να διερευνηθεί. Ακόμη, νομίζω ότι έκανα ακόμη ένα μικρό βήμα στην προσπάθεια να ενσωματώσω τις Κονδύλειες θεωρήσεις στο διεθνολογικό κεκτημένο. Σταθμός είναι επίσης γιατί γράφοντάς την μονογραφία αυτή αποκρυστάλλωσα και την μελλοντική ερευνητική και συγγραφική μου ατζέντα. Θα έλεγα ότι έχει δύο προσανατολισμούς.

    Ο πρώτος προσανατολισμός, είναι η έναρξη συγγραφής κειμένων στα πεδία εκείνα όπου η οντολογικά συναφής ανάλυση των διεθνών σπουδών δεν έχει ακόμη εισέλθει. Είναι η προσπάθεια ενοποίησης των τριών επιπέδων ανάλυσης, δηλαδή του ανθρώπου, του κράτους και του διεθνούς συστήματος. Απαιτεί εκλεκτική άντληση από το φιλοσοφικό κεκτημένο, εποπτεία σημαντικών ιστορικοπολιτικών δεδομένων και κυρίως εκλεκτική παραγνώριση των κειμένων εκείνων της διεθνούς βιβλιογραφίας που κολυμπά ακόμη μέσα σε ωκεανούς ιδεολογικών δογμάτων, δηλαδή στην οντολογικά μη συναφή ανάλυση όσων δεν κατάλαβαν ότι οι μοντερνιστικές ιδεολογίες εξέπνευσαν. Σκληρή δουλειά που δεν νομίζω ότι αρκεί για όσο επίγειο βίο μου έχει απομείνει.

    Ο δεύτερος προσανατολισμός είναι πλέον κείμενα τα οποία παρακάμπτουν τα συμβατικά κριτήρια παραπομπών και εμπειρικών θεμελιώσεων. Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά εδώ και λίγο χρόνο άρχισα να αισθάνομαι ότι έφθασα ή κοντεύω σε εκείνο το σημείο της στοχαστικής μου διαδρομής όπου απαιτείται να συνεισφέρω με πιο πηγαίες, αυθόρμητες και σύνθετες περιγραφές φαινομένων γύρω από τον πολιτικό στοχασμό. Είτε μιλάμε για τον πολιτικό στοχασμό στο επίπεδο του ανθρώπου-κράτους είτε στο πολιτικό στοχασμό για τις διεθνείς σχέσεις, πολλά φαινόμενα είναι τόσο λογικά και καθημερινά καταμαρτυρούμενα ούτως να απαιτούν φαντασία παρά μεμονωμένες εμπειρικές αναφορές. Πιο συγκεκριμένα, πιστεύω ότι η κατασκευή μοντέλων ιδεοτυπικών στάσεων και συμπεριφορών όπως αποκρυσταλλώνονται στο μυαλό ενός στοχαστή είναι κάτι που δεν πρέπει να υποτιμάται.

    Κατά νου, σε πρώτη φάση, έχω τους φορείς του πολιτικού στοχασμού, συμπεριλαμβανομένου και του ... εαυτού μου στις αρνητικές και θετικές εκδοχές του. Αυτό που έχω υπόψη μου είναι η κατασκευή μοντέλων ανθρωπότυπων οι οποίοι ως ολιστικές δομές αποτύπωσης στάσεων και συμπεριφορών ίσαμε τις ακραίες απολήξεις τους δεν μπορεί παρά να είναι παντελώς απρόσωπες και ανώνυμες. Σύνθεση θα είναι αναρίθμητων εμπειριών των οποίων η σύνθεση δεν αποκλείει αλλά αντίθετα εμπεριέχει φανταστικά στοιχεία. Η ερμηνευτική δύναμη μιας τέτοιας δομής συναρτάται με το πλήθος εξαρτημένων και ανεξάρτητων μεταβλητών της οποίες θα εμπεριέχει. Αυτό μπορούμε να το πούμε και διαφορετικά: Όσοι περισσότεροι νοιώσουν ότι περιγράφονται στα εκατέρωθεν μοντέλα τόσο περισσότερο η κατασκευή θα είναι πραγματολογικά συναφής.

    Κατά την διάρκεια της διαδρομής μου στα πανεπιστήμια πριν και μετά την έλευσή μου στην Ελλάδα συγκέντρωνα και συνεχίζω να συγκεντρώνω οργανωμένες πληροφορίες ομοειδών φαινομένων. Μιλώ για καθημερινές εμπειρίες κοντά τρις δεκαετίες τις οποίες από καιρό αποφάσισα να ομαδοποιήσω για να καταλάβω καλύτερα την συμπεριφορά των φορέων του πολιτικού στοχασμού ως επιστήμονες, ως δάσκαλοι, ως μέλη ακαδημαϊκών οργάνων, ως κριτές, ως κρινόμενοι, ως άτομα που παρελαύνουν μέσα στην κοινωνία με το ακαδημαϊκό τους ένδυμα, ως άτομα προικισμένοι με μεγαλοψυχία και ανιδιοτέλεια ή αντίστροφα μικροψυχία και ιδιοτέλεια, ως άτομα που μπορεί να χρησιμοποιούν την ιδιότητά τους για ανήθικες ή αντίστροφα ηθικές στάσεις και συμπεριφορές και τα λοιπά. Το ενδιαφέρον για εμένα, πάντως έχει προς το παρόν μια διττή σημασία. Οι φορείς της γνώσης ως δρώντες διανεμητικών συνεπειών για τα πολιτικά συστήματα και ως παιδαγωγοί. Για αμφότερους τους ρόλους, υπενθυμίζω, οι κοινωνίες -στην Ελλάδα σε μεγαλύτερο βαθμό απ' ότι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα- προικίζουν τους "λειτουργούς της επιστήμης" με ακαδημαϊκά άσυλα μέσα στα οποία η κρίση, ο στοχασμός και η έκφραση εξαιρούνται από κάθε κοινωνικό ή θεσμικό έλεγχο (εκτός των διαδικαστικών για τα οποία μόνο συγκεκριμένα διοικητικά όργανα είναι αρμόδια να ασκούν ελέγχους).

    Οι ποικίλων διαστάσεων, εκδοχών και αποχρώσεων στάσεις και συμπεριφορές των ακαδημαϊκών λειτουργών μέσα στα άσυλα της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας είναι τόσο δυσδιάκριτες όσο και σημαντικές. Πως μπορεί όμως κανείς να τα αγγίξει και φωτίσει; Ασφαλώς όχι στοχεύοντας κάποιον προσωπικά καθότι αυτό είναι αποσπασματικό, άδικο και δίνει στρεβλή εικόνα. Αυτό σκέφτηκα ήδη εδώ και δύο δεκαετίες, από τότε δηλαδή που κατανόησα ότι ανθρώπινες καταστάσεις που εκτός ακαδημαϊκών ασύλων διακρίνονται εύκολα στο εσωτερικό τους επισκιάζονται από τίτλους, καθωσπρεπισμούς και φανταχτερούς τίτλους που καθιστούν δυσδιάκριτες ανθρώπινες αδυναμίες.

    Έτσι, η μέθοδος, ή καλύτερα η επιστημολογία που εξαρχής αποφάσισα να ακολουθήσω ήταν η δημιουργία μοντέλων, ιδεοτυπικών δηλαδή κατασκευών μέσα στις οποίες όχι μόνο μπορούν να χωρέσουν πολλές μεμονωμένες καταστάσεις αλλά μπορεί κανείς να εξωθήσει τις περιγραφές ίσαμε τις ακραίες συνέπειές τους και τις πιο συγκλονιστικές αλλά στην πράξη πραγματικές ανθρώπινες καταστάσεις. Δεν έχω πλήρως κατασταλάξει, ακόμη, στην ακριβή επιστημολογία που θα ακολουθήσω ή θα δημιουργήσω. Πολλοί εξάλλου κατασκεύασαν μοντέλα στο παρελθόν (για παράδειγμα ο Αριστοτέλης στις περίφημες κατηγοριοποιήσεις) και από καιρό μελετώ μια σύνθεση ή μια πρωτότυπη δική μου προσέγγιση.

    Ο σκοπός εν τέλει είναι απλός: Σύνθεση ομοειδών περιπτώσεων και περιγραφή ιδεοτυπικών ανθρωπότυπων στο εκατέρωθεν εκκρεμές της ακαδημαϊκής ζωής. Αυτό μπορεί να αφορά ένα πλήθος ανθρωπίνων καταστάσεων, μερικών που δεν είναι κατ' ανάγκη αμιγώς ακαδημαϊκές ή επιστημονικές αλλά λόγω ιδιότητας οι φορείς κινούνται στα εκατέρωθεν όρια της ηθικής, των νόμων και των πολιτισμένων τρόπων. Για να δώσω σαν παράδειγμα παρεμφερείς ομοειδείς περιπτώσεις, συνάντησα στο εξωτερικό -και σε μερικές περιπτώσεις και στην Ελλάδα, μέχρι στιγμής πάντως όχι πολύ συχνά- άτομα που εκμεταλλευόμενοι την ακαδημαϊκή ιδιότητά τους και την θέση και ρόλο τους για να υιοθετήσουν στάσεις και συμπεριφορές που δεν χωράει ο νους ενός "κανονικού" ανθρώπου πως μπορεί να συμβαίνει με "ανώτερους λειτουργούς της επιστήμης". Μιλούμε για καταστάσεις στα όρια προβληματικών συμπεριφορών που δύσκολα "συλλαμβάνονται" με συμβατικά μέσα. Βέβαια, ο Κονδύλης οξυδερκής σε όλα διαχωρίζει τον φορέα της ηθικής και του ανώτερου πνεύματος από το άτομο ως φορέα ισχύος.

    Αν και πρόωρο να κάνω λόγο γι' αυτό λόγω μεγάλου και ακατέργαστου "υλικού", αναφέρω προκαταρτικά χαρακτηριστικές διαχρονικές ομοειδείς εμπειρίες "επιστημονικών λειτουργών" που τηρούν τόσο "ανώτερες" όσο και "κατώτατες" στάσεις και συμπεριφορές. Στάσεις και συμπεριφορές, δηλαδή, απόλυτης ευθύνης και στάσεις και συμπεριφορές απόλυτης ανευθυνότητας ή και συμβατικά άπιαστης ανηθικότητας. Για να σταθώ στην μια πλευρά του εκκρεμούς που αναμενόμενα ελκύει περισσότερο την περιέργεια, αναφέρω ως παράδειγμα επιστημονικό λειτουργό σε ευρωπαϊκή χώρα που πειθανάγκαζε συνάδελφό του να βοηθήσει την έκδοση ευνοϊκού διαζυγίου, "εξετάστρια" που έκοβε φοιτητή για να τον πειθαναγκάσει να την "προσεγγίζει" πιο συχνά δημιουργώντας έτσι σχέσεις εξάρτησης, καθηγητή που κυριολεκτικά "κυνηγούσε" νεαρότερο συνάδελφό του επειδή δεν προερχόταν από "χαμηλή" κοινωνική καταβολή (και ο οποίος με χίλια βάσανα κατόρθωσε να σπουδάσει), καθηγήτρια που ευνοούσε βαθμολογικά φοιτήτριες τις έκανε κατασκόπους του συζύγου της, επιστημονικό λειτουργό που χρησιμοποιούσε την ακαδημαϊκή ιδιότητά του για να ξεγλιστράει φορολογικά, αναρίθμητες κυριολεκτικά άπιαστες περιπτώσεις ιδεολογικών προκαταλήψεων που αδικούν ή ευνοούν, και πολλές άλλες πιο ακραίες ή ενδιάμεσες εκδοχές στάσεων και συμπεριφορών που πιστοποιούν αξιώσεις ισχύος σε ένα φαύλο κύκλο πελατειακών σχέσεων ή το αντίστροφο, δηλαδή ανώτερο πνεύμα, ακαδημαϊκή ηθική, άτεγκτη προσκόλληση σε πάγιους ακαδημαϊκούς κώδικες και ανιδιοτέλεια σε βαθμό αυτοθυσίας. Όλα αυτά λοιπόν εδώ και πολλά χρόνια συστηματικά προσπαθώ να τα ομαδοποιήσω και να τα κατηγοριοποιήσω. Μέγιστο ζήτημα πάντως που ανακύπτει στο επιστημονικό άσυλο όλων των χώρων είναι η μη τήρηση των υποσχέσεων. Ιδιαίτερα εάν και όταν κανείς κριθεί σε μόνιμη θέση, το ζήτημα είναι κατά πόσο θα λειτουργεί και συμπεριφέρεται με τον ακαδημαϊκά πρέποντα τρόπο ή κατά πόσο θα ισχύει η ρήση "για όσους απομακρύνθηκαν από το ταμείο δεν υπάρχουν ρέστα". Ίντριγκες, αποφυγή συμμόρφωσης με όρους και προϋποθέσεις διορισμού, ευέλικτες εναλλαγές φίλων και εχθρών με κάλυμμα την μονιμότητα ή ακόμη άκρατες ιδιοτελείς στάσεις και συμπεριφορές στην βάση συμμαχιών, ιδεολογικών συμπλεύσεων και προσωπικών συμφερόντων. Αυτά και πολλά άλλα, οφείλω να διευκρινίσω, ως συνοψίσεις ομοειδών φαινομένων μπορεί να μην είναι ακριβή γεγονότα την στιγμή της εμπειρικής πιστοποίησής τους, αλλά να αποτελούν, όπως  υπαινίχθηκα μόλις, ομοειδείς ψηφίδες μιας ιδεοτυπικής κατασκευής που διαρκώς κτίζεται.

    Διαρκώς συζητώ αυτά τα ζητήματα με ομότεχνούς μου -κάποια στιγμή ίσως να στοχαστώ και δημόσια για να εισέλθω σε μια διαδικασία εμπλουτιστικής δημόσιας διαβούλευσης-, καταγράφω εμπειρίες, τις ομαδοποιώ ανάλογα με την μεταξύ τους συνάφεια, αναζητώ παρόμοιες ανθρώπινες καταστάσεις στην βιβλιογραφία, μελετώ βιογραφίες πολιτικών στοχαστών και ασφαλώς αναζητώ την καταλληλότερη επιστημολογία συγκρότησης μιας ολιστικής περιγραφής που θα προσεγγίζει την πραγματικότητα όσο περισσότερο μπορεί κανείς να το κάνει.

    Τέλος, πρέπει να πω ότι αυτή η ερευνητική εμπειρία με επηρέασε βαθύτατα. Άλλοτε θέλω να τρέξω μακριά από τα πανεπιστήμιο και να μην περνάω ούτε απ' έξω, άλλοτε με κάνει να αισθάνομαι πολύ ευτυχής που συναντώ κάποιους ασκητικούς και τίμιους στοχαστές. Και συνάντησα πολλούς της τελευταίας κατηγορίας. Γι' αυτό και αποφάσισα να συνεχίσω ...

    Ο στόχος συγγραφής μιας ή περισσότερων ιδεοτυπικών κατασκευών, πάντως, όπως υπονόησα στην αρχή σε αναφορά με συντρέχοντα εκτενέστερα κείμενα, δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητές μου.