Παναγιώτης Ήφαιστος

Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές

Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών

www.ifestos.edu.gr  -- www.ifestosedu.gr  --  info@ifestosedu.gr  -- info@ifestos.edu.gr

Για μετάβαση στην κεντρική σελίδα, άνοιγμα σε άλλο παράθυρο, κλικ εδώ www.ifestos.edu.gr  ή www.ifestosedu.gr

 

ΟΜΙΛΙΑ  Μίκη Θεοδωράκη για την ανθρώπινη φύση και τις διεθνείς σχέσεις (1.7.2006)     (click here for the English language version)    -   (κλικ εδω για σχόλιο Π. Ήφαιστου)

Πολλά τα δεινά, κουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει (Σοφοκλέους «Αντιγόνη»)

     Οφείλω να ομολογήσω ότι δέχθηκα με μεγάλη δυσκολία να μιλήσω σ’ αυτή την τόσο σημαντική σύνοδο και μπροστά σε τόσο επίσημα πρόσωπα, γιατί αντίθετα απ’ ό,τι συνηθίζεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, δεν θα μπορέσω να πω λόγια αισιόδοξα ούτε να διατυπώσω σκέψεις και προτάσεις θετικές. Κι αυτό γιατί κατέχομαι από βαθειά απαισιοδοξία για το μέλλον. Έπαψα πια να πιστεύω. Όμως επειδή σκέφτομαι ότι αυτό μπορεί να σας φανεί ωφέλιμο, αποφάσισα να προσθέσω μια φάλτσα νότα σ’ αυτή την ομόθυμη και μεγαλοπρεπή συμφωνία που είμαι βέβαιος ότι θα χαρακτηρίζει τις ομιλίες που θα ακουστούν.

            Έως χθες ακόμα ακολουθώντας το γενικό ρεύμα πίστευα κι εγώ ότι η Βία και ο Πόλεμος έχουν ως βασικές αιτίες οικονομικά συμφέροντα, θρησκευτικούς και εθνικούς φανατισμούς και άλλα παρόμοια.

            Σήμερα πια είμαι βέβαιος ότι όλα αυτά στο βάθος δεν είναι παρά προσχήματα και ότι η βασική αιτία απ’ όπου ξεκινά η δίψα για κατάκτηση και αίμα, βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο. Με μια συμπληρωματική παρατήρηση: Ότι δηλαδή η αγριότητα αυξάνει όσο ο άνθρωπος γίνεται περισσότερο πολιτισμένος. Που σημαίνει ότι ο λεγόμενος πολιτισμός είναι ένα απλό ένδυμα για να σκεπάζει και να κρύβει τον αληθινό εαυτό μας, που παραμένει μέσα απ’ τους αιώνες το ίδιο άγριος και τερατώδης.

            Και για να γίνω περισσότερο κατανοητός, σας καλώ να συγκρίνουμε τις αγριότητες των άλλοτε αγρίων μ’ αυτές των προχθεσινών, των χθεσινών και των σημερινών δήθεν πολιτισμένων. Υπάρχει άραγε μέσα σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, αγριότητα που να ξεπερνά τις θηριωδίες του Ναζισμού; Και όμως την εποχή εκείνη η Γερμανία συγκαταλεγόταν ανάμεσα στα πλέον πολιτισμένα έθνη της εποχής. Με υψηλό επίπεδο μόρφωσης, πολιτισμού, κοινωνικής οργάνωσης, με χιλιάδες επιστήμονες, καλλιτέχνες, διανοούμενους, υπήρξε πρότυπο ανεπτυγμένης ανθρώπινης κοινωνίας. Και όμως απ’ τη μια μέρα στην άλλη είδαμε τα εκατομμύρια αυτών των πολιτισμένων να ξεπερνούν σε βία και σε αγριότητα όλους τους άγριους όλων των εποχών, από την εποχή του Νεάντερνταλ, του Αττίλα, των Σταυροφόρων, των Κονκεστατόρ μέχρι των αγίων της Ιερής Εξέτασης.

Η εξήγηση-δικαιολογία υπήρξε ότι έπεσαν θύματα ενός παρανοϊκού. Όμως κι αυτός καυχιόταν ότι κάθε πρωί βουρτσίζει τα νύχια του, ότι είναι χορτοφάγος κι ότι λατρεύει τον Βάγκνερ. Δεν έχανε ούτε ένα Φεστιβάλ στο Μπαϋρόϊτ, όπου μάλιστα εφιλοξενείτο στο σπίτι του Βάγκνερ. Μήπως όμως και οι συμπατριώτες του δεν ήσαν ένθερμοι οπαδοί της κλασσικής μουσικής, σε σημείο που να σχηματίζουν στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως μικρές συμφωνικές ορχήστρες από κρατούμενους, για να συνοδεύουν τους μελλοθάνατους στους τόπους θανατώσεων, όπως στην κρεμάλα, στον αποκεφαλισμό με τσεκούρι και -το πιο συνηθισμένο- στους θαλάμους αερίων;

Κι ας μη βαυκαλιζόμαστε ότι όλα αυτά τα έκαναν δήθεν μόνο τα Ες-Ες και η Γκεστάπο. Έζησα τη φρίκη εκείνης της εποχής και γνώρισα τα υπόγεια της Γκεστάπο, όπου ήσαν τακτοποιημένα τα όργανα των βασανισμών με γερμανική ακρίβεια και μπορώ να πω με λύπη -γιατί δεν θα ήθελα να στενοχωρήσω τους σύγχρονους Γερμανούς που ειλικρινά τους εκτιμώ- ότι για να γίνουν όλα αυτά, ήταν αναγκαία η συμμετοχή πολλών εκατομμυρίων πρώην πολιτισμένων και νυν αγρίων ανθρώπων, που αντλούσαν ηδονή από τον πόνο των άλλων και διψούσαν για αίμα πολύ περισσότερο και από τα άγρια θηρία της ζούγκλας.

Κι όμως σήμερα είμαι βέβαιος ότι δεν φταίνε αυτοί. Ή μάλλον φταίνε, όπως όλοι μας, γιατί γεννήθηκαν άνθρωποι και ως άνθρωποι κληρονόμησαν αυτή τη σχιζοφρένεια που φαίνεται ότι μας χαρακτηρίζει, δηλαδή από τη μια ο χαρακτήρας μας να μας οδηγεί προς τις κορυφές του πνεύματος και την αναζήτηση της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας και της Ειρήνης κι από την άλλη αυτός ο ίδιος χαρακτήρας να μας μεταβάλλει από τη μια στιγμή στην άλλη σε άγρια θηρία.

Αυτό το φαινόμενο της πολιτισμένης Γερμανίας το έχουμε φυσικά δει και σε μια σειρά εξ ίσου πολιτισμένες χώρες όπως η Αρχαία Αθήνα, η Ρώμη, η Αγγλία, η Ισπανία, η Γαλλία και τόσες άλλες, όπου -για να μείνω στη χώρα μου- οι Αθηναίοι απ’ τη μια μεριά έχτιζαν τους Παρθενώνες και την ίδια στιγμή έσφαζαν σαν άγρια ζώα όλους τους άρρενες κατοίκους της Μήλου για παραδειγματισμό.

Και φτάνουμε στο σήμερα. Και σας ρωτώ: Υπάρχει άραγε λαός με υψηλότερο επίπεδο ζωής από τις ΗΠΑ, με τα εκατομμύρια επιστήμονες, διανοούμενους, τεχνοκράτες, βιομηχάνους, τραπεζίτες κλπ. που όλοι μαζί να συνιστούν μια κοινωνία-πρότυπο ανάπτυξης και πολιτισμού; Με δυο λόγια ένας λαός που να τα έχει όλα και που συγχρόνως να διαθέτει τόση δύναμη και τόσο πλούτο, ώστε με μια και μόνη απόφαση να μπορεί να μεταβάλλει την ανθρωπότητα σε παράδεισο ή σε κόλαση; Τι θα στοίχιζε άραγε στην Αμερική να πλημμυρίσει με αγαθά την πεινασμένη Αφρική κατά κύριο λόγο και στη συνέχεια τους λαούς που υποφέρουν στη Λατινική Αμερική και στην Ασία; Και πρώτα και κύρια τα παιδιά που πεθαίνουν σαν μύγες από τις αρρώστιες και την πείνα; Και δεν μιλάω για φιλανθρωπία, που κι αυτό θα μπορούσε να γίνει, αλλά για μπίζνες, για επενδύσεις κεφαλαίων και για μια καλώς εννοούμενη οικονομική εκμετάλλευση. Αναφέρομαι σε μια εντελώς λογική και συμφέρουσα επιλογή. Σε μια βιομηχανία και σε ένα εμπόριο Ειρήνης, που είναι βέβαιο ότι θα έχει κέρδη σημαντικά, ενώ παράλληλα θα σκορπίζει στον κόσμο την ευτυχία.

Το ίδιο φυσικά ισχύει για τα πλούσια κράτη της Ευρώπης και ειδικά γι’ αυτά που στηρίζουν ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής τους ανάπτυξης και ευεξίας στην πολεμική βιομηχανία.

Μας λένε ότι από την πώληση των όπλων τα κέρδη είναι πιο άμεσα και πιο σημαντικά. Ας το δεχτώ. Σκέφτηκαν όμως ποτέ όλα αυτά τα Κράτη – Έμποροί όπλων την περίπτωση μετατροπής της βιομηχανίας του Πολέμου σε βιομηχανία της Ειρήνης; Μπορεί τα κέρδη να μην είναι τόσο άμεσα και τόσο μεγάλα, όμως δεν σκέφτονται ότι με τον τρόπο αυτόν θα σώσουν εκατοντάδες εκατομμύρια συνανθρώπους μας από την υπανάπτυξη, την πείνα και τον θάνατο;

Και γιατί τάχα όλοι αυτοί οι σημερινοί πλούσιοι και πολιτισμένοι λαοί με επί κεφαλής τις ΗΠΑ δεν έκαναν τον κόπο ούτε καν να σκεφτούν το ενδεχόμενο μιας βιομηχανίας και ενός εμπορίου Ειρήνης; Είναι απλώς ένας οικονομικός υπολογισμός ή κάτι βαθύτερο; Μήπως δηλαδή το να έχεις πολεμική βιομηχανία, σημαίνει πέραν του οικονομικού κέρδους, ότι είσαι σε θέση να παράγεις βία και κυρίως να συντηρείς κολοσσιαίες δυνάμεις πολεμικής καταστροφής; Άρα μ’ αυτόν τον τρόπο να ανήκεις στο κλαμπ των σαρκοφάγων, των δυνατών και των αγρίων; Να είσαι δηλαδή πιο κοντά στα άγρια ένστικτα, αυτά που χαρίζουν πιο μεγάλη, ως φαίνεται, ηδονή σ’ αυτούς που μπορούν να τα κατέχουν, απ’ ό,τι η πνευματική ακτινοβολία και η ανθρώπινη πλευρά μας που θεωρεί τον άνθρωπο δημιουργό ζωής και όχι όργανο θανάτου;

Την ώρα που σε απ’ ευθείας μετάδοση η ανθρωπότητα κρατώντας την αναπνοή της έβλεπε τους βιβλικούς βομβαρδισμούς της Βαγδάτης από την αμερικανική αεροπορία, ο κ. Ράμσφελντ, υπουργός αμύνης, αναφώνησε ευτυχής: «Να ένα υπέροχο θέαμα!», ως άλλος Νέρων. Κι εγώ, μια ασήμαντη κουκίδα μέσα στην άμμο των ασήμαντων ανθρώπων, χαρακτήρισα δημοσίως τον κ. Μπους ως ένα νέο Χίτλερ. Βέβαια η σύγκριση δεν ήταν επιτυχής, από την άποψη ότι ο Πρόεδρος Μπους συμβολίζει απλώς την κορυφή μιας τερατώδους βιομηχανίας θανάτου, που μέσα σε δυο χρόνια μετέβαλε μια χώρα σε σωρούς ερειπίων.

Να λοιπόν που εξήντα χρόνια μετά τον Δαίμονα Χίτλερ που μέσα σε τέσσερα χρόνια είχε την ευχαρίστηση να εξοντώσει 80 εκατομμύρια ανθρώπους, από τα οποία τα τριάντα και πλέον με βασανιστικό τρόπο, ξαναέρχεται στο προσκήνιο της ανθρωπότητας ένας νέος Δαίμονας του Πολέμου, απ’ τη μια μεριά σκορπίζοντας τον θάνατο κι από την άλλη προσφέροντας σε εκατομμύρια ένστολους συμπατριώτες του την γνωστή μας πρωτόγονη ηδονή και βοηθώντας τους να βγάλουν στην επιφάνεια την θηριώδη πλευρά του εαυτού τους. Όλους αυτούς που αντλούν κτηνώδη ευχαρίστηση βλέποντας να σωριάζονται σε ερείπια πόλεις ολόκληρες και να φαντάζονται τα γυναικόπαιδα να βρίσκουν φριχτό θάνατο μέσα στις φλόγες και τα ερείπια. Είτε βλέποντας τις βιντεοκασέτες με τους βασανιστές γυμνών ανθρώπων που τους σέρνουν με λουράκια σαν σκυλιά πολιτισμένες κοπελίτσες, που όπως μαθαίνω, υπήρξαν ακόμα και Καθηγήτριες Πανεπιστημίων.

Να λοιπόν που μια ακόμα πολιτισμένη χώρα και ένας πολιτισμένος λαός μεταβάλλεται σε αγρίους που αντλούν ηδονή από τον πόνο των άλλων, διψούν για αίμα και χαίρονται για την κτηνωδία τους. Και μη μου πείτε ότι κι αυτοί είναι θύματα προπαγάνδας. Είναι απλώς άνθρωποι, όπως εγώ κι εσείς, μόνο που τους δόθηκε η ευκαιρία να βγάλουν στην επιφάνεια τον αιώνιο, όπως φαίνεται, εαυτό μας, που παραμένει το αγριότερο θηρίο απ’ όσα ο καλός Θεός έπλασε στη φύση.

Ίσως μια ελπίδα για το μέλλον του ανθρώπου να είναι ακριβώς αυτή η διαπίστωση που έκανα πιο πριν. Δηλαδή να αποφευχθεί να δίνονται τέτοιες ευκαιρίες στον άνθρωπο, ώστε τα άγρια ένστικτα να μην μπορούν να θριαμβεύσουν επάνω στο Καλό.

Από την μελέτη της ιστορίας έχει αποδειχθεί ότι βασική αιτία του Κακού είναι η υπερσυγκέντρωση δύναμης. Και θα ΄λεγα ότι βρίσκω φυσικό να βλέπουμε σήμερα αυτά τα φαινόμενα βίας, αν σκεφτούμε την τεράστια δύναμη καταστροφής που έχουν συσσωρεύσει σήμερα οι ΗΠΑ. Έτσι θα έλεγα ότι είναι αιχμάλωτοι της ίδιας τους της δύναμης.

            Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό και να καταγγελθεί ότι κάθε Κράτος που διατηρεί πολεμικές βιομηχανίες και ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις είναι δυνάμει υποψήφιο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, όπως έγινε στο παρελθόν και όπως γίνεται και σήμερα, ανεξάρτητα από τις δικαιολογίες που θα προβληθούν για να στηριχτούν οι απεχθείς του πράξεις.

Και ίσως το πιο εγκληματικό απ’ όλα να είναι το γεγονός ότι με την προβολή της κτηνώδους δυνάμεως στο εσωτερικό της χώρας συμβάλλει ώστε οι απλοί άνθρωποι να μεταβάλλονται σε ανθρώπινα κτήνη, μιας και όπως είδαμε, η ανθρώπινη σχιζοφρένεια χωρίζει μέσα μας το Κακό από το Καλό μόνο με μια λεπτή κλωστή. Πράγματι όπως έχει αποδειχθεί, είναι εκπληκτικό το πόσο γρήγορα ο άνθρωπος μεταβάλλεται σε κτήνος εάν αλλάξουν οι συνθήκες μέσα στις οποίες ζει.

Είναι επομένως ανώφελο και αντιρεαλιστικό να μιλάμε για διεθνή Ειρήνη και ίσα δικαιώματα μεταξύ των λαών, όταν υπάρχουν Έθνη που εξακολουθούν να παράγουν μαζικά μέσα καταστροφής.

Το γεγονός αυτό σε σχέση με τον πραγματικό χαρακτήρα του ανθρώπου και το κύριο χαρακτηριστικό του, δηλαδή τον γενετικό χαρακτήρα της σχιζοφρένειας που τον ξεχωρίζει από όλα τα υπόλοιπα ζώα της γης, συντείνει ώστε μέσα στο εσωτερικό των χωρών που διαθέτουν πολεμική υπεροχή να καλλιεργούνται συστηματικά τα ένστικτα της υπεροχής και της αλαζονείας, που γρήγορα μπορούν να εξελιχθούν σε ομαδική δίψα για βία και για αίμα.

Κι αυτός ο κίνδυνος σήμερα όπως και χτες προέρχεται αποκλειστικά από τις θεωρούμενες πολιτισμένες χώρες με επί κεφαλής την μοναδική υπερδύναμη που δίνει και το παράδειγμα.

Τελειώνοντας θα ήθελα να πω ότι θεωρώ ότι έχει προ πολλού αλλάξει το νόημα του Πολιτισμού. Ειδικά μετά τους Ναζί και τους αμέτρητους πολέμους που ακολούθησαν πάντοτε από τους λεγόμενους «πολιτισμένους» εναντίον των «υπανάπτυκτων», των φτωχών και των «απολίτιστων», είναι φανερό πια ότι ο αληθινός ανθρώπινος πολιτισμός θα πρέπει να προσμετράται μόνο με τα μέτρα της Ειρήνης, της Ανοχής και της Αλληλεγγύης μέσα σε κάθε κοινωνία και σε κάθε λαό. Εκεί που μπορεί να ανθίσει η ευγένεια, η καλωσύνη και κυρίως η αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους.

Ξέρω ότι αναφέρομαι πια σε μια Ουτοπία από την οποία συνεχώς απομακρυνόμαστε. Αντιθέτως βλέπω τις δυνάμεις του Κακού, που για μένα ανήκουν στο αντίθετο στρατόπεδο από κείνους που μνημονεύει ο κύριος Μπους, δηλαδή στο δικό του και των συμμάχων του, καθώς θα διψούν όλο και για μεγαλύτερες καταστροφές, όλο και για περισσότερο πόνο και αίμα, θα οδηγηθούν μια μέρα αναπόφευκτα στη χρήση της απόλυτης καταστροφής και του απόλυτου πόνου που είναι η Ατομική Βόμβα.

Αυτό είναι κάτι που κατά την γνώμη μου αποζητεί ο Άνθρωπος - Κτήνος που έχουμε μέσα μας, μιας και δεν υπάρχει ανώτατη ηδονή για το Κακό από την αυτοκαταστροφή του.

Ήδη από τον λεγόμενο «Δυτικό πολιτισμό» έχει ξεκινήσει και γιγαντώνεται καθημερινά ένα αληθινό τσουνάμι υποκουλτούρας που αποκτηνώνει μεθοδικά τον άνθρωπο.

Εάν δεν καταφέρετε να χτυπήσετε το Κακό στην ρίζα του, εάν δεν μεταβάλετε τις βιομηχανίες Πολέμου σε βιομηχανίες Ειρήνης, εάν δεν καταργηθούν όλοι οι επιθετικοί στρατοί, τότε η υπόθεση για την άλλη πλευρά του ανθρώπου, την ανθρώπινη, την πραγματικά πολιτισμένη, αυτή που διψά για Αγάπη και για Ειρήνη, είναι για πάντα χαμένη.

Σήμερα οι λέξεις «Ελευθερία», «Δημοκρατία», «Ανθρώπινα Δικαιώματα», «Αλληλεγγύη» έχουν προ πολλού χάσει τη σημασία τους. Σήμερα η συνύπαρξη των Λαών-προβάτων με τα Κράτη-θηρία κάτω από την ίδια στέγη όπως είναι ο ΟΗΕ έχει καταντήσει τραγική φάρσα για τους αδύνατους της γης. Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο βλέπω μόνο δυο λύσεις: Είτε να πάμε στο βάθος της αιτίας του Κακού και να το χτυπήσουμε με τη θέληση και τη συνεργασία των δυνατών είτε οι αδύνατοι να ψάξουν να βρουν άλλους τρόπους άμυνας στηριζόμενοι αποκλειστικά στις δικές τους δυνάμεις και βασικά στα εκατοντάδες εκατομμύρια των αδυνάτων και μελλοντικών θυμάτων, που όμως συντονισμένα έχουν κάποιες πιθανότητες να αντισταθούν νικηφόρα.

Η συνύπαρξη αυτών των δύο αντίθετων κόσμων είμαι βέβαιος ότι μας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια προς το Χάος με τον θρίαμβο του Απάνθρωπου πάνω στον Άνθρωπο.

Αυτή δυστυχώς είναι η πεποίθησή μου.

Σας ευχαριστώ.

 

Mikis Theodorakis on Human nature and the problems of international relations

Conference, Delphi 2.7.2006, European Cultural Centre of Delphi, THE UNITED NATIONS IN A CHANGING WORLD

I must admit that I was rather reluctant to accept speaking in such an important event, and before such eminent personalities, since, contrary to what is customary in similar cases, I shan’t be able to speak any words of optimism, nor express positive thoughts and proposals. And this because I am deeply pessimistic about the future. I no longer believe. But since I imagine that this could be useful to you, I have decided to add an out-of-tone note to this unanimous and grandiose “symphony” that I am certain will mark all the speeches that will be delivered.

            Carried by the general flow, I too believed, until yesterday, that the root causes of Violence and War lie with financial interests, religious or ethnic fanaticism and other similar phenomena.

            I am now certain, that in the end, the above are nothing but pretexts, and that the root cause of this quench for conquest and blood is within man himself; with one supplementary note: that as man becomes more civilised, his savagery increases. Meaning that so-called civilisation is nothing but a mere robe used to cover and hide our true selves which throughout the centuries, remain equally savage and monstrous.

            In order to make myself clearer, join me in comparing the savagery of the savages of the past, to that of yesterday’s and today’s supposedly civilised people. Is there, I wonder, throughout the history of man, any savagery that could exceed the atrocities of Nazism? Still, at the time, Germany was considered as one of the most civilised nations. With a high level of education, culture, an organised society, thousands of scientists, artists, intellectuals, it was a model of developed human society. Yet, from one day to the next, we saw these millions of civilised people, surpass in violence and savagery all the savages of all times, from the Neanderthal, Attila the Hun, the Crusaders, the Conquistadores up to the saints of the Spanish Inquisition.

            The explanation-excuse was that they were victimised by a paranoid. However, even this paranoid bragged that every morning he filed his nails, that he was a vegetarian and that he adored Wagner. He would never miss a Bayreuth festival, during which he was a guest at Wagner’s house. But weren’t his fellow-countrymen ardent classical music lovers as well, to such a point that in concentration camps they would set up small symphonic orchestras by prisoners, in order to accompany the condemned to their execution sites, such as the gallows, beheading by axe and – the most usual – the gas chambers.

            And let’s not delude ourselves that this was only the work of the SS and Gestapo. I have experienced the horror of that period, and know the Gestapo basements, with all the torture instruments arranged with German accuracy, and I can say with sadness -because I wouldn’t want to upset the contemporary Germans whom I sincerely respect- that all this required the participation of many millions of former civilised and now savage people, drawing pleasure from the pain of others, and more blood-thirsty than wild jungle animals.

            Yet today, I am convinced that they are not to blame. Or rather, they are to blame, as we all are, for being born humans, and as humans, they have inherited this schizophrenia that we all seem to suffer of; namely on the one hand, our character guides us to the summit of the intellect and the pursuit for Freedom, Democracy and Peace, and on the other hand, this very same character converts us from one moment to the next into savage beasts.

            Of course we have also seen the civilised Germany phenomenon, in the case of other civilised countries, such as Ancient Athens, Rome, England, Spain, France, and so many others, where –to speak of my country- Athenians, built the Parthenon and at the same time slaughtered like wild beasts all the male inhabitants of the island of Milos, just to set an example.

            Let us now come back to today. And I am asking you: Is there any other people with a higher standard of living than the US, with millions of scientists, intellectuals, technocrats, industrialists, bankers, etc., all together making up a model society of growth and civilisation? In a nutshell, a people that has everything, and at the same time has so much power and wealth, that just one decision would suffice to turn humanity into heaven, or hell? I wonder what it would cost to America to literally flood starving Africa with goods, followed by the suffering peoples in Latin America and Asia? And first and foremost, the children dying like flies of hunger and disease? I am not referring to charity, which could also be an option, but to business, capital investments, and economic utilisation of resources, in the good sense. I am referring to an absolutely reasonable and beneficial choice. To an industry and trade of Peace, certain to generate major profit, and at the same time spread happiness to the peoples.

            The same, of course, goes for Europe’s rich countries, especially the ones that base a large part of their economic growth and prosperity on the arms industry.

            They tell us that profit from selling arms is much more direct and substantial. I accept that. But have all these States-Arms dealers considered the option of converting the industry of War into an industry of Peace? Profit may not be so direct and substantial, but can they not consider the fact that this way they can save hundreds of millions of our fellow people from underdevelopment, hunger and death?

            And why is it, I wonder, that today’s rich and civilised people, led by the US, have not gone to the trouble of even contemplating the possibility of an industry and a trade for Peace? Is it merely a bottom line question, or is it something deeper? Could it possibly be that having a war industry, apart form economic profit, also means that one is in a position to generate violence, and maintain colossal forces of war and destruction, thus belonging to the club of the carnivorous, the powerful and the savages? Namely being closer to the wild instincts, those that, as it seems, offer greater pleasure to those who can have them, than intellectual radiance and our human aspect that considers man as the creator of life rather than a tool of death?

            When humanity held its breath watching live the biblical shelling of Baghdad by the US air force, defence secretary Rumsfeld, as a contemporary Nero, exclaimed in happiness: “There’s a wonderful sight!”. And I, as an insignificant speck in the sand of insignificant people, publicly characterised Mr Bush as the new Hitler. To be sure, the comparison was ill-conceived, in the sense that President Bush merely symbolises the top of a monstrous industry of death which in just two years turned a country into piles of rubble.

            Here we are then, sixty years after Demon Hitler who, in just four years had the pleasure of eliminating 80 million people, thirty of them in an excruciating manner, humanity is again faced with a new Demon of War, spreading death and offering to millions of his fellow countrymen in uniform, the primitive pleasure, and helping them bring out the brutal side of their characters. All those who draw beastly pleasure from seeing entire cities brought to ruins and imagining women and children suffering a horrible death in flames and rubble. Or watching footage of torturers of naked people being dragged with leashes like dogs by civilised young women who, as I’ve been told, were even University Professors.

            Once again, a civilised country and a civilised people, are converted into savages drawing pleasure from the pain and suffering of others, thirsty for blood and pleased with their brutality. And don’t tell me that they too are victims of propaganda. They are just humans, like you and I, who were given the opportunity to bring out their eternal, as it seems, self, that still remains the wildest beast of all that the good God has created in nature.

            This very thing that I have just ascertained, could possibly be a hope for the future of man. Namely, avoiding giving man such opportunities for the wild instincts to prevail over Good.

            Studies of history have shown that super-concentration of power is the root cause of Evil. And I’d say that it is natural to witness today such phenomena of violence, given the huge destruction power that the US have accumulated. Thus, I’d say that they are captive of their own power.

            We need to comprehend and cry out, that every State that has war industries and great military power, is a potential candidate for crimes against humanity, as was the case in the past, and as is the case today, irrespective of any excuses that they may invoke to support hideous acts.

            What is probably the most criminal of all is the fact that by advertising this beastly power domestically, they contribute into turning simple people into human beasts, since, as we’ve seen, human schizophrenia separates Good form Evil inside us with just a very fine line. Indeed, it is astonishing to see how quickly man turns into a beast if the conditions he lives in change.

            Therefore, it is useless and unrealistic to discuss world Peace and equal rights among peoples, when there are Nations that still massively produce means of destruction.

            This fact in relation to the true character of man and his main attribute, namely the genetic character of schizophrenia that separates him from all other animals on earth, contributes to the systematic cultivation, within countries that have military supremacy, of the feelings of superiority and arrogance, that can quickly develop into a group thirst for violence and blood.

            And today, as in the past, this risk stems exclusively from the so-called civilised countries, under the only superpower that leads by example.

            In conclusion, I would like to say that the meaning of Civilisation has long changed. Especially after the Nazis and the countless wars that have followed since, always conducted by the so-called "civilised" against the "under-developed", the poor and the "uncivilised", it is quite obvious now that the true, human civilisation should only be measured to the standards of Peace, Tolerance and Solidarity, within every society and every people. There, where nobility, kindness and, most of all, love amongst people can flourish.

            I know that I am referring to a Utopia from which we constantly distance ourselves. On the contrary, I see the forces of Evil, which in my opinion lie on the opposite camp than the ones that Mr Bush is specifying, namely his own camp and that of his allies, as they will become more and more thirsty for greater destruction, more pain and blood, and will at some point be inevitably guided to use the absolute destruction and absolute pain, the Atomic Bomb.

            This is, in my opinion, what the Man-Beast that we all have inside us, is seeking, since Evil knows no higher pleasure than its self-destruction.

            Already, in the so-called “Western civilisation”, a sub-culture tsunami has started to develop and is daily acquiring gigantic dimensions, methodically turning man into beast.

            If you fail to strike Evil at its roots, if you do not convert the industries of War into industries of Peace, if all aggressive armies are not abolished, then the case for the other aspect of man, the humane, truly civilised aspect, the one quenching for Love and Peace, will be lost for ever.

            Today, the words “Freedom”, “Democracy”, “Human Rights”, “Solidarity” have long lost their meaning. Today, the co-existence of sheep-Peoples with the beast-States under the same roof as in the case of the UN, has turned into a tragic farce for the weak on this earth. Before this impasse, I see but two ways out: to either go to the deep roots of Evil and strike with the willingness and cooperation of the strong, or the weak will have to seek and find other ways of defending themselves, standing exclusively on their own feet, and basically supported by the hundreds of millions of weak and potentially future victims, that, if the stand together, have a chance of resisting and being victorious.

 Delphi, 1.7.2006

 Mikis Theodorakis

-------------------------------------------------------

(κλικ εδω για μετάβαση στην αρχή της σελίδας)

Σημείωση Δεκ. 2010. Λόγω μεγάλου φόρτου δεν σχολίασα όπως αρχικά θα ήθελα τις ενδιαφέρουσες θέσεις του Μίκη Θεοδωράκη. Πολλά εξάλλου συμπεριλήφθηκαν στην τελευταία μου μονογραφία με τίτλο, Κοσμοθεωρία των Εθνών, συγκρότηση και συγκράτηση των κρατών, της Ευρώπης και του Κόσμου. Προς το παρόν, παραθέτω το μέρους του κεφαλαίου 5 του βιβλίου μου ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ, διαδρομή, αντικείμενο, περιεχόμενο και γνωσιολογικό υπόβαθρο (σελ. 364-370).  

 

Ο ενδιαφερόμενος, επίσης, μπορεί να ανατρέξει στο εμβληματικό έργο του Kenneth Waltz, Ο άνθρωπος, το κράτος και ο πόλεμος (Εκδόσεις Ποιότητα 2011), όπου υπάρχει και μια σφαιρική θεώρηση όλων των απόψεων περί το ζήτημα αυτό.

 

Σημειώνω ότι οι παράγραφοι όπως παρατίθενται εδώ είναι από το αρχικό κείμενο πριν τύχει ορθογραφικής και φιλολογικής επιμέλειας.

 

5.2.4.3. Η ανθρώπινη φύση και ο ρόλος της εθνικής-κρατικής δομής

 Το επόμενο σημαντικό ζήτημα είναι οι παραδοχές για την ανθρώπινη φύση. Βεβαίως, δεν θα δεχτούμε να συζητήσουμε στη βάση των αγοραίων επιχειρημάτων που επιτίθενται κατά του Θουκυδίδη, του Morgenthau και άλλων ρεαλιστών επειδή στις αναφορές τους υπενθύμισαν πως χαρακτηριστικά σύμφυτα της ανθρώπινης ύπαρξης απαιτούν μια βιώσιμη ηθικοκανονιστική δομή που αυτοί περιγράφουν ως την Πόλη και το έθνος-κράτος αντίστοιχα. Εμείς αφήνοντας αυτές τις ανοησίες κατά μέρος στεκόμαστε στην κλασική φιλοσοφία που περιγράφει τον συλλογικό βίο ως έναν κόσμο εντός του οποίου άτομα ή ομάδες που χαρακτηρίζονται από απέραντη ετερότητα και ετερονομία και την Πολιτεία ή το έθνος-κράτος ως εκείνη την ηθικοκανονιστική δομή που συμψηφίζει τις επιμέρους ετερότητες του κάθε ατόμου-πολίτη και τις προσαρμόζει στις πνευματικές και αισθητές ανάγκες του συλλογικού βίου. Τουτέστιν, ανεξαρτήτως ετερότητας, για ένα ευρύ φάσμα λόγων –που εμείς στην παρούσα ανάλυση υποστηρίξαμε πως έχουν ως αφετηρία και θεμελιώδες υπόβαθρο τις αξιώσεις συλλογικής ελευθερίας– αποφασίζουν να συμβιώσουν πάνω στην ίδια κανονιστική πλατφόρμα που ρυθμίζει ζητήματα δικαιοσύνης, τάξης, δικαιωμάτων, ελευθερίας, υποχρεώσεων και όλων των υπόλοιπων παραγόντων και κριτηρίων του συλλογικού κατ’ αλήθειαν βίου. 

          Για μερικούς το Παραδοσιακό Παράδειγμα οδηγεί σε πεσιμιστικά συμπεράσματα, κυρίως όσον αφορά την άνιση ανάπτυξη και τη φύση του ανθρώπου. Όμως παραγνωρίζουν ότι ο βασικός σκοπός του Παραδοσιακού Παραδείγματος δεν είναι να αναλύσει την ψυχολογία του κάθε ατόμου, αλλά να τονίσει τη σημασία της Πολιτειακής τάξης και δικαιοσύνης για τον εύτακτο συλλογικό κατ’ αλήθειαν βίο[1]. Πολλοί εύλογα θεωρούν τον τερματισμό του πολέμου, την ύπαρξη βιώσιμων κανονιστικών δομών και την ειρήνη-σταθερότητα δεδομένες καταστάσεις στο εσωτερικό κάθε βιώσιμου κυρίαρχου κράτους και γι’ αυτό  ποτέ δεν θα στοιχημάτιζαν ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό στο διεθνές σύστημα. Πολύ περισσότεροι αναλυτές αντιμετωπίζουν αυτό το καίριο ζήτημα με απέραντη επιπολαιότητα ή με εξομοιωτικές παρωπίδες που τους εμποδίζουν να κατανοήσουν πως η ανθρώπινη ετερότητα (σ’ αυτό ουσιαστικά αναφερόμαστε, επαναλαμβάνουμε, όταν ομιλούμε για ανθρώπινη φύση) για να προσαρμοστεί σύμφωνα με τις ανάγκες του συλλογικού βίου –είναι αδιάφορο κατά πόσο ο συλλογικός βίος αναφέρεται σ’ εθνικό-κρατικό επίπεδο ή στο παγκόσμιο επίπεδο– απαιτούνται νομιμοποιημένες και βιώσιμες ηθικοκανονιστικές δομές που θα διέπουν τον συλλογικό τρόπο ζωής. Επομένως, συνιστά ανοησία ή αγοραία επιστημονική συμπεριφορά όταν κάποιος αρνείται το γεγονός της ετερότητας που απαιτεί συλλογικές ηθικοκανονιστικές δομές που ιστορικά διαμορφώθηκαν σ’ εθνικό-κρατικό επίπεδο. Αν είχαν διαμορφωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο, θα ίσχυε ακριβώς το ίδιο: η φύση της ανθρώπινης ετερότητας θα εντασσόταν σε μια παγκόσμια ηθικοκανονιστική δομή.    

          Υπό το παραπάνω πρίσμα και όπως έχει ήδη υποστηριχθεί εκτενώς στο κεφάλαιο 2 πιο πάνω, το έθνος-κράτος συνιστά την ιστορική ηθικοκανονιστική δομή πειθάρχησης της ανθρώπινης ετερότητας σε κανόνες συλλογικού βίου. Αυτό επιτυγχάνεται, υποστηρίχτηκε, λόγω συλλογικών κοσμοθεωρητικών και ανθρωπολογικών παραδοχών που θεμελιώνονται στους αγώνες ελευθερίας-κυριαρχίας, που σφυρηλατούνται στους αγώνες ανεξαρτησίας, επιβίωσης και οικονομικής ανάπτυξης και που διαιωνίζονται ως συλλογικά ηθικοφιλοσοφικά συστήματα τα οποία νομιμοποιούν τις ρυθμιστικές εθνικές-κρατικές κανονιστικές δομές. Αυτό δεν σημαίνει ισοπεδωτική εξομοίωση, αλλά αποδοχή-παραδοχή συλλογικού βίου υπό καθεστώς συγκεκριμένων ηθικοκανονιστικών δομών και ατομικής ετερότητας[2]. Επιπλέον, το μέλος ενός έθνους-κράτους συμμετέχει στη μετεξέλιξη και στη επαναδιαμόρφωση αυτών των δομών, με αποτέλεσμα να εμπεδώνεται περαιτέρω η αποδοχή-παραδοχή από τα μέλη της κοινωνίας[3]. Αυτή η διαρκής προσαρμογή της ανθρώπινης ετερότητας σε συνθήκες συλλογικού βίου θα μπορούσε να λάβει χώρα παγκοσμίως –οπότε θα είχαμε κάποιου είδους παγκόσμια κυβέρνηση– αν πληρούνταν δύο όροι: πρώτον, αν υπήρχε μια παγκόσμια αξίωση ελευθερίας και, δεύτερον, αν μπορούσε να επιτευχθεί παγκόσμια ηθικοκανονιστική εξομοίωση χωρίς γενοκτονία. Επειδή ακριβώς αυτό δεν συμβαίνει –αντίθετα η διυποκειμενική ιστορική εμπειρία δείχνει πως κυριαρχεί η ακριβώς αντίθετη τάση–, οι εξομοιωτικές παραδοχές προχωρούν με στοχαστικά άλματα που προκαλούν αστάθεια, ανορθολογισμό και συγκρούσεις.

          Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους δεν ευσταθούν οι επικρίσεις αναφορικά με τη θεώρηση του Παραδοσιακού Παραδείγματος όσον αφορά την ανθρώπινη φύση ως προς την ανθρώπινη ετερότητα και τον ρόλο της Πολιτείας στην ένταξη του ανθρώπινου υποκειμενισμού σε συντεταγμένα ηθικοκανονιστικά πλαίσια ρύθμισης του συλλογικού τρόπου ζωής. Εκτός αν κάποιος αρνείται την ανθρώπινη ετερότητα κάθε ατόμου, θα πρέπει να δεχτεί πως ο άνθρωπος είναι υποκειμενικό ον το οποίο αναγκαστικά πειθαρχείται σε κάποιο συλλογικό βίο. Επειδή ακριβώς είναι ταυτόχρονα και πολιτικό ον, αυτό σημαίνει προσαρμογή αυτού του υποκειμενισμού σε κάποιο κοινωνικοπολιτικό σύστημα. Οι παραδοσιακές θέσεις για την ανθρώπινη φύση, κατά συνέπεια, είναι θέσεις που δείχνουν το αυταπόδεικτο, τη διαμόρφωση δηλαδή κάποιων ηθικοκανονιστικών δομών που ρυθμίζουν κάθε συλλογικό τρόπο ζωής με τον οποίο το άτομο προσαρμόζεται. 

Για τη ρεαλιστική θεωρία, για παράδειγμα, τα πράγματα είναι μάλλον απλά. Ενώ κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ποιος είναι ο ενάρετος άνθρωπος και ποιος ο αήθης, αμφότεροι πειθαρχούνται, ελέγχονται, αμείβονται ή τιμωρούνται από την ευνομούμενη Πολιτεία. Στο διεθνές σύστημα, εξ ορισμού άναρχο και μη ευνομούμενο[4], κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια, την ελευθερία-ανεξαρτησία και την επιβίωση. Ουσιαστικά τα διαφορετικά ηθικοκανονιστικά συστήματα συνιστούν διαφορετικά συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης τα οποία τα μέλη ενός κράτους αποδέχονται και εμπιστεύονται, ενώ αντίστροφα δεν εμπιστεύονται τις κυβερνήσεις άλλων κρατών, τη διαιτησία και τους διεθνείς οργανισμούς ως αρμόδιους να ορίσουν ζητήματα δικαίου-δικαιοσύνης που τους αφορούν. Στα θέματα δικαίου-δικαιοσύνης δεν εμπιστεύονται παρά μόνο το δικό τους δικαιακό σύστημα, προϊόν της δικής τους κοινωνίας και των δικών τους κοσμοθεωρητικών παραδοχών.

Θα μπορούσε να προστεθεί ότι όσον αφορά τουλάχιστον το ζήτημα της ανθρώπινης φύσης η ρεαλιστική θεωρία έχει μάλλον διαπιστωτικό χαρακτήρα. Οπωσδήποτε, ως προς αυτό τουλάχιστον το θέμα, η ρεαλιστική θεωρία βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με πολλές κανονιστικά προσανατολισμένες θεωρίες της νεωτερικότητας που επιχειρούν έναν μεταφυσικό προσδιορισμό της «ορθής σκέψης». Το Παραδοσιακό Παράδειγμα σχετικά με αυτό το ζήτημα δεν οδηγείται σε μεταφυσικές ερμηνείες ή σε απελπισία και απόγνωση που μετατρέπει τη θεολογική μεταφυσική σε εξίσου μεταφυσικά προσδιορισμένη πολιτική θεολογία. Για να αναφερθούμε και πάλι σε δύο ταγούς του Παραδοσιακού Παραδείγματος, ο Θουκυδίδης όπως και ο Hans Morgenthau με σαφήνεια και ψυχραιμία εντάσσουν αυτό το ζήτημα στην ανάγκη για έλεγχο της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ο πρώτος στο πλαίσιο των ευνομούμενων Πολιτειών της κλασικής εποχής και ο δεύτερος στο πλαίσιο των κυρίαρχων εθνών-κρατών.

Επειδή η ίδια η διυποκειμενική ανθρώπινη εμπειρία δείχνει πως ιστορικά κατέστη αδύνατο να εγκαθιδρυθεί μια παγκόσμια πολιτεία, οι άνθρωποι της οποίας θα συμμορφώνονταν με ένα συγκεκριμένο ηθικοφιλοσοφικό πρότυπο, επιστημολογικά και επιστημονικά το Παραδοσιακό Παράδειγμα –όπως εξάλλου και το διεθνές δίκαιο και τα συστήματα συλλογικής ασφάλειας– προκρίνει την κατοχύρωση της ηθικοκανονιστικής ετερότητας των κυρίαρχων-ελεύθερων συλλογικών οντοτήτων. Αυτό γίνεται τόσο μέσα από διεθνείς θεσμούς, αλλά κυρίως –ενόσω υφίστανται τα αίτια πολέμου– μέσω ισορροπίας δυνάμεων που ελέγχει τις αναθεωρητικές-ηγεμονικές δομές. Άλλα μέσα είναι επίσης η διπλωματία, οι κλασικές αρχές δικαίου και ο ορθολογισμός ως απόρροια του οικουμενικού –δηλαδή όλων των κρατών– συμφέροντος εθνικής επιβίωσης. Στο κεφάλαιο 2, υπενθυμίζεται, υποστηρίχτηκε πως όλα αυτά είναι θεμελιωμένα τόσο στις αξιώσεις συλλογικής ελευθερίας όσο και στους κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς κάθε κυρίαρχης οντότητας. Ο Hans Morgenthau,  όπως θα διαπιστώσουμε αμέσως μετά, δίνει μεγάλη έμφαση σε οικουμενικά παραδεκτούς παράγοντες και ιστορικά εδραιωμένες μεθόδους και τονίζει παράγοντες ή κριτήρια όπως η διπλωματία, η ελευθερία, η πολιτική ηθική βασισμένη στις εκτιμήσεις για τις συνέπειες εναλλακτικών διπλωματικών επιλογών, η μετριοπάθεια-αυτοσυγκράτηση και η σύνεση που στηρίζεται στη γνώση των επιλογών και στην ικανότητα ορθολογισμού-ευθυκρισίας.

 

Κατά συνέπεια, η φαινομενική μόνο απαισιοδοξία μερικών ρεαλιστικών θεωριών ως προς την ανθρώπινη φύση εντάσσεται σε διάφορες βαθμίδες ερμηνειών και θεωρητικών παραδοχών. Σκοπός της ρεαλιστικής θεωρίας δεν είναι να υπογραμμιστούν οι οποιεσδήποτε ιδιότητες του ατόμου, αλλά οι πολιτικές συνέπειες από τη σύμφυτη υποκειμενική ετερότητά του. Αυτές είναι γνωστές σε κάθε ζώσα οντότητα, τις περιγράφουν οι θρησκείες, τις εξετάζουν οι φιλόσοφοι που καταγράφουν βαθμίδες ενάρετης συμπεριφοράς ή διεστραμμένων στάσεων και τις προκαταλαμβάνουν οι κανονιστικές διατάξεις κάθε ευνομούμενου κράτους. Δεν αφορά το άτομο αυτό καθαυτό αλλά σκοπό έχει να υποδηλώσει την αναγκαιότητα ένταξης του ατόμου σ’ ένα πλαίσιο συλλογικού βίου –το κοινωνικοπολιτικό σύστημα– εντός του οποίου οποιαδήποτε ανθρώπινη ψυχική ιδιότητα συμμορφώνεται με τον συλλογικό τρόπο ζωής όπως τον διαμορφώνει η κοινωνία σχέσεων και ο συλλογικός κατ’ αλήθειαν βίος. Είναι ο τρόπος με τον οποίο άτομα διαφορετικού υποκειμενικού υπόβαθρου, διαφορετικών ιδιοτήτων αρετής ή αντίστροφα ανηθικότητας και διαφορετικών ηθικοφιλοσοφικών πεποιθήσεων συγκροτούν κοινότητα συλλογικού κατ’ αλήθειαν βίου ούτως ώστε το κοινό κοινωνικοπολιτικό τους σύστημα να αποτυπώνει κοινές ηθικοκανονιστικές αντιλήψεις που αφορούν τις σχέσεις ελευθερίας, δικαίου, δικαιωμάτων, υποχρεώσεων, εξουσιαστικών δομών, ισχύος και αποφάσεων. Ο Θουκυδίδης (Γ84-5) μας πληροφορεί ότι υπό συνθήκες αναρχίας, εμφύλιων πολέμων και συνεχών συγκρούσεων απλώθηκε «σ’ όλο τον ελληνικό κόσμο κάθε μορφής κακία. Ο ανταγωνισμός δημιούργησε απόλυτη δυσπιστία και δεν υπήρχε τρόπος που να μπορεί να τη διαλύσει, ούτε εγγυήσεις ούτε όρκοι φοβεροί». Στην Κέρκυρα, για παράδειγμα, «ολόκληρη η ζωή της Πολιτείας αναστατώθηκε και η ανθρώπινη φύση, η οποία –κι όταν ακόμη υπάρχει ευνομία– έχει την τάση να παρανομεί, ξεχείλισε κι ανατρέποντας τους νόμους έδειξε με ικανοποίηση όλη την ασυγκράτητη έχθρα εναντίον κάθε εξουσίας». Ο Θουκυδίδης προχωρεί στη στηλίτευση αυτής της «τάσης της ανθρώπινης φύσης» λέγοντας πως οι άνθρωποι «αδιαφορούν ξεχνώντας ότι, αν καταλύσουν όλους τους κανόνες, τότε κι οι ίδιοι θα στερηθούν την προστασία τους αν έρθει η στιγμή που θα την έχουν ανάγκη»[5]. Επομένως, η αναρχία θρέφει τη δυσπιστία, τον φόβο, την ανασφάλεια, τη σύγκρουση και τον ανθρώπινο παραλογισμό που παραμονεύει. Εντούτοις, αυτά τα φαινόμενα μπαίνουν σε τάξη στο πλαίσιο της Πολιτείας που εντάσσει τον άνθρωπο σ’ ένα σύστημα υποσχέσεων και προσδοκιών που διασφαλίζει τον συλλογικό βίο. Πράγματι, ποιος σοβαρά μιλώντας θα αμφισβητούσε ότι η κατάργηση των ιστορικά σφυρηλατημένων δομών κάθε κυρίαρχου έθνους-κράτους οδηγεί σε αναρχία και χάος; Ουσιαστικά αυτοί που υπονομεύουν τις εθνικές-κρατικές δομές τάξης και δικαιοσύνης ανεξαρτήτως προθέσεων αυτό επιδιώκουν[6].

          Σε κάθε ευνομούμενη Πόλη-Κράτος η οριοθέτηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, τα χρηστά ήθη, οι πράξεις που θίγουν την ελευθερία ή την ανθρώπινη αξιοπρέπεια ορίζονται από τους νόμους και τιμωρούνται όσοι παρανομούν. Ανεξαρτήτως εποχής και σ’ οποιοδήποτε κράτος κι αν αναφερθεί κανείς, ο συλλογικός βίος δεν εδράζεται σε υποθέσεις για τον αλτρουιστικό χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης, αλλά εκλαμβάνει ως δεδομένο ότι η ανθρώπινη ετερότητα και ο ανθρώπινος υποκειμενισμός προσαρμόζονται στον συλλογικό βίο που ορίζεται από το εκάστοτε σύστημα τάξης και δικαιοσύνης.  Αυτό το σύστημα εξάλλου για τους νεωτερικούς στοχαστές είναι βιώσιμο επειδή υπάρχει το κοινωνικό συμβόλαιο που διαφοροποιεί την κατάσταση της φύσης από την ευνομούμενη Πολιτεία.

Σε κάθε κοινωνικοπολιτικό σύστημα δεν υπάρχει τρόπος να κατέλθει κάποιος στην ανθρώπινη ψυχή για να αποφανθεί για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, να τον ιεραρχήσει και να τον κατατάξει στη μία ή στην άλλη εξουσιαστική βαθμίδα. Ένας αήθης και άπληστος συνυπάρχει με έναν ενάρετο άνθρωπο ενόσω και οι δύο υπακούουν στους νόμους του κράτους, ενόσω επιδεικνύουν αλληλεγγύη όταν κινδυνεύει το συμφέρον επιβίωσης και ενόσω συμμορφώνονται με τις κανονιστικές δομές που ορίζουν τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του συλλογικού τρόπου ζωής. Όμως στις διεθνείς σχέσεις όπου η ανεξαρτησία-κυριαρχία των κρατών εξ ορισμού προκαλεί αναρχία τίθεται το εύλογο ερώτημα ποιος διασφαλίζει τις συλλογικές οντότητες από την απληστία και την επιθετικότητα και ποιος ορίζει το ηθικοκανονιστικο σύστημα που ρυθμίζει τα ζητήματα τάξης και δικαιοσύνης. Η απάντηση που δίνει ο Θουκυδίδης διά στόματος των Αθηναίων πρέσβεων στον διάλογο με τους Μηλίους δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας: «Όσοι διατηρούν την ελευθερία τους το χρωστούν στη δύναμή τους» (Ε97). Ανεξάρτητα από τη θεώρηση της ανθρώπινης φύσης, οι αξιολογικά ουδέτερες θεωρίες εκλαμβάνουν την ανθρώπινη ετερότητα ως δεδομένη και θεωρούν μια από τις σημαντικότερες αποστολές των κρατών το γεγονός πως ελέγχουν αυτά τα φαινόμενα της ανθρώπινης συμπεριφοράς στις διεθνείς σχέσεις με τη δημιουργία εθνικών-κρατικών ηθικοκανονιστικών δομών.

Δεν απορρίπτεται δογματικά η δυνατότητα ύπαρξης διεθνών ηθικοκανονιστικών δομών, αλλά συνήθως είτε θεωρούνται ανέφικτες είτε πραγματιστικά διαπιστώνεται πως η αντικειμενικά υπαρκτή ηθικοκανονιστική ετερότητα μπορεί να αλλάξει μόνο καταστροφικά, δηλαδή με γενοκτονία παγκόσμιας κλίμακας. Ο Hans Morgenthau, για παράδειγμα, έγραψε ότι το ζήτημα δεν είναι μόνο ηθικό, αλλά και αντικειμενικό. Η δημιουργία μιας παγκόσμιας κυβέρνησης κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του έθνους-κράτους, σημείωσε, απαιτεί μια ομοιογενή παγκόσμια κοινωνία. Ο Hans Μorgenthau βεβαίως υποστήριξε ότι, μεταξύ άλλων, η διεθνής συμπεριφορά μιας κυρίαρχης συλλογικής οντότητας αφενός επηρεάζεται από βαθύτερα αίτια, που οφείλονται στην ανθρώπινη φύση και αφετέρου περιορίζεται από το ιστορικά αντικειμενικά υπαρκτό κοινωνικοπολιτικό γεγονός της ετερότητας κάθε κοινωνικοπολιτικής μονάδας:

 

«Η ανθρώπινη φύση, στην οποία έχουν τις ρίζες της οι πολιτικές νομοτέλειες, δεν άλλαξε από την εποχή που τα παλιότερα φιλοσοφικά συστήματα της Κίνας, της Ινδίας και της Ελλάδας προσπαθούσαν να ορίσουν αυτές τις νομοτέλειες. (…) Ο ρεαλισμός υποστηρίζει πως οικουμενικά ηθικά κριτήρια δεν μπορούν να αναχθούν στη συμπεριφορά των κρατών σαν να επρόκειτο για αφηρημένες έννοιες. Πρέπει να φιλτράρονται από συγκεκριμένες (κοινωνικές) περιστάσεις στον τόπο και στον χρόνο. Ο ιδιώτης μπορεί να πει για τον εαυτό του “Fiat justifia, pereat mundus” (“Είθε να αποδοθεί δικαιοσύνη ακόμη κι αν πέσουν οι ουρανοί και καταστραφεί ο κόσμος”), αλλά το κράτος δεν έχει δικαίωμα να πει το ίδιο πράγμα εν ονόματι των πολιτών του. Τόσο ο ιδιώτης όσο και το κράτος μπορούν να κρίνουν τα πολιτικά φαινόμενα με οικουμενικές αρχές όπως η ελευθερία (…). Δεν υπάρχει πολιτική ηθική χωρίς σύνεση. Δηλαδή χωρίς ευαισθησία και περίσκεψη για τις πολιτικές συνέπειες των ηθικών επιλογών. Επομένως, ο ρεαλισμός θεωρεί τη σύνεση –τη στάθμιση των πιθανών συνεπειών εναλλακτικών πολιτικών επιλογών– το υπέρτατο ήθος και την υπέρτατη αρετή της πολιτικής. Η αφηρημένη ηθική κάνει τις επιλογές σύμφωνα με ηθικούς νόμους. Η πολιτική ηθική κάνει τις επιλογές της με κριτήριο τις πολιτικές συνέπειες (εναλλακτικών πολιτικών αποφάσεων). Η κλασική και η μεσαιωνική φιλοσοφία αναγνώριζε αυτό το γεγονός. (…) Γι’ αυτό ο πολιτικός ρεαλισμός αρνείται να ταυτίσει τις ηθικές φιλοδοξίες ενός κράτους με ηθικούς νόμους που (δήθεν) διέπουν την οικουμένη.  (…) Όλα τα κράτη μπαίνουν στον πειρασμό –και ελάχιστα αντιστάθηκαν στον πειρασμό επί μακρόν– να μεταμφιέσουν τις δικές τους φιλοδοξίες και επιλογές με ηθικούς σκοπούς της οικουμένης (1948, σ. 4, 14, 10, 11). 

 

Για τον προσεκτικό αναγνώστη αυτές οι στάσεις-παραδοχές που βρίσκονται στον πυρήνα του Παραδοσιακού Παραδείγματος σημαίνουν μεταξύ άλλων, τα εξής: πρώτον, απορρίπτεται κάθε επαναστατική, εξομοιωτική κοσμοθεωρία: σύμφωνα με τις κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού, γίνεται αποδεκτό-παραδεκτό μόνο ένα σύστημα, αυτό που διασφαλίζει την ηθικοκανονιστική ετερότητα κάθε κοινωνίας. Δεύτερον, είναι στάση-παραδοχή αντιιμπεριαλιστική και αντιηγεμονική. Ταυτόχρονα, ενώ απορρίπτει τις εξομοιωτικές οικουμενικές λογικές, εισάγει το κριτήριο της ελευθερίας ως βάση διεθνών συναλλαγών. Εκτός της ελευθερίας, άλλα οικουμενικά κριτήρια που εισάγει ο Morgenthau (σ. 10-11) είναι η εθνική επιβίωση, η σύνεση και η προνοητικότητα. Το κριτήριο της ελευθερίας, υπενθυμίζεται, η παρούσα ανάλυση το έχει ήδη επεξεργαστεί και αναγάγει ως θεμελιακής σημασίας στην ηθικοκανονιστική διαμόρφωση του κόσμου στο κεφάλαιο 2. Σε άλλο σημείο του μνημειώδους έργου του ο Hans Morgenthau (σ. 248-8, 553) ορίζει ως «διεθνιστικό εθνικισμό» την τάση ορισμένων ισχυρών κρατών να μεταμφιέζουν το εθνικό τους συμφέρον και τα δικά τους ηθικά κριτήρια σε οικουμενικά συμφέροντα και κριτήρια και στη συνέχεια να επιχειρούν να τα επιβάλουν στους υπολοίπους ή και σ’ όλη την οικουμένη. Τρίτον, οι παραπάνω παραδοχές δεν εδράζονται σε δογματικές-κανονιστικές αντιλήψεις, αλλά σε εμπειρικά μαρτυρούμενες διαπιστώσεις:

 

«Κατά τη διάρκεια των νεότερων χρόνων λόγω βαθύτατων κοινωνικοπολιτικών μετασχηματισμών άλλαξε βαθύτατα η σχέση μεταξύ οικουμενικών ηθικών αρχών που επικρατούσαν άλλοτε και των εθνικών ηθικών αρχών. Αυτό προέκυψε με κατακερματισμό μιας προγενέστερα σχετικά συνεκτικής διεθνούς κοινωνίας και τη δημιουργία αυτάρκων εθνικών-κρατικών κοινοτήτων» (1948, σ. 257).

 

Αυτός ο μετασχηματισμός εξάλλου, συνεχίζει ο Hans Morgenthau, είχε μια αμφίπλευρη συνέπεια: αφενός κατέστησε αναποτελεσματικές τις προγενέστερες υπερεθνικές ηθικές αρχές και αφετέρου ενίσχυσε την τάση ορισμένων κρατών –των ηγεμονικών– να θεωρούν τα εθνικά ηθικά κριτήρια δήθεν προικισμένα με οικουμενικό κύρος. Ενδεικτικά αναφέρεται πως στη βάση αυτών των θεωρήσεων ο Morgenthau καταπολέμησε την τάση των ΗΠΑ να προβάλλουν τον αμερικανικό ιδεαλισμό ως κοσμοπολίτικο δόγμα, αντιτάχθηκε σθεναρά στον πόλεμο του Βιετνάμ και βοήθησε ενεργά αυτούς που διαφωνούσαν με τη χούντα που κυβέρνησε την Ελλάδα από το 1967 μέχρι το 1974.

 

[1]. Χαρακτηριστικές είναι οι περιγραφές του Θουκυδίδη για το ποια ήταν τα αποτελέσματα στην Κέρκυρα όταν καταλύθηκαν οι κανονιστικές δομές και επικράτησε χάος και αναρχία (βλ. Γ84).

[2]. Αυτό ακριβώς είναι και το κριτήριο που διαφοροποιεί τις δημοκρατίες από τα ρατσιστικά και φασιστικά καθεστώτα. Οι πρώτες δέχονται την ανθρώπινη ετερότητα ως συστατικό στοιχείο του συλλογικού κατ’ αλήθειαν βίου και οι δεύτερες επιχειρούν να ισοπεδώσουν τον άνθρωπο στο πλαίσιο μεταφυσικά προσδιορισμένων και/ή αυθαίρετων προσωπικών αντιλήψεων για τον συλλογικό βίο. Είναι γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο για τον οποίο πιο πάνω εκφράσαμε την εκτίμηση πως αυτή η φασιστική αντίληψη ποσώς διαφέρει από τις διεθνιστικές, κοσμοπολίτικες και ηγεμονικές θέσεις που ίσαμε τις ακραίες συνέπειές τους εξωθούν σε μια ισοπεδωτική διεθνή εξομοίωση, η οποία καταργεί τον εθνικό-κρατικό συλλογικό κατ’ αλήθειαν βίο στο όνομα ενός μεταφυσικά προσδιορισμένου παγκόσμιου συλλογικού βίου.

[3]. Ήδη σημειώθηκε πιο μπροστά η διαμορφωτική σημασία της λαϊκής κυριαρχίας μετά τη Γαλλική Επανάσταση που λειτούργησε προωθητικά στην ηθικοκανονιστική διαμόρφωση των κυρίαρχων κρατών.

[4]. Το διεθνές σύστημα δεν είναι ευνομούμενο με την έννοια πως δεν υπάρχει αποτελεσματική εκτελεστική διεθνής εξουσία για να τηρούνται οι δεσμεύσεις και πως δεν υπάρχει κοινωνικοπολιτική διαδικασία προσδιορισμού των σκοπών, του περιεχομένου της δικαιοσύνης και της βασιμότητας των αιτημάτων για διεθνείς αλλαγές.  

[5]. Πιο κάτω (Δ108), αναφερόμενος στη στάση μερικών θεσσαλών συμμάχων της Αθήνας όταν υποτίμησαν τη δυνατότητα του αθηναϊκού στρατού, σημειώνει ότι «όταν οι άνθρωποι επιθυμούν κάτι, συνηθίζουν να στηρίζονται στην άλογη ελπίδα, ενώ εκείνο που είναι αντίθετο προς την επιθυμία τους το αποδιώχνουν απ’ τη σκέψη τους με αυθαίρετους συλλογισμούς».

[6]. Όπως υποστηρίζεται και αλλού, τουλάχιστον οι κριτικοί κονστρουκτιβιστές –οι οποίοι στην Ελλάδα είναι η κυρίαρχη τάση στον πανεπιστημιακό χώρο– αυτό βασικά επιδιώκουν. Όπως τονίζουν, σκοπός είναι η κατεδάφιση των θεσμών του έθνους-κράτους χωρίς να ενδιαφέρονται τι θα το αντικαταστήσει. Με διάφορα προσωπεία, κυρίως όμως ως αυτόκλητοι υποστηρικτές του «Άλλου», σκοπό έχουν την υπονόμευση του κράτους στο οποίο ανήκουν.