Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές
Πανεπιστήμιο Πειραιώς
Τμήμα Διεθνών-Ευρωπαϊκών Σπουδών
www.ifestosedu.gr – info@ifestosedu.gr
Στρατηγική Θεωρία–Κρατική Θεωρία https://www.facebook.com/groups/StrategyStateTheory/
Άνθρωπος, Κράτος, Κόσμος–Πολιτικός Στοχασμός https://www.facebook.com/groups/Ifestos.political.thought/
Θολό βασίλειο της ΕΕ https://www.facebook.com/groups/TholoVasileioEU/
Θουκυδίδης–Πολιτικός Στοχασμός https://www.facebook.com/groups/thucydides.politikos.stoxasmos/
Μέγας Αλέξανδρος–Ιδιοφυής Στρατηγός και Στρατηλάτης https://www.facebook.com/groups/M.Alexandros/
Προσωπική σελίδα https://www.facebook.com/p.ifestos
Πολιτισμός, Περιβάλλον, Φύση, Ψάρεμα https://www.facebook.com/Ifestos.DimotisBBB
«Κοσμοθεωρία των Εθνών» https://www.facebook.com/kosmothewria.ifestos
Προσωπικό προφίλ https://www.facebook.com/panayiotis.ifestos
Για περισσότερες σελίδες: http://www.ifestosedu.gr/75diadiktyoifestos.htm
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΜΥΝΑ, ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ
(πατήστε εδώ, για διαφάνεια σχηματικών ενοτήτων και αλληλοσυνδέσεων)
Διάφορες διαφάνειες που χρησιμοποιήθηκαν κατά την διάρκεια της διδασκαλίας
------------------------------
Μάθημα: ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΆΜΥΝΑ, ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ ΉΦΑΙΣΤΟΣ, ΤΣΙΡΙΓΩΤΗΣ, ΕΥΑΓΟΡΟΥ
Εξέταση 7 Ιουλίου
Με ηλεκτρονικό μήνυμα φοιτήτρια με ρώτησε για περαιτέρω σχόλια όσον αφορά το Κοινωνικό / Πολιτικό γεγονός. Κατά την διάρκεια της διδασκαλίας συχνά και στο πλαίσιο μιας συγκριτικής αναφοράς για τις διαφορές της ενδοκρατικής τάξης/δικαιοσύνης με την διεθνή τάξη / ευρωπαϊκή κανονιστική-δικαιακή τάξη αναφερθήκαμε στην διαλεκτική σχέση των θεσμικών και κανονιστικών ρυθμίσεων με το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο ανήκουν. Χωρίς να επεκταθώ γιατί μπορείτε να μελετήσετε στα κείμενα που έχετε συμπεριλαμβανομένων των αναρτήσεων στο e-class, υπογραμμίζω ότι κύριο ζήτημα είναι η σχέση του κατά περίπτωση συστήματος διανεμητικής δικαιοσύνης και των θεσμικών και κανονιστικών δομών. Σε όλες τις εποχές και σε όλες τις περιπτώσεις Κοινωνικό / Πολιτικό γεγονός στερημένο διανεμητικής δικαιοσύνης είναι εξ αντικειμένου δεσποτικό και προπολιτικό.
Τόσο στην Αριστοτελική πολιτική παράδοση όσο και σε αυτή των Νέων Χρόνων θεωρείται ότι όσο περισσότερο το σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης εκπορεύεται κοινωνικά τόσο περισσότερο νομιμοποιούνται οι διανεμητικές λειτουργίες της εξουσίας ή όσων άλλων ατόμων ή ομάδων κατέχουν ισχύ διανεμητικών προεκτάσεων. Τόσο περισσότερο επίσης νομιμοποιούνται οι λειτουργίες του πολιτικοοικονομικού συστήματος και των κοινωνικών ιεραρχιών. Και το αντίστροφο.
Κύριο ζήτημα στην διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης –αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση εγχειρημάτων ενοποίησης κάθε επιπέδου– στην οποία συμμετέχουν εθνοκράτη/κοινωνίες διαφορετικών καταβολών (από άποψη πολιτικών παραδόσεων, κοσμοθεωριών, κανονιστικών ρυθμίσεων, εθιμικών πρακτικών, ταυτοτήτων κτλ)– είναι οι βαθμίδες δημοκρατικής συγκρότησης (βλ. ευρετήριο του βιβλίου «Κοσμοθεωρία των Εθνών» αλλά και τα δοκίμια 1α, 1β, 1γ, 7 και 12 με έμφαση τα 7 και 12 και όσον αφορά την υψηλή πολιτική / άμυνα ασφάλεια ιδ. το 1α). Γύρω από αυτή την προβληματική αρχίζει και τελειώνει η σχέση μεταξύ μιας αμιγώς διακρατικής/διεθνούς θεσμικής δομής και μιας διαδικασίας ολοκλήρωσης στην οποία συμμετέχουν πολιτικά κυρίαρχα εθνοκράτη.
Στο «Κοσμοθεωρία των Εθνών» για την σχέση Κοινωνικού / Πολιτικού γεγονότος, την κοινωνική / πολιτική συγκρότηση και τις συναρτημένες θεσμικές / κανονιστικές δομές, βλ. κυρίως σελ. 43, 80, 102, 143, 150, 176, 198, 217 και τις σημειώσεις τέλους στις οποίες παραπέμπουν. Γενικότερα τονίζω ότι το κεφ. 6 αποκρυσταλλώνει και οι σημειώσεις τέλους εξειδικεύουν, ενώ για εκτενέστερες αναλύσεις για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μπορείτε να ανατρέξετε και σε κείμενα προγενέστερων εξαμήνων.
Παρόμοια για την έννοια «διανεμητική δικαιοσύνη» βλ. κυρίως σελ. 21,42-3, 48-50,86,119,132,138,144,153,166,194-5,203-4,249,261 και τις σημειώσεις τέλους στις οποίες παραπέμπουν.
Σε κάθε περίπτωση, συνιστάται στην μελέτη σας να αναζητείτε ανάλυση συγκεκριμένων ζητημάτων στα ευρετήρια των κειμένων που έχετε και με ανεύρεση (ctrl + f) των ηλεκτρονικών του e-class
Διάφορες διαφάνειες και σημειώσεις
Υπογραμμίζεται με έμφαση ότι οι σημειώσεις και διαφάνειες που ακολουθούν και οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν κατά την διάρκεια της διδασκαλίας δεν επαρκούν για την μελέτη που σχετίζεται με τον τελικό έλεγχο γνώσεων. Η ανάλυση, οι εξειδικεύσεις και οι ειδοποιοί διαφορές βρίσκονται στα κείμενα στα οποία έχουν παραπέμψει οι διδάσκοντες
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ, ΙΣΤΟΡΙΚΑ, ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΘΕΣΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ, ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΕ, ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ, ΟΝΕ, ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ
· Ιστορικοπολιτική διάσταση
· Ιστορικοθεσμική διάσταση
· Κύριες θεωρητικές προσεγγίσεις
· Συγκρότηση ενός διαφοροποιημένου τοπίου τομέων διακυβερνητικής και υπερεθνικής ολοκλήρωσης
· Τρόπος λήψης αποφάσεων
· Ανθρωπολογικές προϋποθέσεις – εναλλακτικές παραδοχές ολοκλήρωσης
· Στρατηγική διάσταση
Διαρκής αμφιταλάντευση και δυναμική συσχέτιση:
Διακυβερνητική / Υπερεθνική Ευρώπη
Υπερκρατική-τεχνοκρατική Ευρώπη / πλουραλιστική και αντί-ηγεμονική Ευρώπη
Οικονομική / Πολιτική Ευρώπη
Διπλωματική Ευρώπη / Ατλαντική Ευρώπη
Γρήγορα βήματα / αργά βήματα ενοποίησης και συνεργασίας
Ηγεμονευμένη Ευρώπη / Αντί-ηγεμονικά κτισμένη Ευρώπη
Κεντρικός ορισμός ολοκλήρωσης
Haas: «Τα βιώσιμα έθνη-κράτη συνιστούν πολιτικές κοινότητες. Ως αποτέλεσμα της συγχώνευσης τέτοιων κρατών, θα μπορούσε, επίσης, να σχηματισθεί μια νέα πολιτική κοινότητα. Πολιτική κοινότητα υπάρχει, όταν υπάρχει δυνατότητα ειρηνικών εσωτερικών αλλαγών υπό συνθήκες συναγωνισμού και [ειρηνικής] διαπάλης μεταξύ ομάδων με ανταγωνιστικά συμφέροντα. Ολοκλήρωση είναι η διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας διάφοροι πολιτικοί παράγοντες που δρουν σε διακριτά εθνικά περιβάλλοντα πείθονται να μετατοπίσουν την πίστη τους, τη νομιμοφροσύνη τους, τις προσδοκίες τους και τις πολιτικές τους δραστηριότητες σε ένα ευρύτερο κέντρο, του οποίου οι θεσμοί αποκτούν ή διεκδικούν τις δικαιοδοσίες και εξουσίες των προϋπαρχόντων εθνών-κρατών». «Το τελικό αποτέλεσμα μιας διαδικασίας ολοκλήρωσης είναι μια νέα πολιτική κοινότητα η οποία τίθεται υπεράνω των προϋπαρχόντων πολιτικών κοινοτήτων»
ΝΒ. Στην ανάλυση των θεωριών ολοκλήρωσης θα δούμε το πώς μετεξελίχθηκε στην πράξη και στην θεωρία το ζήτημα «πίστη, νομιμοφροσύνη» (τι δηλαδή συμπεριλαμβάνει, υλική μόνο πίστη/νομιμοφροσύνη ή και πνευματικά-κοινωνικοψυχολογικά) και τα σύνορά του με τις υλικές προσδοκίες.
Ευρωπαϊκή ιδέα
· Καρλομάγνος Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία
· Πριν καλά-καλά στεριώσει το κράτος-έθνος πολλές ιδέες, σκέψεις, σχέδια για μια ενωμένη Ευρώπη: Πολιτικοί οραματιστές, Δούκας de Sully 18 αιώνα, Saint-Pierre, Προυντόν, φιλόσοφοι, ποιητές και ο λόγος του Briand στην Κοινωνία των Εθνών το 1929.
· Πολλοί επιχείρησαν να ενώσουν την Ευρώπη ηγεμονικά από τον Ναπολέοντα μέχρι τον Χίτλερ
· Από τον 16 αιώνα και εντεύθεν η ηγεμονική ενοποίηση της Ευρώπης διασφαλιζόταν από το σύστημα ισορροπίας δυνάμεων όπως κωδικοποιήθηκε στην Συνθήκη της Βεστφαλίας του 1648 μέσα από το οποίο γεννήθηκε α) η κυριαρχία και μάλιστα σταδιακά εδαφικά οριοθετημένη και β) το διεθνές δίκαιο της μη επέμβασης και της εσωτερικής αυτοδιάθεσης / εξωτερικής κυριαρχίας όπως κωδικοποιήθηκε και επικυρώθηκε τελικά στον Χάρτη του ΟΗΕ
· Δεν σταθεροποιήθηκε μια κεντρική αντίληψη ευρωπαϊκής αντίληψης μέχρι την δεκαετία του 1950 οπότε και αναδύονται δύο άλλοτε αντιθετικές και άλλοτε συγκλίνουσες προσεγγίσεις:
o Η Γκολική («πιο κάτω από ομοσπονδία πιο πάνω από συμμαχία» - αυτό ήταν βασικά το σχέδιο Φουσέτ)
o και η λειτουργική των σταδιακών οικονομικών συγκλίσεων «και βλέπουμε» (αυτή ήταν βασικά η Συνθήκη Της Ρώμης).
· Πάνω στα λεπτά σύνορα θέσεων και τοποθετήσεων χρειάζεται προσοχή στην διάκριση μεταξύ
§ ανάλυσης εμπράγματων καταστάσεων και ηθικολογίας,
§ προπαγάνδας και πολιτικού λόγου,
§ οραματικού λόγου και ατομικού κανονιστικού λόγου,
§ ιδεολογικού διεθνιστικού κανονιστικού λόγου και πολιτειακά εκπορευόμενου πολιτικού λόγου
§ Μελλοντολογίας και εμπειρικής διάγνωσης του χαρακτήρα και των συνεπειών των αποφάσεων
§ Μπερδεμένων και ασυνάρτητων διακηρύξεων και θεωρητικά θεμελιωμένων πορισμάτων
Χρονολόγιο
Σημειώστε τον αλληλένδετο χαρακτήρα των πολιτικών, στρατηγικών, στρατιωτικών και οικονομικών εξελίξεων
· Α και Β Παγκόσμιος Πόλεμος
· Κύριο ζήτημα όπως διακριβώνεται από τις αφετηριακές αιτιολογήσεις: Αντιμετώπιση της άνισης ανάπτυξης ως κύριου αιτίου πολέμου μέσα από οικονομική σύγκλιση και μέσα από θεσμική συνεργασία.
· Μεσοπόλεμος Κοινωνία των Εθνών και 1945 ΟΗΕ: Κρατική κυριαρχία επικυρώνεται και κατοχυρώνεται ως το καθεστώς του διεθνούς συστήματος
· 1946-48 Αντί-Γερμανικές συσπειρώσεις, Σύμφωνο Δουγκέρκης, Σύμφωνο Βρυξελλών
· Γερμανικό: Επί μια δεκαετία περίπου προτάσεις για αποσυναρμολόγηση της Γερμανίας
· 1946 και 1948 ομιλίες Τσόρτσιλ «μαζί σας αλλά όχι ένας από εσάς» … Στίγμα βασικής διαίρεσης στην Ευρώπη μεταξύ μιας Ατλαντικής Ευρώπης + ζώνη ελευθέρων συναλλαγών και μιας Ενωμένης Ευρώπης (τι βαθμίδας και είδους στο συζητάμε …)
· 1947 Σχέδιο Μάρσαλ. Συζήτηση στις ΗΠΑ για επάνοδο στον απομονωτισμό / ουδετερότητα ή ένα παρεμβατικό ρόλο
· 1947 Benelux, οικονομική ενοποίηση Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο
· 1948 Συνάντηση και διακήρυξη Φεντεραλιστών Χάγης
· 1948 Αποκλεισμός Βερολίνου από ΕΣΣΔ
· 1949 Ατλαντική Συμμαχία !!!!
· 1949 Συμβούλιο της Ευρώπης
· 1950-51 Σχέδιο Σουμάν, Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (υπό υπερεθνικό έλεγχο οι πηγές της στρατιωτικής βιομηχανίας)
· 1948-1954 προσπάθειες Ευρωπαϊκής Πολιτικής / Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας 1954 αποτυχία – Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση ως μέσο ελέγχου/εποπτείας των Γερμανικών εξοπλισμών, 1955 Διάσκεψη Μεσσήνης, 1955 Συμφωνίες για την Γερμανία, 1957 Συνθήκες της Ρώμης για οικονομική μόνο ολοκλήρωση
· 1959 EFTA Ελευθέρ Ζώνη Εμπορικών Συναλλαγών στην περίμετρο της ΕΟΚ με πρωτοβουλία της Βρετανίας.
· 1958-63 προσπάθειες της Βρετανίας να ενταχθεί για να «ελέγξει την πορεία του εγχειρήματος»
· 1958-62 Σχέδιο Φουσέτ
· 1966 Συμβιβασμός του Λουξεμβούργου … Ομόφωνες / Συναινετικές αποφάσεις
Χαρακτηριστική ποικιλομορφία θέσεων και θεωρήσεων
Σπάακ 1967: «Η Ευρώπη που ονειρεύτηκα ήταν μια αυταπάτη, ο αρχικός ενθουσιασμός μου ήταν μια αυταπάτη».
Σπάακ απομνημονεύματα: «Με λένε πατέρα της Ευρώπης. Δεν είμαι. Ο πατέρας της Ευρώπης είναι ο Στάλιν που με το να μας απειλεί μας συσπείρωσε».
Jean Monnet: (Μίγμα πολιτικής και λειτουργικής αντίληψης): «Ενώνουμε ανθρώπους και όχι κράτη». Ταυτόχρονα υπήρξε ο αρχιτέκτονας της διαδικασίας λειτουργικής ολοκλήρωσης και ο κύριος συνομιλητής των αμερικανών επί μακρόν.
Ντε Γκολ 1953: «Για να φτάσουμε σε βιώσιμες λύσεις, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τις πραγματικότητες, κυρίως ότι η Ευρώπη σήμερα αποτελείται από έθνη. Είναι με αφετηρία και βάση αυτά τα έθνη που πρέπει να οργανώσουμε την Ευρώπη, και αν χρειαστεί να αμυνθούμε γι’ αυτή».
Amitai Etzioni 1965: «η συναισθηματική δέσμευση στο κράτος-εθνος είναι τόσο πυκνή και η προσκόλληση στο εθνικό συμφέρον τόσο μεγάλης έκτασης ούτως ώστε οι σύγχρονες ενώσεις κρατών είναι εν πολλοίς περιορισμένες σε προσπάθειες να εξυπηρετήσουν το κράτος-έθνος με περιφερειακές συσπειρώσεις παρά για να το αντικαταστήσουν».
Κεντρικά διλήμματα της δυτικής-νεοτερικής σκέψης που σχετίζονται με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση:
· Το κεντρικό δίλημμα μετά την Θεοκρατία του Μεσαίωνα ήταν οι βαθμίδες και ποσολογίες υλικών και πνευματικών κριτηρίων και παραγόντων μέσα στην δημόσια σφαίρα.
· Θεσμοί προτάσσονται και κατασκευάζουν την πολιτική ανθρωπολογία ή το αντίστροφο; Η κοινωνία δηλαδή, προσδιορίζει τους θεσμούς
· Υλιστικοί θεσμοί ή και πνευματικά «εμπλουτισμένοι».
· Οι «πνευματικές εισροές» αφορούν την πίστη και την νομιμοφροσύνη στο υλικό συμφέρον ή και άλλα κριτήρια και παράγοντες που αφορούν την βαθύτερη ιστορική διαμόρφωση των ανθρώπων και των κοινωνικών οντοτήτων.
· Αν υλιστικές νόρμες και νόμοι μπορούν να ενώσουν τους ανθρώπους σε μια περιοχή γιατί όχι και πλανητικά; [Σε αυτό βασικά συνίσταται η μορφική ομοιότητα όλων των διεθνιστικών ιδεολογικών δογμάτων]
· Θεσμοί ως διακυβέρνηση: Τι είδους πολιτική ανθρωπολογία τους θεμελιώνει, τους νομιμοποιεί, τους διαιωνίζει και τους αλλάζει;
· Θεσμοί και δημοκρατία:
o Θεσμοί σε κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο άμεσης δημοκρατίας όποτε υπήρξε (σπάνια)
o Θεσμοί σε πλαίσιο έμμεσης αντιπροσώπευσης με φορά κίνησης προς ολοένα μεγαλύτερη δημοκρατία δηλαδή ολοένα στενότερη σχέση εντολέων πολιτών κα εντολοδόχου διακυβέρνησης ή αντίστροφα προς δεσποτεία ελίτ κρατικά και διεθνικά οργανωμένων.
o Θεσμοί ως κατασκευαστική ιδεολογική πρόσληψη της πολιτικής ανθρωπολογίας [κύριο χαρακτηριστικό της εποχής των ιδεολογιών από τον 18 αιώνα μέχρι τον τέλος του Ψυχρού Πολέμου]
o Υπερεθνικοί θεσμοί ως διακρατικοί εντολοδόχοι, ως υπερκρατικοί εντολείς (ενδεχομένως ηγεμονικά ελέγχομενοι), ως υπερκρατική τεχνόσφαιρα … Ποια η πολιτική ανθρωπολογία τους, πως κατανέμεται και πως επιμερίζεται στα επίπεδα του κράτους και της υπερεθνικής δομής
Προβληματική Π. Ήφαιστου
Αριστοτελική πρόσληψη της Πολιτείας:
· Θεσμοί διακυβέρνησης είναι ηθικοκανονιστικές δομές που ορίζουν, οριοθετούν και ρυθμίζουν τον συλλογικό τρόπο ζωής. Τρεις διαστάσεις που συμπλέκονται άναρχα:
· Τους ανθρώπους ως εντολείς πολίτες,
· Την πολιτική διακυβέρνηση ως εντολοδόχο των πολιτών με διαβάθμιση ποικίλων εκδοχών ανάλογα με τις βαθμίδες δημοκρατικής οργάνωσης, την αμεσότητα των κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και αποφάσεων, την φορά κίνησης προς άμεση δημοκρατία ή το αντίστροφο
· Και την τεχνοκρατική δομή που ανάλογα με τις βαθμίδες δημοκρατικής συγκρότησης είναι λίγο ή πολύ εξαρτημένη μεταβλητή των δύο πρώτων.
Οι βαθμίδες δημοκρατίας είναι ευθέως ανάλογες του βαθμού ελέγχου της πολιτικής διακυβέρνησης από τους πολίτες-ανθρώπους και του βαθμού που άνθρωποι και πολιτική διακυβέρνηση ελέγχουν την τεχνόσφαιρα.
· Ποιος είναι εξαρτημένη μεταβλητή και σε ποιο βαθμό, με ποια κανονικότητα και με τι οντολογικά-ανθρωπολογικά θεμέλια.
·
“Τι συγκροτεί και τι συγκρατεί την ενωμένη Ευρώπη;”
Συντομογραφικά οι απόψεις-παραδοχές μετά το 1945 τις οποίες θα επεξεργαστούμε στην συνέχεια:
Διακυβερνητιστές: διακρατική συσπείρωση συμφερόντων: «Πιο πάνω από Συμμαχία πιο κάτω από Ομοσπονδία».
Φεντεραλιστές: Γενναίο άλμα εγκατάλειψης του εθνοκράτους (1948)
Λειτουργιστές: λειτουργική συνεργασία που διαρκώς θα διαχέεται σε νέους τομείς (όχι πολιτικοποίηση γιατί θα προκαλέσει αρνητική ολοκλήρωση)
Νεολειτουργιστές: + εξουσίες, προσδοκίες, πίστη και νομιμοφροσύνη
· Αν και κανείς μπορεί να μελετήσει χιλιάδες βιβλία –εκ των οποίων το «Κριτικη της Μεταφυσικής στην νεότερη σκέψη και το Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός Α και Β τόμος του Παναγιώτη Κονδύλη είναι τα κορυφαία κείμενα της διεθνούς βιβλιογραφίας– το βασικό δίλημμα που τίθεται στην διάκριση του Tonies επειδή είναι απλό (και ίσως απλουστευτικό) και εύκολα κατανοητό συζητείται ευρέως στην βιβλιογραφία:
o Gesellschaft – εταιρική-υλιστική συγκρότηση Πολιτικού και διανεμητικών λειτουργιών – μόνο υλιστικά και ωφελιμιστικά και χρησιμοθηρικά κριτήρια
§ Τα τελευταία προσφέρουν επαρκή πίστη και νομιμοφροσύνη ούτως ώστε να νομιμοποιείται ένα δημοκρατικά συγκροτημένο Πολιτικό γεγονός.
o Φορά κίνησης υλιστικών παραδοχών (Φιλελευθερισμός και κομμουνισμός μαζί με τις αποχρώσεις τους – ποτέ βέβαια οι κινούμενοι μέσα σε αυτούς τους δήθεν αντίθετους ποταμούς οι κατά βάση είναι του ίδιου προσανατολισμού πλην κινούνται μέσα σε διαφορετικές κοίτες). [Συνήθως οι κινούμενοι μέσα στην κοίτη δεν γνωρίζουν ή είναι βαθιά ιδεολογικά προσκολλημένοι – Κονδύλης: Η κριτικής της μεταφυσικής και Κονδύλης: Η παρακμή του Αστικού πολιτισμού – περιγραφή και πολιτική σκέψη υπέρτερου είδους]
o Βασική υπόθεση: Μπορεί να υπάρξει δημόσια σφαίρα μόνο με υλικά κριτήρια [Το πνεύμα είτε εκδιώκεται εκτός των τειχών της Πόλεως είτε «καταδιώκεται» εκεί έξω εκτός των τειχών – αποδομηστικός κονστρουκτηβιστικός] [Το εκκρεμές αυτών των παραδοχών κυμαίνεται άγρια αποτυπώνοντας την πνευματική σύγχυση στον Δύση και σε πολλά σημεία του πλανήτη – ήδη από το 1900 ο κόσμος βρίσκεται στην μεταμοντέρνα μαζικοπαραγωγική φάση – πολλές θεσμικές πτυχές της ΕΕ ενσαρκώνουν αυτές τις αδιέξοδες παραδοχές που κρίσεις όπως οι σημερινές φανερώνουν τα συμπτώματα όχι τα αίτια]
o Gemeinschaft – κοινωνιοκεντρική συγκρότηση των ανθρωπολογικών προϋποθέσεων του Πολιτικού
§ Οι λειτουργιστικές, θεσμικές και κονστρουκτιβιστικές προσεγγίσεις το αποκλείουν προγραμματικά καθότι ανήκουν στο μοντερνιστικό υλιστικό παράδειγμα (ή καλύτερα: αποτελούν την μια όψη του ενός κύκνειου άσματος – το άλλο είναι η Σοβιετική Ένωση)
Εξέλιξη των μεγάλων καταστατικών αποφάσεων, οι μεγάλοι σταθμοί, τα μεγάλα διλήμματα, τα μικρά βήματα, το κεντρικής και μεγάλης διανεμητικής σημασίας ζήτημα του τρόπου λήψεως αποφάσεων και το σπασμωδικό άλμα στο κενό της ΟΝΕ
Στάδια και βαθμίδες ολοκλήρωσης και τομείς
(Από το 1948 μέχρι σήμερα προστίθενται θεσμοί, πρακτικές, προσεγγίσεις και εθιμικού χαρακτήρα πρακτικές συνεργασίας
Συνοπτική διαδρομή
· Μετά την εμπέδωση του κρατοκεντρικού διακρατικού συστήματος της Βεστφαλίας του 1648 μέχρι και τον ΟΗΕ πολλοί ποτέ δεν σταμάτησαν να αναζητούν προ-νεοτερικές αυτοκρατορικές δομές
· – Ατύχησαν γιατί δεν γνώριζαν την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία – η σταδιακή κρατικοεθνικιστική ανάδειξη του σημερινού εθνοκράτους συντελέστηκε εν μέσω αντιφάσεων που παρατηρούνται με την αντί-Αριστοτελική υλιστική νοηματοδότηση της Πολιτικής που κορυφώθηκε στις διεθνιστικές ιδεολογικές εκδοχές του φιλελευθερισμού και του κομμουνισμού που σε ποικίλες βαθμίδες είναι αντί-Πολιτειακή
o Αντίθετα με την Βυζαντινή και προ-Βυζαντινή ιστορική φάση δεν υπήρξε μια σταθερή πολιτική αντίληψη που να συναρτά την εθνοκρατική συγκρότηση-αυτοθέσμιση με την κεντρική κοσμοσυστημική εξουσία
o [Μετά τον Αλέξανδρο το εκκρεμές της σχέσης εντολέων Πόλεων και εντολοδόχων κεντρικής ηγεμονικής διακυβέρνησης κυμαινόταν και αντιστρεφόταν όπως επίσης και οι βαθμίδες κοσμοσυστημικού δεσποτισμού] [Οι μακρύτερες περίοδοι όπου οι Πόλεις ήταν οι εντολείς εντοπίζονται στην Βυζαντινή Οικουμένη όπου οι εξουσίες του Βασιλέα των Πόλεων ήταν συναρτημένες με την Σύγκλητο των Πόλεων] [Για τον ενδιαφερόμενο οι σημαντικές ιστορικοπολιτικές αναλύσεις και πολιτικές τυπολογίες του Γιώργου Κοντογιώργη, ιδιαίτερα το «Δημοκρατία ως Ελευθερία»]
· Ποτέ μέχρι και τον 17 αιώνα δεν διανοήθηκαν οι άνθρωποι να εκδιώξουν τα πνευματικά από την Πολιτική. Ούτε οι Καρτέσιος και Γαλιλαίος οι οποίοι έσπειραν τους πρώτους σπόρους του σύγχρονου υλισμού
· Κονδύλης, Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός: Η κίνηση αυτή μέχρι περίπου το 1900 ήταν αντιθετική και αλλοπρόσαλλη. Η μόνη λογική απόληξη μπορούσε να είναι ο (ανέφικτος) συνεπής υλισμός του Ντε Σάντ και Λα Μεττριέ τον οποίο σήμερα ενσαρκώνουν τα μεταμοντέρνα δόγματα ποικίλων εκδοχών και διαβαθμίσεων.
o Κατασκευαστικά ιδεολογικά δόγματα
o Γενοκτονίες-εθνοκαθάρσεις για να «επιτευχθεί» συνεκτική πολιτειακή ανθρωπολογία.
o Θεσμικές θεωρίες – Λειτουργιστικές θεωρίες ως προσέγγιση κατασκευής δημόσιας σφαίρας και υπερεθνικής πολιτικής ανθρωπολογίας
o Στο υπόβαθρο των θεσμών κάθε είδους οι κοινωνίες αυτοθεσμίστηκαν σύμφωνα με τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις κάθε κοινωνικής οντότητας [Σοβιετική Ένωση – ΕΕ κορυφαία παραδείγματα]
Μετά τον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επικρατούσε μεγάλη αμηχανία για την περίεργη αυτή κατασκευή του κράτους-έθνους.
Ξανά συνοπτικά
· 1947 Δουγκέρκη,
· 1949 Ατλαντική Συμμαχία
· ΒΤΟ,
· 1948-54 ΕΠΚ/ΕΑΚ
· 1950-2 Άνθρακα και Χάλυβα
· 1954 ΔΕΕ
· 1955 Μεσσήνη
· Δημιουργία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας
· 1957 Ρώμη
· 1958-60 Απορριφθέν σχέδιο Φουσέτ (Ντε Γκόλ)
· 1966 Συμβιβασμός Λουξεμβούργου
· 1968 Κοινή Αγροτική Πολιτική / Μεταφορών (ακολούθησαν πολιτικές σε όλους βασικά τους τομείς)
· Αποχώρηση Ντε Γκόλ ένταξη Βρετανίας
· 1969 Άτυπη πολιτική συνεργασία
· 1985 Διάσκεψη Λουξεμβούργου και 1991 Μάαστριχτ – ακολούθησαν υπόλοιπες διασκέψεις
Στάδια
Ζώνη Ελεύθερων συναλλαγών ► μηδέν δασμοί μεταξύ συμβαλλομένων
(μέχρι εδώ είναι συνήθης διεθνής πρακτική)
Κοινή Αγορά ► + Κοινό δασμολόγιο (1966-1968)
(μέχρι εδώ αφορά καθαρά εμπορικά ζητήματα)
(από εδώ και κάτω αφορά διανεμητικά ζητήματα)
Βήματα προς οικονομική ολοκλήρωση ► Κοινές πολιτικές
(από εδώ και κάτω απαιτείται αυξημένη νομιμοποίηση των αποφάσεων – Κρίση 1966 – Συμβιβασμός του Λουξεμβούργου)
(Κοινές πολιτικές … linkage politics ... («παζάρι συμφερόντων») Το εμβληματικό βιβλίο των Lindberg / Scheingold (1970)
Βήματα προς ζητήματα διπλωματίας (1969,1973 κρίση, 1985 Διάσκεψη Λουξεμβούργου, 1991 Διάσκεψη Μάστριχ ► μέχρι σήμερα αυστηρά διακυβερνητικού χαρακτήρα
Βήματα προς οικονομική ένωση ► απαιτεί κεντρική νομισματική – οικονομική διαχείριση – Σχέδιο Μπάρρ 1969, «Φίδι» νομισματικών κυμάνσεων
Βήματα προς οικονομική ένωση 1985 ολοκλήρωση Κοινής Αγοράς (στόχοι 1992 – παράκαμψη του Συμβιβασμού του Λουξεμβούργου χωρίς απόφαση κατάργησής του ή διαιώνισής του – Εν αναμονή αποφάσεων επί νομισματικών-κοινών οικονομικών πολιτικών)
(προωθητική δύναμη: Ντε Λόρ)
[Δημοκρατική νομιμοποίηση: Ελλειμματικά ημίμετρα – ολοένα μεγαλύτερη διεύρυνση δημοκρατικού ελλείμματος]
Οριογραμμές και σχοινοβασίες πάνω στα λεπτά σύνορα μεταξύ ωφελιμιστικής ολοκλήρωσης και αξιώσεων πολιτικής ολοκλήρωσης
η βασική τυπολογία αντλεί από το Υψηλή – Χαμηλή Πολιτική κατά Lindberg / Scheingold (1970) / Morgan
Τομείς χαμηλής πολιτικής υλιστικού και ωφελιμιστικού χαρακτήρα
1. Τελωνιακή Ένωση
2. Εμπορικές σχέσεις με τρίτα κράτη
3. Κοινές Πολιτικές στα καταναλωτικά πεδία
επικίνδυνο “πέρασμα”
αρνητική ολοκλήρωση
- ναρκοπέδιο πολιτικών και φιλοσοφικών ερωτημάτων
- πολιτική νομιμοποίηση αποφάσεων μεγάλου διανεμητικού χαρακτήρα
- δημοκρατικό έλλειμμα
- στρατηγικά ζητήματα
- ανθρωπολογική ολοκλήρωση
επικίνδυνο “πέρασμα”
αρνητική ολοκλήρωση
Τομείς Υψηλής πολιτικής που συνιστούν, βασικά, προϋποθέσεις Πολιτικής Ένωσης
1. Πολιτικοστρατηγικά ζητήματα στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας και της άσκησης εξωτερικής πολιτικής
2. Διπλωματία
3. Πολιτική ταύτιση / κοινή κουλτούρα / Ανθρωπολογική ολοκλήρωση ανάλογη και αντίστοιχη κάθε εθνοκράτους
4. Δημόσια τάξη και ασφάλεια
5. Οικονομική και στρατιωτική ασφάλεια
6. Μακροοικονομικές αποφάσεις
1989: Φάση μετάβασης από την εμπορικοοικονομική διαδικασία (συν κοινές πολιτικές) στην οικονομικοπολιτική οργάνωση. Κύρια ζητήματα:
· Νομισματική ολοκλήρωση
· Οικονομική ολοκλήρωση
· Πολιτική ολοκλήρωση
· Τρόποι λήψης αποφάσεων
· Κίνησης προς ιεραρχίες με κριτήρια οικονομικής και πολιτική ισχύος (πάγιο δίλημμα ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που ακούει σε διάφορα ονόματα όπως «γεωμετρική ολοκλήρωση», ολοκλήρωση πολλών ταχυτήτων κτλ)
· Τα λεπτά σύνορα μεταξύ εντολέα / εντολοδόχου – Διακυβερνητικών θεσμών / υπερεθνικών θεσμών
· Δημοκρατικό έλλειμμα
1991-92 ΟΝΕ: Οικονομική / πολιτική ένωση ή κοινωνικά έωλες νομισματικές ρυθμίσεις από τεχνοκρατικά ελίτ υπό τη υψηλή καθοδήγηση των ισχυρών κρατών ή και αγνώστων διεθνικών δρώντων;
· Πάγιο αίτημα Γαλλίας για έλεγχο κεντρικής Γερμανικής Τράπεζας
· Λογικό επακόλουθο βημάτων στο εσωτερικό της Κοινής Αγοράς
· Ανθρωπολογικό ζήτημα; Νομιμοποίηση αποφάσεων; Πολιτική ενοποίηση;
· Στρατηγική κρίση 1989-1992
· ΟΝΕ:
o Προϊόν στρατηγικής σύγκρουσης,
o αποτέλεσμα Γαλλογερμανικού modus vivendi
o Μετέωρο βήμα προς οικονομική ένωση
o Μετέωρες θολές αποφάσεις και διακηρύξεις για πολιτική ενοποίηση
o Αφελείς προσδοκίες για κεντρικό έλεγχο γερμανικών νομισματικών και οικονομικών αποφάσεων
o Αφελείς προσδοκίες για περισσότερο πολιτικό-στρατηγικό έλεγχο της Γερμανίας
o Υπόλοιποι: Grieco: Πήδηξαν μέσα στο βαγόνι του τραίνου που έφευγε … προς το … άγνωστο
Υπόβαθρο παραδοχών και προσεγγίσεων
ΦΕΝΤΕΡΑΛΙΣΜΟΣ
Όλα τα φεντεραλιστικά ρεύματα συγκλίνουν στο ότι ο επιδιωκόμενος στόχος είναι ένα υπερεθνικό σύστημα με κεντρικούς θεσμούς και εξουσίες που αντικαθιστούν πλήρως ή αλληλοσυμπληρώνουν τους θεσμούς των μελών που συμμετέχουν
-Κεντρικής σημασίας: Ο ρόλος των κεντρικών θεσμών και της ισχύος στην πολιτειακή άρθρωση.
-Χωρίς περιστροφές ή δισταγμούς υποστηρίζεται πως η πίστη-νομιμοφροσύνη θα πρέπει να μεταβιβαστεί στο υπερεθνικό επίπεδο [Ερώτημα: «Κλασικό πατριωτισμό» ή «Πατριωτισμό του Συντάγματος»].
-«Η ειρήνη μπορεί να διασφαλιστεί μόνο εάν τα έθνη-κράτη, με ένα μεγάλο και αποφασιστικό άλμα αυταπάρνησης και εγκατάλειψης των εθνικών-κρατικών δομών και εθνικών ταυτοτήτων [Ερώτημα: πως θα γίνει αυτό;].
-Δεν έχει επεξεργαστεί επαρκώς τον τρόπο ανάπτυξης κοινωνίας-κοινότητας στο περιφερειακό επίπεδο ή παγκοσμίως και κυρίως τον τρόπο μετάβασης από την εθνική-κρατική κοινότητα στην υπερεθνική.
-Επιφυλάξεις ότι αν πετύχαινε θα μπορούσε να καταργήσει τον εθνικισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά αυτό θα σήμαινε απλά εθνικισμός σε μια μεγαλύτερη κλίμακα (την ευρωπαϊκή).
Etzioni: Η απαρχή για παγκόσμια ενότητα …
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΣΜΟΣ
-Η πιο συγκροτημένη φιλελεύθερη θεωρητική πρόταση για τη δημιουργία προϋποθέσεων συνεργατικών διεθνών σχέσεων.
-Αντί να αντιπαρατεθεί με τις έννοιες της κρατικής κυριαρχίας και του εθνικισμού εστιάζει την προσοχή στις μακρόχρονες διαδικασίες συστημικών αλλαγών με εργαλείο υλικές και ωφελιμιστικές συναλλαγές. Βασική θέση: Τα ωφελιμιστικά κριτήρια ενώνουν πολιτικά τους ανθρώπους [Κονδύλης: Χυδαίος μαρξισμός με άλλα πρόσημα …] [Ενίοτε «ακραίες» εκδοχές: απαλλαγή από την μεταφυσική πίστη, τις ιστορικές μνήμες, τις ιστορικές ταυτότητες, τις ιστορικές κοσμοεικόνες – σχολές αποδομητικής ιστοριογραφίας κτλ]
-Αναμενόμενο αποτέλεσμα: Spillover, σταδιακή αύξηση των οργανισμών (agencies) διαχείρισης των λειτουργικών αναγκών, η σταδιακή μετάθεση αφοσίωσης και η σταδιακή δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινωνίας με τρόπο που θα προσαρμόσει τις κανονιστικές δομές στις ωφελιμιστικές ανάγκες και λειτουργίες.
-Τονίζουν πως η έμφαση πρέπει να δοθεί λιγότερο στα ζητήματα ισχύος και περισσότερο στην ανάπτυξη της συνεργασίας σε μη πολιτικούς τομείς.
-David Mitrany: Οικουμενικότητα των λειτουργικών αναγκών, τεχνολογία, δίκτυο οργανισμών που εξυπηρετούν τις ανθρώπινες ανάγκες, που βελτιώνουν τις λειτουργίες του κράτους, αλλάζουν τις συμπεριφορές προς προσανατολισμούς οι οποίοι καθιστούν τον πόλεμο δύσκολο ή αδύνατο.
-Ο πολλαπλασιασμός τους οδηγεί στην ανάγκη διεθνούς σχεδιασμού και συντονισμού, με αποτέλεσμα οι συνέπειες να είναι οικουμενικές.
-Η οποιοδήποτε επίπεδο η πολιτική εξουσία είναι επικίνδυνη και περιττή, αν δεν συνοδεύεται από ένα συγκροτημένο κοινωνικό σώμα και από διαδικασίες δημοκρατικού ελέγχου και «ελέγχων και εξισορροπήσεων»
-Η κυριαρχία των κρατών είναι πολύτιμη και αναγκαία για την κανονιστική δόμηση του διεθνούς χώρου. «Η κυριαρχία δεν πρέπει να αποσυναρμολογηθεί, μέσα από μια πολιτική φόρμουλα αλλά μόνο μέσα από τη λειτουργία του συστήματος. Δεν πρέπει να αποσυναρμολογηθεί, εκτός και αν υπάρξει μια παγκόσμια κατανομή ρόλων όσον αφορά τις λειτουργίες που φέρνουν την ειρήνη»
-Διάκριση μεταξύ θεμάτων πολιτικοστρατηγικών και ιδεολογικών ζητημάτων (που θεωρούνται διχαστικά), και ζητημάτων που ενώνουν τους ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη
David Mitrany: Aπορρίπτει ενδιάμεσα σχήματα που ψαλιδίζουν τα δημοκρατικά δικαιώματα και φέρνουν ανορθολογισμό. Η εκτελεστική εξουσία δεν μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από μια κοινή κυβέρνηση, αφού αυτή είναι η ουσία της πολιτικής ένωσης… «[είναι περίεργα επιχειρήματα] λόγω της θλιβερής ιστορίας των ευρωπαϊκών θρησκευτικών και πολιτικών διαιρέσεων, που προκάλεσαν πολύ πιο σφοδρές συγκρούσεις απ’ ό,τι οι συγκρούσεις στην Ασία και την Αμερική, και που τώρα εισβάλλουν ξανά με ιδεολογικά μισόλογα. Εάν υπάρχει μια ευρωπαϊκή μοναδικότητα του ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι, σε αντίθεση με ανατολικούς και άλλους πολιτισμούς, ότι πρόκειται για ανοικτό πολιτισμό (…) Η ιδέα αυτή καθ’ αυτή για μια κλειστή περιφερειακή ένωση αντιβαίνει την ιστορική ευρωπαϊκή ιδέα. Όσο περισσότερο θα απομακρύνεται από τα καταναλωτικά ζητήματα, τόσο περισσότερο θα αποδεικνύεται ο επίπλαστος χαρακτήρας της. Αλλά, ακόμη και αν αυτές οι διασταυρωμένες επινοήσεις και τεχνάσματα –κλειστός οικονομικός προγραμματισμός, πολιτικοί θεσμοί και καλλιέργεια ενός περιφερειακού πατριωτισμού– εξυπηρετούν την εκπλήρωση μιας ευρωπαϊκής ένωσης δύσκολα μπορεί να ειπωθεί ως επιχείρημα που διανοίγει λεωφόρους προς μια διεθνή ενότητα. (…) Από τη φύση της και τις τάσεις που αναπτύσσονται η πολιτική ένωση είναι εθνικιστική και ως τέτοια αντιμάχεται, αν όχι εμποδίζει, τη μεγάλη ιστορική αναζήτηση ενός ευρύτερου ειρηνικού και αναπτυσσόμενου διεθνούς συστήματος»
ΝΕΟΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
-Απέβλεπαν στο «κρατικό μοντέλο» ως το τελικό προϊόν της διαδικασίας.
-Όπως και οι φεντεραλιστές, υποστηρίζουν πως πριν ονομάσουμε ένα σύστημα ολοκληρωμένο θα πρέπει να αποκτήσει συνταγματική ρύθμιση υπερεθνικού χαρακτήρα. Κατά συνέπεια προτάσσονται οι θεσμοί στις κοινωνίες: Ενοποίηση εκ των άνωθεν.
-Haas: οδηγεί σε «…μετατόπιση πίστης, νομιμοφροσύνης, εξουσιών και προσδοκιών από το εθνικό στο υπερεθνικό επίπεδο δημιουργώντας μια νέα πολιτική κοινότητα που εν μέρει ή εν όλω αντικαθιστά τα προγενέστερα έθνη κράτη». Spillover (παραβλέποντας προειδοποίηση Mitrany) θα οδηγήσει σε υπερεθνική ολοκλήρωση τους πολιτικοστρατηγικούς τομείς: «… θα οδηγήσει σε ανάγκες ολοκλήρωσης στους τομείς των διπλωματικοπολιτικών και στρατηγικών ζητημάτων» (θεωρία εξωτερίκευσης – externalization hypothesis)
Κάποιοι νεολειτουργιστές, ακόμη: Θεωρία εξωτερίκευσης, δηλαδή spillover της ολοκλήρωσης στους πολιτικοστρατηγικούς τομείς
Κριτική-σταθμός Stanley Hoffmann:
-Όχι μόνον πως διαιωνίστηκε το έθνος-κράτος, αλλά κυρίως ότι ενισχύθηκε η κρατική κυριαρχία, οι θεσμοί, ο πολιτισμός, η οικονομία των κρατών-μελών καθώς και η θέση τους στο διεθνές σύστημα.
-Συνυπάρχουν, πρώτον, μια διαδικασία που λειτουργεί στο όνομα της «λογικής της ολοκλήρωσης», όπως την προσδιόρισε ο Ζαν Μοννέ και την ανέλυσε ο Ernst Haas, και δεύτερον, οι εθνικές πραγματικότητες που λειτουργούν με τη «λογική της ετερότητας».
-Διαδικασία συνεχών ανταλλαγών συμφερόντων που το κρατούν σε ισορροπία, όσο τα ανεξάρτητα και κυρίαρχα κράτη αισθάνονται πως το ισοζύγιο οφελών-ζημιών εξυπηρετεί τα εθνικά τους συμφέροντα.
-Ενώ η επίτευξη της εμπορικής και ενδεχομένως οικονομικής ολοκλήρωσης είναι πολύ πιθανή, η Πολιτική Ένωση είναι απίθανη.
-Το κυριότερο αίτιο γι’ αυτό, είναι η ουτοπική προσδοκία πως το έθνος-κράτος θα απεκδυθεί των οντολογικών του χαρακτηριστικών όπως τα διαμόρφωσε η ιστορική εξέλιξη.
Παραδοχές του Ernst Haas 1966 και 1970
Πρώτον, συνέπειες της λανθασμένης πρόβλεψης για την εξαρτημένη μεταβλητή Δεύτερον, αντιφάσεις λόγω απαιτήσεων τρίτων
Τρίτον, «πραγματιστικά συμφέροντα, εύκολα μπορούν να γίνουν θρύψαλα».
-Προσδοκίες απρόσκοπτης λειτουργικής ανάπτυξης είναι επιρρεπείς σε αποσύνθεση και από-ολοκλήρωση.
-«Αποφάσεις που βασίζονται στην υψηλή πολιτική και θεμελιώδεις δεσμεύσεις είναι αναμφίβολα πιο στέρεες από δεσμεύσεις που στηρίζονται σε πραγματιστικές προσδοκίες»
-«Η οικονομική ολοκλήρωση δεν οδηγεί πάντοτε και αυτόματα στην πολιτική ενοποίηση»
-Η αποτυχία, οφειλόταν στην προσδοκία προσπορισμού πολιτικών και οικονομικών ωφελημάτων και όχι πολιτισμικής ή συνειδησιακής μεταμόρφωσης, ως προς την οποία οι λαοί αντιδρούν αρνητικά.
-«Μπορούμε να κινηθούμε μόνο με πολύ μικρά βήματα και όχι με τολμηρά βήματα στη βάση ενός μεγαλεπήβολου σχεδίου, διαφορετικά θα απολέσουμε μεγάλο μέρους της αναγκαίας υποστήριξης. (…) καθώς η Κοινότητα θα κινείται από την απλή τελωνειακή ένωση στην οικονομική ένωση και σε μια πολιτική οντότητα ροπή προς σύγκρουση θα αυξάνεται».
Γκωλική-διακυβερνητική προσέγγιση
-εντάσσεται στην παραδοσιακή στοχαστική παράδοση του συστήματος ισορροπίας ισχύος:
1. Διερεύνηση τρόπων από κοινού εκπλήρωσης των εθνικών συμφερόντων και όχι τρόπων αποδυνάμωσης της κυριαρχίας των μελών. Κίνητρο συμμετοχής ενός κράτους είναι η ενίσχυση και όχι η αποδυνάμωση της εθνικής κυριαρχίας. (Σχέδιο Fouchet την περίοδο 1960-62)
2. Περιθώρια συνεργασίας και από κοινού αποφάσεων είναι μεγάλα αλλά η εφαρμογή τους θα πρέπει να είναι έργο των εθνών-κρατών
3. Διπλωματική και στρατηγική συνεργασία στη βάση ενός συμμαχικού σχήματος, του οποίου η σταθερότητα, η ανάπτυξη και ο δυναμισμός συναρτάται με τις προόδους στο υπόλοιπο συνεργατικό σύστημα.
4. Τα πάντα θα βρίσκονται υπό την αίρεση της υψηλής στρατηγικής των μελών.
5. Το σχήμα κατατείνει όχι προς υπερεθνικό-κανονιστικό σύστημα αλλά στην συνύπαρξη των υπαρχόντων εθνικών-κρατικών συστημάτων, ή, όπως το έθετε ο πρόεδρος της Γαλλίας, στην ανάδειξη μιας «Ένωσης των πατρίδων».
6. «Κάτι περισσότερο από συμμαχία και κάτι λιγότερο από ομοσπονδία»
7. Η άσκηση λαϊκής κυριαρχίας στο εσωτερικό ενός εκάστου κράτους-μέλους παραμένει ανέπαφη.
8. Ουσιαστικά, η γκωλική προσέγγιση επιδιώκει την ανάπτυξη μιας κοινωνίας κρατών στο πλαίσιο μιας «άναρχης διεθνούς κοινωνίας»
Νεοφιλελεύθερα θεωρήματα.
-Αρχικά αλληλεξάρτηση ως προμετωπίδα των θεωρήσεών τους
-Συνέχεια συγχώνευσαν διολίσθηση σε ηγεμονικές παραδοχές και ιεραρχήσεις ισχύος που αντιβαίνουν στην λογική του κοινοτισμού.
-σταδιακά ενέταξαν ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στο Ατλαντικό παράδειμα. Kupchan: «Η λύση για τα προβλήματα της Δύσης θα είναι μια Ατλαντική Ένωση η οποία θα αφομοιώσει τόσο το ΝΑΤΟ όσο και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ΕΕ θα πρέπει να εγκαταλείψει τις φεντεραλιστικές της φιλοδοξίες και να εστιάσει την προσοχή της στην επέκταση της ενιαίας αγοράς προς ανατολάς στην Kεντρική Ευρώπη και προς Δυσμάς στη Βόρειο Αμερική.
Πριν τους νεοφιλελεύθερους: -1980 και 1990 προσοχή στα διακυβερνητικά χαρακτηριστικά της διαδικασίας ολοκλήρωσης.
Σύγκλιση βασικών θεωρητικών απόψεων στην θέση πως ενώ έχουν αναπτυχθεί οι εταιρικές σχέσεις (Gesellschaft) διακρατικού χαρακτήρα, δηλαδή αυξημένη οικονομική αλληλεξάρτηση, νομικές ρυθμίσεις που προωθούν το κράτος δικαίου και από κοινού ρυθμίσεις στα καταναλωτικά ζητήματα που προωθούν την ευημερία, υπάρχει εντούτοις έλλειμμα πολιτικής και κοινωνικής νομιμοποίησης.
Με διαφορετικά λόγια, η εταιρική σχέση δεν επαρκεί, ενώ η μετάβαση από το Gesellschaft στο Gemeinschaft (παραδοσιακή κοινωνία-κοινότητα) με μέσον τη λειτουργική προσέγγιση είναι αμφίβολη.
-«Σκοτεινή περίοδος» θεωρία ολοκλήρωσης και επάνοδος, όμως, με θεωρίες μικρής κλίμακας (ρόλος ΔΕΚ, προεκτάσεις αποφάσεων κτλ) που δεν φιλοδοξούν –αν και συχνά την ευνοούν αξιολογικά ή την υπονοούν– να αναδείξουν μια πολιτική ολοκλήρωση μεγάλης κλίμακας.
-Κυριαρχία παραδοσιακών διακυβερνητικών παραδοχών που αντανακλάται σε πλήθος δηλώσεων για τον μη αναλώσιμο χαρακτήρα του έθνους-κράτους, των εθνικών ταυτοτήτων και της κυριαρχίας εν γένει: Ζακ Ντελόρ, πρώην πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΕ «Δεν θα υπάρξουν ποτέ “Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης”. Αρνιέμαι να ταυτίσω τον εαυτό μου με αυτούς που προωθούν την εξαφάνιση του έθνους-κράτους. Αντίθετα, αναζητώ κάποιου είδους ομοσπονδία μεταξύ ισχυρών εθνών-κρατών». Γιόσκα Φίσερ, Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Μάϊος 2000 «Η νοηματοδότηση της Ευρώπης μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης που θα αντικαταστήσει τα έθνη-κράτη και τις δημοκρατίες τους ως η νέα κυρίαρχη δύναμη είναι μια τεχνητή κατασκευή που αγνοεί τις (πολιτιστικές, γλωσσικές και κανονιστικές) πραγματικότητες της Ευρώπης». Ζαν-Πιέρ Σεβενεμάν , πρώην υπουργός άμυνας και υπουργός Εσωτερικών της Γαλλίας: «Τα κίνητρα της Γερμανίας για τη δημιουργία μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης είναι ύποπτα, επειδή πηγάζουν από την ανασφάλεια που νοιώθει με την έννοια του έθνους-κράτους. Η Γερμανία δαιμονοποιεί την ιδέα του έθνους. Καμία χώρα δεν είναι απελευθερωμένη από το παρελθόν της και η Γερμανία δεν έχει ξεπεράσει το Γ΄ Ράϊχ».
-Έμφαση στον διακυβερνητικό χαρακτήρα και αναζήτηση των ιδιαιτεροτήτων που ενέχει το μίγμα των διακυβερνητικών και υπερεθνικών προσεγγίσεων διακυβέρνησης.
-Moravcsik δεκαετία του 1990: ορθολογικός χαρακτήρας κρατικών επιλογών, διακυβερνητικός χαρακτήρας του καθεστώτος που εγκαθιδρύθηκε μετά το 1957, σημασία των διαπραγματεύσεων μεταξύ των ισχυρών κρατών της Ευρώπης και επιλογές των κρατών που αποσκοπούν στην διαφύλαξη του εθνικού συμφέροντος της κυριαρχίας των στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών κανονιστικών δομών
-Τρεις προϋποθέσεις επιτυχίας είναι,
-πρώτον, ο εθελούσιος χαρακτήρας του εγχειρήματος,
-δεύτερον, η διαφάνεια και κυκλοφορία πληροφοριών και,
-τρίτον, το χαμηλό κόστος των διακυβερνητικών συναλλαγών
Νεοφιλελεύθεροι – Παραδοσιακοί
Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ ρεαλιστών και νεορεαλιστών είναι ότι ενώ οι περισσότεροι εκ των πρώτων –περίπου ουδέτερα– διαπιστώνουν την ηγεμόνευση των θεσμών από τα ισχυρά κράτη, οι νεοφιλελεύθεροι έχουν ως πυρήνα των επιχειρημάτων τους πως τόσο οι θεσμοί όσο και ο ηγεμονικός ρόλος των ηγεμονικών δυνάμεων, κατά προτίμηση των ΗΠΑ, είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για σταθερότητα και συνεργασία. Όπως ήδη εξηγήθηκε, αν και υιοθετούν αυτή την όντως αμφιλεγόμενη θέση, οι ηθικές και πρακτικές συνέπειες έχουν εξεταστεί ελάχιστα ή καθόλου.
Βασικά προβλήματα ολοκλήρωσης
-Δυστοκία ριζοσπαστικών αποφάσεων που θα προκαλούσαν μετάβαση από την οικονομική στην πολιτική ολοκλήρωση. Αντικειμενικοί οι λόγοι: Κοινωνική ετερότητα των κρατών-μελών, στρατηγικά προβλήματα.
-Υπέρβαση των οντολογικών χαρακτηριστικών του ευρωπαϊκού έθνους-κράτους. [Ernst Haas, «ο Ντε Γκολ μάς διέψευσε»]
[-Hoffmann: Η αποτυχία είναι διδακτική όσον αφορά την οργάνωση του διεθνούς συστήματος με υπερβατικές υπερεθνικές προσεγγίσεις εταιρικών-φιλελεύθερων παραδοχών].
-Ενώ στο επίπεδο της οικονομίας λειτουργεί ως ενιαίο εταιρικό σχήμα (Gesellschaft), τα στηρίγματά του είναι ξεχωριστές κοινωνίες (Gemeinschaft) με την ευρύτερη και βαθύτερη έννοια του όρου.
-Αναδείχθηκε ευρωπαϊκός διακρατικός νομικός δημόσιος χώρος ελλείπει ο ευρωπαϊκός κοινωνικός δημόσιος χώρος.
Θεμελιώδεις θέσεις: Η επιβίωση και ανάπτυξη του συστήματος εξαρτάται από τα εξής αλληλένδετα κριτήρια ή παράγονες:
Α) Την ισορροπία μεταξύ των εντάσεων που δημιουργεί το έλλειμμα δημοκρατίας και του αισθήματος πως η διακυβέρνηση του συστήματος σέβεται την κυριαρχία των μελών.
Β) Με αφετηρία τον συμβιβασμό του Λουξεμβούργου που έγινε το 1966 ως απαίτηση του Προέδρου Ντε Γκολ, ομόφωνες-συνεναιτικές αποφάσεις που διασφαλίζουν κατά ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος στις σχέσεις ισχυρών και λιγότερο ισχυρών κρατών-μελών
Γ) Υστατοι εντολείς είναι οι συνελεύσεις των κυρίαρχων κρατών-μελών και εντολοδόχοι οι υπερεθνικοί θεσμοί.
Δ) Προσεγγίσεις συνεργασίας μεταξύ θεσμών και ομάδων συμφερόντων με τρόπο που απαλύνει το έλλειμμα λαϊκής κυριαρχίας και που αφήνουν τελικούς κριτές τα κράτη-μέλη
Κοσμοθεωρία της ΕΕ μπορεί να είναι το εξής;
Υψηλές βαθμίδες διακρατικής ισοτιμίας εμπεδωμένων στις ομόφωνες ή συναινετικές αποφάσεις διανεμητικών προεκτάσεων.
Εντάσεις:
-Λογική της ετερότητας των μελών συγκρούεται με λογική ολοκλήρωσης
-Η ολοένα και μεγαλύτερη εμβάθυνση προς αποφάσεις διανεμητικών συνεπειών μεγάλης κλίμακας συγκρούεται με το γεγονός της κοινωνικής ανομοιότητας και κυρίως ότι τα συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης και κοινωνικοπολιτικών ελέγχων-εξισορροπήσεων είναι εθνικά-κρατικά συγκροτημένα και νομιμοποιημένα.
-ολοένα και περισσότερο γραφειοκρατικές και ελιτίστικες αποφάσεις (ενίοτε δεσποτικού χαρακτήρα) που εντείνουν το έλλειμμα λαϊκής κυριαρχίας και δημιουργούν πρόβλημα κοινωνικοπολιτικής νομιμοποίησης (βλ. απόρριψη ενός κατά τα άλλα ανώδυνου Ευρωπαϊκού Συντάγματος).
-Οι αναπόδραστες αξιώσεις διεύρυνσης οξύνουν την ανομοιότητα των συντελεστών του συστήματος και θέτουν θανατηφόρα ερωτήματα: Ποια είναι η ταυτότητα των Ευρωπαίων;
Εύθραυστη ισορροπία στον στίβο της στρατηγικής: 4 θεμελιώδεις θέσεις
Stanley Hoffman, 1966: «παράδοξο Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης »
"Για τρεις λόγους, η ενοποιητική διαδικασία υπήρξε το θύμα και το αποτέλεσμά της η επιβίωση του έθνους - κράτους. Ο ένας λόγος χαρακτηρίζει κάθε διεθνές σύστημα και οι άλλοι δύο μόνο το Ευρωπαϊκό σύστημα. Η εσωτερική λογική και ο τρόπος εξέλιξης κάθε διεθνούς συστήματος βρίσκεται στην διαφορά των εσωτερικών του συντελεστών, στις γεωϊστορικές συνθήκες που το χαρακτηρίζουν και τις εξωτερικές επιδιώξεις των μονάδων που το συνθέτουν. Κάθε σύστημα χαρακτηριζόμενο από κατατεμαχισμό [σημείωση: δηλαδή οργανωμένο σε ανεξάρτητες, ετερογενείς, ανομοιογενείς και κυρίαρχες μονάδες], τείνει, με την δυναμική που αναπτύσσει η ενυπάρχουσα ανισότητα να αναπαραγάγει την ετερότητα".
Δηλαδή, -Διαιωνίστηκε και ενισχύθηκε το έθνος-κράτος, -Ενισχύθηκε η κρατική κυριαρχία, οι θεσμοί, ο πολιτισμός, η οικονομία των κρατών μελών καθώς και η θέση τους στο διεθνές σύστημα. -Η ετερότητα αναπαράγεται και αυξάνεται
Hedley Bull, 1982: Μορφή Χαρακτήρας του Ευρωπαϊκού Πολιτικού Συστήματος
«Δεν υπάρχει υπερεθνική κοινότητα στην Δυτική Ευρώπη. Υπάρχει μια ομάδα κρατών (επιπλέον, εάν υπήρχε μια υπερεθνική εξουσία στη Δυτική Ευρώπη θα ήταν πηγή αδυναμίας και όχι ισχύος ως προς την αμυντική πολιτική). Αυτό που είναι πηγή ισχύος στην Ευρώπη είναι το έθνος-κράτος – δηλαδή η Γαλλία, η Γερμανία, η Βρετανία – και η ικανότητά τους να εμπνεύσουν πίστη και νομιμοφροσύνη στα θέματα του πολέμου). Υπάρχει ένα κονσέρτο κρατών, των οποίων η βάση είναι μια περιοχή ως προς την οποία πιστεύεται πως υπάρχουν κοινά συμφέροντα μεταξύ των μεγαλυτέρων δυνάμεων. Η ιστορία των Ευρωπαίων είναι μια ιστορία εγγενούς-ενδημικής σύγκρουσης. Εάν πρόσφατα απέκτησαν τη συνήθεια της συνεργασίας (σημείωση: στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης), αυτό έγινε υπό την ομπρέλα των ΗΠΑ και υπό την απειλή εξ ανατολών. Ακόμη και η απλή σκέψη ότι τα ευρωπαϊκά κράτη συνιστούν μια “κοινότητα ασφαλείας” ή μια “περιοχή ειρήνης” είναι ευσεβής πόθος, εάν αυτό σημαίνει ότι πόλεμος μεταξύ τους δεν θα υπάρξει ξανά, και όχι ότι δεν υπήρξε τα τελευταία χρόνια και ότι είναι εκτός λογικής εάν υπάρξει ξανά».
Δηλαδή: Αμφισβητήθηκε η βιωσιμότητα της ολοκλήρωσης στη βάση ωφελιμιστικών κριτηρίων, -έθεσε ερωτηματικά για τον χαρακτήρα των συγκλίσεων, επειδή αυτές, πρωτίστως, στηρίζονται στην (εφήμερη;) συμφωνία των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, -έθεσε ερωτήματα για το κατά πόσον το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι τρωτό στις διεθνείς διακυμάνσεις και ευάλωτο σε ενδοευρωπαϊκές ανακατατάξεις. - έθεσε ερωτήματα για την σχέση της σταθερότητας της Ευρώπης σε αναφορά με την διεθνή κατανομή ισχύος και τις στρατηγικές δομές. -άφησε ανοικτό το θέμα των διλημμάτων ασφαλείας και των ηγεμονικών συμπεριφορών.
Kenneth Waltz, 1979: Η σημασία της κατανομής ισχύος και των στρατηγικών δομών
Πριν τον πόλεμο, το βασικό αίτιο πολέμου ήταν τα διλήμματα ασφαλείας. Η συνεργασία ήταν δύσκολη λόγω της ανησυχίας μεγαλύτερων σχετικών κερδών από την άλλη πλευρά. Ο διπολισμός εξάλειψε ή αποδυνάμωσε μερικούς από αυτούς τους παράγοντες και έκανε τα κράτη της δυτικής Ευρώπης «καταναλωτές ασφαλείας». Για πρώτη φορά οι καθοριστικοί παράγοντες της Ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας βρίσκονταν εκτός Δυτικής Ευρώπης. τα θέματα πολέμου και ειρήνης συνδέονταν με την διπολική αντιπαράθεση των δύο υπερδυνάμεων και την κατανομή ισχύος που αυτή δημιουργούσε και η οποία ευνοούσε την διαδικασία ολοκλήρωσης: « Η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία, υπό την σκιά των υπερδυνάμεων, διαπίστωσαν γρήγορα πως ο πόλεμος μεταξύ τους είναι αντιπαραγωγικός και σύντομα άρχισαν να πιστεύουν πως είναι, επίσης, αδύνατος. Επειδή η ασφάλεια όλων βασιζόταν στις επιλογές άλλων και όχι στις δικές τους, ήταν εφικτό να γίνουν ενοποιητικά βήματα »
Josef Joffe το 1984: «Οι αμερικανοί σώζουν τους ευρωπαίους από τους εαυτούς τους».
"η θεωρία των συμμαχιών υποστηρίζει, τα κράτη συνασπίζονται για να εξασφαλίσουν την ασφάλειά τους. Στην περίπτωση του ΝΑΤΟ, όμως, τα κράτη μέλη συνασπίσθηκαν επειδή η ασφάλειά τους εξασφαλιζόταν από έναν ισχυρό εξωτερικό συντελεστή ο οποίος πρόσφερε αξιόπιστα εσωτερική και εξωτερική τάξη και ασφάλεια στην Δυτική Ευρώπη. … χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Δυτική Ευρώπη μπορεί να επιστρέψει σε εξισορροπητικές διαδικασίες της προπολεμικής περιόδου αντί να προχωρήσει στην ενοποιητική διαδικασία. Ο αδύναμος θα αισθανθεί ξανά ανησυχία για τις προθέσεις του ισχυρού και ο ισχυρός - όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία - θα αρχίσουν, για ακόμη μια φορά, να ανησυχούν για τις προθέσεις αλλήλων. … Η επαγωγική συνέπεια μιας Δυτικής Ευρώπης πλην τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια πυρηνική Γερμανία με άλλα Ευρωπαϊκά κράτη να ακολουθούν … Οι Ηνωμένες Πολιτείες, απαλλάσσοντας τους Ευρωπαίους από την ανάγκη μιας αυτόνομης άμυνας απομάκρυνε τα συστημικά αίτια των συγκρούσεων στα οποία οφείλονται τόσοι πολλοί Ευρωπαϊκοί πόλεμοι στο παρελθόν. Με το ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΑΠΟ ΑΛΛΟΥΣ ΟΙ ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ"
Δηλαδή, τονίστηκαν: -η σημασία των δομικών και στρατηγικών παραμέτρων, -ο σταθεροποιητικός ρόλος των ΗΠΑ, -Οι υποβόσκουσες τάσεις όσον αφορά το Γερμανικό ζήτημα, -Ο ευάλωτος χαρακτήρας των ενδοευρωπαϊκών ισορροπιών και της ενδοευρωπαϊκής κατανομής ισχύος
==========================
Ανακοίνωση 3.4.2016
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΜΥΝΑ, ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ 6ο εξάμηνο
Διδάσκοντες, Καθηγητής Παναγιώτης Ήφαιστος, Επ. Καθηγητής Ευαγόρας Ευαγόρου, Επ. Καθηγητής Διονύσης Τσιριγώτης
Διδασκαλία: Τρίτη 10:15-12:00, 103 Πέμπτη 11:15-13:00, 335
http://www.ifestosedu.gr/75EuDefPolUnion14.htm
Με την παρούσα ανακοίνωση συνέχεια της προγενέστερης φωτίζεται περαιτέρω η θέση του κομβικού αυτού μαθήματος. Παραθέτω ξανά την εισαγωγή της προηγούμενης ανακοίνωσης καθώς και νέα σημείωση στο τέλος
Εισαγωγή: Όπως ανακοινώθηκε στην τάξη το μάθημα θα είναι σεμιναριακό. Αναρτήθηκαν στο e-Class ( https://eclass.unipi.gr/courses/EBI107/) κείμενα τα οποία εκτός του αυτοτελούς χαρακτήρα αναφέρονται και σε άλλα βιβλία μερικά από τα οποία οι φοιτητές έχουν ήδη διδαχθεί, ενώ ο άξονας του μαθήματος είναι το βιβλίο «Κοσμοθεωρία των Εθνών» το οποίο αποκρυσταλλώνει τα διλήμματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δύο δεκαετίες μετά την υιοθέτηση της ΟΝΕ. Επίσης τα κεφάλαια 4 και 5 καθώς επίσης και οι εκτενείς σημειώσεις τέλους των δύο αυτών κεφαλαίων και του κεφαλαίου 6. Σε άλλα κεφάλαια του ίδιου βιβλίου και κυρίως του 4 γίνεται προσπάθεια να γίνει κατανοητή η αξίωση και το εγχείρημα της πολιτικής ενοποίησης υπό το πρίσμα της πορείας της Ευρώπης και του κόσμου τους Νέους Χρόνους. Η ανάλυση εξετάζει κεντρικά ζητήματα της πολιτικής θεωρίας του διεθνούς συστήματος και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης για ζητήματα όπως η μετάβαση από τον μοντερνισμό στον μεταμοντερνισμό, την θέση των ιδεολογικών συζητήσεων στην διεθνή και ευρωπαϊκή πολιτική και την μεταπολεμική περίοδο ως κομβική ιστορική φάση που συμπίπτει με την αλλαγή των διεθνών συσχετισμών και της θέσης των ευρωπαϊκών κρατών. Το κεφάλαιο 6 και οι σημειώσεις τέλους που το συνοδεύουν βασικά αποκρυσταλλώνουν χιλιάδες άλλες μεταγενέστερες αναλύσεις για την ευρωπαϊκή πολιτική. Κεντρικό και αξονικό ζήτημα είναι η συγκριτική ανάλυση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ως ενός εγχειρήματος που αναπτύχθηκε παράλληλα με την κρατοκεντρική θεμελίωση του διεθνούς συστήματος τους τελευταίους αιώνες και την επικύρωση της κρατικής κυριαρχίας ως του καθεστώτος του διεθνούς συστήματος το 1945 στον ΟΗΕ.
Προσεγγίζοντας την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με αυτό τον τρόπο επιχειρείται μια ανάλυση στη αιχμή τόσο της επιστημονικής μελέτης του φαινομένου αυτού όσο και στην αιχμή των εξελίξεων στα πεδία της λειτουργίας και των αποφάσεων της ΕΕ. Πιο συγκεκριμένα, ένα τέταρτο του αιώνα μετά την υιοθέτηση της ΟΝΕ και πάνω από μισό αιώνα μετά την έναρξη του εγχειρήματος της ολοκλήρωσης η ΕΕ βρίσκεται στο μεταίχμιο είτε μιας θεμελιακής ανασύνταξής της σύμφωνα με την φύση της όπως διαμορφώθηκε μετά το 1957 είτε μιας ακόμη εντονότερης κρίσης με απρόβλεπτες συνέπειες. Έτσι προσεγγίζοντας το φαινόμενο της ολοκλήρωσης επιχειρείται, επιπλέον, να γίνει κατανοητή
· η διαλεκτική σχέση υπερεθνικών δομών και κρατικών δομών,
· διακυβερνητικής σχέσης και ανάπτυξης των υπερεθνικών κανονιστικών ρυθμίσεων και
· τα συναφή ζητήματα διανεμητικής δικαιοσύνης, δημοκρατικής συγκρότησης / άσκησης λαϊκής κυριαρχίας και εντάσεων που δημιούργησε η νομισματική ενοποίηση σε ένα κοινωνικοπολιτικά διαφοροποιημένο ευρωπαϊκό χώρο.
Το μάθημα θα αρχίζει κανονικά στις ώρες που ορίστηκαν, θα συνεχίζει χωρίς διάλειμμα. Προς το τέλος θα έχουμε πρόοδο για όσους φοιτητές επιθυμούν να συμμετάσχουν. Η πρόοδος θα είναι μια ερώτηση κρίσεως που θα απαντηθεί με συντομία εντός δέκα λεπτών και που θα αφορά το αντικείμενο που διδάχθηκε την προηγούμενη ώρα. Απαιτούνται 17 πρόοδοι. Όσοι αργήσουν πέραν των δέκα λεπτών δεν θα συμμετάσχουν στην πρόοδο.
Συμμετοχή απαιτεί προετοιμασία. Το βιβλίο που διανεμήθηκε στους φοιτητές, τα αναρτημένα κείμενα και οι παραπομπές σε βιβλία που οι φοιτητές έχουν ήδη διδαχθεί. Οι διδάσκοντες θα ερωτούν και θα επιχειρήσουν να συνεκτιμήσουν την επάρκεια της προετοιμασίας των φοιτητών σε συνάρτηση με την πρόοδο.
Σημείωση 3.4.2016.
· Η βιβλιογραφία που παραθέτουμε σε αναφορά με κάθε μάθημα είναι ενδεικτική και οι φοιτητές μπορούν να κάνουν έρευνα σε όσα βιβλία διαθέτουν.
· Το δοκίμιο «Ηθική στο διεθνές σύστημα» που είναι αναρτημένο στο e-class αρ. 7 αφορά όλα τα μαθήματα.
· Ενδιαμέσως θα παραπέμψουμε και σε άλλη βιβλιογραφία
5 Απριλίου / συνέχεια 7 Απριλίου.
Η έννοια «πολιτική ένωση» σε αναφορά με τα ρεύματα σκέψης των φεντεραλιστών, των λειτουργιστών και των νέο-λειτουργιστών και η διακυβερνητική προσέγγιση μέσα από την πολιτική φιλοσοφία του Προέδρου Ντε Γκολ.
Βιβλιογραφία
· «Κοσμοθεωρία των Εθνών». Το κεφάλαιο 6 (σελ. 251-268) και οι σημειώσεις τέλους (230-244) συνοψίζουν πολλά πεδία του μαθήματος τα οποία και εφεξής θα βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε μαθήματος.
· «Διπλωματία και στρατηγική των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων» ενότητα 3.3 σελ. 87-101
· «Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». Ενότητα 4.3 σελ. 166-199.
· Αναρτημένο δοκίμιο στο e-class αρ. 10 (Περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη; Απάντηση: Όση πρέπει σύμφωνα με την εθνοκρατοκεντρική της φύση)
12 Απριλίου.
Αμφιταλαντεύσεις πάνω στα λεπτά αλλά και δύσβατα σύνορα μεταξύ υψηλής πολιτικής και χαμηλής πολιτικής και τα συμπεράσματα σε αναφορά με την διαδρομή της ευρωπαϊκής άμυνας, ασφάλειας και διπλωματίας.
Βιβλιογραφία.
· «Κοσμοθεωρία των Εθνών»
· «Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» ενότητα 5.6 σελ. 251-261.
· Ανάρτηση 1α e-class “Ευρωπαϊκή Άμυνα, Ασφάλεια και Πολιτική Ενοποίηση”
· «Διπλωματία και στρατηγική των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων» ενότητα 6.2 σελ. 260 και εντεύθεν και σελ. 328 ένθεν και ένθεν
14 Απριλίου.
Οντολογικά χαρακτηριστικά της ΕΕ έξη δεκαετίες μετά την έναρξη του εγχειρήματος.
Βιβλιογραφία.
· Κοσμοθεωρία των Εθνών ενότητα 6.1
· Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σελ. 100-122
· Ανάρτηση αρ. 3 στο e-class. “Ευρωπαϊκή ένωση: Πρότυπο ενός εθνοκρατοκεντρικού κόσμου ή μιας υπερκρατικής δεσποτείας;”
19. Απριλίου.
Το μετέωρο βήμα της ΟΝΕ αρχές της δεκαετίας του 1990 και οι πολιτικοοικονομικές προϋποθέσεις εκπλήρωσης του σκοπού της «Ευρωπαϊκής Ένωσης»
Βιβλιογραφία
· Πολιτικές, οικονομικές και στρατηγικές όψεις αναφορικά με το βήμα προς την ΟΝΕ το 1990-92 στο «Διπλωματία και στρατηγική των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων» κεφ. 6
· Ανάρτηση 1β στο e-class «ΑΦΕΤΗΡΙΑΚΕΣ ΛΟΓΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΜΦΙΠΛΕΥΡΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΕΝ ΜΕΣΩ ΕΝΟΣ ΑΝΑΡΧΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΡΑΤΟΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ»
21 Απριλίου.
Τρόπος λήψης αποφάσεων. Η διαλεκτική σχέση ομόφωνων / συναινετικών αποφάσεων σε αναφορά με τα δομικά και φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά της ΕΕ και τον τρόπο λήψης αποφάσεων
Βιβλιογραφία
· «Κοσμοθεωρία των Εθνών» σελ. 264-267 και σημείωση τέλους αρ. 242 σελ. 533
· «Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» ενότητα 6.2 σελ. 281-297
· Ανάρτηση 1γ στο e-class “Εταιρική versus κοινωνιοκεντρική ολοκλήρωση. Gesellschaft versus Gemeinschaft ή Gemeinschaft plus Gesellschaft.”
Ανακοίνωση
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΜΥΝΑ, ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ 6ο εξάμηνο
Διδάσκοντες, Καθηγητής Παναγιώτης Ήφαιστος, Επ. Καθηγητής Ευαγόρας Ευαγόρου, Επ. Καθηγητής Διονύσης Τσιριγώτης
Διδασκαλία: Τρίτη 10:15-12:00, 103 Πέμπτη 11:15-13:00, 335
Με την παρούσα ανακοίνωση και συνέχεια της προγενέστερης θα γίνει προσπάθεια αφενός να φωτιστεί περαιτέρω η θέση του κομβικού αυτού μαθήματος. Ταυτόχρονα να προσδιοριστούν οι όροι διεξαγωγής του, ιδιαίτερα όσον αφορά τις προόδους που θα γίνονται τα τελευταία δέκα λεπτά της διδασκαλίας.
Όπως ανακοινώθηκε στην τάξη το μάθημα θα είναι σεμιναριακό. Αναρτήθηκαν στο e-Class ( https://eclass.unipi.gr/courses/EBI107/) κείμενα τα οποία εκτός του αυτοτελούς χαρακτήρα αναφέρονται και σε άλλα βιβλία μερικά από τα οποία οι φοιτητές έχουν ήδη διδαχθεί, ενώ ο άξονας του μαθήματος είναι το βιβλίο «Κοσμοθεωρία των Εθνών» το οποίο αποκρυσταλλώνει τα διλήμματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δύο δεκαετίες μετά την υιοθέτηση της ΟΝΕ. Επίσης τα κεφάλαια 4 και 5 καθώς επίσης και οι εκτενείς σημειώσεις τέλους των δύο αυτών κεφαλαίων και του κεφαλαίου 6. Σε άλλα κεφάλαια του ίδιου βιβλίου και κυρίως του 4 γίνεται προσπάθεια να γίνει κατανοητή η αξίωση και το εγχείρημα της πολιτικής ενοποίησης υπό το πρίσμα της πορείας της Ευρώπης και του κόσμου τους Νέους Χρόνους. Η ανάλυση εξετάζει κεντρικά ζητήματα της πολιτικής θεωρίας του διεθνούς συστήματος και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης για ζητήματα όπως η μετάβαση από τον μοντερνισμό στον μεταμοντερνισμό, την θέση των ιδεολογικών συζητήσεων στην διεθνή και ευρωπαϊκή πολιτική και την μεταπολεμική περίοδο ως κομβική ιστορική φάση που συμπίπτει με την αλλαγή των διεθνών συσχετισμών και της θέσης των ευρωπαϊκών κρατών. Το κεφάλαιο 6 και οι σημειώσεις τέλους που το συνοδεύουν βασικά αποκρυσταλλώνουν χιλιάδες άλλες μεταγενέστερες αναλύσεις για την ευρωπαϊκή πολιτική. Κεντρικό και αξονικό ζήτημα είναι η συγκριτική ανάλυση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ως ενός εγχειρήματος που αναπτύχθηκε παράλληλα με την κρατοκεντρική θεμελίωση του διεθνούς συστήματος τους τελευταίους αιώνες και την επικύρωση της κρατικής κυριαρχίας ως του καθεστώτος του διεθνούς συστήματος το 1945 στον ΟΗΕ.
Προσεγγίζοντας την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με αυτό τον τρόπο επιχειρείται μια ανάλυση στη αιχμή τόσο της επιστημονικής μελέτης του φαινομένου αυτού όσο και στην αιχμή των εξελίξεων στα πεδία της λειτουργίας και των αποφάσεων της ΕΕ. Πιο συγκεκριμένα, ένα τέταρτο του αιώνα μετά την υιοθέτηση της ΟΝΕ και πάνω από μισό αιώνα μετά την έναρξη του εγχειρήματος της ολοκλήρωσης η ΕΕ βρίσκεται στο μεταίχμιο είτε μιας θεμελιακής ανασύνταξής της σύμφωνα με την φύση της όπως διαμορφώθηκε μετά το 1957 είτε μιας ακόμη εντονότερης κρίσης με απρόβλεπτες συνέπειες. Έτσι προσεγγίζοντας το φαινόμενο της ολοκλήρωσης επιχειρείται, επιπλέον, να γίνει κατανοητή
· η διαλεκτική σχέση υπερεθνικών δομών και κρατικών δομών,
· διακυβερνητικής σχέσης και ανάπτυξης των υπερεθνικών κανονιστικών ρυθμίσεων και
· τα συναφή ζητήματα διανεμητικής δικαιοσύνης, δημοκρατικής συγκρότησης / άσκησης λαϊκής κυριαρχίας και εντάσεων που δημιούργησε η νομισματική ενοποίηση σε ένα κοινωνικοπολιτικά διαφοροποιημένο ευρωπαϊκό χώρο.
Το μάθημα θα αρχίζει κανονικά στις ώρες που ορίστηκαν, θα συνεχίζει χωρίς διάλειμμα. Προς το τέλος θα έχουμε πρόοδο για όσους φοιτητές επιθυμούν να συμμετάσχουν. Η πρόοδος θα είναι μια ερώτηση κρίσεως που θα απαντηθεί με συντομία εντός δέκα λεπτών και που θα αφορά το αντικείμενο που διδάχθηκε την προηγούμενη ώρα. Απαιτούνται 17 πρόοδοι. Όσοι αργήσουν πέραν των δέκα λεπτών δεν θα συμμετάσχουν στην πρόοδο.
Συμμετοχή απαιτεί προετοιμασία. Το βιβλίο που διανεμήθηκε στους φοιτητές, τα αναρτημένα κείμενα και οι παραπομπές σε βιβλία που οι φοιτητές έχουν ήδη διδαχθεί. Οι διδάσκοντες θα ερωτούν και θα επιχειρήσουν να συνεκτιμήσουν την επάρκεια της προετοιμασίας των φοιτητών σε συνάρτηση με την πρόοδο.
Μαθήματα 1 και 2. ΑΦΕΤΗΡΙΑΚΕΣ ΛΟΓΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΜΦΙΠΛΕΥΡΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΕΝ ΜΕΣΩ ΕΝΟΣ ΑΝΑΡΧΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΡΑΤΟΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ
· Τρίτη 15 Μαρτίου Ευαγόρου
o Εστίαση στις αναφορές που διακρίνουν διαφορές και τυχόν ομοιότητες με το υπόλοιπο διεθνές σύστημα, την εθνοκρατική διαφοροποίηση της Ευρώπης, τα ζητήματα που αυτό θέτει, τον τρόπο που συνδέονται μ την θεωρία ολοκλήρωσης και τα ρεύματά της, την σύνδεση των αφετηριακών λογικών. Θα γίνει αναφορά στο σύστημα ισορροπίας ισχύος στην Ευρώπη μέσα από μια μακροϊστορική προοπτική και θα συνδεθεί με θεωρία της ισορροπίας ισχύος που αφορά στη κατανόηση των διαχρονικών ευρωπαϊκών διλημμάτων και προβλημάτων άμυνας και ασφάλειας και τις αφετηριακές λογικές οι οποίες οδήγησε στην εκκίνηση συζητήσεων και τελικά του ενοποιητικού εγχειρήματος.
o Ανάρτηση αρ. 1β και οι παραπομπές στην αρχή του κειμένου της ανάρτησης αυτής σε άλλες αναλύσεις.
o Ανάρτηση αρ. 8
· Πέμπτη 17 Μαρτίου Τσιριγώτης / Ήφαιστος.
o Συνέχεια της ανάλυσης της 15ης Μαρτίου με έμφαση την μετάβαση από την ύστερη φάση του μοντερνισμού στις αφετηρίες της ολοκλήρωσης.
o Ανάρτηση αρ. 1β και αρ. 12 συν τις αναφορές σε άλλα κείμενα σε αυτές τις αναρτήσεις
Μαθήματα 5, 6 και 7. Φυσιογνωμία της ΕΕ, χαρακτηριστικά, λειτουργίες προσανατολισμοί. Μέσα από την Εταιρική versus κοινωνιοκεντρική ολοκλήρωση. Gesellschaft versus Gemeinschaft ή Gemeinschaft plus Gesellschaft. Κατανόηση των κυμάνσεων της κοινοτικής μεθόδου και τον τρόπο που εξελίχθηκαν τα πράγματα μετά το 1966
· Τρίτη 22 Μαρτίου (Ευαγόρου / Ήφαιστος)
· Συγκριτική παρουσίαση των θεωριών ολοκλήρωσης και συνάρτηση και σύγκριση της εταιρικής / κοινωνιοκεντρικής θεώρησης και αναφορά στην καμπή του 1966 (Συμβιβασμός του Λουξεμβούργου)
o Ανάρτηση αρ. 1γ συν τις παραπομπές στην αρχή του κειμένου της ανάρτησης αυτής
· Πέμπτη 24 Μαρτίου (Τσιριγώτης / Ήφαιστος)
· Μελετάται σε συνάρτηση με την ανάρτηση 1γ και την ανάρτηση αρ. 7 «ηθική στο διεθνές σύστημα».
o επίσης με το κεφ. 6.4 βιβλίο Π. Ήφαιστος, Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης,
o το κεφ. 14 του βιβλίου Κοσμοθεωρητική ετερότητα και αξιώσεις πολιτικής κυριαρχίας ιδ. σελ. 315 ένθεν και ένθεν,
o το αναρτημένο δοκίμιο αρ. 7 «Ηθική στο διεθνές σύστημα»,
o το αναρτημένο δοκίμιο αρ. 5 «Ευρωπαϊκή Κοσμοθεωρία»
· Τρίτη 29 Μαρτίου (Ευαγόρου / Ήφαιστος)
o Συνέχεια του μαθήματος της 24 Μαρτίου με τις αναφορές που έγιναν για το μάθημα αυτό. Έμφαση στην ανάλυση του spillover ιδ. την θεωρία της εξωτερίκευσης για την πολιτικοποίηση και εκχύλιση στα πεδία της υψηλής πολιτικής (σελ. 245 ένθεν και ένθεν του βιβλίου Π. Ήφαιστος «Θεωρία Διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης»)
Όπως προχωράμε με νέες ανακοινώσεις θα ορίζονται τα πεδία και οι διδάσκοντες κάθε μαθήματος
------------------------------
Κύριος σκοπός του μαθήματος είναι να κατανοήσουν οι φοιτητές τα σύνθετα και αλληλένδετα ζητήματα που αφορούν την σχέση μεταξύ άμυνας και ασφάλειας και της θεσμικής και πολιτικής ανάπτυξης της Ευρώπης προς την κατεύθυνση της πολιτικής ενοποίησης. Πρωτίστως το τι σημαίνει πολιτική ενοποίηση στα πεδία της υψηλής πολιτικής (βλ. διαφάνεια). Τι σημαίνει να συγκροτηθούν πολλά κράτη μιας περιφέρειας ή και όλου του πλανήτη σε μια ενιαία πολιτική οντότητα. Το ζήτημα αυτό συναρτάται με την συγκρότηση και συγκράτηση μιας πολιτικής οντότητας. Αφορά, μεταξύ άλλων, τις πολιτικοανθρωπολογικές προϋποθέσεις, την διανεμητική δικαιοσύνη, την πολιτική ηθική που την νομιμοποιεί και τις συναρτημένες με αυτά κανονιστικές δομές. Αφορά την πολιτική ένωση μελών εθνών διαφορετικών πολιτικών παραδόσεων και ιστορικών διαδρομών.
Οριογραμμές και σχοινοβασίες πάνω στα λεπτά σύνορα μεταξύ
ωφελιμιστικής ολοκλήρωσης και αξιώσεων πολιτικής ολοκλήρωσης
Υψηλή – Χαμηλή Πολιτική κατά Lindberg / Scheingold (1970) / Morgan
Τομείς χαμηλής πολιτικής υλιστικού και ωφελιμιστικού χαρακτήρα
1. Τελωνιακή Ένωση
2. Εμπορικές σχέσεις με τρίτα κράτη
3. Κοινές Πολιτικές στα καταναλωτικά πεδία
επικίνδυνο “πέρασμα”
αρνητική ολοκλήρωση
ναρκοπέδιο πολιτικών και φιλοσοφικών ερωτημάτων
πολιτική νομιμοποίηση αποφάσεων μεγάλου διανεμητικού χαρακτήρα
δημοκρατικό έλλειμμα
στρατηγικά ζητήματα
ανθρωπολογική ολοκλήρωση
επικίνδυνο “πέρασμα”
αρνητική ολοκλήρωση
Τομείς Υψηλής πολιτικής που συνιστούν, βασικά, προϋποθέσεις Πολιτικής Ένωσης
1. Πολιτικοστρατηγικά ζητήματα στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας και της άσκησης εξωτερικής πολιτικής
2. Διπλωματία
3. Πολιτική ταύτιση / κοινή κουλτούρα / Ανθρωπολογική ολοκλήρωση ανάλογη και αντίστοιχη κάθε εθνοκράτους
4. Δημόσια τάξη και ασφάλεια
5. Οικονομική και στρατιωτική ασφάλεια
6. Μακροοικονομικές αποφάσεις
Παράλληλα με άλλα μαθήματα για την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και την σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία η διδασκαλία θα εμβαθύνει με πιο στοχευμένο τρόπο στην εξέταση των βαθύτερων ιστορικοπολιτικών και στρατηγικών αιτίων που οδήγησαν στο εγχείρημα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Τα στρατηγικά, πολιτικά, οικονομικά και θεσμικά ζητήματα που συζητήσαμε στο μάθημα «Διπλωματία και Στρατηγική των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων» θα τα δούμε ξανά και εκλεκτικά υπό ένα νέο πρίσμα και με ισχυρότερη θεωρητική θέαση. Θα αποτελέσουν τον άξονα της διδασκαλίας για να μπορέσουμε, σε ένα προχωρημένο εξάμηνο, να εμβαθύνουμε στα σημαντικότερα ζητήματα της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης, καθώς επίσης και στον τρόπο που τίθεται η άμυνα, η ασφάλεια και η διπλωματία.
Στο επίκεντρο μιας τέτοιας προσέγγισης θα βρίσκονται διαρκώς ζητήματα πολιτικής θεωρίας που αφορούν την πολιτική ενοποίηση και που σχετίζονται με την σύνθεση της πολιτικής ανθρωπολογίας της Ευρώπης εξήντα χρόνια μετά την έναρξη του εγχειρήματος, τον ρόλο της ισχύος και την προσπάθεια υπερεθνικής θέσμισής της, τα συμφέροντα των κύριων δρώντων αλλά και κάθε κράτους συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, την φυσιογνωμία των υπερεθνικών θεσμών υπό το φως μάλιστα της σημερινής κρίσης και τις ιδιομορφίες του συστήματος λήψεως αποφάσεων της ΕΕ όπως εξελίσσονται και όπως διαμορφώνονται υπό συνθήκες ραγδαίων ανακατατάξεων στα πεδία της στρατηγικής, της κρατικής πολιτικής, των θεσμών και της οικονομίας. Θα μας απασχολήσουν, επίσης, τα κλασικά ζητήματα αιτιών πολέμου της διεθνούς πολιτικής όπως η άνιση ανάπτυξη και τα διλήμματα ασφαλείας.
Η έμφαση θα δοθεί στις διαμορφωτικές δεκαετίες του 1990,2000 και στην συντρέχουσα κρίση στους τομείς των χρηματοοικονομικών ρυθμίσεων, των θεσμικών σχέσεων, των πολιτικών σχέσεων και του τρόπου που εξελίχθηκαν οι στρατηγικές σχέσεις των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων.
Θα θέλαμε να διαβάσατε προσεκτικά τα κείμενα που σας προτείνουμε για να κατανοήσετε την δύναμη της θεωρίας και την διαχρονικότητα των πορισμάτων τα οποία παρά το ότι μερικά κείμενα γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια ερμηνεύουν με μαθηματική σχεδόν ακρίβεια τα συντρέχοντα γεγονότα αλλά και τα επερχόμενα. Αυτό δεν οφείλεται σε κανένα άλλο λόγο παρά μόνο στο γεγονός ότι μεριμνούμε ούτως ώστε οι αναλύσεις και η διδασκαλία να είναι αυστηρά περιγραφική και αξιολογικά ελεύθερη. Δηλαδή, στερημένη ιδεολογικών, προπαγανδιστικών και προσωπικών γνωμών ή επιθυμιών. Μόνο η καλή θεωρία θα σας βοηθήσει να εμπεδώσετε γνώσεις κοινωνικοπρακτικά χρήσιμες και πολιτικά ορθολογιστικές.
Οι φοιτητές καλούνται να μελετήσουν από τις πρώτες μέρες του εξαμήνου επιμελώς τα κείμενα που τους προτείνουμε. Μερικά τα έχουν, άλλα είναι αναρτημένα και το σύγγραμμα που υποχρεωτικά δηλώνουμε υποθέτουμε ότι σύντομα θα είναι στα χέρια σας.
Θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε ότι όπως κινήστε ανοδικά στο έτος σπουδών σας και αφού έχετε ήδη αποκτήσει επαρκείς γνώσεις σε πολλά αλληλένδετα γνωστικά πεδία, το μάθημα αυτό όπως και άλλα των προχωρημένων εξαμήνων είναι γνωσιακά πολύ απαιτητικό. Παροτρύνονται οι φοιτητές να προσέρχονται στην αίθουσα διδασκαλίας και να συμμετέχουν με σχόλια και ερωτήματα. Υπογραμμίζουμε την μελέτη κατά την διάρκεια του εξαμήνου και την συστηματική συμμετοχή στην διδασκαλία ως αναγκαίες προϋποθέσεις να επιτύχετε.
Το γνωστικό πεδίο του μαθήματος είναι εξαιρετικά απαιτητικό. Είναι βασικά πολιτική θεωρία του διεθνούς συστήματος, με την έννοια ότι διακριτά εθνοκρατικά συστήματα καλούνται να συγκροτηθούν ως ενιαία κοινωνική, πολιτική και νομική οντότητα.
Η δήλωση συγγραμμάτων για το φετινό εξάμηνο έχει ως εξής: Π. Ήφαιστος, Κοσμοθεωρία των Εθνών, συγκρότηση και συγκράτηση των κρατών, της Ευρώπης και του κόσμου (Εκδόσεις Ποιότητα). Το κεφάλαιο 6 και οι εκτενείς σημειώσεις τέλους είναι ο πυρήνας όσον αφορά την ΕΕ.
Το έκτο κεφάλαιο επεξεργασμένο και συντομώτερο είναι αναρτημένο ως Π. Ήφαιστος, Ευρωπαϊκή "Ένωση": Εθνοκρατοκεντρική συγκρότηση ανεξαρτήτων εθνών ή υπερκρατικής δεσποτεία; http://wp.me/p3OqMa-18Q
Είναι περιττό εν μέσω κρίσεως εάν τονίσουμε την σημασία αξονικών ζητημάτων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης οποία από μια αξιολογικά ελεύθερη προσέγγιση είναι εξαιρετικά προκλητική.
Θέλουμε τους φοιτητές να κατανοήσουν τα αξονικά ζητήματα, να τα συνδέσουν με την θεωρία και να τα φωτίσουν με την διεθνή και ευρωπαϊκή εμπειρία.
Η υποχρεωτική δήλωση συγγραμμάτων η οποία λόγω περικοπών επανήλθε στο ένα μόνο βιβλίο, δεν είναι περιοριστική. Τα ζητήματα που διδάσκονται στο πρόγραμμα σπουδών απαιτούν συνδυαστική μελέτη σύνθετων και αλληλένδετων γνωστικών πεδίων τα οποία δεν είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνονται όλα σε ένα μόνο βιβλίο.
Γι’ αυτό, στην βιβλιογραφία συμπεριλαμβάνονται όλα τα βιβλία τα οποία το πανεπιστήμιο έχει προμηθεύσει στους φοιτητές σε παρελθόντα έτη ή στο ίδιο εξάμηνο, βιβλία τα οποία βρίσκονται στην βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου και αναρτημένα κείμενα στα οποία θα παραπέμπουμε.
Σε κάθε περίπτωση, η διδασκαλία θα καλύψει σφαιρικά και περιεκτικά όλο το γνωστικό πεδίο όπως ορίζεται στο πρόγραμμα σπουδών και ο τελικός έλεγχος γνώσεων θα στηριχθεί σε αυτή.
Για τον τρόπο διεξαγωγής του μαθήματος θα γίνει ανακοίνωση αφού το συζητήσουμε στην αίθουσα διδασκαλίας.
Οι φοιτητές καλούνται να αναζητήσουν και να μελετήσουν και τα εξής κείμενα ή οποιαδήποτε άλλα σχετίζονται με τα γνωστικά πεδία που διδάσκονται.
· Το περιεχόμενο του βιβλίου Διπλωματία και στρατηγική των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Γερμανία το έχετε διδαχθεί και όπως είναι λογικό θα θεωρηθεί ότι γνωστικά το κατέχετε. Όσοι νομίζουν ότι πρέπει να θυμηθούν κάποια πράγματα καλά κάνουν να το μελετήσου ξανά. Το βιβλίο αυτό θα βρίσκετε πάνω στο ίδιο τραπέζι του δηλωθέντος συγγράμματος και θα συνιστούσαμε μέχρι να προμηθευτείτε το κύριο σύγγραμμα να το αρχίσετε να το μελετάτε ξανά, ιδιαίτερα το κεφάλαιο 6.
· Κ. Αρβανιτόπουλος / Π. Ήφαιστος, Ευρωατλαντικές σχέσεις (Εκδόσεις Ποιότητα) κεφ. 1. Στο πρώτο κεφάλαιο βρίσκονται αναλυμένα σε έκταση τα ιστορικοστρατηγικά ζητήματα τα οποία θα επιχειρηθεί να εξετάσουμε ήδη από τα πρώτα μαθήματα.
Π. Ήφαιστος, Θεωρία διεθνούς και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης (Εκδόσεις Ποιότητα), ιδιαίτερα τα κεφάλαια που αφορούν τις έννοιες Gesselschaft - Geimenschaft
· Π. Ήφαιστος, Κοσμοθεωρία των Εθνών συγκρότηση και συγκράτηση των κρατών, της Ευρώπης και του κόσμου (Εκδόσεις Ποιότητα 2009). Το κεφάλαιο 6 αυτό του βιβλίου και οι σημειώσεις τέλους που ανήκουν σε αυτό το κεφάλαιο είναι συμπληρωματική ανάλυση του δηλωθέντος συγγράμματος. Όσοι δεν το έχετε παρακαλώ να το αναζητήσετε στην βιβλιοθήκη.
· Τα δοκίμια που είναι αναρτημένα στην ιστοσελίδα του Π. ¨Ηφαιστου www.ifestosedu.gr
o ►Το Θολό Ιδεολογικό Βασίλειο Της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης
o ►"Πλανητικοποίηση Και Το Ζήτημα Της Διεθνούς Και Ευρωπαϊκής Διακυβέρνησης.
o ►ΟΝΕ: Πολιτικοστρατηγικές παράμετροι
o ►ΕΕ, ΟΝΕ και η προαναγγελθείσα κρίση
o ►Περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη;
o ►ΕΕ: Στρατηγικές σεισμικές πλάκες http://www.ifestosedu.gr/111SEUstrategicIssues.htm. Εδώ, υπογραμμίζουμε, γίνεται μια σύντομη ολιστική ανάλυση των μεταψυχροπολεμικών τάσεων και τονίζεται η Βρετανική στρατηγική. Στην ίδια σελίδα είναι αναρτημένος και σχολιασμένος ένας σημαντικός λόγος για την Ευρώπη του Βρετανού πρωθυπουργού.
o Καλείστε επίσης να διαβάσετε προσεκτικά τρία αναρτημένα κείμενα ►ΟΝΕ-Ελλάδα: Τρεις έγκαιρες προειδοποιήσεις (http://www.ifestosedu.gr/111ONEGreeceWarning.htm) για να γίνει επακριβώς κατανοητή η εμπράγματη σημασία των αναλύσεων του μαθήματος αυτού αλλά και άλλων συγγενών που διδάσκονται στο πρόγραμμα σπουδών. Εύκολα θα γίνει αντιληπτό αντιληπτός ο τρόπος με τον οποίο η προσφερόμενη γνώση οδηγεί σε θέσεις για πιο ορθολογιστικές στρατηγικές, στο διπλωματικό, οικονομικό και θεσμικό επίπεδο. Με νόημα λέμε: Όταν δεν οι κρατικές αποφάσεις δεν διέπονται από πολιτικό ορθολογισμό το κόστος για την κοινωνία είναι δυσβάστακτο. Τα μικρά κείμενα είναι ενδεικτικά. Στις αναλύσεις που σας προτείνουμε θα διαπιστώσετε ότι τα ζητήματα αυτά αναλύθηκαν έγκαιρα, υπό ιεραρχημένο θεωρητικό πρίσμα και με βλέμμα την εμπράγματη σημασία τους για την Ευρώπη και για την Ελλάδα. Καθιστούν επίσης κατανοητό ότι η ερμηνεία διαχρονικών και σύγχρονων γεγονότων δεν συναρτάται με γνώμες και ιδεολογικές θέσεις αλλά, μεταξύ άλλων, με κατανόηση των δομών, της φυσιογνωμίας τους και των λειτουργιών τους, των σκοπιμοτήτων των εμπλεκομένων κρατών, των προβλημάτων και προοπτικών και την σημασία της πολιτικά ορθολογικής θέσμισης της ισχύος διανεμητικών προεκτάσεων και τις διαφορές ενδοκρατικού και διακρατικού επιπέδου ακόμη και στον πλέον θεσμισμένο διακρατικό χώρο, αυτό της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η ευημερία μιας κοινωνίας δεν διασφαλίζεται εάν δεν εμπεδωθεί η γνώση σε όλα τα επίπεδα και εάν στα πανεπιστήμια οι φοιτητές που στην συνέχεια εισέρχονται στο κοινωνικοπολιτικό σύστημα δεν φροντίζουν να αποκτήσουν τα μέσα που θα τους καταστήσει ορθολογιστές πολίτες, δημοσιογράφους, επιχειρηματίες, πολιτικούς ή μέλη ελληνικών και διεθνών θεσμών.
Καλείστε να προσέρχεστε στην διδασκαλία, να μελετάτε έγκαιρα και να συζητάτε κριτικά και διεισδυτικά με τους διδάσκοντες. Να ανατρέχετε σε όσα κείμενα κρίνετε αναγκαία για την συμπλήρωση της γνώσης σας και να επικοινωνείτε με τους διδάσκοντες για οτιδήποτε ζήτημα μπορεί να σας βοηθήσει να εκπληρωθούν οι σκοποί του μαθήματος. Συμπληρωματικές πληροφορίες και παραπομπές θα γίνονται κατά την διάρκεια της διδασκαλίας και ενδεχομένως θα αναρτώνται και στο παρόν.
Θεωρία εξωτερίκευσης (externalization hypothesis)
Στην αναζήτηση εναλλακτικών επιλογών στο πλαίσιο της διαδικασίας εκχείλισης, συνεχίζει το επιχείρημα, οι πολιτικοί δρώντες θα αναζητούν τη θεσμική εκείνη ρύθμιση η οποία θα ικανοποιήσει τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή των προσδοκιών τους. Στη συνέχεια, οι προσπάθειές τους θα επικεντρωθούν στη θωράκιση του περιφερειακού θεσμού από εξωτερικές επιρροές με την υιοθέτηση ένα συστήματος αυτοσυντηρούμενου θεσμικού πλαισίου. Οι επόμενες δύο κεντρικές υποθέσεις του Philippe Schmitter, ουσιαστικά οι μόνες οι οποίες προχώρησαν σε τολμηρές προβλέψεις για τις πολιτικές και εξωτερικές επιπτώσεις της ολοκλήρωσης, είναι η «υπόθεση της πολιτικοποίησης» και η «υπόθεση της εξωτερίκευσης». Η υπόθεση της πολιτικοποίησης στηρίζεται στη θέση πως η διαδικασία εκχείλισης έχει σωρευτική τάση καθώς τείνει να συμπεριλάβει ολοένα και περισσότερους πολιτικούς παράγοντες σε ένα ολοένα διευρυνόμενο πλαίσιο επιλογών και σε ένα διαρκώς αυξανόμενο πλαίσιο κοινών διαδικασιών λήψεως αποφάσεων:
«Η πολιτικοποίηση, επομένως, αρχικά αναφέρεται σε μια διαδικασία όπου τα αμφιλεγόμενα ζητήματα της διαδικασίας κοινής λήψης αποφάσεων θα αυξάνονται. Αυτό στη συνέχεια θα οδηγεί στην αύξηση του ακροατηρίου και της συμμετοχής των ομάδων συμφερόντων που αφορά η διαδικασία ολοκλήρωσης. Κάπου στη διαδικασία αυτή, θα λαμβάνει χώρα επαναπροσδιορισμός των σκοπών. Αυτό το αποτέλεσμα δυνατό να σημαίνει ή να μη σημαίνει συνειδητή και τελεσίδικη μετατόπιση προς τομείς ολοκλήρωσης πολιτικού χαρακτήρα. Μπορεί να συμπεριλαμβάνει απλώς κοινή αναγνώριση ότι οι αρχικοί σκοποί εκπληρώθηκαν, ξεπεράστηκαν ή κατέστησαν άσχετοι και ότι είναι ανάγκη να τεθούν νέοι στόχοι που απαιτούν ανοδική πορεία είτε του σκοπού είτε του επιπέδου ολοκλήρωσης. Τελικά, κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει πως με δεδομένα τα πιο πάνω, θα υπάρξει μετατόπιση προσδοκιών, πίστης-νομιμοφροσύνης και αφοσίωσης σε ένα νέο περιφερειακό κέντρο».
Η «υπόθεση της εξωτερίκευσης» είναι ίσως η πιο τολμηρή διατύπωση των νεολειτουργιστών. Όπως υποστήριξε ο Schmitter, από τη στιγμή που θα λάμβανε χώρα συμφωνία στο περιφερειακό επίπεδο ως προς ένα φάσμα επιλογών και θα ετίθετο σε λειτουργία με τρόπο που θα είχε επιπτώσεις στις σχέσεις μεταξύ των μελών, οι συμμετέχοντες στη διαδικασία ολοκλήρωσης θα ήταν υποχρεωμένοι, ανεξάρτητα από την αρχική τους επιλογή, να υιοθετήσουν κοινές επιλογές απέναντι στους τρίτους. Ένα βασικό κίνητρο σε αυτή τη διαδικασία εξωτερίκευσης της ολοκλήρωσης είναι η αύξηση της συλλογικής και εθνικής διαπραγματευτικής ισχύος. Αυτό, συνεχίζει ο συλλογισμός, θα οδηγήσει στην υιοθέτηση κοινής εξωτερικής πολιτικής ανεξάρτητα από τον αρχικό σκοπό. Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να αποκλείεται και αρνητική ολοκλήρωση, δηλαδή αποκλίσεις και διαφορές που δεν θα επιτρέψουν κοινή θέση και ταυτόχρονα θα χειροτερεύσουν τις σχέσεις μεταξύ των μελών.
Σχηματική παράθεση τομέων και αλληλοεπιδράσεων
Το παρόν θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του πανεπιστημίου και στην ιστοσελίδα www.ifestosedu.gr όπου και θα ενημερώνεται διαρκώς κατά την διάρκεια του εξαμήνου.
Συναφή άρθρα
►ΗΘΙΚΗ και ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑ, Η μη θεσπισμένη ισχύς στην διεθνή πολιτική. Πολιτική θεολογία versus πολιτική θεωρία και η σημασία της αξιολογικά ελεύθερης περιγραφής και ερμηνείας των διεθνών φαινομένων - http://wp.me/p3OlPy-1bH - http://wp.me/p3OqMa-13c
►Π. Ήφαιστος, ΟΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΣΕΙΣΜΙΚΕΣ ΠΛΑΚΕΣ ΣΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΗΣ ΕΕ, Η ΒΡΕΤΑΝΙΑ, ΟΙ ΠΛΑΝΗΤΙΚΕΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΙΣΧΥΡΑ ΚΡΑΤΗ http://wp.me/p3OqMa-14d
►Περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη http://www.ifestosedu.gr/111idkaramanlidimokratia.htm
►Αναζητώντας Μια Ευρωπαϊκή Κοσμοθεωρία - ►Αναζητώντας Μια Ευρωπαϊκή Κοσμοθεωρία
►Το Θολό Ιδεολογικό Βασίλειο Της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης - http://www.ifestosedu.gr/85EurWorldGovernance.htm
►The Big European states’s strategic cultures http://www.ifestosedu.gr/130big_european_states.htm
► Οι προοπτικές της Ευρώπης στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας και της στρατηγικής http://wp.me/p3OlPy-JB
Αποσπάσματα
Σελ. 349-351.
«….. Πόσο το κεκτημένο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης έχει μετριάσει ή εξαλείψει την διεθνή αναρχία στον ευρωπαϊκό χώρο; Έχει οριστικά και ανεπίστροφα εξαλειφτεί το πρόβλημα της άνισης ανάπτυξης και των διλημμάτων ασφαλείας από τον ευρωπαϊκό χώρο; Στο ίδιο πλαίσιο, η ΟΝΕ σηματοδοτεί προσπάθειες προς τη κατεύθυνση εξάλειψης ή επανεμφάνισης του προβλήματος της άνισης ανάπτυξης; Αν το έθνος-κράτος παραμένει η κυρίαρχη συλλογική οντότητα των διακρατικών σχέσεων της Ευρώπης τι σημασία έχει αυτό για την λειτουργικότητα ή ακόμη και την βιωσιμότητα του μοντέλου της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης και της οικονομικής αλληλεξάρτησης; Ιστορικά, είναι θεμελιωμένο πως υπερεθνικές ή υπερκρατικές[30] διοικητικές κατασκευές μεγάλης εσωτερικής κοσμοθεωρητικής ετερότητας είναι ευάλωτες στις δομικές και ενδογενείς οικονομικές και ιδεολογικές αναταράξεις και ανακατανομές (βλ. Waltz 2000, σ. 14-5). Οι ανακατανομές δυνατό να σχετίζονται τόσο με ζητήματα αναδιανεμητικής δικαιοσύνης όσο και γενικότερα άνισης ανάπτυξης που τρέφουν ή αναβιώνουν τις διαφορές λόγω κοσμοθεωρητικής ετερότητας.
Καίρια ζητήματα υψηλής πολιτικής όπως το «γερμανικό ζήτημα», η άμυνα, η ασφάλεια και η διπλωματία θα τα διατρέξουμε στη συνέχεια. Εμβόλιμα, πάντως, θα μπορούσαμε να συνδέσουμε τους συλλογισμούς του Hedley Bull με την Οικονομική και Νομισματική Ενοποίηση (ΟΝΕ) η οποία αν και ωφελιμιστικών παραδοχών συνιστά εν τούτοις ζήτημα υψηλής πολιτικής με την κλασική έννοια του όρου[31]. Ποιο μπροστά, ήδη διερωτηθήκαμε κατά πόσο η ΟΝΕ σηματοδοτεί προσπάθειες προς τη κατεύθυνση εξάλειψης ή επανεμφάνισης του προβλήματος της άνισης ανάπτυξης. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι απλή, ευθύγραμμη και παραπέμπει σε θεμελιώσεις που αποτελούν κοινό τόπο στη θεωρία διεθνών σχέσεων (βλ. κεφ. 15 πιο πάνω). Εάν η λειτουργία της ΟΝΕ αναπτύσσεται στο πλαίσιο επιλογών ισόρροπης οικονομικής, πολιτικής και θεσμικής ανάπτυξης σ’ ολόκληρη την εδαφική περιοχή που καλύπτει η ΕΕ στη βάση φιλοσοφικών κριτηρίων και οικονομικών επιλογών αντίστοιχων με αυτά του κράτους (δηλαδή, αδιακρίτως εθνικών-κρατικών «το γενικό συμφέρον προηγείται του συμφέροντος του μέρους»), τότε, έστω και αργά και σταδιακά το πρόβλημα της άνισης ανάπτυξης θα αντιμετωπίζεται (αυτό, εξάλλου, συνιστά και την αφετηριακή φιλοσοφία του «κοινοτισμού» που οδηγεί στην ολοκλήρωση[32]). Αν αντίθετα η ΟΝΕ, δεν συνοδεύεται από Πολιτική Ένωση, νομοθετικές εξουσίες ανάλογες της εμβέλειας του εγχειρήματος και κοσμοθεωρητικές παραδοχές με προεκτάσεις στις κοινωνίες των κρατών-μελών (και όχι μόνο μεταξύ των ελίτ) το εγχείρημα της εξουδετέρωσης των άμεσων κοινωνικών ελέγχων και εξισορροπήσεων τρέφει την άνιση ανάπτυξη και τα διλήμματα ασφαλείας. Αυτό θα είναι πολύ έντονου χαρακτήρα αν οι συνθήκες «πανευρωπαϊκού οικονομικού ανταγωνισμού» άνευ άμεσων κοινωνικών ελέγχων που δημιουργεί η ΟΝΕ δεν συνοδεύονται από τα ψίχουλα παρηγοριάς που προσφέρουν τα ταμεία σύγκλισης. Η διαφωνία ως προς αυτή τη θέση μπορεί να αφορά μόνο θεμελιώδεις πτυχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης: Είναι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ένα σύστημα το οποίο με μέσο τον πανευρωπαϊκό κοινοτισμό και την πανευρωπαϊκή αλληλεγγύη επιλύει το πρόβλημα της άνισης ανάπτυξης και προωθεί την δημιουργία μια πανευρωπαϊκής κοινωνίας που θα αντικαταστήσει ή θα συνυπάρχει με τα έθνη-κράτη; Ή, αντίστροφα, μήπως η αφετηριακή ολοκλήρωση οδήγησε σ’ ένα σύστημα βαθύτατης οικονομικής ολοκλήρωσης (το ανώτατο στάδιο της οποίας συμβολίζει η ΟΝΕ) στο οποίο θα ισχύει η αρχή της αυτοβοήθειας; Αν ισχύει το δεύτερο, τότε όχι μόνο τα αίτια πολέμου της άνισης ανάπτυξης δεν αντιμετωπίζονται αλλά επιπλέον εντείνονται επειδή οικοδομούν κοινωνικές αντιθέσεις στα θεμέλια της οικονομικής αλληλεξάρτησης που θα μπορούσαν, κάτω από συγκεκριμένες ενδο-ευρωπαϊκές και-ή εξω-ευρωπαϊκές περιστάσεις να την αντιστρέψουν από συνεργατική αλληλεξάρτηση σε συγκρουσιακή διαδικασία «ξεπλέγματος» και νέων ανακατανομών.
Οι συλλογισμοί που προηγήθηκαν θα μπορούσαν να συνοδευτούν με ζητήματα θέσης, ρόλου, ιεραρχίας και αξιώσεων ισχύος ή διευρύνσεως της ισχύος στο ευρωπαϊκό και ευρωατλαντικό διακρατικό σύστημα[33]. Ποια είναι όμως, η θέση ενός εκάστου έθνους-κράτους και της Ευρώπης συνολικότερα στον γεωπολιτικό ευρωατλαντικό σχηματισμό; ….»
Σελ. 380-385.
« …. Οι συσπειρώσεις αυτές, ήταν ο «εφιάλτης του Βίσμαρκ» αλλά όχι μόνον. Πριν το 1989, αν και ο φόβος αντιγερμανικών συμμαχιών έκανε πολύ προσεκτικούς, μεταξύ άλλων, τους Καγκελάριους Αντενάουερ και Κόλ (βλ. Joffe 1989, σ. 83), η Γερμανία, υποστηρίζεται, δεν ήταν πάντα επιτυχής στον να κατευνάζει τους αντιγερμανικούς φόβους των υπόλοιπων Ευρωπαίων (βλ. Horsley 1992, ιδ. σ. 229-240)[34]. Σημειώνεται ότι, το πρόβλημα των «αντιγερμανικών συσπειρώσεων» σχετίζεται με την άνιση ανάπτυξη και τα σχετικά κέρδη, δηλαδή, μεταξύ άλλων, τον φόβο ότι, οι άλλες πλευρές θα ευνοηθούν περισσότερο από την συνεργασία με αποτέλεσμα την αλλαγή των συσχετισμών ισχύος. Αυτό οδηγεί είτε σε αποχή από συνεργασία είτε έναρξη εξισορροπητικών στρατηγικών[35]. Δεύτερο, την σταθερότητα των θεσμών που συμβατικά θεωρείται ότι διεθνοποιούν τις επιλογές άμυνας και ασφάλειας της Γερμανίας, δηλαδή, πρωτίστως της Ατλαντικής Συμμαχίας[36] και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[37]. Τρίτο, η επιτυχία των προσπαθειών αντιμετώπισης της οικονομικής και νομισματικής αλληλεξάρτησης με την ΟΝΕ (βλ. Grieco 1995, 1996). Συναφώς, όπως θα διαπιστωθεί στην συνέχεια, ο στόχος των άλλων, και κυρίως της Γαλλίας, δεν ήταν η παραχώρηση κυριαρχίας σε υπερεθνικά όργανα αλλά η δημιουργία μηχανισμών που θα ελέγξουν τις συνέπειες της αυξανόμενης Γερμανικής οικονομικής ισχύος επί των δικών τους οικονομιών[38]. Εάν αυτός ο σκοπός δεν εκπληρωθεί ή εάν δημιουργήσει ανταγωνισμούς λόγω αντικειμενικών αντιφάσεων που εμπεριέχονται στο εγχείρημα αυτό[39], θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να υπάρξουν αποσταθεροποιητικές τάσεις. Τέταρτο, η σταθερότητα των θεσμικών και πολιτικών ισορροπιών στην Ευρώπη και οι παραστάσεις για τον ρόλο της Γερμανίας. Όπως τονίστηκε πιο πάνω, αυτές οι ισορροπίες συναρτώνται με τον ρόλο των ΗΠΑ στις Ευρωπαϊκές και Ευρασιατικές ισορροπίες και τα υποβόσκοντα διλήμματα ασφαλείας[40], καθώς και την προθυμία τους ή δυνατότητά τους να ασκήσουν «ηγεμονική σταθερότητα»[41].
Εάν τώρα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε στάσεις και παραδοχές της Μεγάλης Βρετανίας σε αναφορά με την στρατηγική των ΗΠΑ, παρατηρούμε πως το Λονδίνο, σταθερό στις μεταπολεμικές στρατηγικές επιλογές αλλά και σε κλασικές εξισορροπητικές προσεγγίσεις όσον αφορά την ηπειρωτική Ευρώπη (βλ. Ήφαιστος 2000α, κεφ. 4), σταθερά προσπάθησε να διατηρήσει την σημασία του ευρωατλαντικού χώρου και των θεσμών του και ταυτόχρονα να επηρεάσει υπέρ των εθνικών του συμφερόντων την κατανομή ισχύος στην Ευρασία[42]. Το Ηνωμένο Βασίλειο, πιστό στην παραδοσιακή Βρετανική πολιτική διατήρησης και ενίσχυσης του Ευρωατλαντικού χώρου και την προσήλωσή του στην διπλωματική παράδοση (Βλ. Witney 1994-95, ιδ. σ. 96-7) συμπεριφέρεται με τρόπο που δείχνει σταθερότητα και συνέπεια στις στρατηγικές του επιλογές: Μεταξύ άλλων, αυτό σημαίνει ότι διατηρεί τις βασικές γραμμές της εθνικής της στρατηγικής, κρατεί στάση αναμονής και κάνει μόνον προσεκτικά και αργά βήματα. Αυτό μεταφράζεται σε άρνηση περιπλανήσεων ως προς το στρατηγικό δόγμα[43], ενθάρρυνση προσεκτικών βημάτων προσέγγισης με την Γαλλία, ανάπτυξη ευρωπαϊκής ταυτότητας εντός του ΝΑΤΟ[44], συντηρητική στάση στο θέμα του ελέγχου των εξοπλισμών[45], και εμμονή στην θέση ότι η επιβίωση της Ατλαντικής συμμαχίας συνιστά ζωτικό βρετανικό συμφέρον[46]. Την δεκαετία του 1990, για παράδειγμα, είχαμε την πρώτη ουσιαστική συζήτηση μεταξύ Παρισιού-Λονδίνου στο θέμα των πυρηνικών. Η συνεργασία αυτή, χωρίς την παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας, αποτελούσε ανώδυνη και ανέξοδη σύγκλιση η οποία θα μπορούσε να αναπτυχθεί ανά πάσα στιγμή εάν απαιτηθεί να εξισορροπηθεί η Γερμανία. Σημειώνεται ότι η έναρξη του διαλόγου περί τα πυρηνικά μεταξύ των δύο χωρών άρχισε όταν ανήσυχοι λόγω βημάτων προς επανένωση της Γερμανίας οι ηγέτες της Γαλλίας και της Βρετανίας συναντήθηκαν και συμφώνησαν ότι πρέπει να κινηθούν για τον έλεγχο των εξελίξεων (στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε). Ενώ δεν συζητούνται θέματα κοινού ελέγχου ή κοινών στοχεύσεων, ανταλλάσσονται απόψεις για το στρατηγικό δόγμα και άλλα τεχνητά θέματα που φαίνεται ότι οι αντιπρόσωποι των δύο χωρών βρίσκουν χρήσιμο, εποικοδομητικό και πολιτικά επωφελές. Η συνεργασία Γαλλίας – Βρετανίας, εξάλλου, αποτελούσε διαδικασία πολιτικής νομιμοποίησης κατοχής πυρηνικών όπλων σε μια εποχή αυξανόμενης αμφισβήτησής τους. Θα μπορούσε να προστεθεί και το γεγονός πως η συνεργασία οφειλόταν και στην προσχώρηση, μερικώς τουλάχιστον, της Γαλλίας στις Βρετανικές θέσεις για την διατήρηση στενών σχέσεων με τις ΗΠΑ, ως συνέπεια παραχωρήσεων που έγιναν προς τη Γαλλία στα θέματα του πυρηνικού της αποτρεπτικού και της συμμετοχής σε διάφορες επιτροπές του ΝΑΤΟ (για ανάλυση αυτών των πτυχών, βλ. Croft St, 1996, σ. 778, Jay 1997, σ. 6&9, Debouzy O., 1997, σ. 327-30, Lellouche 1993, ιδ. σ. 122&130, Gordon 1996, σ. 134).
H διατήρηση ισχυρής θέσης και ρόλου στο διεθνές σύστημα συναρτάται από τους Βρετανούς ηγέτες με μια ισχυρή Ατλαντική Συμμαχία και μια στενή σχέση με τις ΗΠΑ. Γι’ αυτό, όσον αφορά την στρατηγική σύζευξη Αμερικής – Ευρώπης, η οποία ενσαρκώνεται με την Αμερικανική παρουσία στην Ευρασία και την Ατλαντική συμμαχία, διαφυλάττεται ως κόρη οφθαλμού και αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα της Βρετανικής εθνικής στρατηγικής[47]. Αυτό δεν εμποδίζει πρακτικές επιλογές, στο μέγιστο δυνατό βαθμό και στην μεγαλύτερη δυνατή ένταση, οι οποίες θα αξιοποιούν τις δυνατότητες των δύο κρατών σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο[48]. Πάντοτε, όμως, στο πλαίσιο της παραδοσιακής Βρετανικής στάσης, δηλαδή ότι θα ενισχύει και δεν θα αποδυναμώνει ή υποσκάπτει την Ατλαντική Συμμαχία. Όπως το είχε θέσει η Μάργκαρετ Θάτσερ: Οι Ευρωπαϊκές συνεργασίες και πρωτοβουλίες θα πρέπει να εντάσσονται σε «μια Ευρώπη που θα διαφυλάττει την Ατλαντική Κοινότητα, η οποία είναι η πιο ευγενής κληρονομιά μας και η μεγαλύτερή μας δύναμη» (Thatcher 1994, σ. 46). Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής λογικής, οι πρακτικές επιλογές, πρέπει να εντάσσονται πάντοτε σε διακυβερνητικά θεσμικά πλαίσια[49], και, είτε λαμβάνονται στο πλαίσιο της ΕΕ, είτε της ΔΕΕ ή σε άλλα διμερή πλαίσια, πρέπει να βρίσκονται σε αρμονία με την Ατλαντική Συμμαχία και να υπακούουν στην Ατλαντική γεωπολιτική και γεωστρατηγική λογική[50]. Βεβαίως, όσον αφορά το πυρηνικό αποτρεπτικό παρά την συζήτηση με τη Γαλλία σε διμερές επίπεδο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, παραμένει πλήρως και αμετάθετα εθνικό και ταυτόχρονα ενταγμένο στην Ατλαντική συμμαχία[51]: Για την Βρετανία, το ζήτημα δεν είναι η ολοκλήρωση, αλλά η πλήρης και ενεργή συμμετοχή ούτως ώστε να επηρεάζει τις αποφάσεις, να ενισχύει την διεθνή της θέση και να διαπραγματεύεται από πλεονεκτική θέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όπως γράφει ο Geoffrey Howe, παραφράζοντας τη γνωστή ρήση του Αρχιμήδη,
«το Ηνωμένο Βασίλειο, όπως και όλα τα άλλα μέλη, αποσκοπούν στο να ασκήσουν την επιρροή τους και να μεγιστοποιήσουν την ισχύ της κρατικής τους κυριαρχίας στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Θέλουμε να είμαστε μέσα και όχι έξω. Όχι να λειτουργούμε όπως η Αυστρία, η οποία για παράδειγμα, είναι υποχρεωμένη απλώς να αντιδρά στις αποφάσεις των δώδεκα. Το νόημα της συμμετοχής μας στην Κοινότητα προσανατολίστηκε προς την κατεύθυνση αύξησης της επιρροής μας με αυτό τον τρόπο. Συχνά χρησιμοποίησα τη ρήση του Αρχιμήδη δώσε μου γη να σταθώ και θα κινήσω τη γη. Για τη Βρετανία είναι ένα τέτοιο μέρος για να σταθεί» (Howe 1990, σ. 987).
Η Βρετανία, λοιπόν, ακόμη πιο έντονα απ’ ότι οι άλλες μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης, αξιώνει ρόλο και θέση ισχύος που της επιτρέπει να επηρεάζει την κατανομή ισχύος και συμφερόντων σε περιφερειακό τουλάχιστον επίπεδο. Αυτές οι στρατηγικές αξιώσεις ισχύος, υπενθυμίζεται, λαμβάνουν χώρα τη στιγμή που το προαναφερθέν σύστημα κοινοτικής διακυβέρνησης στους οικονομικούς τομείς έχει προσλάβει πρωτοφανείς για τις διακρατικές σχέσεις διαστάσεις. Με διαφορετικά λόγια: η συνύπαρξη εθνικής-κρατικής ετερότητας και του συστήματος συλλογικής διακυβέρνησης συνυπάρχει με στρατηγική ετερότητα που τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από παρελθούσες στάσεις, παραδοχές και συμπεριφορές.
Η προσέγγιση Γαλλίας-Βρετανίας στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και ο τρόπος που έγινε, συνιστά ακόμη μια επιβεβαίωση αυτών των στάσεων, παραδοχών και συμπεριφορών που εντάσσονται σε κλασικά πρότυπα διακρατικών εξισορροπήσεων. Καταρχήν, όπως ήδη σημειώθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο, η έναρξη διαλόγου Γαλλίας-Γερμανίας σχετιζόταν με την Γερμανική ενοποίηση και συνιστούσε, ουσιαστικά, κοινή εξισορροπητική στάση λόγω κοινών ανησυχιών για την αλλαγή κατανομής ισχύος στον Ευρωπαϊκό χώρο λόγω Γερμανικής επανένωσης[52]. Στο προηγούμενο κεφάλαιο, σημειώσαμε τους διαλόγους των ηγετών της Γαλλίας και της Βρετανίας, για να τονίσουμε το γεγονός πως ο κυριότερος στόχος αυτής της προσέγγισης, ήταν να ενισχυθεί η θέση των δύο χωρών στην Ευρώπη και στο διεθνές σύστημα ενόψει της Γερμανικής επανένωσης. Όπως έγραψε ο Pierre Lellouche, σύμβουλος του Ζάκ Σιράκ, η Γαλλία ήταν από τους χαμένους του τερματισμού του ψυχρού πολέμου. Αυτό, στον βαθμό που στο παρελθόν είχε καθαρό όφελος από την διαίρεση της Γερμανίας και της ύπαρξης μιας ισχυρής Ατλαντικής Συμμαχίας από οποία ενώ αποκόμιζε οφέλη δεν υπόκειτο το κόστος της αυστηρής πειθαρχίας πλήρους συμμετοχής(βλ. Lellouche 1993, ιδ. σ. 121&130.). «Για μια ακόμη φορά στην ιστορία», συνεχίζει,
«η Ευρώπη χαρακτηρίζεται από μια αξονική και ισχυρή Γερμανία, μια παρακμάζουσα και ασταθή Ρωσία και ένα μεγάλο αριθμό μικρών και αδύναμων κρατών. Και για ακόμη μια φορά, η Βρετανία και η Γαλλία είναι αδύναμες από μόνες τους να εξισορροπήσουν την Γερμανική ισχύ ή να ελέγξουν την Ρωσική αστάθεια, ακόμη λιγότερο να οικοδομήσουν μια Ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων γύρω από ένα Γαλλο–Βρετανικό άξονα»(Lellouche, ό.π., σ. 130).
Κατά συνέπεια, οι Βρετανοί οι οποίοι μετά το Σουέζ είπαν «ποτέ ξανά σ’ αντίθεση με τους Αμερικανούς» και οι Γάλλοι «ποτέ ποια εξαρτημένοι» (βλ. Gordon 1996, 134) έπρεπε να βρουν μια φόρμουλα προσεκτικής στρατηγικής προσέγγισης που θα τους επέτρεπε να αυξήσουν την συνδυασμένη επιρροή τους στην Ευρωπαϊκή πολιτική ενώ δεν θα εγκατέλειπαν τις παραδοσιακές στρατηγικές τους επιλογές. Αυτό σήμαινε, ουσιαστικά, πρώτο, έναρξη «στρατηγικού διαλόγου» με τη Γαλλία, περισσότερο πολιτικού συμβολισμού παρά στρατιωτικής σημασίας, δεύτερο, να μην θιγεί η αυτόνομη πυρηνική στρατηγική, και τρίτο να διατηρηθεί η Ατλαντική Συμμαχία για λόγους σταθερότητας της Ευρωπαϊκής μεταψυχροπολεμικής Ευρωπαϊκής τάξης πραγμάτων[53]. Για την Γαλλία, αυτές οι διπλωματικές κινήσεις δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Σήμαινε επίσης σχοινοβασία στο πλαίσιο μιας προσεκτικής μεν αλλά ουσιώδους εξισορροπητικής προσέγγισης του ΝΑΤΟ με τρόπο που δεν θα επηρέαζε πολιτικά και στρατιωτικά την εθνική της στρατηγική, η οποία στηρίζεται στην εθνική ανεξαρτησία, την εθνική αυτονομία και τον απόλυτο στρατηγικό έλεγχο των πυρηνικών της όπλων.
Ένας άλλος παράγοντας που δείχνει πως οι συγκλίσεις και συνεργασίες στα θέματα υψηλής πολιτικής εδράζονται σε κριτήρια αξιώσεων ισχύος και όχι ολοκλήρωσης φαίνεται από τα συμφέροντα αμφοτέρων επί ενός ακόμη ζητήματος που αφορούσε την πυρηνική ανεξαρτησία της Γαλλίας και της Βρετανίας. Μετά τον ψυχρό πόλεμο και ενόψει μειώσεων των οπλοστασίων της Ρωσίας και των ΗΠΑ, οι δύο ευρωπαϊκές πυρηνικές δυνάμεις προσεγγίζοντας η μια την άλλη έκαναν αφενός μια κίνηση αυτοσυντήρησης και προστασίας της αυτονομίας τους ενόψει πιθανών πιέσεων …».
Σελ. 389-92
«… Η Γαλλία, σε αδυναμία ή δυσκολία να εξισορροπήσει την Γερμανία υιοθετεί τακτική λιγότερο ισχυρού κράτους με προώθηση θεσμικών και οικονομικών δεσμεύσεων με στόχο να αυξήσει τις δυνατότητές της να επηρεάσει την κατανομή συμφερόντων στην διαδικασία ολοκλήρωσης (για την θεωρητική θεμελίωση αυτής της θέσης βλ. Grieco, ό.π., ιδ. σ. 34). Με διαφορετικά λόγια, η ΟΝΕ, μια μεγάλη πολιτική που δρομολόγησε τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε μια άνευ προηγουμένου σύζευξη, ήταν προϊόν βεβιασμένων ενεργειών υπό το κράτος σπασμωδικών εξισορροπητικών διαδικασιών και φόβου για μακρόχρονες ανακατανομές ισχύος των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης. Ευλόγως, βεβαίως, κάποιος θα μπορούσε να επισημάνει πως τέτοιες τακτικές ήταν σύνηθες φαινόμενο στις απαρχές της διαδικασίας Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στην φάση αυτή, όμως, τουλάχιστον διακηρυκτικά, ετίθετο ως στόχος ο μελλοντικός τερματισμός των τακτικών εξισορροπήσεων και όχι η παγίωσή τους ως εγγενούς χαρακτηριστικού της Κοινότητας. Η ΟΝΕ, αποτελεί αφ’ εαυτού πολιτική μεγάλης εμβέλειας και κάλλιστα εντάσσεται στους τομείς της υψηλής πολιτικής. Όμως, επειδή υιοθετήθηκε στο πλαίσιο των πιο πάνω βεβιασμένων και σπασμωδικών εξισορροπητικών κινήσεων δεν εντάχθηκε στο πλαίσιο ενός σταθερού, σφαιρικού και συμπεφωνημένου συλλογικού σχεδίου πολιτικής ανάπτυξης της διαδικασίας ολοκλήρωσης. Το καταμαρτυρούν όλες οι μετέπειτα αποφάσεις που συνιστούν περισσότερο μέτρα τεχνοκρατικής εφαρμογής της ΟΝΕ παρά ένταξή της σε μια προσπάθεια πανευρωπαϊκών κοινωνικών συγκλίσεων μεγάλης εμβέλειας. Σε κάθε περίπτωση, η ουσία είναι ότι, λήφθηκαν αποφάσεις μεγάλης πολιτικής και θεσμικής εμβέλειας χωρίς να προϋπάρξουν οι αναγκαίες πολιτικές ή κοινωνικές συγκλίσεις ή να δρομολογηθούν συμπεφωνημένες μακρόχρονες διαδικασίες που θα επιτύγχαναν κάτι τέτοιο[54].
Ακόμη πιο σημαντικό, τα κίνητρα και τα κριτήρια των Γάλλων ηγετών που ανέλαβαν την πρωτοβουλία για κάτι τέτοιο δεν ήταν η ολοκλήρωση αλλά η άσκηση ελέγχου λόγου φόβου δυσμενών ανακατανομών ισχύος που προέκυπταν από την «ξαφνική» επανένωση της Γερμανίας[55]. Ενώ όπως αναφέρθηκε, λίγα χρόνια πριν κανείς δεν προέβλεπε την επανένωση της Γερμανίας και ενώ όλοι ήσαν ικανοποιημένοι με την διχοτόμησή της, οι δυνάμεις της ιστορίας έδρασαν πάνω από τα κεφάλια των πολιτικών και των αναλυτών για να προβάλουν την πραγματικότητα, δηλαδή την φυσική έλξη για ολοκλήρωση των ομοιογενών συνόλων των δύο Γερμανικών κρατών. Όπως γράφτηκε, στην διαδικασία αυτή, όπου οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονταν εν θερμό και στο μέσο ραγδαίων εξελίξεων, «οι πραγματικές προτεραιότητες –και τα μελλοντικά προβλήματα– της επανένωσης προσδιορίζονταν από τις εξελίξεις ενώ η πολιτική σκέψη ακολουθούσε την αντίθετη κατεύθυνση» (Eckart 1991, σ. 454). …»
Σελ. 433-4
«… Η γενίκευση των ψηφοφοριών μεταξύ κυβερνήσεων είναι στην καλύτερη περίπτωση έμμεση και στη χειρότερη μεγάλης κλίμακας καταστρατήγηση της λαϊκής κυριαρχίας.
Για να το θέσω με διαφορετικά λόγια, σε ένα σύστημα ουσιωδώς διακρατικό-διακυβερνητικό όπου λόγω ετερότητας υπάρχει απροθυμία των κοινωνιών και των αντιπροσώπων τους να μεταθέσουν το δικαίωμα άσκησης της λαϊκής κυριαρχίας από το εθνικό στο υπερεθνικό επίπεδο, η κρίση του 1965 σηματοδότησε το τέλος μιας εποχής και την αρχή μιας άλλης, πιο πραγματιστικής προσέγγισης των διαδικασιών ολοκλήρωσης που περιόριζαν τις αναδιανεμητικές διαδικασίες μόνο στον βαθμό και στην έκταση που το επέτρεπαν οι πολιτικές σχέσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Αναμφίβολα, αν και πολλές αρμοδιότητες της Επιτροπής παρέμειναν άθικτες προσδίδοντας την απατηλή εικόνα ενός υπερεθνικού σχήματος, έκτοτε, με κάθε κριτήριο ορθής εκτίμησης του Κοινοτικού φαινομένου, οι εντολείς είναι τα κράτη-μέλη και οι εντολοδόχοι οι υπερεθνικοί θεσμοί[56]. Εντούτοις, τα αίτια που έθεσαν τη διαδικασία ολοκλήρωσης σε αυτή την τροχιά δεν είναι πάντοτε κατανοητά. Συγκεκριμένα, δεν συνειδητοποιείται πως τα όρια και οι περιορισμοί υπερεθνικής ανάπτυξης οφείλονται, όπως αναφέρθηκε μόλις, στην άρνηση μετάθεσης του δικαιώματος άσκησης της λαϊκής κυριαρχίας, γεγονός που ανατρέπεται μόνο αν εξαλειφθεί ή μετριαστεί ουσιωδώς η κοινωνικοπολιτική-κοσμοθεωρητική ετερότητα των μελών της ΕΕ.
Το βαθύτερο νόημα του «συμβιβασμού του Λουξεμβούργου», είναι πως ακόμη και η άνωθεν προδιαγεγραμμένη εταιρική ολοκλήρωση θα εισέρχεται σε ολοένα μεγαλύτερα αδιέξοδα και θα βυθίζεται σε ολοένα μεγαλύτερα προβλήματα σύγκλισης και συνοχής αν δεν συνοδεύεται από επαρκή αλληλεγγύη και κοινωνικές συγκλίσεις. Όταν, όπως διαπιστώσαμε, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 υπό την πίεση στρατηγικών διλημμάτων λήφθηκαν αποφάσεις για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ), ελάχιστα λήφθηκε υπ’ όψιν αυτή η παράμετρος, γεγονός που ανάγκασε ακόμη και τον Ζακ Ντελόρ να μιλήσει τον Ιανουάριο 1999 για τον κίνδυνο διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης[57].
Τα συμπεράσματα αυτά θα μπορούσαν να διερευνηθούν και σε αναφορά με την συζήτηση για τον κοινωνιοκεντρικό ή εταιρικό χαρακτήρα του Κοινοτικού μοντέλου. Στο σημείο αυτό, ίσως θα πρέπει υπενθυμίσουμε ορισμένες πτυχές που αφορούν την εξέλιξη των θεωριών ολοκλήρωσης …»
Σελ. 451-454
Θα μπορούσα να προσθέσω ότι, όπως ακριβώς συνέβαινε και στην Σοβιετική Ένωση, επειδή υπάρχει κοσμοθεωρητική ετερότητα που μετριάζεται από μια εκτεταμένη μεν αλλά επιδερμική δε εταιρική αλληλεξάρτηση, τα προβλήματα άνισης ανάπτυξης θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα που δεν μπορούν να προβλεφθούν επειδή εξαρτώνται τόσο από αστάθμητες διεθνείς κοινωνικές αλλαγές όσο και από απρόβλεπτες στρατηγικές εξελίξεις. Για να το θέσω διαφορετικά: Στο ορατό μέλλον, η σταθερότητα στην Ευρώπη, αν και δεδομένη συναρτάται εν τούτοις με την αντιμετώπιση του διεθνούς προβλήματος, ιδιαίτερα ορισμένων πτυχών του οι οποίες στην διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δυνατό να αποβούν ανατρεπτικές: 1) Της άνισης ανάπτυξης (που δυνατό να καταστεί ξανά μεγάλο πρόβλημα λόγω Οικονομικής και Νομισματικής Ολοκλήρωσης και της ανεπάρκειας αλληλεγγύης που τη συνοδεύει). 2) Τυχόν ηγεμονικών συμπεριφορών (που θρέφονται από τα υιοθέτηση κριτηρίων ισχύος και από τις τάσεις για επάνοδο στην αρχή της αυτοβοήθειας). 3) Απρόβλεπτων στρατηγικών εξελίξεων που επηρεάζουν τα πολιτικά και οικονομικά φαινόμενα στο ευρωπαϊκό επίπεδο και κυρίως τις εθνικές στρατηγικές των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης.
Τα πιο πάνω –και κυρίως το συμπέρασμα πως ανεξάρτητα της οικονομικής αλληλεξάρτησης το ευρωπαϊκό διακρατικό σύστημα είναι άναρχο– σημαίνουν πως η υφή του συστήματος μακροχρόνια αφήνει ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα. Αναμφίβολα, το παρόν και ορατό μέλλον προσδιορίζεται από τις σταθερές κοινοτικές δομές και τις σταθερές (και ιεραρχημένες) στρατηγικές δομές στο Ατλαντικό επίπεδο. Όμως, για να υπενθυμίσω την προειδοποίηση του Hedley Bull διατυπωμένη με λεπτότητα κα ευαισθησία, μακροχρόνια,
«ακόμη και η απλή σκέψη ότι τα ευρωπαϊκά κράτη συνιστούν μια “κοινότητα ασφαλείας” ή μια “περιοχή ειρήνης” είναι ευσεβής πόθος, εάν αυτό σημαίνει ότι πόλεμος μεταξύ τους δεν θα υπάρξει ξανά, και όχι ότι δεν υπήρξε τα τελευταία χρόνια και ότι είναι εκτός λογικής εάν υπάρξει ξανά» (1982, σ. 163).
Η λογική στην οποία αναφέρεται ο Bull είναι η λογική του άναρχου διεθνούς συστήματος που οφείλεται σε δύο κυρίως παράγοντες που αποτελούν ταυτόχρονα τις δύο όψεις του διεθνούς προβλήματος: Πρώτο, το γεγονός πως δομικά το έθνος-κράτος διαιωνίστηκε. Δεύτερο, το γεγονός πως παράλληλα με την συνεργασία διαιωνίζεται ο άναρχος χαρακτήρας του συστήματος, ιδιαίτερα στα στρατηγικά ζητήματα.
Αυτά τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά που συχνά πολλοί εθελοτυφλώντας παραβλέπουν, σηματοδοτούν το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα: Τις ρομαντικές αντιλήψεις για την υφή της προσχώρησης των μελών στο εγχείρημα της υπερεθνικής ολοκλήρωσης. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά, πως στο επίπεδο της εκτίμησης των διλημμάτων που εμπεριέχονται στη διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δυνατό να υποβαθμιστεί ένα κεντρικό ζήτημα του διεθνούς προβλήματος: Η βαθύτερη ουσία της αλληλεξάρτησης σ’ ένα χώρο που χαρακτηρίζεται από κοσμοθεωρητική ετερότητα. Για να τονίσω αυτή τη πτυχή, αρκεί να αναφερθώ σε δύο βαρυσήμαντες επισημάνσεις που αφορούν το θέμα αυτό. Καταρχάς, ο Kenneth Waltz, σημειώνει πως όταν υπάρχουν δομικοί περιορισμοί,
«τα κράτη δεν είναι πρόθυμα να θέτουν τον εαυτό τους υπό καθεστώς μεγάλης εξάρτησης. Σ’ ένα (άναρχο) σύστημα όπου ισχύει η αρχή της αυτοβοήθειας, οι θεωρήσεις υπό το πρίσμα του προβλήματος ασφαλείας [όταν ανακύπτουν] υποτάσσουν τα οικονομικά κέρδη στο πολιτικό συμφέρον» (1979, σ. 107).
Ο Παναγιώτης Κονδύλης, επίσης, σημειώνει πως,
«η υπαρξιακή προσχώρηση παρέχει –και συχνά απαιτεί– τα ίδια πράγματα όπως και η πρωτογενής υπαρξιακή απόφαση δηλαδή θέτει στη διάθεση του υποκειμένου μια κοσμοεικόνα ως πλαίσιο προσανατολισμού και διαμορφώνει την ταυτότητά του. (…) Το γεγονός, ότι η ολόπλευρη υπαρξιακή προσχώρηση μπορεί να σημαίνει ύψιστη υπαρξιακή ένταση, αποτελεί καθ’ εαυτό ισχυρό επίχείρημα εναντίον κάθε ρομαντικής αντίληψη για την υφή της απόφασης» (1991α, σ. 50).
Στην προκειμένη περίπτωση, μετά τις αρχικές προσχωρήσεις στην διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που αφετηριακά συχνά μεταμφιέζονταν με ρομαντικές προσδοκίες[58], διαδοχικές αποφάσεις διανεμητικού χαρακτήρα ανακατανέμουν συμφέροντα στο πλαίσιο μιας ελάχιστα ρομαντικής πολυεπίπεδης και δυναμικής διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο του συστήματος «ευρωπαϊκής διακυβέρνησης» που εξετάσαμε στο κεφάλαιο 19 πιο πάνω. Μια συναφής διάσταση, εξάλλου, είναι το γεγονός πως, όπως ο Παναγιώτης Κονδύλης υπαινίσσεται στο εδάφιο που παράθεσα μόλις, όσο η προσχώρηση μετατρέπεται σε υπαρξιακή προσχώρηση δυνατό να προκαλέσει υπαρξιακή ένταση. Τουτέστιν: Η μακρόχρονη σταθερότητα του συστήματος εξαρτώνται από το κατά πόσον περαιτέρω ενοποιητικά βήματα (όπως η ΟΝΕ και η άμυνα-ασφάλεια, δηλαδή επιλογές μεγάλων διανεμητικών συνεπειών[59]), συνοδεύονται από την ανάδειξη ενιαίας ευρωπαϊκής κοσμοθεωρίας που παράγει νομιμοποιητικές κοσμοεικόνες[60], από επιλογές που αντιμετωπίζουν την άνιση ανάπτυξη[61], από την διασφάλιση συνθηκών ισότιμης θεσμικής συμμετοχής[62] και από την παντελή απουσία οποιασδήποτε βαθμίδας ηγεμονικών ιεραρχήσεων (επειδή τέτοιες ιεραρχήσεις βρίσκονται σε θεμελιώδη αντίθεση με την κοινοτική λογική). Το τελευταίο σημείο δεν προσυπογράφει κάποια ρομαντική ή ιδεαλιστική λογική για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση[63]. Αντίθετα, εδράζεται στην ιστορική διαπίστωση που βρίσκεται στον πυρήνα των συμπερασμάτων της παρούσης ανάλυσης πως το διεθνές σύστημα αποτελείται από συλλογικές οντότητες των οποίων οι ηθικοκανονιστικές δομές συνιστούν, ουσιαστικά, συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης. Τα συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης, ανεξαρτήτως βαθμίδας ή επιπέδου, εντάσσονται σε δύο κατηγορίες:
Από τη μια πλευρά, βρίσκονται τα «κοινοτικά» συστήματα δικαιοσύνης, δηλαδή αυτά που εντάσσονται στην λογική ύπαρξης μιας «πολιτικής κοινότητας» κοινής κοσμοθεωρίας, κοινών συμφερόντων και αλληλεγγύης που εξαλείφει την άνιση ανάπτυξη και απορρίπτει την αρχή της αυτοβοήθειας. Σ’ αυτή την πλευρά, ουσιαστικά, λίγο-πολύ, βρίσκονται όλα τα βιώσιμα εθνικά-κρατικά συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης που λίγο-πολύ, επίσης, διακρίνονται από το γεγονός πως στο παρελθόν απέκτησαν επαρκή, για την νομιμοποίηση των κανονιστικών δομών, εσωτερική κοσμοθεωρητική ενότητα. Από την άλλη πλευρά, βρίσκονται ηγεμονικά, δικτατορικά, ή λίγο-πολύ αυταρχικά-καταναγκαστικά διανεμητικά κανονιστικά συστήματα που κατά κανόνα είναι εσωτερικά κοσμοθεωρητικά κατακερματισμένα. Όπως συνέβηκε στη Σοβιετική Ένωση, ο αυταρχισμός κατέστη αναγκαίος επειδή όταν επικρατεί κοσμοθεωρητικός κατακερματισμός δεν υπάρχει άλλος τρόπος εξουδετέρωσης των αξιώσεων διακριτής κυριαρχίας και διακριτών συστημάτων διανεμητικής δικαιοσύνης[64]. Η ιστορία δείχνει, πως αργά ή γρήγορα τα κοσμοθεωρητικά κατακερματισμένα και γι’ αυτό αυταρχικά κανονιστικά συστήματα καταρρέουν εις τα εξ ων συνετέθησαν. ...»
[1] Όπως και μ' όλα τα ανάλογα ζητήματα διεθνών σχέσεων, και σε αυτή την περίπτωση επιβεβαιώνεται η κλασική θεωρητική θέση του Θουκυδίδη όταν παραθέτει τους Αθηναίους πρέσβεις στην συνομιλία με τους Μήλιους Πρέσβεις: "έχουμε την απαίτηση να επιδιώκουμε πιο πολύ να επιτύχουμε τα δυνατά απ' όσα και οι δύο μας αληθινά έχουμε στο νου μας, αφού ξέρετε και ξέρουμε ότι κατά την κρίση των ανθρώπων το δίκαιο λογαριάζεται όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του και ότι, όταν αυτό δεν συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ότι τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν και αποδέχονται". Θουκυδίδου Ιστορίαι, Βιβλίο V παρα. 89 (το πλήρες κείμενο του διαλόγου των Μηλίων με τους Αθηναίους πρέσβεις παρατίθεται σε παράρτημα στο τέλος του δεύτερου κεφαλαίου, πιο πάνω).
[2] Η ισχυρή διαπραγματευτική θέση των ΗΠΑ οφειλόταν στην ισχυρή σχετική θέση των ΗΠΑ στον συσχετισμό ισχύος και στην κατοχή συντελεστών δυνάμεως που μπορούσε να χρησιμοποιήσει την κατάλληλη στιγμή και με τον κατάλληλο τρόπο. Τον Φεβρουάριο 1990 ο Πρόεδρος Μπούς πρότεινε μείωση των στρατευμάτων στην Ευρώπη και άφησε να νοηθεί (προφανώς αναληθώς ως προς τις πραγματικές προθέσεις) τελικής αποχώρησης: τα υπόλοιπα αμερικανικά στρατεύματα "δεν θα είναι στην Ευρώπη ως την αιωνιότητα". Βλ. "Ελευθεροτυπία" 2.2.1990. Σε πολλές άλλες περιπτώσεις, ο Αμερικανός Πρόεδρος, ελίχθηκε και παραπλάνησε τους Σοβιετικούς ηγέτες για να επιτύχει "αυτό που του επέτρεπε η δύναμή του" (Θουκυδίδης, οπ) λόγω του στρατιωτικού / διπλωματικού πλεονεκτήματος που διέθετε. Για τις τακτικές αυτές βλ. Risse, οπ, ιδ. σελ. 166-7. Επίσης, Zelikow / Rice, οπ, 297-302.
[3] Στο σημείο αυτό, και σε συνδυασμό με τις αναλύσεις των Josef Joffe και Stanley Hoffmann στις οποίες αναφερθήκαμε στην προηγούμενη ενότητα, είναι ίσως σκόπιμο να επισημανθεί το γεγονός πως, την στιγμή που οι ΗΠΑ ανέπτυσσαν έντονη διπλωματική δραστηριότητα στον Ευρωπαϊκό χώρο, όπως έγινε ήδη σαφές στο προηγούμενο κεφάλαιο, τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά κράτη ήταν βαθιά διχασμένα στην βάση διλημμάτων ασφαλείας.
[4] Επειδή όταν αναφερόμαστε σε αμυντική πολιτική και εξωτερικές επεμβάσεις τίθενται θέματα οργανωτικής και πολιτικής φύσης με τα οποία συναρτάται η αποτελεσματικότητα και βιωσιμότητα του συστήματος, θα μπορούσαν να γίνουν ορισμένες συγκρίσεις με τις ΗΠΑ. Σ’ αντίθεση με τις ΗΠΑ, οι συλλογικές επιλογές της Κοινότητας βρίσκονται σε πλήρη εξάρτηση από τις συχνές κομματικές αλλαγές στο εσωτερικό πολλών κρατών. Αυτό είναι ένα κρίσιμο ζήτημα που σχετίζεται με την απουσία κρίσιμης υποστηρικτικής μάζας στα κοινωνικά και πολιτικά ελίτ ενός κράτους ή μιας ομάδας κρατών που καθιστά νομιμοποιημένο και βιώσιμο ένα αμυντικό σύστημα. Χαρακτηριστικό της επιπολαιότητας αλλά και των τεράστιων αντιφάσεων των προσεγγίσεων με τις οποίες έγινε προσπάθεια να αντιμετωπιστεί αυτό το άκρως σημαντικό ζήτημα, είναι η συζήτηση το 1998 για την σύμπηξη, ενόψει του γεγονότος ύπαρξης έντεκα σοσιαλιστικών κυβερνήσεων στην Κοινότητα, «Σοσιαλιστικού Μετώπου» για την προώθηση ορισμένων συλλογικών στόχων, συμπεριλαμβανομένης της ΟΝΕ και της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ταυτότητας (Βλ. για παράδειγμα Το ΒΗΜΑ, 22, σελ. Α1-Α8. Η επιπολαιότητα και οι αντιφάσεις βρίσκονται, μεταξύ άλλων, σε δύο παράγοντες: Πρώτο, κόμματα του ίδιου(;) ιδεολογικού προσανατολισμού συγκλίνουν(;) συγκυριακά και γίνονται βεβιασμένες κινήσεις ανάπτυξης πρόχειρων συμμαχιών εκπλήρωσης ορισμένων στόχων με τρόπο παραγκωνίζονται οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές παρατάξεις (οι οποίες, με βάση τα εκλογικά συστήματα, δυνατό να έχουν την πλειοψηφία ψηφοφόρων στα εκλογικά σώματα). Δεύτερο, ανεξαρτήτως ποιανής ιδεολογικής απόχρωσης είναι τέτοιες συγκυριακές συγκλίσεις, βρίσκονται σ’ αντίφαση με το πλουραλιστικό κεκτημένο του Ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, αναπτύσσουν πολιτικές αντιθέσεις και πολιτικές πολώσεις και θρέφουν μελλοντικές πολιτικές συγκρούσεις όταν το πολιτικό σκηνικό κυμανθεί. Συναφώς, επισημαίνεται ότι η βιωσιμότητα ενός αμυντικού συστήματος, ακόμη και εάν πρόκειται για εθνικό αμυντικό σύστημα, εξαρτάται από την ύπαρξη κρίσιμης υποστηρικτικής μάζας και όχι από πρόχειρες σεκταριστικές λύσεις συγκυριακού χαρακτήρα.` Σε κάθε περίπτωση, τέτοιες προσεγγίσεις αντιφάσκουν με την ανάγκη ύπαρξης ευρείας υπέρ – παραταξιακής ιδεολογικής και πολιτικής συναίνεσης για την στήριξη μεγάλων οικονομικών και διπλωματικών επιλογών. Το πρόβλημα, ασφαλώς, επιτείνεται εάν μιλούμε για δεκάδες ξεχωριστά κράτη των οποίων η εσωτερική πολιτική και ιδεολογική δομή είναι ρευστή και μεταβαλλόμενη. Τρίτο, τέτοιες κινήσεις είναι δηλωτικές του πολιτικού κατακερματισμού του ευρωπαϊκού πολιτικού τοπίου και μάλιστα σε ζητήματα μακροοικονομικής και υψηλής στρατηγικής, τομείς οι οποίοι, όπως μόλις τονίσθηκε, απαιτούν ακριβώς τις αντίθετες προϋποθέσεις, ακόμη και στην περίπτωση ενιαίων κρατών, πολύ μάλλον στην περίπτωση μιας μεγάλης ομάδας ετερογενών και ανομοιογενών κρατών.
[5] Βλ. Financial Times, 13.12.1989, σελ. 1.
Για ανάλυση των προτάσεων βλ. Zelikow / Rice, οπ, σελ. 143-4. Επίσης Art Robert, Why Europe Needs the United States and NATO, οπ, σελ. 12.
[6] Η κυριότερη ανησυχία του Προέδρου Μιτεράν ήταν πρώτο, η σχετική θέση της Γαλλίας και δεύτερο η διασφάλιση υπό συνθήκες αναρχίας. Οι θέσεις άλλων Γάλλων ηγετών ήταν ανάλογες. Τον Ιανουάριο 1990 ο Ζάκ Σιράκ, διάδοχος του Μιτεράν στην προεδρία της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, έγραφε πως «η μεταβατική περίοδος των μεταβολών στην Ανατολή θα είναι μακρά… Η ασφάλεια των λαών δεν πρέπει να διακυβεύεται χωρίς να υφίσταται εξ αρχής μια σαφής ιδέα της διαδικασίας και του στόχου. .. Ποιος μπορεί να εγγυηθεί σήμερα ότι οι αλλαγές στην Ανατολή θα είναι χωρίς επιστροφή;». Ζάκ Σιράκ, Μια Ελεύθερη Ευρώπη, Το Βήμα, 6.1.1990, σελ. 10. Θα μπορούσαμε να δώσουμε μερικές ακόμη θέσεις για την επανένωση την κρίσιμη εκείνη περίοδο: Ο Βρεταvός Υπoυργός Εξωτερικώv δήλωvε τo Νoέμβριo 1989 ότι τo θέμα της γερμαvικής εvoπoίησης «δεv είvαι στηv ημερησία διάταξη». Βλ. "Ελευθερoτυπία", 17.11.1989, σελ. 17. Ο Michel Howard, διακεκριμέvoς διεθvoλόγoς, έγραψε τo καλoκαίρι τoυ 1989: "Υπάρχoυv ελάχιστες πιθαvότητες ότι ακόμη και μία «μετα-Honecker» ΓΛΔ θα επιτρέψει vα απoρρoφηθεί από τov Δυτικό γείτovά της" (τη Δυτική Γερμαvία). Βλ. International Affairs», Summer 1989, σελ. 410. Εvας άλλoς διακεκριμέvoς αvαλυτής, Γερμανικής καταγωγής, o Karl Kaiser, έγραψε ότι η Σoβιετική Εvωση δεv είvαι δυvατό vα απoχωρήσει από τηv θέση ισχύoς πoυ κατείχε στηv Κεvτρική Ευρώπη, θέση πoυ ήταv κρίσιμη για τo status της ΕΣΣΔ στηv παγκόσμια πoλιτική. Βλ. International Affairs, Spring 1989, σελ. 215. Για παρόμoια σχόλια, Βλ. επίσης Robert D.Hormats, Redefining Europe and the Atlantic link, Foreign Affairs, Fall 1989. Bλ. επίσης τηv αvάλυση τoυ Δ. Κώvστα, Για τηv Εξωτερική Πoλιτική (Παπαζήση 1989), σελ. 132 - 34, στηv oπoία αvαφέρεται σε μεγάλo συvέδριo πoυ έλαβε χώραv στη Γερμαvία παρoυσία τoυ Μ. Γκoρμπατσόφ, και τoυ oπoίoυ τα πoρίσματα, όπως τα καταγράφει o συγγραφέας, απoφαίvovτo ότι η «Λαoκρατική Δημoκρατία της Γερμαvίας» απoτελεί μια πραγματικότητα, ότι "oι συγκρoυσιακές σχέσεις Γερμαvώv και Ρώσωv απoτελoύv βραχύβια εξαίρεση στηv ιστoρία της Ευρώπης, και ότι τo «Κoιvό Ευρωπαϊκό Σπίτι» θα μπoρoύσε vα λύσει, με τηv oλoκλήρωσή τoυ, τo «γερμαvικό ζήτημα». Τέλος, ο τέως Καγκελάριος και αρχιτέκτονας της Οστπολιτίκ Βίλλυ Μράντ, «Αυτά όλα δεv σημαίvoυv ότι πρέπει vα υπάρξει απαραιτήτως εvιαίo (γερμαvικό) κράτoς ... η μoρφή κράτoυς ή σχεδόv κράτoυς, μέσα στηv oπoία έχoυv ζήσει oι Γερμαvoί πoτέ δεv εξαρτάται από τoυς ίδιoυς». Τo ΒΗΜΑ 24.9.1989, σελ. 22. Τo Φεβρoυάριo 1990, o ίδιoς πoλιτικός, εξέφρασε τηv εκτίμηση ότι η Γερμαvία θα καταλήξει σε συvoμoσπovδία και όχι σε εvωση, και ότι η Γερμαvική εvoπoίηση δεv μπoρεί vα πραγματoπoιηθεί παρά μόvo όταv θα έχει λυθεί τo θέμα τωv στρατιωτικώv συμμαχιώv. Βλ. ΑΠΕ, στη Σημεριvή (Κ), 11.2.1990, σελ. 5.
[7] Πρόεδρος Μιτεράν, παρατίθεται στο Zelikow / Rice, οπ, σελ. 98.
[8] Μια τέτοια στάση, αναμφίβολα, θα έφερνε την Γαλλία αντιμέτωπη με τις ΗΠΑ.
[9] Για το γεγονός πως παρά την στοχαστική θέση του Φρανσουά Μιτεράν υπέρ της πολιτικής ένωσης πριν ανέλθει στην προεδρία, όταν έγινε πρόεδρος χρησιμοποιούσε την διαδικασία ολοκλήρωσης "εργαλειακά" και τακτικά, βλ. Haywood Elizabeth, The European Policy of Francois Mitterrand, Journal Of Common Market Studies, vol. 31, no 2, June 1993, ιδ.σελ. 276-7. Για περαιτέρω ανάλυση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής του Μιτεράν βλ. Tiersky Ronald, Mitterand' s Legacies, Foreign Affairs, January / February 1995, ιδ. σελ. 116-8. Επίσης, Menon Anand, Explaining Defense Policy: The Mitterrand Years, Review of International Studies, vol. 21, 1995.
[10] Όπως θα σημειωθεί πιο κάτω, η απόφαση του προέδρου Μιτεράν να πιέσει την Γερμανία να αποδεχθεί την Νομισματική Ένωση ως αντάλλαγμα της συναίνεσης της Γαλλίας στην επανένωση ήταν απόφαση που λήφθηκε σχεδόν εν μέσο ανεξέλεγκτων εξελίξεων και σχεδόν εν θερμό. Η επόμενη μεγάλη κίνηση να προταθεί η δεύτερη Διακυβερνητική Διάσκεψη για την Πολιτική Ένωση ήταν μια ενέργεια σχεδόν πανικού, περίπου ένα μήνα μετά το δημοψήφισμα στην Ανατολική Γερμανία που καθιστούσε την επανένωση αναπόφευκτη.
[11] Όπως ήδη αναφέρθηκε, διαβουλεύσεις με την Μόσχα για το Γερμανικό είχαν γίνει και από πλευράς Λονδίνου.
[12] Είναι ίσως χρήσιμο να σημειωθεί ότι, σε γενικές γραμμές, και χωρίς να συμφωνούν με επιμέρους Γαλλικές απόψεις για τις ρυθμίσεις στον αμυντικό τομέα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριζαν μια τέτοια προσέγγιση, δηλαδή την μεγαλύτερη συμμετοχή της Γερμανίας σε Δυτικούς θεσμούς. Εξάλλου, η "στρατηγική συμμετοχής και ενσωμάτωσης" της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα βρισκόταν σε αρμονία με την στρατηγική των ΗΠΑ για ανάλογη συμμετοχή στην Ατλαντική Συμμαχία. Βλ. ανάλυση στο Laurence Freedman, Widening the Circle of Europe, Financial Times, 17.11.1989. Για το γεγονός πως η στρατηγική της ενσωμάτωσης αποτελούσε σκοπό σ' ένα ευρύτερο πολιτικό φάσμα στην Δύση και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ, βλ. Blackwill Robert, German Unification and American Diplomacy, Aussenpolitik, vol. 45, no 3, 1994. Βλ. επίσης δηλώσεις του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών Baker τον Δεκέμβριο 1989, Financial Times, 13.12.1989, σελ. 1.
[13] Για το σημείο αυτό βλ. Gordon Philip, A Certain Idea of France: French Security Policy and the Gaullist Legacy (Princenton Univ. Press, NJ, 1993). Όπως σημειώνει ο συγγραφέας (σελ. 175), αρχές της δεκαετίας του 1990, η Γαλλία συνειδητοποίησε ότι η κατάσταση άλλαξε και ότι δεν μπορούσε πλέον να εφαρμόζει αυτή την στάση δύο μέτρων και δύο σταθμών, γεγονός που ερμηνεύει και τις προτάσεις για την Νομισματική Ένωση οι οποίες δεν μπορούν παρά να είναι αμφίδρομων επιπτώσεων (παρά τις Γαλλικές προσδοκίες για το αντίθετο).
[14] Στο σημείο αυτό, είναι ίσως σκόπιμο να τονιστεί ότι, όπως έγινε σαφές στο κεφάλαιο 3, πιο πάνω, μια παραδοσιακή στάση της Γαλλίας από τον Ντε Γκώλ μέχρι τον Μιτεράν και στην Συνέχεια τον Σιράκ είναι να μη αποδέχεται ξένο έλεγχο ή άλλες επιρροές σ’ οτιδήποτε αφορά την άμυνά της. Στον τομέα αυτό, διατηρεί το προνόμιο απόλυτου εθνικού ελέγχου. Οι πέντε θεμελιακές επιλογές της Γαλλίας στην άμυνα είναι 1)εθνικός έλεγχος, 2) άρνηση στάθμευσης ξένων στρατευμάτων στο έδαφός της, 3) προτεραιότητα στο πυρηνικό της αποτρεπτικό, 4) τακτική μόνο χρήση των τακτικών πυρηνικών όπλων και 5) προτεραιότητα για προμήθειες στην εγχώρια παραγωγή. Για σύντομη ανάλυση αυτών των πτυχών στο πλαίσιο των επιλογών του 1990 βλ. Menon Anand, Explaining Defense Policy: The Mitterrand Years, Review of International Studies, vol. 21, 1995, σελ. 282-4. Αντίθετα, ως προς την Γερμανία, διαπιστώσαμε πως χωρίς περιστροφές διακήρυττε και πρότεινε διαδικασίες "διεθνοποίησης" των αμυντικών της επιλογών. Την δεκαετία του 1990 αυτή η στάση έγινε ολοένα πιο δύσκολη, γεγονός που εξηγεί, όπως θα διαπιστωθεί στην συνέχεια, ορισμένους Γαλλικούς ελιγμούς.
[15] Art, οπ, σελ. 19.
[16] Ο τέως Πρόεδρος της Γαλλίας Ζισκάρ Ντ' Εσταίγκ συνήθιζε να λεει πως "χρειαζόμαστε μια οργανωμένη Ευρώπη για να διαφύγουμε την Γερμανική επικυριαρχία". Παρατίθεται στο Art, οπ, σελ. 15.
[17] Για το θέμα αυτό βλ. Grieco Joseph, «The Maastricht Treaty, Economic and Monetary Union and the Neorealist Research Programme»,Review of International Studies, vol. 21, no 1, 1995, ιδ. σελ. 29-30.
[18] Art, οπ, σελ. 15.
[19] Για την θεωρητική θεμελίωση αυτής της θέσης βλ. Grieco, οπ, ιδ. σελ. 34.
[20] Ευλόγως, βεβαίως, κάποιος θα μπορούσε να επισημάνει πως τέτοιες τακτικές ήταν σύνηθες φαινόμενο στις απαρχές της διαδικασίας Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στην φάση αυτή, όμως, τουλάχιστον διακηρυκτικά, ετίθετο ως στόχος ο μελλοντικός τερματισμός των τακτικών εξισορροπήσεων και όχι η παγίωσή τους ως εγγενούς χαρακτηριστικού της Κοινότητας.
[21] Δηλαδή της αλληλεγγύης, της ισόρροπης και ταυτόχρονης ανάπτυξης, της διακρατικής ισοτιμίας, των συναινετικών αποφάσεων και της διαφάνειας. Για περαιτέρω στοιχεία για την πτυχή αυτή η οποία σχετίζεται με τους «σκληρούς πυρήνες» και την «Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων» βλ. πιο πάνω εντός υποσημειώσεων, ιδ. στο κεφ. 3.4. Βλ. επίσης, Ήφαιστος Παναγιώτης, Ευρωπαϊκή Άμυνα και Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων κατά της Ευρωπαϊκής Ιδέας (Οδυσσέας, Αθήνα, 1994), ιδ. κεφ. 7.2.
[22] Arnold Eckart, German Foreign Policy and Unification, no 3, 1991, σελ. 454.
[23] Στην Γερμανία, η άποψη για μεγαλύτερη εμβάθυνση της διαδικασίας ολοκλήρωσης είχε απήχηση για διάφορους κύκλους και για διάφορους λόγους. Όπως ήδη τονίσθηκε, σε μεγάλη μερίδα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, υπήρχε ιδεολογική απόκλιση υπέρ της πολιτικής ολοκλήρωσης. Τον Σεπτέμβριο 1989, ο Βίλλυ Μπράντ, ενώ δήλωνε πως "δεν σημαίνει απαραιτήτως πως πρέπει να υπάρξει ενιαίο κράτος" υποστήριζε ταυτόχρονα πως "το μέλλον των δύο Γερμανιών εξαρτάται από την Ευρώπη". Βλ. Το Βήμα", συνέντευξη, 29.9.1989. Για εκτενή ανάλυση των τάσεων στην Γερμανία ως προς αυτό το θέμα, βλ. Schwarz Hans - Peter, La Nouvelle Ideologie Allemande: "L' Europe", Politique Etrangere, Autumn 1996. Για τις θέσης του Καγκελαρίου Κόλ, στις σελ. 540-1.
[24] Όπως θα γίνει σαφές στην συνέχεια, η στάση αυτής της Γαλλίας δεν ήταν μια μελετημένη κίνηση προς πραγματική πολιτική ένωση που θα συμπεριλάμβανε την άμυνα και ασφάλεια. Όπως θα διαπιστώσουμε, σύντομα, όταν η Γαλλία κατάλαβε πως η προσέγγιση "ολοκλήρωσης και ενσωμάτωσης" ήταν αδιέξοδη και ίσως αντιπαραγωγική έκανε στροφή προς τις Αγγλικές θέσεις ως προς την Ατλαντική θέση με αποτέλεσμα στενότερους δεσμούς με το ΝΑΤΟ. Όπως παρατηρεί ο Robert Art (οπ, σελ. 17&18), "εάν [στην συνέχεια, μετά τη διακήρυξη Μιτεράν - Κόλ], τα θέματα άμυνας πήγαιναν μόνον τον μισό δρόμο απ' ότι πήγαν τα οικονομικά η πολυδιαφημισμένη Γαλλική αυτονομία θα είχε διαβρωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό".
[25] Για τα αποτελέσματα στην Συνθήκη του Μάαστριχ ως προς την άμυνα και την ασφάλεια, βλ. Χριστοδουλίδης Θ.Α., Το Μετέωρο Βήμα. Η Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο Χριστοδουλίδης Θ. - Στεφάνου Κ. (επ.), Η Συνθήκη του Μάαστριχ, Συνθετική Θεώρηση (Σιδέρης, Αθήνα, 1993). Επίσης, Ήφαιστος Π. Ευρωπαϊκή Άμυνα και Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, οπ., ιδ. κεφ. 3. Επίσης, Gordon Philip, Europe' s Uncommon Foreign Policy, International Security, Winter 1997, ιδ. σελ. 83-9. Υπενθυμίζεται ότι της Συνθήκης του Μάαστριχ προηγήθηκε η Σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ, όπου στο ανακοινωθέν διακηρύχθηκε πως "Η Ατλαντική Συμμαχία είναι ο βασικός χώρος για διαβουλεύσεις μεταξύ των μελών και σύναψης συμφωνιών που αφορούν την άμυνα και την ασφάλεια των συμμάχων βάση της Συμφωνίας της Ουάσινγκτον". Βλ. The Alliance's Strategic Concept, NATO Handbook (NATO Office of Information and Press, 1995).
[26] Για άλλους λόγους που ωθούσαν την Γαλλία να πάρει πρωτοβουλίες στον τομέα της Άμυνας όπως οι εξελίξεις στον Κόλπο και την Γιουγκοσλαβία βλ. Menon Anand, From Independence to Cooperation: France, NATO and European Security, International Affairs, no 1, 1995, σελ. 22.
[27] Βλ. για παράδειγμα τις ιδέες του Γάλλου Υπουργού Άμυνας για πιθανές διμερείς συνεργασίες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο στον συμβατικό τομέα, στους Financial Times, 8.6.1990.
[28] Βλ. Forget Michel, La Dissuasion Nucleaire Francaise: Continuite et Changement, Defense Nationale, Decembre 1997, ιδ. σελ. 44.
[29] Βλ. Menon Anand, From Independence to Cooperation: France, NATO and European Security, οπ, σελ. 23. Επίσης, Croft Stuart, European Integration, Nuclear Deterrence and Franco - British Nuclear Cooperation, International Affairs, vol. 72, no 4, 1996, ιδ. σελ. 780.
[30] Εάν προσπαθήσουμε να συγκρίνουμε τους δύο όρους, θα μπορούσαμε να πούμε πως στην περίπτωση των υπερεθνικών κατασκευών επιχειρείται να στηριχθούν σε κοινές ιδεολογικές παραδοχές, εταιρικού κυρίως χαρακτήρα και να συμπληρωθούν με έμμεσες έστω διαδικασίες δημοκρατικού ελέγχου, ενώ στην περίπτωση των υπερκρατικών δομών η άσκηση λαϊκής κυριαρχίας είναι στοιχειώδης ή ανύπαρκτη και το σύστημα αναπτύσσει εσωτερικές δομές που ιεραρχούνται στη βάση κριτηρίων ισχύος, ακόμη και αυταρχικού χαρακτήρα. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ιδιαίτερα στην ύστερη φάση ανάπτυξής της αμφιταλαντεύεται μεταξύ των δύο: Ενώ η αρχική παραδοχή ήταν πως οι υπερεθνικές διαδικασίες μέσω κοινοτισμού θα οδηγούνται ολοένα και περισσότερο στην δημιουργία «πολιτικής κοινότητας» και σε κοινούς υπερεθνικούς θεσμούς που θα νομιμοποιούνται στην αναδυόμενη ευρωπαϊκή κοινωνία, στην ύστερη φάση ανάπτυξής της οι τάσεις προς πολλές ταχύτητες και η συμμετοχή σ’ αυτές στη βάση κριτηρίων ισχύος κατατείνουν προς την ανάδειξη ενός ιεραρχημένου υπερκρατικού συστήματος μεγάλου δημοκρατικού ελλείμματος.
[31] Επειδή αφορά άμεσα και ζωτικά τον πυρήνα της κρατικής κυριαρχίας των μελών, τις μακροοικονομικές αποφάσεις, τις κοινωνικές ισορροπίες, τις διακρατικές ανακατανομές ισχύος και την άνιση ανάπτυξη.
[32] Κάποιος θα μπορούσε να αντιτάξει, ασφαλώς, πως η αφετηριακή κοινοτική-υπερεθνική λογική έχει εγκαταλειφτεί και αντικατασταθεί από βιώσιμες πραγματιστικές συνεργατικές προσεγγίσεις. Ένα τέτοιο επιχείρημα είναι λανθασμένο για πολλούς λόγους. Μεταξύ άλλων: Πρώτο, αγνοεί το διεθνές πρόβλημα, το οποίο, όπως εξηγήθηκε στο κεφάλαιο 14, πιο πάνω, βρίσκεται στη βάση κάθε σοβαρού προβληματισμού που οικοδομείται στο Παραδοσιακό Παράδειγμα. Δεύτερο, η αφετηριακή λογική, παρέπεμπε στο όραμα της δια-κοινωνικής αλληλεγγύης (και έτσι εμμέσως πλην σαφώς στην εξάλειψη του προβλήματος της άνισης ανάπτυξης) και της δημιουργίας ενός συστήματος πλουραλισμού, ισοτιμίας και δημοκρατίας. Τρίτο, η αφετηριακή διεθνιστική-υπερεθνική λογική, επίσης, έχει ενσωματωθεί στις Συνθήκες, διέπει την φιλοσοφία και λειτουργία των θεσμών, κυριαρχεί στον πολιτικό λόγο των αντιπροσώπων των Κοινοτικών θεσμών και συχνά –έστω και ρητορικά– στον δημόσιο λόγο πολλών ηγετών των κρατών-μελών. Τρίτο, υπάρχουν τα ζωντανά παραδείγματα των Κοινών Πολιτικών οι οποίες –έστω και αν ελέγχονται από τα διακυβερνητικά όργανα– εφαρμόζονται με πολλή δόση αυτονομίας από υπερεθνικούς θεσμούς όπως η Εκτελεστική Επιτροπή. Τέταρτο, η Εκτελεστική Επιτροπή, τόσο στις πρωτοβουλίες απόρροια καταστατικών βαθμίδων δικαιοδοσίας όσο και στις κατά καιρούς εκθέσεις της κατατείνει προς στάσεις-παραδοχές σαφώς διεθνιστικού-υπερεθνικού περιεχομένου. Τέλος αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να αναφερθεί, χιλιάδες διανοούμενοι, πολλοί εξ αυτών ερευνώντας και γράφοντας με άμεσες χρηματοδοτήσεις (που ενίοτε εκλαμβάνονται ως σχετιζόμενες με «όρους εντολής» παραγωγής υπερεθνικής ιδεολογίας) κατατείνουν προς απολιτικές κοσμοπολίτικες παραδοχές που εξασθενίζουν τον ορθολογισμό-ευθυκρισία στον πολιτικό λόγο, την πανεπιστημιακή εκπαίδευση και τον επιστημονικό λόγο που αποστερείται έτσι ακόμη και προσχημάτων στοιχειώδους επιστημονικής ουδετερότητας.
[33] Η ανάλυση αυτή, όσον αφορά την άμυνα, την ασφάλεια και την διπλωματία, θεωρεί, στηριζόμενη σε θεμελιώσεις προγενέστερων δημοσιεύσεων (βλ. Ifestos 1987, 1988, Ήφαιστος 1999β, 2000, Αρβανιτόπουλος-Ήφαιστος 2000), πως η δυτική Ευρώπη αποτελεί υποσύστημα μιας ευρύτερης διακρατικής συσπείρωσης, του ευρωατλαντικού χώρου.
[34] Ο Schwarz (1996, ιδ. σ. 537-41), υποστηρίζει πως η Γερμανία υπερβάλλει με υπερ-προβολή του «ευρωπαϊκού ιδεώδους» ενώ κάνει σοβαρά λάθη ή αντιφάσεις στα εξής ζητήματα: 1. Εμβάθυνση της ΕΕ. 2. Η Βόννη, με το μάτι στην κεντρική Ευρώπη, προσποιούταν πως διεύρυνση και η εμβάθυνση δεν είναι αντιθετικές πορείες. 3. Ο «σκληρός πυρήνας» που υποστήριξε η Βόννη θα αλλάξει την διαλεκτική των ενδο - κοινοτικών σχέσεων και θα διαταράξει τις λεπτές ισορροπίες. 4. Οι φιλοδοξίες για κοινή Ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική και άμυνα είναι ουτοπικές. 5. Δεν λαμβάνεται υπόψη η εσωτερική αντίσταση των Ομοσπονδιακών κρατών της Γερμανίας. 6. Η ΟΝΕ είναι τεχνητό κατόρθωμα που θα προκαλέσει διασπάσεις και φυγόκεντρες τάσεις. Επίσης, πως οι πλειοψηφικές αποφάσεις που ευνοεί η Βόννη θα επιφέρουν διχόνοιες και ενδεχομένως διάσπαση και πως η Βόννη δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός πως το Λονδίνο και το Παρίσι δεν θέλουν αύξηση των εξουσιών του Ευρωκοινοβουλίου και μεταβίβαση ουσιωδών εξουσιών σε θέματα κοινωνικών ισορροπιών, ειρήνης, πολέμου. Για την αντίθετη άποψη βλ. Asmus, οπ. σ. 258-61).
[35] Το θέμα αυτό εξετάστηκε επανειλημμένα από τον Joseph Grieco. O Grieco, υποστήριξε πως ο φόβος της άνισης ανάπτυξης (και ιδιαίτερα των σχετικών κερδών, βλ. κεφ. 15, πιο πάνω) υποβόσκει παρά τους συνεργατικούς θεσμούς της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης (βλ. Grieco 1995). Αυτό θα γίνει ακόμη πιο καθαρό στην συνέχεια όταν θα αναφερθούμε στην φάση της Γερμανική επανένωσης. Για εξέταση του θέματος των σχετικών κερδών βλ. Grieco 1988 και 1990.
[36] Η υποστήριξη της Ατλαντικής Συμμαχίας σχετίζεται, ενδεχομένως, με το γεγονός πως παραδοσιακά, η Γερμανία δεν είχε εμπιστοσύνη στην Αγγλία και στην Γαλλία για την πυρηνική της κάλυψη. Συνδυασμένο με το γεγονός ότι η Γερμανία είτε δεν δύναται να αποκτήσει –τουλάχιστον στο ορατό μέλλον– πυρηνικά όπλα χωρίς μεγάλες ανατροπές των ισορροπιών, η κρατούσα άποψη στην Βόννη μετά τον ψυχρό πόλεμο είναι ότι, «μια μικρότερη δύναμη δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια μιας μεγάλης δύναμης» (βλ. Macridis Roy, ό.π., σ. 112). Μετά τον ψυχρό πόλεμο, επίσης, η Γερμανία δεν φαίνεται να άλλαξε στάση. Γερμανοί επίσημοι επαναλαμβάνουν πως «μια μικρότερη δύναμη δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια μιας μεγαλύτερης δύναμης» (Παρατίθενται στο Yost 1993, σ. 112). Η κρατούσα θέση στη Γερμανία μετά τον ψυχρό πόλεμο για το ενδεχόμενο κάλυψης της Γερμανίας από άλλη Ευρωπαϊκή δύναμη είναι ενδεικτική τόσο των νέων τάσεων όσο και της νέας αυτοπεποίθησης της Γερμανικής διπλωματίας.
[37] Παρά το γεγονός πως όλες οι ενδείξεις μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο δείχνουν ότι οι ΗΠΑ επέλεξαν την Ατλαντική Συμμαχία ως το βασικό εξωτερικό μέσο εξωτερικής πολιτικής, η σταθερότητα του θεσμού αυτού, και κατ’ επέκταση της Ευρωπαϊκής κοινότητας, είναι συνάρτηση δύο κρισίμων παραγόντων. Πρώτο, ότι αυτό θα συνεχίσει να ευνοεί τα Αμερικανικά συμφέροντα με την ίδια ένταση που παρατηρήθηκε την δεκαετία του 1990. Δεύτερο, ότι νέες πολώσεις στον διεθνή χώρο ή απρόβλεπτα γεγονότα (πχ απειλή κατά της Γερμανίας από μια μεγάλη πυρηνική δύναμη) δεν θα προκαλέσουν δραστικές αλλαγές στις στρατηγικές των μεγάλων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας. Για το ενδεχόμενο να απειληθεί η Γερμανία ή η Ιαπωνία και η πιθανή αντίδρασή τους βλ. Waltz 1993β, ιδ. σ. 52-5, Layne 1993, ιδ. σ. 37.
[38] Ένα συναφές επιχείρημα είναι ό,τι όχι μόνον η Γαλλία δεν θα επιτύχει τους στόχους που έθεσε όταν επιδίωξε την ΟΝΕ αλλά επιπλέον η Γερμανική οικονομική και νομισματική επικυριαρχία θα είναι αναπόφευκτη. Βλ. Joffe 1993, ιδ. σ. 38.
[39] Η βασική αντίφαση έγκειται στο γεγονός πως ενώ όλοι ώθησαν ή αποδέχθηκαν την ΟΝΕ ως συγκυριακή διέξοδο στο πλαίσιο βεβιασμένης αντιμετώπισης καυτών προβλημάτων που έθετε η Γερμανική επανένωση (βλ. πιο κάτω), η βιωσιμότητα του εγχειρήματος είναι συνάρτηση ουσιαστικών βημάτων προς την Πολιτική Ένωση την οποία κανείς δεν φαίνεται να επιθυμεί, να οραματίζεται ή να αποδέχεται. Για το θέμα της πολιτικής ένωσης, βλ. την κατατοπιστική ανάλυση του Niblett 1996, ιδ. σ. 102-4, όπου και παρατίθενται οι θέσεις Ευρωπαίων ηγετών ως προς το ζήτημα αυτό.
[40] Για ανάλυση των δομικών τάσεων και προβλέψεις ότι η ανάπτυξη των διλημμάτων που υποβόσκουν είναι πολύ πιθανή, βλ. Mearsheimer 1990, ιδ. σ. 32, Glaser 1993, ιδ. σ. 22,24-5,28-9. Για την άποψη πως οι διευθετήσεις της δεκαετίας του 1990 για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Ταυτότητα είναι στρατηγικά προβληματικές και πως εάν οι Ευρωπαίοι δεν μπορέσουν να αναπτύξουν συνεργασία θα υπάρξουν, ενδεχομένως, αποσταθεροποιητικές τάσεις βλ. Ruggie 1996, ιδ. σ. 114-5&120-2. Για την άποψη πως στην Γερμανία και ιδιαίτερα στις τάξεις των Σοσιαλδημοκρατών και των πρασίνων υπάρχουν φυγόκεντρες δυνάμεις, ιδιαίτερα ως προς τα πυρηνικά της Βρετανίας και Γαλλίας, βλ. Croft 1996, ιδ. σ. 782.
[41] Για τα προβλήματα και διλήμματα του θέματος του Αμερικανικού ηγεμονικού ρόλου υπό το πρίσμα του νεοφιλελεύθερου παραδείγματος βλ. Ikenberry J. (1996). Ο συγγραφέας συμπεραίνει ότι, στον ορατό ορίζοντα, η πιθανή πρόκληση θα μπορούσε να προέλθει από κάποια χώρα της οποίας οι δείκτες οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος θα αμφισβητήσουν την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Η πρόκληση συμπληρώνει, πρέπει να έχει κίνητρα ισχύος αλλά και «κοινωνικά» κίνητρα (σελ. 402).
[42] Οι βρετανικές ανησυχίες για την κατανομή ισχύος στην ηπειρωτική Ευρώπη λόγω δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας δεν θα μπορούσαν να εκφραστούν καλύτερα παρά μόνο με την παράθεση παλαιότερης συνομιλίας το 1958 μεταξύ του Ντε Γκωλ και του βρετανού πρωθυπουργού Χάρολντ Μακμίλλαν για την αξίωση του Λονδίνου να ενταχθεί ως πλήρες μέλος. Ο στρατηγός Ντε Γκωλ γράφει τα εξής: «Οι άγγλοι, δεν δέχθηκαν ποτέ ούτε να δουν την ήπειρο να ενώνεται ούτε να γίνουν ένα μαζί της. Μπορεί να πει κανείς μάλιστα, κατά κάποιο τρόπο, πως εδώ και οκτώ αιώνες ολόκληρη η ιστορία της Ευρώπης έγκειται σ' αυτό. (…) [αφού αποφάσισε να μη συμμετάσχει στην Κοινότητα την δεκαετία του 1950] (…) Έπειτα, με την πρόθεση να ματαιώσει την απόπειρα των Έξι, τους είχε προτείνει να οργανώσουν μαζί της και με μερικούς άλλους μια ευρύτατη ζώνη ελευθέρων ευρωπαϊκών ανταλλαγών. Εκεί βρίσκονταν τα πράγματα την ημέρα της επιστροφής μου στην εξουσία. Στις 29 Ιουνίου του 1958 είδα να καταφθάνει στο Παρίσι ο πρωθυπουργός Χάρολντ Μακμίλλαν. Στη μέση των φιλικών μας συνομιλιών για πολλά θέματα μου δήλωσε ξαφνικά πολύ συγκινημένος: «Η κοινή Αγορά είναι, γι’ ακόμη μια φορά, το Ηπειρωτικό Σύστημα (που θα μας Αποκλείσει). Η Αγγλία δεν το δέχεται. Σας παρακαλώ, παραιτηθείτε απ’ το εγχείρημα αυτό. Ειδάλλως, θα μπούμε σ’ έναν πόλεμο που, ασφαλώς, θα είναι οικονομικός στην αρχή, μα θα κινδυνεύσει να απλωθεί βαθμιαία και σε άλλους τομείς». (…). Στα μέσα του 1961 οι Άγγλοι ξανάρχισαν την επίθεση. Αφού δεν είχαν κατορθώσει να εμποδίσουν τη γέννηση της Κοινής Αγοράς απ’ έξω, σχεδίαζαν τώρα να την παραλύσουν από μέσα. Παύοντας να απαιτούν τη ματαίωσή της, δήλωναν τώρα, αντίθετα, πως ήθελαν να λάβουν μέρος σ’ αυτή» Ντε Γκωλ 1970, τόμος Α΄, σ. 363,366. Το 1962, επίσης ο βρετανός πρωθυπουργός επανέλαβε τις ίδιες θέσεις λέγοντας: «Εάν μείνουμε εκτός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, μου φαίνεται ότι οι πραγματικότητες στο επίπεδο της [νέας κατανομής] ισχύος θα υποχρεώσουν τους Αμερικανούς φίλους μας να προσδώσουν μεγαλύτερη βαρύτητα στις απόψεις και τα συμφέροντα της Κοινότητας και λιγότερη προσοχή στα δικά μας. Θα μπορούσαμε να δούμε, ακόμη, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κοινότητα να συντονίζονται και να συνεργάζονται σε σημαντικά ζητήματα, με πολύ λίγα κίνητρα για να διασφαλίσουν τη συμφωνία μας ή ακόμη και απλώς να μας συμβουλευτούν. Εάν χάσουμε την επιρροή μας στην Ευρώπη και στην Ουάσινγκτον ταυτόχρονα, και κάτι τέτοιο [η μη ένταξη στην Κοινότητα] θα υπονομεύσει και θα φθείρει σοβαρά την διεθνή μας θέση» (Harold Macmillan, που επανέλαβε παραθέτοντας την ο Howe 1990, σ. 687,688).
[43] Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ομοφωνία απ’ ότι στην δεκαετία του 1980. Μετά τον ψυχρό πόλεμο τα τρία κόμματα δεν είχαν ουσιαστικές αποκλίσεις (βλ. Bellamy 1992, ιδ. σ. 449. Για το εσωτερικό ιδεολογικό πλαίσιο στο οποίο αναπτύσσεται η αμυντική στρατηγική, βλ. Wallace W. 1991, σ. 69
[44] Για ανάλυση όσον αφορά τις Βρετανικές στάσεις απέναντι στο ΝΑΤΟ βλ. Bailes 1995, σ. 89. Όπως θα γίνει αντιληπτό στην συνέχεια, το Λονδίνο διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στην μετεξέλιξη της Ατλαντικής Συμμαχίας και των σχέσεων της Ευρώπης με αυτή. Ουσιαστικά, σε συνεργασία με τις ΗΠΑ και ενώ η Γαλλία ταλαντευόταν (τουλάχιστον μέχρι το 1994-95), η Βρετανία ασκούσε εποπτεία των διεργασιών και διαβουλεύσεων. Όπως θα διαπιστώσουμε στην συνέχεια, το αποτέλεσμα είναι πως μετά την απόφαση του Βερολίνου τον Ιούνιο 1996 το θέμα του ευρωπαϊκού πυλώνα της Ατλαντικής συμμαχίας, σε πολύ μεγάλο βαθμό, δρομολογήθηκε στις γραμμές της παραδοσιακής αντίληψης περί «ατλαντικής ευρωπαϊκής άμυνας», θέση με την οποία, για διάφορους λόγους, το Παρίσι προσαρμόσθηκε.
[45] Η στάση των Βρετανών στο θέμα του ελέγχου των εξοπλισμών και δη του πυρηνικού οπλοστασίου είναι ανάλογη των Γάλλων. Όπως το έθεσε ο Βρετανός πρωθυπουργός παλαιότερα, στάση την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο συνεχίζει να υιοθετεί, "εάν οι αριθμοί των πυρηνικών όπλων των δύο υπερδυνάμεων μειωθούν μαζικά και εάν εισέλθουμε σ' ένα εντελώς διαφορετικό κόσμο, τότε ίσως να καταστεί δυνατό να συνυπολογισθούν τα πυρηνικά όπλα της Βρετανία στον έλεγχο των εξοπλισμών". Βλ. Kolodziej Edward, Modernization of British and French Nuclear Forces: Arms control and security dimensions, στο Jacobsen Carl, The Uncertain Course, New Weapons, Strategies and Mind - Sets (Oxford University Press, UK, 1987), σελ. 249. Για ανάλυση ως προς το πυρηνικό αποτρεπτικό της Βρετανίας όπως διαμορφώθηκε μετά την ανανέωση του οπλοστασίου της, βλ. Duval 1996.
[46] Η δήλωση του Malcolm Rifkind, υφυπουργού εξωτερικών της Βρετανίας είναι χαρακτηριστική: «Δεν είναι προς το συμφέρον μας να ενθαρρύνουμε οποιαδήποτε σκέψη πως μια μεγάλη σύγκρουση στην Ευρώπη στην οποία υπάρχει πιθανότητα να χρησιμοποιηθούν πυρηνικά όπλα δεν είναι συνδεδεμένη με τα ζωτικά συμφέροντα όλων των συμμάχων συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών» (παρατίθεται στο Yost 1993 σ. 112).
[47] Αυτή είναι μια αξίωση ισχύος της Βρετανίας όχι χωρίς συνέπειες για τις πολιτικές σχέσεις στην Ευρώπη. Όπως έγραψε ο Κρίστοφερ Σόαμς, πρεσβευτής της Βρετανίας στο Παρίσι τη δεκαετία του 1960, «λόγω της στενής σχέσης των Βρετανών με τις ΗΠΑ, η Βρετανία φάνταζε στα μάτια του Ντε Γκωλ ως απειλή». Βλ. Το ΒΗΜΑ, 29.4.2001, σ. Α32.
[48] Ως προς τις «πρακτικές ανάγκες», η Βρετανία, ενωρίς μετά τον ψυχρό πόλεμο και εναρμονιζόμενη με ανάλογες τάσεις στην μετεξέλιξη του στρατηγικού δόγματος της Ατλαντικής Συμμαχίας, επεδίωξε ανάπτυξη στρατιωτικών ικανοτήτων που επιτρέπουν επεμβάσεις σε περιφερειακές κρίσεις. Αυτό, πάντοτε στο πλαίσιο των συμμαχιών της και των ειδικών της σχέσεων με τις ΗΠΑ, βελτίωσαν τη δυνατότητα αφενός αυτόνομης δράσης και αφετέρου ανάπτυξης πελατειακών σχέσεων με τις ισχυρότερες δυνάμεις (βλ. Witney ο.π., σ. 100-4. Οι πρωτοβουλίες εντός του ΝΑΤΟ, εξάλλου, πρέπει να είναι όργανα δράσεων που θα βρίσκονται σ’ αρμονία με τους στρατηγικούς στόχους της Ατλαντικής Συμμαχίας θα χαρακτηρίζονται, τόσο ως προς την συμμετοχή όσο και ως προς τον τρόπο ενέργειας, από ευκαμψία σ’ όλα τα επίπεδα. Βλ. Wallace H. 1996, σ. 57.
[49] Ο τότε Βρετανός πρωθυπουργός, σ’ απάντηση στην έκθεση Λάμερ (συμβούλου του Γερμανού Καγκελαρίου), δήλωσε ότι η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση ήδη υπερέβη αυτό που οι πατέρες εννοούσαν ως «ένωση». Το κράτος, τόνισε, παραμένει ο μόνος νομιμοποιημένος θεσμός και κάθε προσπάθεια υιοθέτησης θεσμικών ρυθμίσεων που παρακάμπτουν αυτή την πραγματικότητα θα αποδυναμώσει αντί να δυναμώσει την ευρωπαϊκή ένωση. Βλ. Niblett 1996, σ. 102.
[50] Βλ. το πλήρες δοκίμιο της Thatcher ό.π., Βλ. επίσης Wallace H., ό.π., 1996, σ. 57, Howard 1995, ιδ. σ. 714-5, Gordon 1996, ιδ. σ. 138, Witney 1994-95, ιδ. σ. 96-7.
[51] Για ανάλυση και άλλες πληροφορίες για την μετεξέλιξη της σχέσης Βρετανία – Γαλλίας βλ. μεταξύ άλλων, τις πιο κάτω αναλύσεις ή θέσεις.Juppe 1995, σ. 12, Croft 1996, Gnessoto 1996, ιδ. σ. 114, Boyer 1996, Viot 1997, ιδ. σ. 13-5, Wallace W 1991, ιδ. σ. 150.
[52] Βλ. την συζήτηση Θάτσερ – Μιτεράν, όταν αποφασίσθηκε να αρχίσουν επαφές, στο Thatcher 1993, ιδ. σ. 796-8.
[53] Πρέπει να σημειωθεί πως η σύγκλιση των δύο χωρών ως προς την Ατλαντική Συμμαχία ούτε εύκολη είναι ούτε δεδομένη. Ουσιαστικά, η συνεργασία Γαλλίας - Βρετανίας συναντά δύο μεγάλα εμπόδια. Το πρώτο οφείλεται στο γεγονός πως η συνεργασία Βρετανίας - ΗΠΑ αποκλείει μεταφορά τεχνολογίας σε τρίτη χώρα. Δεύτερο, υπάρχει ουσιώδης απόκλιση στρατηγικών επιδιώξεων. Η μεν Βρετανία βλέπει την Αμερικανική κάλυψη στην ολότητά της θέτοντας, κατά κάποιο τρόπο, σε δεύτερη μοίρα τα εθνικά πυρηνικά αποτρεπτικά, ενώ η Γαλλία εκ παραδόσεως θεωρούσε τις συμμαχίες αναξιόπιστες, ειδικά τις πυρηνικές συμμαχίες (βλ. Wallace 1991, ιδ. σ. 150,152,&157-8. Για τις δυσκολίες και τους περιορισμούς βλ. Croft 1996, ιδ. σ. 787.
[54] Όπως είναι γνωστό, αυτό το πρόβλημα στη συνέχεια αντιμετωπίστηκε, εν μέσο συχνών αντιθέσεων λόγω πιέσεων για διεύρυνση, με ενίσχυση των ταμείων σύγκλισης. Όμως, υπάρχει κοινή παραδοχή ότι, αφενός, πραγματική σύγκλιση απαιτούσε πολύ μεγαλύτερη μετάθεση πόρων, και αφετέρου, η ΟΝΕ δημιουργεί συνθήκες έντονου ανταγωνισμού χωρίς επαρκείς ασφαλιστικής δικλείδες για τη βοήθεια κάποιου μέλους που για κοινωνικούς ή άλλους λόγους δεν θα μπορέσει να αντεπεξέλθει. Ουσιαστικά, περίπου στην βάση της αρχής της αυτοβοήθειας και με τον κίνδυνο της άνισης ανάπτυξης να παραμονεύει, οι εθνικές οικονομίες βρίσκονται σε ανοικτό ανταγωνισμό χωρίς επαρκείς κοινοτικές ρυθμιστικές εξουσίες, υπό συνθήκες συγκέντρωσης πολλών εξουσιών σε χέρια τεχνοκρατών και με κοινή παραδοχή διαρκούς αύξησης του δημοκρατικού ελλείμματος.
[55] Ο Joseph Grieco εξέτασε τους λόγους της συμμετοχής των κρατών μελών στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση στη βάση της υπόθεσης ότι «εάν τα κράτη έχουν ένα κοινό συμφέρον και εισέλθουν σε διαπραγματεύσεις για τον προσδιορισμό του συνεργατικού πλαισίου, τότε οι λιγότερο αλλά ακόμη σημαίνοντες συντελεστές θα αναζητήσουν τρόπους, ούτως ώστε οι κανόνες που θα οικοδομηθούν θα τους προφέρουν αρκετές ευκαιρίες να ακουστεί η φωνή τους, τα συμφέροντά τους και τα ενδιαφέροντά τους, και γι’ αυτό να εμποδίσουν ή τουλάχιστον να βελτιώσουν την θέση τους έναντι της [αναπόφευκτης] επικυριαρχίας των ισχυρότερων» (Grieco 1995, σ. 34.). Τα συμπεράσματά του σε σχέση με τα γεγονότα αυτής της περιόδου είναι πως επιβεβαιώνουν αυτή την υπόθεση της ρεαλιστικής θεωρίας. Όπως εξάλλου, εξακριβώσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, καθώς και στις προηγούμενες σελίδες αυτού του κεφαλαίου, οι στάσεις τόσο της Γαλλίας όσο και της Βρετανία έβλεπαν τη συμμετοχή ως προσέγγιση που θα βοηθούσε στο να «ακούγεται η φωνή τους», να συμμετάσχουν στις αποφάσεις που τις αφορούν, να επηρεάζουν τις παραστάσεις των τρίτων για τη σημασία της χώρας τους και να αποτρέπουν αποφάσεις οι οποίες δυνατό να είναι βλαπτικές για τα εθνικά τους συμφέροντα. Οι επιδιώξεις αυτές, εξάλλου, συνδέονται άμεσα με γενικότερους στρατηγικούς στόχους που αφορούν τη σχετική θέση των χωρών αυτών στους ευρωπαϊκούς και παγκόσμιους συσχετισμούς ισχύος.
[56] Αυτή η παρατήρηση, προφανώς, δεν προδικάζει την δυνατότητα διαφορετικών επιρροών μεταξύ των κρατών-μελών στο σύστημα της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης.
[57] Για τις επιφυλάξεις του Ζακ Ντελόρ, βλ. Το Βήμα, 3.1.1999, σελ. Α5. Όπως το έθεσε σε αναφορά με την ανάγκη σταθεροποιητικών πολιτικών στα κράτη-μέλη και την ανάγκη ανακατανομών πόρων μέσα από τον Κοινοτικό προϋπολογισμό, το πάγωμα των δαπανών είναι ένα διάβημα που «οδηγεί την ένωση σε ένα στενωπό. Και ίσως στον κίνδυνο διάλυσης. Η διάλυση θα είναι κατ’ αρχάς ψυχολογική και πολιτική. Θα συνεχίσουμε να είμαστε μέλη της λέσχης αλλά θα πιστεύουμε σε αυτή όλο και λιγότερο».
[58] Όπως τονίστηκε στα προηγούμενα κεφάλαια, η διερεύνηση των αφετηριακών λογικών της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δείχνει πως ακόμη και στις αρχικές φάσεις η ρομαντική ρητορική υπέκρυπτε σκληρά στρατηγικά συμφέροντα και κυρίως το εθνικά οικονομικά συμφέροντα.
[59] Γεγονός που απαιτεί συνεκτίμηση των υπαρκτών εθνικών-συμφερόντων.
[60] Η οποία απουσιάζει παντελώς παρά μόνο ως επιδερμική εταιρική αντίληψη που συναρτάται με κοινά θεσμικά χαρακτηριστικά και ρευστές-ασταθείς ωφελιμιστικές προσδοκίες που δυνατό να αντιστραφούν ανά πάσα στιγμή λόγω της εισαγωγής κριτηρίων ισχύος που επαναφέρουν δραστικά το σύστημα στις λογικές της αναρχίας και της αρχής της αυτοβοήθειας.
[61] Η οποία, άνιση ανάπτυξη δεν αντιμετωπίζεται με τα ασήμαντα σε σχέση με τις ανάγκες ταμεία σύγκλισης που περισσότερο υπογραμμίζουν την εισαγωγή της αρχής της αυτοβοήθειας παρά την ύπαρξη αλληλεγγύης [Πόσες φορές την τελευταία δεκαετία, για παράδειγμα, ηγέτες λιγότερο ισχυρών κρατών απαιτούσαν δραστικές κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές αλλαγές εν ονόματι της αρχής της αυτοβοήθειας που εισήγαγαν οι ρυθμίσεις για την ΟΝΕ; Λέχθηκε ποτέ η ίδια προειδοποίηση αναφορικά με ποια επαρχία κάποιου κράτους; Αυτή δεν είναι η ουσιώδης-θεμελιώδης διαφορά μεταξύ ενός ολοκληρωμένου χώρου και ενός άναρχου χώρου στον οποίο ισχύει η αρχή της αυτοβοήθειας;]
[62] Ενόσω υπάρχουν ευρωπαϊκά έθνη-κράτη, εθνικές κανονιστικές δομές και εθνικές-κρατικές κοσμοθεωρίες-πολιτισμοί [κάτι το οποίο κανένας σοβαρός αναλυτής ή πολιτικός ηγέτης δεν αρνείται] η ομοφωνία στους Κοινοτικούς θεσμούς είναι το αντίστοιχο της ελευθερίας στις διαπροσωπικές σχέσεις. Εν ονόματι τίνος πολιτικού δόγματος, επομένως εισάγονται πλειοψηφικές αποφάσεις που παραβιάζουν –έστω εμμέσως– την διακρατική ισοτιμία; Συναφώς, είτε οι πλειοψηφικές αποφάσεις συνοδεύονται από επαρκή αλληλεγγύη και ολοκλήρωση είτε συμβαίνει το αντίθετο και συνιστούν καταναγκαστική υπαρξιακή προσχώρηση που αναπόδραστα οικοδομεί εντάσεις και αντιφάσεις.
[63] Δηλαδή, δεν προσυπογράφει όλες εκείνες τις αφελείς εκτιμήσεις που περίπου εκλαμβάνουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ως περίπου αλτρουιστική διαδικασία.
[64] Όπως υποστηρίχθηκε πιο πάνω, η υπόσχεση παγκόσμιου ή τουλάχιστον σοβιετικού αταξικού συστήματος αναδιανεμητικής δικαιοσύνης, δεν ευοδώθηκε με αποτέλεσμα το εταιρικό κοινωνικοπολιτικό θεμέλιο να αποδειχθεί ανεπαρκές. Έτσι, η σοβιετική κανονιστική δομή υποχώρησε μπροστά τις αξιώσεις διακριτής κυριαρχίας.
Προβληματική Π. Ήφαιστου
Αριστοτελική πρόσληψη της Πολιτείας:
· Θεσμοί διακυβέρνησης είναι ηθικοκανονιστικές δομές που ορίζουν, οριοθετούν και ρυθμίζουν τον συλλογικό τρόπο ζωής. Τρεις διαστάσεις που συμπλέκονται άναρχα:
· Τους ανθρώπους ως εντολείς πολίτες,
· Την πολιτική διακυβέρνηση ως εντολοδόχο των πολιτών με διαβάθμιση ποικίλων εκδοχών ανάλογα με τις βαθμίδες δημοκρατικής οργάνωσης, την αμεσότητα των κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και αποφάσεων, την φορά κίνησης προς άμεση δημοκρατία ή το αντίστροφο
· Και την τεχνοκρατική δομή που ανάλογα με τις βαθμίδες δημοκρατικής συγκρότησης είναι λίγο ή πολύ εξαρτημένη μεταβλητή των δύο πρώτων.
Οι βαθμίδες δημοκρατίας είναι ευθέως ανάλογες του βαθμού ελέγχου της πολιτικής διακυβέρνησης από τους πολίτες-ανθρώπους και του βαθμού που άνθρωποι και πολιτική διακυβέρνηση ελέγχουν την τεχνόσφαιρα.
· Ποιος είναι εξαρτημένη μεταβλητή και σε ποιο βαθμό, με ποια κανονικότητα και με τι οντολογικά-ανθρωπολογικά θεμέλια.
·
“Τι συγκροτεί και τι συγκρατεί την ενωμένη Ευρώπη;”
Συντομογραφικά οι απόψεις-παραδοχές μετά το 1945 τις οποίες θα επεξεργαστούμε στην συνέχεια:
Διακυβερνητιστές: διακρατική συσπείρωση συμφερόντων: «Πιο πάνω από Συμμαχία πιο κάτω από Ομοσπονδία».
Φεντεραλιστές: Γενναίο άλμα εγκατάλειψης του εθνοκράτους (1948)
Λειτουργιστές: λειτουργική συνεργασία που διαρκώς θα διαχέεται σε νέους τομείς (όχι πολιτικοποίηση γιατί θα προκαλέσει αρνητική ολοκλήρωση)
Νεολειτουργιστές: + εξουσίες, προσδοκίες, πίστη και νομιμοφροσύνη
· Αν και κανείς μπορεί να μελετήσει χιλιάδες βιβλία –εκ των οποίων το «Κριτικη της Μεταφυσικής στην νεότερη σκέψη και το Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός Α και Β τόμος του Παναγιώτη Κονδύλη είναι τα κορυφαία κείμενα της διεθνούς βιβλιογραφίας– το βασικό δίλημμα που τίθεται στην διάκριση του Tonies επειδή είναι απλό (και ίσως απλουστευτικό) και εύκολα κατανοητό συζητείται ευρέως στην βιβλιογραφία:
o Gesellschaft – εταιρική-υλιστική συγκρότηση Πολιτικού και διανεμητικών λειτουργιών – μόνο υλιστικά και ωφελιμιστικά και χρησιμοθηρικά κριτήρια
§ Τα τελευταία προσφέρουν επαρκή πίστη και νομιμοφροσύνη ούτως ώστε να νομιμοποιείται ένα δημοκρατικά συγκροτημένο Πολιτικό γεγονός.
o Φορά κίνησης υλιστικών παραδοχών (Φιλελευθερισμός και κομμουνισμός μαζί με τις αποχρώσεις τους – ποτέ βέβαια οι κινούμενοι μέσα σε αυτούς τους δήθεν αντίθετους ποταμούς οι κατά βάση είναι του ίδιου προσανατολισμού πλην κινούνται μέσα σε διαφορετικές κοίτες). [Συνήθως οι κινούμενοι μέσα στην κοίτη δεν γνωρίζουν ή είναι βαθιά ιδεολογικά προσκολλημένοι – Κονδύλης: Η κριτικής της μεταφυσικής και Κονδύλης: Η παρακμή του Αστικού πολιτισμού – περιγραφή και πολιτική σκέψη υπέρτερου είδους]
o Βασική υπόθεση: Μπορεί να υπάρξει δημόσια σφαίρα μόνο με υλικά κριτήρια [Το πνεύμα είτε εκδιώκεται εκτός των τειχών της Πόλεως είτε «καταδιώκεται» εκεί έξω εκτός των τειχών – αποδομηστικός κονστρουκτηβιστικός] [Το εκκρεμές αυτών των παραδοχών κυμαίνεται άγρια αποτυπώνοντας την πνευματική σύγχυση στον Δύση και σε πολλά σημεία του πλανήτη – ήδη από το 1900 ο κόσμος βρίσκεται στην μεταμοντέρνα μαζικοπαραγωγική φάση – πολλές θεσμικές πτυχές της ΕΕ ενσαρκώνουν αυτές τις αδιέξοδες παραδοχές που κρίσεις όπως οι σημερινές φανερώνουν τα συμπτώματα όχι τα αίτια]
o Gemeinschaft – κοινωνιοκεντρική συγκρότηση των ανθρωπολογικών προϋποθέσεων του Πολιτικού
§ Οι λειτουργιστικές, θεσμικές και κονστρουκτιβιστικές προσεγγίσεις το αποκλείουν προγραμματικά καθότι ανήκουν στο μοντερνιστικό υλιστικό παράδειγμα (ή καλύτερα: αποτελούν την μια όψη του ενός κύκνειου άσματος – το άλλο είναι η Σοβιετική Ένωση)
Εξέλιξη των μεγάλων καταστατικών αποφάσεων, οι μεγάλοι σταθμοί, τα μεγάλα διλήμματα, τα μικρά βήματα, το κεντρικής και μεγάλης διανεμητικής σημασίας ζήτημα του τρόπου λήψεως αποφάσεων και το σπασμωδικό άλμα στο κενό της ΟΝΕ
Υπόβαθρο παραδοχών και προσεγγίσεων
ΦΕΝΤΕΡΑΛΙΣΜΟΣ
Όλα τα φεντεραλιστικά ρεύματα συγκλίνουν στο ότι ο επιδιωκόμενος στόχος είναι ένα υπερεθνικό σύστημα με κεντρικούς θεσμούς και εξουσίες που αντικαθιστούν πλήρως ή αλληλοσυμπληρώνουν τους θεσμούς των μελών που συμμετέχουν
-Κεντρικής σημασίας: Ο ρόλος των κεντρικών θεσμών και της ισχύος στην πολιτειακή άρθρωση.
-Χωρίς περιστροφές ή δισταγμούς υποστηρίζεται πως η πίστη-νομιμοφροσύνη θα πρέπει να μεταβιβαστεί στο υπερεθνικό επίπεδο [Ερώτημα: «Κλασικό πατριωτισμό» ή «Πατριωτισμό του Συντάγματος»].
-«Η ειρήνη μπορεί να διασφαλιστεί μόνο εάν τα έθνη-κράτη, με ένα μεγάλο και αποφασιστικό άλμα αυταπάρνησης και εγκατάλειψης των εθνικών-κρατικών δομών και εθνικών ταυτοτήτων [Ερώτημα: πως θα γίνει αυτό;].
-Δεν έχει επεξεργαστεί επαρκώς τον τρόπο ανάπτυξης κοινωνίας-κοινότητας στο περιφερειακό επίπεδο ή παγκοσμίως και κυρίως τον τρόπο μετάβασης από την εθνική-κρατική κοινότητα στην υπερεθνική.
-Επιφυλάξεις ότι αν πετύχαινε θα μπορούσε να καταργήσει τον εθνικισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά αυτό θα σήμαινε απλά εθνικισμός σε μια μεγαλύτερη κλίμακα (την ευρωπαϊκή).
Etzioni: Η απαρχή για παγκόσμια ενότητα …
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΣΜΟΣ
-Η πιο συγκροτημένη φιλελεύθερη θεωρητική πρόταση για τη δημιουργία προϋποθέσεων συνεργατικών διεθνών σχέσεων.
-Αντί να αντιπαρατεθεί με τις έννοιες της κρατικής κυριαρχίας και του εθνικισμού εστιάζει την προσοχή στις μακρόχρονες διαδικασίες συστημικών αλλαγών με εργαλείο υλικές και ωφελιμιστικές συναλλαγές. Βασική θέση: Τα ωφελιμιστικά κριτήρια ενώνουν πολιτικά τους ανθρώπους [Κονδύλης: Χυδαίος μαρξισμός με άλλα πρόσημα …] [Ενίοτε «ακραίες» εκδοχές: απαλλαγή από την μεταφυσική πίστη, τις ιστορικές μνήμες, τις ιστορικές ταυτότητες, τις ιστορικές κοσμοεικόνες – σχολές αποδομητικής ιστοριογραφίας κτλ]
-Αναμενόμενο αποτέλεσμα: Spillover, σταδιακή αύξηση των οργανισμών (agencies) διαχείρισης των λειτουργικών αναγκών, η σταδιακή μετάθεση αφοσίωσης και η σταδιακή δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινωνίας με τρόπο που θα προσαρμόσει τις κανονιστικές δομές στις ωφελιμιστικές ανάγκες και λειτουργίες.
-Τονίζουν πως η έμφαση πρέπει να δοθεί λιγότερο στα ζητήματα ισχύος και περισσότερο στην ανάπτυξη της συνεργασίας σε μη πολιτικούς τομείς.
-David Mitrany: Οικουμενικότητα των λειτουργικών αναγκών, τεχνολογία, δίκτυο οργανισμών που εξυπηρετούν τις ανθρώπινες ανάγκες, που βελτιώνουν τις λειτουργίες του κράτους, αλλάζουν τις συμπεριφορές προς προσανατολισμούς οι οποίοι καθιστούν τον πόλεμο δύσκολο ή αδύνατο.
-Ο πολλαπλασιασμός τους οδηγεί στην ανάγκη διεθνούς σχεδιασμού και συντονισμού, με αποτέλεσμα οι συνέπειες να είναι οικουμενικές.
-Η οποιοδήποτε επίπεδο η πολιτική εξουσία είναι επικίνδυνη και περιττή, αν δεν συνοδεύεται από ένα συγκροτημένο κοινωνικό σώμα και από διαδικασίες δημοκρατικού ελέγχου και «ελέγχων και εξισορροπήσεων»
-Η κυριαρχία των κρατών είναι πολύτιμη και αναγκαία για την κανονιστική δόμηση του διεθνούς χώρου. «Η κυριαρχία δεν πρέπει να αποσυναρμολογηθεί, μέσα από μια πολιτική φόρμουλα αλλά μόνο μέσα από τη λειτουργία του συστήματος. Δεν πρέπει να αποσυναρμολογηθεί, εκτός και αν υπάρξει μια παγκόσμια κατανομή ρόλων όσον αφορά τις λειτουργίες που φέρνουν την ειρήνη»
-Διάκριση μεταξύ θεμάτων πολιτικοστρατηγικών και ιδεολογικών ζητημάτων (που θεωρούνται διχαστικά), και ζητημάτων που ενώνουν τους ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη
David Mitrany: Aπορρίπτει ενδιάμεσα σχήματα που ψαλιδίζουν τα δημοκρατικά δικαιώματα και φέρνουν ανορθολογισμό. Η εκτελεστική εξουσία δεν μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από μια κοινή κυβέρνηση, αφού αυτή είναι η ουσία της πολιτικής ένωσης… «[είναι περίεργα επιχειρήματα] λόγω της θλιβερής ιστορίας των ευρωπαϊκών θρησκευτικών και πολιτικών διαιρέσεων, που προκάλεσαν πολύ πιο σφοδρές συγκρούσεις απ’ ό,τι οι συγκρούσεις στην Ασία και την Αμερική, και που τώρα εισβάλλουν ξανά με ιδεολογικά μισόλογα. Εάν υπάρχει μια ευρωπαϊκή μοναδικότητα του ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι, σε αντίθεση με ανατολικούς και άλλους πολιτισμούς, ότι πρόκειται για ανοικτό πολιτισμό (…) Η ιδέα αυτή καθ’ αυτή για μια κλειστή περιφερειακή ένωση αντιβαίνει την ιστορική ευρωπαϊκή ιδέα. Όσο περισσότερο θα απομακρύνεται από τα καταναλωτικά ζητήματα, τόσο περισσότερο θα αποδεικνύεται ο επίπλαστος χαρακτήρας της. Αλλά, ακόμη και αν αυτές οι διασταυρωμένες επινοήσεις και τεχνάσματα –κλειστός οικονομικός προγραμματισμός, πολιτικοί θεσμοί και καλλιέργεια ενός περιφερειακού πατριωτισμού– εξυπηρετούν την εκπλήρωση μιας ευρωπαϊκής ένωσης δύσκολα μπορεί να ειπωθεί ως επιχείρημα που διανοίγει λεωφόρους προς μια διεθνή ενότητα. (…) Από τη φύση της και τις τάσεις που αναπτύσσονται η πολιτική ένωση είναι εθνικιστική και ως τέτοια αντιμάχεται, αν όχι εμποδίζει, τη μεγάλη ιστορική αναζήτηση ενός ευρύτερου ειρηνικού και αναπτυσσόμενου διεθνούς συστήματος»
ΝΕΟΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
-Απέβλεπαν στο «κρατικό μοντέλο» ως το τελικό προϊόν της διαδικασίας.
-Όπως και οι φεντεραλιστές, υποστηρίζουν πως πριν ονομάσουμε ένα σύστημα ολοκληρωμένο θα πρέπει να αποκτήσει συνταγματική ρύθμιση υπερεθνικού χαρακτήρα. Κατά συνέπεια προτάσσονται οι θεσμοί στις κοινωνίες: Ενοποίηση εκ των άνωθεν.
-Haas: οδηγεί σε «…μετατόπιση πίστης, νομιμοφροσύνης, εξουσιών και προσδοκιών από το εθνικό στο υπερεθνικό επίπεδο δημιουργώντας μια νέα πολιτική κοινότητα που εν μέρει ή εν όλω αντικαθιστά τα προγενέστερα έθνη κράτη». Spillover (παραβλέποντας προειδοποίηση Mitrany) θα οδηγήσει σε υπερεθνική ολοκλήρωση τους πολιτικοστρατηγικούς τομείς: «… θα οδηγήσει σε ανάγκες ολοκλήρωσης στους τομείς των διπλωματικοπολιτικών και στρατηγικών ζητημάτων» (θεωρία εξωτερίκευσης – externalization hypothesis)
Κάποιοι νεολειτουργιστές, ακόμη: Θεωρία εξωτερίκευσης, δηλαδή spillover της ολοκλήρωσης στους πολιτικοστρατηγικούς τομείς
Κριτική-σταθμός Stanley Hoffmann:
-Όχι μόνον πως διαιωνίστηκε το έθνος-κράτος, αλλά κυρίως ότι ενισχύθηκε η κρατική κυριαρχία, οι θεσμοί, ο πολιτισμός, η οικονομία των κρατών-μελών καθώς και η θέση τους στο διεθνές σύστημα.
-Συνυπάρχουν, πρώτον, μια διαδικασία που λειτουργεί στο όνομα της «λογικής της ολοκλήρωσης», όπως την προσδιόρισε ο Ζαν Μοννέ και την ανέλυσε ο Ernst Haas, και δεύτερον, οι εθνικές πραγματικότητες που λειτουργούν με τη «λογική της ετερότητας».
-Διαδικασία συνεχών ανταλλαγών συμφερόντων που το κρατούν σε ισορροπία, όσο τα ανεξάρτητα και κυρίαρχα κράτη αισθάνονται πως το ισοζύγιο οφελών-ζημιών εξυπηρετεί τα εθνικά τους συμφέροντα.
-Ενώ η επίτευξη της εμπορικής και ενδεχομένως οικονομικής ολοκλήρωσης είναι πολύ πιθανή, η Πολιτική Ένωση είναι απίθανη.
-Το κυριότερο αίτιο γι’ αυτό, είναι η ουτοπική προσδοκία πως το έθνος-κράτος θα απεκδυθεί των οντολογικών του χαρακτηριστικών όπως τα διαμόρφωσε η ιστορική εξέλιξη.
Παραδοχές του Ernst Haas 1966 και 1970
Πρώτον, συνέπειες της λανθασμένης πρόβλεψης για την εξαρτημένη μεταβλητή Δεύτερον, αντιφάσεις λόγω απαιτήσεων τρίτων
Τρίτον, «πραγματιστικά συμφέροντα, εύκολα μπορούν να γίνουν θρύψαλα».
-Προσδοκίες απρόσκοπτης λειτουργικής ανάπτυξης είναι επιρρεπείς σε αποσύνθεση και από-ολοκλήρωση.
-«Αποφάσεις που βασίζονται στην υψηλή πολιτική και θεμελιώδεις δεσμεύσεις είναι αναμφίβολα πιο στέρεες από δεσμεύσεις που στηρίζονται σε πραγματιστικές προσδοκίες»
-«Η οικονομική ολοκλήρωση δεν οδηγεί πάντοτε και αυτόματα στην πολιτική ενοποίηση»
-Η αποτυχία, οφειλόταν στην προσδοκία προσπορισμού πολιτικών και οικονομικών ωφελημάτων και όχι πολιτισμικής ή συνειδησιακής μεταμόρφωσης, ως προς την οποία οι λαοί αντιδρούν αρνητικά.
-«Μπορούμε να κινηθούμε μόνο με πολύ μικρά βήματα και όχι με τολμηρά βήματα στη βάση ενός μεγαλεπήβολου σχεδίου, διαφορετικά θα απολέσουμε μεγάλο μέρους της αναγκαίας υποστήριξης. (…) καθώς η Κοινότητα θα κινείται από την απλή τελωνειακή ένωση στην οικονομική ένωση και σε μια πολιτική οντότητα ροπή προς σύγκρουση θα αυξάνεται».
Γκωλική-διακυβερνητική προσέγγιση
-εντάσσεται στην παραδοσιακή στοχαστική παράδοση του συστήματος ισορροπίας ισχύος:
1. Διερεύνηση τρόπων από κοινού εκπλήρωσης των εθνικών συμφερόντων και όχι τρόπων αποδυνάμωσης της κυριαρχίας των μελών. Κίνητρο συμμετοχής ενός κράτους είναι η ενίσχυση και όχι η αποδυνάμωση της εθνικής κυριαρχίας. (Σχέδιο Fouchet την περίοδο 1960-62)
2. Περιθώρια συνεργασίας και από κοινού αποφάσεων είναι μεγάλα αλλά η εφαρμογή τους θα πρέπει να είναι έργο των εθνών-κρατών
3. Διπλωματική και στρατηγική συνεργασία στη βάση ενός συμμαχικού σχήματος, του οποίου η σταθερότητα, η ανάπτυξη και ο δυναμισμός συναρτάται με τις προόδους στο υπόλοιπο συνεργατικό σύστημα.
4. Τα πάντα θα βρίσκονται υπό την αίρεση της υψηλής στρατηγικής των μελών.
5. Το σχήμα κατατείνει όχι προς υπερεθνικό-κανονιστικό σύστημα αλλά στην συνύπαρξη των υπαρχόντων εθνικών-κρατικών συστημάτων, ή, όπως το έθετε ο πρόεδρος της Γαλλίας, στην ανάδειξη μιας «Ένωσης των πατρίδων».
6. «Κάτι περισσότερο από συμμαχία και κάτι λιγότερο από ομοσπονδία»
7. Η άσκηση λαϊκής κυριαρχίας στο εσωτερικό ενός εκάστου κράτους-μέλους παραμένει ανέπαφη.
8. Ουσιαστικά, η γκωλική προσέγγιση επιδιώκει την ανάπτυξη μιας κοινωνίας κρατών στο πλαίσιο μιας «άναρχης διεθνούς κοινωνίας»
Βασικά προβλήματα ολοκλήρωσης
-Δυστοκία ριζοσπαστικών αποφάσεων που θα προκαλούσαν μετάβαση από την οικονομική στην πολιτική ολοκλήρωση. Αντικειμενικοί οι λόγοι: Κοινωνική ετερότητα των κρατών-μελών, στρατηγικά προβλήματα.
-Υπέρβαση των οντολογικών χαρακτηριστικών του ευρωπαϊκού έθνους-κράτους. [Ernst Haas, «ο Ντε Γκολ μάς διέψευσε»]
[-Hoffmann: Η αποτυχία είναι διδακτική όσον αφορά την οργάνωση του διεθνούς συστήματος με υπερβατικές υπερεθνικές προσεγγίσεις εταιρικών-φιλελεύθερων παραδοχών].
-Ενώ στο επίπεδο της οικονομίας λειτουργεί ως ενιαίο εταιρικό σχήμα (Gesellschaft), τα στηρίγματά του είναι ξεχωριστές κοινωνίες (Gemeinschaft) με την ευρύτερη και βαθύτερη έννοια του όρου.
-Αναδείχθηκε ευρωπαϊκός διακρατικός νομικός δημόσιος χώρος ελλείπει ο ευρωπαϊκός κοινωνικός δημόσιος χώρος.
Θεμελιώδεις θέσεις: Η επιβίωση και ανάπτυξη του συστήματος εξαρτάται από τα εξής αλληλένδετα κριτήρια ή παράγονες:
Α) Την ισορροπία μεταξύ των εντάσεων που δημιουργεί το έλλειμμα δημοκρατίας και του αισθήματος πως η διακυβέρνηση του συστήματος σέβεται την κυριαρχία των μελών.
Β) Με αφετηρία τον συμβιβασμό του Λουξεμβούργου που έγινε το 1966 ως απαίτηση του Προέδρου Ντε Γκολ, ομόφωνες-συνεναιτικές αποφάσεις που διασφαλίζουν κατά ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος στις σχέσεις ισχυρών και λιγότερο ισχυρών κρατών-μελών
Γ) Υστατοι εντολείς είναι οι συνελεύσεις των κυρίαρχων κρατών-μελών και εντολοδόχοι οι υπερεθνικοί θεσμοί.
Δ) Προσεγγίσεις συνεργασίας μεταξύ θεσμών και ομάδων συμφερόντων με τρόπο που απαλύνει το έλλειμμα λαϊκής κυριαρχίας και που αφήνουν τελικούς κριτές τα κράτη-μέλη
Κοσμοθεωρία της ΕΕ μπορεί να είναι το εξής;
Υψηλές βαθμίδες διακρατικής ισοτιμίας εμπεδωμένων στις ομόφωνες ή συναινετικές αποφάσεις διανεμητικών προεκτάσεων.
Εντάσεις:
-Λογική της ετερότητας των μελών συγκρούεται με λογική ολοκλήρωσης
-Η ολοένα και μεγαλύτερη εμβάθυνση προς αποφάσεις διανεμητικών συνεπειών μεγάλης κλίμακας συγκρούεται με το γεγονός της κοινωνικής ανομοιότητας και κυρίως ότι τα συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης και κοινωνικοπολιτικών ελέγχων-εξισορροπήσεων είναι εθνικά-κρατικά συγκροτημένα και νομιμοποιημένα.
-ολοένα και περισσότερο γραφειοκρατικές και ελιτίστικες αποφάσεις (ενίοτε δεσποτικού χαρακτήρα) που εντείνουν το έλλειμμα λαϊκής κυριαρχίας και δημιουργούν πρόβλημα κοινωνικοπολιτικής νομιμοποίησης (βλ. απόρριψη ενός κατά τα άλλα ανώδυνου Ευρωπαϊκού Συντάγματος).
-Οι αναπόδραστες αξιώσεις διεύρυνσης οξύνουν την ανομοιότητα των συντελεστών του συστήματος και θέτουν θανατηφόρα ερωτήματα: Ποια είναι η ταυτότητα των Ευρωπαίων;
Εύθραυστη ισορροπία στον στίβο της στρατηγικής: 4 θεμελιώδεις θέσεις
Stanley Hoffman, 1966: «παράδοξο Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης »
"Για τρεις λόγους, η ενοποιητική διαδικασία υπήρξε το θύμα και το αποτέλεσμά της η επιβίωση του έθνους - κράτους. Ο ένας λόγος χαρακτηρίζει κάθε διεθνές σύστημα και οι άλλοι δύο μόνο το Ευρωπαϊκό σύστημα. Η εσωτερική λογική και ο τρόπος εξέλιξης κάθε διεθνούς συστήματος βρίσκεται στην διαφορά των εσωτερικών του συντελεστών, στις γεωϊστορικές συνθήκες που το χαρακτηρίζουν και τις εξωτερικές επιδιώξεις των μονάδων που το συνθέτουν. Κάθε σύστημα χαρακτηριζόμενο από κατατεμαχισμό [σημείωση: δηλαδή οργανωμένο σε ανεξάρτητες, ετερογενείς, ανομοιογενείς και κυρίαρχες μονάδες], τείνει, με την δυναμική που αναπτύσσει η ενυπάρχουσα ανισότητα να αναπαραγάγει την ετερότητα".
Δηλαδή, -Διαιωνίστηκε και ενισχύθηκε το έθνος-κράτος, -Ενισχύθηκε η κρατική κυριαρχία, οι θεσμοί, ο πολιτισμός, η οικονομία των κρατών μελών καθώς και η θέση τους στο διεθνές σύστημα. -Η ετερότητα αναπαράγεται και αυξάνεται
Hedley Bull, 1982: Μορφή Χαρακτήρας του Ευρωπαϊκού Πολιτικού Συστήματος
«Δεν υπάρχει υπερεθνική κοινότητα στην Δυτική Ευρώπη. Υπάρχει μια ομάδα κρατών (επιπλέον, εάν υπήρχε μια υπερεθνική εξουσία στη Δυτική Ευρώπη θα ήταν πηγή αδυναμίας και όχι ισχύος ως προς την αμυντική πολιτική). Αυτό που είναι πηγή ισχύος στην Ευρώπη είναι το έθνος-κράτος – δηλαδή η Γαλλία, η Γερμανία, η Βρετανία – και η ικανότητά τους να εμπνεύσουν πίστη και νομιμοφροσύνη στα θέματα του πολέμου). Υπάρχει ένα κονσέρτο κρατών, των οποίων η βάση είναι μια περιοχή ως προς την οποία πιστεύεται πως υπάρχουν κοινά συμφέροντα μεταξύ των μεγαλυτέρων δυνάμεων. Η ιστορία των Ευρωπαίων είναι μια ιστορία εγγενούς-ενδημικής σύγκρουσης. Εάν πρόσφατα απέκτησαν τη συνήθεια της συνεργασίας (σημείωση: στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης), αυτό έγινε υπό την ομπρέλα των ΗΠΑ και υπό την απειλή εξ ανατολών. Ακόμη και η απλή σκέψη ότι τα ευρωπαϊκά κράτη συνιστούν μια “κοινότητα ασφαλείας” ή μια “περιοχή ειρήνης” είναι ευσεβής πόθος, εάν αυτό σημαίνει ότι πόλεμος μεταξύ τους δεν θα υπάρξει ξανά, και όχι ότι δεν υπήρξε τα τελευταία χρόνια και ότι είναι εκτός λογικής εάν υπάρξει ξανά».
Δηλαδή: Αμφισβητήθηκε η βιωσιμότητα της ολοκλήρωσης στη βάση ωφελιμιστικών κριτηρίων, -έθεσε ερωτηματικά για τον χαρακτήρα των συγκλίσεων, επειδή αυτές, πρωτίστως, στηρίζονται στην (εφήμερη;) συμφωνία των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, -έθεσε ερωτήματα για το κατά πόσον το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι τρωτό στις διεθνείς διακυμάνσεις και ευάλωτο σε ενδοευρωπαϊκές ανακατατάξεις. - έθεσε ερωτήματα για την σχέση της σταθερότητας της Ευρώπης σε αναφορά με την διεθνή κατανομή ισχύος και τις στρατηγικές δομές. -άφησε ανοικτό το θέμα των διλημμάτων ασφαλείας και των ηγεμονικών συμπεριφορών.
Πριν τον πόλεμο, το βασικό αίτιο πολέμου ήταν τα διλήμματα ασφαλείας. Η συνεργασία ήταν δύσκολη λόγω της ανησυχίας μεγαλύτερων σχετικών κερδών από την άλλη πλευρά. Ο διπολισμός εξάλειψε ή αποδυνάμωσε μερικούς από αυτούς τους παράγοντες και έκανε τα κράτη της δυτικής Ευρώπης «καταναλωτές ασφαλείας». Για πρώτη φορά οι καθοριστικοί παράγοντες της Ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας βρίσκονταν εκτός Δυτικής Ευρώπης. τα θέματα πολέμου και ειρήνης συνδέονταν με την διπολική αντιπαράθεση των δύο υπερδυνάμεων και την κατανομή ισχύος που αυτή δημιουργούσε και η οποία ευνοούσε την διαδικασία ολοκλήρωσης: « Η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία, υπό την σκιά των υπερδυνάμεων, διαπίστωσαν γρήγορα πως ο πόλεμος μεταξύ τους είναι αντιπαραγωγικός και σύντομα άρχισαν να πιστεύουν πως είναι, επίσης, αδύνατος. Επειδή η ασφάλεια όλων βασιζόταν στις επιλογές άλλων και όχι στις δικές τους, ήταν εφικτό να γίνουν ενοποιητικά βήματα »
Josef Joffe το 1984: «Οι αμερικανοί σώζουν τους ευρωπαίους από τους εαυτούς τους».
"η θεωρία των συμμαχιών υποστηρίζει, τα κράτη συνασπίζονται για να εξασφαλίσουν την ασφάλειά τους. Στην περίπτωση του ΝΑΤΟ, όμως, τα κράτη μέλη συνασπίσθηκαν επειδή η ασφάλειά τους εξασφαλιζόταν από έναν ισχυρό εξωτερικό συντελεστή ο οποίος πρόσφερε αξιόπιστα εσωτερική και εξωτερική τάξη και ασφάλεια στην Δυτική Ευρώπη. … χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Δυτική Ευρώπη μπορεί να επιστρέψει σε εξισορροπητικές διαδικασίες της προπολεμικής περιόδου αντί να προχωρήσει στην ενοποιητική διαδικασία. Ο αδύναμος θα αισθανθεί ξανά ανησυχία για τις προθέσεις του ισχυρού και ο ισχυρός - όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία - θα αρχίσουν, για ακόμη μια φορά, να ανησυχούν για τις προθέσεις αλλήλων. … Η επαγωγική συνέπεια μιας Δυτικής Ευρώπης πλην τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια πυρηνική Γερμανία με άλλα Ευρωπαϊκά κράτη να ακολουθούν … Οι Ηνωμένες Πολιτείες, απαλλάσσοντας τους Ευρωπαίους από την ανάγκη μιας αυτόνομης άμυνας απομάκρυνε τα συστημικά αίτια των συγκρούσεων στα οποία οφείλονται τόσοι πολλοί Ευρωπαϊκοί πόλεμοι στο παρελθόν. Με το ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΑΠΟ ΑΛΛΟΥΣ ΟΙ ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ"
Δηλαδή, τονίστηκαν: -η σημασία των δομικών και στρατηγικών παραμέτρων, -ο σταθεροποιητικός ρόλος των ΗΠΑ, -Οι υποβόσκουσες τάσεις όσον αφορά το Γερμανικό ζήτημα, -Ο ευάλωτος χαρακτήρας των ενδοευρωπαϊκών ισορροπιών και της ενδοευρωπαϊκής κατανομής ισχύος