Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές
Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών
www.ifestos.edu.gr -- www.ifestosedu.gr -- info@ifestosedu.gr -- info@ifestos.edu.gr
Για μετάβαση στην κεντρική σελίδα, άνοιγμα σε άλλο παράθυρο, κλικ εδώ www.ifestos.edu.gr ή www.ifestosedu.gr
η διαμάχη για τα βιβλία της ιστορίας
Για περισσότερες πληροφορίες της διαμάχης στην κοινωνία και στα μέσα βλ. Βιβλία ιστορίας δοκίμια-άρθρα
(σημείωση Οκτώβριος 2007: Τελικά, η πολιτική ηγεσία, λειτουργώντας ορθολογιστικά απέσυρε το κείμενο που κατά κοινή ομολογία διαστρέβλωνε την ελληνική ιστορία και την διυποκειμενική γνώση των ελλήνων)
Σημείωση: Μετά την δημοσίευση έκθεσης της Ακαδημίας Αθηνών και μερικών νέων κειμένων όπως του Μίκη Θεοδωράκη, ανοίγουμε νέα σελίδα στην διεύθυνση Βιβλία ιστορίας δοκίμια-άρθρα (κλικ για μετάβαση). Για αρχείο κειμένων γύρω από το θέμα βλ. www.antibaro.gr
περιεχόμενα παρούσης σελίδας (κλικ προς και από τον τίτλο για μετάβαση)
-Δοκίμιο: Σόροι, σοράκια και κοράκια. Ορισμός και γενική τοποθέτηση
-Δοκίμιο: Η διαμάχη για τα βιβλία ιστορίας, οι πανεπιστημιακοί και οι "κριτικοί κονστρουκτιβιστές"
-Δοκίμιο: "Πότε παρεμβαίνει (στον δημόσιο διάλογο) ο ακαδημαϊκός;"
-Δοκίμιο: Ο ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένος αναρχισμός και διεθνοαναρχισμός προ των (μαθητικών και άλλων),
----------
-2η επιστολή προς την Συντακτική ομάδα του ιου της Κυριακάτικης (4.3.2007)
-Επιστολή προς τους διευθυντές της Ελευθεροτυπίας, 25.2.2007
-Επιστολή προς τους διευθυντές της Ελευθεροτυπίας και της Κυριακάτικης, 20.2.2007
-Φεγγαράκι μου λαμπρό φέγγε μου να περπατώ ...
-Περί Wendt, επιστήμης, κονστρουκτιβισμού και άλλων τινών.
-Παρέμβαση: οι δημόσιες παρεμβάσεις ... 10.3.2007
-----------------------------------------------------------------------------------------
Σχόλια και αναλύσεις τρίτων/πολιτικός διάλογος/μικρά σημειώματα (Σημ. για πλήθος άλλων κειμένων βλ. την εξαιρετικά ενημερωμένη ιστοσελίδα του www.antibaro.gr στην διεύθυνση http://www.antibaro.gr/istoria.php)
Σάββα Παύλου, Την αγαπήσαμε την επανάσταση Α + Β
-Επίκαιρη επερώτηση Στέλιου Παπαθεμελή, απάντηση Υπουργού
-Γίώργου Καραμπελιά Ελευθεροτυπία 25.2.2007
-Στάθης Ελευθεροτυπία, 23.2.2005
-Γιάννης Τριάντης, Ελευθεροτυπία, 23.2.2005
-Στάθης, Ελευθεροτυπία 1.3.2007
-Η Α-λήθεια, η Μνήμη και η Ιστορία, Ε.Αβρααμίδης
-Νεοφιλελεύθεροι, κριτικοί και μαλακή ισχύς
-Στάθης, Ελευθεροτυπία, 8.3.2007
-2.4.2007. Στάθης, Ελευθεροτυπία για τα ένοχα πηδηκτά βηματάκια των υψιτενών ιστοριογράφων
28.12.2007. Διονύση Χαριτόπουλου, Δικαίωμα στην διαφορά
28.9.2007. Στάθης Ελευθεροτυπία 26.9.2007, Επίλογος για ένα βιβλίο
30.9.2007. Γ. Μαλούλος, Η ιδεολογική τρομοκρατία συνεχίζεται
19.4.2011. K. I. Δεσποτοπουλου*, Περί της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821
-----------------------------------------------
-Σύντομες απαντήσεις σε επιστολές.
====================================================================================================================
=============================================================================================================Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές
Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών
www.ifestos.edu.gr -- www.ifestosedu.gr -- info@ifestosedu.gr -- info@ifestos.edu.gr
Για μετάβαση στην κεντρική σελίδα, άνοιγμα σε άλλο παράθυρο, κλικ εδώ www.ifestos.edu.gr ή www.ifestosedu.gr
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
(Αναρτημένο στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/60.htm)
Η διαμάχη για τα βιβλία της ιστορίας δεν αφορά ένα ζήτημα που ανέκυψε το 2007. Αν ανατρέξει σε σημειώματα του υποφαινόμενου των τελευταίων ετών θα διαπιστώσει ότι όπως και μερικοί άλλοι εξέφραζε έντονες αντιρρήσεις για συγκεκριμένα φαινόμενα:
Πρώτον, το γεγονός ότι οι κοινωνικές επιστήμες διολισθαίνουν ολοένα και περισσότερο στην πολιτική προπαγάνδα αντί στην επιστημονική έρευνα υπό το πρίσμα της αναγκαίας και μη εξαιρετέας αξιολογικής ελευθερίας («Αξιολογικής ελευθερίας», με την ευρύτερη έννοια του όρου, δηλαδή την δεοντολογική υποχρέωση του ακαδημαϊκού να κατατείνει στην πλήρη αντικειμενικότητα και στην ακριβή περιγραφή αντί στο αντίστροφο, δηλαδή, την επιλεκτικότητα, την μεροληψία, την μεταμφιεσμένη έκφραση υποκειμενικών απόψεων και την ακόμη χειρότερη επιτήδεια-εξεζητημένη ακαδημαϊκή μεταμφίεση ιδεολογικοπολιτικών προσταγμάτων της καθημερινής παραταξιακής και διακρατικής διαμάχης).
Δεύτερον, έντονες και αιτιολογημένες αντιρρήσεις, επίσης, εκφράστηκαν επανειλημμένα για το γεγονός ότι αφενός αυτές οι τάσεις διαπλέκονται με ακόμη πιο ανησυχητικές αντίστοιχες διεθνοπολιτικές-εξωπολιτικές διεθνικές τάσεις. Συγκεκριμένα, αντί, όπως θα ανέμενε κανείς, οι ακαδημαϊκοί να είναι απόλυτα προσηλωμένοι στα ακαδημαϊκά τους καθήκοντα τα οποία δεοντολογικά και κατά νόμο είναι υποχρεωμένοι να υπηρετούν ασκητικά και αφοσιωμένα, συχνά, φαίνεται πως η κύρια δραστηριότητά κάποιων είναι διεθνικές-εξωπολιτικές διεθνικές ιδεολογικοπολιτικές δραστηριότητες αμφιβόλου επιστημονικού χαρακτήρα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, κάθε επιστήμονας ενδείκνυται να συμμετέχει σε διεθνή συνέδρια και να συνεισφέρει με έργα στην διεθνή βιβλιογραφία [Σημείωση: Αν και ο υποφαινόμενος έχει χιλιάδες σελίδες ξενόγλωσσων δημοσιεύσεων, δεν μπορώ παρά να εκφράσω την δυσφορία μου για μια αξιοπερίεργη αντίληψη μοναδικά ελληνική. Συγκεκριμένα, θεωρείται ως θέσφατο επιστημονικής προόδου απλά και μόνο το γεγονός υποβολής ξενόγλωσσων κειμένων. Κρίνεται –και η εμπειρία μου αυτό δείχνει– μια δημοσίευση, όχι από το καθαυτό επιστημονικό περιεχόμενο του κειμένου αλλά από την γλώσσα στην οποία είναι γραμμένο. Αυτό διευκολύνει τερατώδεις στρεβλώσεις μιας και στρατευμένοι ομοϊδεάτες αναμενόμενα αλληλοβοηθούνται με αποτέλεσμα να παρακάμπτουν επιτήδεια την ανάγκη ένα κείμενο να είναι πρωτότυπο, επιστημονικά ουσιαστικό και τεκμηριωμένο. Ακόμη και ημιμαθή αναμασήματα τρίτης και τέταρτης κατηγορίας πνευματικών καταλοίπων μπορεί να θεωρηθεί σημαντική αν η γλώσσα είναι ξένη]. Ο ακαδημαϊκός, αν και υποχρεωμένος να επιδιώκει συμμετοχή σε συνέδρια, όλοι γνωρίζουμε ότι ελάχιστα είναι τα αμιγώς επιστημονικά συνέδρια. Η συνήθης παρασιτική πρακτική είναι κοινωνικοπολιτικές συναντήσεις αναψυχής που βαφτίζονται ως συνέδρια.
Τρίτον και συναφές, κάθε ακαδημαϊκός που είναι αφοσιωμένος στο καθήκον του είναι εύλογο να ανησυχήσει όταν οι διεθνικές δραστηριότητες των ακαδημαϊκών δεν αποτελούν πλέον αυτό που θα ανέμενε κανείς, δηλαδή αυστηρά επιστημονικού χαρακτήρα δραστηριότητα, αλλά διεθνική εξωπολιτική δράση. [Σκοπός, δηλώθηκε, είναι «να μην ρέει αίμα η ιστορία» και (τα ιστοριογραφήματα) «να συμβάλλουν στην διαμόρφωση πολιτικών θέσεων εξωτερικής πολιτικής». Διάβαζε: «θέσεων» συμβατών με κάποια ηγεμονικής έμπνευσης εφήμερα ιδεολογήματα και θεωρήματα «μαλακής ισχύος».] Όπως υποστηρίζω αιτιολογημένα σε άλλη περίπτωση, η Πολιτική δράση για να είναι συμβατή με τον πολιτικό πολιτισμό των ενδοκρατικών και διακρατικών σχέσεων, απαιτείται να είναι κοινωνικοπολιτικά ενταγμένη. Κοινωνικοπολιτικά ενταγμένη, με την έννοια ότι υπόκειται σε κοινωνικούς ελέγχους, κοινωνικοπολιτικές εξισορροπήσεις και θεσμικούς ελέγχους. Μια πολιτική δράση απαιτείται να είναι είτε ενδοκρατικά-κοινωνικοπολιτικά ενταγμένη ή τουλάχιστον διαφανής και υπό την αίρεση ελέγχων του διακρατικού θεσμικού συστήματος. Όταν η πολιτική δράση εκφεύγει αυτών των ορίων –και ταυτόχρονα είναι επιστημονικά μεταμφιεσμένη– είναι, εν δυνάμει, αντικοινωνική δράση, η οποία ενδέχεται να βλάψει την ενδοκρατική και διακρατική ζωή. Ίσαμε τις ακραίες συνέπειες αυτών των φαινομένων και επί της αρχής, οι μεγαλομανείς εξωπολιτικές επιδιώξεις ενός κερδοσκόπου Σόρος δεν διαφέρουν από ενός διεθνικού τρομοκράτη όπως ο Μπιν Λάντεν. Είναι ένα πράγμα, λοιπόν, οι ουσιαστικές-πραγματικές επιστημονικές δραστηριότητες και άλλο οι κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτες διεθνικές πολιτικές δράσεις.
Τέταρτον, όπως έχει επίσης αναλυθεί εκτεταμένα και αιτιολογημένα σε άλλη περίπτωση, οι κοινωνικές επιστήμες, σε σύγκριση με ένα οποιοδήποτε άλλο πεδίο επιστημονικής δραστηριότητας, είναι το πλέον τρωτό επιστημονικό πεδίο. Ιδιαίτερα στο επίπεδο της διεθνούς πολιτικής, απαιτούνται στοιχειώδεις μόνο γνώσεις για να γνωρίζει κανείς το πραγματολογικά επαληθευμένο γεγονός πως οι κυβερνήσεις των ηγεμονικών δυνάμεων εδώ και πολλές δεκαετίες επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν τους κοινωνικούς επιστήμονες ως εργαλείο «μαλακής ισχύος» των εθνικών τους στρατηγικών. Εδώ, σημειώνεται μόνο πως αυτός ο γνωστός και υπαρκτός κίνδυνος διαφθοράς της επιστημονικής δραστηριότητας –δηλαδή ουσιαστικά η συνειδητή ή ανεπίγνωστη στράτευσή στις διεθνοπολιτικές επιδιώξεις εξωπολιτικών άνομων και καταχρηστικών συμφερόντων– αποτελεί θανατηφόρο δηλητήριο για τις κοινωνικές επιστήμες που τις καθιστά κοινωνικοπολιτικά άχρηστες και επικίνδυνες. Το ζήτημα της «μαλακής ισχύος» είναι γνωστό κυρίως στους ειδικούς διεθνολόγους. Εσχάτως, εν τούτοις, έγινε ευρύτερα γνωστό λόγω των δραστηριοτήτων τόσο της αμερικανικής κυβέρνησης όσο και διεθνικών δρώντων όπως ο κερδοσκόπος Σόρος. Ο τελευταίος, είναι δεδηλωμένα μεγαλομανής [«Σόρος: «Ναι διαθέτω εξωτερική πολιτική, Θέλω να γίνω η συνείδηση του Πλανήτη»]. Τα τεράστια κονδύλια που είναι προιόντα κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων, εξάλλου, συχνά διαφθείρουν την διεθνή πολιτική, και τελικά, δυστυχώς και την ακαδημαϊκή διαδικασία. Φαινόμενα όπως αυτά που σχετίζονται με τις πολιτικές δραστηριότητες του Σόρος διαφθείρουν την διεθνή πολιτική, σέρνουν στον χορό της προπαγάνδας χιλιάδες νέους που ανυποψίαστοι συμμετέχουν στα «πανεπιστήμιά» του (και στα κατά χώρα ποικιλόχρωμα συνεργαζόμενα «ιδρύματα»). Είναι επίσης πασίγνωστο ότι επηρεάζει την πολιτική μικρότερων κρατών στην περιφέρεια της Ελλάδας (αλλά και ευρύτερα) αλλά και για το γεγονός πως οι ρευστές διασυνδέσεις του με διάφορες «υπηρεσίες», πολιτικούς ηγέτες και διεθνικούς δρώντες είναι ένα διεθνοπολιτικό αίνιγμα. Αίνιγμα, το οποίο πολλοί πολιτικοί επιστήμονες ήδη εξετάζουν ως ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα διαφθοράς της ενδοκρατικής και διακρατικής ζωής (λόγω, ακριβώς, του εξωπολιτικού χαρακτήρα αυτών των δραστηριοτήτων).
Πέμπτον, η φράση «σόροι, σοράκια και κοράκια» που έχω πλέον καθιερώσει και που θα αναλύω ολοένα και βαθύτερα (από την ακαδημαϊκή βεβαίως σκοπιά), αφορά ακριβώς τα προαναφερθέντα εξωπολιτικά διεθνικά φαινόμενα ίσαμε τα ακραία τους όρια. Δηλαδή: Την εισροή ανορθολογικών εξωπολιτικών κριτηρίων στην ενδοκρατική και διακρατική ζωή αλλά, πλέον, και στην ακαδημαϊκή ζωή. Υπάρχει κάτι, βεβαίως, το οποίο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με λογικούς όρους: Διεθνικοί δρώντες όπως ο Σόρος ή και άλλοι πολύ χειρότεροι βρίσκονται πλέον ανοικτά πίσω από διοργανώσεις, θεσμικές συναρθρώσεις, πλουσιοπάροχες χρηματοδοτήσεις και άλλες συναφείς δραστηριότητες που (κυριολεκτικά) αχρηστεύουν μερικές επιστημονικές δραστηριότητες καθιστώντας τες συχνά επιστημονικά μεταμφιεσμένες εξωπολιτικές και εξωκοινωνικές δράσεις. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το ζήτημα που τίθεται δεν είναι βαθμίδας αλλά αρχής. Είναι ζήτημα δεοντολογίας, επιστημονικής οντολογίας, ακαδημαϊκών κωδίκων και βαθύτερων προβληματισμών για την αποστολή των κοινωνικών επιστημών. Ακόμη, σημειώνεται ότι το γεγονός ότι ο εκτροχιασμός των κοινωνικών επιστημών ωφελεί κυρίως άνομα και καταχρηστικά ηγεμονικά συμφέροντα ή διεθνικούς δρώντες είναι η μια πλευρά του ζητήματος και αφορά κυρίως την πολιτική ηγεσία και τις κοινωνίες των λιγότερο ισχυρών κρατών. Η άλλη πλευρά είναι το γεγονός ότι οδηγεί τις ανθρωπιστικές επιστήμες στον στοχαστικό θάνατο και στην κοινωνική αχρηστία.
Έκτον, ιδιαίτερα όσον αφορά τις τελευταίες επισημάνσεις, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε την αποστολή, τον ρόλο και τους κινδύνους που υποβόσκουν κάτω από το προνόμιο της ακαδημαϊκής ελευθερίας που δίνεται στους ακαδημαϊκούς. Αυτό το προνόμιο προϋποθέτει υψηλό αίσθημα ευθύνης για το ακαδημαϊκό λειτούργημα, αυστηρή προσήλωση στα ακαδημαϊκά καθήκοντα, αδιάφθορο και ιδεολογικοπολιτικά ανεπηρέαστο στοχασμό και εθελούσια αποχή από συναναστροφές και συμπεριφορές που υπονομεύουν αυτό τον υψηλό κοινωνικό ρόλο.
Τέλος αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να τονιστεί, είναι το εξής: Μας αφήνει παγερά αδιάφορους το αστείο επιχείρημα ότι στις διεθνοπολιτικές εξωπολιτικές δραστηριότητες όσων συναγελάζονται διεθνή υποκείμενα όπως ο κερδοσκόπος Σόρος συμμετέχουν τράπεζες, διεθνείς θεσμοί και κατά τα άλλα ενδεχομένως ανυποψίαστοι επιχειρηματίες υπερατλαντικών αναψυκτικών ή άλλων προϊόντων. Τέτοια χρηματοδοτικά ή άλλα παρακολουθήματα εξ αντικειμένου έπονται των αρχικών διεθνικών πρωτοβουλιών των διοργανωτών και εξ αντικειμένου δεν τυγχάνουν κοινωνικοπολιτικών ελέγχων. Ουσιαστικά, οι κοινωνικοπολιτικοί έλεγχοι εξαφανίζονται εκ προοιμίου μιας και ο καθείς ενδέχεται να παρασυρθεί στην υποστήριξη ωραιοποιημένων ιδεαλιστικών σκοπών με τους οποίους μπορεί να μεταμφιεστεί κάθε εξωπολιτική δραστηριότητα (ακόμη και μια τρομοκρατική οργάνωση θα μπορούσε να κάνει το ίδιο και να ξεγελάσει πλήθος καλόπιστων ανθρώπων). Αφού στηθεί το διεθνικό σκηνικό από τους αρχικούς διεθνικούς πυρήνες –οι οποίοι εξ αντικειμένου είναι ελάχιστα ή καθόλου διαφανείς, αρχίζει η νομιμοποιητική συν-στράτευση λιγότερο ή περισσότερο υποψιασμένων οργανισμών, εταιρειών, πολιτικών προσώπων και άλλων κοινωνικών προσώπων που ιδέα δεν έχουν για το τι ακριβώς διακυβεύεται. Από επιστημονικής άποψης αυτά τα φαινόμενα είναι εξόχως ενδιαφέροντα, γιατί διαφθείρουν το Πολιτικό γεγονός. Δεν είναι όμως του παρόντος να επεκταθώ. Σε κάθε περίπτωση: Αυτό που ενδιαφέρει τον ακαδημαϊκό είναι τα ζητήματα δεοντολογίας και επιστημονικής ουσίας: Πόσο επηρεάζεται ο ανεξάρτητος ακαδημαϊκός στοχασμός όταν ο επιστήμονας συναγελάζεται και εισπράττει αμοιβές σε ένα διεθνοπολιτικό χώρο όπου εργολαβικά συνευρίσκεται με τερατουργηματικά ιδεολογικοπολιτικά υποκείμενα όπως ο κερδοσκόπος Σόρος, ή με πρώην εξόχως αμφιλεγόμενα πρόσωπα ηγεμονικών κρατών; Πόσο συμβατά είναι όλα αυτά με το προνόμιο της ακαδημαϊκής ελευθερίας όπως νοηματοδοτήθηκε πιο πάνω; Πόσο τέτοιες εξωπολιτικές διεθνοπολιτικές εκλεκτικές συγγένειες επηρεάζουν την ακαδημαϊκή δραστηριότητα; Πώς θα μπορούσε να τεκμηριωθεί περιπτωσιολογικά ότι αυτές οι διεθνοπολιτικές δραστηριότητες γύρω από το φασιστοειδές τερατούργημα του σχεδίου Αναν το 2003-4 οδήγησαν δεκάδες έλληνες και άλλους ευρωπαίους επιστήμονες στο βάραθρο της επιστημονικής απαξίωσης; Οι απαντήσεις σε αυτά και άλλα ερωτήματα είναι σχεδόν αυτονόητες. Γι’ αυτό και ο ακαδημαϊκός, αφήνοντας σε άλλους να απαντήσουν ερωτήματα που αφορούν τη συμβατότητα κάποιων δραστηριοτήτων με τις ηθικοκανονιστικές επιταγές της κάθε ενδιαφερόμενης κοινωνίας, εστιάζει την προσοχή στην διάβρωση του ακαδημαϊκού-επιστημονικού λειτουργήματος από «σόρους, σοράκια και κοράκια». Δηλαδή, μεταξύ άλλων, από τον εκτροχιασμό μιας ολοένα διευρυνόμενης ομάδας φορέων ακαδημαϊκών τίτλων προς κατευθύνσεις, συναναστροφές, απτά οφέλη, εκλεκτικές συγγένειες και ψυχικούς καταναγκασμούς που διαφθείρουν τον επιστημονικό στοχασμό. Τέτοια φαινόμενα καθιστούν την ακαδημαϊκή-επιστημονική αποστολή τρωτή στους κάθε εξωπολιτικούς διεθνοπολιτικούς Σόρους, στα περιφερόμενα αλήτικα (με την αρχαιοελληνική έννοια) διεθνοπολιτικά «σοράκια» ποικίλων καταβολών και στα διεθνοπολιτικά «κοράκια» άνομων και καταχρηστικών ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος. Ας το αναλογιστούν όσοι καλόπιστοι ακαδημαϊκοί βρέθηκαν σε τέτοια περιβάλλοντα με αποτέλεσμα να διολισθήσουν στην ατυχέστατη γι’ αυτούς δημόσια τοποθέτησή τους απέναντι στο φασιστοειδές σχέδιο Αναν. Ας το αναλογιστούν επίσης όσοι υπογράφουν λίστες οι οποίες αδιάντροπα συνηγορούν υπέρ ιδεολογικοπολιτικά στρατευμένων γνωμών όπως η εξής: Η «σύγχρονη» (sic) ιστοριογραφία μπορεί να εδράζεται σε προαποφασισμένες ιδεολογικοπολιτικές προτιμήσεις [βλ. πιο πάνω «για τα αίματα των αγώνων ελευθερίας που δεν πρέπει, δήθεν, να τονίζονται ιστοριογραφικά]. Ακόμη πιο σημαντικό, δεν μας αφορούν οι προθέσεις αλλά οι συνειδητές ή ανεπίγνωστες υπονομεύσεις του ακαδημαϊκού λειτουργήματος. Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά το γεγονός ότι όταν μεταμφιέζονται επιστημονικά εξωπολιτικές και μάλιστα διεθνοπολιτικές σκοπιμότητες οι κοινωνικές επιστήμες έχουν πλέον περάσει τις κόκκινες γραμμές πέραν των οποίων πρέπει να θεωρούνται αντικοινωνικές και επικίνδυνες για την ενδοκρατική και διακρατική ζωή. Κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένες ηθικοκανονιστικές επιταγές, πάγιοι ακαδημαϊκοί κώδικες και δεοντολογικοί κανόνες δεν μπορούν να παρακάμπτονται. Η ακαδημαϊκή ελευθερία, μπορεί να σημαίνει μόνο ελεύθερο στοχασμό και όχι προγραμματική προκατάληψη, δεδηλωμένη ιδεολογικοπολιτική στράτευση και διεθνοπολιτικές-εξωπολιτικές ταυτίσεις, οι οποίες έχουν τόση σχέση όση με την επιστημονική αποστολή όση και ο δαίμονας με τους αγγέλους.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Πότε παρεμβαίνει ο ακαδημαϊκός;
(Απάντηση σε σχετική ερώτηση επισκέπτη της ιστοσελίδας μου)
(Το παρόν είναι αναρτημένο στην διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/59.htm)
1) Πότε παρεμβαίνει ο ακαδημαϊκός; Μέρος της απάντησης δίνεται πιο κάτω, όταν υποστηρίζω ότι ο ακαδημαϊκός δεν μπορεί να γίνεται μαϊντανός των επιφυλλίδων. Όπως γράφω είναι νομιμοποιημένος να παρεμβαίνει μόνο όταν διακυβεύονται ζητήματα ατομικής και συλλογικής ελευθερίας και τα ιερά και τα όσια της επιστήμης του.
2) Αποστολή του ακαδημαϊκού είναι να στοχάζεται, αξιολογικά ελεύθερα και αντικειμενικά. Ιδιαίτερα στον πολύπαθο χώρο των κοινωνικών επιστημών, ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο προπαγανδισμός ιδεολογικών, εθνικών, συμμαχικών, παραταξιακών και σεκταριστικών συμφερόντων. Διολίσθηση στην προπαγάνδα σημαίνει ότι διαφθείρετε ο στοχασμός, ότι χάνει την έξωθεν καλή μαρτυρία για την ικανότητά ορθής και ορθολογικής ανάλυσης και ότι κύρια πρόθεση είναι να οδηγηθεί σε ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα κίβδηλα πορίσματα, προκατειλημμένα και αβυσσαλέα υποκειμενικά.
3) Καλή επιστήμη είναι αυτή που περιγράφει τα διλήμματα και τα προβλήματα, αναδεικνύει τις ποικίλες τους αποχρώσεις και την δυναμική τους, καθώς και τον τρόπο που σχετίζονται με τις μεγάλες και οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις του πολιτικού πολιτισμού στις ενδοκρατικές και διακρατικές σχέσεις. Ασφαλώς ο επιστημονικός προβληματισμός είναι άνευ ορίων, ακόμη και οραματικός ή ουτοπικός. Η οροφή του όμως δεν μπορεί να είναι παρά η ανθρώπινη ελευθερία και κυρίως οι οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις πολιτικού πολιτισμού που σχετίζονται με την ελευθερία.
4) Ακριβώς, όπως έχω επανειλημμένα υποστηρίξει σε βιβλία, δοκίμια κα άρθρα, τέτοιες οντολογικά θεμελιωμένες κατακτήσεις είναι α) η μετάβαση από την εποχή της βαρβαρότητας στην εποχή του συμβατού με την καθ’ έκαστη κοινωνία συλλογική ετερότητα και ανεξάρτητο Πολιτειακό βίο, β) η συντριβή των δυναστικών αυτοκρατορικών καθεστώτων και η ανάδειξη της εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας (εθνική ανεξαρτησία) κατά την διάρκεια των Νέων Χρόνων ως υπέρτατου κριτηρίου οργάνωσης των διακρατικών σχέσεων, γ) η υιοθέτηση των αντι-ηγεμονικού χαρακτήρα Υψηλών Αρχών του διεθνούς δικαίου (διακρατική ισοτιμία, μη επέμβαση, εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία) ως θεμελιωδών προσανατολισμών του διακρατικού πολιτικού πολιτισμού και δ) η από κοινού σταδιακή ενσωμάτωση κανόνων δικαίου όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα εγκλήματα πολέμου στην ενδοκρατική δικαιοταξία. Όταν λοιπόν όλες αυτές οι μεγάλες κατακτήσεις –το σημαντικότερό ίσως παράδειγμα των Νέων Χρόνων και σίγουρα το πιο χαρακτηριστικό της ύστερης εποχής είναι το τερατούργημα του φασιστοειδούς σχεδίου Αναν–, υπονομεύονται, ο Ακαδημαϊκός που έχει νεύρα να αντέξει στις δοκιμασίες που απαιτεί η αντιπαράθεση με προπαγανδιστές, υβριστές, ψευδολόγους και χυδαιογράφους, καταθέτει δημόσια την απόφανσή του.
5) Η παρέμβαση του ακαδημαϊκού στις δημόσιες πολιτικές συζητήσεις πρέπει να γίνεται κατ’ εξαίρεση και μόνο ως ζήτημα «έκτακτης ανάγκης». Αναπόδραστα, μια τέτοια παρέμβαση –έκτακτης ανάγκης– δεν μπορεί παρά να έχει κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες. Ο ακαδημαϊκός δεν παρεμβαίνει για να επεξεργαστεί νηφάλια κάποιες υψιπετείς θεωρίες αλλά για να καλέσει στην τάξη άτακτους συναδέλφους του και τους συνειδητούς ή αφελείς συνοδοιπόρους τους. Μια τέτοια παρέμβαση δεν είναι και δεν πρέπει να είναι «νηφάλια», «ήπια» και γενικότερα νερόβραστη όπως δηλαδή την θέλουν υποταγμένες νοοτροπίες καθωσπρεπισμού και στρατευμένοι λύκοι που υποκριτικά και ανέντιμα ντύνονται προβιές αγαθών προβάτων για να θάβουν, υβρίζουν και λοιδορούν σε δήθεν … «ήπιο» και «νηφάλιο» στιλ (και που είναι «ήπιο» και «νηφάλιο» μόνο επειδή αυτοί, έτσι, αυτοαναφορικά και αυθαίρετα, δηλώνουν πως είναι «ήπιο» και «νηφάλιο»). Οι συμβιβασμένοι, οι (επι)στρατευμένοι, οι προπαγανδιστές και κυρίως οι συνοδοιπόροι καταχρηστικών αξιώσεων ηγεμονικής ισχύος κατά μικρών και εξαρτημένων κρατών έχουν μια συγκεκριμένη αντίληψη του «δημόσιου διαλόγου». Πιο συγκεκριμένα, οι ηγεμονικές δυνάμεις, υποστήριξα σε άλλη περίπτωση, θέλουν τις κοινωνικές επιστήμες στα εξαρτημένα υποτελή κράτη εργαλείο μαλακής ισχύος καταχρηστικών αξιώσεων ισχύος. Οι ντόπιοι μεταπράτες και τοποτηρητές μέσα από «ιδρύματα», φανερές και λιγότερο φανερές υπόγειες χρηματοδοτήσεις και ποικίλες άλλες λιγότερο ορατές ενισχύσεις υιοθετούν συγκεκριμένες μεθοδεύσεις που σχετίζονται με την ακαδημαϊκή και επιστημονική δεοντολογία όπως ο δαίμονας με το λιβάνι. Αφού είναι εύκολο οι έξωθεν πάτρωνές τους να τους επιβάλουν στον δημόσιο διάλογο για να τους χρησιμοποιούν ως «μαλακή ισχύ», θέλουν στην συνέχεια να απονευρώσουν τα επιχειρήματα κάθε αντίστασης και κάθε αντίλογου. Έτσι, όταν ο δημόσιος διάλογος σε μικρά και εξαρτημένα κράτη κυριαρχείται από δύσοσμα ψέματα ξενόδουλων λύκων ντυμένων με μειλίχιες προβιές προβάτων, το «σύστημα» της παρακμής και της εξάρτησης αναζητεί άλλοθι. Αναζητούν «νηφάλιους ηλίθιους» –«χρήσιμους ηλίθιους» (Λένιν, όπως παραπέμπεται στον Κονδύλη)– και ασθενείς ψυχές που θέλουν τον μισθό τους και τίποτα άλλο. Ασθενείς ψυχές που ρέπουν σε εύκολες αναρριχητικές πρακτικές που τους τοποθετούν στα σκαλοπάτια των βολικών ανελίξεων. Γίνονται λοιπόν νομιμοποιητικά εργαλεία ενός επιφανειακού, κίβδηλου και επίπλαστου «επιστημονικού πλουραλισμού» με το να περιφέρονται σε βρωμερά προπαγανδιστικά χοιροστάσια και με το να εκφράζουν δήθεν «αντίθετες απόψεις». «Αντίθετες απόψεις» με τις οποίες κατά βάση «εξαγοράζονται» συνειδησιακά προσφέροντας μια μεταμφιεσμένη συμπλέουσα γνώμη που νομιμοποιεί μια κίβδηλη και επίπλαστη πολυφωνία. Θα έλεγα: Μια χυδαία και μακάβρια ομοφωνία που υπονομεύει τον ανεξάρτητο Πολιτειακό βίο, τις ισόρροπες σχέσεις μεταξύ των κρατών και αναπόδραστα άνομες και καταχρηστικές ανακατανομές συμφερόντων εις βάρος της δικής τους Πολιτείας. Τι άλλο ήταν το σχέδιο Αναν ή οι αναπόδραστες πλέον συρρικνώσεις της ελλαδικής κυριαρχίας!!!! Έτσι, μέσα στις μύριες προπαγάνδες, ανοησίες και αποβλακωτικές αφέλειες που αυτοαναφορικά αυτοδικαιώνονται και αυτοεκπληρώνονται λόγω αριθμητικής υπεροχής και υπονομεύουν τις κοινωνικές επιστήμες, ψιθυρίζεται και κάποια δήθεν «άλλη» «αντίθετη άποψη» «χρήσιμων ηλιθίων». Μύρια είναι τα επιχειρηματολογικά εργαλεία των φτηνών εκλογικεύσεων με τα οποία ο τελευταίος θα μπορούσε να αυτοδικαιωθεί στο όνομα «ηπιότητας», «πολυφωνίας», «πλουραλισμού ιδεών» και άλλες ρηχές ανοησίες που καμιά σχέση δεν έχουν με τα σκληρά και ουσιαστικά ερωτήματα των κοινωνικών επιστημών. Εξάλλου, μέσα στο βουητό των παρελάσεων του προπαγανδιστικού όχλου η χλωμή «αντίθετη άποψη» θα ακούγεται και σαν μια άλλη αλλά γραφική θέση. Τέτοια προπαγανδιστικά τερτίπια χρησιμοποιούσε και ο Γκαίμπελ, γι’ αυτό ο ακαδημαϊκός πρέπει να είναι προσεκτικός μπροστά στον κίνδυνο εργαλειακής εκμετάλλευσής του, μπροστά δηλαδή στον υποβιβασμό του σαν άνθρωπο, σαν πολίτη ενός κράτους και κυρίως σαν επιστήμονα. Ο γνήσιος ακαδημαϊκός έχει χρέος, εάν και όταν σπάνια παρεμβαίνει, να μιλά αληθινά, να λέει τα πράγματα με το όνομά τους, χωρίς βολικές χαμαιλεώντιες υποκρισίες. Επίσης, να κρατά την συζήτηση πολιτισμένη αλλά με τα πιο σκληρά και οξυμένα επιχειρήματα, ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζει διαφθορείς της επιστημονικής σκέψης και της επιστημονικής δεοντολογίας. Να μπήγει το στοχαστικό μαχαίρι μέχρι το κόκαλο με δηκτικά επιχειρήματα όπως αξίζει στους δυναμιτιστές της επιστήμης του. Πρότυπα τέτοιας αξιοπρεπούς, τίμιας και ταυτόχρονα μεγαλοπρεπούς επιστημονικής στάσης είναι αναμφίβολα ο Παναγιώτης Κονδύλης. Ασφαλώς, ο αξιοπρεπής επιστήμονας δεν πρέπει να έχει αναστολές απλά και μόνο μια τέτοια σθεναρή, αξιοπρεπής και τίμια στάση ενοχλεί τον όχλο των εισβολέων του λειτουργήματος που αυτός επέλεξε να αφιερώσει την ζωή του. Ο γνήσιος ακαδημαϊκός δεν κλονίζεται από οχλοκρατικές περιρρέουσες συμβατικές σοφίες. Σε τελευταία ανάλυση, η ορθότητα σε τέτοιες συζητήσεις δεν είναι υπόθεση αριθμητικών πλειοψηφιών αλλά υπόθεση βάσιμων επιχειρημάτων. Να λοιπόν ένα καλό ερώτημα: Τι κάνει ένας ακαδημαϊκός όταν διαφθαρεί ηθικά και πνευματικά το οχυρό της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας στο οποίο ανήκει; Μιας και αυτό δεν εμπίπτει στην σφαίρα των εισαγγελικών αρμοδιοτήτων, η μάχη κατά της στοχαστικής διαφθοράς εξ αντικειμένου είναι ανελέητη. Η μάχη αν και περιορίζεται στο επίπεδο των επιχειρημάτων, απαιτείται εν τούτοις να αποκαλύπτει το ψεύδος και να αναδεικνύει την αλήθεια. Τέτοιες στάσεις όπως αυτές που περίγραψα στις γραμμές που προηγήθηκαν, σίγουρα ενοχλούν όσους δράστες δεν τηρούν πάγιους επιστημονικούς κώδικες και ακαδημαϊκές δεοντολογίες. Αναπόφευκτα, ιδιαίτερα όταν η πλάστιγγα ταλαντεύεται ενοχλεί επίσης τις ασθενείς, βολεμένες και ανασφαλείς ακαδημαϊκές ψυχές και γενικώς όλους ταλαντευόμενους φορείς ακαδημαϊκών τίτλων. Το πρόβλημα είναι πολύ βαθύ όταν πρόκειται για βολεμένους αγράμματους και ημιμαθείς που διαταράσσεται το βόλεμά τους όταν τα πράγματα λέγονται με το όνομά τους. Σ’ αυτή την περίπτωση χάνουν την ησυχία τους γιατί υποχρεώνονται να πάρουν θέση επί δεοντολογικών, επιστημονικών και επιστημολογικών θεμάτων. Όλο αυτό το αναπόφευκτο «περιφερειακό» τσούρμο ασθενών ψυχών, περιδεών αγράμματων και μίζερων χαρακτήρων αισθάνονται «παράνομοι», παρείσακτοι και υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε μια διαρκή γλοιώδη ένταση. Περιδεείς σκέφτονται ασταμάτητα την επόμενη αναρριχητική κρίση για την εξέλιξή τους και τους κινδύνους που διατρέχει η διαρκής σχοινοβασία τους. Σκέφτονται ακόμη το πιθανό κόψιμό τους από προσοδοφόρες προπαγανδιστικές επιφυλλίδες και τις μωροφιλόδοξες προσδοκίες που αυτό συνεπάγεται και τον αποκλεισμό τους από τις συνάξεις του διεθνικού υποκόσμου και κάποια απτά υλικά συμφέροντα που αυτά συνεπάγονται. Έτσι έχουν τα πράγματα: Αν και κανείς νομιμοποιημένα μπορεί να προσβλέπει στην ιδεατή ακαδημαϊκή πολιτεία, η αλήθεια είναι ότι έτσι ήταν και έτσι θα συνεχίσει να είναι ο κόσμος. Αυτή η αδήριτη πραγματικότητα, όμως, δεν σημαίνει ότι αποτελεί εμπόδιο σε όποιον θέλει να μην περνά τις κόκκινες γραμμές της ακαδημαϊκών κωδίκων και της ακαδημαϊκής δεοντολογίας. Σε κάθε περίπτωση, τονίζω ξανά, για να παρέμβει ο ακαδημαϊκός σημαίνει ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα, ότι αυτές οι κόκκινες γραμμές παραβιάστηκαν και μάλιστα μαζικά, Και όταν υπάρχει τέτοιο πρόβλημα, σημαίνει ότι αντιπαρατίθεται με άγρια θηρία και πως τσαρλατανιές, προπαγάνδες και επιστρατεύσεις σε ανελεύθερους, άνομους και εξωακαδημαϊκούς καταχρηστικούς σκοπούς πρέπει να αποκαλύπτονται και να στηλιτεύονται αλύπητα, ανελέητα και ασυμβίβαστα. Γιατί όχι, κάποια στιγμή ίσως είναι απολύτως αναγκαίο να δηλώνεται δημόσια και με παρρησία πως οι κοινωνικές επιστήμες ή θα είναι αμιγώς ακαδημαϊκή και αξιολογικά ουδέτερη ή, αυτό δεν συμβαίνει να πάψει να αντλεί σπάνιους κοινωνικούς πόρους. Αυτό γιατί από κοινωνικοπολιτικής άποψης είναι άκρως ανορθολογικό εάν και όταν άτομα που στην πραγματικότητα δεν είναι επιστήμονες αλλά προπαγανδιστές ιδιοτελών σκοπών κρύβονται στο οχυρό της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, και παραμένουν εκτός κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και εξισορροπήσεων, και αυτό παρά το γεγονός πως οι δραστηριότητές τους είναι πρωτίστως πολιτική και ελάχιστα ή διόλου επιστημονική.
6) Τέλος και όχι τελευταίο, χωρίς να εξαντλώ το θέμα, επισημαίνω ότι ο ακαδημαϊκός έχει χρέος να παρέμβει και για ένα ακόμη λόγο. Όταν θα πρέπει να υπερασπιστεί τα επιστημολογικά και μεθοδολογικά ιερά και όσια του λειτουργήματός του. Ο έμπειρος ακαδημαϊκός γνωρίζει ότι, ιδιαίτερα στις λεγόμενες κοινωνικές επιστήμες, η αντιπαράθεση με την ημιμάθεια, τις ανέντιμες διαστρεβλώσεις επιστημονικών όρων και την γκαιμπελική πλοκή όρων και εννοιών για να συναχθούν προαποφασισμένα πορίσματα ήταν και θα συνεχίσει να είναι ένα μεγάλο πρόβλημα στις κοινωνικές κυρίως επιστήμες. Συχνά ίσως κανείς είναι υποχρεωμένος λόγω λύπησης να συγχωρεί ή να αποστρέφει το βλέμμα του με αηδία όταν αμαθείς και ημιμαθείς αγωνιούν να επιβιώσουν ή να αναρριχηθούν αναμασώντας ασήμαντες ξενόγλωσσες θεωρήσεις ή κάνοντας πηδηματάκια –ή και άλματα– συλλογισμών και λογικών σφαλμάτων. Όλο αυτό το συμβατικό τσούρμο, όμως, αποθρασύνεται και καθίσταται επικίνδυνο, όταν τα θλιβερά του μέλη συντάσσονται και ανασυντάσσονται ανάλογα με το προς τα πού πάει το ρέμα. Όταν δηλαδή αντί ασκητικής επιστημονικής ζωής και αξιολογικής ελευθερίας γίνεται κανόνας και όχι εξαίρεση οι πολλοί να εκτροχιάζονται, κυριαρχεί όχι ο αντικειμενικός και σοβαρός επιστημονικός λόγος αλλά οι γλοιώδεις προπαγάνδες, οι άτιμες πολιτικές (επι)στρατεύσεις, οι ανορθολογικές ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις και οι εξυπηρετικές και πολλά αμειβόμενες «μελέτες» «μοντέρνων», «κριτικών» και «μεταμοντέρνων» που πρόθυμα χρηματοδοτούν περιφερόμενοι παράγοντες του κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτου διεθνικού υποκόσμου. Μέσα σ’ αυτό τον βρώμικο ποταμό που βασικά καθιστά το ακαδημαϊκό λειτούργημα παρασιτική ενασχόληση και τα πανεπιστήμια πάρεργα ιδιοτελών ενασχολήσεων επιβλαβή για την κοινωνία, ρέουν πλέον ρυάκια αμαθών, ημιμαθών και καιροσκόπων. Για όσους παροικούν την πανεπιστημιακή Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι τέτοια παρακμιακά φαινόμενα δεν είναι σπάνια στα πανεπιστήμια εδώ και έξω. Ο κάθε μεμονωμένος ακαδημαϊκός, αν και δεν μπορεί δονκιχωτικά να προσποιείται ότι είναι Ηρακλής που θα κάνει σκοπό της ζωής του το καθάρισμα του κάθε ακαδημαϊκού στάβλου, έχει εν τούτοις χρέος, όταν τουλάχιστον παραβιάζονται κάποιες κόκκινες γραμμές, να καταθέτει την άποψή του και να λέει τα πράγματα με το όνομά τους.
Π. Ήφαιστος
25.2.2007
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ο ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένος αναρχισμός και διεθνοαναρχισμός προ των (μαθητικών και άλλων) πυλών
27.2.2007 – αναρτημένο στην διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/59.htm
Περιεχόμενα: 1. Εργολαβική υπογραφή ανακοινώσεων. 2. «Πανεπιστήμιο πάρεργο». 3. "Να κατεδαφιστεί ο κόσμος". 4. Στην υπηρεσία των διεθνοφασιστικών αξιώσεων. 5. Συνοδοιπορία λόγω αμάθειας και άγνοιας; 6. Η διαγραφόμενη νέα διαίρεση και παρακμή. 7. Σχέσεις ισχύος και «κριτική» ανάλυση. 8. «Η «δική μας» επιστημολογία». 9. Ιστοριογραφία/διεθνολογία: «ήμερα και άγρια». 10. Τα σαπιοκάραβα της παρακμής και η πλάστιγγα των ποιοτικών βαθμίδων
-------------------------------
1. Εργολαβική υπογραφή ανακοινώσεων: Η δημοσίευση εκτενούς δοκιμίου για το επίμαχο ζήτημα της «κριτικής» βιβλιογραφίας θα περιμένει λίγο. Προς το παρόν περιορίζομαι στις συμπληρωματικές συντομογραφικές επισημάνσεις που ακολουθούν. Εκτενέστερα κείμενα θα συνεκτιμήσουν νέα δεδομένα, και πιο συγκεκριμένα την κυκλοφορία καταλόγου υπογραφών υπέρ της «κριτικής βιβλιογραφίας». Ο κατάλογος αυτός συμπεριλαμβάνει, όπως πρόσεξα, και πολλά ονόματα νεότερων συναδέλφων σε ιστορικά τμήματα και νεοεισερχομένων στον ακαδημαϊκό χώρο. Αυτό προκαλεί μεγάλη ανησυχία. Έχω πολυετή εμπειρία αυτού του φαινομένου, όταν δηλαδή νεότερα στελέχη της πανεπιστημιακής αισθάνονται υποχρεωμένοι να υπογράψουν λίστες που καλά-καλά δεν γνωρίζουν. Συχνά, στα περιθώρια των Γενικών Συνελεύσεων και στους διαδρόμους των πανεπιστημίων αρχαιότερα ΔΕΠ προτάσσουν κείμενα με θέσεις βαθύτατα ιδεολογικοπολιτικά επηρεασμένες και ζητούν από άλλους συναδέλφους τους να τα συνυπογράψουν. Οι καταναγκασμοί και εξαναγκασμοί της περιρρέουσας ατμόσφαιρας στο εσωτερικό του ακαδημαϊκού ασύλου μόνο όποιος το ζήσει μπορεί να το περιγράψει (και εγώ το έχω ήδη κάνει και θα επανέλθω). Το εκπληκτικό, όμως, είναι η κατάντια των πανεπιστημιακών όταν εμφανίζονται να υπογράφουν κείμενα –θα έλεγα «ανακοινώσεις»– που μόνο αμυδρά γνωρίζουν ή που δεν κατανοούν. Έτσι, πολλοί εκτέθηκαν όταν έβαλαν την υπογραφή τους υπέρ του φασιστοειδούς σχεδίου Αναν (μερικοί βεβαίως ίσως να συμφωνούσαν με την αξίωση κατάργησης της ελευθερίας, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων). Εντυπωσιακό είναι ότι σε όλες τις ανάλογες και παρόμοιες λίστες φιγουράρουν κάποια συγκεκριμένα ονόματα τα οποία εργολαβικά προπαγανδίζουν ιδεολογήματα και θεωρήματα αντι-επιστημονικών και αντι-κοινωνικών προεκτάσεων. Είναι όσοι συνήθως κατανοούν τον ρόλο του ακαδημαϊκού ως ρόλο ακτιβιστή και ιεραπόστολου με στέκεται απέναντι στην οντολογικά θεμελιωμένη δομή του κόσμου.
2. «Πανεπιστήμιο πάρεργο»: Το πανεπιστήμιο είναι γι’ αυτούς πάρεργο ιδεολογικοπολιτικής εκτόνωσης και πάρεργο πολιτικών δραστηριοτήτων. Αυτές οι τάσεις ενσαρκώνουν αντιλήψεις όπως αυτές που διάβασα σε αίτηση πρόσληψης σε πανεπιστήμιο (που τελικά πέτυχε!) όπου ο υποψήφιος έγραφε: «(σκοπός του είναι)… μια νέα αντίληψη, μια νέα τάση που θα στραφεί μακριά από τα εθνοκεντρικά πρότυπα …το επάγγελμα (του ακαδημαϊκού) δεν είναι αυτό που καθορίζει τα ενδιαφέροντά μου, αλλά μάλλον είναι η κοντινότερη απασχόληση που είναι συμβατή με τα φαινόμενα διάσπασης και κατακερματισμού της παγκόσμιας κοινωνίας» (Σημείωση: «παγκόσμια κοινωνία» την οποία, όπως αντιλαμβάνεστε ως ακαδημαϊκός θα αφοσιωθεί να δημιουργήσει και να επιβάλει, μιας και δυστυχώς γι’ αυτόν οι κοινωνίες έκαναν αγώνες ελευθερίας και κατέκτησαν την ανεξαρτησία τους). Όντας άπειρος ο νέος αυτός, εκτέθηκε, με τρόπο μάλιστα χοντροκομμένο (αυτό στην Ελλάδα, βεβαίως, αρχίζει να θεωρείται προσόν). Πιο έμπειροι «κριτικοί» δουλεύουν πιο προσεκτικά και εξεζητημένα για την εκπλήρωση του «σκοπού». Έτσι γράφουν: «… Στο επίπεδο των διεθνών δομών η αναρχία ως η κανονιστική αρχή οργάνωσης του διεθνούς συστήματος [δηλαδή το σύστημα που στηρίζεται στην εθνική-κρατική κυριαρχία, στο διεθνές δίκαιο και στους διεθνείς θεσμούς] εξανεμίζεται (…) και γίνεται ολοένα πιο αποδεκτός ο φιλελευθερισμός ως το παγκόσμιο “λειτουργικό σύστημα”. (…) με το άτομο στον πυρήνα του … η φροντίδα εκ μέρους των κρατών έγινε προβληματική. Αυτό … προσφέρει τον πολιτικό χώρο σε μη κρατικούς δρώντες να αναπτύξουν συμμαχίες και διασυνδέσεις διαμέσου των συνόρων και σε όλη την υδρόγειο, οι οποίες, μακροπρόθεσμα, θα υπηρετήσουν τον σκοπό υπονόμευσης των “ιστορικών δομών” [δηλαδή των εθνών-κρατών] και θα επιφέρουν ορατές αλλαγές στην παγκόσμια πολιτική». Αλλού, του αντιπροσωπευτικότερου κριτικού, χαρακτηριστικότερα: «η κριτική αντίληψη εστιάζεται στη διαδικασία της αλλαγής ανεξάρτητα από τον τελικό σκοπό. Εστιάζεται περισσότερο στις δυνατότητες συγκρότησης κοινωνικών κινημάτων [συλλογικής δράσης] παρά στο τι θα μπορούσαν να επιτύχουν αυτά τα κινήματα. Ουτοπικές προσδοκίες-προσμονές πιθανών να είναι ένα στοιχείο κινητοποίησης των πολιτών, αλλά τέτοιες προσδοκίες σχεδόν ποτέ δεν εκπληρώνονται. Οι συνέπειες της δράσης που αποσκοπούν στην αλλαγή είναι απρόβλεπτες». Η πίστη-νομιμοφροσύνη στις ιστορικές παραδόσεις, στις σύγχρονες εθνικές κουλτούρες, στις εθνικές πολιτικές άμυνας-ασφάλειας και εν γένει στην ιδέα του ανεξάρτητου έθνους-κράτους είναι εμπόδιο στην επίτευξη παγκόσμιας ειρήνης. Ως εκ τούτου, κατά προτεραιότητα, οραματίζονται και στοχεύουν στην κατά προτεραιότητα αποδυνάμωση και κατάργησή των υπουργείων Άμυνας και οποιουδήποτε θεσμού σχετίζεται με την διπλωματία, την άμυνα και την ασφάλεια του κράτους.
3. "Να κατεδαφιστεί ο κόσμος". Για να το θέσουμε επιγραμματικά: Αυτές επιστημολογικές και επιστημονικές αταξίες που ρυπαίνουν την δύσκολη προσπάθεια ανάπτυξης των κοινωνικών επιστημών, στην βάση προγραμματικών ιδεολογικοπολιτικών προτιμήσεων που αντλούνται από την άβυσσο του υποκειμενισμού των συγγραφέων. Προτάσσουν κάποιο ωραιοποιημένο επαναστατικό σκοπό («πρέπει να τερματιστεί ο εθνοκεντρικός κόσμος»), επιλέγουν μεθοδικά και επιλεκτικά τις πηγές για να εξυπηρετηθεί αυτός ο σκοπός (να λογοκριθούν οι επαναστάσεις ελευθερίας «γιατί ρέουν αίμα»), ιεραρχούν την σημασία των ιστορικών γεγονότων κατά βούληση («είναι πιο σημαντική η πολυπολιτισμική καθημερινότητα από τα επικά γεγονότα») και μεταμφιέζουν όλες αυτές τις τσαρλατανιές με επιστημονικούς τίτλους των οποίων την αξία γνωρίζουν πολύ καλά μόνο όσοι παροικούν την πανεπιστημιακή Ιερουσαλήμ. [παραπομπές και εκτενείς αναλύσεις στο βιβλίο μου Ιστορία, θεωρία και πολιτική φιλοσοφία των διεθνών σχέσεων (Εκδόσεις Ποιότητα), ιδ. Κεφ. 1 και Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, (Εκδόσεις Ποιότητα) ιδ. Παράρτημα 2.
Μια πιο προσεκτική μελέτη αυτών και άλλων απόψεων των «κριτικών», καθώς επίσης και των επιστημολογικών επιλογών και της μεθοδολογίας της επίμαχης ιθαγενούς «κριτικής» τάσης, όπως ήδη ανέφερα σε πολλά κεφάλαια πολλών βιβλίων μου, είναι η συνειδητή ή μη συνειδητή συνοδοιπορία τους με την προαναφερθείσα νέα μάστιγα των κοινωνικών επιστημών, τον «κριτικό κονστρουκτιβισμό». Συντομογραφικά, είναι χρήσιμο να τονιστεί ότι πρόκειται για το απόγειο του «μεταμοντέρνου επιστημονικού χυλού», δηλαδή η πιο ιδεοληπτικά φανατισμένη τάση στις κοινωνικές επιστήμες που είτε το διακηρύττουν –όπως πολλοί κάνουν ανενδοίαστα– είτε αυτό αποτελεί αυτονόητο αποτέλεσμα των επιστημολογικών τους επιλογών, σκοπός είναι η πρόκληση πολιτικών αποτελεσμάτων και οι κοινωνικοπολιτικές μεταλλαγές εις βάρος της οντολογικά θεμελιωμένης εθνικής-κρατικής δομής του κόσμου. Όπως μόλις αναφέραμε παραπέμποντας σε μερικά δικά τους λόγια, θέλουν την εθνοκεντρική αντίληψη και το σύγχρονο έθνος-κράτος αποδυναμωμένο και κατεδαφισμένο. Επηρεασμένοι από τα «νεανικά-αναρχικά» κείμενα του Μαρξ που ήθελε να κατεδαφίσει τον κόσμο χωρίς να τον ενδιαφέρει τι θα προκύψει μετά, οι κριτικοί κονστρουκτιβιστές ελάχιστα ενδιαφέρονται για τις συνέπειες των ιεραποστολικών τους επιδιώξεων. Φτάνει να αποδυναμώσουν και ει δυνατό κατεδαφίσουν την εθνική-κρατική δομή.
4. Στην υπηρεσία των διεθνοφασιστικών αξιώσεων: Επειδή και νήπια γνωρίζουν ότι αν αποδυναμωθούν η Ελλάδα, η Τουρκία, η Σερβία ή η Βουλγαρία δεν θα προκύψει κάποιο νέο παγκόσμιο σύστημα αλλά μόνο θα ωφεληθούν τα εκάστοτε ηγεμονικά αρπακτικά της διεθνούς πολιτικής, δεν είναι τυχαίο ότι όπως αναφέρω και αλλού οι αμερικανοί εδώ και δεκαετίες θεωρούν τις αφέλειες των κριτικών κονστρουκτιβστών ως κύριο εργαλείο μαλακής ισχύος. Η ιεραποστολική μανία των ιθαγενών κριτικών, όμως, φαίνεται να παρακάμπτει τέτοιες λεπτομέρειες. Αυτά είναι γνωστά ιστορικά φαινόμενα και αφορούν την σχέση γενοκτονίας και ηθικών αυτουργών της. Οι επιστημονικά μεταμφιεσμένοι ηθικοί αυτουργοί αυτών των ακροτήτων, τελικά καταλήγουν να λειτουργούν στην βάση της γνωστής ρήσης ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Γι’ αυτό, δεν είναι τυχαίο ότι τα ίδια περίπου ονόματα που ευνόησαν τους αντι-σερβικούς βομβαρδισμούς των Βαλκανίων, τα ίδια πρόσθεσαν τα ονόματά τους υπέρ του φασιστοειδούς σχεδίου Αναν, τα ίδια τώρα τάσσονται υπέρ της «κριτικής» ιστοριογραφίας που θέλει διατακτικά να λογοκρίνει την ιστορία (για να εξαφανίσει τα επικά γεγονότα που αν και καταστατικά για την ελευθερία βάλλονται γιατί .. «ρέουν αίμα»). Μέχρι να επέλθει ο επίγειος παράδεισος των «κριτικών», οι ιθαγενείς κοινωνίες κρατών που εμμένουν στην εθνική ανεξαρτησία θα πρέπει να αποδυναμωθούν ηθικά και συνειδησιακά και να υποταχθούν στα εφήμερα ή λιγότερο εφήμερα συμφέροντα του αγαθοεργού (νεοφιλελεύθερου) υπερατλαντικού οδοστρωτήρα. Αυτά ακριβώς!! θέλει –είτε το κατανοεί είτε όχι, αυτό είναι επιστημονικά αδιάφορο αλλά πολιτικά πολύ ενδιαφέρον– η ημέτερη αριστεροδεξιοαναρχικονεοφιλελεύθερη επιστημονικά μεταμφιεσμένη διανόηση. Οι υψιτενείς επιστημολογίες είναι μια καλή μεταμφίεση, ιδιαίτερα για κοινωνίες που συνεχίζουν να πιστεύουν ότι ο πανεπιστημιακός τίτλος στις λεγόμενες κοινωνικές επιστήμες αξίζει πολλά πράγματα.
Οι «κριτικοί» όλων των τομέων των λεγόμενων κοινωνικών επιστημών είναι η ύστερη, η πιο εξεζητημένη και έξυπνα ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένη μορφή αναρχισμού. Η διαφορά με προγενέστερες εποχές έγκειται σε δύο κυρίως στοιχεία: Πρώτον, λόγω της μορφής του συγχρόνου διεθνούς συστήματος είναι πολύ μεγαλύτερων διανεμητικών προεκτάσεων. Δεύτερον, λόγω της έντασης και πυκνότητας των κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτων διεθνικών φαινομένων –για παράδειγμα: ο χρημαδοτών τους ιθαγενείς «κριτικούς» των Βαλκανίων κερδοσκόπος Σόρος– με συνέπεια τα αποσταθεροποιητικά και αναδιανεμητικά αποτελέσματα να είναι πολύ δραστικά (αναλογιστείτε τις συνέπειες κατάργησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατάργησης της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας και εξ αντικειμένου συγκρουσιακή εμπλοκή της Ελλάδας, της Τουρκίας και άλλων κρατών της περιοχής ή εξωτερικών δυνάμεων).
Οι «κριτικοί», αμφισβητούν και ιεραποστολικά κατάπολεμούν το οντολογικά θεμελιωμένο κοινωνικοπολιτικό σύστημα των Νέων Χρόνων στην βάση του οποίου οι κοινωνίες απέταξαν τα δυναστικά καθεστώτα. Θέλουν την κατεδάφιση των κρατών, την κατάτμησή τους σε χιλιάδες κοινότητες και την επιστροφή του κόσμου σε κάποιου είδους μεσαιωνική κατάσταση. Ο ιδεοληπτικός τους οίστρος επισκιάζει τις διανεμητικές συνέπειες, οι οποίες για κάθε νοήμονα είναι ορατές αν όχι άμεσες και απτές: Θα βλάψουν τις λιγότερο ισχυρές κοινωνίες, θα αποσταθεροποιήσουν περαιτέρω το διεθνές σύστημα και τελικά θα βλαφτούν όλοι.
5. Συνοδοιπορία λόγω αμάθειας και άγνοιας; Είμαι απολύτως σίγουρος ότι αμάθεια, ημιμάθεια και κυρίως άγνοια για τις διεθνολογικές προεκτάσεις των αντι-επιστημονικών «κριτικών» μεθοδεύσεων εμποδίζουν πολλούς να κατανοήσουν το φαινόμενο και τους παρασύρουν σε συνοδοιπορία με ακτιβιστές του πανεπιστημιακού χώρου που ήδη άλωσαν «θέσεις ακαδημαϊκής εξουσίας». Μερικοί από τους τελευταίους –αφού κατόρθωσαν να φορέσουν ποικίλους τίτλους– πρωτοστατούν τώρα σέρνοντας πίσω άμαξες φορτωμένες με νεόφερτους ή άσχετους που έτσι αυτοκτονούν επιστημονικά. Πρόκειται για μια βαθύτατων προεκτάσεων εξέλιξη που αγγίζει όχι μόνο τα πανεπιστημιακά δρώμενα αλλά και τον πυρήνα του κοινωνικού γίγνεσθαι. Σίγουρα, πάντως, θα διχάσει τον πολύπαθο χώρο των κοινωνικών επιστημών σε βαθμό που δεν είναι εύκολο να προβλεφτεί στο παρόν στάδιο. Έλληνες και άλλοι βαλκάνιοι φορείς επιστημονικών τίτλων αντί ως οφείλουν να αφοσιωθούν αενάως στο άθλημα της αξιολογικά ελεύθερης και υψηλών ποιοτικών βαθμίδων αναζήτησης της επιστημονικής αλήθειας, είτε προκαλούν ένα πόλεμο όλων εναντίον όλων είτε οδηγούν πανεπιστήμια, φοιτητές και μαθητές σε σύγχυση και παρακμή. Σε μια ιστορική στιγμή που οι κοινωνίες της περιφέρειάς μας αγωνίζονται κατά των ξένων επεμβάσεων και παρεμβάσεων αγωνιώντας να σταθεροποιήσουν τα καθεστώτα τους και τις σχέσεις τους με τα γειτονικά τους κράτη, άτομα που πληρώνονται από τις κοινωνίες για να μελετούν τα κοινωνικά φαινόμενα τελικά αναπτύσσουν ελάχιστα επιστημονικές δραστηριότητες που σκοπό έχουν ή κατάληξη την κατεδάφιση των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων.
6. Η διαγραφόμενη νέα διαίρεση και παρακμή: Αν βεβαίως κάποιοι θέλουν επιστημολογικές και μεθοδολογικές συγκρούσεις –δυστυχώς αναπόδραστα με προεκτάσεις ιδεολογικές και πολιτικές– οι δράστες θα τις έχουν (ούτως ή άλλως φαίνεται να είναι αναπόδραστες). Η γραφίδα μας δεν θα σιγήσει μπροστά στην τάση επιστημολογικής και μεθοδολογικής διαφθοράς της επιστήμης που υπηρετούμε. Πολλοί επιτήδειοι ουδέτεροι που επιβιώνουν σε εποχές μιας «μακάβριας ηπιότητας» και κοινωνικοπολιτικά φθοροποιών «μακάριων εφησυχασμών», θα αναγκαστούν να επιλέξουν: επιστήμη ή τσαρλατανιές που την διαφθείρουν! Στο ίδιο πλαίσιο, ας μην επικαλεστούν μερικοί την «διεθνή βιβλιογραφία». Ο έλληνας, ή τούρκος ή οποιοσδήποτε άλλος ακαδημαϊκός που αναλώνει σπάνιους πόρους δεν έχει ως αποστολή να μηρυκάζει ανούσιες και συχνά επιστημολογικά διεφθαρμένες ξενόγλωσσες αναλύσεις τρίτης, τέταρτης ή και εκατοστής κατηγορίας. Οι σπάνιοι πόροι που δεσμεύονται αξίζει να αξιοποιούνται στην πρωτογενή, βάσιμη και συμβατή με την οντολογικά θεμελιωμένη και γι’ αυτό ηθικά αμάχητη ανθρώπινη ελευθερία. Καλή ξένη βιβλιογραφία υπάρχει σε μεγάλους αριθμούς κα αυτή είναι που πρέπει να χρησιμοποιείται ως επικουρική δευτερογενής τεκμηρίωση πρωτογενών θεμελιώσεων.
7. Σχέσεις ισχύος και «κριτική» ανάλυση: Εμείς είμαστε σίγουροι για αυτό που λέμε και αυτά που κάνουμε: η «δική μας» επιστημολογία έχει στέρεα και ακλόνητα θεμέλια. Είναι η θουκυδίδεια παράδοση που ενσαρκώνεται σε όλα τα αξιοπρεπή ιστορικά και διεθνολογικά κείμενα της ύστερης εποχής. Αυτή η παράδοση θέλει την ιστοριογραφία όχι ιδεολογικά επηρεασμένη αλλά αυστηρά περιγραφική και αξιολογικά ελεύθερη. Αυτή η επιστημονική πειθαρχία, «τσακίζει κόκαλα», το ξέρουμε. Γι’ αυτό τρομάζει τις ασθενείς ψυχές που δεν ξέρουν να μεταχειρίζονται τέτοια εργαλεία και τρομοκρατεί οδηγώντας σε απρέπειες τους κάθε είδους περιφερόμενους «κριτικούς». Η θουκυδίδεια παράδοση είναι βράχος πάνω στον οποίο κατά καιρούς σπάνε, θρυμματίζονται και εξαφανίζονται όλες οι τσαρλατανιές της διεθνούς βιβλιογραφίας. Όποιος παρακολουθεί την θεωρία διεθνών σχέσεων γνωρίζει την θέση απόλυτης κυριαρχίας της παραδοσιακής-θουκυδίδειας παράδοσης. Δυστυχώς, εν τούτοις, στον ημέτερο βαλκανικό περίγυρο κάποιοι διεθνοαναρχικοί χρηματοδότες στιλ Σόρος, κάποια υπερατλαντικά ιδρύματα και κάποιες εταιρείες ή ακόμη και … καζίνα, θέλουν άλλα πράγματα. Και τα ενθαρρύνουν με πλουσιοπάροχες χρηματοδοτήσεις. Θέλουν την ιθαγενή επιστήμη να πιθηκίζει τα θεωρήματα και τα ιδεολογήματα που οι υπερατλαντικοί σχεδιαστές της στρατηγικής του Πενταγώνου θεωρούν χρήσιμα για την εξυπηρέτηση ηγεμονικών, άνομων και καταχρηστικών συμφερόντων. Ασφαλώς, στις ηγεμονικές μητροπόλεις θέλουν καλή επιστήμη και την ενθαρρύνουν. Για τους άλλους επιφυλάσσουν επιστήμη που πιθηκίζει και αναμασά παρακμασμένα και παρωχημένα ιδεολογήματα και θεωρήματα, τα δικά τους δηλαδή πνευματικά σκουπίδια. Εν τέλει, η υπόθεση της «κριτικής» κοινωνικής επιστήμης, τουλάχιστον όσον αφορά την ιστοριογραφία και την διεθνολογία, είναι συναρτημένη με τις σχέσεις ισχύος, ζήτημα για το οποίο ήδη γράψαμε και για στο οποίο θα επανακάμψουμε.
8. «Η «δική μας» επιστημολογία»: Η «δική μας» επιστημολογία, λοιπόν, μεταξύ άλλων:
1) Στέκεται με δέος μπροστά στην οντολογική διαμόρφωση των κοινωνιών και στην κοινωνική ετερότητα κάθε διαμορφωμένης κοινωνικής ένωσης.
2) Περιγράφει αντικειμενικά την διάκρισή τους μεταξύ αναθεωρητικών-ηγεμονικών και φιλειρηνικών.
3) Εξετάζει το πλήθος αιτιών πολέμου που παρεμβάλλεται μεταξύ του διεθνούς δικαίου και των ειρηνικών συναλλαγών,
4) Μελετά με σοβαρότητα και ερμηνευτική αξιοπιστία το φαινόμενο του πολέμου.
5) Ιεραρχεί τα ιστορικά φαινόμενα στην βάση των σημασιών και όχι στην βάση ιδεοληπτικών αποφάσεων προγραμματικά διακηρυγμένων.
6) Όντας κρατοκεντρική, μιας και οι κοινωνίες έτσι θεμελίωσαν το σύστημα, εξετάζει κριτικά τα επιστημονικά σφάλματα όσων αυθαίρετα και ετσιθελικά θέλουν να εξομοιώσουν το παγκόσμιο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον.
7) Ως θεώρηση εξ αντικειμένου κρατοκεντρική θέτει στον πυρήνα των διερευνήσεων τους διεθνείς θεσμούς, εξετάζοντας κυρίως τον εξ αντικειμένου εξαρτημένο ρόλο και αποστολή τόσο των διεθνών θεσμών όσο και του διεθνούς δικαίου.
8) Αν και υποχρεωτικά και εξ αντικειμένου πρωτίστως κρατοκεντρική (αυτή δεν είναι μια ιδεολογική επιλογή αλλά επιστημολογική παραδοχή) εξετάζει όλα τα άλλα διεθνικά φαινόμενα και κυρίως τις διανεμητικές τους λειτουργίες.
9) Είναι, χωρίς καν να το επιδιώκει επιστημολογικά-μεθοδολογικά, εξ ορισμού αντι-ηγεμονική και αντι-διεθνοφασιστική, μιας και κύρια αναζήτηση είναι τα αίτια που αποδυναμώνουν τον ορθολογισμό (και vice versa) των οντολογικά θεμελιωμένων κοινωνικοπολιτικών οντοτήτων.
10) εξετάζει τις κοινωνιολογικές διαμορφώσεις αλλά δεν αξιώνει να τις επηρεάσει μιας και αυτό αποτελεί υπόθεση των ίδιων των κοινωνιών.
11) επιδιώκει όχι την ιδεολογική κατήχηση αλλά την ακριβή περιγραφή που θα αναδείξει την πραγματικότητα, που θα επιτρέψει στον κάθε αναγνώστη την ανεπηρέαστη κριτική ιεράρχηση των σημασιών στην βάση των δικών του συμφερόντων και που θα είναι κοινωνικοπρακτική χρήσιμη επειδή θα αναδεικνύει τα διλήμματα και προβλήματα του υπαρκτού κόσμου.
9. Ιστοριογραφία/διεθνολογία: «ήμερα και άγρια»: Στην βάση της πιο πάνω επιστημονικής ηθικής και επιστημολογικής δεοντολογίας που θέλει τον επιστημονικό στοχασμό ανεπηρέαστο ιδιοτελών, ιδεολογικών και εν γένει υποκειμενικών κριτηρίων η «δική μας» επιστημολογία σέβεται την Ύπαρξη και την ιστορική διαμόρφωση των κοινωνιών. Ούτε καν διανοείται «να τις αποδομήσει και κατεδαφίσει». Ο υποφαινόμενος μάλιστα πηγαίνοντας ένα βήμα πιο πέρα διαπίστωσε ότι ιστορικοπολιτικά παρατηρείται πως οι θεσμοί αυτοί που οι «κριτικοί» θέλουν να κατεδαφίσουν αποτελούν θεσμούς συλλογικής ελευθερίας των κυρίαρχων κοινωνιών. Γι’ αυτό, υποστηρίξαμε δοκιμαστικά, όχι μόνο νομικοπολιτικά αποτελεί «έγκλημα» η παραβίαση (λόγω ηγεμονικών συμπεριφορών) της εθνικής-κρατικής κυριαρχίας, αλλά επιπλέον η εθνική ανεξαρτησία –όπως εξάλλου προβλέπει και το διεθνές δίκαιο με το καθεστώς της εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας) είναι θεσμός συλλογικής ελευθερίας ηθικά αμάχητος και ο μόνος μη ηγεμονικός και μη δυναστικός διεθνής τρόπος ζωής (εκτός βεβαίας και αν κανείς ανακαλύψει μεθόδους μη γενοκτονικής εξομοίωσης, οπότε είναι ελεύθερος να τις εφαρμόσει, αρχίζοντας όμως από τις μεγάλες δυνάμεις).
Κατά αυτής της θεωρίας, ακριβώς! βάλλουν τα πυρά της ιθαγενούς «κριτικής» ιστοριογραφίας που συνυπέγραψαν 450 έλληνες (πολλοί από αυτούς, εκτιμώ απερίσκεπτα). Εμείς πάντως δεν έχουμε αμφιβολίες και δεν αμφιταλαντευόμαστε. Ούτε βεβαίως «φοβόμαστε» ότι άλλοι θα υπερισχύσουν επιστημονικά. Γνωρίζουμε ότι η «δική μας» επιστημολογία είναι συμβατή με την ανθρώπινη οντολογία, είναι επιστημολογικά βάσιμη, στερείται επιστημονικών και λογικών σφαλμάτων και πάντοτε επικρατεί (στον επιστημονικό τουλάχιστον στίβο). Επικρατεί, τονίζουμε, κυρίως γιατί είναι συμβατή με το οντολογικά θεμελιωμένο κοινωνικό και κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον. Αν κάτι διαγράφεται και «λογοκρίνεται» προγραμματικά είναι η μεροληψία, η ιδιοτέλεια, η ιδεοληψία και τα κάθε λογής μεταφυσικά προσδιορισμένα κριτήρια. Για τους φανατισμένους ιδεοληπτικούς που θεωρώ θανάσιμους αντίπαλους της επιστήμης που υπηρετώ, πληροφορώ επισήμως, ότι μεταξύ πολλών άλλων με τα οποία θα τους δυσαρεστήσω (λυπάμαι γι’ αυτό αλλά είναι αναπόφευκτο), θα είναι, ανάλυση η οποία πολύ σύντομα θα εστιάσει την προσοχή στα εξής:
1. Στις καταβολές και τους ιδεοληπτικά επηρεασμένους σκοπούς της «κριτικής» ιστοριογραφίας.
2. Στον βαθύτατα αντικοινωνικό χαρακτήρα του «κριτικού κονστρουκτιβισμού».
3. Στις μεθοδολογικές ιστοριογραφικές τσαρλατανιές που περιέχει η μέθοδός τους.
4. Στον εργαλειακό τρόπο με τον οποίο τους χρησιμοποιούν –όπως ξανάγραψα, είτε αυτό το κατανοούν είτε όχι είναι επιστημονικά αδιάφορο– εφήμερες και καταχρηστικές διεθνοφασιστικές αξιώσεις ισχύος.
5. Η αναπόδραστη καταστροφική επίδραση στην κριτική σκέψη αναγνωστών, φοιτητών και μαθητών.
10. Τα σαπιοκάραβα της παρακμής και η πλάστιγγα των ποιοτικών βαθμίδων: Όσοι θέλουν να παραμονεύουν απαθείς μέχρι να δουν προς τα πού θα πάει το ρέμα για να πηδήξουν στα σάπια καραβάκια που κατηφορίζουν προς τους επιστημονικούς (και ηθικούς) κρημνούς και βράχια, μπορούν να συνεχίσουν να απέχουν από μια ρητή τοποθέτηση, προσδοκώντας την Α ή Β αναρρίχηση ή άλλα απτά οφέλη. Εμείς θα επανέλθουμε. Και αν τελικά μέσα στις σάπιες βάρκες της δεδηλωμένα και πασίδηλα ιδεολογικοποιημένης ιστοριογραφίας πηδήξουν πολλά παραπαίοντα στελέχη του παραπαίοντας ελληνικού πεναπιστημιακού χώρου, απλά επισημαίνουμε ότι τα επιστημονικά ζητήματα ποτέ δεν κρίνονταν από αριθμητικές πλειοψηφίες, και πολύ περισσότερο από οχλοκρατικές πρακτικές. Τα βαρκάκια αυτά αργά ή γρήγορα θα βουλιάξουν και ελάχιστοι θα διασωθούν επιστημονικά. Η καλή επιστήμη μένει ενώ οι επιστημονικές κοινότητες πάνε και έρχονται συχνά κατηφορίζοντας στην παρακμή και στον παρασιτισμό. Στην πλάστιγγα των ποιοτικών βαθμίδων, στον δίσκο των υψηλών βαθμίδων χωράνε στοχαστές του διαμετρήματος του Παναγιώτη Κονδύλη. Στον άλλο δίσκο της στοχαστικής παρακμής και του παρασιτισμού, χωρίς εν τούτοις να ανατρέψουν την ισορροπία, χωράνε τουλάχιστον ένα εκατομμύριο (αν υπάρχουν τόσα) κείμενα του ύστερου «μεταμοντέρνου χυλού». Αυτό μετράει, όχι τα παραμιλητά σε παραπαίοντες και παρακμασμένους πανεπιστημιακούς χώρους.
Π. Ήφαιστος
25.2.2007
---------------------------------------------------------------------------------
-Επιστολή προς τους διευθυντές της Ελευθεροτυπίας, 25.2.2007
Σεραφείμ Φυντανίδη
Γιάννη Βλαστάρη
Αγαπητοί,
Εκφράζω την βαθιά μου θλίψη γιατί δεν αισθανθήκατε την ανάγκη να διορθώσετε το μεγάλο και δεοντολογικά ανεπίτρεπτο λάθος της συντακτικής ομάδας του ΙΟΥ. Παρατήρησα σήμερα ότι δεν δημοσιεύσετε όλες τις αντιδράσεις όσων έχουν θιγεί. Η δημοσίευση του κειμένου του Γιώργου Καραμπελιά είναι βήμα προς την σωστή κατεύθυνση αλλά δεν επαρκεί. Η δική μου διαμαρτυρία για τον αποσπασματικό τρόπο που εμφανίστηκαν οι απόψεις μου και για το αντιδεοντολογικό τσουβάλιασμα που επιχειρήθηκε εις βάρος μου δεν σας ευαισθητοποίησε. Ούτε όπως μαθαίνω υπήρξε ανταπόκριση στις διαμαρτυρίες πολλών άλλων.
Πολλοί το υποψιαζόμαστε αλλά δεν θέλουμε να το πιστέψουμε. Λέγεται ότι στα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, ενδεχομένως ερήμην των διευθυντικών στελεχών, κυριαρχεί πλέον μια διττή πρακτική που πρέπει να ανησυχήσει κάθε ορθολογικό και τίμιο πολίτη: Πρώτον, αν και πλειοψηφικές στην ελληνική κοινωνία, συγκεκριμένες απόψεις «καταδικάζονται σε σιωπή». Είναι όσες απόψεις υπερασπίζονται την ανθρώπινη ελευθερία, την εθνική ανεξαρτησία και τις ειρηνόφιλες στάσεις όλων των κρατών της περιφέρειάς μας. Δεύτερον, συστηματικά, μεθοδικά και μεροληπτικά αναδεικνύονται όσες γνώμες –ακόμη και οι πιο ανόητες και οι πιο χυδαίες– στηρίζουν τα αντίθετα. Ασφαλώς, η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση –που αποτελεί ταυτόχρονα και στίγμα-ντροπή στον σύγχρονο ελληνικό δημόσιο βίο– ήταν το σχέδιο Αναν. Οι δράστες όμως δεν έμαθαν από το πάθημά τους: Η πολυετής μακάβρια προσπάθειά τους να θαφτεί η ανεξαρτησία, η λαϊκή κυριαρχία και τα ανθρώπινα δικαιώματα ενός ολόκληρου λαού, εισέπραξε το ηχηρό και ορθολογιστικό όχι της κυπριακής κοινωνίας. Οι κοινωνίες δεν αυτοκτονούν, και όλοι έπρεπε να πάρουν το μάθημά τους. Εν τούτοις, είτε μερικοί δεν μαθαίνουν από τα παθήματά τους είτε τα κίνητρα που τους ωθούν σ’ αυτά τα λάθη είναι πολύ ισχυρά και ακατανίκητα.
Έτσι, σχεδόν οι ίδιοι που υποστήριξαν την φασιστοειδή ηγεμονική αξίωση να καταργηθεί η ανεξαρτησία ενός λαού επανέρχονται με … απονευρωτικά ιστορικά βιβλία. Βιβλία στηριγμένα σε γελοία ιδεολογήματα, φιλοσοφήματα και προγραμματικές λογοκριτικές διαθέσεις. Είτε το κατανοούν είτε όχι –αυτό είναι πολιτικά και επιστημονικά αδιάφορο– επιχειρούν να προκαλέσουν ποταμούς εισροών ανορθολογισμού στην βαλκανική ιστοριογραφία με πρώτιστα θύματα τα αθώα μαθητικά μυαλά. Αυτή η προγραμματικά διακηρυγμένη ιδεολογικοπολιτική στάση καμιά σχέση δεν έχει με την προσπάθεια διόρθωσης τυχόν ιστορικών λαθών. Βασικά, απαιτούν να λογοκρίνουν τα ιστορικά γεγονότα που μας επέτρεψαν να είμαστε ανεξάρτητοι. Τα γεγονότα που απελευθέρωσαν τις κοινωνίες μας και που μας επέτρεψαν να είμαστε συλλογικά ελεύθεροι.
Πολλοί θέτουμε το ερώτημα: Κανένα δεν νοιάζει το γεγονός για το ποιόν των χρηματοδοτών και για την ποιότητα των ιστοριογραφικών τσαρλατανιών που τόσο πολύ προβάλλονται από τις στήλες μεγάλων και έγκριτων εφημερίδων! Κανένας δεν νοιάζεται για το που οδηγεί η ανάδειξη παρακμιακών φαινομένων και η λογοκρισία κατά όσων αντιστέκονται ορθολογικά! Όχι μόνο υπάρχει μονοπώλιο υποστηρικτικών απόψεων υπέρ αυτών των παρακμιακών φαινομένων αλλά επιπλέον και αντιδεοντολογική άρνηση να παρουσιαστούν οι απαντήσεις όσων θίγονται. Στο υπερατλαντικό πεντάγωνο, καθώς επίσης και κάποιοι «σόροι, σοράκια και κοράκια» του διεθνοπολιτικού και διεθνικού υποκόσμου, σίγουρα θα τρίβουν τα χέρια τους με τις αυτοκτονικές στάσεις πολλών στελεχών του πολιτικού και δημοσιογραφικού κόσμου.
Ειλικρινά θλίβομαι γιατί αφήνεται την εφημερίδα σας, στην οποία και εγώ αρθρογραφούσα για έξη περίπου χρόνια, να διολισθαίνει σ’ αυτόν τον επικίνδυνο κατήφορο. Ξανασκεφτείτε κάποια πράγματα: Κυρίως ότι αναδύεται και σιγά-σιγά κυριαρχεί ένα πολιτικά και επιστημονικά τερατόμορφο νεοφιλελευθεροαναρχικοδεξιοαριστερό σύστημα παρακμιακών ιδεών. Αυτό το τέρας εξ αντικειμένου στέκεται απέναντι στις κοινωνίες και λειτουργεί κατά των συμφερόντων τους. Εξ ορισμού οι κοινωνίες αυτές βλάπτονται και ωφελούνται τα συμφέροντα των συγκαιρινών ηγεμονικών αρπακτικών. Αναμφίβολα, πολλές κοινωνίες είναι συχνά απρόσεκτες και γι’ αυτό πληρώνουν. Σίγουρα, επίσης, η Ελλάδα θα πάθει κάποιες ζημιές αν η πολιτική ηγεσία, οι δημοσιογράφοι και οι διανοούμενοι δεχθούν χωρίς αντίλογο να λογοκρίνεται ακόμη και η Ελληνική Επανάσταση.
Στο τέλος, όμως, όπως η ιατρική και η ιστορική πείρα διδάσκει, κατά των ιών και κατά των μικροβίων πάντοτε αναπτύσσονται αντισώματα. Αυτό μετράει στο τέλος. Γι’ αυτό ξανασκεφτείτε το.
Θεωρώ δεδομένο ότι δεν θα επιτρέψετε ξανά αποσπασματική και διαστρεβλωτική μεταχείρισή μου από τις στήλες της εφημερίδας σας. Εν τω μεταξύ, βεβαίως, για να εξισορροπηθεί η άδικη παρουσίαση των απόψεών μου, αναμένω την δημοσίευση των προηγούμενων επιστολών μου, ιδιαίτερα προς εσάς στις 20.2.2007, την οποία και επισυνάπτω ξανά.
Με εκτίμηση
Παναγιώτης Ήφαιστος
25.2.2007
----------------------------------------------------------------------------------
επιστολή προς τους διευθυντές της Ελευθεροτυπίας και της Κυριακάτικης
Σεραφείμ Φυντανίδη, Διευθυντή Ελευθεροτυπίας
Γιάννη Βλαστάρη Διευθυντή Κυριακάτικης
Αγαπητοί,
Ο «ΙΟΣ» επανήλθε σήμερα και απειλεί ότι θα μονολογήσει ξανά κατά των δήθεν «επίδοξων λογοκριτών». Επειδή εκτιμώ ότι είσαστε αμφότεροι υπεύθυνα άτομα και επαγγελματίες δημοσιογράφοι, παραθέτω τρία μόνο κομμάτια μου από τα δικά μου κείμενα τα οποία οι σχολιογράφοι σας όλως περιέργως και αλλόκοτα θεωρούν «επίδοξη λογοκρισία»:
Πρώτη παραπομπή: «… οι εξεγερθέντες κατά της «κριτικής» ιστοριογραφίας θεωρούν απαράδεκτη την πολιτικοποίηση της ιστορίας με επιλεκτική χρήση των πηγών είτε αυτό γίνεται προς την μια κατεύθυνση είτε προς την άλλη. Ο υπογράφων ασφαλώς και συμφωνεί απόλυτα με αυτή την θέση….»
Δεύτερη παραπομπή: «…Σ’ αντίθεση με τις ιδεοληπτικές «κριτικές» τσαρλατανιές, τα χαρίσματα της αλάνθαστης –και αποδεκτής από όλους τους καλούς ιστορικούς– θουκυδίδειας ιστοριογραφικής παράδοσης, έγκεινται στο γεγονός ότι απορρίπτουν την προκατειλημμένη επιλογή των πηγών και την ηθελημένη διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας. Είναι η αυστηρή περιγραφική ουδετερότητα, η ακριβής περιγραφική αποτύπωση των σημαντικών γεγονότων, η περιγραφή και ερμηνεία των βαθύτερων διαμορφωτικών παραγόντων του ιστορικού γίγνεσθαι και η περιγραφή και ερμηνεία των πραγματικών αιτιών πολέμου. Δεν είναι τυχαίο ότι παγκοίνως η Θουκυδίδεια παράδοση θεωρείται το επιστημονικό «Παράδειγμα» (Paradigm) τόσο της ιστοριογραφίας όσο και της επιστημονικής μελέτης των διεθνών σχέσεων, ιδιαίτερα των τελευταίων. Εν τούτοις, στην Ελλάδα, όλως περιέργως οι βάσιμες επιστημονικές προσεγγίσεις επισκιάζονται από λυσσασμένες «κριτικές» κραυγές που θέλουν την επιστήμη υπόδουλη ιδεοληψιών και ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων. Αν δεν προσέξουμε θα πάθουμε ότι μας αξίζει.. Η Θουκυδίδεια παράδοση, που ασφαλώς βρίσκεται στον αντίποδα των «κριτικών» μεταφυσικών ιστορικών κατασκευών, περιγράφεται έξοχα από την Jacqueline de Romilly. Η ιστοριογραφική παράδοση όπως την θεμελίωσε ο Θουκυδίδης, μας πληροφορεί, «τείνει στην απόλυτη αντικειμενικότητα του ερευνητή» και οφείλει τη μεγάλη αξία του στο γεγονός πως κατορθώνει να δεσμεύεται από «την πιο αυστηρή αντικειμενικότητα». Παράγει καλή ιστορική γνώση γιατί «βλέπει την λεπτομέρεια σε συνάρτηση με το σύνολο και παραθέτει και αξιολογεί μόνο εκείνες τις πληροφορίες που αναφέρονται σε κάποιο σημαντικό σκοπό». Κατ’ αυτό τον τρόπο, η καλή ιστοριογραφία «εξετάζει ό,τι έχει γνώρισμα καθολικό, παραθέτει “προθέσεις” ή “γνώμες” διαχρονικής αξίας και ανεξάρτητων των ατομικών περιπτώσεων». Επιπλέον, «εστιάζει την προσοχή με αυστηρή ακρίβεια επί της ουσίας και με τρόπο που μας επιτρέπει να εντοπίσουμε κάτω από τις επιμέρους πράξεις την ύπαρξη τάσεων, αιτίων και λογικών αλληλουχιών οι οποίες είναι ολοένα και πιο βαθιές και μακρινές, και που η αληθοφάνειά τους παίρνει έτσι έναν χαρακτήρα πιο γενικό, πιο ανεξάρτητο από τις περιστάσεις και τα πρόσωπα: αυτές οι αλληλουχίες επαναλαμβάνονται τόσο περισσότερο όσο πιο αυστηρά έχουν αναχθεί στο ουσιώδες». Το ουσιώδες, το καθολικό, τα αληθινό και το διυποκειμενικά ορθό είναι, ακριβώς, που θέλει να εξαφανίζει η ιδεολογικοπολιτικά στρατευμένη μεταμοντέρνα κριτική κονστρουκτιβιστική ψευτο-ιστοριογραφία.»
Τρίτη παραπομπή: «…οι αντιδράσεις πολλών από εμάς δεν σχετίζονται με εμμονές στην μια ή άλλη «εθνική ιστοριογραφία». Αυτό, εξάλλου, θα ήταν αντιφατικό, μιας και κύριος άξονας της κριτικής των περισσότερων αντιρρήσεων που εκφράστηκαν είναι ότι μόνο η αξιολογικά ελεύθερη ιστοριογραφία είναι έγκυρη και αξιόπιστη. Ουσιαστικά, το μόνο που υποστηρίζεται είναι ότι καλή ιστορία είναι αυτή που αποτυπώνει με ακρίβεια τα ιστορικά γεγονότα…»
Ερωτώ αμφότερους: Θεωρείται αυτές τις θέσεις «επίδοξη λογοκρισία»; Εγώ τις θεωρώ κάλεσμα για αυστηρή επιστημονική ουδετερότητα και ακριβή ιστορική καταγραφή όποια και να είναι αυτή!! Συμφωνείτε ή δεν συμφωνείτε; Αν όπως είναι αυτονόητο συμφωνείτε, εύλογα όσον με αφορά σας καλώ να μην αφήνετε τη εφημερίδα σας να μετατρέπεται σε μηχανισμό δολοφονίας θέσεων και χαρακτήρων!!
Σε κάθε περίπτωση, νομίζω ότι κάποιοι εκτροχιάζονται υπέρμετρα και εκθέτουν την εφημερίδα που διευθύνετε. Επειδή ακριβώς στο υπόβαθρο αυτής της συζήτησης βρίσκεται η ουσία, δηλαδή διεθνοφασιστικές αξιώσεις, κάποιοι ίσως λιγότερο προκατειλημμένοι και φανατισμένοι δημοσιογράφοι θα μπορούσαν να ερευνήσουν τις συναρτήσεις μέσα από τον τεράστιο πλούτο πληροφοριών για την στρατηγική «μαλακής ισχύος» που εμπεριέχει το κείμενο του Jonathan Mowat που επισυνάπτω. Μια τέτοια σοβαρή, ουσιαστική και περιεκτική έρευνα, εξάλλου, θα βρίσκεται σε αρμονία με την εικόνα που εσείς ως εφημερίδα δίνεται προς τα έξω: δημοκρατικής, αντι-ιμπεριαλιστικής και αντι-φασιστικής…. Ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα… Για να αντιληφτούν οι αναγνώστες της έγκριτης εφημερίδας σας τους λόγους για τους οποίους οι επαναστάσεις ελευθερίας που έφεραν την ανεξαρτησία στην κοινωνία μας και σε άλλες λιγότερο ισχυρές κοινωνίες πρέπει να λογοκρίνονται-υποβαθμίζονται ιστοριογραφικά. Για να καταλάβουν οι αναγνώστες σας, επίσης, γιατί όσοι αντιδρούν και ζητούν αντικειμενική-ακριβή ιστοριογραφία μπαίνουν στο στόχαστρο, οι θέσεις τους διαστρεβλώνονται βάναυσα, πυροβολούνται και δολοφονούνται: Μήπως;: «Ο διάλογος καθορίζεται από τους οπλοφορούντες. Με τους οπλοφορούντες συμφωνείς ή εκτελείσαι. Χυδαιογραφούντες και χυδαιοπραγούντες αλλά και έμμεσα όσοι τους στηρίζουν (…) γενικεύουν τον διάλογο καθιστώντας έτσι πολλούς τμήμα μιας διαδικασίας που θυμίζει και μυρίζει χοιροστάσιο»; (Δημ. Τσάτσος, Το ΒΗΜΑ, 5.11.1995).
Παρακαλώ, σε κάθε περίπτωση, να μην γίνει η παραμικρή αποσπασματική, διαστρεβλωτική, κακόπιστη ή άλλως πώς αντιδεοντολογική παράθεση ή σχολιασμός των θέσεών μου. Παρακαλώ, επίσης, να μην κακοποιηθώ από τις στήλες σας, να μην παρατεθούν απόψεις μου αποσπασματικά και να μου παρασχεθεί έγκαιρα πληροφόρηση για τον ακριβές περιεχόμενο των προαναγγελθέντων επιθέσεων ούτως ώστε να δοθεί η πρέπουσα και δέουσα απάντηση. Παρακαλώ, σε κάθε περίπτωση να δημοσιευτούν οι επιστολές μου προς τους ιούς και η παρούσα προς εσάς.
Με εκτίμηση
Παναγιώτης Ήφαιστος
20/2/2007
------------------------------------------------------------------------------------------------
(Δημοσιευμένο στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 4.3.2007, σ. 52).
Θέμα: «μεζούρα εθνικοφροσύνης» ή «μεζούρα αντιδεοντολογικής δημοσιογραφίας»;
Αναφορικά με την κριτική σας στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 19.2.2007
Κατά καιρούς παρακολουθώ τα άρθρα σα και τις έρευνές σας. Σέβομαι τις απόψεις σας ακόμη και όταν διαφωνώ. Όμως, ερωτώ: κάνω λάθος στην εκτίμησή μου πως στην γενικότερη «προοδευτική» (όπως εσείς οι ίδιοι φαίνεται να κατανοείτε αυτόν τον όρο) θεώρηση των πραγμάτων υποβόσκει ένας «αντι-ιμπεριαλισμός» και ένας «αντι-ηγεμονισμός»; Αν η απάντηση είναι καταφατική, τότε η επίθεση κατά όσων αντιδρούν στα «βιβλία ιστορίας» που επηρεάζονται από τις σχετικές ιστοριογραφίες είναι τουλάχιστον ατυχής και άστοχη, και οπωσδήποτε αντιφατική.
Συναφώς, αν ενδιαφέρεστε, διαβάστε στην διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/47.htm το θεμελιωμένο δοκίμιο του Jonathan Mowat και όλη την συναφή βιβλιογραφία στην οποία αυτός παραπέμπει. Εάν το διαβάσετε θα διαπιστώσετε τι ακριβώς υποκρύπτει η δήθεν ειρηνιστική «κριτική κονστρουκτιβιστική» «ιστοριογραφία» που με τόση βιασύνη υπερασπιστήκατε. Πρόκειται για πασίγνωστα φαινόμενα και η γνώση τους βοηθά στην κατανόηση των κύριων χαρακτηριστικών των σύγχρονων στρατηγικών προσεγγίσεων των ΗΠΑ. Επιτρέψτε να περιγράψω κάποιες πτυχές: Πολλά νήματα διεθνικών χρηματοδοτήσεων φθάνουν μέχρι τους πιο απομακρυσμένους υπόγειους διαδρόμους του αμερικανικού Πενταγώνου και σε πλήθος «σόρους, σοράκια και κοράκια» του κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτου διεθνικού υποκόσμου (και σε πολυδαίδαλες χρηματοδοτήσεις «αθώων» και «λιγότερο αθώων» ιδρυμάτων στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, και όχι μόνο). Αυτή η περιγραφή δεν σχετίζεται με συνομωσιολογικές ερμηνείες της ιστορίας. Αφορά την κυριότερη στρατηγική των αμερικανών τις τελευταίες δεκαετίες (δηλαδή αυτή της «μαλακής ισχύος»). Όσοι δεν κατανοούν αυτή την καίρια πτυχή της σύγχρονης διεθνούς πολιτικής, πιθανότατα άθελά τους, γίνονται βοηθητικά «εξαρτήματα μαλακής ισχύος» των πιο αντιδραστικών δυνάμεων του διεθνικού υποκόσμου και ποικίλων «υπηρεσιών» ή «ιδρυμάτων» που συστηματικά επιδιώκουν να (επι)στρατεύσουν τους αναρίθμητους πλέον διεθνικούς δρώντες.
Ερωτώ: Τι είναι προτιμητέο, τίμιο και ορθό; Ασκητικοί κα αξιολογικά ελεύθεροι ακαδημαϊκοί που αναζητούν την ιστορική αλήθεια στην βάση βάσιμων προσεγγίσεων; Ή, αντίθετα, αυτιστικές, στρεβλές και διαστρεβλωτικές ιστοριούλες «διεθνικά» χρηματοδοτούμενες από τις πιο μυστηριώδεις πηγές συμπεριλαμβανομένων των «ιδρυμάτων» του κερδοσκόπου Σόρος. Στην διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/59.htm θα βρείτε δική μου ανάλυση στην οποία θα διαπιστώσετε ότι οι αντιδράσεις πολλών από εμάς δεν σχετίζονται με εμμονές στην μια ή άλλη «εθνική ιστοριογραφία». Αυτό, εξάλλου, θα ήταν αντιφατικό, μιας και κύριος άξονας της κριτικής των περισσότερων αντιρρήσεων που εκφράστηκαν είναι ότι μόνο η αξιολογικά ελεύθερη ιστοριογραφία είναι έγκυρη και αξιόπιστη. Ουσιαστικά, το μόνο που υποστηρίζεται είναι ότι καλή ιστορία είναι αυτή που αποτυπώνει με ακρίβεια τα ιστορικά γεγονότα.
Γιατί, εξάλλου, παραβλέπετε το γεγονός ότι οι συγγραφείς των βιβλίων ιστορίας που χρηματοδοτεί το μυστήριο CDRSEE δηλώνουν δημόσια ότι «διαχειρίζονται» την ιστορική γνώση για να επιφέρουν συγκεκριμένα πολιτικά αποτελέσματα; Είναι αυτό βάσιμη επιστημονική προσέγγιση; Γνωρίζετε εσείς κάποιο σοβαρό ιστορικό που να θεωρεί την προγραμματική ιδεολογική δέσμευση του ιστοριογράφου μεθοδολογικά ορθή;
Επιτρέψτε επίσης να επισημάνω ότι αδικείτε όσους αντέδρασαν με το να ισοπεδώνονται οι πάντες και τα πάντα. Αυτοί που αντέδρασαν δεν είναι όπως το εμφανίσατε, ένα περίπου τσούρμο «αυτόκλητων εθνικοφρόνων». Είναι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων όλου του ιδεολογικού και πολιτικού φάσματος που δεν θέλει, πίσω από την ιστοριογραφία που ρέει στα δημόσια σχολεία να βρίσκονται χρηματοδοτήσεις με νήματα που φθάνουν μέχρι τα στρατηγεία της μαλακής ισχύος στις ΗΠΑ ή αδιαφανών κερδοσκόπων όπως ο Σόρος. Θέλουν την ιστορία που διαβάζουν τα παιδιά τους να την γράφουν αξιολογικά ελεύθεροι, αδέκαστοι και ανεπηρέαστοι επιστήμονες. Η σύγκλιση απόψεων για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα ετερόκλητων ατόμων δεν σας νομιμοποιεί, προφανώς για λόγους εντυπώσεων, να τους τσουβαλιάζεται εξομοιωτικά και ισοπεδωτικά, για να στηρίξετε αυτό που προφανώς ευνοείτε, δηλαδή τα «κριτικά» θεωρήματα και ιδεολογήματα. Δικαίωμα έκφρασης αντιρρήσεων κατά της παρακμής έχουν όλοι, ανεξαρτήτως ιδεολογικής, φιλοσοφικής ή πολιτικής προτίμησης. Το τσουβάλιασμά τους για να κτυπηθεί η δίκαιη και ορθολογιστική αντίρρησή τους στα μάτια του δικού σας εξ αντικειμένου ετερόκλητου αναγνωστικού κοινού μόνο ηλίθιους μπορεί να ξεγελάσει. Εξάλλου, το γεγονός ότι εσείς διαφωνείτε με κάποιους που υπέγραψαν δεν σημαίνει ότι μπορεί να αφορίζετε τις ίδιες τις αντιρρήσεις ή να εγκαλείτε τις προθέσεις (το ίδιο θα έκαναν κάποιοι άλλοι για εσάς μιας και επικαλείστε τον Μεταξά για να στηρίξετε τον Κεμάλ ως απελευθερωτή, δεν το κατανοείτε;). Οι περισσότεροι «αυτόκλητοι εθνικόφρονες» (sic), σε τελευταία ανάλυση, ανεξαρτήτως ιδεολογικών και πολιτικών καταβολών, δικαίως διαμαρτύρονται γιατί εκτιμούν ότι οι προγραμματικά ιδεολογικά προκατειλημμένες ιστοριογραφικές τσαρλατανιές αποτελούν έσχατη επιστημονική κατάντια ζημιογόνα για την δημόσια πνευματική υγεία (και κυρίως την πνευματική υγεία των ανυποψίαστων παιδιών τους).
Εν τέλει, υποστηρίζεται από τους πλείστους «αντιρρησίες», καλή ιστορία είναι μόνο μια: η ακριβής αποτύπωση της πραγματικότητας. Και η ιστορική πραγματικότητα ρέει αίμα, κυρίως αίμα όσων επαναστάτησαν κατά των φασιστικών πολυεθνικών αυτοκρατοριών και κατά των αποικιοκρατών. Αυτό το αίμα είναι ιστοριογραφικά σημαντικό να τονιστεί και να αναδειχθεί, όχι να υποβαθμιστεί ή εξαφανιστεί. Αυτό ακριβώς το αίμα αποτέλεσε την κύρια διαμορφωτική και κινητήρια δύναμη που επέτρεψε σ’ όλους τους κυρίαρχους λαούς να απολαμβάνουν σήμερα την συλλογική τους ελευθερία και την συλλογική τους ετερότητα. Η ακριβής μνημόνευση αυτών των καταστατικών (για την ελευθερία-ανεξαρτησία των σημερινών κυρίαρχων κοινωνιών) ιστορικών γεγονότων, ενισχύει το φρόνημά τους για την ανεξαρτησία τους (κάτι που προφανώς ενοχλεί μερικούς εντός και εκτός συνόρων …). Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί ιστοριογραφική ιεροσυλία να υποβαθμίζονται ή να αποκρύπτονται σημαντικά ιστορικά γεγονότα όπως οι επαναστάσεις ελευθερίας και οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες (θυμίζω ότι πρωτεργάτιδα τέτοιων επιστημολογικών ανοσιουργημάτων τα θέλει ιστοριογραφικά υποβαθμισμένα γιατί … ρέουν αίμα).
Εκφράζοντας αντιρρήσεις γι’ αυτές τις επιστημολογικές τσαρλατανιές, στο δικό μου σημείωμα αλλά και σε πολλά άλλα κείμενά μου, περιγράφω το γεγονός ότι η «κριτική κονστρουκτιβιστική» ιστοριογραφία προγραμματικά τα υποβαθμίζει ή τα αποσιωπά. Αυτή η «κριτική» στάση δεν συνδέεται με κάποια βάσιμη επιστημολογική επιλογή αλλά με συγκεκριμένες ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές ελάχιστα επιστημονικές. Όπως επίσης τεκμηριώνω σε πολλές αναλύσεις μου –και όπως οι ίδιοι οι αμερικανοί δηλώνουν–, με τον ένα ή άλλο τρόπο η «κριτική κονστρουκτιβιστική» ιστοριογραφία αποτελεί στις μέρες μας το κυριότερο εργαλείο της στρατηγικής «μαλακής ισχύος» που στοχεύει στην υπονόμευση της αξίωσης των κυρίαρχων κοινωνιών για ανεξαρτησία, δηλαδή για συλλογική ελευθερία. Εσείς με ποια μεριά είστε; Σε τελευταία ανάλυση, αν κάποιος είναι κατά της ανεξαρτησίας των λιγότερο ισχυρών κοινωνιών και υπέρ των σκοπών των γερακιών των «πενταγώνων» ή διεθνικών σόρων, σορακιών και κορακιών, ας το πει ευθέως. Ας μη κρύβεται πίσω από ιστοριογραφικούς μανδύες ή ισοπεδωτικές και εξομοιωτικές κριτικές κατά όσων αιτιολογημένα αντιδρούν (και όλοι δικαιούνται να αντιδρούν χωρίς αυτό να τους εξομοιώνει).
Άγνοια για τα πιο πάνω είναι ανεπίτρεπτη, ιδιαίτερα όταν, επιτρέψτε μου να πω, η άγνοια μετατρέπεται σε ισοπεδωτική και δολοφονική κριτική. Αυτό ούτε δεοντολογικό είναι ούτε εξυπηρετεί την καλόπιστη δημοσιογραφική κριτική ή τον πολιτισμένο δημόσιο διάλογο.
Με τιμή
Παναγιώτης Ήφαιστος
18.2.2007
Υστερόγραφο
Εκ των υστέρων, πρόσεξα ότι στην σελίδα 54 παρατίθεται κομμάτι από την προαναφερθείσα ανάλυσή μου. Για δύο τουλάχιστον λόγους, δεν εκφράζει το νόημα του σημειώματός μου: Πρώτον, το 28 σελίδων σημείωμά μου έχει ως κύριο αντικείμενο όχι αυτό που τονίσατε αλλά την επιστημολογικά διάτρητη «κριτική κονστρουκτιβιστική» ιστοριογραφική προσέγγιση (παραπέμποντας μάλιστα στην ιστορική μέθοδο του Θουκυδίδη που αποδέχονται όλοι οι καλοί ιστορικοί). Το γεγονός ότι είναι (διεθνο)αναρχικών παραδοχών είναι σημαντικό και μπορεί να άγγιξε δικές σας ευαίσθητες χορδές αλλά κατέχει δευτερεύουσα θέση στο επίμαχο σημείωμά μου. Δεύτερον, κύρια πτυχή της δικής μου ανάλυσης, που όλως περιέργως παρακάμπτετε, είναι το γεγονός ότι επαληθεύεται η συνάφεια της «κριτικής κονστρουκτιβιστικής» ανάλυσης με την φασιστοειδή αμερικανική στρατηγική «μαλακής ισχύος». Εάν διαβάσετε προσεκτικά τόσο το κείμενό μου όσο και το δικό σας απόσπασμα στην σελίδα 54 θα διαπιστώσετε ότι το απόσπασμα που παραθέσατε δεν εκφράζει το γράμμα ή το πνεύμα του δικού μου σημειώματος (αλλά και άλλων κειμένων που κατά καιρούς γράφω). Σε κάθε περίπτωση, οι δικές μου –αξιολογικά ελεύθερες– αντιρρήσεις καμιά σχέση δεν έχουν με κάποιου είδους «εθνικά ορθή ιστορία», όπως εσείς ισχυρίζεστε. Εξάλλου, για να είμαι πιο ακριβής, οι πλείστες αντιδράσεις στις οποίες παραπέμπετε –και τις οποίες αντιδεοντολογικά αναμιγνύετε αδιάκριτα και εξομοιώνετε αφοριστικά– δεν αναφέρονται σε «εθνικά κριτήρια» αλλά στο γεγονός ότι εισρέουν ιδεοληψίες και ιδεολογήματα που υπονομεύουν την ακριβή αποτύπωση των ιστορικών γεγονότων. Η διόρθωση κάποιων ιστορικών λαθών, δεν περνά μέσα από την ιδεοληπτική διαστρέβλωσή των κύριων και διαμορφωτικών ιστορικών γεγονότων. Εκτός λοιπόν και αν για κάποιους περίεργους λόγους θέλετε να διαστρεβλώνετε τις απόψεις αυτών στους οποίους παραπέμπετε (κάτι που θέλω να πιστεύω ότι δεν συμβαίνει), καλά θα κάνετε όταν αναφέρεστε σε μένα να διαβάζετε πιο προσεκτικά τις θέσεις μου, καθώς και τις δεκάδες ακαδημαϊκά βιβλία, άρθρα και δοκίμια που τις στηρίζουν.
-----------------------------------------------------------------
Προς: Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Συντακτική ομάδα ΙΟΥ
Κοινοποίηση: Διευθυντές κ Φυντανίδη και κ Γιάννη Βλαστάρη
Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου και ταυτόχρονα την ικανοποίησή μου για την δημοσίευση της επιστολής μου. Αυτό, εκτιμώ, βοηθά να αναπτυχθεί ένας καλύτερος και πιο πολιτισμένος διάλογος. Ταυτόχρονα, επειδή γράψατε ότι θα συνεχίσετε την έρευνα στο ζήτημα αυτό, επιτρέψτε μου, συντομογραφικά, να σας θέσω υπόψη –έστω και αν διαφωνείτε με πολλές δικές μου απόψεις, απλά για να βοηθήσω– μερικές σκέψεις.
Πρώτον, θεωρώ λογικό σφάλμα να συνδέονται διαφορετικά άτομα, διαφορετικές ομάδες και διαφορετικές ιδεολογίες με μόνο το γεγονός ότι όλοι εναντιώνονται στην επίμαχη «κριτική» αναθεωρητική ιστοριογραφία. Δεν πρόκειται, όπως γράψατε, για «ad hoc συμπράξεις παλιών και νέων εθνικοφρόνων σε μια πλειάδα υποθέσεων που συγκροτούν (ή τείνουν να συγκροτήσουν) ένα νέο πολιτικό υποκείμενο με ιδιάζοντα χαρακτηριστικά». Τέτοιο άλμα συλλογισμών συνεπάγεται είτε τεράστιο λογικό σφάλμα είτε απύθμενη και σκόπιμη κακοπιστία. Είναι νομίζω πασιφανές ότι σε σύγκριση με κάθε άλλη περίπτωση, υπάρχει μια σημαντική και ουσιαστική ειδοποιός διαφορά: Αφορά την πολιτική κυριαρχία-συλλογική ανεξαρτησία, δηλαδή την συλλογική ελευθερία μιας κοινωνίας. Αυτού του είδους η ελευθερία, είναι ηθικά αμάχητη και εξ αντικειμένου υπερτίθεται φιλοσοφικών ή άλλων παραδοχών στο εσωτερικό μιας ελεύθερης κοινωνίας. Είναι οντολογικά θεμελιωμένη, αφορά την ελευθερία όλων των πολιτών ανεξαρτήτως φιλοσοφικών παραδοχών και η απώλειά της σημαίνει, βασικά, επάνοδο σε καθεστώς υποτέλειας ή και δουλείας. Κοινωνία χωρίς πολιτική ανεξαρτησία σημαίνει υπόδουλη κοινωνία. Επιπλέον, βρίσκεται στα οντολογικά θεμελιωμένα θεμέλια του διακρατικού συστήματος και των θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου περί ισοτιμίας, μη επέμβασης και δικαιώματος εσωτερικής αυτοδιάθεσης. (βλ. τεκμηρίωση ιδ. http://www.ifestos.edu.gr/7.htm ιδ. κεφ. 2-4). Όπως υποστηρίζω σε χιλιάδες δημοσιευμένες σελίδες που είστε ελεύθεροι να μελετήσετε, είναι οντολογικού περιεχομένου η συλλογική ανθρώπινη ελευθερία (και κατά προέκταση η συνεπακόλουθη ανεξαρτησία μιας κυρίαρχης κοινωνίας που για να είναι πολιτικά κυρίαρχη σημαίνει ότι αποτίναξε τον κατεξουσιαστικό αυτοκρατορικό ζυγό). Όντως, στο εσωτερικό κάθε κυρίαρχης Πολιτείας μπορούν να συνυπάρξουν και να παλέψουν για τις ιδέες τους και για τις φιλοσοφικές τους παραδοχές όλα τα άτομα και όλες οι ομάδες όλων των ιδεολογιών και όλων πεποιθήσεων (επειδή ακριβώς είναι συλλογικά ελεύθερα και μπορούν να ασκήσουν αυτό το δικαίωμα απαλλαγμένοι εξωγενών κατεξουσιαστικών αξιώσεων). Να παλέψουν για τις ιδέες τους, για τα καθεστώτα που προτιμούν και για το εν γένει είδος της διανεμητικής δικαιοσύνης που θα διέπει το κυρίαρχο κοινωνικοπολιτικό τους σύστημα. Αυτή η αξιολογικά ελεύθερη διαπίστωση δεν συνεπάγεται μια οποιαδήποτε ιδεολογική θέση. Αν λοιπόν πριν ασκήσετε εξομοιωτική κριτική διαβάζατε κείμενά μου, θα διαπιστώνατε ότι η αξιολογικά ελεύθερη παραδοχή που στηρίζει τις ακαδημαϊκές μου αναζητήσεις εξ αντικειμένου στερείται πολιτικής υπουλότητας, ιδεοληψίας ή προπαγανδιστικής πρόθεσης. Δεν μπορεί επίσης να συσχετιστεί με τις ιδεολογίες και τις φιλοσοφικές του ενδοκρατικού πολιτικού αγώνα. Στην αντίθετη περίπτωση, ο ακαδημαϊκός μετατρέπεται σε μεταμφιεσμένο φορέα ιδιοτελούς προπαγάνδας που υπονομεύει τον ορθολογισμό όσων θέλουν να στοχαστούν ελεύθερα. Μια τέτοια επιστημολογία, εξάλλου, τονίζει απερίφραστα ότι κανένα πρόβλημα δεν θα υπήρχε να δημιουργηθεί ένα παγκόσμιο ρυθμιστικό σύστημα. Κάτι τέτοιο, όμως, προϋποθέτει μια παγκόσμια κοινωνία που θα νομιμοποιούσε ένα παγκόσμιο κοινωνικοπολιτικό σύστημα και ένα παγκόσμιο μη κατεξουσιαστικό σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης. Ένα τέτοιο σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης θα μπορούσε να φορέσει οποιοδήποτε συμβατικό ιδεολογικό φόρεμα φτάνει να είναι μη κατεξουσιαστικό. Συνεπώς, το πρόβλημα της «παγκόσμιας ενότητας» δεν το έχει ο επιστήμονας που συναρτά το Πολιτικό γεγονός με το κοινωνικό περιβάλλον αλλά αυτός που θέλει τον κόσμο κοινωνικοπολιτικά ενοποιημένο χωρίς προηγουμένως να προτείνει μια διαδικασία μη γενοκτονικής και μη κατεξουσιαστικής παγκόσμιας ενοποίησης.
Δεύτερον, η επιλεκτικότητα-μεροληψία στην χρήση των πηγών που οι «κριτικοί» ομολογούν δημόσια και η διακηρυγμένα ιδεολογικά κατευθυνόμενη διαχείριση των συμπερασμάτων, εξ ορισμού αποτελεί ανεπίτρεπτη επιστημονική τσαρλατανιά, θέση με την οποία αναμένω να συμφωνεί κάθε λογικός και μορφωμένος άνθρωπος. Έστω και αν δύο ή περισσότερα άτομα διαφωνούν για τον επιδιωκόμενο τρόπο κοινωνικοπολιτκής δόμησης μιας κοινωνία (ή και του κόσμου ολόκληρου), είναι ζήτημα απλής λογικής να συμφωνούν όλοι ότι η επιλεκτική διαχείριση των πηγών και των συμπερασμάτων δεν οδηγεί σε επιστημονικά θεμελιωμένη ιστορία αλλά σε ιδεολογικοπολιτική προπαγάνδα. Εσείς ή κάποιος άλλος, γιατί να την ευνοεί; Ο επιστημονικός στοχασμός απαιτείται να παραμένει αδέκαστος και ανεπηρέαστος έξωθεν εισροών που δυνατό να τον διαφθείρουν. Η συμμετοχή σε μυστήριους διεθνικούς οργανισμούς που χρηματοδοτούν ακόμη και κακόφημοι δρώντες όπως ο κερδοσκόπος Σόρος ή κάποια ελάχιστα διαφανή «ιδρύματα» τα νήματα των οποίων οδηγούν σε «υπηρεσίες κρατών», εκ προοιμίου, υπονομεύει την αξιοπιστία και την εγκυρότητα ενός κειμένου με επιστημονικές αξιώσεις. Όταν επισημαίνω τα πιο πάνω αυταπόδεικτα κριτήρια και παράγοντες αναμένω πως είναι κατανοητά από κάθε νοήμονα και πως κάθε καλόπιστη κριτική θα λάβει υπόψη πως δεν συνδέονται με συμβατικές, εθνικές ή άλλες, κατηγοριοποιήσεις. Ούτε μπορούν επίσης αυτές οι θέσεις να εξισώνονται με επιστημονικά μεταμφιεσμένη πολιτική προπαγάνδα. Αν υπάρχει κάτι που εύκολα μπορεί κανείς να συναγάγει ως πολιτικό συμπέρασμα είναι οι ρητές αντι-ηγεμονικές προεκτάσεις των συμπερασμάτων που οι πολίτες κάθε βιώσιμης ελεύθερης κοινωνίας ανεξαρτήτως ιδεολογικοπολιτικών πεποιθήσεων υιοθετούν ως έσχατη κοινή παραδοχή. Τέτοιες αντι-ηγεμονικές προεκτάσεις δεν έχουν ιδεολογικό χρώμα: α) Συναρτώνται με την συλλογική ελευθερία-ανεξαρτησία που πάντοτε κερδίζεται με αντι-ηγεμονικό αγώνα, β) είναι ηθικά αμάχητες γιατί είναι οντολογικά θεμελιωμένες και γ) αποτελούν στόχο όσων άμεσα ή έμμεσα, ρητά ή ψιθυριστά και συνειδητά ή ασυνείδητα (επι)στρατεύονται στις –όπως οι διεθνολόγοι της θουκυδίδειας παράδοσης τις ονομάζουν– διεθνοφασιστικές αξιώσεις.
Τρίτον, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον επιπλέον –και πάλιν ανεξάρτητα των ιδεολογικών θέσεων του καθενός– να διακριβωθεί και να εκτεθεί στον δημόσιο διάλογο το γεγονός ότι οι διεθνικοί δρώντες δεν είναι όλοι αλτρουιστικές αγγελικές υπάρξεις οι οποίες το μόνο για το οποίο νοιάζονται είναι να μην ρυπαίνεται το περιβάλλον. Συχνά οι δραστηριότητες πολλών διεθνικών δρώντων, και μάλιστα εν αγνοία τους, συνδέονται με άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα που καμιά σχέση δεν έχουν με την ειρήνη, την συνεννόηση των λαών, το διεθνές δίκαιο, την ειρηνική επίλυση των διαφορών και τις βάσιμες ή αβάσιμες διεθνιστικές ιδεολογίες (βλ. http://www.ifestos.edu.gr/47.htm και http://www.ifestos.edu.gr/30.htm). Όπως εξάλλου έχει τεκμηριώσει σαρωτικά και βαθύτατα η θουκυδίδεια (ρεαλιστική) διεθνολογική παράδοση (Carr, Wight, Κονδύλης et al), αυτές οι ιδεολογίες συχνά αν όχι πάντοτε αποτελούν τον εύχρηστο μανδύα καταχρηστικών ηγεμονικών συμφερόντων της κάθε ιστορικής συγκυρίας.
Εάν λοιπόν επιθυμείτε να ασχοληθείτε με τις αξιολογικά ελεύθερες θεωρήσεις μου –που ως τέτοιες αποκλείεται να θίγουν οποιαδήποτε ιδεολογία ή άλλη παραδοχή κοινωνικοπολιτικά ενταγμένη– όχι μόνο είστε ελεύθεροι να το κάνετε αλλά επιπλέον σας ενθαρρύνω. Πολύ θα χαρώ, για παράδειγμα, να μάθω σε τι θα μπορούσε να διαφωνήσει ένα λογικό άτομο όταν υποστηρίζω α) ότι: η ανεξαρτησία που κατακτήθηκε με αγώνες ελευθερίας κατά δυναστικών καθεστώτων είναι ηθικά αμάχητη, β) ότι: οι αγώνες αυτοί ιστοριογραφικά είναι σημαντικοί επειδή αποτελούν τις κινητήριες διαμορφωτικές δυνάμεις του ιστορικού γίγνεσθαι τις οποίες ένα καλό ιστορικό κείμενο δεν παρακάμπτει, παραβλέπει ή (σκόπιμα) διαστρεβλώνει, γ) ότι: η ιστοριογραφία πρέπει να είναι στερημένη οποιονδήποτε υποκειμενικών κριτηρίων και να αποτυπώνει με ακρίβεια την πραγματικότητα, δ) ότι: η ιδεολογικοποιημένη ιστοριογραφική υπονόμευση αυτών των αγώνων ελευθερίας υπονομεύει την ανεξαρτησία μιας κυρίαρχης κοινωνίας και αποδυναμώνει τις αντιστάσεις κατά των εκάστοτε ηγεμονικών αρπακτικών του διεθνούς συστήματος και ε) ότι: η (διακηρυγμένη μάλιστα) μεροληπτικότητα είναι βαθύτατα προβληματική τόσο από άποψη επιστημονικού ήθους, επιστημονικής δεοντολογίας και επιστημονικής εγκυρότητας όσο και από άποψη πολιτικής ηθικής. Εύλογα προσδοκώ και αναμένω όλοι ανεξαιρέτως να συμφωνούν με αυτές τις καθολικά και οικουμενικά λογικές απόψεις.
Όταν κανείς υπερασπίζεται την συλλογική ελευθερία μιας κυρίαρχης κοινωνίας δεν χωρούν ιδεολογικές και φιλοσοφικές διαφορές. Δεν αμφιβάλλω ότι θα βρείτε πολλούς λύκους μεταμφιεσμένους με προβιές προβάτων που για να εξυπηρετήσουν προσωπικές ιδεοληψίες ή απτά συμφέροντα βάλλουν κατά αξιολογικά ελεύθερων θεωρήσεων όπως οι πιο πάνω. Είναι άχαρο κανείς χωρίς να το κατανοεί να γίνεται εργαλείο τους με αποτέλεσμα να διαφθείρει τον δημόσιο διάλογο και να προκαλεί ποταμούς πολιτικού και ιδεολογικού αποπροσανατολισμού. Προσέξτε παρακαλώ: Δεν υπάρχει σήμερα πιο ανορθολογική και ζημιογόνα τσαρλατανιά από την επιστημονικά μεταμφιεσμένη –συνήθως με ονόματα όπως «κριτική ιστοριογραφία ή κριτικοί κονστρουκτιβιστές»– «διεθνολογική» και ιστοριογραφική προπαγάνδα. Μπροστά της η «ιατρική τσαρλατανιά» είναι παιδική χαρά. Η ιατρική τσαρλατανιά δυνατό να σκοτώσει μερικά μόνα άτομα πριν συλληφθεί και καταδικαστεί ενώ η διεθνολογική τσαρλατανιά προκαλεί εκατόμβες. Πολύ περισσότερα, ασφαλώς, είναι τα στοχαστικά της θύματα που τελικά βυθίζονται αθεράπευτα μέσα σε δίνες θεμελιωδών συγχύσεων. Αν θέλετε λοιπόν να πυροβολείτε είναι προνόμιό σας αλλά όχι τον «πιανίστα» ή τις πραγματολογικά θεμελιωμένες θεωρήσεις του. Κυρίως, αν και αυτό ομολογουμένως απαιτεί μελέτη μερικών χιλιάδων σελίδων, παρακαλώ θερμά να μην αλλοιώνετε το γράμμα και το πνεύμα των θεωρήσεών μου.
Αναμφίβολα, αν και αργοπορημένα, επιτέλους άνοιξε μια ουσιαστική συζήτηση για κεντρικά ζητήματα που αφορούν όλα τα κράτη της περιφέρειάς μας, καθώς και το ευρύτερο διεθνές σύστημα. Παραδόξως, αυτό οφείλεται στην αφέλεια και στον υπερβολικό ζήλο ιστοριογράφων που καβαλικεύοντας διεθνικά καλάμια, δονκιχωτικά θέλησαν να γίνουν ιστοριογραφικοί-βασιλιάδες. Ατύχησαν! Σε κάθε κοινωνία είναι πολλοί αυτοί που στο τέλος αντιλαμβάνονται ότι η διχοτόμος δεν είναι μεταξύ αριστερών και δεξιών (ή οπαδών κάποιας άλλης αντίστοιχης και ανάλογης παραδοχής) αλλά μεταξύ λογικής και παράλογου. Στην μια πλευρά βρίσκονται όσοι θεωρούν την συλλογική ελευθερία-ανεξαρτησία σημαντική και ηθικά αμάχητη. Στην άλλη όσοι –όπως για παράδειγμα ο κερδοσκόπος Σόρος της ανοικτής δήθεν κοινωνίας ή οι σκοτεινές (και συχνά ανεξέλεγκτες) υπηρεσίες υπερατλαντικών (ή άλλων) υπηρεσιών– βρίσκουν όσοι ψάχνουν για ερείσματα «μαλακής ισχύος» που θρέφουν άνομες και καταχρηστικές ορέξεις. Ο σκοπός των δεύτερων, βασικά είναι η αποδυνάμωση των κοινωνιών υποψήφιων κρατών-θυμάτων για να τις καταστήσουν εύκολη λεία των ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος. Στις μέρες μας, αφού πλέον οι λεγόμενες κοινωνικές επιστήμες άφησαν πίσω πάγιους ακαδημαϊκούς κώδικες και δεοντολογίες, ουκ ολίγοι φορείς ακαδημαϊκών τίτλων περιπατούν αμέριμνοι μέσα στο ναρκοπέδιο της επιστημονικά μεταμφιεσμένης ιδεολογικοπολιτικής προπαγάνδας. Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο: Οι στρατηγιστές των ηγεμονικών δυνάμεων χωρίς χρονοτριβή άρχισαν το κυνήγι αναρριχητών, μωροφιλόδοξων, ημιμαθών και αφελών νεροκουβαλητών ηγεμονικών αξιώσεων. Αλιεύουν επιδέξια στο αναρίθμητο πλήθος επιστημόνων ή δήθεν επιστημόνων του αχανούς διεθνικού χώρου όπου ποικιλόχρωμοι περιπατητές αναζητούν την προσωπική τους τύχη. Οι τελευταίοι, όμως, εκτός του κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτου χαρακτήρα των διεθνικών πολιτικών δραστηριοτήτων, όταν επιστρέφουν στην χώρα τους μπορούν να οχυρώνονται και να ασχημονούν επιστημονικά στο εσωτερικό του αναγκαίου και μη εξαιρετέου οχυρού της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας. Κανείς όμως δεν έχει την πολυτέλεια να ξεχάσει ότι συνολικά και πάντοτε, ότι στρέφεται κατά της Ύπαρξης μιας κοινωνίας και κατά της αξίωσής της για πολιτική κυριαρχία-ελευθερία, στο τέλος συνθλίβεται από τις κοινωνικές αντιστάσεις που σ’ αυτή την περίπτωση δεν έχουν ιδεολογικό χρώμα! Σεβόμενος τις δικές σας απόψεις ακόμη και όταν διαφωνώ, θα έλεγα ότι καλά θα κάνετε να λάβετε τα πιο πάνω πολύ σοβαρά υπόψη και να αναλογιστείτε το πραγματικό δίλημμα: Υπέρ του πραγματικού νοήματος της ανθρώπινης ελευθερίας στις διεθνείς σχέσεις ή υπέρ των αρπακτικών που την στοχεύουν. Συνήγοροι της ασκητικής επιστημονικής ενασχόλησης ή δικηγόροι των κατά τόπους ποικιλόχρωμων συνειδητών ή ασυνείδητων νεροκουβαλητών των ηγεμονικών αξιώσεων;
Με τιμή
Παναγιώτης Ήφαιστος
4.3.2007
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Πηγή: http://www.lygeros.org/Ellas/antifwniths_200702.htm / ΑΝΤΙΦΩΝΙΤΗΣ 02/2007
Κλικ εδώ για μετάβαση στα περιεχόμενα
-------------------------------------------------------------------------------------------------
Η διαμάχη για τα βιβλία ιστορίας, οι πανεπιστημιακοί και οι "κριτικοί κονστρουκτιβιστές"
(Αναρτημένο επίσης στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/59.htm)
2. Δογματισμός, ακρότητα και αυτοαναφορικότητα.
4. «Μεταμοντέρνος χυλός» και ανοίκειες μεθοδεύσεις που … ρίχνουν τον Θουκυδίδη στον Καιάδα
5. Ακαδημαϊκή εγκυρότητα και ο κίνδυνος για ανάδυση ενός επιστημονικού-ακαδημαϊκού τέρατος
7. Η μόδα της «κριτικής» ιστορικής ανεκδοτολογίας: τσαρλατανιές versus επιστήμη
8. «Κριτικοί κονστρουκτιβιστές»: Μαλακή ισχύς στο οπλοστάσιο των διεθνοφασιστικών αξιώσεων
-------------------------------------------------------------------------
1. «Μαϊντανοί των επιφυλλίδων», μονόλογοι, ιστοριογραφία και «διάλογοι που θυμίζουν χοιροστάσιο».
Αναίτιες λυσσασμένες επιθέσεις από επιφυλλίδες και οι ακρότητες μιας μικρής ομάδας φορέων πανεπιστημιακών τίτλων δημιουργούν την εντύπωση ότι η ελληνική πανεπιστημιακή κοινότητα στο σύνολό της διολισθαίνει στον κατήφορο της ιστοριογραφικής και διεθνολογικής τσαρλατανιάς, των υβριστικών υπονοουμένων και των ανοίκειων χαρακτηρισμών. Λόγω των μαζικών εντυπώσεων που δημιουργεί αυτή η εργολαβική παραγωγή επιφυλλίδων ευτελούς ποιότητας διανθισμένων με μύδρους, υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς και γενικευμένους ιδεολογικοπολιτικούς αφορισμούς, πολλοί δυνατό να νομίσουν ότι όλοι οι πανεπιστημιακοί είναι οι ίδιοι και ότι κύρια χρησιμότητα του πανεπιστημιακού τους τίτλου είναι η ακαδημαϊκή μεταμφίεση γνωμών και προπαγανδιστικών εκλογικεύσεων. Δυνατό πολλοί να νομίσουν, επίσης, ότι ενασχόληση των περισσοτέρων πανεπιστημιακών δεν είναι η αξιολογικά ελεύθερη αναζήτηση της αλήθειας και η ασκητική προσήλωση στο ακαδημαϊκό τους λειτούργημα αλλά η διαμέσου των εφημερίδων εργολαβική υπονόμευση θεμιτών και νομιμοποιημένων συμφερόντων των κρατών της περιφέρειάς μας με στόχο την πρόκληση διεθνών αλλαγών που εξυπηρετούν άνομα και καταχρηστικά ηγεμονικά συμφέροντα.
Ακόμη χειρότερα, οι συχνοί ανοίκειοι χαρακτηρισμοί, οι ακρότητες, οι εξτρεμισμοί και οι δολοφονικές γενικεύσεις δυνατό να δημιουργούν την εντύπωση ότι κύρια ενασχόληση των πανεπιστημιακών είναι οι επιστημονικές και πολιτικές δολοφονίες σ’ ένα πόλεμο όλων εναντίον όλων. Ας το ξεκαθαρίσουμε: Η σιωπηρή πλειονότητα των πανεπιστημιακών ούτε αρέσκονται να ερίζουν στις επιφυλλίδες ούτε θέλουν να ανταλλάσσουν ειρωνείες, χαρακτηρισμούς, ύβρεις, εξτρεμιστικές απόψεις και ανοίκεια υπονοούμενα. Αυτό δεν σημαίνει, όμως είτε ότι μπορούν να σιωπούν για πάντα είτε ότι στις ακρότητες και τους εξτρεμισμούς δεν μπορούν να αντιτάξουν αληθή και αιχμηρά επιχειρήματα για να αποκαλύψουν το πραγματικό προσωπείο των δραστών.
Είναι γεγονός ότι, σε συνδυασμό και με τα άλλα γνωστά προβλήματα του ελληνικού ακαδημαϊκού χώρου, η κοινωνία αρχίζει να μην έχει σε μεγάλη εκτίμηση τους Έλληνες πανεπιστημιακούς. Αυτό γιατί δημιουργείται η λανθασμένη εντύπωση πως οι περισσότεροι ακαδημαϊκοί, αντί ως όφειλαν να παρεμβαίνουν στην ιδεολογικοπολιτική διαμάχη κατ’ εξαίρεση και μόνο για σημαντικούς λόγους –κατά βάση μόνο όταν απειλείται η ανθρώπινη ελευθερία– είναι τελικά «μαϊντανοί» των επιφυλλίδων και των τηλεοπτικών πάνελ, μαχητές ευτελών πολιτικών συζητήσεων, μεταπράτες αντικοινωνικών ιδεολογημάτων, συνεταίροι διεθνοαναρχικών κύκλων και κράχτες άνομων και καταχρηστικών διεθνοφασιστικών συμφερόντων. Όποιος διαφωνεί με αυτιστικούς, φανατισμένους και επιστημονικά προβληματικούς μονολόγους, εξάλλου, στοχεύεται, πυροβολείται και συμβατικά δολοφονείται. Όπως έγραψε στις καλές του στιγμές διακεκριμένος Έλληνας συνταγματολόγος, ενώ ακόμη και η ζούγκλα υπόκειται σε κάποιους κανόνες ο δημόσιος διάλογος στην Ελλάδα τους στερείται: «Ο διάλογος καθορίζεται από τους οπλοφορούντες. Με τους οπλοφορούντες συμφωνείς ή εκτελείσαι. Χυδαιογραφούντες και χυδαιοπραγούντες αλλά και έμμεσα όσοι τους στηρίζουν (…) γενικεύουν τον διάλογο καθιστώντας έτσι πολλούς τμήμα μιας διαδικασίας που θυμίζει και μυρίζει χοιροστάσιο» («Το ΒΗΜΑ», 5.11.1995).
Για τους πιο πάνω και άλλους λόγους που θα γίνουν κατανοητοί στην συνέχεια, είναι πλέον αναγκαίο η σιωπηρή πλειοψηφία των Ελλήνων ακαδημαϊκών να αντιδράσει και να κάνει σαφές ότι οι γραφικοί «δημόσιοι διανοούμενοι» που πρωταγωνιστούν σε εμπαθείς επιφυλλίδες των εφημερίδων δεν εκφράζουν την ελληνική πανεπιστημιακή κοινότητα. Δεν την εκφράζουν οι γραφικοί μονόλογοι, οι φανατισμένες κραυγές και οι εμπαθείς πολιτικάντικες παρεμβάσεις. Δεν την εκφράζουν επίσης η ιστορική ανεκδοτολογία και οι απρεπείς επικλήσεις του πανεπιστημιακού τίτλου ως δήθεν αμάχητο τεκμήριο εγκυρότητας που νομιμοποιεί αντικοινωνικές και διόλου επιστημονικές θέσεις.
Η σιωπηρή πλειοψηφία των πανεπιστημιακών, εξάλλου, είναι παγερά αδιάφορη για το γεγονός ότι ένας μικρός αριθμός εκτροχιασμένων συναδέλφων τους «αξιοποιείται» από το παραταξιακό σύστημα για εκτόξευση κραυγών και πρόκληση εντυπώσεων. Πολύ λιγότερο εντυπωσιάζεται, ασφαλώς, αν ελληνικές κυβερνητικές υπηρεσίες διαπράξουν το ατόπημα να «αξιοποιούν» ήδη πολυθεσίτες πανεπιστημιακούς της διεθνικής διεθνοαναρχικής πιάτσας που ενδεχομένως σχετίζονται ακόμη και με τον τυχοδιώκτη κερδοσκόπο Σόρος ή που ηγούνται μη κυβερνητικών «ιδρυμάτων» (και που θα μπορούσαν ακόμη και να ήταν πρώην αξιωματούχοι «υπηρεσιών ασφαλείας» ξένων κρατών, ιδιότητα διόλου προβληματική, αν μετά την «αποστράτευση» έχουμε αφοσίωση στα αμιγή ακαδημαϊκά καθήκοντα αντί εργολαβικών παρεμβάσεων στα πολιτικά παζάρια και με τρόπο που βλάπτει νόμιμα και θεμιτά συμφέροντα ενδιαφερομένων κρατών).
Σίγουρα, η επιστημονική ένδεια μερικών επιφυλλίδων, τα υπονοούμενα μερικών κονδυλοφόρων και οι δολοφονικές τους ομαδοποιήσεις, δεν αφήνουν περιθώρια για σοβαρή συζήτηση μαζί τους. Αν ο υποφαινόμενος παρεμβαίνει με το παρόν σύντομο σημείωμα δεν το πράττει γιατί καταδέχεται να συζητήσει μαζί τους ή να κατέβει στο επίπεδό τους. Η παρούσα παρέμβαση καθίσταται αναγκαία για να τονιστούν δύο τουλάχιστον ζητήματα:
Πρώτον, η αποφυγή της σιωπηρής πλειοψηφίας των Ελλήνων ακαδημαϊκών από τους διαπληκτισμούς και της ακρότητες που τελευταία παρατηρούνται στις εφημερίδες, δεν σημαίνει και αποδοχή της πνευματικής διαφθοράς που προκαλεί ο πασίδηλος κατήφορος μερικών συναδέλφων τους στις επιφυλλίδες. Αν και δυστυχώς το ακαδημαϊκό λειτούργημα παραπαίει, υπάρχουν πολλοί σοβαροί ακαδημαϊκοί που δεν θέλουν να είναι «μαϊντανοί των επιφυλλίδων» και κυρίως δεν θέλουν να συναγελάζονται με «Σόρους», «σοράκια»-«κοράκια» του αχανούς και συχνά άνομου διεθνικού (υπο)κόσμου. Δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο το επιστημονικό τους ήθος, η ακαδημαϊκή τους δεοντολογία και η ανάγκη να διαφυλάξουν το λειτούργημά τους από τους κρημνούς και τα βράχια των προπαγανδιστικών ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων. Σε τελευταία ανάλυση, κανονικώς εχόντων των πραγμάτων, ο ακαδημαϊκός μπορεί να αναμιγνύεται στην κοινωνικοπολιτική και διακρατική διαμάχη μόνο όταν κινδυνεύει η ανθρώπινη ελευθερία.
Δεύτερον, παρεμβαίνω επίσης για να υπενθυμίσω το γεγονός, δυστυχώς ελάχιστα γνωστό εκτός της διεθνολογικής κοινότητας, ότι πολλοί φορείς πανεπιστημιακών τίτλων στον χώρο των κοινωνικών επιστημών, αδιάφορο αν αυτό γίνεται συνειδητά ή ασυνείδητα, με τον ένα ή άλλο τρόπο υπηρετούν σκοπούς ελάχιστα επιστημονικούς. Το μεταμοντέρνο «κριτικό κονστρουκτιβιστικό» ρεύμα στο οποίο ουσιαστικά ανήκουν οι ηρακλειδείς των διεθνοαναρχικών «σορικών-ιδεολογημάτων» (βλ. http://www.ifestos.edu.gr/46.htm και http://www.ifestos.edu.gr/30.htm), στοχεύει στην υπονόμευση της εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας ως καθεστώτος του διακρατικού συστήματος και είναι πλέον σημαντική πηγή διεθνοαναρχικών τάσεων. Είναι επίσης, στην σύγχρονη «παγκοσμιοποιημένη» διεθνή συγκυρία, «εργαλείο μαλακής ισχύος» πασίγνωστων άνομων και ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος (δηλαδή διεθνοφασιστικών αξιώσεων). Αρκετά μέλη της συνονθυλευματικής τάσης των «κριτικών κονστρουκτουβιστών» εκκινούν από (διεθνο)αναρχικά ιδεολογήματα και φιλοσοφήματα τα οποία αν και άνευ σημασίας στις σοβαρές επιστημονικές συζητήσεις, αποτελούν εν τούτοις θανατηφόρο πολιτικό δηλητήριο για τον πολιτικό ορθολογισμό και την ανεξαρτησία-ελευθερία εκείνων των κοινωνιών των οποίων οι πολιτικές ηγεσίες είναι απρόσεκτες. Πιο συγκεκριμένα, αν και πολλές κοινωνίες κατέκτησαν την εσωτερική και εξωτερική τους κυριαρχία, δηλαδή την εθνική τους ανεξαρτησία που ενσαρκώνει την συλλογική τους ελευθερία, κάποιοι, στην βάση στρεβλών επιστημολογικών και «επιστημονικών» επιλογών, δεν κουράζονται να την υπονομεύουν συστηματικά, σκόπιμα και εργολαβικά. Ενίοτε το κάνουν γιατί είναι (επι)στρατευμένοι στο πλαίσιο διεθνικών χρηματοδοτήσεων και ενίοτε γιατί προπετώς πιστεύουν ότι μπορούν να είναι κοσμοπλάστες, οι αφελείς.
Στοιχειώδης πολιτικός ορθολογισμός, εν τούτοις, υποδηλώνει ότι η πολιτική κυριαρχία κάθε ανεξάρτητης κοινωνίας αποτελεί το μέσο διασφάλισής της κατά των ηγεμονικών αξιώσεων, κατά των αναθεωρητικών απειλών και κατά των πρακτικών που υπονομεύουν την θεμελιώδη αρχή του διεθνούς δικαίου περί διακρατικής ισοτιμίας και μη επέμβασης στα εσωτερικά άλλων κρατών. Αυτή η αρχή όσο περισσότερο εφαρμόζεται τόσο περισσότερο τα φιλειρηνικά κράτη κατορθώνουν να διατηρούν ισόρροπες και ισότιμες σχέσεις με τις υπόλοιπες χώρες, και αντίστροφα. Στην ιστορική διαχρονία ένας σημαντικός παράγοντας αστάθειας και πολέμου ήταν η επιδίωξη των ηγεμονικών κρατών να υπονομεύουν τις κοσμοθεωρίες και τις ηθικοκανονιστικές αρχές που στηρίζουν την αξίωση κυριαρχίας και ανεξαρτησίας λιγότερο ισχυρών και φιλειρηνικών κοινωνιών. Το ύστερο θανατηφόρο ιδεολόγημα, λοιπόν, που υποβαστάζεται από πλήθος παράγωγων θεωρημάτων και που στρέφεται κατά της εθνικής ανεξαρτησίας των φιλειρηνικών κοινωνιών ονομάζεται «κριτικός κονστρουκτιβισμός». Συμβολίζει και ταυτόχρονα ενσαρκώνει την ύστερη εκδοχή πνευματικής παρακμής στον χώρο των ταλαίπωρων κοινωνικών επιστημών. Των επιστημών, δηλαδή, που η ιστορία δείχνει πως ενίοτε δεν συμβαδίζει με τους οντολογικά θεμελιωμένους κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς και που συχνότατα μετατρέπεται σε εργαλείο φασιστοειδών, άνομων και καταχρηστικών αξιώσεων. Συνειδητά ή ασυνείδητα, οι «κριτικοί κοντστρουκτιβιστές», ιδιαίτερα όταν με θρασύτητα διακηρύττουν πως σκοπός τους είναι τα προτάξουν τα ιδεολογήματά τους στους κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς φιλειρηνικών αμυνομένων κρατών, αποτελούν στις μέρες μας τα κυριότερα πνευματικά φερέφωνα φασιστοειδών ηγεμονικών αξιώσεων. Στοχεύοντας στην ιδεολογική και πολιτική αποδόμηση των λιγότερο ισχυρών κρατών, βοηθούν έτσι στο να καταστούν τα τελευταία εύκολη λεία άνομων και καταχρηστικών ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος.
Εκτός και εάν αντικοινωνικές και φασιστοειδείς θεωρήσεις μπορούν να αποτελέσουν βάση επιστημονικής συζήτησης, παρακμιακές στοχαστικές τάσεις όπως αυτή των «κριτικών κονστρουκτιβιστών» υπονομεύουν, ουσιαστικά, τις κοινωνικές επιστήμες και μηδενίζουν την επιστημονική οντότητα αυτών που τις υιοθετούν. Κοντολογίς, όσοι προτάσσουν μεταφυσικά προσδιορισμένα πολιτικά δόγματα στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι των πολιτισμένων ανεξαρτήτων κρατών ανοίγουν κερκόπορτες στους κάθε είδους χιτλερισμούς και στους φασισμούς που απειλούν την ανεξαρτησία, δηλαδή την συλλογική ελευθερία των φιλειρηνικών κοινωνιών. Συνειδητά ή ασυνείδητα, αυτό ακριβώς το αποκρουστικό «πνευματικό έργο» επιτελούν τα ημέτερα βαλκάνια φερέφωνα ηγεμονικών αξιώσεων, όταν, ουσιαστικά, επιχειρείται όχι η βελτίωση της ιστορικής μας γνώσης αλλά η πολιτική ποδογέτησή της από εξωκοινωνικούς διεθνικούς δρώντες. Αντί ακριβούς περιγραφής των ιστορικών και κοινωνικών γεγονότων και δηλώνοντας δημόσια μάλιστα ότι αυτό ακριβώς κάνουν, διαχειρίζονται τις ιστορικές πηγές για να επιφέρουν πολιτικές αλλαγές, αναπόδραστα αναθεωρητικές, αποσταθεροποιητικές και καταστροφικές για τα συμφέροντα των λαών της περιοχής μας. Είναι αυτός ο σκοπός της επιστήμης; Είναι τέτοιες στάσεις και δράσεις συμβατές με την ακαδημαϊκή ιδιότητα;
Η παρούσα συντομογραφική παρέμβασή μου, λοιπόν, αποσκοπεί, στο να ξεσκεπάσει και να εκθέσει στην κοινή λογική το ξεπεσμένο και επιστημολογικά διεφθαρμένο χαρακτήρα της νέας μόδας στην ιστορική και διεθνολογική ανεκδοτολογία. Πρώτον, γιατί αντιβαίνει στον κοινό νου και στην διϋποκειμενική εμπειρία. Δεύτερον, γιατί κανείς δεν πρέπει να πέφτει στην παγίδα σπουδαιοφανών μεθοδολογικών διακηρύξεων που αποκλειστικό σκοπό έχουν την παραγωγή ιδεολογικών συνταγών που προτάσσονται στην κοινωνική βούληση. Όπως ήδη τονίστηκε, δεν υπάρχει περιθώριο διαλόγου σ’ αυτό το απελπιστικά χαμηλό επίπεδο επιστημονικών προδιαγραφών. Όμως, οι ευπρεπείς ακαδημαϊκοί στην Ελλάδα και ευρύτερα στα Βαλκάνια θα πρέπει να ενδιαφερθούν για ένα τουλάχιστον γεγονός. Ότι δηλαδή η μαζική και έξωθεν χρηματοδοτούμενη κυκλοφορία πνευματικών σκουπιδιών άρχισε να κατακλύζει το αναγνωστικό κοινό, την ελληνική βιβλιογραφία και τώρα τα μαθητικά μυαλά. Δημιουργούν ρυάκια στοχαστικών ρύπων που διαφθείρουν πνευματικά όχι μόνο αυτούς που δεν προσέχουν τι διαβάζουν ή τους ανυποψίαστους νεοεισερχόμενους ερευνητές που παγιδεύονται στην συμβατική αντίληψη πως όποιος υπογράφει ως ακαδημαϊκός είναι επιστημονικά έγκυρος, αλλά επίσης και τα παντελώς αθώα και ανεπηρέαστα μαθητικά μυαλά, μιας και οι ρύποι άρχισαν να εισρέουν στα σχολικά θρανία.
Η επίλυση του προβλήματος που δημιουργείται, πάντως, είναι ευθύνη λιγότερο των ακαδημαϊκών και μόνο στον βαθμό που μπορούν να ελέγξουν επιστημονικά ομάδες συναδέλφων τους οι οποίες όταν οχυρωθούν πίσω από ακαδημαϊκά άσυλα μπορούν να διολισθαίνουν στο διηνεγκές ανεξέλεγκτα στο βούρκο των ιδεολογημάτων, των προκαταλήψεων και των θεωρήσεων που εξυπηρετούν τον ηγεμονισμό της κάθε ιστορικής συγκυρίας. Αυτό έχει συμβεί συχνά στο παρελθόν και μάλλον θα συνεχίσει να συμβαίνει. Την κύρια ευθύνη φέρουν οι Πολιτειακοί και πολιτικοί φορείς. Οι τελευταίοι, μιας και τίποτα δεν μπορούν να κάνουν μπροστά στην πιθανή διολίσθηση από την ακαδημαϊκή ανεξαρτησία στην πανεπιστημιακή ασυδοσία και στην επιστημονική παρακμή, μπορούν εν τούτοις να διαφυλάξουν το δημόσιο αγαθό των πολιτειακών θεσμών από επιστημονικοφανείς εισροές θεωρημάτων που πασίδηλα διαφθείρουν την πνευματική υγεία ανυποψίαστων μαθητών.
Τα πανεπιστημιακά τμήματα θα συνεχίσουν άλλα να ανεβαίνουν, άλλα να κατεβαίνουν και άλλα να ανεβοκατεβαίνουν την κλίμακα των ποιοτικών βαθμίδων. Καμιά κοινωνία όμως και ποτέ δεν ήταν υποχρεωμένη να συμμορφώνεται στον Α ή Β ακαδημαϊκό παραλογισμό. Κυρίως, οι ιθύνοντες του Υπουργείου Παιδείας, έχουν χρέος να κλείσουν όλες τις κερκόπορτες στους κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτους διεθνικούς δρώντες οι οποίοι, όχι μόνο πασίδηλα κηρύττουν ιστοριογραφικές τσαρλατανιές, αλλά επίσης αναπτύσσουν την ιδεολογικοπολιτική τους δράση στηριζόμενοι στην χρηματοδότηση των πιο απίθανων χρηματοδοτών της αχανούς διεθνούς πολιτικής.
Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει καταντήσει σήμερα η δημόσια επικοινωνία, ακόμη και αν κάποιος είχε χρόνο, μεράκι και νεύρα για να αναλωθεί εκφράζοντας αντιρρήσεις στα μέσα επικοινωνίας, τα τελευταία «για κάποιους περίεργους λόγους» (που φαίνεται να μην είναι άσχετοι με την διαχρονικά αναλλοίωτη ξένη πολιτική εξάρτηση αυτής της χώρας), επιλέγουν να φιλοξενούν μονολόγους οπαδών ξεπεσμένων θεωρημάτων και ιδεολογημάτων που εξ αντικειμένου υπονομεύουν την εθνική ανεξαρτησία. Κατ’ εξαίρεση, λοιπόν, και χωρίς, τονίζω, να κάνω διάλογο με συγγραφείς κειμένων που μεταξύ άλλων χρηματοδοτούνται από ξένους κρατικούς και άλλους οργανισμούς και ιδρύματα όπως αυτά του κερδοσκόπου Σόρος, θα ήθελα εν τούτοις να διατυπώσω μερικά σύντομα σχόλια.
Εισερχόμενοι στο έτος 2007, οι υπολογιστές πολλών από εμάς κατακλύστηκαν από χιλιάδες ηλεκτρονικά μηνύματα από όλο τον κόσμο που γράφονται από ακαδημαϊκούς όλων των επιστημών αλλά και από άλλους πολίτες ελληνικής καταγωγής τρίτων κρατών. Σχεδόν όλοι, αναστατωμένοι διαμαρτύρονται έντονα επειδή το ελληνικό κράτος δέχεται να εισρέουν στα ελληνικά σχολεία ιστορικές αναλύσεις χαμηλών ποιοτικών προδιαγραφών, η συγγραφή των οποίων, μάλιστα, επηρεάζεται από φορείς επιστημονικών τίτλων που συναγελάζονται με κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτους διεθνικούς δρώντες, οργανισμούς, επιχειρήσεις και από «ιδρύματα» όπως αυτά του τυχοδιώκτη-κερδοσκόπου Σόρος. Αναμφίβολα, μερικές επιχειρήσεις και οργανισμοί συμμετέχουν καλή τη πίστη σ’ αυτό το αλλόκοτο χρηματοδοτικό συνονθύλευμα, χωρίς πιθανότατα να έχουν αντιληφθεί τι είναι αυτό που ακριβώς διακυβεύεται.
Σε κάθε περίπτωση, αυτές οι διεθνικές δραστηριότητες, για ένα αριθμό λόγων, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν αμιγώς ακαδημαϊκές-επιστημονικές: Είναι πρωτίστως πολιτικού χαρακτήρα δραστηριότητες και παρά το ότι είναι βαθύτατων διανεμητικών προεκτάσεων για ένα κοινωνικοπολιτικό σύστημα στερούνται εν τούτοις επαρκών κοινωνικοπολιτικών και επιστημονικών ελέγχων και εξισορροπήσεων. Ακόμη, ως βαθύτατα προπαγανδιστικού ιδεολογικοπολιτικού χαρακτήρα με βαθύτατες διεθνοπολιτικές προεκτάσεις διανεμητικών συνεπειών, επηρεάζουν δυσανάλογα τα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα κάποιων ασθενών κρατών των Βαλκανίων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα μηνύματα πολλών ελλήνων του διαδικτύου, οι οποίοι δεν είναι κατ’ ανάγκη όλοι τιτλούχοι των λεγόμενων «κοινωνικών επιστημών», δείχνουν να έχουν κατανοήσει αυτό που αντιλαμβάνεται κάθε άτομο προικισμένο με στοιχειώδη νοημοσύνη. Ότι δηλαδή η εργαλειακή ιδεολογικοπολιτική χρήση της ιστορικής γνώσης ως μέσου κατήχησης ανυποψίαστων μαθητών, φοιτητών και αναγνωστών είναι απαράδεκτη και πολιτικά ύποπτη. Θα πρόσθετα πως αντίθετα με τις αιτιάσεις και τις ύβρεις μερικών επιφυλλιδογράφων, οι εξεγερθέντες κατά της «κριτικής» ιστοριογραφίας θεωρούν απαράδεκτη την πολιτικοποίηση της ιστορίας με επιλεκτική χρήση των πηγών είτε αυτό γίνεται προς την μια κατεύθυνση είτε προς την άλλη. Ο υπογράφων ασφαλώς και συμφωνεί απόλυτα με αυτή την θέση. Ένα ζήτημα που δεν προέκυψε χθες και πάντοτε θα απασχολεί την ιστοριογραφία, είναι –όσο και να θέλουν να αποπροσανατολίσουν οι δράστες της διεθνικής-ιδεολογικοπολιτικής ιστοριογραφίας– η συγγραφή καλής ιστορίας και όχι η στρέβλωση της ιστορίας με την αθώωση των φασιστοειδών αυτοκρατορικών δυναστειών.
Το επιστημονικό έλλειμμα των υψιπετών κοσμοπλαστών που για κάποιους περίεργους λόγους γίνονται τα αγαπημένα παιδιά των κυριακάτικων εφημερίδων, των αντιπροσώπων ξένων κρατών, μερικών στελεχών πολιτικών κομμάτων και υπαλλήλων μερικών διεθνών οργανισμών, καταμαρτυρείται, μεταξύ άλλων, από τον κυριολεκτικά ακραίο, δογματικό, λυσσαλέο και απολίτιστο τρόπου που αντιμετωπίζουν την αντίθετη άποψη. Ο υποβόσκων φανατισμός προδίδεται από παντελώς απαράδεκτους χαρακτηρισμούς. Χαρακτηριστικά, όσοι δεν συμφωνούν μαζί τους, «θέλουν τις συγκρούσεις, «είναι συναισθηματικοί», «πάσχουν από ψυχώσεις και υποκρισία», «μας οδηγούν στην λογική των κουκουλοφόρων», κτλ. Τα απαράδεκτα άλματα συλλογισμών δεν λείπουν, όταν σημερινά πολιτικά ζητήματα όπως το μακεδονικό ή το κυπριακό και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις συνδέονται αυθαίρετα με το ζήτημα της διδαχής της ιστορίας. Ακόμη, η αποθράσυνση φθάνει σε τέτοιο σημείο ούτως ώστε κάποιοι με ύπουλα άλματα συλλογισμών, με απλουστευτικές γενικεύσεις και με γενικόλογες λανθασμένες αναφορές (πχ στο τι λέει ο ΟΗΕ, η ΕΕ ή η Ουνέσκο), γίνονται ευθέως απολογητές των φασιστοειδών πολυεθνικών αυτοκρατοριών του παρωχημένων εποχών υπονομεύοντας τα αποτελέσματα των αγώνων ανεξαρτησίας-ελευθερίας. Στο σημείο αυτό, και επειδή το καταφύγιο κάθε πολιτικής θεολογίας ήταν πάντοτε κάποια επέκεινα μεταφυσικά προσδιορισμένη αναγκαιότητα, είναι ίσως αναγκαίο να διευκρινίσουμε τρία πράγματα:
Πρώτον, αυτοί (και όλοι οι άλλοι) οι διεθνείς οργανισμοί δεν είναι υπερεθνικές ή υπερκρατικές εξουσίες προικισμένες με νομιμοποιημένες αρμοδιότητες διανεμητικού χαρακτήρα, και μάλιστα στον τομέα του πνεύματος και των γραμμάτων.
Δεύτερον, οι διεθνείς θεσμοί εκτός του ότι δεν διαθέτουν ηθικά ερείσματα κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένα, ούτε μπορούν ούτε και πρέπει να είναι εντολείς των επιστημόνων. Σε κάθε περίπτωση, δεν γνωρίζω κάποιο διεθνή οργανισμό με αρμοδιότητες να εκδίδει ηθικολογικού χαρακτήρα επιστημονικές και επιστημολογικές κατευθυντήριες γραμμές. Όμως, ακόμη και αν κάποιοι γραφειοκράτες καταχρηστικά κηρύττουν κάποια ιδεολογήματα πρέπει να τους αποκηρύττουμε και όχι να τους επικαλούμαστε. Πάγιοι κώδικες επιστημονικής δεοντολογίας επιτάσσουν η επιστήμη να μην δεσμεύεται από κελεύσματα ή ηθικές εντολές. Σε κάθε περίπτωση, ο καθείς απαιτείται να γνωρίζει ότι η ηθική είναι κοινωνικοπολιτικό προϊόν και όχι παράγωγο της ατομικής ή μεταφυσικού βούλησης.
Τρίτον, όσον αφορά την ΕΕ πιο συγκεκριμένα, εκτός του ότι καμιά «εντολή» όπως αυτή που επικαλούνται αντιπρόσωποι ενός ιδιόμορφου ελληνικού επιστημονικού ραγιαδισμού δεν μπορεί να υπάρξει, καλά κάνουμε να αφήσουμε ήσυχο αυτό τον σημαντικό μεν αλλά παραπαίοντα δε διεθνή οργανισμό. Δεν υπάρχει πιο τραβηγμένη, ακραία και εξτρεμιστική θέση (εξ ορισμού πολιτικών σκοπιμοτήτων που καμιά σχέση δεν μπορεί να έχει με την επιστήμη) από το να ισχυριστεί κανείς ότι ο πολιτισμός των κρατών μελών, οι κοσμοθεωρίες τους, τα ηθικοκανονιστικά τους συστήματα και η επιστημονική έρευνα είναι υποταγμένα στις συχνά προπετείς –και ποτέ κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένες– γραφειοκρατικές λογικές οποιουδήποτε διεθνούς θεσμού. Αρχή, τέλος και υπέρτατη αποστολή των διεθνών θεσμών είναι να υπηρετούν τις ελεύθερες-κυρίαρχες κοινωνίες και όχι να τις καταδυναστεύουν.
Σύμφωνα με τις αποκρουστικές λογικές που απορρέουν από τον πιο πάνω τρόπο σκέψης των ειδικών της ιστορικής ανεκδοτολογίας, οι Έλληνες είμαστε φοβεροί και επικίνδυνοι «εθνικιστές», επειδή διδασκόμαστε ότι «η οθωμανική αυτοκρατορία ήταν «τουρκική» και επιπλέον «απολίτιστη» και συνεχώς βίαιη έναντι των Ελλήνων και άλλων χριστιανών». Δηλαδή, διερμηνεύω: α) οι νεότουρκοι καμιά σχέση δεν έχουν με τους Οθωμανούς, β) η Οθωμανική εξουσία, πλην μερικών άτυχων στιγμών ήταν πολιτισμένη και αγαθοεργή και γ) η επί πολλούς αιώνες υποδούλωση των ελλήνων και άλλων λαών δεν ήταν φασισμός και καταστολή της ανθρώπινης οντότητας-ετερότητας αλλά μόνο αγαθοεργή δυναστεία που πρόσφερε τάξη, δικαιοσύνη και … προνόμια.
Στην βάση αυτής ακριβώς της διεστραμμένης ιστοριογραφικής αντίληψης που θέλει να βλέπει τα ιστορικά γεγονότα με στρεβλωτικούς ιδεολογικοπολιτικούς φακούς, στοχεύεται η ιστορική αλήθεια: Επιχειρείται να λειανθεί η εικόνα του τέρατος-φασιστή-δυνάστη, να εμφανιστούν οι σύγχρονοι στρατοκράτες της Άγκυρας ως περίπου ευγενικής καταβολής και, αντίστροφα, να απεικονιστούν ιστορικά οι επαναστάτες της ελευθερίας που όντως προκάλεσαν ποταμούς αιμάτων για να κερδίσουν οι υπόδουλοι λαοί την ανεξαρτησία τους ως περίπου εγκληματίες. Να παρουσιαστούν, στην χειρότερη περίπτωση ως ακατονόμαστοι «εγκληματίες πολέμου» που πρέπει να υποβαθμίζονται ή και να εξαφανίζονται από τα σχολικά βιβλία και στην καλύτερη περίπτωση ως ταραξίες στο πλαίσιο μιας παρεξηγημένης και παρωχημένης ιστορικής όταν όλοι λίγο πολύ έφταιγαν. Εξεζητημένα και με μακιαβελικές τεχνικές, τα χαλκεία της ψευτοιστορίας εξισώνουν την φασιστική-δυναστική βία με την βία των αγωνιστών της ελευθερίας.
Για να κατανοήσουμε τι ακριβώς στοχεύουν τέτοιες πασίδηλες τσαρλατανιές, σημειώνεται ότι δεν είναι τυχαίο πως σχετίζονται με την ίδια περίπου συνομοταξία διεθνολογούντων και φιλοσοφούντων η οποία χέρι-χέρι με διεθνικούς και άλλους υπόγειους δρώντες υποστήριξαν μετά μανίας και με τις ίδιες μεθόδους το φασιστοειδές σχέδιο Αναν που αν γινόταν αποδεκτό θα κατέστελλε για πάντα την ατομική και συλλογική ελευθερία ενός ολόκληρου λαού. Θα κατέλυε το κράτος και θα κατέστελλε τα ανθρώπινα δικαιώματα, την λαϊκή κυριαρχία και συλλήβδην όλα τα δημοκρατικά δικαιώματα. Ακόμη, θα νομιμοποιούσε τα εγκλήματα πολέμου (βλ. επιστημονικά ακλόνητη ανάλυση στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/32.htm). Κανείς δεν έχει παρά να καταφύγει στον μεγάλο στοχαστικό σκουπιδότοπο για να αναζητήσει σορούς πνευματικών σκουπιδιών της εποχής των αβάστακτων πιέσεων για την αποδοχή του σχεδίου Αναν (2001-2004). Όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε σε αντιπροσωπευτικό κείμενο: «Στην παγκοσμιοποιημένη υφήλιο της μιας υπερδυνάμεως και της μειωμένης ισχύος των κρατών που την περιβάλλουν, ... (πρέπει) να απαλλαγούμε από τις μυθολογίες του παρελθόντος. ... Δυναμική του μέλλοντος είναι οι εθνικές οντότητες να ανθίσουν στο μεταθνικό σύστημα ...». Αυτή η διεστραμμένη επιστημολογική επιλογή που βλέπει τους ανθρώπους με στρεβλό, αυτιστικό και ιδεολογικά προκατειλημμένο φακό, είναι, σημειώνεται, η ίδια με τους επιφυλλιδογράφους πολλών άλλων εντύπων. «Οι Τούρκοι», συνεχίζει, «δεν μας συγχωρούν ότι με την επανάσταση του 1821 αρχίζει να διαλύεται η οθωμανική αυτοκρατορία... ο καλός διαπραγματευτής εκτός από το δικό του συμφέρον λαμβάνει υπ’ όψιν και το συμφέρον του άλλου» και γι’ αυτό, θα πρέπει (σημείωση δική μου: μονομερώς), «στην διελκυστίνδα των προβαλλομένων απαιτήσεων και των ζητουμένων παραχωρήσεων, να μπαίνουμε στην θέση του άλλου...». Έτσι, θα μπαίνουμε στην «ομάδα των ευνοουμένων και ισχυρών ηγεμονικών δυνάμεων που ήθελαν να επιβάλουν το σχέδιο Αναν, γεγονός που θα μας εξαιρούσε, συνεχίζει το επιχείρημα, «από τις δυνάμεις της αβεβαιότητας». Τέτοιες υποδουλώσεις και υποτέλειες, όμως, απαιτεί κοσμοθεωρητική και ιδεολογική προσαρμογή. Κυρίως, απαιτεί εγκατάλειψη των ερεισμάτων της διϋποκειμενικής ιστορικής αυτογνωσίας, προσαρμογή, όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε, στο μεταφυσικά προσδιορισμένο «υπερεθνικό ή μεταεθνικό πνεύμα των καιρών», στάση που θα λυτρώσει από το «αγκαθωτό εθνικό Υπερεγώ» και θα προικίσει τους ανθρώπους με «μεταεθνικό Εγώ». Μεταφράζω: Έλληνες διεθνολογούντες, φιλοσοφούντες και ιστοριογραφούντες, ανακάλυψαν την χρυσή συνταγή επίλυσης των πολιτικών, πολιτειακών και διεθνών προβλημάτων: Οι άνθρωποι εύκολα, εάν εγκαταλείψουν το «εθνικό εγώ» (sic) και υιοθετήσουν το «Υπερεθνικό Εγώ» (sic) της … μεταεθνικής εποχής στην οποία ήδη βρισκόμαστε (και της οποίας προφανώς ο ΟΗΕ, η ΕΕ και η Ουνέσκο αποτελούν χαρμόσυνο προάγγελο) θα λύσουν τα διεθνή, πολιτικά και άλλα προβλήματα.
Το γεγονός ότι σύμφωνα με τις θέσεις που κηρύττουν αυτό οδηγεί σε καταστολή της ελευθερίας, επιχειρούν να το λειάνουν με το καρότο της «βεβαιότητας ότι θα εισέλθουμε στον πυρήνα των ευνοημένων του πλανήτη». Η λογική έκβαση αυτών των παραλογισμών είναι η λογοκρισία της ιστορίας. Η ιστορία πρέπει να «καθαρίσει από αίματα», ιδιαίτερα εκείνα τα αίματα που έδωσαν στους λαούς συλλογική ελευθερία-εθνική ανεξαρτησία. Πρέπει επίσης να εξωραϊστεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία και να μην εμφανίζεται ως δυνάστης, να δημιουργηθεί μια ψευδής απεικόνιση ενός αγγελικού πολυπολιτισμικού (όχι πολυεθνικού η τουλάχιστον πολύ-κοινωνικού) κόσμου όπου η Οθωμανική εξουσία διακυβερνούσε αγαθοεργά και στοργικά. Για το γεγονός ότι οι αγώνες λειτουργούν ελευθερίας λειτούργησαν καταστατικά για τις εθνικές ολοκληρώσεις και για την θεμελίωση της ιδέας της εθνικής ανεξαρτησίας, μάλλον θεωρείται επιβλαβής ιστορική εξέλιξη, γιατί, σύμφωνα με την κοσμοπλαστική διαστροφή τους, αυτό κατακερμάτισε τον πλανήτη οδηγώντας σ’ ένα εθνοκεντρικό κόσμο υπεύθυνο για όλα τα γνωστά σημερινά προβλήματα. Τα διαστρεμμένα «κριτικά» «επιχειρήματα» ίσαμε την λογική τους έκβαση οδηγούν μερικούς σε υπερβολικό ζήλο και «απροσεξίες»: στρογγυλεύουν εισβολές, γενοκτονίες, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και αντιστρέφουν εγκληματικά την σύγχρονη πολιτική συγκυρία. Έτσι κατά καιρούς διαβάζουμε: όταν οι τούρκοι έσφαζαν τους Σμυρνιώτες αυτοί απλά … αναχώρησαν, το Οθωμανικό παιδομάζωμα μάλλον ήταν αγαθοεργό και αφορούσε τα ορφανά, στο Αιγαίο η Ελλάδα είναι επεκτατική, στην Κύπρο το 1974 απλά αποβιβάστηκαν, το σχέδιο Αναν ήταν θεόσταλτο, και άλλα φαιδρά, χυδαία και προπαγανδιστικά, αλλά δυστυχώς συχνά πλέον ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα.
Έτσι περίπου θέλουν να αντιλαμβανόμαστε την ιστορία και τον κόσμο οι εντολείς και εντολοδόχοι των διεθνικών παρασκηνίων. «Λάθος» είναι η λέξη γιατί λανθασμένα είναι τα ιδεολογήματα και τα θεωρήματά τους: Θέλουν να έχουμε λάθος γνώση για τα πραγματικά αίτια πολέμου, λάθος αντίληψη για τον χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος, λάθος αντίληψη για την εξέλιξη της μεταψυχροπολεμικής εποχής, λάθος γνώση για τους αγώνες ελευθερίας που γέννησαν το ελληνικό και κυπριακό κράτος, στρεβλή ιστορική αντίληψη για την σχέση του νεοτουρκικού με το Οθωμανικό κράτος, αποπροσανατολιστική απεικόνιση των πραγματικών προβλημάτων των διαβαλκανικών σχέσεων και ασφαλώς μια αυτιστική αντίληψη για το τι σημαίνει ειρηνική επίλυση διαφορών. Ειρηνική επίλυση γι’ αυτούς σημαίνει, βασικά, ειρήνη του κατακτητή και αποδοχή των τετελεσμένων της βίας ή χειρότερα και επιστροφή σε δυναστικές και ηγεμονικές εποχές που θα τιθασεύσουν τους σημερινούς απείθαρχους «εθνοκεντρικούς»-«εθνικιστές» λαούς των προβληματικών βαλκανίων. Δεν χρειάζονται πολλά για να αντιληφτεί κάθε νοήμων ότι καμιά επίλυση συγκρούσεων δεν φέρνουν αυτές οι «κριτικές» ιστορίες. Στοχεύουν στην απονεύρωση της ιδέας της ανεξαρτησίας, επιχειρούν να το επιτύχουν χαλκεύοντας ιστορικά καλούπια της ιδεολογικοπολιτικής αρεσκείας τους και ευνοούν κάθε τι που μας υποτάσσει στα ηγεμονικά κελεύσματα.
Τα θεωρήματα και τα ιδεολογήματα της πιο πάνω συνομοταξίας επιστημονολογούντων, φιλοσοφούντων και διεθνολογούντων θα μπορούσαν, βασικά, να συνοψιστούν ως εξής: α) Να επιδείξουμε «πνεύμα σύνεσης» δεχόμενοι την συρρίκνωσή της κυριαρχίας μας. β) Να προσαρμοστούμε στην λογική των τετελεσμένων και της ανισορροπίας ισχύος. γ) Να απονευρωθούμε ως κοινωνία προσαρμόζοντας τις πεποιθήσεις μας στην υποτέλεια και την δουλεία. Ως «πράξη σωφροσύνης», επίσης, να δεχθούμε απνευστί όλες τις αξιώσεις της εκάστοτε δεσπόζουσας ηγεμονικής δύναμης. Αυτό επιβάλλει, κατ’ αυτούς, η έλευση της … μεταεθνικής εποχής (των φαντασιώσεών τους). Κυριολεκτικά αυτά ακριβώς μας διατάζουν να κάνουμε, με προπέτεια μάλιστα που αφήνει άφωνο κάθε πολιτισμένο άνθρωπο.
Το σύνηθες επιστημονικοφανές κερασάκι τέτοιων στρεβλών ιδεών είναι ότι η συλλογική ελευθερία με την έννοια της εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας-ανεξαρτησίας, δεν έχει δήθεν νόημα στην παγκοσμιοποιημένη εποχή της μιας δυνάμεως. Ξαφνικά και αναίτια, την στιγμή μάλιστα που αστάθεια, αλυτρωτισμοί και απειλές μας περιβάλλουν καθημερινά και επί δεκαετίες, ελληνόφωνοι κονδυλοφόροι και άλλοι βαλκάνιοι καλούν τους συμπολίτες τους να είναι υποχωρητικοί επί ζητημάτων πολιτικής κυριαρχίας-εθνικής ανεξαρτησίας. Η κυριαρχία-ανεξαρτησία, ελευθερία, δημοκρατία, λαϊκή κυριαρχία, ανθρώπινα δικαιώματα και άλλα αγαθά για τα οποία αγωνίστηκαν οι λαοί τους τελευταίους αιώνες δεν έχουν και πολύ νόημα. Για τους επιστημονολογούντες, μάλιστα, τέτοιες έννοιες είναι παρωχημένες, παρανοϊκές, εθνικιστικές και άχρηστες στην … μεταεθνική εποχή. Νόημα έχει, σύμφωνα με τις βαθύτερες αφελείς και επιστημονικοφανείς προσδοκίες τους η προσαρμογή σ’ αυτή την μεταεθνική εποχή των φαντασιώσεών τους και τα μαγειρέματα της ιστοριογραφίας τους που όπως δεν κρύβουν θα απονευρώσει μονομερώς την ιστορική συνείδηση των πρώην υποτελών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Υπό το πιο πάνω αυτιστικό πρίσμα, ο μεταφυσικά ή διεθνικά προσδιορισμένος δικός τους σκοπός αντιπαρατίθεται στην υγιή φιλειρηνική ελληνική κοινωνική βούληση κατά της οποίας βάλλουν μαζικά, αδιακρίτως και αδίστακτα. Ο δικός τους «ιερός σκοπός» καθαγιάζει επιθέσεις κατά των κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων και ιστορικά κεκτημένων ελληνικών ιερών και οσίων που στηρίζουν την ελληνική ανεξαρτησία. Αυτά τα ιερά και όσια, χωρίς αιδώ, ειρωνεύονται, χλευάζουν και κουρελιάζουν στις ρυπογραφίες τους. Όσοι διαφωνούν με τους συνειδητούς ή ασυνείδητους συνοδοιπόρους και νεροκουβαλητές των φασιστοειδών υπερσυντηρητικών σοφισμάτων καταβάλλονται προσπάθειες για να απομονωθούν για να δολοφονηθεί ο επιστημονικός και πολιτικός τους χαρακτήρας και για να περιβληθούν με χαρακτηρισμούς όπως «εθνικιστές» και «ψυχωτικοί» που αρέσκονται στην «ιστορία που ρέει αίμα» (βλ. πιο κάτω). Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ακόμη, αδίστακτοι φορείς επιστημονικών τίτλων γενίκευσαν ακόμη περισσότερο με χαρακτηρισμούς συμβατικά υποτιμητικούς, όπως «νοικοκυρές», «αλευρομάγειροι», «εργάτες» και άλλοι που προφανώς, σύμφωνα με την αυθαίρετη γνώμη τους είναι άσχετοι και δεν δικαιούνται να έχουν άποψη. Όλοι μαζί, οι αντίπαλοι, ή όσοι δεν γονατίζουν μπροστά στην σοροχρηματοδοτούμενη ιστοριογραφία, ομαδοποιούνται και εξοστρακίζονται. Οι μονολογούντες στα μέσα ενημέρωσης, είναι οι μόνοι «επιστήμονες». Οι άλλοι δεν είναι επιστήμονες και δεν ξέρουν. Σ’ αυτό το άθλιο και ευτελές επίπεδο κατέβηκαν κάποιοι φορείς επιστημονικών τίτλων, διεκδικώντας μάλιστα και μονοπώλιο ιστορικής γνώσης.
Δεν υπάρχει κοινωνικός επιστήμονας που να μην γνωρίζει ότι δεν υπάρχει ιστορικό βιβλίο που να μην έχει ανακρίβειες, κάποιες τουλάχιστον. Ούτε υπάρχει κοινωνικός επιστήμονας που να μην δέχεται ότι υπό το φως νέων ιστορικών δεδομένων η ιστορική γνώση διαρκώς επαναπροσδιορίζεται και ξαναγράφεται. Η καλή ιστοριογραφία είναι ζωντανή, αναζητά νέες πληροφορίες, αναθεωρεί παλαιότερες και αναζητά την ακριβέστερη αποτύπωση των ιστορικών γεγονότων. Στην επίμαχη διαμάχη, όμως, αυτό διακυβεύεται; Εκτιμώ ότι συμβαίνει το αντίθετο. Οι γελοίες επικλήσεις μιας επιστημονικά αβάσιμης ιστορικής «κριτικής» προσέγγισης, με ρητό, ομολογημένο και δημοσιοποιημένο τρόπο στοχεύουν στην αλλοίωση της αλάνθαστης διϋποκειμενικής ιστορικής γνώσης και της οντολογικά θεμελιωμένης στους αγώνες ανεξαρτησίας ιστορικής αυτοσυνειδησίας ως προς το ποιοι τον καταδυνάστευσαν, ποιοι θέλουν σήμερα να τον κατεξουσιάσουν και ποιοι σήμερα απειλούν τα ζωτικά τους συμφέροντα. Όπως ομολογήθηκε πρόσφατα από διακεκριμένο στέλεχος της ιστορικής ανεκδοτολογίας, ο λόγος που βάλλονται τα ιστορικά βιβλία είναι κυρίως το γεγονός ότι η μέχρι σήμερα ιστοριογραφία οδηγεί στο «να καταστούν τα παιδιά ένθερμοι πατριώτες που να μην αμφισβητούν “τα ιερά και όσια του έθνους” και όχι σκεπτόμενοι μελλοντικοί πολίτες, με ικανότητα κριτικής σκέψης». Σύμφωνα με αυτή την τυπική τσαρλατανιά, το πρόβλημα των «αναθεωρητών της ιστορίας», είναι ότι οι Έλληνες είναι «ένθερμοι πατριώτες». Η προπέτεια κορυφώνεται όταν με επίκληση κάποιου άγνωστου … γκάλοπ ως αδιάσειστο δήθεν επιστημονικό τεκμήριο, εξυβρίζονται οι Έλληνες ως οι πιο «εθνικιστές και εθνοκεντρικοί της Ευρώπης», που είναι βεβαρυμμένοι «με έντονη μισαλλοδοξία, πολιτισμική αλαζονεία και προγονοπληξία». Κανονικώς εχόντων των πραγμάτων τέτοιες ανούσιες φλυαρίες θα έπρεπε να προκαλούν γιουχάισμα ή γέλωτα και περιφρόνηση. Εδώ φιλοξενούνται σε έγκριτα έντυπα –χωρίς μάλιστα αντίλογο– και υπογράφονται με πανεπιστημιακούς τίτλους.
Δηλαδή, οι πανεπιστημιακοί τίτλοι κατάντησαν να είναι ενίοτε μεταμφίεση της τσαρλατανιάς και της εξωελληνικής ιδεολογικοπολιτικής προπαγάνδας κατά του αναγκαίου και μη εξαιρετέου πατριωτικού φρονήματος των Ελλήνων πολιτών, δηλαδή κατά της αξίωσής τους για ανεξαρτησία-ελευθερία. Το ομολογούν ευθέως, γραπτώς, ανενδοίαστα και απερίφραστα: Γι’ αυτούς, η ιστοριογραφία πρέπει να αποστερήσει την ελληνική κοινωνία από κάθε ελληνικό κοσμοθεωρητικό έρεισμα, να τους απονευρώσει πνευματικά και να τους στερήσει κάθε ηθικού ερείσματος συμβατού με τα νόμιμα-θεμιτά της συμφέροντα, καθιστώντας τους έτσι εύκολη λεία των γερακιών της διεθνούς πολιτικής. Αυτό εξάλλου θέλει δεδηλωμένα και ο χρηματοδότης των ιδρυμάτων Σόρος, μεγαλομανής κερδοσκόπος ο οποίος εκτός από «φίλος» διαφόρων «υπηρεσιών» θεωρεί τον εαυτό του και «συνείδηση του κόσμου». Ενός κόσμου κερδοσκοπίας, ανομίας και κατάχρησης διεθνικών και ηγεμονικών δρώντων. Μήπως τελικά έχουμε όντως κατέβει τόσο χαμηλά ούτως ώστε η κοινωνία να ανέχεται τέτοια επιβλαβή ιδεολογήματα χωρίς να ελέγχονται και απορρίπτονται; Να ένα καλό ερώτημα που χρήζει απάντησης.
Αυτών λεχθέντων, επισημαίνεται ότι κάνουν μεγάλο λάθος όσοι καλόπιστα πιστέψουν ότι στην συντρέχουσα διαμάχη διακυβεύονται ζητήματα όπως «η συνέχεια του ελληνισμού», «ο βαθμός ελληνικότητας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» ή τα αισθήματά των συγχρόνων ελλήνων απέναντι σε γειτονικούς λαούς. Συναφώς, υποθέτω ότι μάλλον δεν υπάρχει ούτε ένας Έλληνας πολίτης που ξαγρυπνά γιατί πριν από 200 χρόνια σούβλισαν τον Αθανάσιο Διάκο. Καμιά ένδειξη δεν υπάρχει, επίσης, ότι κάποιοι σχεδιάζουν να επιτεθούν κατά των απογόνων των σουβλιστών του Αθανάσιου Διάκου για να τους εκδικηθούν. Πολλοί πολίτες όμως ξαγρυπνούν όταν έξωθεν δυνάμεις στρατεύουν ταξιαρχίες προπαγανδιστών με κύριο στόχο την πνευματική τους υγεία και την πολιτική τους κυριαρχία. Ξαγρυπνούν α) όταν στην βάση ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων επιχειρείται να επισκιαστούν τα γεγονότα που οδήγησαν στην συλλογική ελευθερία των Ελλήνων για να υπονομευτεί η σύγχρονη ελληνική ανεξαρτησία και β) όταν ιδρύματα ευθέως συνδεδεμένα με άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα χρηματοδοτούν παραγωγή προπαγανδιστικών εκλογικεύσεων που ενοχοποιούν το πατριωτικό φρόνημα για να ευνοηθούν και διευκολυνθούν όσοι απειλούν τα νόμιμα-θεμιτά και γι’ αυτό αμυντικά συμφέροντα της Ελλάδας.
Σε τελευταία ανάλυση, είναι ένα πράγμα οι «κριτικές» ιστοριογραφικές τσαρλατανιές που προγραμματικός της σκοπός είναι συγκεκριμένες πολιτικές αλλαγές και άλλο, η βάσιμη ιστοριογραφία που επιστημολογικά και επιστημονικά πειθαρχείται από την αλάνθαστη Θουκυδίδεια παράδοση. Την παράδοση δηλαδή που θέλει την ιστοριογραφία και την ανάλυση των διεθνών σχέσεων αντικειμενικά γραμμένη και αξιολογικά ελεύθερη. Μόνο μια τέτοια ιστορία φωτίζει με ακρίβεια τα σημαντικά ιστορικά γεγονότα, καταλήγει σε βάσιμα συμπεράσματα για τα διαχρονικά αίτια των διακρατικών προβλημάτων και εκτιμά και διαβαθμίζει ορθά και αντικειμενικά τις βαθύτερες διαμορφωτικές δυνάμεις του διεθνούς γίγνεσθαι. Μόνο με μια τέτοια επιστημονικά βάσιμη ιστοριογραφία απαλλαγμένη από ιδεολογικοπολιτικά βαρίδια, μπορούν να βελτιώνονται διαρκώς τα ιστορικά βιβλία.
Σ’ αντίθεση με τις ιδεοληπτικές «κριτικές» τσαρλατανιές, τα χαρίσματα της αλάνθαστης –και αποδεκτής από όλους τους καλούς ιστορικούς– θουκυδίδειας ιστοριογραφικής παράδοσης, έγκεινται στο γεγονός ότι απορρίπτουν την προκατειλημμένη επιλογή των πηγών και την ηθελημένη διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας. Είναι η αυστηρή περιγραφική ουδετερότητα, η ακριβής περιγραφική αποτύπωση των σημαντικών γεγονότων, η περιγραφή και ερμηνεία των βαθύτερων διαμορφωτικών παραγόντων του ιστορικού γίγνεσθαι και η περιγραφή και ερμηνεία των πραγματικών αιτιών πολέμου. Δεν είναι τυχαίο ότι παγκοίνως η Θουκυδίδεια παράδοση θεωρείται το επιστημονικό «Παράδειγμα» (Paradigm) τόσο της ιστοριογραφίας όσο και της επιστημονικής μελέτης των διεθνών σχέσεων, ιδιαίτερα των τελευταίων. Εν τούτοις, στην Ελλάδα, όλως περιέργως οι βάσιμες επιστημονικές προσεγγίσεις επισκιάζονται από λυσσασμένες «κριτικές» κραυγές που θέλουν την επιστήμη υπόδουλη ιδεοληψιών και ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων. Αν δεν προσέξουμε θα πάθουμε ότι μας αξίζει.
Η Θουκυδίδεια παράδοση, που ασφαλώς βρίσκεται στον αντίποδα των «κριτικών» μεταφυσικών ιστορικών κατασκευών, περιγράφεται έξοχα από την Jacqueline de Romilly. Η ιστοριογραφική παράδοση όπως την θεμελίωσε ο Θουκυδίδης, μας πληροφορεί, «τείνει στην απόλυτη αντικειμενικότητα του ερευνητή» και οφείλει τη μεγάλη αξία του στο γεγονός πως κατορθώνει να δεσμεύεται από «την πιο αυστηρή αντικειμενικότητα». Παράγει καλή ιστορική γνώση γιατί «βλέπει την λεπτομέρεια σε συνάρτηση με το σύνολο και παραθέτει και αξιολογεί μόνο εκείνες τις πληροφορίες που αναφέρονται σε κάποιο σημαντικό σκοπό». Κατ’ αυτό τον τρόπο, η καλή ιστοριογραφία «εξετάζει ό,τι έχει γνώρισμα καθολικό, παραθέτει “προθέσεις” ή “γνώμες” διαχρονικής αξίας και ανεξάρτητων των ατομικών περιπτώσεων». Επιπλέον, «εστιάζει την προσοχή με αυστηρή ακρίβεια επί της ουσίας και με τρόπο που μας επιτρέπει να εντοπίσουμε κάτω από τις επιμέρους πράξεις την ύπαρξη τάσεων, αιτίων και λογικών αλληλουχιών οι οποίες είναι ολοένα και πιο βαθιές και μακρινές, και που η αληθοφάνειά τους παίρνει έτσι έναν χαρακτήρα πιο γενικό, πιο ανεξάρτητο από τις περιστάσεις και τα πρόσωπα: αυτές οι αλληλουχίες επαναλαμβάνονται τόσο περισσότερο όσο πιο αυστηρά έχουν αναχθεί στο ουσιώδες». Το ουσιώδες, το καθολικό, τα αληθινό και το διυποκειμενικά ορθό είναι, ακριβώς, που θέλει να εξαφανίζει η ιδεολογικοπολιτικά στρατευμένη μεταμοντέρνα κριτική κονστρουκτιβιστική ψευτο-ιστοριογραφία.
Προσεκτική μελέτη των δεδηλωμένων «επιστημολογικών μηχανογραφιών» των «κριτικών» ιστοριογράφων αποκρυπτογραφεί με μαθηματική ακρίβεια τους πολιτικούς και ιδεολογικούς σκοπούς και στόχους:
α) Στοχεύει στην υποβάθμιση ή και πλήρη απόρριψη της σημασίας μεγάλων επικών γεγονότων που είχαν καταστατική σημασία για συλλογική ελευθερία-ανεξαρτησία των λαών της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
β) Στοχεύει στην νομιμοποίηση των αναθεωρητικών αξιώσεων του διάδοχου τουρκικού κράτους με το να ωραιοποιεί τον τερατώδη και φασιστοειδή χαρακτήρα της Οθωμανικού τέρατος (αλλά και κάθε άλλου παρόμοιου τέρατος μιας και από το ίδιο ρεύμα προκύπτει και το ακατανίκητο επιχείρημα ότι η αποικιοκρατική δύναμη στην Κύπρο το 1955-59 εφάρμοζε πολιτική … προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων).
γ) Στοχεύει, μάλιστα σε πολύ δύσκολους καιρούς που επέρχονται (για εκτιμήσεις για την πορεία της διεθνούς πολιτικής εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για την Ελλάδα βλ. όλως ιδιαιτέρως το αυστηρά περιγραφικό διεθνολογικό επιστημονικό αριστούργημα του John Mearsheimer, Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων-http://www.ifestos.edu.gr/54.htm), να αποδυναμώσει τα αμυντικά αντανακλαστικά της φιλειρηνικής ελληνική κοινωνίας για να την καταστήσει έτσι εύκολη λεία πασίδηλων άνομων και καταχρηστικών συμφερόντων στα Βαλκάνια, στα ανατολικά μας σύνορα και στην Κύπρο.
Αναμφίβολα, γνωρίζουμε ότι όσοι δράστες πανεπιστημιακά μεταμφιεσμένων τερατωδών ιστοριογραφικών μεθόδων διαβάσουν το παρόν κείμενο θα μειδιούν σαρδόνια και σαδιστικά από ικανοποίηση από την δήλωσή μου πιο πάνω ότι ούτε θέλω και αν ήθελα λόγω λογοκρισιών και αποκλεισμών δεν θα μπορούσα ενδεχομένως να παρέμβω στα αλωμένα έντυπα που διανέμονται σε εκατοντάδες χιλιάδες αναγνώστες. Πλανώνται πλάνη οικτρά. Παρόμοιες αυτάρεσκες ηδονές απολαμβάνει και ο κάθε σκώληξ που τρυπώνει στις λάσπες και στις υπονόμους απολαμβάνοντας τις βρωμιές. Πέραν κάποιων «απτών οφελών», όπως έγραψε κάποτε ο αείμνηστος Παναγιώτης Κονδύλης, το μόνο ουσιαστικό που κατορθώνουν είναι να καταγραφεί η δική τους επιστημονική τσαρλατανιά που κανένα νοήμονα αναγνώστη δεν μπορεί να πείσει. Ξεχνούν ότι:
α) Στέκονται απέναντι από τις κοινωνίες και θα είναι πάντα εχθροί της.
β) Οι αναγνώστες, αν και σε εποχές που περιορίζεται η ελευθερία της έκφρασης στον δημόσιο διάλογο είναι όντως ανυπεράσπιστοι στους μονόλογους των επιφυλλίδων, δεν είναι, εν τούτοις, πνευματικά φυτά. Είναι ζωντανοί οργανισμοί με νου, λογική και ορθολογισμό για να αντιληφθούν τον αντικοινωνικό χαρακτήρα των διεθνοαναρχικών ιδεολογημάτων και θεωρημάτων που κείνται στα θεμέλια του ασταθούς διεθνολογικού και ιστοριογραφικού οικοδομήματος όσων κράζουν προπαγανδιστικά υπέρ της κατεδάφισης των κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων κοσμοθεωριών και των ηθικοκανονιστικών εποικοδομημάτων τους.
γ) Οι ίδιοι αναγνώστες πέρασαν πολύ δυσκολότερες εποχές σκλαβιάς και εξάρτησης χωρίς να αλλοιωθεί η ιστορική τους αυτοσυνειδησία, η διυποκειμενική ιστορική τους γνώση, η προσήλωσή τους στην φιλειρηνική αξίωσή τους να απολαύσουν την συλλογική ελευθερία και ετερότητά τους και η ετοιμότητά τους να υπερασπιστούν αυτό το δικαίωμα.
δ) Το μόνο που μελλοντικά θα απομείνει από τους ανύπαρκτης επιστημονικής σημασίας μονολόγους τους, οι οποίοι εν κατακλείδι το μόνο που κάνουν είναι να εξυπηρετούν αναθεωρητικά άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα, είναι η κακή τους φήμη. Επειδή scripta manent, θα καταγραφούν ως υπαίτιοι καταστροφών που υπέστησαν οι φιλειρηνικές κοινωνίες.
Η τελευταία παρατήρηση θα ήταν αβάσιμη: 1) Εάν η κυπριακή κοινωνία δεν θα είχε βλαφτεί θανάσιμα αν μπροστά στους εκβιασμούς ξένων και ντόπιων μεταπρατών υποχωρούσε και δεν αντέτασσε το γνωστό ΟΧΙ στο φασιστοειδές σχέδιο Αναν. β) Εάν δεν θα βλαφτεί η ελληνική κοινωνία αν σε βόρειες επαρχίες της επικράτειάς της εφαρμοστεί … «το νέο διεθνές δίκαιο» που προβλέπει ότι ακόμη και αν είναι σεβαστά τα ανθρώπινα δικαιώματα υπάρχει, σύμφωνα με την νέα «κριτική» ιστοριογραφία-διεθνολογία, «έθνος εντός έθνους που δικαιούται να προστατευτεί από την τυραννία της πλειοψηφίας», να αυτονομηθεί και (αν υποθέτω η απρόσεκτη κοινωνία δεν φυλακίσει τους αμετανόητους εθνικιστές που αντιστέκονται στον διαμελισμό της χώρας) να οδηγήσει στην απόσχισή τους. Σημειώνω πως αυτά τα πρωτοφανή θεωρήματα γράφονται σε μεγάλα μέσα ενημέρωσης και πως γνωστό πρότυπο διεθνολογικής και ιστοριογραφικής τσαρλατανιάς, προσθέτει πως «όταν το κράτος προβάλλει βέτο στα αιτήματα της άλλης (sic) κοινότητας, όπως το Βελιγράδι και τα Σκόπια σήμερα ή η Λευκωσία χθες, η εθνοτική σύγκρουση δεν θα επιλύεται» οδηγώντας έτσι σε μοιραία απόσχιση των μειονοτήτων τους.
Αυτή είναι, λοιπόν, η ερμηνεία των αιτιών πολέμου όσον αφορά το Κόσοβο, τα Βαλκάνια ευρύτερα, των αξιώσεων των τούρκων στην Θράκη, στην Κύπρο και στα ελληνοτουρκικά. Αυτά τα πρωτοφανή και απίστευτα κράζει το συνονθύλευμα των ηρακλειδών της νέας κριτικής ιστοριογραφίας που επηρεάζει πλέον την ιστορική γνώση. Για τους δύσπιστους αναγνώστες αυτών των γραμμών που δεν παρακολουθούν κάποια πράγματα εκ του σύνεγγυς, επισημαίνω ότι οι γνώμες που αναφέρω εντός εισαγωγικών πιο πάνω είναι δημόσια διατυπωμένες, δημοσιεύονται σε επιφυλλίδες μαζικών μέσων ενημέρωσης, ανάλογες και χειρότερες μπαίνουν σε βιβλία που στην συνέχεια όλως περιέργως τυγχάνουν διθυραμβικών «βιβλιοκριτικών», διδάσκονται στα ελληνικά πανεπιστήμια, εισρέουν στο ελληνικό υπουργείο άμυνας και στο ελληνικό υπουργείο εξωτερικών και τώρα μεταμφιεσμένες με χρώματα ποικίλων «κριτικών κονστρουκτιβιστικών» επιστημολογικών αιτιάσεων εισρέουν στα μαθητικά θρανία.
4. «Μεταμοντέρνος χυλός» και ανοίκειες μεθοδεύσεις που ρίχνουν τον Θουκυδίδη στον Καιάδα
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα είναι ο φανατισμός και ο ανάρμοστος για την ακαδημαϊκή ιδιότητα χαρακτήρας των «κριτικών κονστρουκτιβιστικών» κειμένων που αναπόδραστα είναι εγγενώς εριστικά, επιθετικά και προσβλητικά για τον κοινό νου. Με μονότονες, αυτοαναφορικές και αυθαίρετες γενικεύσεις επιτίθενται κατά όσων δεν υιοθετούν τις «γενναίες (sic) ιστορικές μεθόδους» που οι ίδιοι εργολαβικά επιλέγουν να χρησιμοποιούν. Έτσι, όσοι δεν θέλουν να ταυτιστούν με τις ιδεολογικοπολιτικής έμπνευσης και προπαγανδιστικού χαρακτήρα ιεραποστολικές εκστρατείες που δεδηλωμένα στοχεύουν στην μεταλλαγή των κακόμοιρων κοινωνιών των Βαλκανίων, ή όσοι αρνούνται να καταπιούν τον μεταμοντέρνο «επιστημονικό» τους χυλό, δήθεν «θέλουν την ιστορική νομιμοποίηση της σύγκρουσης». Ανήκουν σ’ εκείνη την ακατονόμαστη ομάδα που γράφει ιστορία που «ρέει αίμα» κτλ, που αγαπούν τις διενέξεις και που αναπόδραστα είναι ... «εθνικιστές».
Είμαι σχεδόν βέβαιος, ότι οι περισσότεροι αναγνώστες εφημερίδων, γνωρίζουν ότι τόσο αυθαίρετες γενικεύσεις επηρεάζουν μόνο διανοητικά καθυστερημένους και ιδεολογικοπολιτικά προκατειλημμένους. Από την δική μου πλευρά εκφράζω την ανησυχία μου γιατί ολοένα και περισσότερο η διαδικασία παραγωγής επιστημονικής γνώσης διαφθείρεται από ιδεολογικοπολιτικές προκαταλήψεις ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένες. Ολοένα και περισσότερο, επίσης, η αναγκαία και μη εξαιρετέα προϋπόθεση της αξιολογικής ελευθερίας απουσιάζει από τα έργα πολλών πανεπιστημιακών, όταν με στοχαστική προπέτεια χιλίων πιθήκων δηλώνουν δημόσια ότι αποστολή τους είναι όχι κατ’ ανάγκη η ακριβής περιγραφή της ιστορικής αλήθειας αλλά η διαχείριση των πηγών για να προκληθούν πολιτικά αποτελέσματα. Αυτά τα πολιτικά αποτελέσματα, βασικά αλλαγές στο διεθνές επίπεδο όπως ο κατακερματισμός κρατών και η παραβίαση της εσωτερικής κυριαρχίας αδύναμων κρατών του διεθνούς συστήματος, αναπόδραστα είναι συμβατά μόνο με τον υποκειμενισμό τους, το γούστο τους και –είτε το κατανοούν, είτε δεν το κατανοούν, είτε απλά το εκλογικεύουν– με τους πολιτικούς σκοπούς των ποικιλόχρωμων χρηματοδοτών.
Ας το κάνουμε κρυστάλλινα ξεκάθαρο: Σύμφωνα με πάγιους ακαδημαϊκούς κώδικές και επιστημονικές δεοντολογίες, όπως το έθεσε ένας έντιμος ακαδημαϊκός, «η (εκ μέρους των επιστημόνων) αναζήτηση συμπερασμάτων που να μπορούν να παρουσιαστούν ως “λύσεις” ή ως “πρακτικές συμβουλές” είναι στοιχείο διαφθοράς στην σύγχρονη μελέτη της παγκόσμιας πολιτικής, η οποία, αν γίνει σωστά αντιληπτή, είναι μια πνευματική και όχι μια πρακτική δραστηριότητα. Τέτοιου είδους συμπεράσματα προτείνονται λιγότερο επειδή υπάρχει κάποια σοβαρή βάση γι’ αυτά και περισσότερο επειδή υπάρχει ζήτηση γι’ αυτά που είναι προσοδοφόρο να ικανοποιηθεί» (H. Bull, Η άναρχη κοινωνία, Ποιότητα σ. 384). Όντως, δεν είναι δυνατό, ένα κείμενο να αξιώνει την αλήθεια, και μάλιστα μονοπωλιακά, την ίδια στιγμή που 1) τυγχάνει των πιο περίεργων εξωακαδημαϊκών χρηματοδοτήσεων, 2) οι συγγραφείς όλως περιέργως δηλώνουν πως η έρευνα είναι ιδεολογικά προσανατολισμένη και πως είναι επιλεκτικοί στις πηγές σύμφωνα με τα αισθητικά ή φιλοσοφικά τους κριτήρια και το γούστο τους, και 3) προαναγγέλλει πολιτικά προκατειλημμένα συμπεράσματα που σκοπό έχουν να προκαλέσουν αλλαγές πολιτικών στάσεων και συμπεριφορών! Κυριολεκτικά, κείμενα τέτοιων καταβολών είναι πρωτοφανή και οι επιστημολογικές επιλογές πάνω στις οποίες στηρίζονται τερατώδεις. Μπορούν να ανθίζουν μόνο σε απρόσεκτες εφημερίδες παρακμασμένων κρατών και/ή σε αυτάρεσκα κείμενα που ανακυκλώνουν «επιστημονικές» κοινότητες στις οποίες κυριαρχούν κομπογιαννίτικες επιστημονικές αντιλήψεις και υπονομευτικές για την επιστήμη ιδεολογικοπολιτικές προκαταλήψεις. Όπως θα δούμε πιο κάτω, ισχυρά κράτη παραμονεύουν για να εκμεταλλευτούν την κοσμοθεωρητική και ηθικοκανονιστική αποδυνάμωση ευκολόπιστων κοινωνιών.
Όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και ευρύτερα, μερικοί ιδεολογικοπολιτικά στρατευμένοι φορείς πανεπιστημιακών τίτλων –όλως περιέργως πολλοί από αυτούς σχετίζονται με τις ΗΠΑ, συνδέονται με ελάχιστα διαφανείς χρηματοδοτήσεις και τα φιρμάνια τους αφορούν μόνο «βαλκάνιους» και σίγουρα όχι τους χρηματοδότες–, υποστηρίζουν, μεταξύ άλλων, ότι «η ιστορία της καθημερινής ζωής πρέπει να προκρίνεται έναντι της αναφοράς σε επικά γεγονότα που ρέουν αίμα». Είναι χαρακτηριστική η αφοπλιστική αφέλεια επιφυλλιδογράφου γνωστού κυριακάτικου ενθέτου που επικαλείται την «νέα εποχή», η οποία αν και δεν παραθέτει και το παραμικρό βάσιμο επιστημονικό ή επιστημολογικό επιχείρημα, δηλώνει προγραμματικά ότι στην συγγραφή ενός ιστορικού κειμένου «θα πρέπει να γίνεται διαχείριση των συγκρούσεων» (έμφαση δική μου) και να αποφεύγονται περιγραφές «που διατηρούν ζωντανή την μνήμη του πόνου και της σύγκρουσης και που συμβάλλουν στην διαμόρφωση πολιτικών θέσεων στην εξωτερική πολιτική» (έμφαση δική μου). Κατά όσων αρνούνται αυτές τις ιστοριογραφικές τσαρλατανιές και επιμένουν να καταγράφουν την ιστορική αλήθεια με ακρίβεια, εγκυρότητα και αξιοπιστία, εκτοξεύεται η φοβερή κατηγορία πως δήθεν «επιδιώκουν την ιστορική νομιμοποίηση της σύγκρουσης (ούτως) ώστε να είναι πάντα παρούσα» (έμφαση δική μου).
Βεβαίως, τέτοιες ακραίες και εξ αντικειμένου επιστημονικά αήθεις γνώμες, μόνο ηλίθιοι ή ομοϊδεάτες των διεθνααρχικών «κριτικών κονστρουκτιβιστών» μπορούν να αποδεχθούν ως λογικές και ορθολογιστικές. Ακόμη και «νοικοκυρές», «εργάτες» και «αλευρομάγειροι» (κατηγορίες πολιτών οι οποίοι σύμφωνα με τους προπετείς χαρακτηρισμούς των επιφυλλιδογράφων δεν δικαιούνται να ομιλούν επειδή ... δεν είναι ιστορικοί), θα μπορούσαν να κατανοήσουν πως τέτοιες γνώμες τους αξίζει μόνο να θάβονται στο μεγάλο νεκροταφείο της επιστημονικής τσαρλατανιάς. Οι ακατανίκητες αυτές γνώμες εκτροχιάζονται πλήρως όταν χαρακτηριστικά η ίδια επιφυλλιδογράφος εντελώς ακατανόητα συνδέει την ειρήνη στην Ευρώπη με τα βιβλία που «έπαψαν να ρέουν αίμα». Σ’ αντίθεση λοιπόν με όσους έχουν αντίθετη άποψη και που εμμένουν στην ακριβή περιγραφή και στην ιδεολογικά ανεπηρέαστη έγκυρη σύνδεση αιτίων και αιτιατών (και που γι’ αυτό προφανώς «είναι αιμοσταγείς») η «κριτική» μεταμοντέρνα ιστορία δεν να τονίζει επικά γεγονότα όπως η Ελληνική επανάσταση, η μικρασιατική καταστροφή και το κυπριακό.
Τέτοια μεγάλα ιστορικά γεγονότα που διαμόρφωσαν τον κόσμο, τα αίτιά τους, τα αποτελέσματά τους και οι συνεχιζόμενες ή μελλοντικές διανεμητικές τους συνέπειες, θα πρέπει να υποτονιστούν ή και να εξαφανιστούν από τα ιστορικά βιβλία, εν ολίγοις θα πρέπει να λογοκριθούν για να μην επηρεάσουν τις … επικίνδυνες για την διεθνή τάξη βαλκανικές κοινωνίες. Τέτοια ιστορικά γεγονότα … «διατηρούν ζωντανή την μνήμη του πόνου και της σύγκρουσης».
Συνοψίζω: η αναγκαία και μη εξαιρετέα υποχρέωση κάθε επιστήμονα να θεμελιώνει θέσεις που συνδέουν με ακρίβεια, με αμεροληψία και βάσιμα τα αίτια και αιτιατά, αποκλείεται ως μέθοδος μελέτης της ιστορίας, του κοινωνικού γίγνεσθαι και των διεθνών σχέσεων. Φίλοι και ομοϊδεάτες, επειδή τυγχάνει να είναι φορείς κάποιου πανεπιστημιακού τίτλου, διεκδικούν το δικαίωμα να κάνουν τεράστια άλματα συλλογισμών, να θεωρούν σοφία τα επιστημονικά σφάλματα και να κατακεραυνώνουν όσους είναι προσηλωμένοι στην αλήθεια ως περίπου αιμοσταγείς και φιλοπόλεμους. Εν κατακλείδι, πρόκειται για πασίδηλα αυθαίρετες, ακραία υποκειμενικές και παντελώς αντι-επιστημονικές γνώμες οι οποίες, μεταξύ άλλων,
α) ρίχνουν τον σημαντικότερο ιστορικό-διεθνολόγο όλων των εποχών, δηλαδή τον Θουκυδίδη, στον Καιάδα,
β) προδίδουν ιδεολογική προκατάληψη που μηδενίζει κάθε αξίωση επιστημονικής εγκυρότητας,
γ) καταμαρτυρούν παντελή άγνοια των αιτιών πολέμου στην διεθνή πολιτική και
δ) δείχνουν, επιπλέον, απέραντη αμάθεια για τον τρόπο που αναζητείται η ειρήνη και η σταθερότητα στην σύγχρονη Ευρώπη.
Σίγουρα, δεν εντάσσονται σε οποιαδήποτε έγκυρη ιστορική μέθοδο διακρίβωσης της ιστορικής αλήθειας που υπόκειται την βάσανο της αναζήτησης αιτίων και αιτιατών. Όσον αφορά, την επιστημολογική τους διάσταση, θα έκοβα ακόμη και πρωτοετείς φοιτητές στα μαθήματα μεθοδολογίας των κοινωνιών επιστημών αν έκαναν τα ίδια ή ανάλογα μεθοδολογικά σφάλματα, δηλαδή προγραμματικές δηλώσεις που προδικάζουν τα συμπεράσματά τους. Το γεγονός πως στην Ελλάδα (και εν μέρει σε κάποια χαμηλών προδιαγραφών Τμήματα στο εξωτερικό) κάποιοι φορείς τέτοιων γνωμών κατέχουν έδρες ιστορίας είναι ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο που μόνο ακροθιγώς μπορεί να θιγεί εδώ.
5. Ακαδημαϊκή εγκυρότητα και ο κίνδυνος για ανάδυση ενός επιστημονικού-ακαδημαϊκού τέρατος
Είναι κοινός τόπος, και τα προαναφερθέντα το καταμαρτυρούν, ότι η πανεπιστημιακή ιδιότητα πλέον, δεν είναι πάντοτε τεκμήριο επιστημονικής εγκυρότητας και αξιοπιστίας. Τα μέλη μιας κοινωνίας πρέπει να είναι εξαιρετικά δύσπιστα απέναντι σε άτομα που διαστρέφουν το πασίδηλο και διϋποκειμενικά πασίγνωστο επικαλούμενοι κάποιον ακαδημαϊκό τίτλο και διεκδικώντας το μονοπώλιο της γνώσης και της αλήθειας. Οι πανεπιστημιακοί τίτλοι, εκτός του ότι σταδιακά χάνουν τις κλασικές ιδιότητές τους –και κυρίως το τεκμήριο αξιολογικής ελευθερίας, εγκυρότητας και αξιοπιστίας– μετατρέπονται ολοένα και περισσότερο σε εργαλείο εξωακαδημαϊκών, εξωκοινωνικών και εξωπολιτικών δραστηριοτήτων. Μερικοί φορείς πανεπιστημιακών τίτλων, διολισθαίνουν ολοένα και περισσότερο σε προκατειλημμένες γνώμες, ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις και άλματα συλλογισμών που εξυπηρετούν ευτελή ηγεμονικά συμφέροντα όπως για παράδειγμα σήμερα τον ηγεμονικό σκοπό του κατακερματισμού των Βαλκανίων και της πολιτικής υποταγής των κοινωνιών τους.
Δείγματα γραφής τέτοιων ατοπημάτων υπάρχουν πλέον πολλά με πρόδηλο και πρώτιστο την φανατική υποστήριξη του φασιστοειδούς σχεδίου Αναν. Αν και γραπτά και ρητά απειλήθηκε η συλλογική ανθρώπινη ελευθερία –δηλαδή η εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία– ουκ ολίγοι σιώπησαν ένοχα, μερικοί άλλοι μουρμούρισαν ανούσιες ουδέτερες επιστημονικοφανείς ανοησίες και πολλοί άλλοι στρατεύθηκαν ευθέως και απερίφραστα στην άνομη εκείνη στρατιά που επιχειρούσε να εξυπηρετήσει εφήμερα ηγεμονικά συμφέροντα. Εξάλλου, βιβλία ιστορικής ανεκδοτολογίας γραμμένα για την Κύπρο που είναι γεμάτα λάθη, ανακρίβειες, άλματα συλλογισμών, επιστημονικά σφάλματα και αφορισμούς, προηγήθηκαν της ανεκδοτολογίας για τα «οθωμανικά Βαλκάνια». Για να το θέσουμε διαφορετικά μιας και ο «εξ ανατολών κίνδυνος» δεν υπάρχει, πολλές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι στην Κύπρο μπορούσαν να χάσουν την ελευθερία τους εξαρτώμενοι πλέον για πάντα από τους αγαθοεργούς επίγονους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δηλαδή την τουρκική στρατοκρατία. Τέτοιες θέσεις που εξ αντικειμένου στρέφονται κατά των θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου και κατά της ανθρώπινης ελευθερίας είναι που διαρκώς επωάζουν και εκκολάπτουν τα φίδια «κριτικών» διεθνοαναρχικών ιδεών που αναπόδραστα υπηρετούν τους χείριστους διεθνοφασιστικούς σκοπούς.
Όσον αφορά τους επιστημονικούς τίτλους που μερικοί δεν κόπτονται να επικαλούνται ως δήθεν τεκμήριο εγκυρότητας, δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται, και μάλιστα εργολαβικά για να υπογράφονται κείμενα ελάχιστα ή καθόλου επιστημονικά. Μια τέτοια νομιμοποίηση είναι κίβδηλη και αντιδεοντολογική. Συμβατική επιστημονική νομιμοποίηση δεν είναι δύσκολο να έχει κάποιος. Ομάδες, ομαδούλες και παρεούλες με πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης και στις εθνικές και διεθνικές πολιτικές συνομαδώσεις εύκολα μπορούν να αλληλο-παραπέμπονται αυτάρεσκα και αυτοαναφορικά. Όσοι βρισκόμαστε στο εσωτερικό της πανεπιστημιακής Ιερουσαλήμ γνωρίζουμε πολύ καλά ότι γι’ αυτούς και μερικούς άλλους συναφείς λόγους είναι ολοένα και δυσκολότερο να διακριβωθεί κατά πόσο η επιστημονική νομιμοποίηση είναι πραγματική ή κίβδηλη-συμβατική και επίπλαστη.
Πως μπορεί να είναι διαφορετικά όταν είναι πλέον σαφές ότι μερικοί δεν αφοσιώνονται στην επιστημονική τους αποστολή αλλά αντίθετα αναλώνονται στην εύκολη αναρρίχηση στο πλαίσιο συνδικαλιστικών νοοτροπιών που ανακυκλώνει αυτοαναφορικά ένα σύστημα θεωρημάτων, αρεστών ιδεολογημάτων και φιλικών βιβλιοκριτικών. Όλα αυτά προκαλούν συνδικαλιστική αλληλεγγύη, συμβατική «επιφυλλιδιακή δόξα», πολιτικές αναρριχήσεις και οφέλη από εξωγενείς χρηματοδοτήσεις. Έτσι, φτάσαμε στο σημείο φορείς πανεπιστημιακών τίτλων, να επικαλούνται το «ενδιαφέρον του κοινού» που τρέφεται από τη μονομέρεια των φιλικών διθυράμβων των εφημερίδων ως δήθεν αμάχητο τεκμήριο επιτυχίας (και προφανώς επιστημονικής δήθεν εγκυρότητας). Συχνά η συμβατική και κίβδηλη νομιμοποίηση οφείλεται σε ευλογίες υπέρ φίλων και ομοϊδεατών που αναπτύσσουν ποικιλόμορφες σχέσεις σε απροσδιόριστου αριθμού και κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτα διεθνικά φόρουμ χρηματοδοτούμενα από τις πιο μυστήριες και ιδιοτελείς πηγές. Πως, πράγματι, θεωρεί κάποιος τον εαυτό του επιστημονικά νομιμοποιημένο όταν τα έργα του χρηματοδοτούνται από εξαιρετικά αμφιλεγόμενες πηγές και όταν αυτός και οι φίλοι του συναγελάζονται με ανθρώπους όπως ο μεγαλομανής τυχοδιώκτης και κερδοσκόπος Σόρος, καθώς και με υπηρεσίες και οργανισμούς που σχετίζονται με αυτόν! Πως διαφυλάττεται η ακαδημαϊκή ακεραιότητα από τέτοιες κακόφημες συναναστροφές;
Μήπως ενώ περί άλλα τυρβάζουμε, η αλήθεια έγκειται στο γεγονός πως στον χώρο των κοινωνικών επιστημών το πανεπιστήμιο έχει ενδεχομένως ήδη μετατραπεί σε πάρεργο μιας ολοένα διευρυνόμενης ομάδας διεθνικών πολιτικών ακτιβιστών κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτων; Πολιτικών ακτιβιστών οι οποίοι, αφού τελικά κατακτήσουν ετερόφωτη πολιτική και επικοινωνιακή ισχύ εκτός πανεπιστημίου, επικαλούνται τον συμβατικό τους επιστημονικό τίτλο για να επιτίθενται πολιτικά, να συμπεριφέρονται αυταρχικά και να προτάσσουν τα ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα φιρμάνια στην βούληση των ανεξάρτητων κοινωνιών, υπηρετώντας, έτσι, τα πιο άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα; Αν η απάντηση είναι καταφατική, σίγουρα πρόκειται για επιστημονική και κοινωνική παρακμή και για πρωτοφανή πνευματική σήψη.
Αν μη τι άλλο, όσο περισσότερο αυτή η σήψη μολύνει την επιστήμη τόσο περισσότερο θα υπάρχουν εκλέκτορες που αν και θα τηρούν τα νόμιμα κριτήρια θα παραβιάζουν πάγιους κώδικες ακαδημαϊκής δεοντολογίας και πάγια ποιοτικά επιστημονικά κριτήρια που αναπαράγουν την παρακμή. Αν χάσουμε τους εκλέκτορες, έγραψε κάποτε ένας καλλιτέχνης, χάσαμε την μάχη. Η αυτοδυναμία σε εκλέκτορες μιας παρηκμακμασμένης ακαδημαϊκής ομάδας προσφέρει την δυνατότητα στα μέλη της να ανακυκλώνονται και να αναπαράγονται αυτοδύναμα και ανεξέλεγκτα. Για να το θέσουμε διαφορετικά, το αναγκαίο και μη εξαιρετέο κριτήριο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας εξυπηρετεί την αναζήτηση της επιστημονικής αλήθειας, αν όμως σ’ ένα ή περισσότερα πανεπιστημιακά τμήματα επικρατήσει το «επιστημονικό μηδέν», οδηγεί στην αυτοδύναμη διαιώνισή του στο διηνεκές.
Η τυπική νομιμότητα των διαδικασιών στο εσωτερικό του πανεπιστημιακού ασύλου μπορεί να προκαλέσει άνθιση της επιστήμης μπορεί όμως και να δημιουργήσει μηχανές διορισμών που θα αναπτύσσουν αυτοτροφοδοτούμενα «ακαδημαϊκά τέρατα». Μπροστά σε μια τέτοια παρακμή όταν καταστεί αυτοδύναμη η κοινωνία δεν δύναται πλέον να αντιδράσει. Οι τροφοδότες θα είναι ισχυροί και εξωγενείς και το ακαδημαϊκό τέρας θα βρίσκεται για πάντα στο απυρόβλητο οχυρό της αναγκαίας και μη εξαιρετέας ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας. Εκεί, όχι μόνο θα λειτουργεί αντικοινωνικά αλλά, επιπλέον, θα επωάζει τα αυγά πολλών άλλων μελλοντικών τεράτων. Ιδιαίτερα στον χώρο των κοινωνικών επιστημών η ακαδημαϊκή ανεξαρτησία, πρέπει να γνωρίζουμε, είναι δίκοπο μαχαίρι: Όταν ανθίσουν λουλούδια γνώσης γίνεται φυτώριο προόδου, πολιτισμού και ελευθερίας. Εάν γίνει κερκόπορτα πνευματικών ρύπων πλήττεται η ανθρώπινη ετερότητα, ο ανθρώπινος πολιτισμός και η ανθρώπινη ελευθερία ενώ παραμονεύουν να εκμεταλλευτούν αυτή την κοινωνική αχίλλειο πτέρνα διεθνικοί τυχοδιώκτες, διεθνικοί κερδοσκόποι, οι σχεδιαστές στρατηγικής ηγεμονικών κρατών, ή ακόμη και διεθνικοί εγκληματίες. Αυτές οι πτυχές αφορούν τόσο την δημόσια πανεπιστημιακή παιδεία όσο και την ιδιωτική.
Η προσωπική μου άποψη: Τα μέλη μιας κοινωνίας ή θα φροντίζουν ούτως ώστε ένα τμήμα κοινωνικών επιστημών θα είναι των πιο υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών, θα λειτουργεί με αυστηρά ακαδημαϊκά κριτήρια, θα διασφαλίζονται άψογοι επιστημονικοί έλεγχοι και θα μένει στο απυρόβλητο των εθνικών και διεθνικών διαβρώσεων. Αν τέτοιοι ευγενείς στόχοι είναι ακατόρθωτοι να μην δίνει ούτε μια δραχμή για την εκκόλαψη των αυγών μελλοντικών φιδιών. Καλύτερα να τα προσφέρει για εκπαίδευση γιατρών, μηχανικών και άλλων επιστημόνων κοινωφελών τομέων.
Στο σημείο αυτό, καλά θα κάνουμε να ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στους λεγόμενους «κριτικούς κονστρουκτιβιστές», ιδιαίτερα τους στρατευμένους και (επι)στρατευμένους. Πέραν της φαιδρότητας πολλών «κριτικών» θεωρημάτων, υπάρχει κάτι πολύ πιο επικίνδυνο. Οι φορείς πολλών τυπικά νόμιμων ακαδημαϊκών τίτλων, είτε οι άμοιροι το κατανοούν είτε όχι, εκφράζουν θέσεις που ενσαρκώνουν θεωρήματα και ιδεολογήματα που θρέφουν το νέο φίδι που προκαλεί διεθνές χάος, διευκολύνει τις ηγεμονικές καταχρήσεις και υπονομεύει την συλλογική ανθρώπινη ελευθερία. Συναφώς, είναι χρήσιμο να τονίσουμε ότι δεν πρόκειται για μια αμιγώς ακαδημαϊκή ομαδοποίηση. Πολλοί φορείς της νέας αυτής μόδας, οχυρώνονται πίσω από περίπλοκες ορολογίες που μοιάζουν, όπως θα έλεγε και ο αείμνηστος Παναγιώτης Κονδύλης, με κινέζικα, στην πραγματικότητα όμως αυτό χρησιμεύει μόνο για να επισκιάζει τις πραγματικές (ιδεολογικοπολιτικές) δραστηριότητές τους.
Διάβασα πρόσφατα στο μνημόνιο της υποψηφιότητας νεοεισερχόμενου «κριτικών» παραδοχών σε θέση ΔΕΠ πανεπιστημίου: «Σαν διεθνολόγος, όπου το επάγγελμα δεν είναι αυτό που καθορίζει τα ενδιαφέροντά μου αλλά μάλλον είναι η κοντινότερη απασχόλησή μου που είναι συμβατή με τα φαινόμενα διάσπασης και κατακερματισμού της παγκόσμιας κοινωνίας… χρειάζεται μια νέα αντίληψη, μια νέα τάση που θα στραφεί μακριά από υπεραπλουστευμένα εθνοκεντρικά πρότυπα». Αυτή η περίπτωση απαράμιλλης αφέλειας και απερίφραστης «κριτικής κονστρουκτιβιστικής» ομολογίας είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Κατά κανόνα ο καλός «κριτικός» ξέρει να κρύβεται και να ελίσσεται για να επιτυγχάνει τον κύριο σκοπό τους που αφελώς ομολόγησε ο προαναφερθείς. Δηλαδή, να μετατρέψει το πανεπιστήμιο σε πάρεργο ιδεολογικοπολιτικών δραστηριοτήτων για να ενθαρρυνθούν οι αποσχίσεις, οι κατεδαφίσεις των κρατών και η κοσμοθεωρητική και ιδεολογική υπονόμευση ευκολόπιστων κοινωνιών. Ο σημερινός οντολογικά θεμελιωμένος εθνοκεντρικός κόσμος δεν ταιριάζει στα γούστα των κριτικών κοσμοπλαστών. Πρέπει να τον αποδομήσουν, να τον κατεδαφίσουν και να τον κατακερματίσουν. Οι καλοί «κριτικοί κονστρουκτιβιστές», αυτοί δηλαδή που είναι επιτήδεια στρατευμένοι στους κοσμοπλαστικούς σκοπούς του νέου διεθνοαναρχικού ιδεολογήματος, όταν αποκτήσουν ξεγελούν πολιτικά πρόσωπα και διευθυντές εφημερίδων για να διαδώσουν τις προπαγάνδες τους, χαμογελούν σαρδόνια. Οι μακάβριοι σκοποί τους εξυπηρετούνται, και χαίρονται γι’ αυτό, όπως ο δαίμονας όταν κατορθώνει να εμφανίζεται ως άγγελος.
Για να είμαστε πιο ακριβείς, καμιά άλλη πολιτική θεολογία του παρελθόντος δεν συγκρίνεται με την μεταφυσικά προσδιορισμένη «κριτική κονστρουκτιβιστική» ιδεολογικοπολιτική αυθαιρεσία. Καμιά άλλη επίσης δεν ήταν τόσο επιρρεπής στη εξυπηρέτηση των διεθνοφασιστικών σκοπών, εξ ου και το γεγονός ότι οι πιστοί στην «κριτική αντίληψη» διολισθαίνουν με ασυνήθιστη ευκολία από τον ειρηνισμό και τον κοσμοπολίτικο αλτρουισμό στην υποστήριξη ανελεύθερων-φασιστικών σχεδίων όπως το σχέδιο Αναν, η διάσπαση της Σερβίας και η ενθάρρυνση το τουρκικού αναθεωρητισμού που ευνοούν εφήμερα ηγεμονικά συμφέροντα. Συνολικά, είναι γνωστό στην διεθνή βιβλιογραφία –και ούτε οι «καλοί» «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» το αρνούνται– και γι’ αυτό δεν θα επεκταθώ εδώ, ότι ο κύριος κορμός των αναλύσεών τους και ο διεθνικός χαρακτήρας των δραστηριότητων τους γίνεται εργαλείο καταχρηστικών ηγεμονικών στρατηγικών, ιδιαίτερα από τους νεοφιλελεύθερους αναλυτές οι οποίοι, σ’ αντίθεση με τους πολιτικούς ρεαλιστές που ευνοούν την ισορροπία και την σταθεροτητα, τις τελευταίες δεκαετίες στήριξαν την αμερικανική παρεμβατική πολιτική.
Εν κατακλείδι, οι «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» ενσαρκώνουν, ουσιαστικά, την ύστερη εκδοχή αυτοκαταστροφικών διεθνοαναρχικών τάσεων στον χώρο των διανοουμένων στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και ευρύτερα. Δεν πρόκειται περί ατόμων οι δραστηριότητες των οποίων εμπίπτουν, κατ’ ανάγκη, στην σφαίρα εισαγγελικών και αστυνομικών αρμοδιοτήτων. Ποιος εισαγγελέας, εξάλλου, θα έκανε καταγγελίες κατά κάποιου που ισχυρίζεται ότι «οι βρετανοί αποικιοκράτες στην Κύπρο το 1955-59 υιοθετούσαν ... πολιτική προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» ή ότι «οι έλληνες είναι επεκτατικοί στο Αιγαίο», ότι «οι Σέρβοι καλά να πάθουν μιας και δεν πρόσεχαν» και ότι «όταν μια μειονότητα είναι δέκα τοις εκατό δικαιούται αυτονομία και ίσως απόσχιση»! Ποιος θα εισαγγελέας θα εξαγγείλει κατηγορίες στους σόρους, στα σοράκια και στα κοράκια των διεθνικών υπηρετών του ηγεμονισμού που πάλεψαν μανιακά να κατασταλεί η ελευθερία και η δημοκρατία στην Κύπρο με το φασιστοειδές σχέδιο Αναν! Ποιος εισαγγελέας θα διατάξει την σύλληψη ενός δράστη που εξισώνει την φασιστική Οθωμανική αυτοκρατορία με τον αγώνα ελευθερίας των κοινωνιών κατέκτησαν την ανεξαρτησία τους;
Τέτοια πνευματικά σκουπίδια αποτελούν μικρές μόνο εκροές ενός κοινωνικοπολιτικά απροσδιόριστου διεθνικού «επιστημονικού» τέρατος που δυστυχώς μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο καθιστώντας τις κοινωνικές επιστήμες εργαλείο πρακτικών που θρέφουν την αστάθεια και που φέρνουν τον πόλεμο. Όταν διοχετεύονται στις μαθητικές-φοιτητικές αίθουσες και στην πολιτική σκηνή προκαλούν ποταμούς εισροών επιστημονικού και πολιτικού ανορθολογισμού που θρέφουν όλα τα είδη αναρχισμού, ενδοκρατικού και διακρατικού. Για να αντιστρέψω την λέξη που χρησιμοποίησε ειδικός της επιφυλλιδογραφικής ιστορικής ανεκδοτολογίας, έτσι γεννιούνται κάθε είδους κουκουλοφόροι. «Με τους κουκουλοφόρους», ακριβώς, ασχολούμαστε όχι όταν αναζητείται η ιστορική αλήθεια αλλά όσοι την διαστρεβλώνουν λόγω ιδεολογικών προκαταλήψεων και ύποπτων χρηματοδοτήσεων. Στις μέρες μας, οι τελευταίοι γεννούν τους χειρότερους κουκουλοφόρους όλων των εποχών, νεροκουβαλητές και τους μεταπράτες του σύγχρονου «παγκοσμιοποιημένου ηγεμονισμού». Αυτοί οι κουκουλοφόροι κρυμμένοι πίσω από επιφυλλίδες πυροβολούν όσους θέλουν ελευθερία, ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία ως δήθεν «εθνικιστές», ακόμη και ως περίπου αιμοσταγείς.
Αυτή η νέα εκδοχή αναρχισμού –ή πιο «παγκοσμιοποιημένα» διεθνοαρχισμού και διεθνοφασισμού– δραστηριοποιείται κυρίως στο διεθνικό επίπεδο. Αν και βαθύτατων διανεμητικών συνεπειών, βρίσκεται σχεδόν πλήρως εκτός οποιουδήποτε κοινωνικοπολιτικού ελέγχου. Οι χρηματοδοτικές πηγές είναι ποικιλόμορφες, και όλως περιέργως ανακαλύπτεται ότι πίσω από πολλές από αυτές βρίσκονται τα ιδρύματα Σόρος, γνωστός για τις «ειδικές του σχέσεις με πλήθος αμερικανικών υπηρεσιών, και όχι μόνον. Το ίδιο διαπλεκόμενο σύστημα, για παράδειγμα, θα το βρείτε (βλ. ανάλυση στην διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/27.htm) πίσω από τις υπόγειες άνομες και καταχρηστικές χρηματοδοτήσεις των ενθουσιωδών υποστηρικτών του φασιστοειδούς σχεδίου Αναν.
Όπως είναι φανερό, πολλοί «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» δεν είναι αυτό που κανείς θα μπορούσε να φανταστεί, δηλαδή ασκητικοί μελετητές της θεωρίας. Έχουν διακηρυγμένο σκοπό και αναπτύσσουν μέσα και μεθοδεύσεις όχι πάντοτε και πλήρως διαφανείς. Συνήθως συγκροτούνται σε ελάχιστα διαφανείς ή και αόρατους με γυμνό οφθαλμό πυρήνες απίθανων μιγμάτων που συμπεριλαμβάνουν διανοούμενους, πολιτικούς, αξιωματούχους και άλλους περιπατητές του αχανούς διεθνούς χώρου. Αναμφίβολα, κυρίως λόγω του ιδεολογικού τους φανατισμού –σημειώνεται ότι το ιδέες τους απορρέουν κυρίως από το αναρχικό βιβλίο του Μάρξ που έγραψε πολύ νεαρός, που υποστήριζε ότι θέλει να κατεδαφίσει τον κόσμο ανεξάρτητα του τι θα προκύψει μετά και που στην ΕΣΣΔ ήταν απαγορευμένο κείμενο– αποτελούν σήμερα μια από τις πιο επικίνδυνες τάσεις που υπονομεύει την αμιγή επιστημονική γνώση. Οι πολιτικές προεκτάσεις των δραστηριοτήτων τους βλάπτουν τον σκοπό εκπλήρωσης των αρχών του διεθνούς δικαίου και άλλες νομιμοποιημένες προσεγγίσεις οργάνωσης της διακρατικής ζωής. Πέραν του φανατισμού και της επιστημονικής ασυναρτησίας, η επικινδυνότητά τους οφείλεται κυρίως στον διεθνικό και κατ’ επέκταση αναγκαστικά κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτο χαρακτήρα των ιδεολογικοπολιτικών τους δραστηριοτήτων. Ουσιαστικά, οι ιδέες τους, δεν συνιστούν, κατ’ ανάγκη, γνήσια επιστημονική καλλιέργεια ιδεών αλλά αποτελούν μεταμφίεση ή ακούσιο μέσο εκπλήρωσης ηγεμονικών, καταχρηστικών και άνομων σκοπών.
Στην πλάστιγγα της σύγχρονης πολυσχιδούς διεθνούς πολιτικής, ενώ στον ένα δίσκο της διεθνούς ζωής οι περισσότεροι πολίτες όλων των κρατών αγωνίζονται για ειρήνη, σταθερότητα, κοινωνική πρόοδο, δημοκρατία, λαϊκή κυριαρχία και ισόρροπες διακρατικές σχέσεις στην βάση του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών ή συμβάσεων, στον άλλο δίσκο ρέουν ποταμοί πολιτικού ανορθολογισμού απόρροια τόσο συγκεχυμένων και ανόητων ή αφελών ισοπεδωτικών και απλουστευτικών ιδεών για παγκόσμια ενότητα όσο και ύπουλων ηγεμονικών εκλογικεύσεων ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένων που σε κάθε περίπτωση τις εκμεταλλεύονται οι εκάστοτε ηγεμονικές δυνάμεις. Αυτό το ενδεχόμενο είναι σχεδόν αναπόφευκτο: Σύμφωνα με την γνώμη πολλών από αυτούς, η κρατική κυριαρχία (δηλαδή ο θεσμός που οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν οντολογικά θεμελιωμένο ως θεσμό συλλογικής ελευθερίας) πρέπει να αποδυναμωθεί, να αποδομηθεί και να εξανεμιστεί. Πρωταρχικοί στόχοι όπως πολλοί από αυτούς δηλώνουν, είναι οι κεντρικοί θεσμοί της κρατικής κυριαρχίας, δηλαδή τα Υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας μιας χώρας. Ανεξαρτήτως απόχρωσης ή βαθμίδας στην οποία εκδηλώνονται και ανεξαρτήτως καταβολών, κινήτρων και προθέσεων, αυτές οι αμφισβητήσεις βρίσκονται στον πυρήνα των αιτιών πολέμου και της δυστυχίας πολλών κοινωνιών. Οι φορείς τέτοιων εκτρωματικών ιδεολογημάτων όταν δρουν ως πολιτικοί ακτιβιστές-ιεραπόστολοι, προκαλούν ποταμούς εισροών πολιτικού ανορθολογισμού που η στρατηγική των ηγεμονικών δυνάμεων κάθε ιστορικής συγκυρίας δεν αμελεί να εκμεταλλευτεί (βλ. πιο κάτω).
Έστω και αν μερικοί «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» δεν το αντιλαμβάνονται, αποτελούν σημαντικό αίτιο πολιτικής αστάθειας στην ενδοκρατική και διακρατική ζωή. Αυτονόητα, κανείς δεν θα αποδεχόταν το τελευταίο επιχείρημα αν υιοθετεί ιδεολογικά πολιτικά ιδιοτελείς θέσεις, για παράδειγμα, ότι «πρέπει να αποσχιστεί το Κόσοβο από την Σερβία», «πρέπει οι κύπριοι να χάσουν το κράτος τους γιατί στην νέα εποχή πρέπει να προωθήσουμε μεταεθνικές λύσεις», ή ότι «πρέπει να δεχθούμε (την αγαθοεργό) αμερικανική ή άλλη ηγεμονία στα Βαλκάνια». Στο πλαίσιο μιας τέτοιας «κριτικής» αντίληψης, τέτοιες διεθνείς αλλαγές φέρνουν πρόοδο, ειρήνη και «συμφιλίωση των λαών» που μπορούν να συνυπάρξουν πλέον σ’ ένα περίπου αλτρουιστικό περιβάλλον χωρίς σύνορα, εμπόδια και συγκρούσεις …
Παραμένει γεγονός, πάντως, ότι τα εξομοιωτικά διεθνιστικά δόγματα που κατά καιρούς και από αρχαιοτάτων χρόνων επωάζουν τα αυγά του διεθνοφασισμού και θρέφουν τις ηγεμονικές αξιώσεις, έχουν ως κύριο στόχο την ανεξαρτησία των κυρίαρχων κοινωνιών και τα κοσμοθεωρητικά τους ερείσματα. Τα περισσότερα κράτη είναι φιλειρηνικά και το μόνο πράγμα που θέλουν οι πολίτες τους είναι να απολαύσουν απερίσπαστοι την συλλογική τους ελευθερία και την κοσμοθεωρητική και ηθικοκανονιστική ετερότητά τους. Όταν αμύνονται κατ’ αυτών που απειλούν αυτή την νόμιμη και νομιμοποιημένη αξίωση –βασικά πάντοτε κατά των ηγεμονικών κρατών– δεν είναι τυχαίο το –πραγματολογικά επαληθεύσιμο– γεγονός ότι στρατιές ντόπιων μεταπρατών ηγεμονικών ιδεολογημάτων και θεωρημάτων τους κατηγορούν ως ... «εθνικιστές».
Είτε γιατί το πιστεύουν είτε γιατί «ενδίδουν σε απτά συμφέροντα», οι μεταπράτες επιδίδονται με φανατισμό και εργολαβικά στο μακάβριο έργο της αποδυνάμωσης και αποσταθεροποίησης των φιλειρηνικών κοινωνιών στις οποίες εν τούτοις πολιτειακά ανήκουν. Για να το πράξουν, εφευρίσκουν μύρια σοφίσματα, ενισχύονται έξωθεν και διεκδικούν τον ρόλο του καθοδηγητή, του κατηχητή και του κοσμοπλάστη. Έχουν δικαίωμα να το πράττουν, λένε, γιατί έχουν τίτλους ιστορικού, διεθνολόγου, κοινωνιολόγου και άλλες συμβατικές και συχνά άνευ περιεχομένου ονομασίες.
Οι «κριτικοί» είναι υπέρμαχοι της πιο αφελούς και μεταφυσικά προσδιορισμένης πολιτικής θεολογίας. Κατά βάση, απορρίπτουν την αριστοτελική κοινωνικοκεντρική θεώρηση του Πολιτικού γεγονότος, ότι δηλαδή ο τρόπος ζωής των κυρίαρχων κοινωνιών απορρέει από τον ανεξάρτητο-κυρίαρχο συλλογικό κατ’ αλήθειαν Πολιτειακό-κοινωνικοπολιτικό βίο. Αντίθετα, μιας κλαδικών προδιαγραφών φασιστοειδούς θεώρησης των πραγμάτων, διεκδικούν το δικαίωμα να προτάσσουν στο κοινωνικό γίγνεσθαι τις δικές τους μεταφυσικές ιδέες. Αυτοί γνωρίζουν. Τα μέλη των κοινωνιών δεν γνωρίζουν ποιος τους ωφελεί και ποιος τους βλάπτει, ποιος τους απειλεί και ποιος τους στηρίζει, ποιος τους εχθρεύεται και ποιος τους ενισχύει. Στις γραμμές όλων των φασιστοειδών θεωρήσεων του κοινωνικού βίου, αυτοί πιστεύουν ότι γνωρίζουν τόσο την ασθένεια όσο και το φάρμακο: Η αρρώστια είναι η ιστορική αυτοσυνειδησία των ανθρώπων και το φάρμακο είναι οι δικές τους ιστορικές τσαρλατανιές. Δεδηλωμένα, τις ιστορικές πηγές τις διαχειρίζονται στην βάση των προσωπικών τους ιδεολογικοπολιτικών –και εν πολλοίς μεταφυσικά προσδιορισμένων– κριτηρίων και ο κεντρικός διακηρυγμένος σκοπός των θεωρημάτων τους η κοσμοθεωρητική αποδόμηση, η ιδεολογική αποδυνάμωση και ο πολιτικός κατακερματισμός.
Όπως όλες οι φασιστοειδείς θεωρήσεις είναι μια μακάβρια αντίληψη του κοινωνικού γεγονότος που αντιβαίνει στην οντολογική διαμόρφωση των κοινωνιών και των πολιτειακών τους συστημάτων. Ανεξάρτητα του πως μεταμφιέζονται και του πως εξωραϊζονται, πρόκειται για ιδέες εχθρικές στην οντολογικά θεμελιωμένη συλλογική ανθρώπινη ετερότητα, ιδέες εχθρικές στην συλλογική ελευθερία και καταστροφικές για όποια ή όποιες κοινωνίες πάρουν τοις μετρητοίς του πολυπληθείς πλέον «κριτικούς» ιεραπόστολους. Αυτός είναι και ο λόγος και της αιχμηρότητας των επιχειρημάτων του παρόντος σημειώματος. Δεν αποτελούν αξιολογικές κρίσεις αλλά περιγραφές μιας νέας απειλής κατά της συλλογικής ανθρώπινης ελευθερίας. Στις ακρότητες, στους μεταμφιεσμένους εξτρεμισμούς και στους κεκαλυμμένους «ειρηνισμούς» ηγεμονικής έμπνευσης αντιτάσσουμε πολιτισμένα μεν αλλά αιχμηρά επιχειρήματα που περιγράφουν την νέα επερχόμενη μάστιγα θεωρημάτων και ιδεολογημάτων.
7. Η μόδα της «κριτικής» ιστορικής ανεκδοτολογία: τσαρλατανιές versus επιστήμη
Τα ζητήματα που θίξαμε πιο πάνω θα μπορούσαν να συνοψιστούν στην απάντηση του εύλογου ερωτήματος: Τι περιγράφει και ερμηνεύει τι ένα καλό ιστορικό κείμενο; Αναδεικνύει γεγονότα όπως η υπέρ ελευθερίας ελληνική επανάσταση κατά του φασιστικού οθωμανικού πολυεθνικού κράτους; Ή, αντίστροφα τα αποσιωπά και υπερτονίζει «τοπικά γεγονότα» σε κάποιο χωριό της Θεσσαλίας το 1715 που καταδεικνύουν την «πολυπολιτισμικότητα» μιας περίπου δήθεν αγαθοεργούς Οθωμανικής αυτοκρατορίας; Όπως ήδη αναφέρθηκε η ντόπια ιστορική τσαρλατανιά θα απαντούσε το δεύτερο, γιατί δήθεν δεν «ρέει αίμα στις σελίδες της ιστορίας».
Ιδεολογικά, τους ενοχλεί το γεγονός πως η «πολυπολιτισμική Οθωμανική αυτοκρατορία» καταλύθηκε από τους αγώνες ελευθερίας. Δική τους ιδεολογική προτίμηση, σύμφωνα τουλάχιστον με τις θεμελιώδεις παραδοχές αυτού του ρεύματος, είναι η επάνοδος σε κάποιου είδους «μεταεθνικό μεσαίωνα» ή, αν αυτό αναμενόμενα είναι ανέφικτο, σε κάποιου είδους μεταβατικό, δήθεν, «μεταεθνικό ηγεμονικό κόσμο» που απερίφραστα πολλοί «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» υποστηρίζουν. Παρά τις υποκρισίες ή τους αυτάρεσκους αυτοπροσδιορισμούς περί «μοντερνισμού» και «προοδευτικότητας», η αλήθεια είναι ότι άλλοι αφελώς και άλλοι συνειδητά και ενδόμυχα και μερικοί άλλοι ασυνείδητα, στηρίζουν μανιωδώς το εκάστοτε ηγεμονικό τέρας.
Κατηφορίζοντας σ’ αυτό το ποτάμι επιστημονικού και πολιτικού ανορθολογισμού, επιστημολογικός τους σκοπός, όπως αφελώς ομολογούν, είναι να προκαλέσουν πολιτικά αποτελέσματα. Αυτός ο ιερός σκοπός αγιάζει την επιλεκτική επιλογή των πηγών με κριτήρια βαθύτατα βεβαρημένα και αυθαίρετα που σκοπό έχουν «να αλλάξουν τον κόσμο». Συνειδητά ή ασυνείδητα, όντας σ’ αυτό το ποτάμι επιστημονικού και πολιτικού ανορθολογισμού που θρέφει τα αίτια πολέμου, επιλέγουν τις πηγές τους αυθαίρετα και διαλέγουν τα θέματα στην βάση αντικοινωνικών και βαθύτατα υποκειμενικά βεβαρημένων γνωμών για το πώς «πρέπει να είναι ο κόσμος». Ενταγμένοι πλέον σε επιστημονικά αποκρουστικές –γιατί είναι πολιτικοποιημένες και ιδεολογικοπολιτικά συνεπαρμένες– διεθνικές ομάδες, παράγουν ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένες ιστορικές ανεκδοτολογίες με προγραμματικά διακηρυγμένο σκοπό την αποσυναρμολόγηση της οντολογικά θεμελιωμένης εθνοκεντρικής ιστορικής διαμόρφωσης των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων.
Τονίζεται ότι η υποβάθμιση των μεγάλων επικών γεγονότων δεν είναι τυχαία: Η απονεύρωση και αποσυναρμολόγηση των ηθικοκανονιστικών συστημάτων των κυρίαρχων κοινωνιών προς όφελος των ηγεμονικών δυνάμεων περνά μέσα από την στοχαστική υπονόμευση των καταστατικών, της ανεξαρτησίας, αγώνων ελευθερίας (που κατά την γνώμη πολλών από αυτούς αδίκως κατακερμάτισαν τον κόσμο αντί να τον αφήσουν να ενοποιηθεί σύμφωνα με το βουνό των ψευδαισθήσεών τους και των ιδεολογικών εμμονών τους).
Ασφαλώς, ουσιαστικά, αυτοί οι «αποσυναρμολογητές» (deconstructionists) των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων ούτε επιστήμονες είναι ούτε μπορούν να επιτύχουν πολλά πράγματα παρά μόνο εφήμερη σύγχυση, αποπροσανατολισμό, αναταραχή, αναδιανομές συμφερόντων και ζημιές εις βάρος ασθενών και απρόσεκτων κοινωνιών. Για να το θέσουμε διαφορετικά, αντί οι κοινωνικές επιστήμες να προσηλωθούν στα πραγματικά προβλήματα, δηλαδή στην εξέταση και ανάλυση των διλημμάτων και προβλημάτων του κοινωνιοκεντρικά θεμελιωμένου διεθνούς συστήματος, πολλοί ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένοι διανοούμενοι, κατά βάση κλασικού είδους αναρχικοί –και η ύστερη εκδοχή τους οι διεθνοαναρχικοί «κριτικοί κονστρουκτιβιστές»– είτε το κατανοούν είτε όχι αντιμάχονται την ανθρώπινη οντολογία και κατ’ επέκταση την συλλογική ανθρώπινη ελευθερία. Για κάθε κοινωνία αποτελούν κυριολεκτικά στοχαστική και πολιτική μάστιγα και κύρια πηγή κοινωνικοπολιτικού ανορθολογισμού.
Ποταμοί ανορθολογισμού που εισρέουν ορμητικά στον ένα δίσκο της πλάστιγγας της διεθνούς πολιτικής επενεργούν βλαπτικά και αποσταθεροποιητικά κυρίως προς την κατεύθυνση των ασθενέστερων και πιο ασταθών κρατών σε περιφέρειες όπως τα Βαλκάνια και η Μέση Ανατολή. Αναμφίβολα, στο τέλος όλοι βλάπτονται, ακόμη και τα ηγεμονικά κράτη που βλέπουν τα πρόσκαιρα κέρδη τους να εξανεμίζονται μπροστά στις θύελλες που προκαλούν οι άνομες και καταχρηστικές δραστηριότητές τους. Η πρόσφατη επέμβαση στο Ιράκ είναι ένα μόνο από τα χιλιάδες παραδείγματα αυτής της ιστορικής αλήθειας. Η επερχόμενη αστάθεια λόγω διχοτόμησης της Σερβίας και η υπονόμευση του φρονήματος των Σέρβων από ιδρύματα όπως αυτά του Σόρος (δια μέσου ακριβώς των βιβλίων ιστορίας) είναι αναπόδραστα το επόμενο μεγάλο πρόβλημα στο κατώφλι της Ελλάδας. Το πρόβλημα, όσον αφορά την Ελλάδα, είναι ότι οι ίδιες ακριβώς βλαπτικές δραστηριότητες αναπτύσσονται πλέον εντός των τειχών.
8. «Κριτικοί κονστρουκτιβιστές»: Μαλακή ισχύς στο οπλοστάσιο των διεθνοφασιστικών αξιώσεων
Όπως ήδη τονίστηκε, συνήθεις όροι και έννοιες οι οποίες αναφέρονται στην «κονστρουκτιβιστική» βιβλιογραφία, είναι «αποσυναρμολόγηση» «αποολοκλήρωση», «κατεδάφιση», «αποκέντρωση», «κατακερματισμός», «πολυπολιτισμικό κράτος», κτλ. Έτσι, πιστεύουν οι ιδεολογικοί ακτιβιστές του «κονστρουκτιβισμού», αλλάζει ο τρόπος σκέψης, επέρχεται ιδεολογικός μετασχηματισμός των συλλογικών οντοτήτων προς μεγαλύτερη συνειδητοποίηση της ταυτότητας των ατόμων ως «πολιτών του μεταεθνικού κόσμου» και μεταλλάσσεται ο τρόπος με τον οποίο άτομα και συλλογικές οντότητες «βλέπουν» τον «Άλλο». Αυτό, πιστεύεται αφελώς ή προσχηματικά, θα φέρει την ειρήνη, ως και εάν τα αίτια πολέμου είναι ζήτημα αισθητικής και όχι αδυσώπητης αναμέτρησης συμφερόντων, ιδιαίτερα ηγεμονικών. Υπό το πρίσμα των πιο πάνω –κυριολεκτικά «δαιμονισμένων» επιστημολογικών απόψεων–, είναι αυτονόητο ότι οι καταστατικοί αγώνες ανεξαρτησίας-ελευθερίας κατά των Οθωμανών πρέπει να υποβαθμίζονται, όπως και οι απορρέουσες κοσμοθεωρίες και (ιστορικά αληθή) εθνικά στερεότυπα, ανεξαρτήτως του κατά πόσο τα τελευταία θρέφουν τον αγώνα προάσπισης της ελευθερίας των φιλειρηνικών κρατών του διεθνούς συστήματος. Αντίστροφα, οι θέσεις του «Άλλου» (για παράδειγμα του διάδοχου κράτους των Οθωμανών) το διεθνοφασιστικό πολυεθνικό οικοδόμημα του οποίου κατέρρευσε κάτω από το βάρος των αγώνων ελευθερίας, θα πρέπει να ενσωματώνονται στις διανοητικές λειτουργίες φοιτητών και μαθητών. Έτσι, σύμφωνα με αυτά τα διαστρεμμένα σοφίσματα, μεγαλύτερη σημασία έχει όχι η ελληνική ή Σερβική επανάσταση αλλά η περίπου αγαθοεργός «πολυπολιτισμικότητα» των υποτελών-σκλάβων στο Α ή Β χωριό επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό, διόλου τυχαία, οι θιασώτες αυτών των κονστρουκτιβιστικών ιδεολογημάτων, εξισώνουν τις κοσμοθεωρίες που γέννησαν οι αγώνες ελευθερίας (και την αξίωση για εθνική ανεξαρτησία κατά του ηγεμονισμού και περιφερειακού αναθεωρητισμού) με το παράπονο των διαδόχων των διεθνοφασιστικών πολυεθνικών αυτοκρατοριών όπως είναι για παράδειγμα το βαθύ τουρκικό κράτος και οι πολυπληθείς υποστηρικτές του εντός και εκτός Τουρκίας.
Σε κοινωνίες που είναι υποψήφιες για ήττα και συρρίκνωση οι φορείς τέτοιων θεωρημάτων αναπόδραστα κυριαρχούν στις συμβατικές ιδεολογικοπολιτικές αναμετρήσεις που αναδιανέμουν συμφέροντα, σύνορα και πληθυσμούς. Αυτή η στράτευσή τους σήμερα ως «μαλακή ισχύς» άνομων διεθνοφασιστικών συμφερόντων, βεβαίως, δεν είναι άγνωστη σε όσους μελετούν συστηματικά την αμερικανική εξωτερική πολιτική (Για τον ρόλο των διεθνικά διαπλεκομένων «ιδρυμάτων», την αμερικανική στρατηγική γι’ αυτό το ζήτημα, την στρατηγική «μαλακής ισχύος» και πλήθος βιβλιογραφικών παραπομπών και θεμελιώσεων βλ. το καταπληκτικό άρθρο του Johathan Mowat, αναρτημένο στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/55.htm). Χωρίς το παρόν σημείωμα να επαναλαμβάνει ακαδημαϊκές αναλύσεις που έκανα σε άλλη περίπτωση (βλ. ιδ. Την μονογραφία http://www.ifestos.edu.gr/7.htm), σημειώνεται ότι η στρατηγική των ηγεμονικών δυνάμεων έχει από καιρό αφομοιώσει και χρησιμοποιήσει εργαλειακά αυτές τις επιστημονικές τσαρλατανιές. Όπως χαρακτηριστικά και αφοπλιστικά γράφουν οι ίδιοι οι αμερικανοί, (Katzenstein/Keohane/Krasner, International Organization, vol. 52. 4 1998 σ. 673) «ισχυρότερα κράτη είναι δυνατό να κατορθώσουν να αλλάξουν τις παραστάσεις με βάση τις οποίες οριοθετούνται οι ιδεολογικές πεποιθήσεις σε λιγότερο ισχυρά κράτη ή ηττημένες πολιτείες». Στο πλαίσιο της επίσημης στρατηγικής τους, «οι Hνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, πίεσαν συστηματικά και επίμονα για τη διάδοση συγκεκριμένων πεποιθήσεων ως προς το πώς πρέπει να είναι το όραμα της διεθνούς κοινωνίας [που τις συνέφερε] μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ανανέωσαν και το αναζωογόνησαν την μεταψυχροπολεμική εποχή. O σκοπός δεν ήταν απλώς να προωθήσουν συγκεκριμένους στόχους, αλλά να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο οι συγκεκριμένες κοινωνίες βλέπουν τα οικεία συμφέροντα. H έμφαση αυτού που ο Nye ονομάζει “μαλακή ισχύς” σχετίζεται τόσο με ρεαλιστικούς φόβους [κατανομής ισχύος] για τη σχετική ισχύ όσο και με την [“κριτική”] κονστρουκτιβιστική ανάλυση για συλλογικά πιστεύω, πεποιθήσεις και ταυτότητες» (έμφαση δική μου). Ο Σόρος και τα ιδρύματά του, όπως είναι βιβλιογραφικά θεμελιωμένο, αποτελεί πλέον κύριο όπλο «μαλακής ισχύος», ιδιαίτερα στα Βαλκάνια αλλά και ευρύτερα (βλ. Mowat ό.π.).
Όχι επιστημονικά θεμελιωμένη ιστορία, αλλά «μαλακή ισχύς» στην υπηρεσία των ηγεμονικών αξιώσεων, είναι λοιπόν, οι νέες εξωπολιτικές, διεθνικές και εξ αντικειμένου αντικοινωνικές ιστοριογραφικές μεθοδεύσεις. Είτε το κατανοούν είτε όχι, ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένοι ιστοριογραφούντες και διεθνολογούντες, δυνατό να είναι στις μέρες μας το κυριότερο εργαλείο μαλακής ισχύος των πιο ακραίων διεθνοφασιστικών αξιώσεων και κανείς δεν μπορεί να αγνοεί αυτό το πασίγνωστο πλέον γεγονός. Για να παραφράσω τους προαναφερθέντες αμερικανούς συναδέλφους, στις «ηττημένες» και παρακμάζουσες κοινωνίες, τα πρώτα σημάδια των μεγάλων ζημιών συμβολίζονται από το μονοπώλιο των «κριτικών» διεθνοαναρχικών θέσεων στα μέσα ενημέρωσης και στα πανεπιστήμια, ακόμη και στον πολιτικό λόγο. Ναι, ακόμη και στον πολιτικό λόγο, ο οποίος αντί να εκπληρώνει την αποστολή του υπέρ της συλλογικής ελευθερίας της κοινωνίας που υπηρετεί, δηλαδή την αποστολή της υπέρ της κυριαρχίας-εθνικής ανεξαρτησίας, διολισθαίνει στο βάραθρο των ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων που απονευρώνουν, που αποδυναμώνουν και που καθιστούν τους πολίτες εύκολη λεία των διεθνοφασιστικών αξιώσεων.
Στην εκάστοτε ιστορική συγκυρία, τα φίδια που εκκολάπτουν τα αυγά του φασισμού έχουν πολλές όψεις, μια σημαντική εκ των οποίων σήμερα είναι η διεθνική «αποδομιστική»-κονστρουκτιβιστική και ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένη ιστορική ανεκδοτολογία που εξ αντικειμένου, είτε οι οπαδοί το αντιλαμβάνονται είτε όχι, υπηρετούν την εκπλήρωση των διεθνοφασιστικών αξιώσεων της εκάστοτε ηγεμονικής συγκυρίας. Η στήριξη του φασιστικού σχεδίου Αναν, πάντως, πολλούς εξέθεσε. Όσοι εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα καλύτερα να μη κοιμούνται ήσυχοι. Scripta manent, και η αναγκαία και μη εξαιρετέα –αν θέλουμε να ελέγχεται η επιστημονική ασυδοσία– «επιστημονική εκδίκηση» σερβίρεται κρύα. Πολλές κάσες ερευνητικού υλικού που καταγράφουν απίστευτες ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένες –και εξ ορισμού προπαγανδιστικές και ανελεύθερες– γνώμες τυγχάνουν αυτή την στιγμή επεξεργασίας.
Οι ιδέες-φίδια που εκκόλαψαν το ανελεύθερο-φασιστικό σχέδιο Αναν που έφερε τους εμπλεκόμενους λαούς στο χείλος της αβύσσου θα ελεγχθούν αμείλικτα στον στίβο της επιστημονικής ανάλυσης και όχι στα διεθνικά καταγώγια όπου συχνάζουν διεθνικοί κερδοσκόποι, αξιωματούχοι ηγεμονικών κρατών και πλήθος άλλων τυχάρπαστων διεθνοαναρχικών του αχανούς διεθνικού χώρου ο οποίος στερείται κοινωνικής αναφοράς και κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και όπου η ιδεολογικά και διεθνοπολιτικά (επι)στρατευμένη «επιστήμη» αναπόδραστα υπηρετεί τις διεθνοφασιστικές αξιώσεις.
Π. Ήφαιστος
www.ifestos.edu.gr, www.ifestosedu.gr
Φεβρουάριος 2007
1. Επιστημολογικά ζητήματα και άλλε συναφείς αναλύσεις που αφορούν τα ζητήματα που θίγονται πιο πάνω έχουν δημοσιευτεί σε δεκάδες βιβλία, δοκίμια και άρθρα. Γι’ αυτό στο παρόν κείμενο δεν έχω παρά ελάχιστες παραπομπές. Εξάλλου, εκτιμώ ότι όταν κανείς περιγράφει πασίδηλα και διϋποκειμενικά πασίγνωστα φαινόμενα δεν χρειάζονται βαρίδια ανούσιων και άσχετων παραπομπών, πρακτική δυστυχώς ευρέως διαδεδομένη. Πληροφορίες για τα βιβλία μου και αυτούσια κείμενα δοκιμίων και άρθρων που αναλύουν επιστημολογικά ζητήματα αλλά και πιο ουσιαστικά θέματα όπως η θέση και ο ρόλος των «κριτικών κονστρουκτιβιστών» βλ. τις ιστοσελίδες πιο πάνω, ιδ. Το βιβλίο Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, παράρτημα ΙΙ και Οι διεθνείς σχέσεις ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ιδ. κεφ. 1 και 6.
2. Συνεπής με προγενέστερη απόφασή μου που στηριζόταν σε συγκεκριμένα επιστημονικά και επιστημολογικά κριτήρια δεν αναφέρω πλέον ονόματα συγκεκριμένων αναλυτών. Δύο είναι οι κύριοι λόγοι: Πρώτον, συγκεκριμένοι αναλυτές που σύμφωνα με την εκτίμησή μου –επανειλημμένα επιστημονικά και επιστημολογικά αιτιολογημένη– αντί να αναλύουν σεβόμενοι πάγιους κώδικες επιστημονικής δεοντολογίας μεταμφιέζουν ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις, μάλιστα, άλλοτε ευθέως και άλλοτε εμμέσως στρεφόμενες κατά της ανθρώπινης ελευθερίας, οδηγούν τις κοινωνικές επιστήμες σε παρακμή και στοχαστική διαφθορά. Σ’ αυτό τον κατήφορο κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να τους ακολουθεί. Τις πασίγνωστες και πασίδηλες παρακμιακές τάσεις, λοιπόν, μπορούμε να τις περιγράφουμε. Όμως, για να διαφυλάξουμε την σοβαρότητα των συζητήσεων δεν απαιτείται να καθίστανται οργανικό μέρος των επιστημονικών αναζητήσεών μας. Προσθέτω ότι στις κοινωνικές επιστήμες υπήρχαν πάντοτε ομάδες που διαδραμάτισαν πολύ σημαντικότερο ρόλο απ’ ότι άξιζαν επειδή αν και εξαιρετικά χαμηλών επιστημονικών προδιαγραφών, για συμβατικούς λόγους τύγχαναν πολύ μεγαλύτερης προσοχής απ’ ότι άξιζαν. Έτσι, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να δοξάζονται συμβατικά και εφήμερα αναλύσεις πλήρεις επιστημονικών σφαλμάτων, λογικών σφαλμάτων και κεκαλυμμένου προπαγανδιστικού χαρακτήρα. Στην διεθνιστική-κοσμοπολίτικη και ηγεμονικά (επι)στρατευμένη εκδοχή τους, αυτές οι προπαγανδιστικές εκλογικεύσεις είναι εξ ορισμού μεταφυσικά προσδιορισμένες και γι’ αυτό φασιστοειδείς (επειδή ακριβώς προτάσσονται της κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένης βούλησης εξυπηρετώντας διεθνοφασιστικά συμφέροντα). Δεύτερον, δεν επιθυμώ να προσωποποιούνται οι συζητήσεις. Παρελθούσες εμπειρίες αυτό ακριβώς δείχνουν.
--------------------------------------------------------------------------------
http://www.enet.gr/online/online_text/c=110,id=77067948,84827180
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 25.2.2007
Οχι στα μυθεύματα της Νέας Τάξης, Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ*
Πρέπει να «κατασκευαστεί» ένα ιστορικό παρελθόν ανάλογο με το μέλλον που μας ετοιμάζουν. Κάθε αυτοκρατορία επιδιώκει να γράψει την ιστορία όλων των υπόδουλων, να μονοπωλήσει την εικόνα που έχουν για το παρελθόν τους, έτσι ώστε να μπορεί να ελέγχει το ποιοι είναι σήμερα και το πώς θα λειτουργήσουν αύριο.
|
Παρότι η παγκοσμιοποίηση
ευαγγελιζόταν το «Τέλος της Ιστορίας», οι εξελίξεις την διαψεύδουν
κατηγορηματικά. Η Ιστορία όχι μόνο συνεχίζεται αλλά «επιστρέφει» πλησίστια: στη
Λατινική Αμερική, οι Ινδιάνοι εμπνέονται από τον προκολομβιανό κόσμο, στη Μέση
Ανατολή, η εποχή των Σταυροφοριών αναδύεται ακέραιη, ενώ, στη χώρα μας τα
βλέμματα είναι στραμμένα στο Βυζάντιο, στην Τουρκοκρατία, στην Επανάσταση, στην
Αντίσταση.
Οχι, ούτε το ρολόι του χρόνου ούτε οι λαοί έχουν τρελαθεί. Απλούστατα, επειδή η
«Νέα Τάξη» επιζητά την εκ βάθρων μετάλλαξη λαών, εθνών και κοινωνιών, σύμφωνα με
τα πρότυπα και τις απαιτήσεις της, οι κυριαρχούμενοι, στον αγώνα τους για
αυτοδιάθεση, αναζητούν ερείσματα στη δική τους «Ιστορία».
Τα Βαλκάνια
Υστερα από την κατάρρευση του ανατολικού στρατοπέδου, η περιοχή μας γνώρισε τον
κατακερματισμό που υποδαύλισαν οι ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας την παραδοσιακή τακτική
τού «διαίρει και βασίλευε» με την ενίσχυση των λεγόμενων στρατηγικών μειονοτήτων,
για την αποσύνθεση των εθνών-κρατών και τη γενικευμένη αποσταθεροποίηση, ώστε να
μην μπορέσουν οι βαλκανικοί λαοί να συγκροτήσουν έναν σχετικά αυτόνομο
οικονομικό και πολιτικό πόλο.
Η ολοκλήρωση αυτής της στρατηγικής απαιτεί και έναν «παράγοντα συνοχής», ρόλο
τον οποίο έχουν αναθέσει στην Τουρκία, περιφερειακή δύναμη με ισχυρό στρατό,
ανερχόμενη οικονομία, αυτοκρατορικό παρελθόν και επεκτατικές τάσεις, ώστε να
εδραιωθεί μια νεο-οθωμανική «ειρήνη» στην περιοχή. Γι' αυτό και οι ΗΠΑ σπρώχνουν
τους στρατοκράτες της Αγκυρας να στραφούν προς την Ευρώπη και τα Βαλκάνια· εξ ου
και το σχέδιο Ανάν ή η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η Ελλάδα
Στην Ελλάδα, οι άρχουσες τάξεις έχουν αποδεχθεί πλήρως αυτό
το σενάριο. Κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, με το πρόσχημα του «κατευνασμού»,
έχουν αναλάβει την... εκπροσώπηση της γείτονος στην Ευρώπη. Σε οικονομικό
επίπεδο, οι μεγαλο-επιχειρηματίες έχουν επιδοθεί σ' ένα ρεσιτάλ συμφωνιών.
Ενδεικτικά, εκτός από την Εθνική Τράπεζα που επένδυσε 4 δισ. στην Τουρκία, το
35% του κύκλου εργασιών της Ιντραλότ, του κ. Κόκκαλη, πραγματοποιείται εκεί, ενώ
ο κ. Μπόμπολας με τον πρόεδρο του ελληνοτουρκικού επιμελητηρίου, Ρ. Ταρά,
κατασκευάζουν μια νέα... πόλη στο Ομάν, κόστους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι
Φαναριώτες επιστρέφουν.
Και όμως η Τουρκία δεν παραιτείται από το casus belli, κατέχει τη μισή Κύπρο,
εγείρει μειονοτικό ζήτημα στη Θράκη και καταστέλλει αδυσώπητα όλα τα κοινωνικά,
πολιτικά και εθνικά κινήματα στο εσωτερικό της.
Για την εμπέδωση αυτής της στρατηγικής που τείνει να μεταβάλει την Ελλάδα -και
την Κύπρο- σε χώρες υποτελείς όχι μόνο στον υπερατλαντικό μονάρχη αλλά και στον
τοπικό γκαουλάιτερ, είναι απαραίτητος ο έλεγχος της διανόησης και η αλλοίωση του
φρονήματος του λαού.
Γι' αυτό, καθημερινά, αδιάκοπα, υπάλληλοι και παρακοιμώμενοι των ξένων πρεσβειών,
ή ποικιλώνυμων «ιδρυμάτων» τύπου Σόρος, βαφτίζουν την αντίθεση στον αμερικανικό
ιμπεριαλισμό «πρωτόγονο αντιαμερικανισμό», την καταδίκη των σιωνιστικών
εγκλημάτων «αντισημιτισμό», την καταγγελία της παγκοσμιοποίησης «απομονωτισμό»,
την υπεράσπιση της πατρίδας «εθνικισμό» και «ρατσισμό». Κάποιοι έφτασαν να
χαρακτηρίσουν «νεκρόφιλο» τον Ρίτσο, «φασίστα» τον Εγγονόπουλο, «βυζαντινιστή»
τον Θεοδωράκη, «παρακρατικό» τον Παπαρρηγόπουλο, η δε κυρία Αννα Διαμαντοπούλου
μας προέτρεψε να υιοθετήσουμε τα αγγλικά ως επίσημη γλώσσα.
Η Ιστορία
Στρατηγικό ρόλο σε αυτό το εγχείρημα καταλαμβάνει το ζήτημα της Ιστορίας, διότι
ο εξανδραποδισμός ενός λαού διέρχεται από τη ριζοτόμηση της ιστορίας και της
παράδοσής του:
Στα πανεπιστήμια, εδώ και χρόνια, κυκλοφορεί μια πρωτότυπη «ιστορική» αντίληψη
που θέλει τους Ελληνες να συγκροτούνται ως έθνος μετά την Επανάσταση του 1821,
αποκόβοντάς τους από μια ιστορική παράδοση χιλιετιών: «Είμαστε απλώς νεοέλληνες»,
πρόσφατης κοπής· επιπλέον, καλά ζούσαμε στην «πολυεθνική Οθωμανική Αυτοκρατορία»
που, κατά τον ιστορικό Αντώνη Λιάκο, πρέπει να αντικαταστήσει τον όρο
Τουρκοκρατία.
Ετσι και σήμερα πρέπει να προσαρμοστούμε στα νέα «πολυεθνικά μορφώματα», που μας
ετοιμάζει η Νέα Τάξη. Αυτή η λογική:
Α Εξωραΐζει ή υποβαθμίζει την οθωμανική κατάκτηση, τη Μικρασιατική Καταστροφή,
την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο το 1974.
Β Αποσκοπεί στην κάμψη αυτού που ο Ν. Σβορώνος αποκάλεσε «αντιστασιακό φρόνημα
του ελληνισμού», «απομυθοποιώντας» όλες τις μεγάλες αντιστασιακές στιγμές.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τις νέες «αφηγήσεις», στο 1821 ή στην Εθνική Αντίσταση η
έμφαση πρέπει να δίνεται κυρίως στην εμφύλια διαμάχη.
Γ Σ' ένα ευρύτερο πεδίο, επιδιώκει την αποδυνάμωση του εθνικού αισθήματος, της
ιστορικής μνήμης και όλων των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων των Ελλήνων. Το
πατριωτικό αίσθημα κατασυκοφαντείται ως «εθνικιστικό», ενώ επιστρατεύεται η
δικτατορία των συνταγματαρχών, ή ο Καρατζαφέρης, ως ιδεολογικό φόβητρο.
*Μιλούν για «αποδραματοποίηση» της Ιστορίας και αποσιωπούν τη γενοκτονία των
Ποντίων, την ίδια στιγμή που αρνούνται -και δικαίως- οποιαδήποτε «λήθη» ως προς
το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. *Μάχονται λυσσαλέα τον «ελληνικό εθνοκεντρισμό», ενώ
αποδέχονται την «αφήγηση» των Νεοτούρκων για τον Κεμάλ.
*Χρησιμοποιούν ως επιχείρημα τον «κατευνασμό» μεταξύ Γάλλων και Γερμανών, «ξεχνώντας»
πως αυτός στηρίχθηκε στην αναγνώριση των ναζιστικών εγκλημάτων και την
εγκατάλειψη του μιλιταρισμού από τη Γερμανία. Οταν όμως οι υπήκοοι αυτού του
νέου αναδυόμενου «πολυεθνικού μορφώματος» ανακάλυψαν ότι αυτή η αντίληψη
διοχετεύεται ακόμα και στο δημοτικό σχολείο -όπως συμβαίνει με το βιβλίο της
Ιστορίας της ΣΤ'-, τότε ξέσπασε η «θύελλα».
Οντως το νέο βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού, που εγκρίθηκε επί Σημίτη και
κυκλοφόρησε επί Καραμανλή, απηχεί αυτή την αντίληψη· η απόφαση για τη συγγραφή
του συνδέεται με συμφωνίες των Τζεμ - Παπανδρέου, το 1999, χωρίς βέβαια τίποτε
το ανάλογο να συμβεί από την τουρκική πλευρά.
Στο βιβλίο η ελληνική Επανάσταση περιγράφεται λίγο ώς πολύ με το ύφος των
οδηγιών ενός... επιτραπέζιου παιχνιδιού· το παιδομάζωμα παρουσιάζεται ως «στρατολόγηση»
των χριστιανικών πληθυσμών· οι Μικρασιάτες «συνωστίζονται» στο λιμάνι της
Σμύρνης το 1922· αποσιωπούνται οι γενοκτονίες των Νεοτούρκων· ταυτοχρόνως,
τονίζονται υπερβολικά οι πτυχές της συνύπαρξης για να υποβαθμιστεί η υποδούλωση,
οι διωγμοί, η καταπίεση, η εκμετάλλευση. Αλλά ακόμα και από τη... Γαλλική
Επανάσταση απουσιάζουν ο Ροβεσπιέρος και ο Μαρά.
Οι αντιδράσεις
Οι αντιδράσεις ήταν τόσο έντονες και γενικευμένες, ώστε το ζήτημα αναδείχθηκε
σταδιακά σ' ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά ζητήματα της επικαιρότητας. Η
συζήτηση άναψε, με άρθρα και τοποθετήσεις που απηχούσαν και τις δύο απόψεις.
Παράλληλα, πάρθηκαν πολλαπλές πρωτοβουλίες για την απόσυρση του βιβλίου, μέσω
Διαδικτύου (π.χ. η ιστοσελίδα του «Αντίβαρου»), σε τηλεοπτικές εκπομπές (π.χ. ο
902 TV), με εκδηλώσεις και αναλύσεις (π.χ. το τεύχος 62 του περιοδικού «Αρδην»).
Η αντίδραση των υποστηρικτών της «νέας ιστορίας» υπήρξε αλαζονική και
πανικόβλητη. Η κ. Κουλούρη χαρακτήρισε τους αντιδρώντες αλαζονικά «housewives»
και «εργάτες από τη Γερμανία». Ο κ. Λιάκος αναφέρθηκε σε... «ψυχωτικούς»,
επιστρατεύοντας το γνωστό αμάλγαμα ακροδεξιών και αριστερών! Και όμως, κατά του
συγκεκριμένου βιβλίου έχουν ταχθεί το ΚΚΕ, όλα (!) τα κόμματα της κυπριακής
Βουλής, πολλοί δημοσιογράφοι (μόνο στην «Ελευθεροτυπία», Στάθης, Τριάντης,
Στεφανίδης, Μαλιγκούδης κ.ά.). Εκτός δε από τις ενοχλητικές «νοικοκυρές», στις
4.100 υπογραφές των διαμαρτυρομένων στο «Αντίβαρο» περιλαμβάνονται 125
πανεπιστημιακοί, 600 εκπαιδευτικοί και πολλοί άλλοι «αναρμόδιοι», όπως 541
ποντιακά και προσφυγικά σωματεία, η Ενωση Σμυρναίων, ενώσεις Κων/πολιτών.
Τέλος, ο υπουργός Παιδείας της Κύπρου διαμαρτυρήθηκε στην ελληνίδα υπουργό γι'
αυτό ακριβώς το θέμα.
Δημιουργήθηκε, δηλαδή, ένα κίνημα που ήδη ξεπερνάει το συγκεκριμένο και
αγκαλιάζει την ιστορική μας μνήμη γενικότερα. Και αυτό το κίνημα δεν
αντιμετωπίζεται με συκοφαντίες, ούτε με πλαστογραφίες και αμαλγάματα.
Οσο για την Αριστερά, που ορισμένοι επικαλούνται, έγινε μεγάλη λαϊκή δύναμη μόνο
όταν τέθηκε επικεφαλής του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα· δεν ακολούθησε τους
ελάχιστους που καλούσαν σε «συμφιλίωση» με τους κατακτητές, με το σύνθημα «γερμανοί
εργάτες, αδέρφια μας», ούτε αργότερα εκείνους που συκοφαντούσαν τον αγώνα της
Κύπρου.
Ο υποφαινόμενος, στα χρόνια του Δημοτικού, συμμετείχε πρώτη φορά σε διαδήλωση
για την Κύπρο. Στη συνέχεια, ήρθε πολλές φορές σε σύγκρουση με την εξουσία. Ποτέ
όμως δεν ξέχασε το δίδαγμα των παιδικών του χρόνων: Για έναν λαό που, εδώ και
οκτώ αιώνες, έχει πρόβλημα ανεξαρτησίας, όσοι, με οποιοδήποτε πρόσχημα,
αρνούνται τη σύγκρουση με την πραγματική εξουσία, την ξένη προστασία και τον
ιμπεριαλισμό, αργά ή γρήγορα, συντάσσονται μαζί της.
Τα σύμβολα της αντίστασης σε αυτό τον τόπο ευτυχώς ορίζονται ακόμα από ζώντες
όπως ο Μανόλης Γλέζος, ο Βάσος Λυσσαρίδης, ο Τάσσος Παπαδόπουλος και τεθνεώτες
όπως ο Γρηγόρης Αυξεντίου και ο Σολωμός Σολωμού. Η Ιστορία μας διηγείται πριν απ'
όλα την «Αντίσταση στη φοβερή εξουσία», σύμφωνα με τα λόγια του ποιητή, και όχι
τα μυθεύματα των οσφυοκαμπτών.
* Ο Γ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ είναι εκδότης του περιοδικού «Αρδην» και της εφημερίδας «Ρήξη».
--------------------------------------------------------
Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής
Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές, Έδρα Jean Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση
Πάντειον Παν/τήμιον, info@ifestosedu.gr, info@ifestos.edu.gr, www.ifestos.edu.gr, www.ifestosedu.gr
Μάρτιος 2007. Περί Wendt, επιστήμης, κονστρουκτιβισμού και άλλων τινών.
Εμβόλιμα, είναι χρήσιμο να τονίσω τα εξής. Εδώ και αρκετό καιρό έχω εμπλακεί στην συζήτηση για τα βιβλία ιστορίας και την θέση της αποδομητικής βιβλιογραφίας. Δεν είναι τυχαίο, για δύο τουλάχιστον λόγους. Το πρώτον είναι η τυπολογία περί τον πολιτικό στοχασμό που επεξεργάζομαι εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες. Αφορά, από την μια πλευρά τον αδιάφθορο, ασκητικό, αξιολογικά ελεύθερο, ευρυμαθή και προσκολλημένο σε ακαδημαϊκούς κώδικες επιστήμονα και από την άλλη τον αμαθή ή ημιμαθή, τον υπηρέτη διαφόρων συγκυριακών και εφήμερων αξιώσεων ισχύος, τον μεγαλοπρεπώς επιστημονικά μεταμφιεσμένο αρλούμπα που κατά βάση ειδικεύεται σε ρηχές ιδεολογικοπολιτικές εκλογικεύσεις και στον εν γένει επιστήμονα που εκπέμπει σαπουνόφουσκες αντίστοιχες με αυτές των αναξιόπιστων χρηματοοικονομικών ομολόγων. Το δεύτερον, είναι το γεγονός ότι ενδέχεται κανείς άλλος έλληνας, εξ αντικειμένου, δεν έχει τόσο πολύ αναλύσει το ζήτημα του κριτικού κονστρουκτιβισμού στην διεθνή βιβλιογραφία. Αμφότερα είναι μεγάλα επιστημονικά, επιστημολογικά και πολιτικά ζητήματα και συνδέονται με την προσπάθεια «αποδομητικής» αναθεώρησης της ελληνικής ιστορίας.
Κατά κάποιο τρόπο, το νέο πρόβλημα των διεθνών σχέσεων πρέπει να τιτλοφορηθεί «Wendt.» Αναρίθμητες είναι οι ομολογίες συναδέλφων και κυρίως μεταπτυχιακών φοιτητών για το καταναγκαστικά καταπιεστικό πνευματικό περιβάλλον, ιδιαίτερα στον αγλλοσαξονικό κόσμο και κυρίως στην ΜΒ. Πριν πολλά χρόνια τον είχα συναντήσει σε κάποιο συνέδριο. Ο ίδιος βέβαια είναι ένας καθώς πρέπει κύριος, ευγενέστατος, μορφωμένος, αλλά απελπιστικά απλουστευτικός όταν μιλώντας –αξιολογικά, αναμενόμενα– αναφέρθηκε στα ελληνοτουρκικά. Πιάσαμε κουβέντα στα περιθώρια ενός συνεδρίου. Αφού κατάλαβα ότι και αυτός απογειώθηκε –δηλαδή μέσα σε μικρό κεφάλι, όπως με όλους μας συμβαίνει κάποια στιγμή, μπήκαν μεγάλες ιδέες– είπα μέσα μου, ο άνθρωπος πάει για «παγκόσμια κυβέρνηση». Άσε τον να πορευτεί ίσαμε τις ακραίες απολήξεις των αδιέξοδων και ανθρωπολογικά κενών σκέψεών του, θα έλεγε και ο Κονδύλης. Συναδελφικά και πολιτισμένα του εξήγησα ότι με αναλύσεις που αναλύουν μη υπαρκτούς κόσμους στερούμενους οντολογία ξέκοψα ήδη από το διδακτορικό μου. Του εξήγησα ότι έχασα τρία χρόνια με τους συμπεριφοριστές και δικαιολογημένα και αιτιολογημένα εκτιμώ πως τέτοιες στοχαστικές εκτροπές, συνήθεις στα Νέα Χρόνια, είναι ανούσιες, ανώφελες, επιστημονικά αβάσιμες και ως ακαδημαϊκός θα τις εξηγώ μεν στους αναγνώστες και φοιτητές μου αλλά θα τις διαβαθμίζω εκεί που πρέπει. Καταλήξαμε «δηλώνοντάς του» ότι ως «ανατολίτης» αναλυτής που η θητεία μου στα μοντερνιστικά πανεπιστήμια δεν με οδήγησε ανεπίστροφα τους λαβύρινθους του υλισμού, από καιρό μελετώ στοχαστές ανθρωπολογικά περιεκτικούς. Γιατί του είπα φιλικά και χαμογελώντας, ο βίος είναι σύντομος, και είναι θλιβερό κανείς να ανακαλύπτει πολύ αργά ότι ανάλωσε μια ζωή για να βρεθεί σε υπαρξιακό στοχαστικό αδιέξοδο. Και αυτός είναι ο μοντερνισμός, του είπα, τονίζοντας: Η κατάληξή του είναι ο μαρκήσιος ντε Σαντ, ένας από τους συνεπείς μοντερνιστές υλιστές. Λογικά, ο συμβατικά μέγας Wendt δεν ευχαριστήθηκε για τις εκτιμήσεις μου. Του συνέστησα να διαβάσει Κονδύλη, για να καταλάβει πόσο αναιρεμένες είναι οι θεωρήσεις του. Κονδύλη, λόγω βάθους και εμβέλειας καθότι καμιά σύγκριση δεν υπάρχει με τις σχοινοβατικές συμβατικές θεωρήσεις του βολεμένου παρασιτισμού των δυτικών πανεπιστημίων. Ορθά κοφτά κα σωστά τα λέει ο Κονδύλης.
Μετά από λίγα χρόνια επέβλεπα διδακτορικό. Λαμπρός, οξυδερκής και ικανός νέος ο υποψήφιος. Όπως με όλους τους διδάκτορες διαθέτω εκατοντάδες ώρες συζητήσεων. Το λαμπρό αυτό παιδί είχε κάνει το Master στην Αγγλία και αναμενόμενα είχε δεχτεί πολλά «εμβόλια Wendt». Μου ζήτησε να χρησιμοποιήσει κάποιες υποθέσεις του άγγλου συναδέλφου. Ασφαλώς, για λόγους πλουραλισμού το δέχτηκα –ούτως ή άλλως εγώ μπορεί να αμφισβητώ τον προσανατολισμό αλλά ποτέ δεν θα πω πως οτιδήποτε πει οποιοσδήποτε Wendt είναι μηδέν– αλλά του είπα πως στην επιστήμη αυτό δεν είναι το ζήτημα. Πρωταρχικό είναι, κυρίως, η επαλήθευση ή διάψευση των υποθέσεων στον υπαρκτό κόσμο. Άσε, πρόσθεσα, που ο φίλος μας ο Wendt ίσαμε τις ακραίες απολήξεις της σκέψης του είναι υποχρεωμένος να γίνει «επαναστατικός» (αναφερόμουν στον γνωστό όρο του Martin Wight). Δεν πέρασαν ούτε 3 μήνες και οι υποψήφιος διδάκτορας επέστρεψε γελώντας και κρατώντας άρθρο του Wendt που περιείχε στον τίτλο την φραση «παγκόσμιο κράτος». Τώρα, δεν είναι εδώ ο χώρος για να επεκταθώ και να εξηγήσω το πόσο και πως διέφθειρε στοχαστικά την επιστημονική σκέψη ο εν λόγω συνάδελφος. Με την έννοια ότι εξώθησε πολλούς να γράψουν τα πιο απίθανα πράγματα και να ενισχυθούν οι αποδομηστικές (κριτικές κοντστρουκτιβιστικές) θεωρήσεις στην Βρετανία και στις ΗΠΑ. Τα έχουμε αναλύσει, αυτά σε βιβλία και ο καθείς μπορεί να τα αναζητήσει. Αυτό που θέλω να τονίσω εδώ, συνδέοντάς το με την συντρέχουσα διαμάχη για τα βιβλία ιστορίας, είναι το πόσο καταπίεση υπάρχει στα βρετανικά κυρίως πανεπιστήμια σε αναφορά με τον .. Wendt (εγώ αποκόμισα συζητώντας μαζί του, πάντως, ότι δεν έχει επίγνωση αυτού του γεγονότος – περισσότερο, ως έξυπνο και σοβαρό άνθρωπο τον ανησύχησε αυτό που είπα για την αναίρεση των θεωρήσεών του). Τον Wendt, πάντως, τον «συνάντησα», στοχαστικά εννοώ, συχνά τις τελευταίε δεκαετίες. Αυτές οι «συναντήσεις» αφορούσαν την στοχαστική καταπίεση. Καταγράφω σημειώσεις από το ανώνυμο και απρόσωπο αρχείο μου που κρατώ εδώ και χρόνια –το τι άλλο έχω καταγράψει εδώ και δεκαετίες ως στοιχεία συγκρότησης μιας ιδεοτυπικής κατασκευής περί τον πολιτικό στοχασμό, κυριολεκτικά δεν περιγράφεται, για να μην θίξω εδώ απίστευτες απρόσωπες αλλά αληθινές καταγραφές ιδιοτέλειας, κατάχρησης ρόλου, φιλοτομαρισμού και ηδονισμού– και που σκοπό έχει να στηρίξει την εξέταση του εκκρεμούς της ακαδημαϊκής ζωής διαχρονικά και τον ρόλο των φορέων του πολιτικού στοχασμού:
«δεν κάνεις διδακτορικό αν δεν ενσωματώσεις τον Wendt»
«δεν γράφεις διπλωματική αν δεν είναι γύρω από τον Wendt»,
«δεν μπορείς να επιβιώσεις σε αγγλικό πανεπιστήμιο αν δεν είσαι είτε φιλελεύθερος είτε κονστρουκτιβιστής».
«είναι ζήτημα βιοποριστικής επιβίωσης να ασχοληθείς με τις συμβατικές μ….. του Wendt»
«δεν λες, καλά που έγραψα και αυτά επιβιώνοντας μη επεκτεινόμενος στον Wendt».
«μπορείς να γράφεις και αρλούμπες φτάνει να αναφέρεσαι στον Wendt»
«δεν μπορείς να δημοσιεύσεις σε περιοδικό αξιολογητών αν δεν αναφέρεσαι στον Wendt»
«δεν βλέπουν τι γράφεις παρά μόνο ψάχνουν στις υποσημειώσεις πόσες φορές αναφέρεις τον Wendt»
Και πολλά άλλα συναφή και ανάλογα, αναρίθμητα θα έλεγα, που θα αποτελέσουν βασικές εισροές στην εκκολαπτόμενη τυπολογία μου για τον πολιτικό στοχασμό και τους φορείς του. Την ιδεοτυπική κατασκευή, δηλαδή, που αποσκοπώ να αποτελέσει την πιο σημαντική συνεισφορά μου στην πολιτική σκέψη. Ένα τουλάχιστον κεφάλαιο θα αφορά τον τυπικό αρλούμπα, την «επιστημονική φούσκα» ίσαμε τις ακραίες, ολιστικές και σφαιρικές απολήξεις της. Γιατί ακριβώς, το βασικό επιχείρημα είναι ότι μετά τον 15ο αιώνα δημιούργησε στρατιές επιστημονικά μεταμφιεσμένων συνειδητών ή ανεπίγνωστων υπηρετών εφήμερων αξιώσεων ισχύος της εκάστοτε συγκυρίας.
Εγώ πάντως θα συνηγορήσω υπέρ του … Wendt. Ο άνθρωπος, δεν είναι και κανένα τέρας. Συνήθης μοντερνιστής διανοούμενους είναι. Είναι ένας οξυδερκής αναλυτής, σίγουρα προικισμένος με μεγάλη φαντασία, όπως κάθε ιδεολογικά προσανατολισμένος αναλυτής (χωρίς να λέω ότι όσοι είναι ιδεολογικά προσανατολισμένοι είναι οξυδερκείς, αντίθετα, πολλοί είναι υψηλοί και ακατοίκητοι, αν όχι πνευματικά φούσκες). Καμιά σχέση δεν έχει ο Wendt, βέβαια, με τους μεγάλους φιλελεύθερους και μαρξιστές ιδεολόγους του 19ου και 20ου αιώνα. Είναι μάλλον πολύ μικρός συγκρινόμενος. Αυτό μπορούμε και διαφορετικά: Ακόμη δεν προκάλεσε εκατόμβες όπως οι άλλοι. Συγκυριακά, πάντως, είναι πολύ σημαντικός. Αυτός και μερικοί άλλοι που τρέφουν τον κονστρουκτιβισμό ιστορικά-συγκυριακά ευνοήθηκαν, καθότι κλείνοντας τον 20ο αιώνα τα ορφανά του μαρξισμού, του φιλελευθερισμού και του φασισμού που επικυριάρχησαν τους δύο τελευταίους αιώνες, στις μέρες μας ψάχνουν για στέγη. Τους αναζητούν επίσης όπως και κάθε αναλυτή με αποδομηστική απόκλιση, οι μυστικές υπηρεσίες των μεγάλων δυνάμεων, για να τους καταστήσουν συνειδητή ή ανεπίγνωστη «μαλακή ισχύ» των συμφερόντων τους. Βέβαια, εγώ αν και θλίβομαι για όλα αυτά, ποτέ δεν θα θυματοποιούσα ένα αναλυτή που σπούδασε ή δούλεψε στα ιδεολογικοπολιτικά εκπαιδευτήρια κάποιων δυτικών δυνάμεων. Το αντίθετο, όταν μου πέφτει ακαδημαϊκός λόγος, τους κρίνω επιεικώς και με μεγάλη συμπάθεια. Αυτό γιατί, ακριβώς, είμαι συνειδητοποιημένος για το δρόμο που διένυσαν, και, τυγχάνει, φιλοσοφικά να βλέπω όλους ανθρώπινα. Τουτέστιν, αναγνωρίζω ότι δεν μπορεί να είναι όλοι ήρωες στην ζωή, στην δουλειά τους, στις προσωπικές τους υποθέσεις και στους καταναγκασμούς που καθημερινά βιώνουν. Τους δίνεις λοιπόν την ευκαιρία να ξεδιπλωθούν και αναπτυχθούν. Με όσους ιένυσαν τέτοιες διαδρομές θα ήμουν μεγαλόψυχος δίνοντάς τους την ευκαιρία να βρεθούν στον ακαδημαϊκά ανεξάρτητο ελληνικό πανεπιστημιακό χώρο.. Καθότι, κακά τα ψέματα, μερικοί υποκρινόμενοι και μερικοί άλλοι ειλικρινά, υποστηρίζουν πως καθυποτάχθηκαν για λόγους επιβίωσης, βιοποριστικούς, κτλ. Πως αποφεύγονται τα λάθη; Πως εμπιστεύεται κανείς τους εκ Εσπερίας συμβατικά διακεκριμένους; Πως λειτουργεί κανείς εάν και όταν κάνει λάθος επιλογή και φορτώσει τους φοιτητές και την κοινωνία με βαρίδια; Πως αποφεύγει να αδικήσει κάποιους οι οποίοι όντως είναι καταπλακωμένοι από την εύτακτη μεν αλλά συμβατική δε και ρηχού επιστημονικού βάθους επιστημονική τάξη των δυτικών πανεπιστημίων; Πως διασφαλίζεται αν γίνει λάθος ότι τα πράγματα θα διορθωθούν. Και τα λοιπά.
Θα παραμείνω όμως αιθεροβάμων. θα συνεχίσω να πιστεύω ότι ο δικός μας ακαδημαϊκός χώρος ο οποίος είναι προικισμένος με μακρά παράδοση ακαδημαϊκής-επιστημονικής ανεξαρτησίας κατοχυρωμένης μάλιστα Συνταγματικά έχει δυνατότητες αυτοσυγκρότησης, αυτορρύθμισης και αυτό-ελέγχου μέσα από επιστημονικούς και δεοντολογικούς ελέγχους μεταξύ των στελεχών της ακαδημαϊκής ζωής. Αυτό είναι καθόλα θεμιτό, νομιμοποιημένο και προϋπόθεση της ακαδημαϊκής ζωής, φτάνει οι ακαδημαϊκοί λειτουργοί να μην λειτουργούν φοβικά, με ολιγωρία μπροστά στην βάσανο των επιστημονικών και δεοντολογικών ελέγχων και με αναστολές μπροστά στις συχνές συνδικαλιστικές υπερβολές. Θα συνεχίσω επίσης να ελπίζω πως στην χώρα που κληροδότησε την έννοια «θεωρία» θα αναπτυχθεί ένας πανεπιστημιακός χώρος χειραφετημένων πολιτικών στοχαστών υψηλής βαθμίδας που θα αναπτύξουν την επιστήμη πρωτότυπα και στις πιο υψηλές βαθμίδες. Ας ελπίσουμε και ας δείξουμε κατανόηση για όσους για τον ένα ή άλλο λόγο σπουδάζουν ή «δουλεύουν» σε καταπιεσμένα και εν τέλει ακαδημαϊκά περιβάλλοντα. Εγώ με μεγαλοψυχία και απέραντα περιθώρια καλής πίστης θα προσδοκώ ότι όσοι καταπιέστηκαν στο εξωτερικό είτε ως μεταπτυχιακοί φοιτητές είτε ως διδάσκοντες όταν βρεθούν στον συγκριτικά θαυμαστό κόσμο της ελληνικής πανεπιστημιακής ανεξαρτησίας θα καταλάβουν την διαφορά και θα αφοσιωθούν στην χειραφετημένη καλλιέργεια της γνώσης.
Όσον αφορά την προαναφερθείσα τυπολογία κανείς μπορεί να αναζητήσει άλλες αναφορές σε άλλες παρελθούσες σελίδες. Κάποια στιγμή, πάντως, αν μου το επιτρέψουν οι ενασχολήσεις μου, θα επιχειρήσω δημόσια διαβούλευση ειδικά για τους φορείς του πολιτικού στοχασμού. Αυτό γιατί θα αποτελέσει σημαντικό κεφάλαιο της σχετικής δημοσίευση που επεξεργάζομαι εδώ και δύο περίπου δεκαετίες.
Τώρα, μιας και έκανα αναφορά πιο πάνω στο –επιστημολογικά και μεθοδολογικά– σκόπιμα ανώνυμο και απρόσωπο αρχείο μου για τους φορείς της επιστημονικής γνώσης και τον ίδιο τον επιστημονικό στοχασμό στην ιστορική διαδρομή, θα μπορούσα να κάνω μνεία σε χαρακτηριστικά γεγονότα όπως ξεφυλλίζω τις κάρτες έρευνας (με κάρτες άρχισα πριν δύο περίπου δεκαετίες). Διευκρινίζω –αν και νομίζω αν θυμάμαι καλά ότι το έκανα ήδη δημόσια–, ότι ο λόγος που η ιδεοτυπική κατασκευή των φορέων του πολιτικού στοχασμού στην ιστορική διαδρομή είναι απρόσωπη, είναι για να μπορέσει να είναι ολιστική και περιεκτική μέχρι εκεί που δεν πάει. Πρέπει όλοι να χωράνε, εκατέρωθεν του εκκρεμούς της επιστημονικής και ακαδημαϊκής ζωής, ενώ ακόμη και αν κάποιος εντοπίσει τον εαυτό του στο ενδιάμεσο να αναλογιστεί για το ποια είναι η φορά με την οποία κινείται. Μερικά στοιχεία λοιπόν, τα οποία κατά καιρούς ακούω ή βλέπω και καταγράφω ανώνυμα και απρόσωπα. Το πρώτο και κυριότερο είναι ο εμπειρικός ή θεωρητικός προσανατολισμός. Η κυρίαρχη τάση είναι κανείς είτε να καταναγκάζεται να δουλεύει εμπειρικά και περιγραφικά (ως δηλαδή περίπου δημοσιογράφος) αν δεν κινείται στον κυρίαρχο «θεωρητικό» προσανατολισμό, που στα δυτικά πανεπιστήμια είναι συγκεκριμένος: μοντερνιστικός με την ευρύτερη έννοια, δηλαδή, όπως εξηγώ σε μονογραφία που ετοιμάζω για τον μοντερνισμό μια από τις πολλές τάσεις ή κάποια ενδιάμεση: φιλελεύθερος, αστικοεθνικοσοβινιστικός, μαρξιστικός, φασιστικός. Σήμερα, όπως ήδη ανέφερα, όλα αυτά περίτεχνα και εξεζητημένα μπορούν να μπουν κάτω από τις πολλές σκέπες του κριτικού κονστρουκτιβισμού που επειδή ακριβώς συχνά με ελευθεριότητα λένε ότι τους κατέβει στο κεφάλι μπορούν να δημιουργήσουν απίστευτα ετερογενείς και ανομοιογενείς ομαδοποιήσεις. Τώρα, αυτό, επεκτείνεται και στον εκδοτικό χώρο. Συγκεκριμένα, όπως συχνά μου λένε συνάδελφοι τόσο προερχόμενοι από την Αμερική όσο και από το Ηνωμένο Βασίλειο, εκδοτικά είτε θα ανήκεις στην εκάστοτε κυρίαρχη ομάδα (συμπεριφοριστική, κονστρουκτιβιστική κτλ) που θα σε διευκολύνει να δημοσιεύσεις σε μια πλειάδα εκδοτικών οίκων που διασφαλίζουν τα έξοδα παραγωγής και σεβαστά κέρδη (βιβλιοθήκες, συνιστώμενα βιβλία σε φοιτητές κτλ) είτε θα σου ζητούν να μην έχεις θεωρία «για να πωλήσουν», αν θες να κυκλοφορήσεις ένα κείμενο. Για να είμαι πιο συγκεκριμένος, και εγώ αντιμετώπισα τέτοια προβλήματα όταν κυκλοφορούσα αγγλικά βιβλία, αλλά τα αντιμετώπισα μετακινούμενος σε άλλο εκδότη.
Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζεις όταν κρίνεις ένα άτομο στοχαστικά καταναγκασμένο και εξαναγκασμένο, είναι τι «δακτυλίδι» του φοράς. Κυκλοφορεί λοιπόν βιβλία «παγκόσμια» περιέχει μια ή περισσότερες παθογένειες όπως οι πιο πάνω. Σίγουρα υπάρχουν διαβαθμίσεις περιπτώσεων, αλλά κανείς θα πρέπει να είναι προσεκτικός γιατί αν τοποθετηθεί υψηλά λόγω έξωθεν καλής … μαρτυρίας-Εσπερίας, ενδέχεται να αρχίσει να λέει ότι εγώ είμαι παγκόσμια … προσωπικότητα επειδή στην προαναφερθείσα διαδρομή τον διάβασαν ή και τον παρέπεμψαν κάποιοι ομοϊδεάτες. Το σωστό είναι, βέβαια, να δέχεσαι την καλή πίστη και τις καλές προθέσεις, να ζητάς όπως η ένταξη στην ελληνική πανεπιστημιακή ζωή σημαίνει και χειραφετημένη επιστημονική ανάπτυξη-εμβάθυνση και να … περιμένεις. Επειδή ακριβώς κανείς δεν πρέπει να αδικείται, στην πορεία, δόξα τω θεώ, η ελληνική πανεπιστημιακή ανεξαρτησία διαθέτει πολλούς μηχανισμούς επιστημονικών και δεοντολογικών ελέγχων. Όποιος γνωρίζει πως γίνεται μια ακαδημαϊκή κρίση στο εσωτερικό της ελληνικής πανεπιστημιακής ανεξαρτησίας γνωρίζει ότι οι υποσχέσεις για τους όρους και προϋποθέσεις διορισμών αποτελούν ακαδημαϊκούς κώδικες τιμής. Το στοίχημα είναι εάν και όταν δεν τηρούνται να μην δειλιάζουμε μπροστά στο ακαδημαϊκό και επιστημονικό μας χρέος άσκησης επιστημονικών και δεοντολογικών ελέγχων. Φτάνει, βέβαια, η πλάστιγγα μεταξύ του δίσκου της αρλούμπας και του δίσκου της χειραφετημένης επιστήμης δεν είναι εγγενώς ετεροβαρείς. Γιατί μετά έχουμε ζούγκλα και όλα αυτά είναι ευγενείς μεν αλλά ευσεβείς και απραγματοποίητοι πόθοι. Και μου φαίνεται ότι κάτι άρχισε να μην πάει καλά σε κάποιο Μεσογειακή Δανιμαρκία. Τέλος, γράφοντας όλα αυτά ας μη νομίσει κανείς ότι μιλώ αφ’ υψηλού. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων τύπου Κονδύλη, αμαθείς και ημιμαθείς θεωρώ ότι είμαστε οι περισσότεροι αν όχι σχεδόν όλοι όσοι κινούμαστε μέσα στην θαυμαστή ζούγκλα του δυτικού πολιτικού στοχασμού. Το πρόβλημα είναι εγγενές. Δεν είναι του παρόντος να το εξηγήσω, έχω κάνει νύξεις σε πολλά βιβλία μου και αφορά τον κατακερματισμό της γνώσης τα νεότερα χρόνια (τόσο λόγω κατακερματισμού όσο και λόγω ιδεολογικών προσανατολισμών), καθώς επίσης και το γεγονός ότι όπως ανέφερα σχεδόν καθολικά μετά το 15 αιώνα ο στοχαστής εξαναγκάζεται ή καταναγκάζεται από την συμβατική περιρρέουσα ατμόσφαιρα να κινηθεί σε αναλύσεις που στηρίζουν επιστημονικά μεταμφιεσμένες αξιώσεις ισχύς. Δεν κρύβω ότι όντας συνειδητοποιημένος για όλα αυτά ρίγος και άγχος με κατακυριεύει όταν πρόκειται να κριθούν άτομα με λαμπρές σπουδές, αρλουμπολογική διαδρομή πλην συμβατικά επιφανή (οπότε ελπίζεις σε ανάπτυξη) και φαινομενικά καλοπροαίρετους επιστήμονες που υπόσχονται να βαδίσουν σε λεωφόρους χειραφετημένων επιστημονικών ενασχολήσεων. Και πάλιν, η διαμάχη για τα βιβλία της ιστορίας δημιουργεί πολλές ανησυχίες που απαιτείται, στο εσωτερικό της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας να λαμβάνονται μεν υπόψη, χωρίς όμως να αποσταθεροποιούν την επιστημονική και ακαδημαϊκή κρίση που πρέπει να είναι ανεξάρτητη και ανεπηρέαστη. Οι ακαδημαϊκές μας κρίσεις πρέπει να είναι ακέραιες και στηριγμένες αποκλειστικά σε ακαδημαϊκά κριτήρια. Και στις απρόσωπες και ανώνυμες καταγραφές δύο δεκαετιών του αρλούμπα versus επιστήμονα είναι γεμάτη με ιδιοτέλειες και ανείπωτες στάσεις και συμπεριφορές που πρέπει, εν τούτοις να ενταχθούν σε μια ιδεοτυπική κατασκευή, τυπική και χαρακτηριστική των εκατέρωθεν πόλων του εκκρεμούς της ακαδημαϊκής ζωής.
---------------------------------------------------------------------
Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής
Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές, Έδρα Jean Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση
Πάντειον Παν/τήμιον, info@ifestosedu.gr, info@ifestos.edu.gr, www.ifestos.edu.gr, www.ifestosedu.gr
Η διαμάχη για τα βιβλία της ιστορίας. Παρέμβαση 10.3.2007
1) Αποτελεί κατά συνθήκη ψέμα, γκαιμπελικών μάλιστα προεκτάσεων, ο ισχυρισμός πως οι άλλοι ακαδημαϊκοί δεν αντιδρούν στις πασίδηλες ιστοριογραφικές τσαρλατανιές. Εκτός του ότι πολλοί παρενέβησαν, σημειώνονται και τα εξής: Πρώτον, πολλές εκατοντάδες από τις πάνω από πέντε χιλιάδες υπογραφές ενός μόνου κειμένου διαμαρτυρίας (www.antibaro.gr) οι ακαδημαϊκοί είναι αρκετές εκατοντάδες. Δεύτερον, πολλοί ακαδημαϊκοί, όπως εξηγώ αλλού δεν θέλουν να εμπλέκονται με όσους –οι περισσότεροι από τις στήλες των κυριακάτικων κάποιου «συγκροτήματος» οι ιθύνοντες του οποίου φαίνεται να μην κατανοούν τις συνέπειες των πράξεών τους– δίνουν την εντύπωση ότι οι ακαδημαϊκοί είναι μαϊντανοί των επιφυλλίδων και των τηλεοπτικών πάνελ (http://www.ifestos.edu.gr/59.htm). Τρίτον, σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν κάποιοι σοβαροί ακαδημαϊκοί θέλουν να παρέμβουν, είναι γεγονός ότι είτε δεν διαθέτουν βήμα είτε δεν θέλουν να εκτεθούν σε ύβρεις και προπετείς αξιώσεις («εγώ μόνο έχω δικαίωμα να ομιλώ γιατί είμαι φορέας κάποιου ακαδημαϊκού τίτλου»).
2) Να μην επαναπαύονται κάποιοι που στρίμωξαν πολλά νεότερα στελέχη Τμημάτων κοινωνικών επιστημών σε λίστες συμμόρφωσης με την ιστοριογραφική τσαρλατανιά. Να καλομελετούν και έρχεται! Η κριτική που έπεται σ’ αυτές τις επιστημονικές τσαρλατανιές θα είναι ανελέητη.
3) Το επιχείρημα ότι κάποιος συμβατικός ακαδημαϊκός τίτλος είναι τεκμήριο επιστημονικής αξιοπιστίας μόνο αφελείς μπορεί να ξεγελάσει. Μόνο όποιος δεν γνωρίζει τι γίνεται στο εσωτερικό του ακαδημαϊκού ασύλου μπορεί να πάρει τοις μετρητοίς τον ισχυρισμό πως η ακαδημαϊκή ιδιότητα αποτελεί, κατ’ ανάγκη, τεκμήριο επιστημονικής αξιοπιστίας και εγκυρότητας.
4) Ακόμη και νήπια μπορούν να διαπιστώσουν ότι η προσέγγισή των κριτικών δεν είναι επιστημονικών αξιώσεων. Είναι ιδεοληπτική, στρεβλή και συμπερασμάτων προ-αποφασισμένων. Μόνο ορθολογισμός και απλή λογική χρειάζεται να το δει κάποιος. Δικαιολογημένα η κοινωνία μαίνεται γιατί τα μέλη της αντιλήφθηκαν πως μια μικρή μόνο ομάδα ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένων ακτιβιστών ροκανίζουν τα θεμέλια που στηρίζουν την εθνική της ανεξαρτησία.
5) Είναι ντροπή το γεγονός ότι στην πορεία συγγραφής της «κριτικής ιστορίας» εμπλέκονται και κείμενα που χρηματοδοτήθηκαν από ιδρύματα όπως το κερδοσκόπου Σόρος, κρατικές «υπηρεσίες» ή «ιδρύματα» ξένων κρατών κτλ. Αναφέρθηκε επίσης ότι την χρηματοδοτούν και άλλοι. Μα βεβαίως: Ανυποψίαστες εταιρείες και η ακόμη πιο ανυποψίαστη εταιρεία κυπριακής οικογένειας που αντιπροσωπεύει αμερικανικό αναψυκτικό. Είναι πολύ γνωστή η στάση για το σχέδιο Αναν της ίδιας εταιρείας και ακόμη πιο γνωστή η αγαθοεργός και αλτρουιστική δράση της συνώνυμης υπερατλαντικής μητροπολιτικής πολυεθνικής. Μόνο ασκητικοί ακαδημαϊκοί, αξιολογικά ελεύθεροι και αφοσιωμένοι στην επιστήμη δικαιούνται να ομιλούν (επιστημονικά) και να επικαλούνται την επιστημονική ιδιότητά τους (και πάλιν, πρέπει να το κάνουν με ταπεινότητα και όχι με τον απύθμενο και προπετή τρόπο που παρατηρείται τελευταία από γνωστούς οργανικούς διανοουμένους).
6) Τα επίμαχα «βιβλία ιστορίας», όπως θα εξηγήσουμε σε εκτενέστερο κείμενο που ετοιμάζεται, δεν διορθώνονται. Επιστημονικά, κοινωνικά και πολιτικά πάσχουν βαθύτατα και ανίατα. Είναι ιδεοληπτικά, προκατειλημμένα και στερούνται της αναγκαίας και μη εξαιρετέας αξιολογικής ελευθερίας.
7) Οι απύθμενης προπέτειας ύβρεις περί «εθνικιστών» είναι εκ του πονηρού και άνευ σημασίας ή νοήματος. Αυτοί που γράφουν ή δηλώνουν τέτοιες ανοησίες, στην δική μου τουλάχιστον διεθνολογική γλώσσα έχουν ονοματεπώνυμο: ΜΑΛΑΚΗ ΙΣΧΥΣ (βλ. http://www.ifestos.edu.gr/59.htm και http://www.ifestos.edu.gr/46.htm). Είτε συνειδητά είτε ανεπίγνωστα, αυτό αν και πολιτικά σημαντικό είναι επιστημονικά αδιάφορο, οι «κριτικοί» κουβαλούν νερό στον μύλο των διεθνοεθνικστών. Εθνικισμός ένας υπάρχει αυτός που απορρέει από τα ηγεμονικά κράτη και οι «κριτικοί» εξ αντικειμένου είναι η μαλακή ισχύς τους.
8) Κυκλοφόρησε κάποια λίστα με 450 υπογραφές υπέρ των «κριτικών» ιδεολογημάτων και θεωρημάτων. Απλά σημειώνεται ότι, όλως περιέργως, μετρήθηκαν τουλάχιστον 52 ονόματα που είχαν υπογράψει κείμενο υποστήριξης το φασιστοειδούς σχεδίου Αναν (http://www.ifestos.edu.gr/32.htm). Όλως περιέργως … Όλως περιέργως ο Σόρος πάλι εμπλέκεται, μαζί και κάποια υπερατλαντικά ευαγή ιδρύματα.
9) Η ελληνική κοινωνία αναστατώθηκε για τις μεταρρυθμίσεις στην ανώτατη εκπαίδευση. Για το τίποτα. Φαίνεται πως λίγοι κατάλαβαν πως η μεταρρύθμιση είναι κενή νοήματος αν η ακαδημαϊκή ελευθερία στο εσωτερικό του ακαδημαϊκού ασύλου σαπίσει και βρωμίσει επιστημονικά.
Π.Ήφαιστος
--------------------------------------------------------------------------------
http://www.enet.gr/online/online_fpage_text/dt=23.02.2007,id=5779564
ΣΤΑΘΗΣ Σ. 23.ΙΙ.2007 stathis@enet.gr, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 23/02/2007
...... Ορισμένα επιλεγόμενα για το περιώνυμο (και καθόλου περίφημο) βιβλίο της Ιστορίας για τη ΣΤ' Δημοτικού, όχι τόσον για το ίδιο το εγχειρίδιο καθ' εαυτό, όσον για το ευρύτερο πολιτικό τοπίο που αναδύθηκε γύρω του. Εν πρώτοις για το ίδιο το βιβλίο και τα λίγα που απομένουν, τουλάχιστον στην αφεντιά μου, να έχει, να πει για αυτό. Πρόκειται για ένα βιβλίο με ύφος ξηρό, καθόλου γλαφυρό, αντιπαιδαγωγικό για τις ηλικίες που απευθύνεται, που δεν θα βοηθήσει τα παιδιά να προσεγγίσουν με ενδιαφέρον και περιέργεια την Ιστορία - εκτός κι αν το υπερφαλαγγίσουν οι δάσκαλοι στην τάξη. Ενα βιβλίο με προδιαγραφές και δομή ύλης σε πανεπιστημιακό επίπεδο, από το οποίον τα παιδιά θα συγκρατήσουν ουδέν. Βεβαίως είναι απολύτως προδιαγεγραμμένος ο κίνδυνος αν τυχόν αυτό το βιβλίο διορθωθεί ή αποσυρθεί, ένα άλλο χειρότερο, να το διαδεχθεί. Εχει μακράν παράδοση σε κάτι τέτοια το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Πολλά κενοφανή τού φαίνονται καινοφανή (διαθεματικολιστικώς) αλλά και οι περισσότεροι από τους συνήθεις συγγραφείς του (όσον κι αυτοί που τους ελέγχουν) το ίδιο... διαθεματικά μπορούν να είναι ολιστικώς εκσυγχρονιστές απ' το ένα τους πλευρό κι ολιστικώς μεταρρυθμιστές σεμνά και ταπεινά απ' το άλλο. Ούτε καν με τα δύο πόδια σε δύο βάρκες, αλλά με τα τσαρούχια στον νταβλά με τα κουλούρια. Το βιβλίο υφίσταται το ίδιο την ιδεολογική μονομέρεια που το συνέθεσε. Επί παραδείγματι: το Ολοκαύτωμα παρουσιάζεται ως μια τραγωδία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μάλιστα ανάλογη εκείνης των βομβών στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Ομως το Ολοκαύτωμα δεν ήταν μια απλή τραγωδία. Ηταν το τερατώδες κι άνευ προηγουμένου έγκλημα του φασισμού. Για μιαν ακόμη φορά η απροσδιοριστία και το «στρογγύλεμα» (όπως με τα της Μικρασιατικής Καταστροφής) οδηγούν στην αφασία, στη λήθη, στην αδυναμία άντλησης συμπερασμάτων, στην αναίρεση του ορθολογισμού, της σχέσης αιτίας - αιτιατού. Σε μια μεταφυσική ηθικολογία. Το πρωτοφανές πολιτικό έγκλημα καθαιρείται σε μια ακόμα ανθρώπινη τραγωδία. Προσέτι η εξομοίωση του Ολοκαυτώματος με τη Χιροσίμα, υπό τον ίδιο παρονομαστή της ανθρωπιστικής τραγωδίας, οδηγεί στην τέλεια σύγχυση. Αλλες πολιτικές δυνάμεις οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα κι άλλες επέλεξαν (με εξαιρετικά διαφορετικές προθέσεις και στόχους) τη χρήση των ατομικών βομβών. Το πρόβλημα του βιβλίου είναι δομικό. Ακόμα και καλές προθέσεις καταντούν αφελείς, ενώ η πολιτική ορθότης και η μεταμοντερνική ευκολία το καθιστούν παιδαγωγικά άχρηστο και ιδεολογικά χρήσιμο. Χρήσιμο όμως σε ποιους; Κι εδώ μπαίνουμε στο ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο που αφορά και σε αυτό το βιβλίο. Υπήρξε η προσπάθεια ο άπας αντίλογος σε αυτήν τη διδακτική λογική να εντοπισθεί σε εθνικιστικά αντανακλαστικά και πατριδοκαπηλικές συμπεριφορές. Παρ' ότι επισημάνθηκε στους υπέρμαχους του βιβλίου ότι οι ενστάσεις εναντίον του είναι απ' όλο το πολιτικό φάσμα, επέμειναν (πλην «Αυγής») στον μονόλογό τους σε βαθμό πλέον συκοφαντικό μετ' επιγνώσεως. Μόνον τα κλισέ περί φαιοκόκκινου μετώπου δεν ανεσύρθησαν για να εξηγηθεί το τσουβάλιασμα όσων αντιλέγουν. Αλλά, αν οι ρετσινιές για μας (συνηθισμένους άλλωστε στα χιόνια των αφορισμών περί αντισημιτισμού, εθνικισμού και περονόσπορου) υπήρξαν «αναγκαίες», είναι και ικανές να συμπεριλάβουν την αντίδραση σε αυτό το βιβλίο και του ΑΚΕΛ; Είναι μήπως «επίγονος του Σάββα Κωνσταντόπουλου»* ο Αντρος Κυπριανού εκπρόσωπος Τύπου του ΑΚΕΛ, καθώς και συμπασοάπασα η Κυπριακή Βουλή, όλα τα κόμματα, που ζητούν την απόσυρση προς διόρθωσιν του βιβλίου; (*Με αυτό δεν απαντώ στις απρέπειες των «Ιών». Ειλικρινώς με αυτούς τους συναδέλφους δεν υπάρχει -για μένα- κανένα περιθώριο διαλόγου πλέον). Και στο κάτω-κάτω, για να αντιστρέψουμε και λίγο την κλεψύδρα: γιατί τέτοιο πάθος και κόψιμο από τόσους πολλούς εκσυγχρονιστές για ένα βιβλίο που εισηγείται το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο τής κατά τα άλλα δεξιάς κυβέρνησής μας; Κατηγορηθήκαμε ότι ο αντίλογός μας στο βιβλίο συνιστά απόπειρα... λογοκρισίας του Υπουργείου (!!!). Απαντήσαμε ότι δεν είναι δυνατόν, είναι ανακόλουθο, είναι παράλογο να λογοκρίνουμε την... εξουσία! Ποσώς! Μας ξαναείπαν λογοκριτές! Λέγε-λέγε-λέγε, κάτι θα μείνει. Αλλά ακόμα κι αν μπορούσαμε να πετύχουμε το απόλυτο absurdum και απολύτως ακατόρθωτο να λογοκρίνουμε δηλαδή το... Υπουργείο, γιατί τέτοιο πάθος και κόψιμο των εκσυγχρονιστών να μην κάνουμε τέτοιο κατόρθωμα; Ε; Γιατί; Πολλά έχουν πάρει εργολαβία τελευταίως οι εκσυγχρονιστές για λογαριασμό της δεξιάς, απ' το άσυλο έως το βιβλίο. Παράξενο, αν και οι θέσεις των δύο μεγάλων κομμάτων διαφέρουν ελάχιστα, να μη διαφέρουν καθόλου τα παπαγαλάκια τους. Τέλος. Για να επιχειρηματολογήσουμε καταφύγαμε στα βιβλία, «κατεβάσαμε» συγγραφείς, έργα, «σχολές», θεωρίες, ρεύματα, ιστορικά προηγούμενα. Ανταπάντηση; ποσώς! Πάλι ρετσέτες, κλισέ, χαρακτηρισμοί, επανάληψη χαρακτηρισμών, δίκες προθέσεων. Ποιος Χωνιάτης και ποιος Παπανούτσος; λέγε-λέγε-λέγε θα βγάλουμε «εθνικιστή» και τον Παλαμά. Ομως σε αυτό το εξωφρενικό και συκοφαντικό «λέγε-λέγε-λέγε κάτι θα μείνει», στο εξής θα αντιλέγουμε και δεν θα μείνει τίποτα. Μόνον το όνομα του όποιου συκοφάντη.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------
http://www.enet.gr/online/online_hprint?a=&id=82045420
Ο ΤΥΠΟΣ των ήλων
Κόκκινη κάρτα, ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΡΙΑΝΤΗΣ
... Ως ενιαία ομάδα -ιδεολογικά, υφολογικώς κτλ.- αντιμετωπίζονται από ορισμένους προοδευτικούς εκείνοι που ασκούν κριτική στο περιώνυμο βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού. Απλοϊκό το εφεύρημα, γκρίζα η λογική της πονηρής και βάναυσης αυθαιρεσίας. Σα να λέμε: επειδή ο Κομαντάντε Μάρκος μιλάει για έθνος και πατρίδα, συμπλέει με ακροδεξιούς που επίσης έχουν περί πολλού τις δύο αυτές έννοιες. Ομως τα εσκαμμένα ξεπέρασε ο «Ιός» της Κυριακής, που μίλησε για «επιγόνους του Σάββα Κωνσταντόπουλου». Εξέστω ασχημονείν, είναι προσωρινώς η απάντηση (...Αλήθεια, ο Σβορώνος και ο Κορδάτος υπήρξαν πρόγονοι του Σάββα Κωνσταντόπουλου;) *** CUT: Κάτι πήγε να κάνει με την τελευταία τηλεοπτική παρουσία της η Σεγκολέν, αλλά τα πράγματα είναι δύσκολα. Πάντως, όσο τάζει, τόσο χάνει *** Ομως, ετούτη η ομάδα που κυβερνά, είπαμε, μοιάζει με τον Θρύλο: μέτρια έως κακή παρουσία, άνετος πρωταθλητισμός...
-----------------------------------------------------------------
http://www.enet.gr/online/online_fpage_text/id=11359228
ΣΤΑΘΗΣ Σ. 1.ΙΙΙ.2007 stathis@enet.gr
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 01/03/2007
«Να φοβάσθε τον άνθρωπο
του ενός βιβλίου...»
.............................................
Υπάρχουν
άνθρωποι που δημοσιολογούν χωρίς την περίσκεψη που προαπαιτείται, τις γνώσεις
και, εν τέλει, τα επιχειρήματα. Μάλιστα, παρ' ότι συχνά πιάνονται σε σκαστά
λάθη, ουδέποτε επανορθώνουν.
***
Ο κ. Γιώργος Γιαννουλόπουλος συχνά στις επιφυλλίδες του στην «Ε» πέφτει σε
τέτοια λάθη -γνώσεων- και συχνότερα εδραζόμενος σε αυτά επιτίθεται με
αξιοπρόσεκτη ευκολία σε απόψεις άλλων συντακτών. Ποτέ ονομαστικώς. Μόνον
«φωτογραφίζοντας».
Στο άρθρο του χθες (Τετάρτη 28.ΙΙ.2007), θέλησε να λάβει μέρος στον διάλογο περί
το βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού, παρ' ότι, όπως ο ίδιος δηλώνει, δεν το
έχει διαβάσει!!! Μικρό το κακό.
Ομως ο κ. Γ.Γ. στηρίζει την άποψή του, ότι η Ιστορία πιθανόν να μην είναι αυτό
που νομίζουμε, στην πρόσφατη έκθεση με αναπαραστάσεις αρχαίων αγαλμάτων όπως
ήταν στην αρχική τους μορφή, δηλαδή χρωματιστά.
Για κάποιον μυστήριο λόγο ή τέλος πάντων κάποιον λόγο που εμένα μου διαφεύγει, ο
κ. Γιαννουλόπουλος νομίζει ότι αυτό είναι μια πρόσφατη... ανακάλυψη της
επιστήμης, μάλιστα κάτι σαν... «ανακοίνωση».
Αναβιβάζει έτσι την άγνοιά του σε κανόνα της γνώσης των άλλων και με πάθος
νεοφωτίστου εκστρατεύει σε διάφορες σκέψεις και συλλογισμούς για το «είναι» και
το «φαίνεσθαι» στην Ιστορία.
Οτι τα αρχαία αγάλματα, όπως άλλωστε οι ναοί και τα δημόσια κτίρια ήταν
χρωματιστά στην αρχαιότητα δεν το γνωρίζουν μόνον οι πρωτοετείς φοιτητές της
αρχαιολογίας (και όλων των ανθρωπιστικών σπουδών) από (ανα)γεννήσεως των
επιστημών, αλλά και κάθε προσεκτικός επισκέπτης των Μουσείων, καθότι τα ίχνη των
χρωμάτων σε πολλά αγάλματα είναι εμφανέστατα.
Στο Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας, επί παραδείγματι, τα χρώματα πάνω στην
τερακότα του Διός που κλέβει τον Γανυμήδη, κάνουν και τα παιδιά ακόμα να ρωτάνε
γι' αυτά.
Είναι αλήθεια ότι ο ρομαντισμός έδωσε με τη ζωγραφική του, τη μουσική και τη
λογοτεχνία μιαν ιδεατή και ιδανική εικόνα για την αρχαιότητα. Η ίδια η αστική
επαναστατικότητα του ρομαντισμού είχε ανάγκη μιαν αφελή και φαντασιακή ανάγνωση
(αλλά και αποτύπωση) της αρχαιότητας -ένα προταγματικό πρωθύστερο του ίδιου του
του εαυτού.
Ο ρομαντισμός όμως υπήρξε μία ανάγνωση της αρχαιότητας, όχι η μόνη. Αν αυτή την
εκδοχή εκλαμβάνει ο κ. Γιαννουλόπουλος όλα αυτά τα χρόνια ως την κατασκευασμένη
αντίληψη των πολλών για τη σύνολη αρχαιότητα, δεν οικτίρει παρά την άγνοιά του.
Το ερώτημα είναι η ευκολία με την οποίαν κάνει την άγνοιά του κανόνα τού τι
γνωρίζουν ή δεν γνωρίζουν οι άλλοι -μάλιστα η κοινωνία.
Δεν χρειάζεται να 'χει διαβάσει κανείς Πλίνιο για να γνωρίζει τη θέρμη των
αρχαίων Ελλήνων με τα χρώματα (ή Παυσανία), αρκεί όταν κοιτάζει να βλέπει. Το
Θησείον, τους πολεμιστές του Ριάτσε, τον Ηνίοχο.
Ομως αυτό είναι το λιγότερο. Χρειάζεται να έχει κανείς βροντώδη άγνοια για την
ίδια του την άγνοια, αν αποφαίνεται ότι όσοι διακρίνουν ή διακριβώνουν συνέχεια
στους Ελληνες και τη γλώσσα τους, πιστεύουν ότι «η ταυτότητα του Ελληνα δεν
υπόκειται στον ιστορικό χρόνο».
Ακριβώς επειδή η ταυτότητα των Ελλήνων υπόκειται στον ιστορικό χρόνο, όπως
άλλωστε των Εβραίων, των Κινέζων, των Τούρκων και όλων, η διερεύνηση της
εξέλιξης ή της διακοπής αυτής της ταυτότητας μπορεί να βασίζεται μόνον στα
ευρήματα και την επιστημονική έρευνα, όχι στα ιδεολογήματα, στα άνευ αποδείξεως
συμπεράσματα ούτε στις ιδεοληψίες.
Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να βασίζεται σε σκιάχτρα, αφορισμούς και
δαιμονοποιήσεις. Το τρυκάκι είναι απλό (κι ανατριχιαστικό): βάζεις στο στόμα
κάποιου πράγματα που δεν λέει κι έτσι του... απαντάς κατά το δοκούν.
Προσέτι του κοτσάρεις και δυο-τρεις ετικέτες για «εθνικόφρονα Ιστορία» ή
«ελληνοκεντρισμό» και τον καθαρίζεις. Κι άσε «τον Ιουλιανό» να βουρλίζεται - το
«ουσιώδες είναι ότι θα σκάσει»...
Χυδαίο (διότι δεν περιέχει τη βάσανο της απόδειξης) αλλά αποτελεσματικό (η
προπαγάνδα δεν χρειάζεται αποδείξεις, χρειάζεται μόνον την επανάληψή της).
***
Το θέμα της συνέχειας ή της ασυνέχειας (εν προκειμένω των Ελλήνων, αλλά και όλων
των εθνών καθ' οίον πολιτικό προσδιορισμό λαμβάνει η έννοια «έθνος» ανά τους
αιώνες και τους τόπους) απαιτεί έρευνες και επιχειρήματα, τα οποία συχνά έχουν
εκτεθεί, κι όχι μόνον επαγωγικούς συλλογισμούς. Ο κ. Γιαννουλόπουλος, παρ' ότι
στο κείμενό του σε καμμιά έρευνα δεν στέκει, ουδέ ένα έστω συνακόλουθο
επιχείρημα επικαλείται, κατηγορεί τους εναντίους του ακριβώς γι' αυτό: ότι δεν
έχουν επιχειρήματα. Υπεράγαν! Ενώ ο συλλογισμός του είναι μόνον επαγωγικός με
κίνδυνο να βρέξει στη γωνία της ράβδου, ενώ δεν μπαίνει στον κόπο να φοβηθεί
ογκώδη κι έγκυρη υπερδισχιλιετή βιβλιογραφία, καταλήγει να αφορίζει για
«αλαζονεία» και «γελοιότητα» όσους δεν διακρίνονται απ' τη δική του άγνοια.
Το πράγμα έχει παρατραβήξει. Το επίπεδο της συζήτησης περί τα ελληνικά γράμματα
και πράγματα έχει ξεπέσει. Ισως αυτό να επιδιώκεται. Αυτό το παράδοξο κόμπλεξ
ορισμένων με την ταυτότητα των νεοελλήνων (αλλά και άλλων εθνών) εξηγείται
πολιτικώς, αλλά δεν παύει να είναι πλέον αποκρουστικά λιποβαρές. Πριν
κατηγορήσει για «γελοίους» τους άλλους ο κ. Γ. Γιαννουλόπουλος, ας μάθει πρώτα
πώς έβαφαν τα αγάλματά τους οι Ελληνες, ας διαβάσει λίγο (δεν θέλει πολύ) απ'
τους εκατοντάδες Βυζαντινούς συγγραφείς να ξεστραβωθεί (τουλάχιστον για το πώς
πραγματεύθηκαν λεπτές έννοιες όπως η «ιδεολογία της Ιστορίας»). Κι ύστερα ας μας
πει «υστερικούς» και «αστείους». Θα το σεβαστούμε και θα ψαχτούμε. Ομως ας μην
ασχημονεί ανέξοδα, όπως επί μακρόν πράττει, διότι ανέξοδα πια δεν θα είναι.
---------------------------------------------------------------------------------------------------
ΕΤΟΣ 51ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΥΛΛΟΥ: 17022 | Τρίτη, 6 Μαρτίου 2007 |
Φιλελεύθερος Τρίτη 6.6.2007 |
Η Α-λήθεια, η Μνήμη και η Ιστορία |
Του Ευστάθιου Αβρααμίδη Η λέξη αλήθεια είναι σύνθετη. Αποτελείται από το άλφα το στερητικό και τη λέξη λήθη: Α-λήθεια: η απουσία λήθης - η παρουσία μνήμης. Όσοι εισηγούνται την επιλεκτική διαγραφή κάποιων στοιχείων από τη μνήμη των λαών - του λαού μας στην προκειμένη περίπτωση - μέσω των βιβλίων της Ιστορίας, αντιστρατεύονται την αλήθεια. Δεν αναφέρομαι μόνο στο βιβλίο της Στ Δημοτικού, αλλά στην προσπάθεια ομάδας ακαδημαϊκών, δημοσιογράφων πολιτικών κ.λπ., να ξαναδιηγηθούν την ιστορία παραλείποντας αλήθειες(α-λήθειες), λέγοντας δηλαδή ψέματα. Η ιστορία ενός ανθρώπου ή ενός λαού, αποτελείται από τις καλές και κακές εμπειρίες και μνήμες του, με την επεξεργασία των οποίων αποκτάται σοφία, που αποτρέπει την επανάληψη λαθών. Η αμνησία είναι αναπηρία τόσο για τα άτομα όσο και για τους λαούς. Αν δεν συνδέεται κάποιος με το παρελθόν, δεν μπορεί να οικοδομήσει το μέλλον. Δεν υπάρχει παρόν ξεκρέμαστο, ανεξάρτητο από το παρελθόν ή το μέλλον. Η προσπάθεια να αλλοιωθούν στοιχεία της ιστορίας μας, που άρχισε τα τελευταία χρόνια, χρηματοδοτούμενη από τις ΗΠΑ και προωθούμενη από κάποιους «προοδευτικούς» υπηρέτες της Νέας Τάξης Πραγμάτων, αποσκοπεί στην κατάργηση της μνήμης των Ελλήνων, στον ακρωτηριασμό της προσωπικότητας του λαού, στη διαγραφή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, στην αντικατάσταση της μνήμης από ένα κενό, πάνω στο οποίο να μπορέσουν να γράψουν τις δικές τους «αλήθειες». «Έρχομαι από μακριά», λέει ο Ελύτης, εννοώντας τη συλλογική μνήμη που μας συνοδεύει, μέσα από την οποία ο ίδιος άντλησε - χωρίς αυτήν δεν θα είχε γράψει τα αριστουργήματά του, κι εμείς, δεν θα μπορούσαμε να τα κατανοήσουμε. Όσοι προσπαθούν να ακυρώσουν αυτή τη συλλογική μνήμη, θέλουν να δημιουργήσουν ένα λαό χωρίς ταυτότητα, χωρίς αναφορές, επομένως χωρίς αντιστάσεις. Η προσπάθεια να αποενοχοποιηθεί η Τουρκία και να ωραιοποιηθεί η βιαιότητα της, είναι προσπάθεια να μειωθούν τα αντανακλαστικά άμυνας που οι Έλληνες οικοδόμησαν απέναντι στη χειροπιαστή και σήμερα τουρκική αρπακτικότητα. Είναι προσπάθεια να ενοχοποιηθούν οι μνήμες του λαού, ερμηνευόμενες ως εθνικιστικές, άρα κατακριτέες. Αλλοιώνεται η αλήθεια, για να πεισθεί ο λαός ότι η Τουρκία είναι ένας καλός κατακτητής - κάποιοι μάλιστα αποκαλούν αντιστασιακό τον εκπρόσωπό της. Προετοιμάζεται ο λαός ώστε να μπορεί να ζει υπό την κυριαρχία των Τούρκων, επειδή έτσι αποφάσισε η Νέα Τάξη πραγμάτων, που βρήκε φανατικούς συνεργάτες σε Ελλάδα και Κύπρο. Οι υποστηρικτές των φιλοτουρκικών αλλοιώσεων στα βιβλία της ιστορίας, είναι και υποστηρικτές του σχεδίου Ανάν, το οποίο προγραμματίστηκε ακριβώς ως το αποτέλεσμα αυτής της ψυχολογικής κατήχησης των Ελλαδιτών και των Κυπρίων. Το λάθος τους είναι ότι, έφεραν νωρίς το σχέδιο Ανάν, πριν μας απονευρώσουν εντελώς και γι' αυτό απορρίφθηκε από τον λαό. Τώρα ξεσκεπάστηκαν, δεν άλλαξαν όμως τα σχέδιά τους. Ας υπερασπιστούμε την α-λήθεια λοιπόν και ας αρνηθούμε τη λήθη. Η γνώση της ιστορίας δεν είναι εθνικισμός. Το να αγαπάμε τη χώρα μας και να υπερασπιζόμαστε τα δίκαιά της, δεν είναι ρατσισμός. Οι λαοί χωρίς μνήμες δεν έχουν δικό τους μέλλον - άλλοι το δημιουργούν γι' αυτούς. |
--------------------------------------------------------
Στάθης, Ελευθεροτυπία 8.3.2007
Σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου που προσεκτικά οργάνωσαν με «πάνελ»
χωρίς αντίλογο (αν και ο τελευταίος έκανε την εμφάνισή του στο ακροατήριο) οι
απολογητές του περιώνυμου βιβλίου για την Ιστορία της ΣΤ' Δημοτικού επανέλαβαν
τα ίδια αμαρτήματα.
Απάντησαν σε φαντάσματα (για να μπορέσουν να απαντήσουν). Απάντησαν σε μια
κριτική που δεν τους γίνεται, μάλιστα με γενικεύσεις, τσουβαλιάσματα, ρετσινιές
και συκοφαντίες, διότι στην κριτική που τους γίνεται ο επιστημονικός και
πολιτικός τους αντίλογος φαίνεται να είναι ασθενής.
Είναι όμως πια ντροπή. Μεγάλη ντροπή.
Επιστήμονες να βάζουν στο στόμα των αντιπάλων τους λόγια που δεν λένε. Οπως ο κ.
Λιάκος που μας κατηγόρησε ότι θέλουμε «μια Ιστορία που λατρεύει το αίμα!». Για
το όνομα του Θεού πια! Για το όνομα του Θεού!
Και πώς ο κ. Λιάκος μπορεί να ζητά «ιδεολογικό αποχρωματισμό της συζήτησης»,
όταν ο ίδιος, η κυρία Ρεπούση, η κυρία Κουλούρη και άλλοι διακηρύσσουν διαρκώς
την ιδεολογική τους προσέγγιση κατά τη συγγραφή των έργων τους. Από πότε ένας
Ιστορικός, όποιας ιδεολογίας, επιτρέπει την υποταγή της επιστημονικής
μεθοδολογίας στις όποιες προαιρέσεις του;
Ενα ξηρό στην αφήγησή του βιβλίο, με σκαστά ιστορικά λάθη, με ιδεολογική
τυραννία πάνω στο σώμα των γεγονότων αφελώς εμφανή, δεν σώζεται με εκτόξευση
κατηγοριών για εθνικισμό εναντίον όσων επισημαίνουν αυτές τις ανεπάρκειες ου μην
και μεταμοντερνικές ευκολίες.
Ούτε η επίδειξη ισχύος ενός ακαδημαϊκού κατεστημένου στις Ιστορικές σπουδές,
ούτε η αλαζονεία του μπορεί να μας αποκαρδιώσει, πόσο μάλλον όταν τινές εκ των
τιμητών έχουν πιαστεί κλέπτοντας οπόρες, άλλος παραχαράσσοντας προγενέστερους
Ιστορικούς (όπως τον Σβορώνο) κι άλλοι κάνοντας άλλα χειρότερα. Και πάντως είναι
απολύτως υποκριτικό να δηλώνεις (Ρεπούση) ότι, το βιβλίο αυτό μπορούν να το
κρίνουν μόνον οι γνώστες (ουχί οι αναγνώστες, πρωτοφανές), και ταυτοχρόνως να
μαζεύεις υπογραφές υποστήριξής του από τους πάντες ανεξαρτήτως επιτηδεύματος.
Ομως την πιο δυσάρεστη έκπληξη σε αυτήν τη συνέντευξη Τύπου μας την επιφύλαξε ο
(πάντα κατά τα άλλα αγαπητός σε πολλούς ανά το Πανελλήνιον και φίλος) κ. Ηλίας
Νικολακόπουλος. Χαρακτήρισε τις αντιδράσεις μας «δήθεν αριστερόστροφες» και ότι
εμείς οι... αριστερόστροφοι πιστεύουμε ότι «η Ιστορία είναι κατηχητικό που
πρέπει να διδάσκει ό,τι στηρίζει το φοβικό εθνικό μας οικοδόμημα. Οι
αριστερόστροφες φοβίες είναι ίδιες και χειρότερες. Οτι δήθεν για να είμαστε
αριστεροί πρέπει ταυτόχρονα να είμαστε εθνικιστές» (!!!).
Ποιος αριστερός (ή έστω αριστερόστροφος) σου ζήτησε, αγαπητέ μου Ηλία, να είσαι
εθνικιστής; Γιατί συκοφαντείς έτσι τους αριστερούς; Τι σε αναγκάζει σε τέτοιο
φθηνό αντίλογο;
Αυτή η υπόθεση παραβρώμισε...
------------------------------------------------------------------------------------
Διονύσης Χαριτόπουλος, Το δικαίωμα στη
διαφορά
Οι διάφοροι ανησυχούντες για την προς τα έξω
εικόνα μας είναι κατά κανόνα ξενοσπουδαγμένα ανθρωπάρια που περιφρονούν τον τόπο
τους
Δημοσιευμένο στο περιοδικό Ρεσάλτο, τεύχος Μαρτίου 2007, και στα "Νέα" 28-12-2002: http://ta-nea.dolnet.gr/print_article.php?e=A&f=17526&m=P31&aa=1.
Μόλις πρωτοανοίξαμε τα μάτια μας ως ξαναγεννημένο ελληνικό κράτος, μας δείξανε το είδωλο της Δύσης. Εκεί ήταν οι κυρίαρχοι του σύγχρονου κόσμου και, αν θέλαμε να προοδεύσουμε, στα δυτικά κράτη έπρεπε να προσκολληθούμε και σ\' αυτά να μοιάσουμε. Η Δύση έγινε ο μόνος προορισμός μας.
Έκτοτε, από το 1830 μέχρι σήμερα, οι ξένοι και οι ντόπιοι παιδονόμοι μάς επιτηρούν σχολαστικά. Και, κάθε φορά που προσπαθούμε να ξεφύγουμε και να κάνουμε το δικό μας, μας μαλώνουν• δεν αρκεί να \"ανήκομεν στη Δύση\", πρέπει να αντιγράψουμε τους Δυτικούς σε όλα τα σουσούμια τους. Ιδίως τελευταία, με τη φούσκα της παγκοσμιοποίησης, κάποιοι ντόπιοι κράχτες του ολοσχερούς εκδυτικισμού κατάντησαν υστερικοί. Πολιτικοί ταγοί και δημοσιολογούντες συγχύζονται υπέρμετρα με κάθε γηγενές έθος που επιβιώνει ακόμη. Αν στον Λαγκαδά αμολάγαμε ταύρους στους δρόμους όπως στην Παμπλόνα, θα ήταν περισσότερο ανεκτό από τα Αναστενάρια. Αν φοράγαμε σκοτσέζικο κιλτ σαν τον Σον Κόνερι στις επίσημες στιγμές, θα ήταν πιο αποδεκτό από τη φουστανέλα.
Κι αν γίνει καμιά στραβή --ζωντανή χώρα είμαστε--, οι ετερόφωτοι ψαλιδόκωλοι μας επισείουν περιδεείς το φόβητρο των άλλων• οι γνωστοί σαχλαμαράκηδες ξεσπαθώνουν στα κανάλια: \"πάλι γελάνε μαζί μας\" και \"τι θα πουν οι ξένοι\". Μας εθίζουν να τρέμουμε το CNN όπως παλιά την κουτσομπόλα της γειτονιάς μη μας πιάσει στο στόμα της. Είναι φανερό πως οι άνθρωποι πάσχουν.
Η πολιτισμική διαφορά και η εθνική ιδιαιτερότητα εκλαμβάνονται από το συρρικνωμένο Εγώ τους σαν μειονέκτημα. Όπως ο σπουδαγμένος σκερβελές που ντρέπεται για το τσεμπέρι της μάνας που τον σπούδασε. Μάλλον δεν έχουν επίγνωση πού φύτρωσαν. Εδώ είναι Ελλάδα.
Είμαστε στη Βαλκανική Χερσόνησο, αλλά δεν είμαστε Σλάβοι• συνορεύουμε με την Ανατολή, αλλά δεν είμαστε μουσουλμάνοι• ανήκουμε στην Ευρώπη, αλλά δεν είμαστε Δυτικοί. Τι είμαστε; Έλληνες. Αυτό κάποιοι συμπλεγματικοί δεν μπορούν να το αντέξουν.
Αδυνατούν να επωμιστούν την ιδιαιτερότητά μας. Με την πρώτη επίκριση γονατίζουν. Καμία αυτοπεποίθηση• καμία υπερηφάνεια γι\' αυτή τη μοναδικότητα που μας χαρίστηκε. Η συγγένεια και η ομοιότητα παρέχουν ασφάλεια, ενώ εμείς βιώνουμε την ευλογία και την κατάρα που ορίζουν το μοναχοπαίδι. Το οποίο δεν είναι a priori ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο από τα άλλα παιδιά• είναι απλώς μοναχοπαίδι, με τις δικές του κληρονομιές και τα δικά του γνωρίσματα.
Τα επιπόλαια ρεπορτάζ του τύπου \"πώς μας βλέπουν οι ξένοι\", που εμφανίζονται κάθε τόσο στα έντυπα, θέτουν κυρίως οικονομοτεχνικά κριτήρια, και γι\' αυτό τα συμπεράσματα μας αδικούν. Δεν είμαστε δυνατοί σε αυτά. Αλλού είναι οι επιδόσεις μας.
Σε όσα μας μαθαίνουν λίγο λίγο να περιφρονούμε. Στην Ελλάδα δεν ισχύει το βάρβαρο δυτικό αξίωμα \"δεν υπάρχει κοινωνία, μόνο άτομα\" (Θάτσερ). Δίνουμε ακόμη προτεραιότητα στις ανθρώπινες σχέσεις. Τον οικογενειακό κύκλο, την παρέα, τη φιλία, το ήθος και τον άλλον, την αλέγρα όψη της ζωής, την κοινωνική κρίση για τον βίο μας. Η οικογένεια, ο αρχαιότερος θεσμός του ανθρώπινου είδους, που ίχνη του ανακαλύπτονται πριν 130.000 χρόνια, στην Ελλάδα διαπνέεται ακόμη από αγάπη, σύμπνοια και αλληλεγγύη. Δεν φτάσαμε στη δυτική εξαχρείωση των γονιών που δανείζουν τα παιδιά τους, για να σπουδάσουν, και απαιτούν την πρώτη δόση εξόφλησης από τον πρώτο τους κιόλα μισθό.
Οι διάφοροι ανησυχούντες για την προς τα έξω εικόνα μας είναι κατά κανόνα ξενοσπουδαγμένα ανθρωπάρια που περιφρονούν τον τόπο τους. Είναι αυτοί που τοποθετούν τη χώρα στο τρίτο υπόγειο του δυτικού μεγάρου που βρεθήκαμε. Στους πάνω ορόφους και στα ρετιρέ οι άλλοι μπορούν να μπεκρουλιάζουν, να χυδαιολογούν, να βάζουν τη μουσική στη διαπασών, να φέρνουν πόρνες, να σοδομίζονται, να πυροβολούνται, κι εμείς στο υπόγειο \"μούγγα στη στρούγκα\" και να πατάμε στα νύχια μην ακουστούμε. Δεν πρέπει να δίνουμε δικαίωμα.
Σαν τον φτωχό μαθητή στο ακριβό σχολείο, που οφείλει υπέρμετρη σεμνότητα και μαθησιακή αφοσίωση για να δικαιολογείται η παρουσία του ανάμεσα στους προνομιούχους. Τίποτα δεν κάνουμε καλά αν δεν υπάρχει το δυτικό του αντίστοιχο. Σε καθετί γνησίως ελληνικό καραδοκεί ο κίνδυνος να γίνουμε περίγελως των ξένων. Ο καθρέφτης της ζωής μας έχουν γίνει οι Δυτικοί• με τη δική τους εικόνα διαρκώς αναμετριόμαστε. Και, προκειμένου να μας \"συμμορφώσουν\", χρησιμοποιούν κάθε λογής τεχνάσματα και ανοητολογίες. Πότε καταγγέλλουν σαν \"τούρκικες\" τις πολιτιστικές κληρονομιές μας από την εποχή του Ομήρου• και πότε μας υποβιβάζουν σε ημιάγριο βαλκανικό κρατίδιο που χρήζει εξευρωπαϊσμού.
Για να τελειώνουμε με αυτά τα φληναφήματα:
Η μόνη προσφορά των απέναντι σεβνταλήδων στον πολιτισμένο κόσμο είναι οι τουλίπες, τις οποίες καλλιέργησαν και προστάτευσαν επειδή άρεσαν στις γυναίκες των χαρεμιών. Τίποτα άλλο. Ούτε η κουζίνα τους ούτε η μουσική τους ούτε οι χοροί τους έχουν καμία τούρκικη πρωτογένεια• είναι δάνεια από τις χώρες που περιελάμβανε η Οθωμανική Αυτοκρατορία και τα καρπούνται τώρα οι κακορίζικοι γείτονες. Και είμαστε Μεσόγειοι, όχι Βαλκάνιοι.
Η οροσειρά του Αίμου, που ορίζει την περιοχή των
Βαλκανίων, από την ελληνική επικράτεια και μετά μπαίνει βαθιά στην ανατολική
λεκάνη της Μεσογείου• στον ιστορικό χώρο που δημιουργήθηκαν οι μεγάλοι
πολιτισμοί της οικουμένης. Αυτή είναι \"η μόνη γνήσια μας ταυτότητα, η καθαρώς
μεσογειακή\". (Χατζιδάκις). Στον σύγχρονο κόσμο θα είμαστε αυτό που μπορούμε και
θέλουμε να είμαστε.
Μια μικρή μεσογειακή χώρα εκπάγλου φυσικής καλλονής, με ιδανικές κλιματολογικές
συνθήκες, βαρύ όνομα και βαριά κληρονομιά. Με τη δική μας σφραγίδα στην τέχνη,
στα ήθη και στον τρόπο ζωής, που δεν έπαψαν να εξελίσσονται και να αναπλάθονται
ακόμη και τον μεγάλο χειμώνα της τουρκοκρατίας. Έχουμε μνήμη, ιστορία και
συνέχεια. Σε αυτόν τον τόπο επί 2.500 χρόνια δεν σταμάτησε να γράφεται
αυθύπαρκτη ποίηση, να δημιουργούνται αριστουργήματα πρωτότυπης ζωγραφικής,
αρχιτεκτονικής, τραγουδιού και ανανεούμενων προσωπικών και κοινοτικών δεσμών
βαθύτατης ανθρώπινης συνάφειας που πόρρω απέχουν από την ωφελιμιστική δυτική
σκέψη.
Ευτυχώς, οι Έλληνες \"αεί παίδες εισίν\".
Άναρχοι και ατίθασοι, έχουν τις παμπάλαιες νόρμες τους περί πολιτικώς ή κοινωνικώς \"ορθού\", και οι διάφοροι ξενόφερτοι κανόνες είναι για να παραβιάζονται. Μπορεί να συμβιβαζόμαστε επιφανειακά, να ακολουθούμε μόδες και ντιρεκτίβες αλλότριες, αλλά οι πρόγονοί μας δεν έσβησαν μέσα μας• \"ζούνε και μετά τον θάνατό τους\". (Ασδραχάς). Έχουμε δικαίωμα στη διαφορά.
Και ουδείς τεχνοκράτης δικαιούται να υποτιμά έναν λαό που δημιούργησε τον κορυφαίο σύγχρονο λαϊκό πολιτισμό αγάπης και ανθρώπινης συναλληλίας. Άλλα είναι αυτά που μας γελοιοποιούν στα μάτια κάθε λογικού όντος και για τα οποία θα έπρεπε να ντρεπόμαστε.
Η συστηματική καταστροφή του τόπου μας, η
υποβάθμιση του λαϊκού μας πολιτισμού, η τουριστική εκπόρνευση, τα mousakas,
souvlaki, rent a car, οι νησιώτισσες γιαγιάδες που φωνάζουν rooms-rooms στα
λιμάνια, οι συντάξεις του ΙΚΑ, τα ράντζα των νοσοκομείων, ο εφιάλτης του Κηφισού,
η τσιμεντοποίηση του Μαραθώνα, η ανοχή στη διαφθορά των διοικούντων. Κάθε μέρα
δρούμε βάναυσα εναντίον της ύπαρξής μας. Το πώς υπάρχουμε ακόμη ως χώρα είναι
ανεξήγητο σαν θαύμα. Σε μία και μόνη περίπτωση δικαιούται να γελάει ο πασαένας
μαζί μας. Δυτικός, Ανατολίτης, Αφρικανός ή Εσκιμώος. Όταν τον κοιτάμε στα μάτια
και προσπαθούμε να τον μιμηθούμε. Σαν τον σκύλο τον αφέντη του.
-----------------------------------------------------------------------------------
-2.4.2007. Στάθης, Ελευθεροτυπία για τα ένοχα πηδηκτά βηματάκια των υψιτενών ιστοριογράφων
«...μα τις ανθρώπινες
ψυχές τις έβλεπες σαν μετοχές που τις πουλάς»...,
Μάνος Ελευθερίου
Μικρός επίλογος σήμερα για μια μεγάλη διαμάχη. Κυριακή
(χθες) και το ραδιόφωνο («ΣΚΑΪ») μεταδίδει ότι: «Θα αλλάξουμε τα εισαγωγικά
κείμενα των κεφαλαίων στο βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού, δήλωσε η κυρία
Ρεπούση».
Τούτο σημαίνει ότι: Ι) Η κυρία Ρεπούση και η περί αυτήν συγγραφική ομάδα
παραδέχονται ότι δεν έγραψαν με τη δέουσα επιστημονική επάρκεια.
Σχόλιο: πολλοί θα έλεγαν ότι η κυρία Αναπληρώτρια Καθηγήτρια και η ομάδα της
παραδέχονται πως «έγραψαν ανοησίες», οι οποίες επιδέχονται διορθώσεων, εμείς θα
λέγαμε (κάτι χειρότερο): πως παραδέχονται ότι άσκησαν ιδεολογική βία στο
αντικείμενο της επιστήμης τους. Για πολιτικούς λόγους. Δεν ξέρω ποια απ' τις δύο
παραδοχές (της επιστημονικής ανεπάρκειας ή της ιδεολογικής τρομοκρατίας) είναι
πιο μεγάλη ντροπή για επιστήμονες.
***
ΙΙ) Αν η κυρία Ρεπούση πίστευε ότι έχει δίκιο, θα έπρεπε να επιμείνει στις
θέσεις της και να παραιτηθεί. Αντί τούτου δέχεται να την «διορθώσουν» κι
αναλαμβάνει μάλιστα να πραγματώσει τις διορθώσεις η ίδια! Πρόκειται περί
αυτοεξευτελισμού ή μας διαφεύγει κάτι;
Επί της ουσίας: οι διορθώσεις θα γίνουν στη βάση των αιτιάσεων που διατύπωσαν οι
«ψυχωσικοί» (κατά τον κ. Λιάκο και άλλους) ή οι «αριστεροδεξιοί εθνικόφρονες»;
Οχι βέβαια, θα γίνουν με βάση τις υποδείξεις ιστορικών κύρους, όπως ο κ. Μιχάλης
Σακελλαρίου. Εν τοιαύτη περιπτώσει, πού πάει το κύρος όσων, όπως ο «κύκλος» του
κ. Λιάκου, χαρακτήριζαν ως ανιστόρητους όλους τους αντιλέγοντες; για βρούβες;
Η παραδοχή της κυρίας Ρεπούση «αδειάζει» τους υποστηρικτές της, μάλιστα με τον
πιο θλιβερόν τρόπο, καθ' ότι «συμμορφούμενη προς τας υποδείξεις» αναλαμβάνει να
κάνει τις διορθώσεις η ίδια εναντίον πλέον και των ιδικών τους απόψεων!
Αριστούργημα!
Σχόλιο: Ηδη τινές εκ των υποστηρικτών Ρεπούση άρχισαν να ανακρούουν πρύμναν. Η
κυρία Κουλούρη, ας πούμε, διατυπώνει... τώρα... ενστάσεις!! -γιατί δεν
εκπλήσσομαι;
****
ΙΙΙ) Ποιοι κριτικάρισαν αυτό το βιβλίο: από πλευράς Αριστεράς, το ΑΚΕΛ, ο Μίκης,
το ΚΚΕ, το περιοδικό «Αρδην», λίγα στελέχη του ΣΥΝ (αλλά εκ πείρας διαισθάνομαι,
αν μου επιτρέπετε μια προσωπική παρατήρηση, πολύ περισσότερα μέλη και ψηφοφόροι
του), ο Μανώλης Γλέζος και πολλοί άλλοι. Από πλευράς Δεξιάς, πολλοί βουλευτές
της Ν.Δ. αλλά και το πλήθος των ψηφοφόρων της. Από τη σκοπιά του ο καθένας
αντέδρασαν πολλοί, όπως ο κ. Παπαθεμελής, το περιοδικό «Αντίβαρο» (που ξεκίνησε
μάλιστα αυτήν την αντίσταση), ο κ. Γιανναράς, ο κ. Ηφαιστος, το «ΠΑΡΟΝ», άλλοι
σε πολιτικό επίπεδο, άλλοι σε εκπαιδευτικό (Γεωργουσόπουλος), άλλοι σε
επιστημονικό -αναγκαστικώς παραλείπω πολλούς, λόγω χώρου. Από εθνικιστικής
πλευράς, αντέδρασαν ο κ. Χριστόδουλος, το ΛΑΟΣ και πολλοί ημίτρελλοι που
συνομιλούν με τους Ελ..!
Αποτελούν όλοι αυτοί «μέτωπο»; (Μάλιστα «φαιοκόκκινο μέτωπο» όπως σε περιόδους
κρίσης στο παρελθόν -βομβαρδισμοί Σερβίας- επιχειρήθηκε να καθιερωθεί ως
ορολογία;)
Οχι βέβαια. Τίποτα στην πολιτική τους ιδεολογία και πολιτική πρακτική δεν τους
συνδέει. Εκτός και αν δεχθούμε το εξής παράλογο: πως ό,τι λέει ο Χριστόδουλος
είναι πάντα λάθος (οπότε αν συμπέσει με κάτι που λέει το ΚΚΕ, κάνει λάθος το
ΚΚΕ). Ή το αντίστροφον: πως ό,τι λέει το ΚΚΕ είναι πάντα σωστό (οπότε αν
συμπέσει με κάτι που λέει ο Χριστόδουλος, είναι σωστός ο Χριστόδουλος).
Παιδαριώδεις συλλογισμοί! Ναι, αλλά τους φάγαμε (και θα τους τρώμε) στη μάπα
κατά κόρον.
IV)Ποιοι υποστήριξαν το βιβλίο: οι «εκσυγχρονιστές» του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. (στη
Ν.Δ. αυτοαποκαλούνται «μεταρρυθμιστές»), η εφημερίδα «Αυγή» (με πάθος), η ηγεσία
του ΣΥΝ, η ομάδα των «νέων» (ή αναθεωρητών) Ιστορικών, το «κλίμα Αλαχιώτη» του
Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, πλήθος εκσυγχρονιστών δημοσιογράφων στον Τύπο (από
Πρετεντέρην έως Πρετεντέρεως), η κυβέρνηση διά της υπουργού κυρίας Γιαννάκου
καθώς και του Πρωθυπουργού κ. Καραμανλή και, αν πιστέψουμε τις μετρήσεις, το
2%(!) του Ελληνικού λαού.
Συνιστούν όλοι αυτοί «μέτωπο»; Πλην ΣΥΝ (όχι ολόκληρου) και ολίγων λοιπών
Λακεδαιμονίων, ναι!
Σε όλα τα κρίσιμα θέματα, απ' το σχέδιο Ανάν, έως την εκπαιδευτική (αντι)μεταρρύθμιση,
από τη στρατηγική «κατευνασμού» της Τουρκίας έως την κατασυκοφάντηση της
εργασίας και την καθαίρεση του καθημερινού πολιτισμού, συγκροτείται μονίμως
ένα μέτωπο εξυπνακισμού (από πλευράς πολιτικών επιχειρημάτων) που μετέρχεται τον
μεταμοντερνισμό και την πολιτική ορθότητα κι εκφράζεται μέσα απ' ό,τι αφυδατώνει
τη δημοκρατία (μη-κυβερνητικές οργανώσεις με κυβερνητικά λεφτά, ανεξάρτητες
αρχές, λόμπυ και άλλα), για να συναντιέται πάντα σε δύο κοινούς τόπους: την
αποδόμηση
της εθνικής ταυτότητας (ως προϋπόθεση μείωσης των απαιτήσεων του λαού για εθνική
κυριαρχία) και την περιφρονητική απαξίωση των εργαζομένων (ως προϋπόθεση ταξικής
χειραγώγησης, ταξικής καταστολής, πολιτικής αιχμαλωσίας).
***
V) Στη διάρκεια αυτής της διαμάχης (για την Ιστορία) έγιναν φανερά τα όπλα που
σχεδόν πάντα η εν λόγω Ιερά Συμμαχία των Προθύμων χρησιμοποιεί: α) Τον
σταλινισμό της γενίκευσης (π.χ.: «αριστεροδεξιοί εθνικόφρονες») - το
τσουβάλιασμα, τις ετικέτες και τις συκοφαντίες. β) Την αλαζονεία της επίκλησης
των επαϊόντων - οι λοιποί δεν «δικαιούνται για να» κρίνουν, είναι «ιστοριολογούντες».
γ) Τη βαθειά περιφρόνηση στον λαό, τον οποίον δεν επιχειρούν να διδάξουν (οι
διαφωτισταράδες μας), αλλά να μαντρώσουν, περιπαίζοντας τη λαϊκή παράδοση και
αποκόπτοντάς τον απ' τα ίδια του τα γράμματα, λόγια και λαϊκά. δ) Ο
γκαιμπελισμός τού λέγε-λέγε-λέγε, καθ' ότι ουδέποτε απαντούν σε επιχειρήματα
αλλά (ωσάν να μην έχουν λεχθεί) επαναλαμβάνουν τα ίδια, κυρίως τις συκοφαντίες.
ε) Η έκπτωση της συζήτησης σε μανιχαϊστικό επίπεδο μαύρου-άσπρου, όπως οι
συζητήσεις δωδεκαθεϊστών-ελληνοχριστιανών.
Με δυο λόγια ένα μέτωπο με σύμπλεγμα κατωτερότητος έναντι της Δύσης, που ασκεί
ιδεολογική τρομοκρατία στον λαό, και κατεβάζει το επίπεδο του δημόσιου διάλογου
«βαθειά μέσα στο χώμα».
Τούτων όλων χείριστο το έσχατο.
ΣΤΑΘΗΣ Σ. 2.IV.2007 stathis@enet.gr
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 02/04/2007
------------------------------------------------------------------------------
Συχνότατα εύστοχος και περιεκτικός και με "ορθολογιστικά πολιτικά ένστικτα" ο Στάθης έγραψε ακόμη ένα εξαιρετικό κείμενο που αναπαράγω πιο κάτω.
Π.Ήφ.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
http://www.enet.gr/online/online_print?id=85563424
Επίλογος για ένα βιβλίο
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 26/09/2007
Υπάρχει μια μικρή (που τείνει διαρκώς να μεγαλώνει) σέχτα αποδομητών ιστορικών στην Ελλάδα - όπως και σε όλες τις χώρες· ο μεταμοντερνισμός άλλωστε είναι μία απ' τις επικρατούσες, παρ' ότι σε φθίνουσα πλέον πορεία, στη Δύση σχολές σκέψης-ρεύματα.
Αριστερής
κατά μέρος καταγωγής ο μεταμοντερνισμός, εύκολα προσαρμόσθηκε κατά το πλείστον
στα φιλελεύθερα κελεύσματα και με ζέση άρχισε να καλύπτει, κι εν πολλοίς να
εκφράζει, την ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης (όσον έχει ανάγκη αυτή η τελευταία
από ιδεολογίες) και τις πρακτικές της Νέας Τάξης.
Υπ' αυτήν την έννοια πολλοί απ' τους αποδομητές βρέθηκαν απολογητές με
παρεμβάσεις τους στον δημόσιο λόγο, ακόμα και των πολέμων που εξαπέλυσε ή
υποδαύλισε ή δημιούργησε ο ιμπεριαλισμός τα τελευταία χρόνια, με κορυφαίους
εκείνους επί την Σερβία και το Ιράκ.
Κ αθόλου μακρυά από τις εξουσίες, εθνικές και υπερεθνικές, οι αποδομητές συχνά
αναλαμβάνουν «ανάθεση έργων», και στις τέχνες, και στα γράμματα, και στην
επικοινωνιακή πολιτική, ξεπέφτοντας συχνά στο επίπεδο της προπαγάνδας,
προκειμένου να εξυπηρετηθούν πολιτικές σκοπιμότητες, κρατικές επιδιώξεις και
διακρατικές σχέσεις.
Απότοκο ενός τέτοιου πλέγματος υπήρξε το δυσώνυμο βιβλίο της Ιστορίας για τη Στ'
Δημοτικού. Η «σύλληψή» του έγινε ύστερα από διακρατική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας
και Τουρκίας (Γιώργος Α. Παπανδρέου - Ισμαήλ Τζεμ), 4.ΙΙ.2000, ήτις προέβλεπε τη
«συνεργασία των δύο χωρών στην παρουσίαση (sic) της ιστορίας (...) ιδιαίτερα στα
σχολικά βιβλία» με στόχο «τη διόρθωση των ανακριβειών» (όπως, λόγου χάριν, η
σφαγή της Σμύρνης). Ολον αυτό έγινε νόμος του κράτους (2929 του 2001) με τις
υπογραφές των συναρμόδιων Υπουργών Γ. Παπανδρέου, Ε. Βενιζέλου, Π. Ευθυμίου και
Δ. Ρέππα.
Ακολούθως, η συγγραφική ομάδα της κυρίας Ρεπούση ανέλαβε τη συγγραφή του έργου,
το οποίον τελείωσε επί διακυβέρνησης της Ν.Δ. και επί Υπουργίας της κυρίας
Γιαννάκου (Η οποία το υπερασπίσθηκε με αξιοθαύμαστο προσωπικό σθένος, άγριες
θεσμικές παρεκτροπές, κουτοπονηριές, τακτικισμούς και φανατισμένο νεοφιλελεύθερο
δογματισμό).
Τ ο εγχείρημα ήταν εξ αρχής υπονομευμένο. Αναγκασμένη να υποταχθεί σε πολιτικές
εντολές και προτεραιότητες η επιστήμη, βρέθηκε σε δεύτερη μοίρα - με αποτέλεσμα
πραγματολογικά και μεθοδολογικά λάθη, τα οποία διαπιστώθηκαν στην αρχή με
έκπληξη και στη συνέχεια πανηγυρικώς από πολλούς και διαφορετικούς μεταξύ των,
και των οποίων λαθών ο αριθμός υπερέβαινε κάθε ιστορικό (και ανεκτό)
προηγούμενο.
Ομως, το θλιβερό αυτό αποτέλεσμα αβάσταχτα επιβάρυναν οι ιδεοληψίες των
αποδομητών. Η άποψη για «στρογγύλεμα» των τραγωδιών, ώστε να μην αναπαράγεται το
«μίσος», οδήγησε σε κωμικοτραγικές διατυπώσεις, πασπαλισμένες με υστερικές
μονομανίες φεμινιστικού τύπου που κατέληγαν να εξισώνουν τον Παπαδιαμάντη με
κάποιαν Φερφερέν (σιγά μη συγκρατήσω το όνομα) και τον Καραϊσκάκη με τη σέλα του
αλόγου του.
Τ ο βιβλίο κατάφερε να συγκεντρώσει στο σώμα του την αντιεπιστημονικότητα, τις
ιδεοληπτικές μονομανίες, τη διαστρέβλωση, την ξηρή (αφόρητα ξηρή) αφήγηση και,
κυρίως, το εξής ανακόλουθον: η δομή του (που θα μπορούσε να θεωρηθεί αρετή)
αναφερόταν σε σπουδαστές κι όχι σε παιδιά του Δημοτικού.
Εντυπωσιακότερη όμως όλων αυτών υπήρξε η ρητορική των συγγραφέων του βιβλίου, οι
οποίοι πέρασαν το... Γένος γενεές δεκατέσσερις. Με πρωτοφανή αλαζονεία. «Ψυχωσικοί»,
«νοικοκυρές», «σκοταδιστές», «αλευρομάγειροι», ήταν απ' τους ηπιότερους
χαρακτηρισμούς που υπέστη το 90% των Ελλήνων εν τέλει, οι οποίοι αίφνης βρέθηκαν
να τσουβαλιάζονται όλοι αδιακρίτως σε οπαδούς του κ. Καρατζαφέρη, του κ.
Χριστόδουλου κι άλλων Ελληναράδων, ταμπελισμένοι όλοι (οι Ελληνες) σε κατηγορίες
«ελληνοπαραφρόνων», «αριστερών εθνικοφρόνων», «φαιοκόκκινων» κι άλλων συναφών
παρόμοιων. Οποιος έβλεπε φως σε μια εφημερίδα, ανέβαινε κι έγραφε λίβελλον
εναντίον τού «εθνικοπαράφρονος» της αρεσκείας του.
Ε ίναι χαρακτηριστικό του διαλόγου που φυσικά φούντωσε ότι οι αντιλέγοντες στο
βιβλίο κατέφυγαν σε επιχειρήματα, πηγές και βιβλιογραφία, ενώ οι αμύντορες του
βιβλίου σε ιδεολογικά αξιώματα, καθόλου βιβλιογραφία και χαρακτηρισμούς -
σταλινικούς χαρακτηρισμούς. Α, και γενικεύσεις!
Είναι ακόμα πιο χαρακτηριστικό ότι, ενώ ο διάλογος ξεκαθάριζε σιγά-σιγά και ένα
προς ένα τα ζητούμενα αυτής της υπόθεσης (πολύ ευρύτερης εξάλλου απ' το βιβλίο
της Στ' Δημοτικού), πολλοί απ' τους υπερασπιστές του βιβλίου, χωρίς εις ουδέν να
αντιπαρατίθενται ή να απαντούν, επανέφεραν τον διάλογο στην αφετηρία του. Με
μονότονη (αλλά γκαιμπελική) επιμονή ξαναέλεγαν τα ίδια ή έβαζαν στο στόμα των
αντιπάλων τους πράγματα που εκείνοι δεν έλεγαν, ώστε να τους απαντούν και εις
κάτι.
Ετσι, ο διάλογος σύρθηκε επί μακρόν, σχετικώς άγονος. Οχυρωμένοι σε συνέδρια και
πάνελ ημετέρων και καθόλου εναντίων, οι αμύντορες του βιβλίου πλημμύριζαν τον
Τύπο με κείμενα - τα περισσότερα νηπιακού επιπέδου, όπως αν υπήρξε, φέρ' ειπείν,
το κρυφό σχολειό!! Το αυτονόητον, ότι και υπήρξε και δεν υπήρξε (αναλόγως της
επαρχίας και της περιόδου κατά την Τουρκοκρατία), πήγε περίπατο από μια λογική
που επικαλείται μεν τον ορθό λόγο, αλλά σκέφτεται στερεοτυπικά με το πιο
σκοταδιστικό αποτέλεσμα (Επί παραδείγματι: τέτοιον εξωραϊσμό των Οθωμανών
αποστρέφεται, και καλά κάνει, ακόμα και η τουρκική ιστοριογραφία).
Ομως, παρ' ότι μια σέχτα, οι μεταμοντερνιστές («αναθεωρητές» κατά το λεγόμενον)
ιστορικοί, η φασαρία που κατάφεραν να κάνουν είναι εντυπωσιακή - ένας όγκος
δημοσιευμάτων στον Τύπο, απολύτως ανακόλουθος με το 90% των Ελλήνων, φάνηκε
ισχυρότερος στις εντυπώσεις απ' τον όποιον αντίλογο. Μια «μαγική εικόνα» στην
οποία δείχνει έτοιμος να υποτάσσεται ο Τύπος (μάλιστα ο κεντρικός) και
διαθέσιμος να την αναπαραγάγει. Γιατί;
Ε ίναι φανερό ότι στην υπόθεση αυτή συγκρούσθηκαν δύο διαφορετικά ρεύματα στην
ελληνική κοινωνία, που όμως διατρέχουν όλα τα κόμματα. Η έννοια του έθνους κατά
τον πολιτικό της προσδιορισμό (και συνεπώς κατά την εξέλιξή της στην ιστορική
διάρκεια), του πατριωτισμού, του διεθνισμού, των τάξεων, της λαϊκής παράδοσης,
της μυθολογίας, της αυτογνωσίας, του εθνικισμού, του κοσμοπολιτισμού, του
αυτοπροσδιορισμού, του ρατσισμού, των μειονοτήτων, της καταγωγικότητας, ετέθησαν
στο τραπέζι και συγκρούσθηκαν μεταξύ τους, είτε με τις παρεκβάσεις τους και τις
αλλοιώσεις, αναλόγως της μεταχείρισής των απ' τους διαλεγόμενους. Το κόλπο, ας
πούμε, της σύγχυσης μεταξύ «εθνικού» και «εθνικιστικού», «διεθνιστικού» και
«κοσμοπολίτικου» έδωσε και πήρε. Το ίδιο και οι αφορισμοί («ασυνέχεια του
έθνους» άνευ αποδείξεως του γεγονότος) ή τα κλισέ όπως: «εθνικό είναι ό,τι είναι
αληθινό» - τρίχες! Αληθινό είναι ό,τι μπορεί να αποδειχθεί και συνεπώς χρήσιμο
στο έθνος και τον λαό ό,τι μπορεί να του αποδειχθεί επίσης, ώστε να το
αποδεχθεί.
Ομως, η μεταμοντερνική άποψη ότι ο καθένας έχει ή δικαιούται να έχει την αλήθεια
του (καθώς εκφράστηκε και από την κυρία Ρεπούση: «η αλήθεια των άλλων»), άνετα
μπορεί να οδηγήσει στο σβήσιμο του Ολοκαυτώματος ή της Γενοκτονίας των Αρμενίων,
όσον και σε όλον αυτόν τον κοπετό μπουρδολογίας κι αμετροέπειας που χαρακτήρισε
πολύν απ' τον λόγο σε αυτόν τον διάλογο.
Τ ο θέμα δεν τελείωσε. Απλώς οι αποδομητές έκαναν ένα λάθος σε αυτήν την
ιστορία, πιθανόν μοιραίο, αλλά θα συνεχίσουν, διότι η πολιτική που τους έχει
καλέσει υπό τα όπλα συνεχίζεται.
Παρ' ότι σέχτα, έχουν την ομοθυμαδόν υποστήριξη «εκσυγχρονιστών» και
«μεταρρυθμιστών», όλων των νεοφιλελεύθερων δηλαδή στα δύο μεγάλα κόμματα, καθώς
κι ορισμένων αριστερών, που βλέπουν το δένδρο (Χριστόδουλος) και δεν βλέπουν το
δάσος (Σόρος). Μάλιστα, αυτοί οι τελευταίοι φαίνεται να τραβάνε ένα ζόρι
ανεξήγητο. Εφθασαν να κατηγορούν αριστερούς συντρόφους τους ότι... λογοκρίνουν
την... εξουσία ή ότι συμπλέουν με το ΛΑΟΣ. Ευκολίες ούτε καν σταλινικές! Πολύ
υποδεέστερες. Ταυτοχρόνως, η σέχτα αυτή διαθέτει ιδιαιτέρως ισχυρή επιρροή στον
Τύπο, παρά το κόστος που, κατά τη γνώμη μου, προκύπτει για τις εφημερίδες με τα
παιδαριώδη τους κείμενα - άκρως αντιληπτά ως τέτοια απ' τους αναγνώστες.
Επίσης, ιδιαίτερη ισχύ έχει η ομάδα αυτή στα ΑΕΙ, όπου λύνει και δένει:
καριέρες, προσωπικές σχέσεις, διαχείριση προγραμμάτων, επιδοτήσεων και
συντεχνιακών καθιερώσεων. Προς τούτο, άλλοι τρομοκρατούμενοι κι άλλοι
ιδιοτελείς, προσθέτουν, πλην Λακεδαιμονίων, εαυτούς στην όλη απαξία που
κατέστησε κυρίαρχη στα ΑΕΙ κυρίως το ΠΑΣΟΚ (με τη Ν.Δ. ασμένως να ακολουθεί κατά
πόδας, ώσπου να τα διαλύσει τελείως).
Τ έλος, αν η διαφορά ανάμεσα στις εφημερίδες και την τηλεόραση είναι η υψηλή
ποιότητα που αναμένεται σε κείμενα, τουλάχιστον για τα κρίσιμα θέματα (ώστε να
έχει για εμάς και κάποιο νόημα η επιδίωξη της αναγνωσιμότητας) σε αυτήν την
υπόθεση αποτύχαμε. Λίγα ήταν τα κείμενα που κατέφυγαν στις πηγές ή περιέγραψαν
με ειλικρίνεια τις πολιτικές και ιδεολογικές τους συντεταγμένες. Περίσσεψαν η
αμάθεια, η επανάληψή της κατά κόρον - αφόρητα, οι ιδεοληψίες και οι ιταμοί
χαρακτηρισμοί.
Εν κατακλείδι, επιτρέψτε μου μιαν παρατήρηση: πρέπει να γίνουμε πιο αυστηροί.
Οσον αυστηροί είμαστε με τους εαυτούς μας πρέπει να γίνουμε και με τους άλλους.
Και, κυρίως, οι αναγνώστες μαζί μας. Οταν γράφουμε μπούρδες, πρέπει να
ελεγχόμεθα από εσάς. Εχει παρακρατήσει αυτή η φλουφλιά τής «αλήθειας του
καθενός», δηλαδή του γενικευμένου ψεύδους...
ΣΤΑΘΗΣ Δ. Σταυρόπουλος
-------------------------------------------------------------------------------------------------
Νεοφιλελεύθεροι, κριτικοί και μαλακή ισχύς
“More powerful states may be in position to alter the conceptions that the weaker actors have of their own self interests, especially when economic and military power has delegitimated ideological convictions in weaker or defeated societies. The United States, for instance, pressed for a particular vision of the international society should be ordered after World War II and renewed and reinvigorated this project after the en of the Cold War. The goal was not simply to promote a particular set of objectives, but to alter how other societies conceived of their own goals. The emphasis on what Nye has called soft power engages both realist concerns about relative capabilities and constructivism’s focus on beliefs and identity”. [Katzenstein/Keohane/Krasner , International Organization, vol. 52. 4 1998 p. 673] Μετάφραση: "«Iσχυρότερα κράτη είναι δυνατό να κατορθώσουν να αλλάξουν τις παραστάσεις με βάση τις οποίες οριοθετούνται οι ιδεολογικές πεποιθήσεις σε λιγότερο ισχυρά κράτη ή ηττημένες πολιτείες. Oι Hνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, πίεσαν συστηματικά και επίμονα για τη διάδοση συγκεκριμένων πεποιθήσεων ως προς το πώς πρέπει να είναι το όραμα της διεθνούς κοινωνίας [που τις συνέφερε] μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ανανέωσαν και το αναζωογόνησαν την μεταψυχροπολεμική εποχή. O σκοπός δεν ήταν απλώς να προωθήσουν συγκεκριμένους στόχους, αλλά να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο οι συγκεκριμένες κοινωνίες βλέπουν τα οικεία συμφέροντα. H έμφαση αυτού που ο Nye ονομάζει “μαλακή ισχύς” σχετίζεται τόσο με ρεαλιστικούς φόβους [κατανομής ισχύος] για τη σχετική ισχύ όσο και με την [“κριτική”] κονστρουκτιβιστική ανάλυση για συλλογικά πιστεύω, πεποιθήσεις και ταυτότητες» (έμφαση δική μου). Σημείωση: Βασικά, οι διακεκριμένοι συνάδελφοι επισημαίνουν το γεγονός ότι κατά την διάρκεια της μεταπολεμικής εποχής, κυρίως λόγω της επιρροής «κριτικών» κονστρουκτιβιστών και αναλυτών νεοφιλελεύθερων παραδοχών η φιλελεύθερη θεωρία και κάποιοι στοχαστές (οι οποίοι ταυτόχρονα υπήρξαν ανώτατα στελέχη της αμερικανικής διπλωματίας μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, (όπως οι Nye, Lake και Ikenberry) αναζητούν μεθόδους και ιδέες οι οποίες εργαλειακά χρησιμοποιούμενες θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τα εθνικά τους συμφέροντα με το να αλλάξουν τις ιδεολογικές πεποιθήσεις σε λιγότερο ισχυρά ή «ηττημένα» κράτη. Ο Nye, σε άλλη περίπτωση είπε: «Εάν καταφέρω να σε κάνω να θέλεις αυτό που θέλω, τότε δεν χρειάζεται να σε αναγκάσω να κάνεις αυτό που δεν επιθυμείς» (Nye) Καθημερινή, «Κ», τεύχος 127 6.11.2005. Το εξαιρετικά θεμελιωμένο δοκίμιο του Jonathan Mowat που παραθέτω στην αγγλική γλώσσα σε άλλη σελίδα θεμελιώνει το γεγονός ότι οι νεοφιλελεύθεροι αναλυτές είναι περίπου αμέριμνοι στοχαστές μπροστά στην δομημένη και κάθετα-εγκάρσια εκτεινόμενη ομάδα αναλυτών που στελεχώνουν το αμερικανικό σύστημα αποφάσεων. Οι μίζερες ιθαγενείς υπάρξεις που συσπειρώνονται σε διεθνικά "ιδρύματα" για να προσπορίζονται ψίχουλα του μεγάλου φαγοποτιού είναι είτε οι κατά Λένιν "χρήσιμοι ηλιθιοι" είτε όπως πολλοί άλλοι στην ιστορία των λαών, απλά δοσίλογοι.
-----------------------------------------------------------------------------------
30.9.2007. Γ. Μαλούχος, Η ιδεολογική τρομοκρατία συνεχίζεται
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_30/09/2007_243421
Η ιδεολογική τρομοκρατία συνεχίζεται
Tου Γεωργιου Π. Μαλουχου
Οσες φορές κι αν το έχει δει κανείς το έργο, δεν μπορεί παρά να μένει κάθε φορά κατάπληκτος: δεν συμφωνείς με τους φορείς της απόλυτης <<επιστημονικής>> αλήθειας που λέει ότι στη Μικρασιατική Καταστροφή οι Ελληνες… συνωστίζονταν στο λιμάνι της Σμύρνης; Είσαι φασίστας, είσαι ακροδεξιός, είσαι πατριδοκάπηλος… Δεν μπορεί απλώς να μη συμφωνείς. Πρέπει να είσαι περίπου ο Γκέμπελς – άντε, στην καλύτερη περίπτωση σου επιτρέπουν να έχεις πέσει θύμα της προπαγάνδας που έβαλε την <<επιστήμη>> στο στόχαστρό της… Τώρα, ακόμα κι αν είσαι ο Μίκης Θεοδωράκης που από την πρώτη στιγμή χτύπησε με όλη του τη δύναμη το βιβλίο και μόλις προχθές συνεχάρη δημόσια τον υπουργό Παιδείας κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη που αμέσως μόλις ανέλαβε, το απέσυρε οριστικά, ε, μάλλον κι εσύ θύμα της πλάνης έχεις πέσει – ή είσαι ακροδεξιός και δεν το ξέραμε!
Δεν ξέρω ποια είναι τα επιστημονικά προσόντα των ανθρώπων που έγραψαν το βιβλίο, και δεν έχω κανένα λόγο να τα αμφισβητήσω. Δεν ξέρω ποιο είναι το πρωτογενές έργο τους πριν πάρουν μια κρατική ανάθεση, ποιες και πού είναι οι δημοσιεύσεις τους, ποια η εντός και εκτός Ελλάδος επιστημονική βαρύτητά τους. Οποια κι αν είναι, όμως, δύο πράγματα δεν επιτρέπει: πρώτον, να μιλούν κατά τρόπο αυθεντικό εξ ονόματος της Επιστήμης, διότι δεν είναι οι φορείς καμιάς απόλυτης αλήθειας. Και, δεύτερον, να προσβάλουν όποιον έχει αντίθετη γνώμη από τη δική τους ως άσχετο ή ως θύμα ή φορέα δήθεν ακροδεξιών ιδεών.
Ειδικά στις κοινωνικές επιστήμες όπου η αποδειξιμότητα δεν έχει την απολυτότητα του πειράματος των φυσικών επιστημών και ειδικά σε πεδία, όπως αυτό, όπου πρόκειται όχι για τεκμηρίωση αλλά για κρίση, όποιος αυτοανακηρύσσεται φορέας της απόλυτης αλήθειας είναι εκ προοιμίου ακατάλληλος για να γράψει βιβλία που θα διδάξουν σε μια γενιά παιδιών την ιστορία τους. Ακόμα περισσότερο όταν αυτό που λέει έρχεται σε προφανή σύγκρουση όχι μόνο με την κοινή συνείδηση –αυτό πράγματι δεν πρέπει αναγκαστικά να είναι κριτήριο– αλλά με τις ίδιες τις πηγές της ιστορίας: με τις φωτογραφίες, τις αφηγήσεις, τα ημερολόγια, τα διεθνή διπλωματικά έγγραφα. Πέρα απ' όλα αυτά, όμως, είναι εντυπωσιακό για την επιστημονική συνέπεια των συγγραφέων ότι δέχθηκαν να κάνουν διορθώσεις στις διατυπώσεις τους. Αν ο επιστημονικός τους λόγος ήταν τόσο έγκυρος, πώς και γιατί δέχθηκαν να κάνουν διορθώσεις; Και πότε ήταν πιο… επιστήμονες; Οταν έγραφαν ή όταν διόρθωναν;
Μπορεί η άμεση απόφαση του –διδάκτορα του Δικαίου στη Γερμανία– Ευριπίδη Στυλιανίδη να γλίτωσε ευτυχώς τα παιδιά από αυτό το απαράδεκτο εγχειρίδιο, όμως, η ιδεολογική τρομοκρατία που ασκείται εις βάρος όποιου διαφωνεί με τις κρίσεις των συγγραφέων του δεν σταματάει με τίποτα. Αλλά δεν πειράζει. Λίγες μέρες δημοσιότητας τους έμειναν, ας τις χαρούν…
------------------------------------
|
|
19.4.2011. K. I. Δεσποτοπουλου*, Περί της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821 Με αφορμή τα λεγόμενα και γραφόμενα προσφάτως για την Ελληνική Επανάσταση του 1821 είπα στην Ακαδημία (Συνεδρία της 31/3/2011) τα εξής: Επισημαίνω προς τους λειτουργούς της Ιστορίας, ότι χρειάζονται ικανότητα να διακρίνουν «τίνα δει επί την γραφίδα παραλαβείν και τίνα παραλιπείν» από τα συστατικά της ιστορικής πραγματικότητας· ώστε να μη προβάλλουν τα επουσιώδη και μάλιστα κατά προτίμηση τις όποιες τυχόν ηθικές ασχημίες, αλλά να παρουσιάζουν τα ουσιώδη προπάντων, δηλαδή τα σπουδαία γεγονότα και τους συντελεστικούς των παράγοντες, με τονισμό εξ άλλου των κατορθωμάτων, και των παθημάτων. Αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν για όσους αποτολμούν να εξιστορήσουν την Ελληνική Επανάσταση του 1821, εθνικό παλλάδιο των σημερινών Ελλήνων· καθώς αποτέλεσμά της υπήρξε η δημιουργία του 1830 τού, μικρού έστω, ελληνικού ανεξάρτητου κράτους, κέντρου εθνικού εφεξής των απανταχού της Οικουμένης Ελλήνων· και προπάντων καθώς σκοπός της υπήρξε η απελευθέρωση του επί αιώνες υπόδουλου έθνους, του αρχαιόθεν τρισένδοξου ως ηρωικού προμάχου της ελευθερίας των λαών της Ευρώπης και ως δημιουργού των βάσεων του πολιτισμού της Ευρώπης με την πνευματική μεγαλουργία του· ό,τι και υπήρξε η αιτία για το διεθνές κίνημα των φιλελλήνων στη διάρκεια της Ελληνικής Επαναστάσεως. Συνέβησαν και ηθικές ασχημίες σποραδικές στη διάρκεια της Ελληνικής Επαναστάσεως, παρεμβλήθηκε ολέθριος και ο εμφύλιος πόλεμος, αυτές και αυτός όμως δεν είναι ό,τι κυρίως αποτελεί την ιστορικά υπέροχη αυτή Επανάσταση, με τα πολεμικά τρόπαιά της και τον απαράμιλλο ηρωισμό των πλείστων αγωνιστών και την καρτερία και τις θυσίες του λαού. Yπενθυμίζεται ότι εξοντώθηκε το εν τρίτο του ενεργού πληθυσμού και απωλέσθησαν τα δύο τρία του παγίου κεφαλαίου στις απελευθερωμένες περιοχές του ελληνικού γεωγραφικού χώρου, τίμημα βαρύτατο για την απόκτηση της ελευθερίας σε όση έκταση αυτή εμπεδώθηκε με την ίδρυση του ελληνικού, μικρού ακόμη, κράτους, συντελεσμένη άλλωστε μετά ενεργότατη παρέμβαση της Pωσίας, της Aγγλίας και της Γαλλίας, τον ηθικό αυτό θρίαμβο της Eλληνικής Eπαναστάσεως, καθώς τρία μεγάλα κράτη, συνασπισμένα για να καταστέλλουν τις επαναστάσεις, συνέπραξαν τελικά υπέρ μιας επαναστάσεως, μάλιστα και με στρατιωτική επέμβαση προς αίσιο τερματισμό της. Aλλά δεν πρέπει να αγνοείται και το υπερεθνικό μέγεθος της Eλληνικής Eπαναστάσεως του 1821, σύστοιχο κάπως προς το ιστορικό μέγεθος της Γαλλικής Eπαναστάσεως του 1789· καθώς δηλαδή από τη Γαλλική Eπανάσταση παρακινήθηκαν οι λαοί προς απόκτηση πολιτικών ελευθεριών στα όρια μέσα των υφιστάμενων κρατών, ενώ η Eλληνική Eπανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα υποκινητικό των λαών για διεκδίκηση της εθνικής ελευθερίας των και δημιουργία εθνικού του καθενός ιδιαιτέρου κράτους. Eξάλλου και αξίζει να διευκρινισθεί, ότι αυτοχθονικά υπήρξαν τα κίνητρα για την Eλληνική Eπανάσταση: ο φλογερός πατριωτισμός των ηθικά πρωποπόρων Eλλήνων, κάτι άσχετο προς τη Γαλλική Eπανάσταση, όπως μαρτυρούν τα γεγονότα, οι προγενέστερες δηλαδή από αυτήν, ώστε και άσχετες με αυτήν, αποτυχημένες έστω επαναστάσεις προς απελευθέρωση του υπόδουλου Eθνους, υπαρκτού αδιάκοπα επί αιώνες παρά τις υποδουλώσεις του από Pωμαίους, Φράγκους, Tούρκους. Oι σημερινοί Eλληνες πρέπει να τιμούν τους ηρωικούς πολεμιστές, αλλά και τους άμαχους μάρτυρες του ιερού Aγώνα· και είναι πολύ εκτεταμένος ο χάρτης, ο γεωγραφικός, των σφαγιασμένων αμάχων: Χαλκιδική, Νάουσα, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Κυδωνίαι, Χίος, Κάσος, Ψαρά, Κύπρος και άλλοι τόποι Ελλήνων. Οποιος στοχάζεται για την Ελληνική Επανάσταση, πρέπει να διέπεται και από ευλαβικό σεβασμό διά τους ήρωες και τους μάρτυρες αυτούς, ώστε να μη αμαρτάνει και προς την ιστορική αλήθεια. * πρώην πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών |
-----------------------------------------------------------------------------------
Από τα Πρακτικά
των Εργασιών της Βουλής:
http://www.parliament.gr/ergasies/main.asp
----------
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα): [...] Θα συζητηθεί η με αριθμό 228/23-1-2007 επίκαιρη ερώτηση του Ανεξάρτητου Βουλευτή κ. Στυλιανού Παπαθεμελή προς την Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σχετικά με την απόσυρση του βιβλίου της Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού κ.λπ.. Το περιεχόμενο της επίκαιρης ερώτησης του κυρίου συναδέλφου έχει ως εξής: «Η διδασκαλία της Ιστορίας έχει διεθνώς πολλές φορές χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο κατασκευής ταυτότητας ή αποδόμησής της. Αυτοί που στοχεύουν να αλώσουν ένα λαό επιχειρούν να ελέγξουν το φαντασιακό και τη συνείδησή του. Μέσο τους η παραχάραξη της ιστορίας του διά του κατακερματισμού της μνήμης του. Δύο μόνο δείγματα γραφής από το νέο βιβλίου Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού. Α) Η φρικώδης γενοκτονία του άμαχου άοπλου Ελληνισμού της Σμύρνης το 1922 από τους Τούρκους σφαγείς με την αδρή συναυτουργία των ελλιμενισμένων «συμμάχων» για τα οποία ο τότε εκεί Αμερικανός πρόξενος Χόρτον γράφει «αισθάνθηκα ντροπή γιατί ανήκα στο ανθρώπινο γένος» προσφέρεται στα Ελληνόπουλα με την ακόλουθη απίστευτη διατύπωση: «Στις 27 Αυγούστου του 1922 ο τουρκικός στρατός μπαίνει στη Σμύρνη. Χιλιάδες Έλληνες συνωστίζονται στο λιμάνι προσπαθώντας να μπουν στα πλοία» (σελ. 100). Δηλαδή η γενοκτονία βαφτίζεται «συνωστισμός». Β) Το ηρωικό έπος των Ελλήνων κατά του Φασισμού και Ναζισμού στα 1940-41 διδάσκεται στα παιδιά μας μ’ αυτήν την απίθανη διατύπωση: «Οι Έλληνες το 1940-41 απομακρύνουν τα ιταλικά στρατεύματα από τα ελληνοαλβανικά στρατεύματα» (σελίδα εκατόν εννέα). Δηλαδή η ηρωική αυτοθυσία των παιδιών της Ελλάδας για την απόκρουση των εισβολέων βαφτίζεται «απομάκρυνση». Εξάλλου το τετράτομο ιστορικό τερατούργημα που εξέδωσε το λεγόμενο «Κέντρο Συμφιλίωσης των Λαών της Βαλκανικής» (CDRSEE), φορέας χρηματοδοτούμενος από τον γνωστό και μη εξαιρετέο κ. Soros διανέμεται στους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, προφανώς για να εμπεδώσουν καλύτερα το νόημα της ανιστόρητης «ιστορίας». Ερωτάται η Υπουργός: Σκέπτεται α) να προχωρήσει στην απόσυρση του βιβλίου της ΣΤ΄ Δημοτικού και β) να διακόψει τη διανομή της έκδοσης του CDRSEE στους εκπαιδευτικούς;». Η Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Γιαννάκου έχει το λόγο. ΜΑΡΙΕΤΤΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Ευχαριστώ πολύ, κυρία Πρόεδρε. Κύριοι συνάδελφοι, κύριε Παπαθεμελή, όπως γνωρίζετε, τα βιβλία αυτά τα οποία παραγγέλθηκαν το 2003 μπήκαν για πρώτη φορά φέτος στα σχολεία. Είναι πενήντα έξι βιβλία στο δημοτικό και στο γυμνάσιο, για τα οποία από την αρχή έχουμε δηλώσει ότι θα αξιολογηθούν και υπάρχει και ειδικό πρόγραμμα αξιολόγησης από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς. Επίσης το βιβλίο της Ιστορίας έχει σταλεί στην Ακαδημία Αθηνών προς αξιολόγηση. Ποια είναι η διαφορά και η νέα προσέγγιση με τα βιβλία αυτά; Τα βιβλία αυτά είναι μικρότερα, είναι σε σχήμα Α4 και είναι βιβλία που παραπέμπουν σε πηγές. Υπάρχει πράγματι μία δυσκολία για τα παιδιά της ΣΤ΄ δημοτικού ως προς την αναζήτηση των πηγών. Αυτό το κενό, όμως, οφείλει να το καλύψει ο εκπαιδευτικός, ο οποίος έχει βιβλίο εκπαιδευτικού, ενώ υπάρχει επίσης τετράδιο παιδιού και ένα CD για την Ιστορία της Ε΄ και ΣΤ΄ δημοτικού. Επομένως χρειάζεται άλλος τρόπος εργασίας και προσέγγισης. Το Υπουργείο εκτιμά ότι ο τρόπος που παρουσιάστηκαν και παραγγέλθηκαν τα νέα βιβλία –μιλάω για τη διαχείριση- είναι σωστός. Από την άλλη πλευρά, όμως, έχουμε αρκετές παρατηρήσεις από πάρα πολλές πλευρές, από την Πανμακεδονική Ένωση μέχρι επιστήμονες και πανεπιστημιακούς, οι οποίοι θεωρούν ότι σε ορισμένα σημεία είτε η κατάσταση δεν περιγράφεται όπως είναι είτε κυρίως περιγράφεται λιτά και τυπικά, χωρίς τα αφηγηματικά στοιχεία που είχαμε συνηθίσει να υπάρχουν μέσα στην ιστορία. Γι’ αυτό ακριβώς ζήτησα από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο να συζητήσει με τη συγγραφέα και προ της αξιολόγησης -η οποία θα γίνει μέσα στην επόμενη χρονιά- ώστε να δούμε πώς μπορούμε να διαχειριστούμε ορισμένα σημεία στα οποία η λιτότητα της έκφρασης απαιτεί ειδική προσέγγιση από τον εκπαιδευτικό. Πολλοί ισχυρίζονται ότι ίσως αυτό δεν εξασφαλίζεται, εφόσον δεν υπάρχει μέσα στο βιβλίο. Και εγώ προσωπικά, επειδή είδα την ιστορία, θα είχα να κάνω συγκεκριμένες επισημάνσεις, κυρίως ως προς τα πραγματολογικά στοιχεία. Επομένως το βιβλίο αυτήν τη στιγμή αξιολογείται, θ’ αξιολογηθεί και την επόμενη χρονιά. Το Υπουργείο θα καταβάλλει κάθε δυνατότητα που έχει, προκειμένου και στην επόμενη χρονιά να υπάρξουν ορισμένες αλλαγές και διορθώσεις. Δεν νομίζουμε ότι είναι σωστό να αποσυρθεί το βιβλίο της Ιστορίας. Σας θυμίζω ότι στο παρελθόν είχαν αποσυρθεί βιβλία Ιστορίας με κραυγαλέες ανακρίβειες. Εδώ δεν έχουμε κραυγαλέες ανακρίβειες, αλλά έχουμε μια άλλου είδους διαχείριση, που πιθανόν να μην μπορεί να πετύχει και τους στόχους που περιγράψατε εσείς. (Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας της κυρίας Υπουργού) Επιτρέψτε μου, κυρία Πρόεδρε, να συνεχίσω, γιατί ρώτησε ο κ. Παπαθεμελής για τους τέσσερις τόμους, οι οποίοι έχουν προσφερθεί για να πάνε στα σχολεία για τους εκπαιδευτικούς. Οι τόμοι αυτοί έχουν χρηματοδοτηθεί από το Υπουργείο Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, από τον Οργανισμό των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Διεθνή Ανάπτυξη, από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, από το Σύμφωνο Σταθερότητας για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και από το Ίδρυμα Λεβέντη. Τα βιβλία αυτά εστάλησαν στο Υπουργείο. Εγώ προσωπικά ζήτησα τη γνώμη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο έστειλε μια γνώμη θετική, παρά το γεγονός ότι στο πρακτικό της συζήτησης επισημάνθηκαν ορισμένα σημεία. Εν συνεχεία, ζήτησα τη γνώμη και άλλων προσώπων, ανεξαρτήτων επιστημόνων. Πράγματι στα βιβλία αυτά υπάρχουν δύο βασικές ελλείψεις. Η μία είναι ότι δεν υπάρχει αναφορά στις πηγές, ενώ τα αντίστοιχα βιβλία που διανεμήθηκαν στις γειτονικές χώρες, έχουν αναφορά στις πηγές, το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό θέμα. ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα): Κυρία Υπουργέ, θα σας παρακαλέσω να συντομεύσετε ή να συμπληρώσετε ό,τι θέλετε στη δευτερολογία σας. ΜΑΡΙΕΤΤΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Εντάξει, κυρία Πρόεδρε. Το δεύτερο είναι ότι το βιβλίο αυτό θα αποτελέσει σημείο αναφοράς και για άλλη βιβλιογραφία. Θα σας απαντήσω στη συνέχεια συμπληρωματικά, κύριε Παπαθεμελή. ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα): Ο κ. Παπαθεμελής έχει το λόγο. ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ-ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΠΑΘΕΜΕΛΗΣ: Κυρία Υπουργέ, λυπάμαι πάρα πολύ, αλλά δεν μπορώ να συμφωνήσω με όσα απαντήσατε. Δεν μπορώ να συμμεριστώ, δηλαδή, την τοποθέτησή σας. Αρχίζω από το βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ΄ δημοτικού. Δεν είναι η λιτότητα της διατύπωσης, η οποία μας βρίσκει αντίθετους. Μας «βρίσκει», τρόπος του λέγειν, βρίσκει αντίθετο ένα μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας, ένα μεγάλο μέρος των σκεπτομένων Ελλήνων, αν θέλετε, όσους έχουν καταπιαστεί με αυτό το βιβλίο. Δεν μπορεί ένα συγκλονιστικό γεγονός που τάραξε την εποχή εκείνη όλη την Ευρώπη και μετέστρεψε εντελώς τις αντιλήψεις και τις πεποιθήσεις για την Ελληνική Επανάσταση, εκείνο το ηρωικό, εκπληκτικό γεγονός για το οποίο έγραψαν δεκάδες ποιητές, ασχολήθηκαν ζωγράφοι κορυφαίοι κ.λπ. –αναφέρομαι στην Έξοδο του Μεσολογγίου- να νοηματοδοτείται Έξοδος του Μεσολογγίου, η κίνηση των πολιορκημένων Ελλήνων για να βγουν από την πολιορκημένη πόλη. Δεν μπορείτε να διδάξετε στα Ελληνόπουλα αυτό το πράγμα. Δεν μπορείτε να διδάξατε στα Ελληνόπουλα τη μικρασιατική τραγωδία με τον τρόπο που την περιγράφει αυτό το βιβλίο. Αυτό το βιβλίο χαρακτηρίζεται κυρίως από τη βασική ασθένεια της προσέγγισης της ιστορίας, που ορισμένοι σύγχρονοι Έλληνες, κατ’ εξοχήν Έλληνες ιστορικοί, έχουν, δηλαδή την αποεθνοποίηση της ιστορίας, την αποχριστιανοποίηση της ιστορίας. Γι’ αυτό δεν βλέπετε καμία ουσιαστική αναφορά στο ρόλο της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Επανάσταση του ’21 και γενικά στα σκιρτήματα του ελληνισμού εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό βλέπετε εξωραϊσμό της Οθωμανικής Περιόδου, ο οποίος συμπληρώνεται από το τετράτομο τερατούργημα. Γιατί ούτε λίγο ούτε πολύ αν πάτε σ’ εκείνο και ψάξετε να δείτε τι είναι το παιδομάζωμα στη διάρκεια της τουρκοκρατίας, θα εισπράξετε αυτό: «Πρωτότυπη οθωμανική πρακτική για τη στρατολόγηση των ανθρώπων που θα στελέχωναν υπηρεσίες του σουλτάνου κ.λπ.». Εδώ γράφονται τερατώδη πράγματα τα οποία δεν μπορεί να τα ανεχθεί ένας στοιχειωδώς σκεπτόμενος μέσος Έλλην πολίτης. Έχω την εντύπωση ότι όλο αυτό το πράγμα θα πάει στο Παιδαγωγικό, από το Παιδαγωγικό δεν ξέρω πού θα πάει. Ποιοι έγραψαν το τετράτομο, κυρία Υπουργέ; Τον πρώτο τόμο λέει τον γράφει ένας Ρουμάνος και ένας Τούρκος. Τον δεύτερο τόμο τον γράφει μία Ρουμάνα. Τον τρίτο τον γράφει ένας Βούλγαρος ο οποίος αναφέρεται στα νεότερα γεγονότα. Κυρία Πρόεδρε, θέλω να καταλήξω στο εξής. Δια της ιστορίας επιχειρούνται και γίνονται πολλά πράγματα στον κόσμο. Και νομίζω ότι στα πλαίσια αυτής της περιβόητης άγριας παγκοσμιοποίησης, η οποία θέλει να εξομοιώσει και να ισοπεδώσει τα πάντα και όπου η έννοια του έθνους-κράτους είναι εχθρική, αυτά τα κείμενα υπηρετούν αυτήν την ιδεολογία και θέλω να πιστεύω ότι η ελληνική κοινωνία δεν διαπνέεται από αυτού του είδους την ιδεολογία. ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Άννα Μπενάκη Ψαρούδα): Ευχαριστούμε πολύ. Κυρία Υπουργέ, έχετε το λόγο. ΜΑΡΙΕΤΤΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Κύριε Παπαθεμελή, ακούστε. Η Ιστορία της ΣΤ΄ δημοτικού δεν μπορεί να είναι ούτε πεντακόσιες σελίδες ούτε να αφηγείται τα πάντα. Έχει ελαττώματα το βιβλίο. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Το Υπουργείο έχει όλες τις δυνατότητες, πριν ν’ αξιολογηθεί συνολικά την επόμενη χρονιά, και να στείλει συμπληρωματικά φυλλάδιο και ένθετο το οποίο να βάλει εκεί και ταυτόχρονα να καλέσει τη συγγραφέα για να τροποποιηθούν ορισμένα σημεία. Αλλά η Ιστορία, κύριε Παπαθεμελή, κυρίως διδάσκεται μέσω του εκπαιδευτικού. Ασφαλώς όλες οι χώρες προσθέτουν στην ιστορία τους, ώστε να διατηρείται η εθνική συνείδηση. Αυτό είναι αλήθεια. ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ-ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΠΑΘΕΜΕΛΗΣ: Εδώ δεν υπάρχει αλήθεια στην Ιστορία. ΜΑΡΙΕΤΤΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ (Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Ακούστε, κύριε Παπαθεμελή. Σε εκατόν πενήντα σελίδες δεν μπορείτε να γράψετε όλες τις αλήθειες. Το βιβλίο επαναλαμβάνω ότι έχει ελαττώματα. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Εμείς θα κάνουμε αυτό που πρέπει. Αλλά εγώ δεν θα αποσύρω άλλο ένα βιβλίο Ιστορίας. Σας το λέω πολύ καθαρά. Ως προς το τετράτομο, έχω να σας πω τα εξής. Δεν έχει σταλεί το τετράτομο στους εκπαιδευτικούς. Διότι αυτή ήταν η πρόταση, να σταλεί στους εκπαιδευτικούς. Εδώ έχω την πρόταση της υπηρεσίας μετά την απόφαση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, για να απογραφεί από τον Υφυπουργό η αποστολή. Δεν έχει υπογράψει ο Υφυπουργός και δεν έχει σταλεί. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο υπό τις προϋποθέσεις να υπάρξουν πηγές και προλογικό σημείωμα και αυτοί που το έγραψαν έχουν ενημερωθεί. Όμως, το τετράτομο δεν έχει καμία σχέση με το βιβλίο της Ιστορίας. Το τετράτομο υπηρετεί άλλο σκοπό τον οποίο αντιλαμβάνεστε στην περιοχή μας. Γράφτηκε δηλαδή μ’ έναν συγκεκριμένο στόχο και σκοπό. Δεν είναι το ίδιο concept με αυτό που υπάρχει στο βιβλίο της Ιστορίας. Επομένως σας λέω ότι δεν έχει σταλεί και παρά τη θετική απόφαση του Παιδαγωγικού επανεξετάζεται από εμένα προσωπικά. |
Σύντομες απαντήσεις σε επιστολές
Παρατήρηση επιστολογράφου: θεωρώ ότι η απόπειρα της Ρεπούση εντάσσεται στην αναθεωρητική Ιστοριογραφία και όχι στον "ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένο αναρχισμό και διεθνοαναρχισμό". Δηλαδή εντάσσεται στη τάση για αναθεώρηση της Ιστορίας μέσω της άρνησης των ιστορικών γεγονότων, που αυτή τη στιγμή εκφράζουν οι αντισημίτες και οι αντι-αρμένιοι. Η άρνηση της Γενοκτονίας των ελληνικών (και ευρύτερα των χριστιανικών) πληθυσμών στην Ανατολή από τον τουρκικό εθνικισμό (νεότουρκους και κεμαλικούς), μέσω της πλήρους αποσιώπησης, συνιστά αναθεώρηση των κατακτήσεων της σύγχρονης Ιστορίας αλλά και της κοινωνίας των πολιτών που οδήγησαν στη καθιέρωση δύο επίσημων εθνικών επετείων: 19 Μαϊου (γενοκτονία στον Πόντο) και 14 Σεπτεμβρίου (γενοκτονία στο σύνολο της Μικράς Ασίας). Επίσης, η ομάδα Λιάκου, βρέθηκε στο απόγειο της δύναμής της στη εποχή Σημίτη και συνδέθηκε με το νεοφιλευθερισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ίδιος είναι σήμερα πρόεδρος το ΟΠΕΚ και στηρίζει, όπως και σημαντικά στελέχη της ομάδας του, την πολιτική μερικών τάσεων της ΝΔ. Άρα, το μοντέλο που εκφράζουν δεν μπαίνει στην κατηγορία "αναρχισμός και διεθνοαναρχισμός", αλλά "νεοφιλελεύθερος κοσμοπολιτισμός"
Απάντηση: Ίσως λέμε το ίδιο πράγμα με διαφορετικά λόγια. Οι κριτικοί κονστρουκτιβιστές στην διεθνολογική τουλάχιστον εκδοχή τους είναι «εξαρτήματα» των νεοφιλελεύθερων και η πιο ακραία εκδοχή. Ο νεοφιλελευθερισμός (και πάλιν στην διεθνολογική εκδοχή του) ρητά όχι μόνο δεν είναι κοσμοπολίτικος αλλά επιπλέον κρατοκεντρικός κηρύττοντας ανοικτά την ηγεμονική υπερίσχυση των ΗΠΑ στο διεθνές σύστημα διαμέσου των διεθνών θεσμών. Για να αποδυναμώσουν τους τρίτους δρώντες, όμως, χρησιμοποιούν τους κοσμοπολίτες ως εργαλείο αποδόμησης των κρατών-στόχων. Οι κριτικοί, οι οποίοι είναι ένα μίγμα μεταφυσικά προσδιορισμένων παραδοχών υπέρ της διάλυσης των κρατών και επιστροφής στον Μεσαίωνα έχουν την δική τους ατζέντα και διόλου δεν τους ενοχλεί για το γεγονός ότι είναι εργαλείο των νεοφιλελεύθερων. Για περισσότερη ανάλυσή μου βλ. http://www.ifestos.edu.gr/46.htm το Νο 3 δοκίμιο, αλλά και σε διάφορα βιβλία μου βλ εκτενέστερη ανάλυση. ΣΤην διεθνολογική ανάλυση επικράτησε οι μεν ηγεμονικές αξιώσεις να ονομάζονται διεθνοφασιστικές ή διεθνοεθνικιστικές οι δε κριτικοί διεθνοαναρχικοί με την έννοια ότι δεν θέλουν ούτε διεθνείς κανονιστικές δομές, ούτε παγκόσμιο κράτος ούτε και εθνικό κράτος. Τελικά, βεβαίως, οι τελευταίοι ιεραρχούν τους σκοπούς και τα μέσα που διαθέτουν, συμμαχούν με όσους εξυπηρετούν τους σκοπούς τους (συγκεκριμένα με τους νεοφιλελεύθερους αλλά εγώ θα έλεγα και με τον διάβολο - βλ. συγκεκριμένο "κριτικό" που υπερασπίζεται ακόμη και τους αποικιοκράτες προκειμένου να διαλυθεί Κυπριακή Δημοκρατία) και κτυπούν όποιο στόχο είναι εύκολος: τα ασθενή και παραπαίοντα κράτη .... Με χαιρετισμούς
-----------------------------------------------------------------------------------
Την αγαπήσαμε τόσο την Επανάσταση Α + Β
Σάββας Παύλου Νοέμβριος 2008 - Κύπρος
Γράψαμε στο προηγούμενο σημείωμα για την ιδεολογική προετοιμασία υποδοχής του νέου αμερικανικού αιώνα και εναρμόνισης με αυτόν. Οι Αμερικανοί πίστευαν αταλάντευτα ότι ο 21ος αιώνας θα ήταν ο αιώνας της απόλυτης αμερικανικής ηγεμονίας και προετοίμαζαν, ανάμεσα σ’άλλα, και τη θεωρητική υπεράσπιση αυτής της πορείας. Από αμερικανικά κέντρα εξουσίας και άλλα ελεγχόμενα σε διάφορα μέρη του πλανήτη, άρχισαν να εκπορεύονται διάφορες σχετικές θεωρίες. Τα πράγματα έπρεπε να ανασημασιολογηθούν, να φωτιστούν από άλλες πλευρές. Με σεμινάρια, υποτροφίες, συνέδρια, κύκλους μαθημάτων, ένταξη των θεωριών αυτών στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, εκδόσεις, εκπομπές και κύκλους διανοουμένων, άρχισαν να επιβάλλουν διάφορες αποδομητικές θεωρίες. Οι κύκλοι των διανοουμένων είτε πίστεψαν σ’αυτές τις θεωρίες, είτε ωφελήθηκαν απ’αυτές. Πάντως προσχώρησαν και οι νέες, αμερικανικής προέλευσης, ιδέες άρχισαν να επικρατούν. Το κυριότερο, τις επέβαλλε η αμερικανική ισχύς που φαινόταν αδιαμφισβήτητη. Η επιβολή μιας νέας θεώρησης των πραγμάτων με την πειθώ αποτελεί δύσκολη υπόθεση. Όμως όταν ενισχύεται από την ένυλη παρουσία της μοναδικής πανίσχυρης χώρας τα πράγματα ευκολύνονται και η θεωρία επιβάλλεται τάχιστα.
Πρώτη και βασική θέση της νέας αμερικανικής τάξης πραγμάτων ήταν η υπονόμευση της έννοιας Επανάσταση που αποτελούσε ιστορική περηφάνια των λαών. Για τους λαούς και τους πολίτες η Επανάσταση, ως χώρος και χρόνος θυσίας και έπαρσης αλλά και φόβητρου για κάθε καταπιεστή, ήταν πάντα σεβαστή γι’αυτό έπρεπε να υπονομευθεί και ταπεινωθεί, να χάσει την αίγλη και το κύρος της. Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο σημείωμα οι κατέχοντες και κυρίαρχοι πάντα φοβούνται την επαναστατική ιδεολογία, εκτός αν θεωρούνται ότι είναι κληρονόμοι της. Έτσι η μοναδική επανάσταση που παρέμενε αδιαμφισβήτητη ήταν η αμερικανική, εξ άλλου μ’αυτήν ιδρύθηκαν οι Η.Π.Α. προορισμένες από «τη θεία εντολή για να οδηγήσουν τον πλανήτη». Οι άλλες επαναστάσεις έπρεπε να αποδομηθούν, να ευρεθούν και να αναδειχθούν τα αρνητικά τους στοιχεία.
Σ’όλο τον πλανήτη άρχισε η αποδόμηση της επαναστατικής θεωρίας, των ιστορικών επαναστατικών παραδόσεων, της συγκίνησης με την οποία οι πολίτες και οι λαοί αντιμετώπιζαν το θέμα Επανάσταση. Οι Επαναστάσεις οδηγούν στον ολοκληρωτισμό επανατόνιζε νεοφανής φιλόσοφος, αποτελούν ιδεολογήματα συλλογικότητας. Η μπάλα πήρε τα πάντα. Ταξικές εξεγέρσεις, πολιτικές επαναστάσεις, Εθνική Αντίσταση, Εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του τρίτου κόσμου. Όλα έπρεπε να μηδενιστούν, να κατεδαφιστούν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον ελληνικό χώρο ξεκίνησαν με την υπονόμευση της επανάστασης του 1821 και του αγώνα στην Κύπρο εναντίον της αποικιοκρατίας, το 1955 -1959. Και οι δύο υπονομεύσεις συμβάδιζαν με τις γενικότερες κατευθύνσεις αλλά και με την ειδικότερη αμερικανική πολιτική της μείωσης των αντιστάσεων του ελληνικού λαού και της επιβολής ενός διακανονισμού των ελληνοτουρκικών διαφορών σύμφωνα με τα αμερικανικά συμφέροντα, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ελληνικός λαός θα εκαλείτο να πληρώσει τον λογαριασμό. Η βάση της υπονόμευσης στηρίχτηκε σε μια ομάδα ευλύγιστων διανοουμένων που καλούνται «προοδευτικοί και εκσυγχρονιστές», εναρμονισμένοι με τους σύγχρονους καιρούς της παγκοσμιοποίησης. Γι’αυτό άφησαν προς το τέλος την υπονόμευση του έπους της εθνικής αντίστασης εναντίον της Κατοχής, το 1941 – 1944. Τα πράγματα είναι νωπά ακόμη, ο συναισθηματικός κραδασμός από το ηρωικό αυτό έπος δεν έχει καταλαγιάσει, η κατεδάφιση θα προκαλούσε αντιδράσεις, ακόμη πολλοί διανοούμενοι των νέων θεωριών προέρχονταν από τον πολιτικό χώρο της αριστεράς που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αντιστασιακή αντικατοχική πάλη και δεν θα προσχωρούσαν εύκολα και στην κατεδάφιση αυτή. Περιορίστηκαν, λοιπόν, στην Επανάσταση του 1821 και στον κυπριακό αγώνα, περιμένοντας τη δημιουργία πιο ευνοϊκών συνθηκών. Φυσικά πιο νωπός είναι ο αγώνας της ΕΟΚΑ όμως για τη περιθωριακή και απομονωμένη Κύπρο όλα μπορούν να συμβούν και το κουρέλιασμα της ιστορικής της έπαρσης λόγω του αγώνα του 55 – 59 είναι κάτι εύκολο για τους Αθηναίους διανοούμενους. Πάντως τώρα ξεκίνησαν σιγά και την αποδόμηση της Αντίστασης εναντίον της γερμανικής κατοχής.
Ο νέος αμερικανικός αιώνας δεν ήθελε τη μυθολογία των επαναστάσεων, την έπαρση που δημιουργούσαν ως ιστορική παρακαταθήκη στους λαούς, το παράδειγμα, το θάρρος και το κουράγιο που δίνουν. Η έννοια της Αντίστασης και της Επανάστασης έπρεπε να πάρει απαξιωτικό χαρακτήρα. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν συλλογικά οράματα για τα οποία είναι έτοιμοι να αγωνιστούν, να θυσιαστούν. Πρέπει να μετατραπούν απλώς σε ένα άχρωμο και άοσμο πολτό καταναλωτών. Τώρα πια υπήρχε η αμερικανική ηγεμονία και προστασία που αγκάλιαζε όλο τον πλανήτη. Οι λαοί απλώς έπρεπε να συντονίζονταν με την αμερικανική υπερδύναμη, θα υπάκουαν και θα ακολουθούσαν και όλα θα βελτιώνονταν αφού είναι γνωστή η μεγαλοψυχία των Η.Π.Α. προς όλους όσοι την ακολουθούν ευπειθώς.
Η υπόγειες διαδρομές των ιστορικών θεωριών Β’
Γράψαμε στα προηγούμενα σημειώματα για τους τρόπους που δρομολόγησε η Αμερική, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, για έναν «Αμερικανικό αιώνα». Αδιαμφισβήτητη υπερδύναμη πια, με απόλυτη κυριαρχία επί του πλανήτη, προγραμμάτιζε ο 21ος αιώνας να ήταν ο αιώνας της αμερικανικής κυριαρχίας. Βασικές και θεμελιώδεις συνισταμένες των αμερικανικών θεωριών, που άρχισαν να επικρατούν, ήταν η υπονόμευση της έννοιας του έθνους, η ανάδυση ποικίλων αντιθέσεων εντός των εθνών, μειονοτικών και άλλων, και σε πρακτικό πολιτικό επίπεδο η δημιουργία ανίσχυρων κρατών-προτεκτοράτων, που για να επιβιώσουν έπρεπε να συνταυτίζονταν πάντα με τις αμερικανικές επιλογές.
Σε θεωρητικό επίπεδο είχαμε ακόμη την μείωση και υπονόμευση της έννοιας «Επανάσταση» και την παρουσίαση και διαχείριση των αντιθέσεων και αντιπαλοτήτων του πλανήτη, που είχαν ιστορικό βάθος, ως ψυχολογικών αντιθέσεων, τις οποίες οι λαοί έπρεπε να υπερβούν. Βασική συνοδευτική αυτών των ανιστόρητων τοποθετήσεων ήταν η πρακτική για την επίλυση των συγκρούσεων, που μετέτρεπε την υφήλιο σε ένα νηπιαγωγείο χαζοχαρούμενων παιδιών, πλην κακομαθημένων με ιδιοτροπίες, πείσματα και εμμονές. Είναι προφανές ότι το αμέσως αναμενόμενο ήταν η επιθυμία να παρέμβει και να δώσει λύσεις ο διευθυντής του νηπιαγωγείου, δηλαδή η Αμερική, για να θεραπεύσει πάσα νόσο και πάσα μαλακία. Που για να επιβάλει το ειρηνικό περιβάλλον θα έπρεπε να θύμωνε με τα κακομαθημένα παιδιά, θα επέβαλλε κάποιες τιμωρίες, μα θα επιτύγχανε το ποθούμενο.
Όμως οι αντιθέσεις που κινούν τις εξελίξεις στον πλανήτη δεν είναι ψυχολογικές και δεν αποτελούν ιδιοτροπίες και πείσματα, είναι φορτισμένες ιστορικά και επενδυμένες με μύριες άλλες συνισταμένες. Οι αντιτιθέμενοι εκφράζουν και ενσαρκώνουν εθνικές και ιστορικές καταπιέσεις, ταξική εκμετάλλευση και πολιτιστική υπονόμευση, κυρίως οι μετέχοντες σε μια σύγκρουση ομαδοποιούνται στους αντιτιθέμενους χώρους των εκμεταλλευτών και των εκμεταλλευομένων. Το σημαντικότερο λοιπόν ήταν οι προτάσεις για το πολιτικό συγκείμενο διαβίωσης των αντιτιθέμενων και όχι οι παιδιάστικες αμερικανικές νουθεσίες που παρουσίαζαν κάθε σύγκρουση ως παρωχημένη ψυχολογική εμμονή.
Μελέτησα μερικά κείμενα που μοίραζαν οι αμερικανοί στα σεμινάρια για την επίλυση των συγκρούσεων και έμεινα άναυδος από τη σκόπιμη αφέλεια και την ισοπέδωση που προωθούσαν. Χαρακτηριστικά, για το Κυπριακό μιλούσαν για τον ψυχολογικό παράγοντα και τον αγώνα για υπέρβασή του, μάλιστα μια πρακτική που εφάρμοσαν ήταν να οργανώνουν διάφορες συναντήσεις, κυρίως στα κατεχόμενα, στις οποίες μετέβαιναν Ελληνοκύπριοι διανοούμενοι και εκεί ένα μέρος της τελετής ήταν να έδιναν τα χέρια με τους Τουρκοκυπρίους, σε μια αλυσίδα δεμένων χεριών για αρκετή ώρα. Εκεί έμπλεοι από θεία φώτιση οι μετέχοντες Ελληνοκύπριοι δήλωναν ότι αισθάνθηκαν ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι και εκείνοι άνθρωποι.
Ω τάλαν Κύπριε διανοούμενε, τώρα το κατάλαβες; Λοιπόν, εμείς που πάντοτε θεωρούσαμε ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι άνθρωποι, πάντοτε τονίζαμε και ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται εδώ. Η πολιτική ταμπακέρα, για την οποία οι Αμερικανοί δεν λένε κουβέντα, είναι το πρόβλημα. Λοιπόν οι άνθρωποι-Τουρκοκύπριοι δικαιούνται να μένουν σε κλεμμένα σπίτια; Θα υπάρχουν ρατσιστικοί περιορισμοί στην Κύπρο; Και άλλα πολλά. Δηλαδή εκείνο που έπρεπε να απαντηθεί ήταν το πολιτικό συγκείμενο συμβίωσης των Ελληνοκυπρίων και Τούρκοκυπρίων στην ευρωπαϊκή Κύπρο, βάσει ποιων θεμελιωδών αξιών θα δινόταν η λύση.
Ποιο κάτω από την τραγωδία υπάρχει ακόμα ένα σκαλί, η γελοιοποίηση. Και οι Κύπριοι δέχτηκαν να γελοιοποιηθούν από τους αμερικανικούς φωστήρες και να βλέπουν το Κυπριακό όχι ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής, πρόβλημα καταπίεσης των στοιχειωδών δικαιωμάτων αλλά ως ψυχολογικό πρόβλημα, που για να λυθεί έπρεπε να αποβάλουμε τα ψυχολογικά μας σύνδρομα. Η αμερικανική πολιτική ενίσχυσε τις εξελίξεις για να φτάσουμε το 1974 στο σκαλί της τραγωδίας. Προχώρησε και άλλο και συνέβαλε για να κατέβουν αρκετοί Κύπριοι διανοούμενοι και στο πιο κάτω σκαλί, να γελοιοποιηθούν.
Σ’αυτές τις αμερικανικές ανοησίες οι λαοί που έχουν ιστορική παιδεία και ιστορική πείρα πρέπει να παραμείνουν νηφάλιοι ως πολιτικά όντα που αναδεικνύουν την πολιτική διάσταση των πραγμάτων και δεν μετατρέπονται σε χαζοχαρούμενο νηπιαγωγείο που αναμασά αμερικανικά τραγουδάκια, εύκολα και ρυθμικά για πάσα χρήση.
Σάββας Παύλου