Π. Ήφαιστος - P. Ifestos

www.ifestosedu.gr

Ποίηση, Μελωδίες, εικαστικά

Περιεχόμενα

Ποιήματα Καβάφη

Σύνδεσμοι αναγνώσεων ποιημάτων Καβάφη

Ιστορικά και μυθολογικά πρόσωπα στο έργο του Καβάφη

Ωδή του Σταύρου Ξαρχάκου στην ελληνική μουσική γραμματεία και σχόλιο Γιώργου Κοντογιώργη

-----------------------------------------------------

Ποιήματα Καβάφη

 

Θερμοπύλες

http://www.youtube.com/watch?v=KzFRXoovEbc&NR=1

Τιμή σ' εκείνους όπου στην ζωή των
ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτέ από το χρέος μη κινούντες·
δίκαιοι κ' ίσοι σ' όλες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κ' ευσπλαχνία·
γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ' εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε·
πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.
 

Και περισσότερη τιμή τους πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κ' οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
 

 Ιθάκη

http://www.youtube.com/watch?v=FhRSFbrS6Q0

Ithaca (Sean  Connery – Αγγλική μουσική απόδοση)

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μεν' η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.
Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους,
να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ' έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά,
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους.
Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί ειν' ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει
και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στο δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ'έδωσε τ' ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δε σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
 

------------------------------------------

Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον

 

http://www.youtube.com/watch?v=ltrAbo8hd2w

 

Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές—
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις.

 

---------------------------------------

Ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης

Άρεσε γενικώς στην Aλεξάνδρεια,
τες δέκα μέρες που διέμεινεν αυτού,
ο ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης
Aριστομένης, υιός του Μενελάου.
Ως τ’ όνομά του, κ’ η περιβολή, κοσμίως, ελληνική.
Δέχονταν ευχαρίστως τες τιμές, αλλά
δεν τες επιζητούσεν· ήταν μετριόφρων.
Aγόραζε βιβλία ελληνικά,
ιδίως ιστορικά και φιλοσοφικά.
Προ πάντων δε άνθρωπος λιγομίλητος.
Θάταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο,
κ’ οι τέτοιοι τόχουν φυσικό να μη μιλούν πολλά.

Μήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε.
Ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος.
Πήρε όνομα ελληνικό, ντύθηκε σαν τους Έλληνας,
έμαθ’ επάνω, κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται·
κ’ έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν
χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι
μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά,
κ’ οι Aλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό,
ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι.

Γι’ αυτό και περιορίζονταν σε λίγες λέξεις,
προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά·
κ’ έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας
κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του.

 

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

 

----------------------------------------

Αναγνώσεις των ποιημάτων του Κωνσταντίνου Καβάφη

 

Στην διεύθυνση  http://www.snhell.gr/lections/writer.asp?id=60, του Σπουδαστηρίου Nέου Eλληνισμού, μαζί με πολλά άλλες πληροφορίες και συνδέσμους που αφορούν τον Κωνσταντίνο Καβάφη, υπάρχουν σύνδεσμοι σε αρχεία όπου κανείς μπορεί να ακούσει όλων των ποιημάτων του

 

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Ιστορικά & Μυθολογικά πρόσωπα στο έργο του Καβάφη

Από την διεύθυνση http://cavafis.compupress.gr/people.htm

Στο ποιητικό έργο του Κ.Π. Καβάφη συναντούμε πολύ συχνά αναφορές σε ιστορικές φυσιογνωμίες της Αρχαίας Ελλάδας και του Βυζαντίου καθώς επίσης και σε μυθολογικά πρόσωπα από την αρχαιοελληνική παράδοση. Σ' αυτήν την ιστοσελίδα θα βρείτε σύντομες, «βιογραφικές» πληροφορίες γι' αυτά τα πρόσωπα, πρωταγωνιστές σε αρκετά από τα καβαφικά ποιήματα.

Η καταγραφή των καβαφικών «ηρώων» δεν έχει ολοκληρωθεί. Σταδιακά, η σελίδα θα εμπλουτίζεται με περισσότερες πληροφορίες...

 

Αηνοβάρβοι(«Τα Βήματα»)
Ο οίκος στον οποίο ανήκε ο αυτοκράτορας Νέρων.

Αιμίλιος Παύλος(«Τυανεύς Γλύπτης»)
Διάσημος στρατηγός και πολιτικός της Ρώμης του 2ου αιώνα π.Χ. Νίκησε το 168 π.Χ. το βασιλιά της Μακεδονίας Περσέα στη μάχη της Πύνδας και έκανε τη Μακεδονία επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Αντίοχος («Η Μάχη της Μαγνησίας»)
Ο Αντίοχος Γ' ο Μέγας ήταν γιος του Σελεύκου Β'. Βασίλευσε στη Συρία την περίοδο 223-187 π.Χ. και έδωσε στο κράτος του μεγάλη δύναμη. Μπόρεσε να φτάσει μέχρι τις Ινδίες κατακτώντας την χώρα των Πάρθων και τη Βακτριανή και υποτάσσοντας τους βασιλείς της Αραβίας. Συμμάχησε με το Μακεδόνα Φίλιππο τον Ε' και ολοκλήρωσε πολλές επιτυχείς εκστρατείες. Τελικά, όμως, ηττήθηκε από τους Ρωμαίους και κατέρρευσε το κράτος του.

Αντώνιος Μάρκος («Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον»)
Της Τριανδρίας (Οκταβιανός-Αντώνιος-Λέπιδος). Ο Αντώνιος υπήρξε εξαιρετικός Ρωμαίος στρατιωτικός. Το 49 π.Χ. υποστήριξε τον Ιούλιο Καίσαρα σε μια διαμάχη με τον Πομπήϊο και μετά την επικράτηση του Καίσαρα έγινε διοικητής του ιππικού. Μετά τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα ο Αντώνιος προσπάθησε να επιβληθεί στο νεαρό Οκταβιανό που ήταν θετός γιος του Καίσαρα. Ο Οκταβιανός πέτυχε (με τη βοήθεια του Κικέρωνα) να κηρυχθή ο Αντώνιος εχθρός της πατρίδας. Τελικά, μετά από μάχες και αφού συμμάχησε ο Αντώνιος με το Λέπιδο, σχηματίστηκε η γνωστή Τριανδρία, μοιράζοντας την αυτοκρατορία.
Ακολούθησε η περίφημη γνωριμία του Αντωνίου με την Κλεοπάτρα και η μεταστροφή του σε Ασιάτη ηγεμόνα μ' όλα τα σύμβολα και τις συνήθειες που μισούσαν οι Ρωμαίοι. Στο μεταξύ, ενώ ο Μάρκος Αντώνιος και η Κλεοπάτρα ζούσαν σαν «Θεοί» στην Αίγυπτο, ο Οκταβιανός συγκέντρωνε στρατό για την οριστική συντριβή του Αντωνίου. Η καθοριστική ναυμαχία έγινε στο Άκτιο (31 π.Χ.) όπου ο στόλος του Μάρκου Αντωνίου και της Κλεοπάτρας υπέστη πανωλεθρία. Ο Αντώνιος και η Κλεοπάτρα αυτοκτόνησαν...

Απόλλων («Απιστία», «Η κηδεία του Σαρπηδόνος»)
Ενας από τους δώδεκα Ολύμπιους Θεούς των αρχαίων Ελλήνων, γιος της Λητώς και του Δία. Θεός του φωτός, της μαντικής, των τεχνών. Σύμφωνα με την επικρατέστερη παράδοση, η Λητώ κυνηγημένη από την Ηρα βρήκε καταφύγιο στη Δήλο που πλανιόταν στα κύματα. Ο Δίας στερέωσε το νησί και η Λητώ γέννησε εύκολα την Αρτεμη αλλά δύσκολα τον Απόλλωνα (επειδή η Ηρα κρατούσε την Ειλείθυια, θεά του τοκετού, στον Ολυμπο). Ο Απόλλων λατρεύτηκε όσο λίγοι Θεοί σε όλη την Ελλάδα ενώ η λατρεία του διαδόθηκε και στην Ρώμη. Προστάτης της ποίησης και της μουσικής, ο Απόλλων αποτέλεσε ο ίδιος πηγή έμπνευσης για πολλούς δημιουργούς. Από τα πιο συνηθισμένα επίθετα του Απόλλωνα είναι το «Φοίβος»

Απόλλωνιος («Είγε Ετελεύτα»)
Ο Απολλώνιος γεννήθηκε 4 περίπου χρόνια πριν το Χριστό στα Τύανα. Αφού σπούδασε ελληνική φιλοσοφία και υιοθέτησε την ασκητική ζωή των Πυθαγόριων, ταξίδεψε πολύ στην Ανατολή (ακόμη και στην Ινδία) και έγινε διάσημος για τις θαυματουργές δυνάμεις του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στην Έφεσο. Σύμφωνα μ' ένα μύθο εξαφανίστηκε στο ναό της Αθηνάς στη Λίνδο (της Ρόδου) ενώ σύμφωνα μ' άλλο μύθο, εξαφανίστηκε στο ναό της Δικτύννης (Μινωϊκή θεότητα) στην Κρήτη. Πολλά από τα θαύματά του, που διηγείται ο Φιλόστρατος, έχουν καθαρές ομοιότητες με τα θαύματα του Ιησού Χριστού. Η βιογραφία του Φιλοστράτου θεωρείται ότι βασίστηκε στις αναμνήσεις του Δάμι, μαθητή του Απολλωνίου.

Αρταξέρξης («Η σατραπεία»)
Ονομα τεσσάρων βασιλέων της Περσίας. Το συγκεκριμένο ποίημα αναφέρεται στον Αρταξέρξη τον Α' τον Μακρόχειρα. Γιος του Ξέρξη και της Ανηστρίδας, βασίλευσε 464-424 π.Χ. Στα χρόνια του ο περσικός στόλος ηττήθηκε από τον Κίμωνα στη Ρόδο και έτσι οι ελληνικές πόλεις της Ιωνίας απελευθερώθηκαν. Φιλοξένησε στην αυλή του τον εξόριστο Θεμιστοκλή στον οποίο και αναφέρεται το ποίημα «Η σατραπεία»

Αρτεμίδωρος («Μάρτιαι Ειδοί»)
Σοφιστής, προσπάθησε να προειδοποιήσει τον Ιούλιο Καίσαρα (δίδοντας του ένα σημείωμα) για το σχέδιο δολοφονίας του από τους Βρούτο και Κάσσιο.
Ένας προφήτης είχε προειδοποιήσει τον Καίσαρα να προσέχει τη 15η ημέρα του Μαρτίου («Μάρτιαι Ειδοί»), ημέρα κατά την οποία προσπάθησε να τον ενημερώσει ο Αρτεμίδωρος...

Αχαϊκή Συμπολιτεία («Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας Πολεμήσαντες»)
Η Αχαϊκή Συμπολιτεία (280-146 π.Χ.) ήταν η τελευταία απόπειρα των Ελλήνων να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους. Διαλύθηκε όταν οι διεφθαρμένοι στρατηγοί Δίαιος και Κριτόλαος ηττήθηκαν το 146 π.Χ. από το Ρωμαίο στρατηγό Μόμιο.

Αχιλλέας («Τα άλογα του Αχιλλέως», «Απιστία», «Τρώες»)
Βασιλιάς των Μυρμιδόνων της Θεσσαλίας, γιος της Θέτιδας και του Πηλέα (βλ. πιο πάνω). Ο ωραιότερος και γενναιότερος των Αχαιών στον Τρωικό πόλεμο. Η ζωή του και τα κατορθώματά του εξυμνήθηκαν από τον Ομηρο στην Ιλιάδα του. Ατρωτος σε όλο του το σώμα εκτός από την πτέρνα του, ο Αχιλλέας δολοφονήθηκε τελικά από τον Πάρη στον Τρωικό πόλεμο με ένα βέλος που τον έπληξε στην πτέρνα. Ο Αχιλλέας λατρευόταν στην Ηπειρο ως Θεός.

Βερενίκη («Καισαρίων»)
Θυγατέρα του διοικητή της Κυρήνης Μάγα και εγγονή του βασιλιά της Συρίας, Αντιόχου του Α'. Παντρεύτηκε στην Αίγυπτο τον Πτολεμαίο τον Γ' τον Ευεργέτη, ο οποίος αμέσως μετά το γάμο τους εξεστράτευσε στην Ασία. Η Βερενίκη έταξε στην Αφροδίτη να κόψει τα όμορφα και πλούσια μαλλιά της εάν ο άνδρας της γύριζε νικητής. Ο Πτολεμαίος ο Γ' γύρισε νικητής και η Βερενίκη θυσίασε τα μαλλιά της, κάτι που ευχαρίστησε ιδιαίτερα το λαό. Ο αυλικός αστρονόμος Κόνων ο Σάμιος είπε τότε, ότι και οι θεοί ευχαριστήθηκαν με την πράξη της Βερενίκης και για το λόγο αυτό πήραν τα μαλλιά της και τα μετέβαλαν σε αστερισμό, τον "Πλόκαμο της Βερενίκης".

Γάλβας (Σέρβιος-Σουλπίκιος) («Η διορία του Νέρωνος»)
Ρωμαίος αυτοκράτορας για επτά μήνες μετά το θάνατο του Νέρωνα (68 μ.Χ.).
Ο Γάλβας διακρίθηκε για τις στρατηγικές του ικανότητες, τη ρητορική του δεινότητα και την αυστηρότητα των ηθών του. Το 68 μ.Χ. οι λεγεώνες της Γαλατίας τον ανακήρυξαν αυτοκράτορα, αλλά αναγνωρίσθηκε από τη Σύγκλητο της Ρώμης το 69 μ.Χ. μετά το θάνατο του Νέρωνα. Ο Γάλβας ήταν τότε 73 ετών. Δεν έμεινε, όμως, πολύ στο θρόνο γιατί σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια επανάστασης στη Ρώμη οπότε και κατέλαβε το θρόνο ο Οθωνας.

Δήμητρα («Διακοπή»)
Μιά από τους δώδεκα Ολύμπιους Θεούς των αρχαίων Ελλήνων, κόρη της Ρέας και του Κρόνου, αδερφή του Δία με τον οποίο απέκτησε την Περσεφόνη. Η Δήμητρα, σύμφωνα με την αρχαιοελληνική μυθολογία, υπήρξε προστάτρια της γεωργίας και δίδαξε στον άνθρωπο την καλλιέργεια της γης. Η Δήμητρα λατρεύτηκε από τις πρώτες γεωργικές φυλές που εγκατστάθηκαν στην Ελλάδα. Πιο γνωστός και μυστηριακός τόπος λατρείας της (και της κόρης της) υπήρξε η Ελευσίνα με τα γνωστά Ελευσίνια Μυστήρια.

Δημήτριος ο Πολιορκητής («Ο Βασιλεύς Δημήτριος»)
Μακεδόνας βασιλιάς (337-283 π.Χ.). Το 310 π.Χ. κατέλαβε την Αθήνα και στη συνέχεια άλλες ελληνικές πόλεις αλλά νικήθηκε στην Ιψό το 301 π.Χ. από τις δυνάμεις Κασσάνδρου, Σελεύκου, Λυσιμάχου, Πτολεμαίου. Το 288 π.Χ. τον εγκατέλειψαν οι Μακεδόνες στρατιώτες του, κουρασμένοι από τις διαρκείς μάχες, για να ενταχθούν στο στρατό του αντιπάλου του, Πύρρου, βασιλιά της Ηπείρου.

Δημήτριος Σωτήρ («Δημητρίου Σωτήρος (162-150 π.Χ.)», «Η δυσαρέσκεια του Σελευκίδου», «Η Μάχη της Μαγνησίας», «Οροφέρνης»)
Εγγονός του Αντιόχου Γ' του Μεγάλου που ηττήθηκε από τους Ρωμαίους στη Μαγνησία το 190 π.Χ. και υιός του Σελεύκου Δ'. Ο Δημήτριος πέρασε τη νιότη του στη Ρώμη ως όμηρος ενώ ο θείος του, Αντίοχος Δ' Επιφανής, σφετερίστηκε το θρόνο της Συρίας και κατόπιν τον παρέδωσε στον υιό του, Αντίοχο Ε'. Το 162 π.Χ., ο Δημήτριος απέδρασε από τη Ρώμη, ανέκτησε το θρόνο του και αγωνίστηκε για την ενότητα της Συρίας. Οι ικανότητές του φόβισαν τους γείτονές του και ανάγκασαν τους Ρωμαίους να τον παρακολουθούν στενά. Απέκτησε εχθρούς ακόμα και ανάμεσα σ' αυτούς που είχε προστατέψει («Οροφέρνης»). Έγινε δύστροπος και μέθυσος. Το 150 π.Χ. ηττήθηκε και σκοτώθηκε απ' ένα διεκδικητή του θρόνου, τον Αλέξανδρο Βάλα που είχε εξαγοραστεί από τον πρώην σατράπη της Βαβυλώνας, Ηρακλείδη, τον Άτταλο Β' της Περγάμου και τον Πτολεμαίο ΣΤ' Φιλομήτωρα.

Δίας (Ζευς) («Η κηδεία του Σαρπηδόνος», «Τα άλογα του Αχιλλέως»)
Ενας από τους δώδεκα Ολύμπιους Θεούς των αρχαίων Ελλήνων, γιος του Κρόνου και της Ρέας. Ο ανώτερος όλων των Θεών. Η Αρχή, το κέντρο και το στήριγμα του Σύμπαντος. Σύμφωνα με το μύθο, ο Κρόνος που είχε εκθρονίσει τον πατέρα του και φοβόταν μήπως πάθει το ίδιο από τα παιδιά του, τα κατάπινε αμέσως μετά τη γέννησή τους. Η Ρέα, όμως, γέννησε το Δία και ξεγέλασε τον Κρόνο δίνοντάς του να καταπιεί ένα λιθάρι. Ο Δίας που γεννήθηκε στη Δίκτη, ανατράφηκε από τις νύμφες του βουνού (με αμβροσία και νέκταρ), καταδίωξε τον πατέρα του, τον ανάγκασε να ξεράσει τα αδέρφια του (Αδη και Ποσειδώνα) και τον εκθρόνισε. Πατέρας Θεών και Ανθρώπων ο Δίας, λατρευόταν ως δημιουργός των πάντων.

Διόνυσος («Η συνοδεία του Διονύσου»)
Ενας από τους δώδεκα Ολύμπιους Θεούς των αρχαίων Ελλήνων, γιος του Δία και της Σεμέλης, προστάτης των γονιμοποιών δυνάμεων της γης. Η λατρεία του Διονύσου ήταν διαδεδομένη σ' όλη την Ελλάδα. Ο Διόνυσος θεωρούνταν Θεός του γλεντιού, της αμπέλου, του ατέρμονου ανοιξιάτικου εορτασμού. Ονομαστοί και οι συνοδοί του Θεού, οι θεότητες Μαινάδες που τον συνόδευαν χορεύοντας με μανία γύρω του και οι Σάτυροι (βλ. Σάτυροι), θεότητες που εκπροσώπευαν τη γονιμότητα της φύσης και θεωρούνταν ακόλαστοι, ζωόμορφοι μέθυσοι.

Εκάβη («Τρώες»)
Μυθολογικό πρόσωπο. Γυναίκα του Πριάμου (βλ. Πρίαμος), βασιλιά της Τροίας. Η Εκάβη υπήρξε υπόδειγμα πιστής συζύγου και στοργικής μητέρας. Μετά την άλωση της Τροίας από τους Αχαιούς, η Εκάβη έγινε δούλη των νικητών. Στην τραγωδία «Εκάβη» του Ευριπίδη, η μητέρα του Εκτορα, αφού είδε όλα της τα παιδιά σκοτωμένα, μεταμορφώνεται από τους Θεούς σε σκύλα.

Ενδυμίων («Ενώπιον του αγάλματος του Ενδυμίωνος», «Των Εβραίων (50 μ.Χ.)»)
Μυθολογικό πρόσωπο. Υιός του Διός και της Καλύκης. Κατά το μύθο, ο Ενδυμίων ήταν ο πιο όμορφος από τους θνητούς. Ένα βράδυ τον είδε η Σελήνη την ώρα που κοιμόταν σε μια σπηλιά του όρους Λάτμου και τον ερωτεύθηκε. Για να μπορεί να τον βλέπει άνετα παρακάλεσε το Δία να τον αφήσει να κοιμάται αιώνια. Ένας άλλος μύθος λέει ότι ο ίδιος ο Ενδυμίων παρακάλεσε το Δία να μη γεράσει ποτέ, αλλά να παραμένει βυθισμένος σε αιώνιο ύπνο. Πάντως, ο ύπνος του Ενδυμίωνος έμεινε παροιμιώδης. «Ενδυμίωνος ύπνον καθεύδεις» έλεγαν σ' αυτούς που κοιμούνταν βαθειά... Πολλοί ποιητές και πεζογράφοι ασχολήθηκαν με τον Ενδυμίωνα και πολλές παραδόσεις υπάρχουν γι' αυτόν.

Εριννύες(«Τα Βήματα»)
Στην ελληνική και ρωμαϊκή μυθολογία, οι Εριννύες ήταν τρία (κατά Ευριπίδη) φρικιαστικά γυναικεία πνεύματα (Αλητώ - οργή και μανία, Τισιφόνη - εκδίκηση του φόνου και Μέγαιρα - μίσος και φθόνος) που κατεδίωκαν ατιμώρητους εγκληματίες (προσωποποίηση των τύψεων συνείδησης). Σαν έργο τους είχαν την τιμωρία κάθε κακής πράξεως. Για τις Εριννύες υπάρχουν πάρα πολλοί μύθοι. Κατά τον Ησίοδο, οι Εριννύες γεννήθηκαν από τις σταγόνες αίματος του Ουρανού μετά τον τραυματισμό του από το γιο του, Κρόνο. Κατά τον Αισχύλο, οι Εριννύες ήταν θυγατέρες της μάυρης Νυκτός ενώ κατά το Σοφοκλή της Γης και του Σκότους.

Ερμής («Τυανεύς Γλύπτης»)
Ένας από τους δώδεκα Ολύμπιους Θεούς των αρχαίων Ελλήνων, γιος του Δία και της μεγαλύτερης και ωραιότερης από τις θυγατέρες του Άτλαντος, της Μαίας. Σύμβολο του Ερμή ήταν το «κηρύκειο», μια ράβδος δηλαδή που του χάρισε ο Ήφαιστος. Για τον Ερμή υπάρχουν πολλοί μύθοι σχετικοί με τις ικανότητες του και τα ελαττώματά του. Ένα από τα σοβαρότερα ελαττώματα του Θεού ήταν η κλοπή. Εξαιτίας της πανουργίας του, της ευκινησίας και της ρωμαλεότητός του, χρησιμοποιήθηκε από το Δία σαν κήρυκας και αγγελιοφόρος. Επίσης, ένα από τα κύρια έργα του Ερμή ήταν να οδηγεί τις ψυχές στον Άδη. Γι αυτό το λόγο λέγεται και Ψυχοπομπός. Θεωρείται, επίσης, προστάτης του εμπορίου (Κερδώος, Εμποραίος, Αγοραίος κλπ.)

Εφιάλτης («Θερμοπύλες»)
Γιος του Ευρυδήμου. Πρόδωσε τους Ελληνες στη μάχη των Θερμοπυλών. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Εφιάλτης πρότεινε στον Ξέρξη να οδηγήσει το στρατό του από ένα μονοπάτι στο στενό των Θερμοπυλών όπου οι 300 του Λεωνίδα αντιστέκονταν σθεναρά στις επιθέσεις των πολύ πιο ισχυρών Περσών. Μετά την προδοσία του ο Εφιάλτης επικηρύχθηκε, κρύφτηκε αλλά τελικά δολοφονήθηκε από έναν Αθηναίο.

Ηρώδης Αττικός («Ηρώδης Αττικός»)
Έλληνας ρήτορας, υιός του Αθηναίου Αττικού. Πέρασε τη νεότητά του στην Αθήνα σπουδάζοντας φιλοσοφία. Ήταν περίφημος για τη ρητορική του ικανότητα, την πολυμάθειά του και τη σοφία του. Υπήρξε επιμελητής των Παναθηναίων και θερμός θιασώτης του Πλάτωνα. Για κάποιο χρονικό διάστημα πέρασε από τη Ρώμη, όπου υπήρξε δάσκαλος του Μάρκου Αυρήλιου. Αργότερα ξαναγύρισε στην Αθήνα και χρησιμοποίησε τον τεράστιο πλούτο του (λέγεται ότι ανακάλυψε ένα θησαυρό στο σπίτι του) για να κοσμήσει την πόλη με σπουδαία οικοδομήματα, ανάμεσα στα άλλα και το περίφημο Ωδείο που υπάρχει ακόμη και σήμερα και φέρει το όνομά του.

Ηρώδης Α' ο Μέγας («Αριστόβουλος»)
Υιός του Αντίπατρου και της Κύπρου. Σε ηλικία 25 ετών έγινε στρατηγός, διοικητής της Γαλιλαίας. Έλαβε διάφορα αξιώματα επί της Ιουδαίας από τον Κάσσιο, που μονάχα Ρωμαίοι στρατηγοί λάβαιναν μέχρι τότε. Πήρε γυναίκα του την εγγονή του βασιλιά Υρκανού γιατί μπόρεσε να αποκρούσει το κίνημα του Αντιγόνου του Ασμοναίου. Ο Αντίγονος, όμως, μπόρεσε να τον νικήσει και να γίνει βασιλιάς της Ιουδαίας. Τότε, ο Ηρώδης πήγε στη Ρώμη και κατόρθωσε να ανακηρυχθεί βασιλιάς της Ιουδαίας. Το 37 π.Χ. με τη βοήθεια ρωμαϊκών λεγεώνων μπήκε νικητής στα Ιεροσόλυμα και ανακηρύχθηκε επίσημα βασιλιάς αφού εξόντωσε κάθε πολιτικό αντίπαλό του ακόμα και τη γυναίκα του που ανήκε στους αντιπάλους του. Φίλος του ελληνικού πολιτισμού, έκανε πολλά έργα προόδου και πολιτισμού. Στα τελευταία έτη της βασιλείας του, διέταξε τη σφαγή των νηπίων (14000) για να σκοτώσει μεταξύ αυτών και το νεογέννητο Ιησού. Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ως αιμοχαρής τύραννος...

Θάνατος («Η κηδεία του Σαρπηδόνος»)
Θεός των αρχαίων Ελλήνων, γιος της Νύκτας. Προσωποποίηση του θανάτου. Κατά τον Ομηρο, ο Θάνατος είναι δίδυμος αδερφός του Υπνου. Ο μύθος του Θανάτου διατηρήθηκε ακόμα και στα βυζαντινά χρόνια (ακριτικά τραγούδια).

Θεόδοτος («Ο Θεόδοτος»)
Σοφιστής από τη Σάμο. Εζησε κατά τον 1ο π.Χ. αιώνα. Διδάσκαλος του Πτολεμαίου του ΙΒ', τον συμβούλεψε να σκοτώσει τον Πομπήιο για να αποκτήσει την εύνοια του Ιούλιου Καίσαρα όπως και έγινε. Τελικά, κατέφυγε στη Μ. Ασία όπου και δολοφονήθηκε από το Βρούτο.

Θεόκριτος («Το πρώτο σκαλί»)
Ενας από τους μεγαλύτερους αρχαίους Ελληνες ποιητές των ελληνιστικών χρόνων. Πρέπει να γεννήθηκε τον 4 π.Χ. αιώνα στην Κω και να μεγάλωσε στις Συρακούσες. Βέβαιο θεωρείται ότι έζησε για ένα διάστημα και στην Αλεξάνδρεια. Ο Θεόκριτος καθιέρωσε το «ειδύλλιο» και τη βουκολική ποίηση. Επηρέασε πολλούς σύγχρονους και μεταγενέστερούς του ποιητές.
Στο συγκεκριμένο ποίημα, ο Θεόκριτος συμβουλεύει ένα νέο ποιητή να μην επιζητά τη γρήγορη καταξίωση και να μην μειώνει τη σημασία αυτών που έχει ήδη πετύχει.

Θέτις («Διακοπή», «Απιστία»)
Θαλάσσια θεότητα, κόρη του Νηρέα και της Ωκεανίδας Δωρίδας, μητέρα του ήρωα του Τρωικού πολέμου, Αχιλλέα. Η Θέτις παντρεύτηκε το θνητό Πηλέα για να επαληθευτεί μια προφητεία που έλεγε ότι ο γιος που θα αποκτούσε θα ήταν ανώτερος από τον πατέρα του. Η Θέτις έκανε αθάνατο το γιο της Αχιλλέα λούζοντάς τον στα νερά της πηγής Στύγας (εκτός από το σημείο απ' όπου τον κρατούσε, «Αχίλλειος πτέρνα»). Ως θεότητα λατρευόταν σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας και κυρίως στη Θεσσαλία (λόγω Πηλέα).

Καισαρίων (Πτολεμαίος ΙΔ' ο Καισαρίων) («Καισαρίων», «Αλεξανδρινοί Βασιλείς», «Τυανεύς Γλύπτης»)
Γιος του Ιουλίου Καίσαρα και της Κλεοπάτρας. Γεννήθηκε το 47 π.Χ. και ανακηρύχθηκε βασιλιάς από την Κλεοπάτρα σε ηλικία 3 ετών (αναγνωρίστηκε μάλιστα και απο το αιγυπτιακό ιερατείο και από τη Ρωμαϊκή Τριανδρία). Οταν η Κλεοπάτρα αναγκάσθηκε να αυτοκτονήσει, για να τον προφυλάξει από τον Οκταβιανό τον παρέδωσε στον παιδαγωγό του Θεόδωρο μαζί με πολλούς θησαυρούς. Αυτός τον οδήγησε στην Αιθιοπία και από τότε χάθηκαν τα ίχνη του.

Κλεοπάτρα («Καισαρίων»)
Ονομα διαφόρων γυναικών της ελληνικής αρχαιότητας. Πιο γνωστές οι Κλεοπάτρες της δυναστείας των Πτολεμαίων στην ελληνιστική Αίγυπτο.
Η περιφημότερη Κλεοπάτρα (στην οποία αναφέρεται και το ποίημα) ήταν η Κλεοπάτρα Ζ' η Φιλοπάτωρ. Περίφημη για την ομορφιά αλλά και το πνεύμα της, η Κλεοπάτρα γεννήθηκε το 69 π.Χ. και ανέβηκε στο θρόνο της Αιγύπτου σε ηλικία 17 ετών μετά το θάνατο του πατέρα της Πτολεμαίου του ΙΑ', ενώ παράλληλα παντρεύτηκε το νεαρό αδερφό της Πτολεμαίο ΙΒ' που ήταν μόλις 10 ετών.
Η Κλεοπάτρα δεν ήταν μόνον πανέμορφη αλλά επίσης απίστευτα μορφωμένη, πολύγλωσση, πνευματώδης. Με τη γοητεία της κατέκτησε τον Καίσαρα ο οποίος και την αποκατέστησε στο θρόνο της Αιγύπτου (από τον οποίο είχε χάσει τα δικαιώματά της εξαιτίας του αδερφού και συζύγου της) και με τον οποίο απέκτησε ένα γιο που ονόμασε Καίσαρα και οι Αλεξανδρινοί αποκαλούσαν Καισαρίωνα. Η συμπεριφορά του Καίσαρα προκάλεσε αντιδράσεις στη Ρώμη ενώ και η Κλεοπάτρα αντιμετώπισε θύελλα αντιδράσεων στην Αίγυπτο που την ανάγκασε να προκαλέσει το θάνατο του Πτολεμαίου ΙΓ' (μικρότερου αδερφού της και συζύγου της μετά το θάνατο του ΙΒ') και να ανεβάσει στο θρόνο τον Καισαρίωνα που ήταν μόλις 3 ετών.
Την ίδια εποχή ο Καίσαρας έπεφτε θύμα δολοφονίας στη Ρώμη (44 π.Χ.). Από τις ταραχές που ακολούθησαν στη Ρώμη νικητές βγήκαν οι οπαδοί του Καίσαρα, Οκταβιανός και Μάρκος Αντώνιος, οι οποίοι και χώρισαν την Αυτοκρατορία στα δύο, στη Δύση (για τον Οκταβιανό) και στην Ανατολή (για τον Αντώνιο). Η Κλεοπάτρα είδε στο πρόσωπο του Μάρκου Αντωνίου ένα μελλοντικό παγκόσμιο ηγέτη και τον τύλιξε στον ιστό της γοητείας της. Τελικά, όμως, η αντιπαράθεση Οκταβιανού-Μάρκου Αντώνιου έληξε με τη συντριβή του δεύτερου (στο Ακτιο) και το θάνατό του. Η δε Κλεοπάτρα όταν είδε ότι όλα πια ήταν χαμένα και ο Οκταβιανός απέφευγε να τη συναντήσει για να μην πέσει θύμα της γοητείας της, αυτοκτόνησε (με το δήγμα του φιδιού ασπίς κατά την παράδοση)...

Κομνηνή Άννα («Άννα Κομνηνή»)
Η Άννα Κομνηνή (1083-1146) ήταν η μεγαλύτερη θυγατέρα του αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού και της Ειρήνης. Προσπάθησε ματαίως να αδράξει το θρόνο από τον αδερφό της Ιωάννη II για το σύζυγό της, Νικηφόρο, του οποίου ο θάνατος το 1137 την οδήγησε να αποσυρθεί σε μοναστήρι, όπου και επιδόθηκε στη συγγραφή της Αλεξιάδος, μιας 15τομης βιογραφίας του πατέρα της.

Κομνηνός Αλέξιος («Άννα Δαλασσηνή»)
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου και ιδρυτής της δυναστείας των Κομνηνών (1081-1118). Όταν ο Αλέξιος έγινε αυτοκράτορας, το Βυζαντινό κράτος βρισκόταν σε κακά χάλια από τα σφάλματα και την κακή διοίκηση των προκατόχων του. Ο Αλέξιος, όμως, κατόρθωσε να ανυψώσει και πάλι το κράτος εσωτερικώς και εξωτερικώς γιατί τον διέκριναν στρατιωτικά και πολιτικά χαρίσματα και είχε την ικανότητα να διαλέγει τους πιο άξιους για συνεργάτες του. Αντιμετώπισε επιτυχώς εχθρούς του Βυζαντίου, προστάτεψε τα γράμματα, αναδιοργάνωσε τη διοίκηση, βοήθησε την Εκκλησία...

Κομνηνός Μανουήλ («Μανουήλ Κομνηνός»)
Βυζαντινός αυτοκράτορας (1143-1180 μ.Χ.). Ήταν ο τέταρτος υιός του Ιωάννη του Β'. Αναδείχθηκε λαμπρός ηγεμόνας, θαρραλέος πολεμιστής, ικανότατος στρατηγός, επιδέξιος διπλωμάτης και πολιτικός με μεγάλα και τολμηρά οράματα. Παρά τις ικανότητές του, το Βυζάντιο στα χρόνια της βασιλείας του, υπέστη μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές στην ιστορία του με τη μάχη του Μυριοκεφάλου, στην οποία οι Βυζαντινοί υπέστησαν συντριβή από το στρατό των Τούρκων που μ' αυτό τον τρόπο εξασφάλισαν τη διαρκή παρουσία τους στη Μικρά Ασία. Στα χρόνια του, επίσης, οργανώθηκε η Δεύτερη Σταυροφορία των δυτικών κατά των μουσουλμάνων, η οποία οδηγήθηκε σε παταγώδη αποτυχία ενώ παράλληλα προξένησε και μεγάλες καταστροφές, λεηλασίες κλπ. στις Βυζαντινές επαρχίες από τις οποίες πέρασαν οι Σταυροφόροι...

Κύκλωπες («Ιθάκη»)
Μυθολογικά πρόσωπα, γίγαντες που αναφέρονται και στην Ομηρική Οδύσσεια. Το χαρακτηριστικό των Κυκλώπων πέρα από το υπερφυσικό μέγεθός τους και την τεράστια δύναμή τους, ήταν το ένα και μοναδικό μάτι που διέθεταν στη μέση του μετώπου τους. Κατά τον Ησίοδο, οι Κύκλωπες και οι Εκατόγχειρες έδωσαν τη νίκη στο Δία στον πόλεμό του εναντίον των Τιτάνων. Στον Ομηρο οι Κύκλωπες είναι ένας λαός άγριος, απολίτιστος με τεράστια δύναμη και το γνωστό κυκλικό μάτι στο μέτωπο. Ο Οδυσσέας φθάνει στην χώρα των Κυκλώπων όπου ένας απ' αυτούς, ο Πολύφημος, καταβροχθίζει συντρόφους του εώς ότου ο πολυμήχανος βασιλιάς της Ιθάκης κατορθώνει να τον ξεγελάσει και να τον τυφλώσει.

Κωνστάντιος Β' («Τα επικίνδυνα»)
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (337-361 μ.Χ.). Υιός του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Φαύστας. Αμέσως μετά το θάνατο του Μ. Κωνσταντίνου, οι διάδοχοι του ήρθαν σε σύγκρουση μεταξύ τους. Στο τέλος απέμεινε μόνος κύριος της αυτοκρατορίας ο Κωνστάντιος. Διασώθηκαν μόνο δύο ξαδέρφια του που ο Κωνστάντιος τα έκλεισε σε μοναστήρι και τα επιτηρούσε αυστηρά.
Ήταν άνθρωπος φιλύποπτος, μικρόψυχος και πάρα πολύ αυταρχικός, σκληρός, φθονερός και εκδικητικός. Η εποχή που βασίλευσε χαρακτηρίζεται από μεγάλες θρησκευτικές ταραχές που τις προκάλεσε ο ίδιος. Επειδή ήταν οπαδός της αίρεσης του Αρείου, πολέμησε με πάθος την ορθοδοξία και σε Σύνοδο που συγκάλεσε στο Ρίμινι (359 μ.Χ.) ανακήρυξε τον Αρειανισμό επίσημο δόγμα της αυτοκρατορίας. Στο εξωτερικό και περισσότερο στην Ανατολή, είχε μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες. Με τη βοήθεια του ξαδέρφου του, Ιουλιανού, επικράτησε των εχθρών του και στη Δύση. Πέθανε στην Κιλικία δίνοντας την ευκαιρία στον ξάδερφο του να μείνει μόνος κύριος της αυτοκρατορίας...

Λαγίδες («Η δόξα των Πτολεμαίων»)
Μία από τις δυναστείες των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου στην Αίγυπτο. Γνωστοί και ως Πτολεμαίοι. Ο Λάγος που καταγόταν από τη Μακεδονία και ήταν πατέρας του Πτολεμαίου του Α', έδωσε το όνομά του στη δυναστεία. Οι Λαγίδες ήταν η ισχυρότερη δυναστεία της ελληνιστικής Αιγύπτου και συνέβαλε ουσιαστικά στην ανάπτυξη του ελληνιστικού πολιτισμού στη χώρα.

Λαιστρυγόνες («Ιθάκη»)
Μυθολογικός λαός γιγάντων που αναφέρεται στην Ομηρική Οδύσσεια. Στο έπος του Ομήρου ο Οδυσσέας αναγκάζεται να πολεμήσει τους γίγαντες Λαιστρυγόνες με αποτέλεσμα να χάσει όλα τα πλοία του εκτός από ένα και πάρα πολλούς από τους συντρόφους του.

Λάρητες(«Τα Βήματα»)
Θεότητες των Ρωμαίων (πιθανώς πνεύματα των προγόνων) που παριστάνονται με μορφή εφήβων ή νέων. Ήταν προστάτες των εργασιών στην ύπαιθρο, των δρόμων, των ακτών, των σπιτιών και των οικογενειών. Γι αυτό τους παρίσταιναν να στέκονται μπροστά στη θύρα ή κοντά στην εστία. Τα Λαράρια ήταν οι τελετές αφιερωμένες σ' αυτές τις θεότητες.

Λουκιανός («Ούτος Εκείνος»)
Από τους μεγαλύτερους αρχαίους, Έλληνες σοφιστές. Έζησε κατά το 2ο π.Χ. αιώνα. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στην πατρίδα του, τη Συρία και κατόπιν πήγε στην Ιωνία όπου φοίτησε σε διάφορες σχολές και έμαθε τη ρητορική. Περιπλανήθηκε για αρκετά χρόνια διδάσκοντας ρητορική και τελικά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου και έμεινε 20 χρόνια. Σ' αυτό το διάστημα έγραφε φιλοσοφικούς διαλόγους σε χαριτωμένο, κοροϊδευτικό ύφος. Μπήκε στην υπηρεσία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεβήρου και τοποθετήθηκε ως ανώτερος δικαστικός στην Αλεξάνδρεια όπου και πέθανε. Ο Λουκιανός σατύρισε στους διαλόγους του τους Θεούς, τους φιλοσόφους και τις ανθρώπινες αντιλήψεις.
Ο τίτλος του ποιήματος είναι μια φράση από το έργο του Λουκιανού "Το Όνειρο".

Μέθη («Η συνοδεία του Διονύσου»)
Προσωποποίηση του μεθυσιού, κατώτερη θεότητα της Διονυσιακής συνοδείας.

Μετάνειρα («Διακοπή»)
Μυθολογικό πρόσωπο. Σύζυγος του Κελεού και μητέρα του Τριπτολέμου και του Δηιφώντος. Οταν η Δήμητρα αναζητούσε την κόρη της Περσεφόνη, φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Κελέου. Για να τον ευχαριστήσει αποφάσισε να κάνει αθάνατο το γιο του Δηιφώντα. Οταν όμως αποπειράθηκε να τον περάσει μέσα από τις φλόγες για να καούν οι θνητές σάρκες του, η Μετάνειρα -παρεξηγώντας τις προθέσεις της Δήμητρας- έβαλε τις φωνές με αποτέλεσμα να προκληθεί ταραχή μέσα στην οποία κάηκε ο άτυχος Δηιφών. Σε αυτό το μύθο αναφέρεται και το ποίημα «Διακοπή»

Μιχαήλ Γ' ο Μέθυσος (842-867)(«Ίμενος»)
Γιος του Θεόφιλου και της Θεοδώρας, εγγονός του Μιχαήλ Β' του Τραυλού. Διαδέχτηκε τον πατέρα του στο θρόνο σε ηλικία 3 ετών. Ο θείος του και επίτροπος παραμέλησε επίτηδες την ανατροφή του με αποτέλεσμα να καταντήσει ο Μιχαήλ ένας μέθυσος και ανίκανος να ασκήσει την εξουσία. Τα αποτελέσματα υπήρξαν καταστροφικά για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Οι Φράγκοι κατέλαβαν τις Βυζαντινές κτήσεις στην Απουλία και Καλαβρία, οι Άραβες έκαναν εισβολή στη Μικρά Ασία. Τελικά ο Μιχαήλ έδωσε διαταγή να σκοτώσουν το θείο του Βάρδα, κι αναγόρευσε συμβασιλέα τον Βασίλειο τον Μακεδόνα, ο οποίος και το δολοφόνησε για να μείνει μόνος του στο θρόνο.

Νέρων («Η διορία του Νέρωνος», «Τα Βήματα»)
Ονομα που έφερε κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους ο κλάδος των Τιβερίων.
Ο πλέον γνωστός (στον οποίον αναφέρεται και το ποίημα) ήταν ο Λούκιος Δομίτιος Αχενόβαρβος (όπως ήταν αρχικά το όνομά του), αυτοκράτορας της Ρώμης κατά το διάστημα 54-68 μ.Χ. Ο Νέρων ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας σε ηλικία 17 ετών μετά τις συνήθεις, στην αρχαία Ρώμη, δολοπλοκίες και δολοφονίες. Κατά τα πρώτα 5 έτη ο Νέρων βασίλευσε με φρόνηση και με επιτυχίες. Στη συνέχεια, όμως, η απίστευτη ματαιοδοξία του και τα ακόλαστα πάθη του εκδηλώθηκαν με το χειρότερο τρόπο για το δύσμοιρο Ρωμαϊκό λαό που αναγκάστηκε να υπομένει όλες τις ιδιοτροπίες του με αποκορύφωμα τον εμπρησμό της Ρώμης και τους διωγμούς εναντίον των χριστιανών. Τελικά και αφού ο Νέρων εκδήλωσε την παραφροσύνη του σε όλο της το «μεγαλείο», έμεινε μόνος απέναντι στην οργή του λαού και οδηγήθηκε στην αυτοκτονία...

Οροφέρνης («Οροφέρνης»)
Υιός του Αριαράθου του Δ' της Καππαδοκίας. Η μητέρα του ήταν η κόρη του Αντιόχου του Γ' του Μεγάλου και η γιαγιά του, Στρατονίκη, ήταν η κόρη του Αντιόχου του Β' της Συρίας. Προστατευόμενος του Δημητρίου της Συρίας που τον βοήθησε να ανέλθει στο θρόνο της Καππαδοκίας το 157 π.Χ. Αργότερα προσπάθησε να σφετεριστεί το θρόνο του προστάτη του.

Πάτροκλος («Η κηδεία του Σαρπηδόνος», «Τα άλογα του Αχιλλέως», «Τυανεύς Γλύπτης»)
Μυθολογικός ήρωας του Τρωικού πολέμου, φίλος του Αχιλλέα. Κατά την «μήνιν» του Αχιλλέα, ο Πάτροκλος δανείστηκε τα όπλα του φίλου του και μεταμφιεσμένος σε Αχιλλέα έτρεψε σε φυγή τους Τρώες που εκμεταλλευόμενοι την απουσία του Αχιλλέα είχαν προχωρήσει επικίνδυνα προς τα πλοία των Αχαιών. Ομως ο Πάτροκλος παρασύρθηκε και κατεδίωξε τους Τρώες στην πόλη τους όπου και δολοφονείται από τον Εκτορα με τη βοήθεια του προστάτη της πόλης, Απόλλωνα.

Πηλέας («Διακοπή», «Απιστία», «Τα άλογα του Αχιλλέως»)
Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς των Μυρμιδόνων της Φθίας της Θεσσαλίας. Γιος του βασιλιά της Αίγινας Αιακού. Σύμφωνα με τους μύθους ο Πηλέας έλαβε μέρος στην εκστρατεία του Ηρακλή κατά της Τροίας και στην Αργοναυτική εκστρατεία. Μετά την επιστροφή του έλαβε για δεύτερη γυναίκα του (πρώτη ήταν η Αντιγόνη κόρη του βασιλιά της Φθίας Ευρυτίωνος η οποία και αυτοκτόνησε) τη Θέτιδα, από την οποία απέκτησε τον Αχιλλέα.

Πομπήιος («Ο Θεόδοτος», «Τυανεύς Γλύπτης»)
Γναίος Πομπήιος ο Μέγας (106-48 π.Χ.). Πολιτικός και στρατιωτικός. Ο Πομπήιος αναδείχτηκε σε πολύ σημαντική στρατιωτική και πολιτική φυσιογνωμία μετά τις νίκες του εναντίον των στρατευμάτων του Μαρίου στην Απουλία καθώς και τις εκστρατείες του στη Σικελία και στην Αφρική. Εμεινε γνωστός για την καταστολή επαναστάσεων όπως αυτή του δούλου Σπάρτακου και τη συντριβή των πειρατών της Μεσογείου. Μετά από πολύ σπουδαίες στρατιωτικές επιτυχίες (όπως η νίκη επί του Μιθριδάτη, η υποταγή του βασιλιά της Αρμενίας, η κατάκτηση του Πόντου και των Ιεροσολύμων), ο Πομπήιος ήρθε σε σύγκρουση με τον Καίσαρα (διαλύοντας την τριανδρία Καίσαρα/Κράσσου/Πομπήιου) και ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος. Η καθοριστική μάχη πραγματοποιήθηκε στα Φάρσαλα, το 48 π.Χ., και ο ηττημένος στρατηλάτης Πομπήιος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αίγυπτο όπου και δολοφονήθηκε από τον Πτολεμαίο ΙΒ' μετά από συμβουλή του Θεόδοτου (βλ. Θεόδοτος).

Ποσειδώνας («Ιθάκη», «Τυανεύς Γλύπτης»)
Ενας από τους δώδεκα Ολύμπιους Θεούς των αρχαίων Ελλήνων, γιος του Κρόνου και της Ρέας. Θεός του υδάτινου στοιχείου. Ο Ποσειδώνας μαζί με τον αδερφό του Αδη (ή Πλούτωνα) είχε κατασπαραχθεί από τον πατέρα του Κρόνο, εώς ότου ο αδερφός του Δίας (βλ. Δίας) τον απελευθέρωσε. Ο Ποσειδώνας είχε για γυναίκα του τη θαλάσσια θεότητα Αμφιτρίτη και κατοικούσε στο βυθό της θάλασσας. Η λατρεία του ήταν διαδεδομένη σε όλη την Ελλάδα, κυριότερα όμως στα νησιά. Σημαντικό κέντρο λατρείας του ήταν η Κόρινθος (όπου υπάρχουν και σχετικά αρχαιολογικά ευρήματα) ενώ ιερά του υπήρχαν και στην Μ. Ασία και στις ελληνικές αποικίες της Ιταλίας και Σικελίας.

Πρίαμος («Τρώες»)
Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της Τροίας κατά τον Τρωικό πόλεμο. Γιος του Λαομέδοντα, σύζυγος της Εκάβης με την οποία απέκτησε τον Εκτορα, τον Πάρη και άλλα παιδιά. Στον Τρωικό πόλεμο ο Πρίαμος ήταν μεγάλος σε ηλικία και δεν έλαβε μέρος στις μάχες. Μετά την άλωση της πόλης ο βασιλιάς θανατώθηκε, κατά την παράδοση, από το γιο του Αχιλλέα, Νεοπτόλεμο.

Πτολεμαίοι («Καισαρίων»)
Ονομα που έφεραν διάφοροι βασιλείς της Αιγύπτου που ανήκαν στη δυναστεία των Λαγιδών της Μακεδονίας (σε αυτούς αναφέρεται το ποίημα). Το Πτολεμαίος ήταν όνομα που έφεραν και πολλοί Αιγύπτιοι πρίγκηπες, Μακεδόνες ηγεμόνες, στρατηγοί και συγγραφείς της αρχαιότητας.

Πύρρος («Ο Βασιλεύς Δημήτριος»)
Βασιλιάς της αρχαίας Ηπείρου. Μεγάλη στρατιωτική φυσιογνωμία της αρχαιότητας. Πολύ νεαρός ανέβηκε στο θρόνο της Ηπείρου αλλά εκδιώχτηκε. Κατόρθωσε με τη βοήθεια του Πτολεμαίου της Αιγύπτου να επανακαταλάβει το θρόνο του στην Ηπειρο. Αύξησε τα όρια της βασιλείας του και επιχείρησε να συγκρουστεί με το Δημήτριο τον Πολιορκητή. Τότε πολλοί δυσαρεστημένοι Μακεδόνες ένωσαν τις δυνάμεις τους με τον Πύρρο, ο οποίος εισέβαλε στη Μακεδονία και ανακηρύχτηκε από τους κατοίκους βασιλέας τους (βλ. ποίημα) . Στη συνέχεια ο μέγας στρατηλάτης πολιόρκησε και κατέκτησε και την Αθήνα. Το 286 π.Χ. ηττήθηκε από το Λυσίμαχο και αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το θρόνο της Μακεδονίας. Το 281 π.Χ. τόλμησε να εκστρατεύσει εναντίον των Ρωμαίων με σημαντικές επιτυχίες στην αρχή αλλά με σοβαρές απώλειες. Το 275 π.Χ. ηττήθηκε οριστικά και αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ηπειρο. Σκοτώθηκε σε μάχη με τις δυνάμεις του Αντίγονου στο Αργος.

Ρέα («Τυανεύς Γλύπτης»)
Μυθολογικό πρόσωπο. Θυγατέρα του Ουρανού και της Γης, γυναίκα του Κρόνου και μητέρα των Ολύμπιων Θεών Ποσειδώνα, Άδη, Δία, Εστίας, Ήρας και Δήμητρας. Κατά τη μυθολογία, η Ρέα όταν ήταν έτοιμη να γεννήσει το Δία, επειδή φοβόταν μήπως τον καταπιεί κι αυτόν ο Κρόνος, όπως έκαμε και με τα προηγούμενα παιδιά τους, πήγε στην Κρήτη. Αφού γέννησε εκεί και παρέδωσε στη Νέβη το νεογέννητο, σπαργάνωσε ένα λιθάρι και το κατέθεσε στα γόνατα του Κρόνου που το κατάπιε νομίζοντάς το για το παιδί του. Η λατρεία της Ρέας ήταν αρχαιοτάτη και είχε μεταφερθεί στην Κρήτη από τη Μικρά Ασία, όπου λατρευόταν σαν η πρώτη και μεγαλύτερη απ' όλους τους Θεούς, με το όνομα Κυβέλη. Λατρευόταν σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας και η λατρεία της μεταφέρθηκε και στη Ρώμη.

Σαρπηδών («Η κηδεία του Σαρπηδόνος»)
Γιος του Δία και της Λαοδαμείας. Πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο όπου και σκοτώθηκε από τον Πάτροκλο. Ο Δίας τότε διέταξε τον Απόλλωνα να καθαρίσει το σώμα του γιου του από το αίμα και τη σκόνη με αμβροσία και κατόπιν τον παρέλαβαν οι Θάνατος και Υπνος και τον μετέφεραν στη Λυκία όπου και τον έθαψαν με τιμές.

Σάτυροι («Η συνοδεία του Διονύσου»)
Μυθολογικά πρόσωπα, κατώτερες θεότητες της Διονυσιακής συνοδείας. Εκπροσώπευαν τη γονιμότητα της φύσης. Αυτές οι ακόλαστες, ερωτομανείς και οκνηρές θεότητες είχαν μορφή τράγου και επιδίδονταν διαρκώς σε ερωτοτροπίες, γλέντια και μεθύσια. Σύμφωνα με ένα μύθο, οι Σάτυροι ήταν τέκνα του Ερμή και της Ιφθίμης ή του Διονύσου και της νύμφης Νικαίας. Τα ονόματά τους ήταν: Οίνος, Οινοπίων, Ακρατος, Αμπελος, Ηδύοινος, Κώμος, Μόλπος.

Σελευκίδες («Η δόξα των Πτολεμαίων»)
Δυναστεία της ελληνιστικής Συρίας των τριών τελευταίων π.Χ. αιώνων. Ο Σέλευκος ο Α' ο Νικάτορας έδωσε το όνομα στη δυναστεία. Η Συρία επί Σελευκιδών γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και ο ελληνιστικός πολιτισμός διαδώθηκε ευρύτατα στη χώρα.

Σεράπιο («Ιερεύς του Σεραπίου»)
Ο διάσημος ναός στην Αλεξάνδρεια αφιερωμένος στο Σέραπι (Θεός των αρχαίων Βαβυλωνίων), που κατασκευάστηκε από τον Πτολεμαίο Α' τον Σωτήρα, περί το 300 π.Χ. και καταστράφηκε το 392 μ.Χ. κατά τη διάρκεια διωγμών των ειδωλολατρών που ξεκίνησε ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος.

Σκιπίων ο Αφρικανός («Τυανεύς Γλύπτης»)
Πόπλιος Κορνήλιος Αιμιλιανός (235-183 π.χ.). Ο μεγαλύτερος στρατηγός της εποχής του και ο δεύτερος μετά τον Καίσαρα στρατηγός της αρχαίας Ρώμης. Ήταν προικισμένος με πάρα πολλά σωματικά και πνευματικά χαρίσματα που του εξασφάλισαν την αγάπη του ρωμαϊκού στρατού. Έλαβε αξιόλογη ελληνική μόρφωση. Πέρα από τις υπόλοιπες επιτυχίες του, πιο γνωστός έγινε για τη μεταφορά του πολέμου με τους Καρχηδόνιους στην Αφρική και την εκεί συντριβή του Αννίβα. Τότε έλαβε και την προσωνυμία «Αφρικανός». Έφτασε μέχρι το αξίωμα του Προέδρου της Συγκλήτου. Πέθανε αυτοεξόριστος στο Λιτέρνο μετά τις κατηγορίες που δέχτηκε για την υπογραφή ειρήνης με τον Αντίοχο.

Τελετή («Η συνοδεία του Διονύσου»)
Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Διονύσου και της Νικαίας. Μέλος της συνοδείας του Διονύσου, προσωποποίηση του γλεντιού και των ιεροτελεστιών.

Υάκινθος («Λάνη Τάφος»)
Μυθολογικό πρόσωπο, ήρωας της Λακωνικής. Ήταν πάρα πολύ όμορφος και για την ομορφιά του τον ερωτεύτηκε ο Θεός Απόλλων. Μια ημέρα και ενώ οι δύο φίλοι αγωνίζονταν, ο Βορέας και ο Ζέφυρος, από ζήλεια γιατί ο Θεός προτιμούσε απ' αυτούς τον όμορφο νέο, έστρεψαν το δίσκο του Απόλλωνα εναντίον του Υακίνθου και τον σκότωσαν. Από το αίμα του νεκρού νέου ξεπήδησε το γνωστό, ομώνυμο λουλούδι..

Υπνος («Η κηδεία του Σαρπηδόνος»)
Θεός των αρχαίων Ελλήνων, γιος της Νύκτας. Προσωποποίηση του ύπνου. Κατά τον Ομηρο, ο Υπνος είναι δίδυμος αδερφός του Θανάτου. Λατρευόταν σε πολλά μέρη της Ελλάδας.

Φίλιππος («Η Μάχη της Μαγνησίας»)
Ο Φίλιππος ο Ε' ήταν γιος του Δημητρίου του Β'. Βασίλευσε στη Μακεδονία την περίοδο 221-179 π.Χ. και αναδείχθηκε ένας από τους πιο προικισμένους Μακεδόνες βασιλείς. Σε συμμαχία και με τον Αντίοχο Γ' (βλ. Αντίοχος) πραγματοποίησε πολλές επιτυχείς εκστρατείες. Τελικά, όμως, ηττήθηκε από τους Ρωμαίους στη θέση «Κυνός Κεφαλαί» το 197 π.Χ. (αυτή τη φορά χωρίς τη βοήθεια του Αντιόχου) και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει όλες τις κτήσεις του στη μεσημβρινή Ελλάδα. Το 180 π.Χ. άρχιζε να ετοιμάζει κρυφά στρατό για να επιτεθεί ξανά εναντίον των Ρωμαίων αλλά δεν πρόλαβε να θέσει σε εφαρμογή τα σχέδια του γιατί πέθανε το 179 π.Χ.

------------------------------------

Δευτέρα, 18 Οκτωβρίου 2010

πηγή: http://lomak.blogspot.com/2010/10/blog-post_18.html?utm_source=feedburner&utm_medium=email&utm_campaign=Feed%3A+LoMaksBlog+%28LoMak%27s+Blog%29

Ωδή του Σταύρου Ξαρχάκου στην ελληνική μουσική γραμματεία

 

Γιώργος Κοντογιώργης

Α. Ο Σταύρος Ξαρχάκος με την Ωδή του στην ελληνική μουσική γραμματεία οικοδομεί μια μοναδική σύνθεση ρυθμών και αλληλουχία μουσικής ιδιοτροπίας, στην οποία μαρτυρείται αφενός η πολυσημία του ελληνικού χρόνου και τόπου και αφετέρου οι σταθερές μιας πορείας με βαθιές ρίζες στο ανθρωποκεντρικό διακύβευμα της ελευθερίας. Στην Ωδή του ο συνθέτης ενορχηστρώνει διαδοχικά την αιτιολογία του ελληνικού "τρόπου", την απογείωση, την πορεία του στο μέσον του θριάμβου, αλλά και τη δραματική μεγαλουργία της ήττας, της θυσίας, της καταστροφής. Οι στιγμές της ήττας, η κορύφωση του θρήνου είναι για τον ελληνικό πολιτισμικό κύκλο εξίσου αν όχι πιο μεγαλειώδεις από εκείνες της ανόδου στο στερέωμα της Ολύμπιας δημιουργίας.

Η θεμέλια μήτρα της ελληνικής μουσικής γραμματείας τοποθετείται στο Αιγαίο. Ακριβώς γύρω του ακτινώνεται σε επάλληλες εστίες φωτός η ελληνική δημιουργία ως οικουμένη. Εξού και η είσοδος στην Ωδή γίνεται με τον χαρακτηριστικό ήχο που «σημαίνει» την ουσία του Αιγαίου: τον βαθύ ανασασμό της θάλασσας, την ασύνετη παραφορά του μελτεμιού, τον αφρώδη κυματισμό που μετουσιώνεται σε γαλάζια μελωδία. «Εν αρχή λοιπόν ο ήχος, όχι ο λόγος!». Ο ήχος της θάλασσας που αίφνης συναντάται αρμονικά με την περιρρέουσα δημώδη μούσα του Αιγαίου, η οποία διερμηνεύει με φως την ταυτότητά του, διαχέεται με αντικατοπτρισμούς στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, διαλέγεται με τις παραλογές της βαριάς μουσικής υπόκρουσης του βουνού ή συναντάται με τη φρόνιμη αισθητική παράμετρο του κάμπου. Ο συνθέτης μέσα από εξαίσιες μουσικές παρόδους δημιουργεί τις γέφυρες στην πολιτισμική πολυσημία του Έλληνα λόγου, ο οποίος έτσι μεταλλάσσεται σε μυθολογία φωτός.

Η μετάβαση αυτή από τον δημοτικό ήχο στον ορχηστρικό λόγο, κορυφώνεται με την είσοδο του ηπειρωτικού πεντατονικού. Πρόκειται για μια συγκλονιστική μαρτυρία που μεταλλάσει τη μουσική παραμυθία σε ορχηστρική μυσταγωγία και, υπό μια άλλη έννοια, σε σπονδή στην αισθητική ιδιοφυία του «κοινού λαού». Οι παραλληλίες που οικοδομεί ο συνθέτης με τις μουσικές συνακροάσεις των τραγουδιών του ελληνικού κύκλου, εναρμονίζουν το βάθος του ιστορικού χρόνου με τον σύγχρονο κόσμο, σε μια εξαιρετική, διδακτική σε διάρκεια και αναδράσεις, συνοίκηση των ήχων. Το σημείο όπου συναντώνται το ηπειρωτικό άκουσμα με την υποδόρια εκδοχή της τζαζ είναι χαρακτηριστικό.

Η περιδιάβαση στη γεωγραφία της ελληνικής γραμματείας διακτινώνεται ισόρροπα στο ουσιώδες του ελληνικού ζωτικού χώρου: από την Ήπειρο, την Πελοπόννησο, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, στον πυρρίχιο Πόντο, την Κρήτη και τη Θράκη. Παραδειγματικές ενορχηστρικές διασκευές ακουσμάτων συνθέτουν τις γέφυρες ανάμεσα στο βουνό, την πεδιάδα και τη θάλασσα, στον αστεακό και τον αγροτικό χώρο, την ίδια στιγμή που η ακολουθία των μουσικών οργάνων που επιστρατεύεται, αναδεικνύει μια πολύ πειστική ιμπρεσιονιστική μαρτυρία.

Η εμμονή στον "μητρικό" λόγο του Αιγαίου μύθου, που εκπέμπει το αχειροποίητο φως της ανεπαίσθητης, σχεδόν ουράνιας συνάντησης του "Αιόλου" με τον "Ποσειδώνα", εναλλάσσεται εντέλει με τη συγκλονιστική έκλαμψη των "παιδιών της Σαμαρίνας". Ο χορός της θύμησης εισάγει ξαφνικά τον θυμό της ιστορίας. Η εικόνα που αναπέμπει η συγχρονική τους άρθρωση θα απολήξει, ως φυσική ακολουθία, στη μυσταγωγία του ιερού: «χαίρε νύμφη ανύμφευτε». Απόληξη που προϊδεάζει πράγματι για το θρηνώδες δεύτερο μέρος της Ωδής.

Το Β' μέρος της Ωδής στεγάζει την τραγική παράμετρο της ελληνικής μουσικής γραμματείας. Εξού και εμπνέεται από τους συμβολισμούς της Ορέστειας του Ευριπίδη, δηλαδή από τις δραματικές προεκτάσεις του τρωικού εγχειρήματος. Η συνάντηση του Ευριπίδη με τον "κατολοφυρόμενο" υμνωδό της Άλωσης, αναπαριστά ακριβώς τη γαλήνια περπατησιά στις όχθες των Ηλυσίων Πεδίων. Ο χορός, και στο πρόσωπο του Ορέστη και στο πρόσωπο του ανώνυμου μάρτυρα της Άλωσης, έχει τα ίδια να πει. Η ιαχή του τέλους, η λύτρωση και η κάθαρση εκφέρονται με τον ίδιο ολοφυροματικό λόγο: το «σφάγιον άμωμον»,...«τον αγιόλεκτον συναπισμόν»,...τους «φιλομάρτυρας δεύτε τιμήσομεν»,...«την πανίερον μνήμην αυτών»,...«πνευματικώς τελέσαντες βοήσωμεν αυτοίς», ...«θραύσατε θράσος αγαρινών των αθέων»,...«και ρήσασθαι λαόν ευσεβόφρονα». Ο ίδιος ολοφυρμός της τραγικής συναγωγής του Ευριπίδη επενδύεται το εγκώμιο του Γούδα στο Μακρυγιάννη. Τα τραύματα στο σώμα του πολέμαρχου σκιαγραφούν το ζοφερό χρονικό της Μεγάλης Επανάστασης. Ένα χρονικό θυσίας, πλημμυρισμένο με αίμα ηρώων και προδοσίας. Και στο βάθος η τελευταία πράξη του ελληνικού δράματος, η απόληξη της νεότερης ελληνικής τραγωδίας η Σμύρνη. Ο θρήνος του Ορέστη αιωρείται πυρακτωμένος πάνω από τις σκιές της Μικρασιατικής καταστροφής, θυμίζοντας στον ελληνικό μύθο την επιστροφή του στις απαρχές, στο χρόνο και στον τόπο των Μυκηναίων.

Ο Ερωτόκριτος με τον εισαγωγικό του στίχο: «τσι περαζόμενους καιρούς που Έλληνες όριζαν» υποβάλει ήδη το ερώτημα της αιματηρής κάθαρσης στο βωμό της θυσίας. Το κυπριακό άκουσμα του 17ου αιώνα συμπληρώνει την προσλαλιά του Ερωτόκριτου, πριν ο ήχος του «τσέμπαλου», αναγγείλει την Αναγέννηση μιας ελπίδας στην Ανατολή του νέου κόσμου. Ο έρωτας προβάλλει όχι μόνο ως ο εναλλακτικός αντίποδας του θανάτου, αλλά και ως μυσταγωγία της ζωής στη διαλεκτική της ώσμωση με την ίδια την ύπαρξη. Η Θράκη (ο "Στέργιος") παρεμβάλλεται αντί επιλόγου για να συμβολίσει τη «σημειολογία», τα όρια της νέας εποχής, εκεί όπου καταλαγιάζει, στο πλευρό μιας πανελλήνιας καταγραφής, η Άνοιξη ("τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια").

Η Ωδή κλείνει οριστικά με μια σπονδή στον "μητρικό" τόπο, με την επάνοδο σε μια άλλη εκδοχή του Αιγαίου ήχου ή μύθου, με το διονυσιακό ρυθμικό ιδίωμα της πεντοζάλης.

Ο κύκλος της ορχηστρικής πανδαισίας που προτείνει στην Ωδή του ο Σταύρος Ξαρχάκος υφαίνει τους επάλληλους τόπους της εκφοράς της ελληνικής μουσικής δημιουργίας με τον συνεκτικό της πυρήνα, τη μυστηριακή υπόκρουση του Αιγαίου λόγου. Αυτή ακριβώς η σύνθεση ορίζεται και ορίζει συνάμα τα όρια της ελληνικής μουσικής παιδείας. Όρια ανθρωποκεντρικά, με πρόσημο την ελευθερία, και γι' αυτό οικουμενικά, που είτε διεισδύουν πρισματικά στον ευρύτερο κοινωνικό τους περίγυρο είτε στοιχίζουν δομικά τη μουσική παιδεία της καθημάς νεοτερικότητας. Σε κάθε περίπτωση, επειδή παραμένει σταθερά ανθρωπομορφική, δηλαδή ανθρωποκεντρική και, κατά τούτο "μητρική" στο χρόνο, εγκαλεί το δημιουργό να λαξεύσει με τις νότες του την ανάγλυφη σύνθεση του φωτός σε αισθητική του λόγου.

Από την άλλη, στην Ωδή του Σταύρου Ξαρχάκου η επίκληση της διαχρονίας λειτουργεί ως δεξαμενή ανίχνευσης του μουσικού ιδιώματος της ελληνικής δημιουργίας, όχι παραθετικά. Η ορχηστρική πρόταση του συνθέτη μας πείθει, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι ο ιστορικός χρόνος και οι πολυσημίες της γεωγραφίας, επιβεβαιώνουν δεν αναιρούν την ομοθετική της ανάγνωση. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια πρωτότυπη σύνθεση, μια μοναδική στη σύλληψη ορχηστρική πρόταση όπου συχνά τα μουσικά ακούσματα άλλοτε μείγνυνται, ή προβάλλουν οι προσλαλιές τους αθροιστικά και άλλοτε "ανακοινώνονται" σε παραλληλία ως εάν ο χρόνος και ο τόπος δεν άγγιξαν την αρμονία του όλου.

 

Β. Το έργο αυτό του Σταύρου Ξαρχάκου είναι όντως μια Ωδή στην «ιδιοπροσωπία» της ελληνικής μουσικής δημιουργίας και, θα έλεγα, ένα εγχείρημα ανασυγκρότησης του ιστορικού της βάθους. Το ανάπτυγμα του έργου απαντά, επομένως, στο αγωνιώδες ερώτημα της ταυτότητας. Διότι εντέλει η συνείδηση της ταυτότητας καθορίζει συμπεριφορές, ανάγεται σε νοοτροπίες, σε τρόπους και στάσεις ζωής. Η ταυτότητα ορίζει την ατομικότητα ενός εκάστου, αλλά και το ανήκειν σε μια συλλογική ομάδα. Αποτελεί "συνείδηση κοινωνίας".

Ο Σταύρος Ξαρχάκος μας αποκαλύπτει μέσα από το μουσικό του εγχείρημα ότι η ελληνική ταυτότητα είναι βαθέως ορίζοντα "τρόπος" και, συγχρόνως, ιστορικά συνεκτική και πολυσήμαντη. Η πολυσημία αυτή της ελληνικής ταυτότητας καλύπτει ολόκληρο το εξελικτικό γίγνεσθαι και το εύρος του άμεσου ζωτικού χώρου του ελληνισμού. Μολονότι διακρίνει κανείς ευκρινώς σ' αυτήν σημαίνουσες μεταλλάξεις, οι τελευταίες δεν διαθλώνται στο κοινό της υπόβαθρο, το οποίο συγκροτεί την ενοποιό σταθερά της καθολικής της έκφρασης. Αποτελεί σύνθεση πολλών μερικότερων ταυτοτήτων, που αρθρώνονται σε επάλληλα επίπεδα και απολήγουν σε μια πρωτογενώς καθολική ταυτότητα, την εθνική.

Μέσα από την Ωδή, ο συνθέτης αναδεικνύει τη θεμελιώδη αντίθεση μεταξύ του ελληνικού "παραδείγματος" -που εδράζεται στην ελευθερία- και του περιβάλλοντος δεσποτικού κόσμου, αλλά και τη διακρίνουσα διαφορά της με τη νεοτερικότητα. Ο ελληνικός κόσμος υπήρξε καθόλα πολυσήμαντος: πολυ-πολιτειακός, πολυ-"γλωσσικός", πολιτισμικά πολυ-σημικός και, στο πλαίσιο αυτό, όπως μας αποκαλύπτει η Ωδή, πολυ-μουσικός. Το γεγονός αυτό δεν τον εμπόδισε, εντούτοις, να έχει πλήρη συνείδηση της καθολικής του ιδιοσυστασίας, της συγκρότησης του ως «γένους». Η έννοια του «γένους» αποδίδει όντως αυτό που θα μπορούσε διαφορετικά να αποκληθεί «έθνος-κοσμοσύστημα», το οποίο όμως διαστέλλεται σαφώς από την έννοια του «έθνους-κράτους». Το αντίστοιχο του «έθνους-κράτους» είναι η «πόλις-κράτος», η οποία όμως εγγράφεται ως θεμελιώδης κοινωνική και πολιτειακή συνιστώσα του ελληνικού «έθνους-κοσμοσυστήματος», εν αντιθέσει προς το «έθνος-κράτος» που συγκροτεί το νεότερο εθνοκεντρικό κοσμοσύστημα. Ώστε, η έννοια του έθνους-κοσμοσυστήματος ολοκληρώνεται και δρα πολιτικά όχι μέσω μιας ενιαίας -και μάλιστα ομοιογενούς- πολιτειακής/κρατικής οντότητας, η προοπτική της οποίας θεωρείται απολύτως ανελεύθερη, αλλά με όχημα την πόλη, τις συνέργειες των πόλεων και, αργότερα, αυτών και της μητροπολιτικής Πόλεως. Η ελληνική μουσική γραμματεία είναι, κατά τούτο, κοσμοσυστημική στο ανάπτυγμά της και γι’ αυτό πολυσήμαντη, όχι "εθνική" με τη νεοτερική έννοια του όρου.

Το ελληνικό «έθνος-κοσμοσύστημα» ορίζεται, για πρώτη φορά, από τον Ηρόδοτο με μέτρο την καταγωγή και το κοινό πολιτισμικό υπόβαθρο των κοινωνιών της πόλης, εμπλουτίζεται από τον τραγικό ποιητή Ευριπίδη και τους κλασικούς στοχαστές με την (εθνική και την πολιτειακή) ελευθερία, για να οριστικοποιηθεί από τον Ισοκράτη και τον Αλέξανδρο, με πρόσημο την (ελληνική ανθρωποκεντρική) παιδεία και πολιτειακή συνιστώσα την οικουμενική κοσμόπολη. Η νέα θρησκεία, ο χριστιανισμός, θα σταθεί απέναντι στην ελληνική ανθρωποκεντρική ελευθεριότητα, όχι όμως αναιρετικά στην ελληνική ταυτότητα, της οποίας θα επιχειρήσει κάποια στιγμή, μετασχηματισμένος σε ιδεολογία της "κοσμικής" Εκκλησίας, να ηγηθεί στο πεδίο της σημειολογίας. Το μείζον, ωστόσο, δίλημμα που συγκροτεί η αντίθεση ανάμεσα στο «φιλείτε αλλήλους» της ελληνικής γραμματείας («οι φιλούντες αλλήλους...» του Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια, 1155β, 10-11) και στο «αγαπάτε αλλήλους» του Χριστού, θα αφεθεί να αποδώσει τις ελληνικές επιδράσεις στη χριστιανική διδασκαλία και, περαιτέρω, τις αποστάσεις της ελληνικής εκδοχής του χριστιανισμού έναντι της Παλαιάς Διαθήκης. Εξού και ο χριστιανισμός δεν θα υπεισέλθει στην ουσία της ανθρωποκεντρικής ιδιοσυστασίας του ελληνισμού. Έχει ενδιαφέρον, από την άποψη αυτή, να προσέξει κανείς την ιδεολογία του Δημοτικού Τραγουδιού, που αποτελεί το προνομιακό πεδίο της συνάντησης του Σταύρου Ξαρχάκου με το ερώτημα της ταυτότητας. Εκεί, δεσπόζει η «ελληνική» προσέγγιση της ζωής και του θανάτου, η πολυ-μορφική ενανθρώπιση του θείου, η συνοίκηση της πολυσημικής πολιτισμικής αυτο-συγκρότησης με τη συνολική εθνική αναφορά και πολλά άλλα.

Η πρόσληψη του ελληνισμού ως «έθνους-κοσμοσυστήματος» είναι καταστατική, διότι συνδέει άμεσα την έννοια της ταυτότητας με την ελευθερία. Υποδηλώνει, πρώτον, ότι η ελευθερία προϋποθέτει την ταυτοτική αυτογνωσία. Υποδεικνύει, δεύτερον, ότι ο Έλληνας άνθρωπος συγκροτείται -στο ατομικό και στο συλλογικό- με πρόσημο την πολυσημία της ταυτότητάς του, σε διάφορα πολιτειακά δομημένα πολιτισμικά σύνολα, τα οποία συγκροτούν ισάριθμες περιοχές της ελευθερίας. Επομένως, οι ταυτότητές του αντιστοιχούν σε ισάριθμες περιοχές της ατομικής, της κοινωνικής και της πολιτειακής ελευθερίας, που συστεγάζονται στο πλαίσιο της καθολικής ταυτότητας του κοσμοσυστημικά συντεταγμένου «έθνους». Αντιθέτως, το «έθνος-κράτος» της πρώτο-ανθρωποκεντρικής νεοτερικότητας, αποδέχεται μια και μοναδική ταυτότητα, η οποία εναρμονίζεται με τη μία, μονοσήμαντη και περιοριστικά διατεταγμένη, ελευθερία. Το κράτος του έθνους συμπιέζει κάθε διαφοροποίηση στο ζήτημα της ταυτότητας και, κατ' επέκταση, της ελευθερίας, καθώς γνωρίζει ότι οι ταυτότητες γεννούν πατριωτισμούς και, συνεπώς, είναι ασύμβατες με το πρωτο-ανθρωποκεντρικό πρόταγμα της «εθνικά» ομοιογενούς και ενιαίας, δηλαδή υπηκόου στο κυρίαρχο κράτος, κοινωνίας. Το δόγμα ένα κράτος, ένα πολιτικό σύστημα, ένα μονοκύτταρο έθνος, μια ταυτότητα, μία γλώσσα, μια μουσική έκφραση κ. ά., θα αποτελέσει το διατακτικό της νεοτερικότητας, ουσιαστικά μέχρι σήμερα. Στο βάθος, το δόγμα αυτό αντανακλά τη σημειολογία της εξουσίας, δεν συνάδει με το έθνος της κοινωνίας.

Η αδυναμία των χωρών της νεοτερικότητας να εγκολπωθούν τις κατακτήσεις του ελληνικού κόσμου εξηγείται από το γεγονός ότι διέρχονται μια πρώιμη ακόμη μετά τη φεουδαρχία, περίοδο. Ως εκ τούτου, οι προτεραιότητές τους εστιάζονται στην οικοδόμηση των θεμελίων της ανθρωποκεντρικής (δηλαδή ελεύθερης στη βάση των μελών της) κοινωνίας. Αντιθέτως, ο ελληνικός κόσμος, ήδη από το τέλος της μυκηναϊκής εποχής, βιώνει τον ανθρωποκεντρισμό (και ειδικότερα τις ελευθερίες) στις διάφορες -επάλληλες εξ επόψεως ολοκλήρωσης- φάσεις του, με τελευταία εκείνη της μετά την πόλη-κράτος οικουμενικής περιόδου. Το ενδιαφέρον, εν προκειμένω, δεν είναι τόσο ότι παρασιωπείται μια καίρια φάση του καθόλου ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος, αλλ’ ότι αγνοείται πως το σύστημα των «πόλεων» (ή «κοινών») και οι πολιτείες τους θα συνεχίσουν να αποτελούν την καταστατική παράμετρο της ελληνικής οικουμένης έως τις παρυφές του 20ου αιώνα. Ακριβώς αυτή η πολυσήμαντη ανάγνωση του ελληνικού κόσμου κάνει εφικτή την κατανόηση της ουσίας της μουσικής του γραμματείας. Και κατά τούτο, προϋποτίθεται για την κατανόηση του ορχηστρικού διαβήματος του Σταύρου Ξαρχάκου.

Το φαινόμενο αυτό εξηγεί, από την άλλη, γιατί το ελληνικό «έθνος- κοσμοσύστημα» αντιλαμβάνεται την ταυτοτική του πολυσημία ως το αποτέλεσμα της ολοκλήρωσής του, εξ επόψεως ελευθερίας, σε περισσότερα, επάλληλα πολιτειακά επίπεδα. Στο «έθνος-κράτος», στη φάση που διανύει μέχρι σήμερα, χωρούν δυο μόνον ελευθερίες, η ατομική των μελών του και η εθνική, τη μοναδικότητα της οποίας εγγυάται η μονο-πολιτειακή συγκρότηση της επικράτειας. Εξού και το «έθνος-κοσμοσύστημα» εκφράζεται πολιτικά όχι μέσω ενός ενιαίου και πολιτικά κυρίαρχου κράτους, το οποίο ενσαρκώνει το έθνος, αλλά με τη συνέργεια των πόλεων-κρατών ή, εντέλει, ως κοσμόπολις. Τα πεπραγμένα του «έθνους» της νεοτερικότητας συμπίπτουν με εκείνα του κράτους. Γι' αυτό και στα καθ' ημάς απουσιάζει η ιστορία του νεότερου ελληνισμού, μολονότι όμως πλεονάζουν οι ιστορίες του νεοελληνικού κράτους.

Στην περίπτωση του ελληνικού κόσμου, αντίθετα, τα πεπραγμένα του έθνους ιστορούνται με μέτρο τα πεπραγμένα των ελληνικών κοινωνιών που αυτοσυγκροτούνται σε «πόλεις» («κοινά») ή, αργότερα, ως οικουμενικές κοσμοπόλεις. Το πολιτικό σύστημα, επίσης, δομείται ως πολιτεία είτε του κράτους είτε της κοινωνίας, ανάλογα με το ανάπτυγμα της ελευθερίας, δηλαδή με την κοσμοσυστημική φάση που διέρχεται ο ανθρωποκεντρικός ελληνισμός. Η επισήμανση αυτή συνάδει με τη διαπίστωση ότι στην Ευρώπη το έθνος αντιμετωπίζεται είτε ως "επινόηση" ή «κατασκευή» που προοριζόταν, άλλοτε, να αποτελέσει το ανάχωμα απέναντι στο μονάρχη, σε μια περίοδο όπου δεν είχε ακόμη συγκροτηθεί η ελεύθερη κοινωνία, είτε ως δεξαμενή άντλησης νομιμοποίησης και συναίνεσης από την πολιτική εξουσία του κράτους. Στον αντίποδα, το ελληνικό έθνος προσεγγίσθηκε αδιάλειπτα ως φυσική συνέπεια της ανθρωποκεντρικής υποστασιοποίησης των ίδιων των κοινωνιών του. Κατά τούτο, η πολιτική του έκφραση ή δόμηση δεν είναι στατική, αλλά ανάγεται στην ανθρωποκεντρική τους ολοκλήρωση, δηλαδή στην ανάγκη που καλλιεργεί η ελευθερία στον άνθρωπο να αναζητήσει την εσωτερική του ταυτότητα και, περαιτέρω, την ατομική και συλλογική του ιδιοπροσωπεία έναντι του «άλλου», του διαφορετικού.

Συνάγεται λοιπόν ότι υπόλογη του περιορισμένου ορίζοντα των νεοτερικών προσεγγίσεων για τις ταυτότητες και την ελευθερία δεν είναι η οικοδόμηση του νεότερου κόσμου στη μεγάλη κλίμακα του εδαφικού κράτους, αλλά η πρώιμη ανθρωποκεντρική φάση την οποία διέρχεται. Η εμμονή, της ωστόσο, να διαφυλαχθεί το «εθνικό» και το «κρατικό» μονοπώλιο της πολιτικής, συνομολογεί ότι το εγχείρημα αυτό συντελείται με γνώμονα το περιορισμένο ανθρωποκεντρικό ανάπτυγμα των κοινωνιών της εποχής μας. Το περιορισμένο αυτό ανάπτυγμα δεν κρίνεται από τη μεγάλη κλίμακα που αντιπροσωπεύει το νεότερο κοσμοσύστημα. Μαρτυρείται από το γεγονός ότι εστιάζουν τη στοχοθεσία τους στην απλώς ατομική ελευθερία και στα συνοδά κοινωνικο-πολιτικά δικαιώματα, αδιαφορώντας επομένως για την κοινωνική και πολιτική ελευθερία. Η μονοσημία αυτή στο πεδίο της ελευθερίας απαντάται ομοίως και στο μουσικό ιδίωμα του καιρού μας.

Στον αντίποδα, οι κοινωνίες του ελληνικού κόσμου, ακόμη και την εποχή που συναντώνται με τη μετάβαση του ευρωπαϊκού κόσμου από τη δεσποτεία στον ανθρωποκεντρισμό, διακινούν το πρόταγμα της καθολικής ελευθερίας που συνεκτιμά την ατομική, κοινωνική και πολιτική της διάσταση, προκειμένου να συγκροτήσουν εσωτερικά τις πολιτείες τους και, προηγουμένως, τις ελευθερίες που ανάγονται στην πολιτική τους αυτο-θέσμιση (με πρόσημο την «πόλη» και το σύνολο «έθνος»). Μόνη της, η ατομική ελευθερία συνεπάγεται ένα πολιτικό σύστημα το οποίο ενσαρκώνεται από το κράτος, μία αντίληψη της πολιτικής που ταυτίζεται με την εξουσιαστική του κυριαρχία απέναντι σε μια κοινωνία- ιδιώτη, ένα μόνο πολιτισμικό ιδίωμα. Από τη στιγμή που το κράτος στην Ευρώπη, ανέλαβε να διαχειρισθεί αυτεξούσια το έθνος το τελευταίο θα αποτελέσει το επιχείρημα για τον εγκιβωτισμό της κοινωνίας στο καθεστώς του υπηκόου και, μάλιστα, προκειμένου το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα να εξαλείψει τον «άλλο» σύνοικο ή να τον εξουδετερώσει πολιτικά. Το ελληνικό κοσμοσύστημα προκρίνει την αυτονομία του συστεγασμένου «άλλου», η νεοτερικότητα επιλέγει την εξουθένωσή του και, στην καλύτερη περίπτωση, τον υποβιβασμό του «άλλου» σε μειονότητα.

Η μετάβαση από το «έθνος-κοσμοσύστημα» στο «έθνος-κράτος» θα συνδεθεί με την απόσειση της οθωμανικής πολιτικής κυριαρχίας. Η κατάκτηση όμως της «εθνικής» ελευθερίας στο πλαίσιο του «κράτους έθνους» θα συνδυασθεί επίσης με την αποβολή της προ-επαναστατικής προσέγγισης της «εθνικής» ελευθερίας υπό το πρίσμα του «έθνους-κοσμοσυστήματος». Όντως, πριν από την Επανάσταση, ζητούμενο για τα άρχοντα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας ήταν η ανοικοδόμηση, στη θέση της οθωμανικής πολιτικής κυριαρχίας, της οικουμενικής κοσμόπολης στη μεγάλη κλίμακα (π.χ. το πρόταγμα του Ρήγα κ.α.). Ο τρόπος της 'εθνοκρατικής' μετάβασης θα σημάνει για τον ελληνισμό τη δραματική συρρίκνωσή του και, συγχρόνως, την κατάρρευση του σώματος των καθολικών ελευθεριών και, περαιτέρω, της πολυσημίας των ταυτοτήτων και του πολιτισμού του.

Στο πλαίσιο αυτό, το νεοελληνικό κράτος δεν είχε λόγους να χρεωθεί την εξέλιξη αυτή, αφού άλλωστε από τη βαυαρική μοναρχία και ύστερα, πρωτοστάτησε για την πραγμάτωση της. Εξού και η μετάβαση στο «έθνος-κράτος» δεν θα κριθεί ως μετεξέλιξη του ελληνισμού, από τη μικρή κλίμακα της κοινωνίας της «πόλης» (ή «κοινού») στη μεγάλη κλίμακα του εδαφικού κράτους. Θα ερμηνευθεί ως μια αποκλίνουσα και γι αυτό ατυχής πορεία προς τον εκσυγχρονισμό. Αναμενόμενο ήταν, επομένως, η πρόοδος να προσληφθεί δυνάμει όχι του περιεχομένου της (ελευθερίες, ευημερία κ.α.), αλλά της προσομοίωσης της ελληνικής κοινωνίας με το ευρωπαϊκό πρότυπο. Όλα όσα αποτελούσαν συστατικά γνωρίσματα της ελληνικής οικουμένης (πολυ-πολιτειακές ταυτότητες, καθολική ελευθερία, «άμεση» δημοκρατία, οικουμενική κοινωνία και οικονομία, πολιτισμική πολυσημία κλπ) θα ενοχοποιηθούν, ως δείγματα καθυστέρησης, στο όνομα του εξευρωπαϊσμού. Το νεοελληνικό κράτος θα επικεντρωθεί στην πλήρη «αποσιώπηση» των ανθρωποκεντρικών και κοσμοσυστημικών θεμελίων του ιστορικού ελληνισμού και στην ολοκληρωτική απόρριψη του παρελθόντος. Έτσι, υπόλογος για την αδυναμία του νεοελληνικού κράτους να εναρμονισθεί με το ίδιο το διατακτικό της νεοτερικότητας ή να ανταποκριθεί στις προσδοκίες της ελληνικής κοινωνίας (εθνική παλιγγενεσία, ελευθερίες, αναπτυξιακό πρόταγμα κ.α.) έγινε η τουρκοκρατία και οι κληρονομημένες συμπεριφορές της κοινωνίας. Η «απροθυμία» της ελληνικής κοινωνίας να παραιτηθεί από το πλούσιο ανθρωποκεντρικό της παρελθόν και να εναρμονισθεί με ένα καθεστώς ομοιογενοποιημένης κοινωνίας-ιδιώτη, όπως αξίωνε το διατακτικό της νεοτερικότητας (δηλαδή το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό σύστημα και τις συνάδουσες ιδεολογίες και πολιτισμικές σημαντικές που οικοδόμησε) θα χρεωθεί στην ίδια αρνητικά και, συνακόλουθα, στην παρεκκλίνουσα από τον ευρωπαϊκό κανόνα ιστορική διαδρομή του ελληνισμού. Η «εκσυγχρονιστική» διανόηση θα λυπηθεί σε δόσεις διαρκείας επειδή ο ελληνισμός δεν διήλθε από τις φάσεις της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Τα αδιέξοδά της, όμως, δεν θα της επιτρέψουν να αναλογισθεί τις συνέπειες του επιχειρήματος της. Ότι δηλαδή εστιάζει τη θεμελιώδη αιτία της κακοδαιμονίας του νεοελληνικού κράτους και των δυσμορφιών του πολιτικού του συστήματος στο γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία παρέμεινε σταθερά ανθρωποκεντρική (δηλαδή ελεύθερη) με υπόβαθρο την «πόλη» (ή «κοινό») και δεν περιήλθε στη φεουδαρχία, όπως η δυτική παρειά του ρωμαϊκού κράτους. Ώστε, όταν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες ανακάλυπταν τον λεγόμενο «νέον άνθρωπο», οι ελληνικές κοινωνίες τον βίωναν και, μάλιστα, στη μετα-κρατοκεντρική, δηλαδή οικουμενική του εκδοχή. Η οθωμανική πολιτική κυριαρχία δεν αναιρεί το γεγονός αυτό.

Προκειμένου να κατανοηθούν οι συνέπειες του εγκλεισμού της ελληνικής κοινωνίας στο διατακτικό του πρώιμου ανθρωποκεντρικά - και συνεπώς περιοριστικού για τις ελευθερίες - κράτους της νεοτερικότητας, αρκεί να επικαλεστώ το ζήτημα της γλώσσας, καθώς είναι, επίσης, άρρηκτα συνδεδεμένο με το μουσικό διάβημα του Σταύρου Ξαρχάκου. Η αντιπαράθεση μεταξύ των οπαδών της δημοτικής και της καθαρεύουσας απέκρυψε μια θεμελιώδης συμφωνία των αντιπάλων: και οι δυο επιδίωκαν την επιβολή του δόγματος της μιας [κατά τα άλλα, τεχνητής] γλώσσας για το κράτος/κοινωνία και, συνεπώς, την κατάλυση του μείζονος γλωσσικού πλούτου που αντιπροσώπευαν οι ζωντανές ελληνικές διάλεκτοι. Το παράδειγμα της ποντιακής διαλέκτου, που διασώθηκε γιατί βρέθηκε εκτός του νεοελληνικού κράτους, αποτελεί μικρό δείγμα της πολιτισμικής αποδόμησης του ελληνικού κόσμου που επιχειρήθηκε στο όνομα του «εκσυγχρονισμού». Ανάλογα όμως θα είχε να επισημάνει κανείς για τη «μουσική γραμματεία» των Ελλήνων, κατά την προσφιλή έκφραση του Ξαρχάκου, για τις κοινωνικές και πολιτικές του ελευθερίες, για την καταστολή της «οικουμενικής» αστικής τάξης στο όνομα ενός κλειστοφοβικού και παρασιτικού «εθνικού» ομοιώματος κλπ.

Οι θεράποντες της επιλογής αυτής ισχυρίσθηκαν ότι η ανωτέρω εξέλιξη ήταν νομοτελειακά αναγκαία για τη συγκρότηση της ενιαίας αγοράς στην επικράτεια και, περαιτέρω, για την «κατασκευή» του έθνους που προηγουμένως δεν υπήρχε. Το έθνος, θα δηλώσουν δογματικά, είναι γέννημα του κράτους (και των ιδεών) της νεοτερικότητας. Οι Έλληνες πριν γίνουν προσάρτημά της δεν είχαν συνείδηση της ελληνικότητάς τους!... Αφού αυτό συνέβη στην εξερχόμενη από τη φεουδαρχία δυτική Ευρώπη, οι διαφοροποιήσεις από τον κανόνα είναι ανεπίτρεπτες και όπου διαπιστώνονται οφείλουν να καταγράφονται ως δείγματα καθυστέρησης. Κατά τούτο, ο αντίλογος στο «επιστημονικό» επιχείρημα που εκφέρουν οι μέντορες της νεοτερικής σκέψης - για παράδειγμα ο Έρικ Χομπσμπάουμ - αντιμετωπίζεται με χλευασμό και απαξίωση.

Είναι προφανές ότι ο μηρυκαστικός μανδύας με τον οποίον επενδύεται το επιχείρημα των ηρακλέων της νεοτερικής ορθότητας είναι σαθρός. Ομοίως, και το εφεύρημα της αναγκαιότητας που επικαλέσθηκαν οι ζηλωτές της για το έθνος και την ενότητά του, για την αγορά και για πολλά άλλα, είναι ομολογουμένως ανιστορικές. Ο ελληνισμός που προηγήθηκε του «κράτους-έθνους» σταδιοδρόμησε ως δημιουργός και λειτουργός του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος (το οποίο οικοδόμησε το σύστημα των ελευθεριών στην κοινωνία), έως τους νεότερους χρόνους και αποτέλεσε έως το τέλος μια σημαίνουσα εθνική οντότητα και παρουσία στον κόσμο. Η απλή σύγκριση των πεπραγμένων του νεοελληνικού κράτους με τον υπόδουλο, επί πλέον, ελληνισμό της περιόδου της οθωμανοκρατίας, που λειτούργησε μέσω του πολιτειακού οχήματος της πόλης (ή «κοινού»), αρκεί για να συναγάγει κανείς τα συμπεράσματά του.

Η συστηματική απαξίωση του παρελθόντος προκειμένου να δικαιολογηθούν οι δυσμορφίες και, κατ' επέκταση, η αδυναμία του νεοελληνικού κράτους να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του ελληνισμού δικαιολογεί ευρέως την κρίση ταυτότητας και τις ανασφάλειες που διακατέχουν έντονα την ελληνική κοινωνία και ιδίως την άρχουσα τάξη της. Η ελληνική κοινωνία, υπό το «κράτος-έθνος», εκλήθη όχι να μεταστεγάσει την εθνική της ταυτότητα και τις ομόλογες πολιτειακές ελευθερίες (το κεκτημένο του «έθνους-κοσμοσυστήματος») σ' αυτό, αλλά να παραιτηθεί από ένα ολοκληρωμένο παράδειγμα ελευθεριών που ανέπτυξε στο περιβάλλον της «πόλης» (ή «κοινού») και βίωσε συστατικά στο μέσον της δεσποτικής οθωμανοκρατίας, προκειμένου να επανέλθει σε μια απλώς πρώιμη αντίληψη της εθνικής και της πολιτειακής ελευθερίας.

Το γεγονός αυτό έμελλε να προκαλέσει αλυσιδωτές επιπτώσεις και, εν τέλει, να αναδείξει την αδυναμία της ελληνικής κοινωνίας να εναρμονισθεί με ιδιότητες ή συμπεριφορές μη προσήκουσες στον χαρακτήρα της, αναγκαίες όμως για τη λειτουργία του νεοτερικού κράτους. Αναφέρω την εμμονή της να αντιλαμβάνεται την πολιτική συμμετοχή υπό το πρίσμα της πολιτικής ατομικότητας κι όχι της αγέλης (ως «μάζα»), του εντολέα κι όχι της κοινωνίας ιδιώτη, της πολιτικής διαπραγμάτευσης της ψήφου αντί της στρατευμένης ή λευκής συναίνεσης και, περαιτέρω, τον πελατειακό εκφυλισμό της πολιτικής της συμπεριφοράς. Επικαλούμαι, επίσης, τις αντιστάσεις της στην ιδέα της ταύτισης ιδιοκτησίας και συστήματος στον τομέα της οικονομίας και, ως εκ τούτου, στην εξαρτημένη εργασία, στην απαξίωση των πολυ-πολιτειακών ταυτοτήτων και πατριωτισμών, οι οποίοι θα αναζητήσουν στέγη στις ποικίλες όσες εκδηλώσεις «τοπικιστικού» χαρακτήρα και πολλά άλλα.

Η παρέμβαση του Σταύρου Ξαρχάκου, ως προς αυτό, είναι κρίσιμη. Μέσα από την προσωπική του αγωνία να απαντήσει στο ερώτημα του ελληνικού μουσικού ιδιώματος και να το συνδέσει με τις μείζονες στιγμές του ελληνισμού εισφέρει ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής, θα έλεγα ένα θεμελιώδες παράδειγμα για την κατεύθυνση της αναζήτησης. Στα μουσικά παραδείγματα, που διασταυρώνονται στο έργο του, συναντώνται όλες οι φάσεις του ελληνικού βίου: της πόλης κράτους, της βυζαντινής οικουμένης, της οθωμανοκρατίας, του «κράτους-έθνους». Η μουσική στα χέρια του αναδεικνύεται σε επιχείρημα με ιστορικές προεκτάσεις για τη συνέχεια και την ταυτοτική πολυσημία του ελληνισμού, ισότιμο με εκείνο της γλώσσας. Ωστόσο, συμπεραίνουμε, το μουσικό ιδίωμα της ελληνικής κοινωνίας, ορίζει έναν σύνολο πολιτισμό, κοσμοσυστημικά διατεταγμένο, του οποίου το βάθος και η συνέχεια επιβεβαιώνονται με μέτρο την ελευθερία (δηλαδή την ανθρωποκεντρική του ιδιοπροσωπία).

Το ανθρωποκεντρικό υπόβαθρο της ελληνικής «μουσικής γραμματείας» συνομολογεί ότι η μετάβαση της ελληνικής κοινωνίας από το «έθνος- κοσμοσύστημα» στο «έθνος-κράτος» στοιχειοθετεί την κεφαλαιώδη διαφορά που τη διακρίνει από την υπόλοιπη Ευρώπη. Η πρώτη, διήλθε από ένα καθεστώς (ολοκληρωμένης ανθρωποκεντρικά) ελευθερίας σε ένα άλλο (εντούτοις, πρωτο-ανθρωποκεντρικό). Η δεύτερη, συνάντησε για πρώτη φορά την ελευθερία, στο δρόμο της μετάβασης από τη φεουδαρχία στο ανθρωποκεντρικό «έθνος- κράτος». Η είσοδος όμως αυτή της ελληνικής κοινωνίας στο «κράτος-έθνος» συνδυάσθηκε με την θεσμική της πρόσδεση, εν είδει παραρτήματος, στην ευρωπαϊκή δεσποτεία. Ώστε, παράδοξο, εν προκειμένω, δεν είναι η εξάρτηση αυτή καθεαυτή, αλλά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο κράτος λειτούργησε, εν τέλει, ως υπομόχλιο για την εξάρτηση της ελληνικής κοινωνίας και, ευρέως, για την αποδόμηση των θεμελίων της πολιτισμικής της «ηγεμονίας» στον ευρύτερο ιστορικό ζωτικό χώρο του ελληνισμού.

Η επιστροφή στο πρώιμο ανθρωποκεντρικό παρελθόν (με την πρωτόλεια ατομική ελευθερία), από το οποίο διέφυγε ήδη τον 7ο αιώνα π.Χ, θα έχει επώδυνες συνέπειες για την εθνική και πολιτισμική ταυτότητα των Ελλήνων. Από την οικουμενική τους ταυτότητα -που σημασιοδοτείται από την ολοκληρωμένη «παιδεία» του έθνους-κοσμοσυστήματος- η ελληνική κοινωνία θα εγκλωβισθεί στις «αιματολογικές» και «φυλετικές» αναζητήσεις που θα της υπαγορεύσει η αγωνία των νεοτερικότητας να «κατασκευάσει» εξ υπαρχής το έθνος του κράτους.

Εξού και οι επισημάνσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν ως το σημείο κλειδί για την κατανόηση της κρίσης ταυτότητας που συγκλονίζει ακόμη την ελληνική κοινωνία και ορίζεται από την αμφισημία του βίου της στο πλαίσιο του κράτους έθνους: μια κοινωνία με λογικές και συμπεριφορές ανθρωποκεντρικής οικουμένης και, συνακόλουθα, «ανάρμοστες» με το πρώτο-ανθρωποκεντρικό διατακτικό του. Μια άρχουσα τάξη που αιωρείται ανάμεσα στη (ρύση και στο σκοπό του νεοτερικού κράτους και στις ασυμβατότητες που αναδεικνύει η συνάντησή της με την ελληνική κοινωνία.

Η συνέχεια στη «μακρά διάρκεια» της ελληνικής μουσικής γραμματείας και η πολυσημία της αποκαλύπτουν ακριβώς έναν πολιτισμό που εξακολουθεί ακόμη να αντλεί πρωτογενές υλικό και να γονιμοποιείται δημιουργικά από την ιστορία του. Η παρέμβαση, άλλωστε, του Σταύρου Ξαρχάκου μας επαναφέρει στον πυρήνα του ζητήματος, ότι δηλαδή η ελληνική μουσική δημιουργία είναι προϊόν ή, αναλόγως, απόρροια αξιολόγησης βασικά της ανώνυμης κοινωνίας. Πράγμα που συνάδει μόνον με την ύπαρξη μιας υψηλής λαϊκής ανθρωποκεντρικής κουλτούρας. Αν η παραδοχή αυτή συνδυασθεί με άλλες εκδηλώσεις του πολιτισμού, όπως η ζωγραφική, η αρχιτεκτονική κλπ γίνεται αντιληπτό ότι δεν πρόκειται για μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά για μια γενικευμένη πραγματικότητα, αποδεικτική της οργανικής και αδιάκοπης ταύτισης της ελληνικής κοινωνίας με το ανθρωποκεντρικό κεκτημένο.

Η αξία του έργου αυτού του Σταύρου Ξαρχάκου, ξεπερνάει, όπως γίνεται αντιληπτό, την πρωταρχική του φιλοδοξία, καθώς μας εισάγει ευθέως στο πεδίο της εθνικής αυτογνωσίας. Παραμένει όμως ένα έργο πρωτογενές, που αναδεικνύει τις αρετές του ελληνικού μουσικού πολιτισμού και, συγχρόνως, τον ανασυνθέτει σε μια μουσική πανδαισία, που φέρει τη σφραγίδα μιας ιδιοφυούς συνάντησης των πηγών με την πρωτοτυπία του δημιουργού.

 

Από το ένθετο που συνοδεύει την κασετίνα με το νέο, ανέκδοτο μουσικό έργο του Σταύρου Ξαρχάκου "Ωδή-πορείας εγκώμιον", προσφορά της Realnews.