Παναγιώτης
Ήφαιστος
Καθηγητής,
Διεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές
Σπουδές
Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών
www.ifestos.edu.gr --
www.ifestosedu.gr --
info@ifestosedu.gr --
info@ifestos.edu.gr
Για μετάβαση
στην κεντρική σελίδα, άνοιγμα σε άλλο παράθυρο, κλικ εδώ
www.ifestos.edu.gr ή
www.ifestosedu.gr
Ελλάδα, διεθνές σύστημα, διεθνής πολιτική
Περιεχόμενα
(για μετάβαση κλικ προς και από τον τίτλο)
23.9.2009. Ο σκοτεινός κόσμος των μυστικών υπηρεσιών: Sibel Edmonds
22.9.2009. Τουρκικά σχολικά βιβλία
11.9.2009. Η ευγενής διπλωματική, πολιτική και πνευματική μας σύγχυση
17.2.2009. Μηχανισμοί μαλακής ισχύος
5.2.2009.
Μαλακή ισχύς, έξυπνη ισχύς, ύπουλη και υποχθόνια ισχύς;
1.2.2009. John Mearsheimer, Για την
επίθεση του Ισραήλ στην Γάζα
14.1.2009. Η ακρόαση της Αμερικανίδας υπουργού εξωτερικών στο Κογκρέσο
27.11.2008. η εκλογή Ομπάμα - Π.
Ήφαιστος
7.11.2008. Η εκλογή του Ομπάμα
στις ΗΠΑ Λάμπρου Παπαντωνίου
19.2.2006.
Π. ¨Ηφαιστος,
ΠΕΡΙ
«ΑΤΛΑΝΤΙΣΜΟΥ», «ΕΥΡΩΑΤΛΑΝΤΙΣΜΟΥ» ΚΑΙ … «ΑΠΟΡΡΙΠΤΙΚΩΝ»,
Το Παρόν, 19.2.2006.
06.08.2006. Π. Ήφαιστος, Ο πόλεμος στον Λίβανο, συνέντευξη
===================================
23.9.2009. O σκοτεινός κόσμος των μυστικών υπηρεσιών:
Sibel Edmonds
Πολλές
φορές διερωτώμαι κατά πόσο είναι δυνατό ένας ακαδημαϊκός όπως ο υποφαινόμενος,
μπορεί να αποφανθεί επί ζητημάτων σύγχρονης διπλωματίας όταν τα περισσότερα που
γνωρίζουμε είναι η κορυφή του παγόβουνου. Σχέδιο Αναν: α) Ένας ΓΓ του ΟΗΕ ο
οποίος είναι κοινό μυστικό ότι εκβιαζόταν από τους Αμερικανούς με πολλούς και
ποικίλους τρόπους. β) διάφοροι "desk officers" όπως ο Ντε Σότο (τους οποίους ο
γνωστός γάλλος φιλόσοφος θα ονόμαζε, ενδεχομένως, "παιδιά εξωπολιτικής σκύλας τα
οποία κανείς δεν ελέγχει κοινωνικά ή πολιτικά), γ) εξίσου σύμβουλοι και
παρασύμβουλοι σε όλα τα επίπεδα του ΟΗΕ, της Κύπρου, της Ελλάδας, της Ευρώπης,
της ΕΕ κτλ, δ) στρατιά επιστρατευμένων "επιστημόνων" οι οποίοι όλως περιέργως
δεν γνώριζαν τι είναι διεθνής
και ευρωπαϊκή νομιμότητα, δ) σεμινάρια στην Ύδρα, την Γερμανία, σε Βρετανικά
επιστημονικά "παρατηρητήρια" υπέρ της ειρηνικής συμφιλίωσης, των ζεϊμπέκικων,
των κουμπαριών και των χοροπηδημάτων ως προσέγγιση ... ειρήνης στον κόσμο και
στην Ανατολική Μεσόγειο, ε) Ευαγή ιδρύματα που χρηματοδοτούν
Σόροι, στα οποία
σιτεύονται Σοράκια και τα οποία εκπέμπουν κραυγές ως αληθινά κοράκια,
στ) ιστοριογραφικά ανέκδοτα που εισρέουν στα δημοτικά σχολεία και που
χρηματοδοτούν Σόροι,
σοράκια και κοράκιασ, ζ) πολιτικοί σε διάφορα κράτη που άγονται και φέρονται
από διεθνικά εξωπολιτικά
σοράκια και κοράκια,
η) ανακαλύψεις που βγήκαν
στην επιφάνεια και άλλες που δεν βγήκαν, θ) διορισμοί σε ευρωπαϊκά και
βαλκανικά πανεπιστήμια ειρηνόφιλων τις υπόγειες διαδρομές των οποίων ποτέ δεν θα
αποδείξουμε, ι) αναρίθμητα παπαγαλάκια στα δημοσιογραφικά και "ακαδημαϊκά
δρώμενα" που στηλιτεύουν τον ... εθνικισμό των κοινωνιών που αμύνονται και "εν
ονόματι της ειρήνης" "όλως περιέργως" επικροτούν τον ηγεμονισμό των επιτιθέμενων
και τα λοιπά και τα λοιπά. Τι να πει ένας ακαδημαϊκός των διεθνών σχέσεων τι
έκρυβε ο φασισμός του σχεδίου Αναν, ο "ηγεμονικός αντιεθνικισμός" των
"προοδευτικών" εγκαθέτων των ηγεμόνων, ο "μακεδονικός" έρωτας οικολόγων που
θρέφουν τον αναθεωρητισμό του κρατιδίου-στρατιωτική βάση των Βαλκανίων, ο
καθηγητάκος μέντορας της αναθεωρήτριας υποψήφιας βουλευτίνας Βαλκανικού κράτους
που οδηγείται στο τέλμα και τα λοιπά και τα λοιπά. Αυτές οι σκέψεις με
βασανίζουν εδώ και πολλά χρόνια, ιδιαίτερα τα δέκα τελευταία και με οδήγησαν σε
επιστημολογικά συμπεράσματα βαθύτατων συμπερασμάτων. Κυρίως, ότι ο ακαδημαϊκός
απαιτείται να περιορίζεται στην μακροϊστορικη και (αληθή) τεκμηρίωση των
κοινωνικοοντολογικών γεγονότων. Δεν χρειάζεται να σχολιάζει την επικαιρότητα
όπως και εγώ έκανα, δυστυχώς, την δεκαετία του 1990, όταν ασκόπως επιχειρούσα να
συνδέσω τις θεωρητικές μου αναζητήσεις με τα τρέχοντα ζητήματα της σύγχρονης
διπλωματίας. Αναλύσεις όπως αυτές του Κονδύλη και άλλων εκλεκτών στοχαστών
μετράνε πολύ περισσότερο γιατί στέκονται ακλόνητες και ανεπηρέαστες από τα
υπόγεια δρώμενα των μυστικών δράσεων των κρατικών υπηρεσιών των ηγεμονικών
κρατών. Αυτή ήταν και μια θεμελιώδης επιλογή της τελευταίας μου δημοσίευσης
Κοσμοθεωρία των
Εθνών: Όποιος θέλει να κολυμπά μέσα στα Σόδομα και Γόμορρα του
μεταμοντέρνου τέλματος είναι ελεύθερος να το κάνει. Μόνο το κεφάλαιο 5 να
διαβάσουν, όμως, θα το ξανασκεφτούν και αυτό αρκεί ένα ακαδημαϊκό που δεν
ενδιαφέρεται για την κυνική αντίληψη ότι "μακροχρόνια όλοι πεθαίνουμε". Σημασία
έχει τι κτίζεις και τι κτίζεται. Μακροχρόνια όλους μας τρώνε τα σκουλήκια μέσα
σε σκοτεινούς τάφους αλλά, όπως υποστήριξα, τα πνευματικά κτίσματα των εθνικών
κοσμοθεωριών -πολιτικός πολιτισμός και πνευματικά επιτεύγματα - μένουν
αναλλοίωτα και ολόρθα. Τώρα, αν υπάρχουν περιθώρια για "ειλικρινείς" θέσεις αυτό
που θα μπορούσε να πει κάποιος είναι: ο καθείς παθαίνει ότι του αξίζει και
αποτελεί δονκιχωτισμό να υπερασπίζεσαι μια κοινωνία που της αξίζει ευθανασία.
Εδώ λοιπόν παραθέτω πληροφορίες για μια εντυπωσιακή υπόγεια υπόθεση που αφορά
τις τουρκικές και αμερικανικές υπηρεσίες για να γίνει αντιληπτό τι ένας
ακαδημαϊκός όπως ο υποφαινόμενος λαμβάνει υπόψη ότι δεν γνωρίζει όταν γράφει
υψιτενείς θεωρίες
για
τις
κοσμοθεωρίες των εθνών. Για να το θέσω
διαφορετικά, ο ακαδημαϊκός δεν μπορεί να σχολιάζει έγκυρα τα τρέχοντα
διεθνοπολιτικά δρώμενα. Πρέπει να εκλαμβάνει όσα συνδέονται με τα; ηγεμονικά
δρώμενα ως σκουληκιασμένα και να στέκεται στην οντολογική θεμελίωση και στην
μακροϊστορική θεμελίωση τάσεων, στάσεων και συμπεριφορών. Πέραν αυτού ο καθείς
είναι υπεύθυνος των θέσεών του και των συμπεριφορών του. Είναι ελεύθερος να ζει
μέσα στην βρωμερή λάσπη, μέσα στα σκουλήκια ή ακόμη και να κολυμπά μέσα στα
περιττώματα όπως ο
προπάππος των μεταμοντέρνων μαρκήσιος De Sade. Διαβάστε λοιπόν ο κείμενο εδώ
για να δείτε πόσα λίγα ξέρετε τι κρύβουν τα παρασκήνια των εξωπολιτικών
βαρβάρων.
November 01, 2009 Issue
Copyright © 2009 The American Conservative
Who’s Afraid of Sibel Edmonds?
PDF
The gagged whistleblower goes on
the record.
By
Sibel Edmonds and Philip Giraldi
Sibel Edmonds has a story to tell. She went
to work as a Turkish and Farsi translator for the FBI five days after 9/11. Part
of her job was to translate and transcribe recordings of conversations between
suspected Turkish intelligence agents and their American contacts. She was fired
from the FBI in April 2002 after she raised concerns that one of the translators
in her section was a member of a Turkish organization that was under
investigation for bribing senior government officials and members of Congress,
drug trafficking, illegal weapons sales, money laundering, and nuclear
proliferation. She appealed her termination, but was more alarmed that no effort
was being made to address the corruption that she had been monitoring.
A Department of Justice inspector general’s
report called Edmonds’s allegations “credible,” “serious,” and “warrant[ing] a
thorough and careful review by the FBI.” Ranking Senate Judiciary Committee
members Pat Leahy (D-Vt.) and Chuck Grassley (R-Iowa) have backed her publicly.
“60 Minutes” launched an investigation of her claims and found them believable.
No one has ever disproved any of Edmonds’s revelations, which she says can be
verified by FBI investigative files.
John Ashcroft’s Justice Department confirmed
Edmonds’s veracity in a backhanded way by twice invoking the dubious State
Secrets Privilege so she could not tell what she knows. The ACLU has called her
“the most gagged person in the history of the United States of America.”
But on Aug. 8, she was finally able to
testify under oath in a court case filed in Ohio and agreed to an interview with
The American Conservative based on that
testimony. What follows is her own account of what some consider the most
incredible tale of corruption and influence peddling in recent times. As Sibel
herself puts it, “If this were written up as a novel, no one would believe it.”

* * *
PHILIP GIRALDI: We were
very interested to learn of your four-hour deposition in the case involving
allegations that Congresswoman Jean Schmidt accepted money from the Turkish
government in return for political favors. You provided many names and details
for the first time on the record and swore an oath confirming that the
deposition was true.
Basically, you map out a corruption scheme
involving U.S. government employees and members of Congress and agents of
foreign governments. These agents were able to obtain information that was
either used directly by those foreign governments or sold to third parties, with
the proceeds often used as bribes to breed further corruption. Let’s start with
the first government official you identified, Marc Grossman, then the third
highest-ranking official at the State Department.
SIBEL EDMONDS: During my
work with the FBI, one of the major operational files that I was transcribing
and translating started in late 1996 and continued until 2002, when I left the
Bureau. Because the FBI had had no Turkish translators, these files were
archived, but were considered to be very important operations. As part of the
background, I was briefed about why these operations had been initiated and who
the targets were.
Grossman became a person of interest early
on in the investigative file while he was the U.S. ambassador to Turkey
[1994-97], when he became personally involved with operatives both from the
Turkish government and from suspected criminal groups. He also had suspicious
contact with a number of official and non-official Israelis. Grossman was
removed from Turkey short of tour during a scandal referred to as “Susurluk” by
the media. It involved a number of high-level criminals as well as senior army
and intelligence officers with whom he had been in contact.
Another individual who was working for
Grossman, Air Force Major Douglas Dickerson, was also removed from Turkey and
sent to Germany. After he and his Turkish wife Can returned to the U.S., he went
to work for Douglas Feith and she was hired as an FBI Turkish translator. My
complaints about her connection to Turkish lobbying groups led to my eventual
firing.
Grossman and Dickerson had to leave the
country because a big investigation had started in Turkey. Special prosecutors
were appointed, and the case was headlined in England, Germany, Italy, and in
some of the Balkan countries because the criminal groups were found to be active
in all those places. A leading figure in the scandal, Mehmet Eymür, led a major
paramilitary group for the Turkish intelligence service. To keep him from
testifying, Eymür was sent by the Turkish government to the United States, where
he worked for eight months as head of intelligence at the Turkish Embassy in
Washington. He later became a U.S. citizen and now lives in McLean, Virginia.
The central figure in this scandal was Abdullah Catli. In 1989, while “most
wanted” by Interpol, he came to the U.S., was granted residency, and settled in
Chicago, where he continued to conduct his operations until 1996.
GIRALDI: So Grossman at
this point comes back to the United States. He’s rewarded with the third-highest
position at the State Department, and he allegedly uses this position to do
favors for “Turkish interests”—both for the Turkish government and for possible
criminal interests. Sometimes, the two converge. The FBI is aware of his
activities and is listening to his phone calls. When someone who is Turkish
calls Grossman, the FBI monitors that individual’s phone calls, and when the
Turk calls a friend who is a Pakistani or an Egyptian or a Saudi, they monitor
all those contacts, widening the net.
EDMONDS: Correct.
GIRALDI: And Grossman
received money as a result. In one case, you said that a State Department
colleague went to pick up a bag of money…
EDMONDS: $14,000
GIRALDI: What kind of
information was Grossman giving to foreign countries? Did he give assistance to
foreign individuals penetrating U.S. government labs and defense installations
as has been reported? It’s also been reported that he was the conduit to a group
of congressmen who become, in a sense, the targets to be recruited as “agents of
influence.”
EDMONDS: Yes, that’s
correct. Grossman assisted his Turkish and Israeli contacts directly, and he
also facilitated access to members of Congress who might be inclined to help for
reasons of their own or could be bribed into cooperation. The top person
obtaining classified information was Congressman Tom Lantos. A Lantos associate,
Alan Makovsky worked very closely with Dr. Sabri Sayari in Georgetown University,
who is widely believed to be a Turkish spy. Lantos would give Makovsky highly
classified policy-related documents obtained during defense briefings for
passage to Israel because Makovsky was also working for the American Israel
Public Affairs Committee (AIPAC).
GIRALDI: Makovsky is now
working for the Washington Institute for Near Eastern Policy, a pro-Israeli
think tank.
EDMONDS: Yes. Lantos was at
the time probably the most outspoken supporter of Israel in Congress. AIPAC
would take out the information from Lantos that was relevant to Israel, and they
would give the rest of it to their Turkish associates. The Turks would go
through the leftovers, take what they wanted, and then try to sell the rest. If
there were something relevant to Pakistan, they would contact the ISI officer at
the embassy and say, “We’ve got this and this, let’s sit down and talk.” And
then they would sell it to the Pakistanis.
GIRALDI: ISI—Pakistani
intelligence—has been linked to the Pakistani nuclear proliferation program as
well as to al-Qaeda and the Taliban.
So the FBI was monitoring these connections
going from a congressman to a congressman’s assistant to a foreign individual
who is connected with intelligence to other intelligence people who are located
at different embassies in Washington. And all of this information is in an FBI
file somewhere?
EDMONDS: Two sets of FBI
files, but the AIPAC-related files and the Turkish files ended up converging in
one. The FBI agents believed that they were looking at the same operation. It
didn’t start with AIPAC originally. It started with the Israeli Embassy. The
original targets were intelligence officers under diplomatic cover in the
Turkish Embassy and the Israeli Embassy. It was those contacts that led to the
American Turkish Council and the Assembly of Turkish American Associations and
then to AIPAC fronting for the Israelis. It moved forward from there.
GIRALDI: So the FBI was
monitoring people from the Israeli Embassy and the Turkish Embassy and one,
might presume, the Pakistani Embassy as well?
EDMONDS: They were the
secondary target. They got leftovers from the Turks and Israelis. The FBI would
intercept communications to try to identify who the diplomatic target’s
intelligence chief was, but then, in addition to that, there are individuals
there, maybe the military attaché, who had their own contacts who were operating
independently of others in the embassy.
GIRALDI: So the network
starts with a person like Grossman in the State Department providing information
that enables Turkish and Israeli intelligence officers to have access to people
in Congress, who then provide classified information that winds up in the
foreign embassies?
EDMONDS: Absolutely. And we
also had Pentagon officials doing the same thing. We were looking at Richard
Perle and Douglas Feith. They had a list of individuals in the Pentagon broken
down by access to certain types of information. Some of them would be policy
related, some of them would be weapons-technology related, some of them would be
nuclear-related. Perle and Feith would provide the names of those Americans,
officials in the Pentagon, to Grossman, together with highly sensitive personal
information: this person is a closet gay; this person has a chronic gambling
issue; this person is an alcoholic. The files on the American targets would
contain things like the size of their mortgages or whether they were going
through divorces. One Air Force major I remember was going through a really
nasty divorce and a child custody fight. They detailed all different kinds of
vulnerabilities.
GIRALDI: So they had access
to their personnel files and also their security files and were illegally
accessing this kind of information to give to foreign agents who exploited the
vulnerabilities of these people to recruit them as sources of information?
EDMONDS: Yes. Some of those
individuals on the list were also working for the RAND Corporation. RAND ended
up becoming one of the prime targets for these foreign agents.
GIRALDI: RAND does highly
classified research for the U.S. government. So they were setting up these
people for recruitment as agents or as agents of influence?
EDMONDS: Yes, and the RAND
sources would be paid peanuts compared to what the information was worth when it
was sold if it was not immediately useful for Turkey or Israel. They also had
sources who were working in some midwestern Air Force bases. The sources would
provide the information on CD’s and DVD’s. In one case, for example, a Turkish
military attaché got the disc and discovered that it was something really
important, so he offered it to the Pakistani ISI person at the embassy, but the
price was too high. Then a Turkish contact in Chicago said he knew two Saudi
businessmen in Detroit who would be very interested in this information, and
they would pay the price. So the Turkish military attaché flew to Detroit with
his assistant to make the sale.
GIRALDI: We know Grossman
was receiving money for services.
EDMONDS: Yes. Sometimes he
would give money to the people who were working with him, identified in phone
calls on a first-name basis, whether it’s a John or a Joe. He also took care of
some other people, including his contact at the New York Times.
Grossman would brag, “We just fax to our people at the New York Times.
They print it under their names.”
GIRALDI: Did Feith and
Perle receive any money that you know of?
EDMONDS: No.
GIRALDI: So they were doing
favors for other reasons. Both Feith and Perle were lobbyists for Turkey and
also were involved with Israel on defense contracts, including some for Northrop
Grumman, which Feith represented in Israel.
EDMONDS: They had
arrangements with various companies, some of them members of the American
Turkish Council. They had arrangements with Kissinger’s group, with Northrop
Grumman, with former secretary of state James Baker’s group, and also with
former national security adviser Brent Scowcroft.
The monitoring of the Turks picked up
contacts with Feith, Wolfowitz, and Perle in the summer of 2001, four months
before 9/11. They were discussing with the Turkish ambassador in Washington an
arrangement whereby the U.S. would invade Iraq and divide the country. The UK
would take the south, the rest would go to the U.S. They were negotiating what
Turkey required in exchange for allowing an attack from Turkish soil. The Turks
were very supportive, but wanted a three-part division of Iraq to include their
own occupation of the Kurdish region. The three Defense Department officials
said that would be more than they could agree to, but they continued daily
communications to the ambassador and his defense attaché in an attempt to
convince them to help.
Meanwhile Scowcroft, who was also the
chairman of the American Turkish Council, Baker, Richard Armitage, and Grossman
began negotiating separately for a possible Turkish protectorate. Nothing was
decided, and then 9/11 took place.
Scowcroft was all for invading Iraq in 2001
and even wrote a paper for the Pentagon explaining why the Turkish northern
front would be essential. I know Scowcroft came off as a hero to some for saying
he was against the war, but he was very much for it until his client’s
conditions were not met by the Bush administration.
GIRALDI: Armitage was
deputy secretary of state at the time Scowcroft and Baker were running their own
consulting firms that were doing business with Turkey. Grossman had just become
undersecretary, third in the State hierarchy behind Armitage.
You’ve previouly alluded to efforts by
Grossman, as well as high-ranking officials at the Pentagon, to place Ph.D.
students. Can you describe that in more detail?
EDMONDS: The seeding
operation started before Marc Grossman arrived at the State Department. The
Turkish agents had a network of Turkish professors in various universities with
access to government information. Their top source was a Turkish-born professor
of nuclear physics at the Massachusetts Institute of Technology. He was useful
because MIT would place a bunch of Ph.D. or graduate-level students in various
nuclear facilities like Sandia or Los Alamos, and some of them were able to work
for the Air Force. He would provide the list of Ph.D. students who should get
these positions. In some cases, the Turkish military attaché would ask that
certain students be placed in important positions. And they were not necessarily
all Turkish, but the ones they selected had struck deals with the Turkish agents
to provide information in return for money. If for some reason they had
difficulty getting a secuity clearance, Grossman would ensure that the State
Department would arrange to clear them.
In exchange for the information that these
students would provide, they would be paid $4,000 or $5,000. And the information
that was sold to the two Saudis in Detroit went for something like $350,000 or
$400,000.
GIRALDI: This corruption
wasn’t confined to the State Department and the Pentagon—it infected Congress as
well. You’ve named people like former House Speaker Dennis Hastert, now a
registered agent of the Turkish government. In your deposition, you describe the
process of breaking foreign-originated contributions into small units, $200 or
less, so that the source didn’t have to be reported. Was this the primary means
of influencing congressmen, or did foreign agents exploit vulnerabilities to get
what they wanted using something like blackmail?
EDMONDS: In early 1997,
because of the information that the FBI was getting on the Turkish diplomatic
community, the Justice Department had already started to investigate several
Republican congressmen. The number-one congressman involved with the Turkish
community, both in terms of providing information and doing favors, was Bob
Livingston. Number-two after him was Dan Burton, and then he became number-one
until Hastert became the speaker of the House. Bill Clinton’s attorney general,
Janet Reno, was briefed on the investigations, and since they were Republicans,
she authorized that they be continued.
Well, as the FBI developed more information,
Tom Lantos was added to this list, and then they got a lot on Douglas Feith and
Richard Perle and Marc Grossman. At this point, the Justice Department said they
wanted the FBI to only focus on Congress, leaving the executive branch people
out of it. But the FBI agents involved wanted to continue pursuing Perle and
Feith because the Israeli Embassy was also connected. Then the Monica Lewinsky
scandal erupted, and everything was placed on the back burner.
But some of the agents continued to
investigate the congressional connection. In 1999, they wiretapped the
congressmen directly. (Prior to that point they were getting all their
information secondhand through FISA, as their primary targets were foreigners.)
The questionably legal wiretap gave the perfect excuse to the Justice Department.
As soon as they found out, they refused permission to monitor the congressmen
and Grossman as primary targets. But the inquiry was kept alive in Chicago
because the FBI office there was pursuing its own investigation. The epicenter
of a lot of the foreign espionage activity was Chicago.
GIRALDI: So the
investigation stopped in Washington, but continued in Chicago?
EDMONDS: Yes, and in 2000,
another representative was added to the list, Jan Schakowsky, the Democratic
congresswoman from Illinois. Turkish agents started gathering information on her,
and they found out that she was bisexual. So a Turkish agent struck up a
relationship with her. When Jan Schakowsky’s mother died, the Turkish woman went
to the funeral, hoping to exploit her vulnerability. They later were intimate in
Schakowsky’s townhouse, which had been set up with recording devices and hidden
cameras. They needed Schakowsky and her husband Robert Creamer to perform
certain illegal operational facilitations for them in Illinois. They already had
Hastert, the mayor, and several other Illinois state senators involved. I don’t
know if Congresswoman Schakowsky ever was actually blackmailed or did anything
for the Turkish woman.
GIRALDI: So we have a
pattern of corruption starting with government officials providing information
to foreigners and helping them make contact with other Americans who had
valuable information. Some of these officials, like Marc Grossman, were
receiving money directly. Others were receiving business favors: Pentagon
associates like Doug Feith and Richard Perle had interests in Israel and Turkey.
The stolen information was being sold, and the money that was being generated
was used to corrupt certain congressmen to influence policy and provide still
more information—in many cases information related to nuclear technology.
EDMONDS: As well as weapons
technology, conventional weapons technology, and Pentagon policy-related
information.
GIRALDI: You also have
information on al-Qaeda, specifically al-Qaeda in Central Asia and Bosnia. You
were privy to conversations that suggested the CIA was supporting al-Qaeda in
central Asia and the Balkans, training people to get money, get weapons, and
this contact continued until 9/11…
EDMONDS: I don’t know if it
was CIA. There were certain forces in the U.S. government who worked with the
Turkish paramilitary groups, including Abdullah Çatli’s group, Fethullah Gülen.
GIRALDI: Well, that could
be either Joint Special Operations Command or CIA.
EDMONDS: Maybe in a lot of
cases when they said State Department, they meant CIA?
GIRALDI: When they said
State Department, they probably meant CIA.
EDMONDS: Okay. So these
conversations, between 1997 and 2001, had to do with a Central Asia operation
that involved bin Laden. Not once did anybody use the word “al-Qaeda.” It was
always “mujahideen,” always “bin Laden” and, in fact, not “bin Laden” but “bin
Ladens” plural. There were several bin Ladens who were going on private jets to
Azerbaijan and Tajikistan. The Turkish ambassador in Azerbaijan worked with them.
There were bin Ladens, with the help of
Pakistanis or Saudis, under our management. Marc Grossman was leading it, 100
percent, bringing people from East Turkestan into Kyrgyzstan, from Kyrgyzstan to
Azerbaijan, from Azerbaijan some of them were being channeled to Chechnya, some
of them were being channeled to Bosnia. From Turkey, they were putting all these
bin Ladens on NATO planes. People and weapons went one way, drugs came back.
GIRALDI: Was the U.S.
government aware of this circular deal?
EDMONDS: 100 percent. A lot
of the drugs were going to Belgium with NATO planes. After that, they went to
the UK, and a lot came to the U.S. via military planes to distribution centers
in Chicago and Paterson, New Jersey. Turkish diplomats who would never be
searched were coming with suitcases of heroin.
GIRALDI: And, of course,
none of this has been investigated. What do you think the chances are that the
Obama administration will try to end this criminal activity?
EDMONDS: Well, even during
Obama’s presidential campaign, I did not buy into his slogan of “change” being
promoted by the media and, unfortunately, by the naïve blogosphere. First of all,
Obama’s record as a senator, short as it was, spoke clearly. For all those
changes that he was promising, he had done nothing. In fact, he had taken the
opposite position, whether it was regarding the NSA’s wiretapping or the issue
of national-security whistleblowers. We whistleblowers had written to his Senate
office. He never responded, even though he was on the relevant committees.
As soon as Obama became president, he showed
us that the State Secrets Privilege was going to continue to be a tool of choice.
It’s an arcane executive privilege to cover up wrongdoing—in many cases,
criminal activities. And the Obama administration has not only defended using
the State Secrets Privilege, it has been trying to take it even further than the
previous terrible administration by maintaining that the U.S. government has
sovereign immunity. This is Obama’s change: his administration seems to think it
doesn’t even have to invoke state secrets as our leaders are emperors who
possess this sovereign immunity. This is not the kind of language that anybody
in a democracy would use.
The other thing I noticed is how Chicago,
with its culture of political corruption, is central to the new administration.
When I saw that Obama’s choice of chief of staff was Rahm Emanuel, knowing his
relationship with Mayor Richard Daley and with the Hastert crowd, I knew we were
not going to see positive changes. Changes possibly, but changes for the worse.
It was no coincidence that the Turkish criminal entity’s operation centered on
Chicago.
__________________________________________
Sibel Edmonds is a former FBI translator
and the founder of the National Security Whistleblowers Coalition. Philip
Giraldi is a former CIA officer and
The American Conservative’s
Deep Background columnist.
--------------------------------------------------------------
22.9.2009.
Τουρκικά σχολικά βιβλία
Σημ. Στέκομαι στην θέση
«Η
Ελλάδα δεν έχει τη δύναμη να διατηρήσει στο Αιγαίο την ειρήνη» που αφορά την
αποτρεπτική στρατηγική της Ελλάδας. Είκοσι χρόνια του Αρχηγού του ευαγούς
Ιδρύματος και πρώην Υψηλόβαθμου Αξιωματούχου του Πενταγώνου -που θεωρούσε την
ισορροπία δυνάμεων πολεμοκαπηλεία, την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ακρότητα, το
Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα περίπου επιθετική στάση και το καθεστώς της νταβουτόγλειας
Τουρκίας "δημοκρατικό που δεν θα πολεμά" (όλοι ξέραμε ότι ο μέντορας των Γκιουλ
και Ερτογάν ήταν ο Νταβούτογλου, όλως περιέργως όμως ο πολυγνώστης και σοβός
Υψηλός Αξιωματούχος δεν το ήξερε) - έπεισαν την Τουρκία ότι είμαστε ανίκανοι να
υπερασπίσουμε την ελευθερία μας και να αμυνθούμε στα σύνορα που ορίζουν οι
συνθήκες και το διεθνές δίκαιο. Από εκεί και πέρα έχουμε εκλογές σε λίγες μέρες.
Δίλημμα ουσιαστικό δεν υπάρχει γιατί για το ροκάνισμα των αποτελεσμάτων της
Ελληνικής Επανάστασης του 1821 που πολλού εκτελούν τις δύο τελευταίες δεκαετίες,
είναι πολλοί οι ένοχοι και περίτεχνα διασκορπισμένοι σε όλο το παραταξιακό
φάσμα. Για να μην μιλήσουμε για τα ανιστόρητα βιβλία της ιστορίας, για την
παγκοσμιποίηση που καταργεί το εθνικό συμφέρον και μας εισάγει στην ...
μεταεθνική εποχή και για τα ράμφεια θεωρήματα ότι η ελευθερία σε αυτή την
μεταεθνική εποχή δεν έχει και πολλή σημασία.
Γενικότερα θα έλεγα ότι στις διεθνείς σχέσεις τιμωρούνται τα κράτη τα οποία είτε
παραμελούν τα εθνικά τους συμφέροντα είτε υπερεξαπλώνονται. Αυτά σχεδόν πάντοτε
οφείλονται σε λανθασμένες εκτιμήσεις για το διεθνές σύστημα και το τελευταίο
είναι αναπόδραστο όταν μια χώρα γεμίσει με ιδεολογικοπολιτικά εκπαιδευτήρια τα
οποία παράγουν είτε αγράμματους είτε διαμορφωμένους να στηρίζουν τα συμφέροντα
των αντιπάλων και όχι της χώρας τους.
Ο μεταμοντερνισμός είναι μια τέτοια αποκορύφωση της παρακμής.
ΤΟΥΡΚΙΚΑ
ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ
:
Ενώ το βιβλίο
Ιστορίας που διδάσκονται τα Ελληνόπουλα στη ΣΤ'
Δημοτικού εξυμνεί τις «προοδευτικές» προσπάθειες των Οθωμανών να at
ενισχύσουν την εκπαίδευση των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατία
το αντίστοιχο εγχειρίδιο της γείτονος διδάσκει στους Τούρκους μαθητές ότι:
-Σελίδα19: «Τα νησιά του Αιγαίου βρίσκονται σήμερα
υπό ελληνική κατοχή».
-Σελίδα 21: «Η Ελλάδα δεν έχει τη δύναμη να διατηρήσει στο Αιγαίο την ειρήνη».
(!!!)
-Σελί δα 65: «Η ειρήνη στη Μέση Ανατολή και η ασφάλεια στην Ασία
είναι δυνατόν να διατηρηθεί με την επιστροφή αυτών των νησιών στην Τουρκία».
-Σελίδα 110: «Η Τουρκία καθόρισε τα χωρικά της ύδατα στα 6 μίλια
το 1930. Έτσι η Χίος, η Μυτιλήνη και η Σάμος βρίσκονται μέσα στα χωρικά
ύδατα της Τουρκίας.Το δικαίωμα κυριαρχίας μιας χώρας στα δικά της
χωρικά ύδατα της επιτρέπει να ασκεί τα ίδια δικαιώματα στα νησιά που
βρίσκονται σε αυτά τα ύδατα».
Αυτά και άλλα
πολλά αλιεύει κάποιος από την πρώτη κιόλας
ανάγνωση του βιβλίου Ιστορίας (έκδοση 1996) το οποίο διδάσκεται σήμερα
συστηματικά στις μεγαλύτερες τάξεις του τουρκικού σχολείου οκταετούς
υποχρεωτικής φοίτησης. Το συγκεκριμένο σύγγραμμα που τιτλοφορείται τα
«Τα δίκαια
της Τουρκίας στο Αιγαίο» (EgeDenizinde
TurkHaklari)
και
κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στη γείτονα το 1955
! με την
υπογραφή του
Τούρκου καθηγητή Ιστορίας Μεχμέτ Σακά.
Βάση των αυθαίρετων ιστορικών θεωριών τις οποίες σήμερα
διδάσκονται στις ιστορικές ακαδημίες και στις στρατιωτικές σχολές της
Τουρκίας,όλοι οι πολιτισμοί του Αιγαίου-μεταξύ αυτών και ο ελληνικός-
ήταν τουρκικής προέλευσης!
Φτάνουν στον παραλογισμό να θεωρούν Μινωίτες, Μυκηναίους, Ίωνες,
Τρώες και Πελασγούς προτουρκικές φυλές που κατοικούσαν στο Αιγαίο.
Σύμφωνα με αυτές τις απίστευτες θεωρίες, οι Έλληνες δεν ήταν παρά ένα
μικρό παρακλάδι του «μεγάλου τουρκικού λαού»,του «μοναδικού
που είχε
τη δύναμη να δημιουργεί μεγάλα κράτη και πολιτισμούς»!
Ακόμη πιο προχωρήμενη είναι η εργασία του Σελαχατίν
Σαλιζίκ
(Turk
Yunaniliskilerive
filiki eteria)
όπου περιλαμβάνονται αλλόκοτοι
ισχυρισμοί όπως ότι ο ελληνικός πολιτισμός ήρθε από την
Ασία και δεν είχε κανένα πρωτότυπο στοιχείο,
ότι οι Τούρκοι ήρθαν στο Αιγαίο το...2480 π.Χ. και ότι
ο Δημόκριτος,Ηρόδοτος,Ιπποκράτης,Πυθαγόρας και Όμηρος
ήταν
όλοι τους τουρκικής καταγωγής.
Η εργασία του εγκρίθηκε απ' το τουρκικό υπουργείο Παιδείας και
διδάσκεται στα τουρκικά σχολεία. ..
Εφημερίδα
ΤΟ ΘΕΜΑ - Νίκος Χειλαδάκης
1.09.2009. Η ευγενής διπλωματική, πολιτική και πνευματική τύφλωση
...
Υπό τις
περιστάσεις, μερικές σύντομες και μεστές θέσεις επί αυτονόητων και πασίδηλων
γεγονότων είναι αναγκαίες.
Πρόβλεψη διόλου ριψοκίνδυνη: Οι έλληνες θα πάθουν μεγάλες ζημιές τους μήνες και
τα χρόνια που έρχονται.
α) Η Κύπρος χάθηκε ήδη και αυτή την στιγμή κτίζεται η μεγαλύτερη παγίδευση του
ελληνισμού μετά την πτώση του Βυζαντίου. Αυτή την φορά δεν θα σκλαβωθούν ή θα
εκδιωχθούν άμεσα οι εκατοντάδες χιλιάδες έλληνες της Κύπρου για να καταφύγουν
στην "προσφυγομάνα Ελλάδα" (ο κυριότερος ρόλος του νεοελληνικού κρατιδίου αυτός
ήταν: να υποδέχεται τους πρόσφυγες των οποίων την φυγή από τις πατρογονικές τους
εστίες αυτό προκαλούσε) . Θα εντειχιστούν σε δομές που θα προκαλέσει αργό
θάνατο, ολοένα και πιο βαθιά παγίδευση του νεοελληνικού κρατιδίου και
αναπόδραστα θα προκαλέσει αναρίθμητους ρευστούς και μετακινούμενους ανθρώπους
(τόσο χωροταξιακά όσο και συνειδησιακά - ανάλογα και αντίστοιχα παραδείγματα
είναι όσοι φυγαδεύτηκαν ένθεν και ένθεν και εκείθεν το 1922, οι βορειοηπειρώτες,
οι βλάχοι, οι του εμφυλίου και πολλοί άλλοι).
β) Σε όλο το υπόλοιπο μέτωπο που αρχίζει από το Καστελλόριζο μέχρι την Ήπειρο οι
αναθεωρητισμοί δεν σιγοβράζουν αλλά φουντώνουν. Πολιτικό σύστημα εδώ που να
βλέπει, να αναλύει, να σχεδιάζει στην βάση των εθνικών συμφερόντων, να χαράσσει
υψηλή στρατηγική και να την εφαρμόζει, δεν υπάρχει. Υπάρχει όπως πάντοτε, όπως
το χαρακτήρισε ο συνάδελφος Γιώργος Κοντογιώργης, ένα πρατήριο ξένο συμφερόντων
που ονομάζεται νεοελληνικό κράτος.
γ) Τρίτον και κυριότερο, είναι η απάντηση στο ερώτημα τι υπάρχει και τι δεν
υπάρχει στο νεοελληνικό κράτος. Σίγουρα υπάρχουν περί τα εννέα εκατομμύρια
έλληνες, δηλαδή, των ελλήνων οι κοινότητες οι οποίες τον ενάμιση τελευταίο αιώνα
προσέρχονται και συνωστίζονται στο νεοελληνικό κράτος. Δεν υπάρχει το ελάχιστο:
Πολιτικές μορφές όπως ο Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας
Παπανδρέου και άλλοι αυτού του διαμετρήματος. Οι τελευταίοι, παρά την
αμφιλεγόμενη διαδρομή τους, τα τραγικά λάθη τους και τις ακόμη πιο τραγικές
αντιφάσεις και αντιθέσεις τους, είχαν κάποιο ψυχικό και ηθικό ελληνικό
διαμέτρημα. Λίγο πολύ, κουτσά στραβά, το αιτιολογούσαν με όρους ελληνικού
έθνους, ("έθνους", με τους πνευματικούς και πολιτικούς όρους που το αναλύσω στην
μονογραφία μου
Κοσμοθεωρία των Εθνών).
Τελικά, όμως, στο νεοελληνικό κράτος υπάρχουν και κάποια αλλότρια πράγματα
που δημιουργήθηκαν, βασικά, τις δύο τελευταίες δεκαετίες:
α) Μια εκτεταμένη παρέα που διακλαδώνεται σε διεθνικά "Ιδρύματα"-ΜΚΟ τα οποία
δρουν και λειτουργούν εξωπολιτικά, εξωκοινωνικά και παραπολιτικά. Εδώ και
ενάμιση περίπου δεκαετία (το σκηνικό στήθηκε πιο μπροστά σε κάποια εργαστήρια
μαλακής ισχύος όπου υπηρετούσαν "υψηλοί αξιωματούχοι του Πενταγώνου",
μεταγενέστερα χαμογελαστοί λύκοι όπου τους έστελλαν) όλο το κοινωνικοπολιτικό
οικοδόμημα βομβαρδίστηκε με ανορθολογικές εκτιμήσεις (όχι αναλύσεις αλλά
λανθασμένα δόγματα στρατηγικής σκοπιμότητας) για το διεθνές σύστημα, για την ΕΕ,
για την Τουρκία, για την ειρηνική επίλυση των διαφορών, για τα αίτια του
κυπριακού ή άλλων "εθνικών θεμάτων", για το περιεχόμενο και την αποστολή του
διεθνούς δικαίου και των διεθνών θεσμών και για τον ρόλο των ηγεμονικών
δυνάμεων, καθώς και τις δυνατότητες των λιγότερο ισχυρών κρατών στις σχέσεις
τους με τα ισχυρότερα κράτη. Εγώ θα έλεγα ότι αυτή η παρέα είναι μια από τις
χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις πνευματικού δολιοφθορέα μιας κοινωνίας που
γίνεται στόχος αναθεωρητικών-ηγεμονικών δυνάμεων και που συνειδητά ή ανεπίγνωστα
στήνει σκηνικό πνευματικού ροκανίσματος των πολιτών, πνευματικής αποδόμησής τους
και διασποράς του κράτους και της κοινωνίας στους πέντε ανέμους. Αυτά παθαίνουν
όσες κοινωνίες δεν προσέχουν και τα παραδέίγματα είναι πολλά όπως είναι ρευστή η
σύνθεση και οι διανεμητικές δυναμικές του διεθνούς συστήματος.
β) Υπάρχουν μέσα μαζικής επικοινωνίας που εξεζητημένα και στην βάση κλασικών
προτύπων μαλακής ισχύος επηρεάζεται από αυτή την "παρέα". Συνειδητά ή
ανεπίγνωστα υπηρετείται η αποδόμηση, το μεταμοντέρνο ροκάνισμα και η διασπορά
των νεοελλήνων. Όπως εξηγώ στο
Κοσμοθεωρία των
Εθνών σε ένα γενικότερο πλαίσιο η συρρίκνωση ή εξανέμισμα ενός κράτους
δεν σημαίνει εξαφάνιση ενός έθνους γιατί το έθνος είναι πνευματικό, πολιτικό και
πολιτιστικό κτίσμα. Σημαίνει όμως κακουχίες για όσους στην κάθε συγκεκριμένη
ιστορική συγκυρία βρεθούν στις συμπληγάδες.
γ) Υπάρχουν ακόμη, πολιτικές ηγεσίες οι οποίες καταβρόχθισαν μεγατόνους
πνευματικών σκουπιδιών περί "παγκοσμιοποίησης", "μεταεθνικής εποχής" και άλλων
αποδομητικών σκουπιδιών που όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να κατανοήσει διαβάζοντας
τις εξονυχιστικές αναλύσεις του μεταμοντερνισμού που κάνω στο προαναφερθέν
Κοσμοθεωρία των
Εθνών. Οι ύστερες πολιτικές ηγεσίες, ακόμη, δεν είναι μόνο σε πλήρη
πνευματική σύγχυση και αποπροσανατολισμό. Είναι επιπλέον βυθισμένοι μέχρι στο
λαιμό στο κομματικοφαυλοκρατικό σύστημα που περιέγραψε με ιδιοφυή τρόπο ο
Ευάγγελος Κοροβίνης στο Νεοελληνική Φαυλοκρατία (εκδόσεις Αρμός).
δ) Χιλιάδες φοιτητές γόνοι των ελληνικών κοινοτήτων που συνωστίζονται στο
νεοελληνικό κράτος και οι οποίοι με την σειρά τους αντί να πάνε να σπουδάσουν
καμιά αξιοπρεπή επιστήμη όπως γιατροί, λογιστές, μηχανικοί -για την διεθνολογική-πολιτική
τους μόρφωσή τους αρκούσε ο Θουκυδίδης, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας και
οποιοδήποτε μη ιδεολογικό κείμενο τους περιγράφει και ερμηνεύει- συνωστίζονται
με την σειρά τους στα λεγόμενα τμήματα κοινωνικών επιστημών (του νεοελληνικού
κράτους και της αλλοδαπής) όπου τους αποδομούν πνευματικά τα κυρίαρχα
μεταμοντέρνα ιδεολογήματα και θεωρήματα.
ε) Υπάρχουν ακόμη εκατομμύρια έλληνες οι οποίοι δεν είναι υποχρεωμένοι να
γνωρίζουν υψιτενείς θεωρίες διεθνών σχέσεων ή πολιτικής επιστήμης και οι οποίοι,
για να παραφράσω τον Καβάφη, "ανεπαισθήτως κλείστηκαν από τον κόσμο έξω". Ζουν
στον κόσμο τους, ο καθείς τους έχει την "δική του ατομικιστική ατζέντα", αντί
πολιτικών απόψεων αναπτύσσει ρευστές αντιλήψεις απόρροια ιδεολογημάτων και
θεωρημάτων και χωρίς να το περιμένουν, κάποια στιγμή, "έρχονται οι βάρβαροι", οι
ζημιές, οι κακουχίες, η απώλεια ασφάλειας και η απώλεια ευημερίας. Κάτσε μετά,
να θυμηθείς τι έλεγαν οι μεταμοντέρνοι ηρακλειδείς των ηγεμονικών συμφερόντων,
τι έκανε ο καθείς με την "ατομική του ατζέντα", το τι έγραφε ο "υψηλός
αξιωματούχος του Πενταγώνου" και η παρέα του την δεκαετία του 1990, το πως
λειτούργησε ο ένας ή άλλος ακαδημαϊκός στα εκλεκτορικά σώματα και το πως
λειτούργησε το φαυλοκομμματικοκρατικό σύστημα επί ζητημάτων πολιτικής
σταθερότητας. Εδώ για να γίνω πιο ακριβής, τα αίτια της μεγαλύτερης καταστροφής
της ανθρωπότητας την δεκαετία του 1910 και του 1920 -όταν οι αποικιοκρατικές και
ηγεμονικές δυνάμεις κατέστρεψαν εκ θεμελίων τον πολιτικό πολιτισμό των εθνών που
κτίστηκε από την κλασική εποχή μέχρι την πτώση του Βυζαντίου και που επιβίωσε
των Οθωμανών- τα φορτώσαμε σε ένα και μόνο γεγονός: "έχασε ο Βενιζέλος τις
εκλογές".
Σταματώ εδώ παραθέτοντας πληροφορίες για δύο γεγονότα.
Το πρώτον, αφορά τις πολιτικές διαβουλεύσεις στην Τουρκία όπου οι Γκιουλ-Ερτογαν-Νταβούτογλου
για τους Κούρδους [είναι αυτό το τρίγωνο που ο Υψηλός Αξιωματούχος έπεισε
πάρα πολλούς πως "δεν θα πολεμά" επειδή "θα είναι δημοκρατικό" και που θα
δημιουργήσει ανθόσπαρτο ελληνοτουρκικό βίο α) όταν με την δική μας άνευ όρων
φανατική υποστήριξη των ηγεμονικών αξιώσεων της Τουρκίας απέναντι στην ΕΕ (υπό
την Υψηλή Καθοδήγηση του Πενταγώνου, όπως είναι κοινώς γνωστό) β) όταν δώσουμε
την Κύπρο χειροδόπαρα δεμένη στην Άγκυρα, γ) όταν εγκαταλείψουμε τα απορρέοντα
από το διεθνές δίκαιο κυριαρχικά μας δικαιώματα σε όλο το υπόλοιπο μέτωπο και δ)
όταν "θυσιάσουμε κυριαρχία εν ονόματι της μεταεθνικής εποχής" (όπως περίπου
δήλωσε, με περισσή αθωότητα, πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Βουλής]. Δεν
προκρίνουν πλέον, μαθαίνουμε, την επίλυση του κουρδικού ζητήματος στην βάση του
μοντέλου που οι ίδιοι προωθούν στην Κύπρο και που στην Βοσνία αποτυγχάνει
παταγωδώς. Προκρίνουν την ενσωμάτωση στην τουρκική πλειονότητα. Το αν θα
επιτύχει είναι άλλη υπόθεση. Απλά υπενθυμίζω ότι η πλειονότητα πλέον των
πολιτικών και "αναλυτικών" ελίτ της Κύπρου και της Ελλάδας προκρίνουν το
Βοσνιακό μοντέλο στην Κύπρο, δηλαδή το χειρότερο όλων αυτών των τερατωδών
κατασκευών, το σχέδιο Αναν.
Το δεύτερον, αφορά το όργιο σαδιστικών δραστηριοτήτων βρικολακιασμένων
αξιωματούχων πάνω στο εγκαταλειμμένο κορμί της Κύπρου (και αναμενόμενα αυτό
ισχύει σε όλα τα υπόλοιπα ζητήματα της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής), οι
οποίοι διαμέσου του ΟΗΕ, ΜΚΟ και άλλων "εξαρτημένων μεταβλητών της ισχύος"
λειτουργούν ως και να μην υπάρχει ελληνικό και κυπριακό κράτος, ελληνική και
κυπριακή πνευματική ζωή, ελληνική και κυπριακή κοινότητα επιστημόνων και
ελληνική και κυπριακή πολιτική ζωή. Ή μήπως τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχει;
Παραθέτω το χθεσινό αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Μιχάλη Ιγνατίου και το σχόλιο
του Ν. Κυριακού στο ΕΘΝΟΣ που τα λέει όλα. Ο καθείς σύμφωνα με τα συμφέροντά του
σκέφτεται και ενεργεί κατά βούληση και με σιγουριά ότι στην ελληνική
πλευρά υπάρχουν εξυπηρετικές στρατιές που θα εξυπηρετήσουν αυτά τα συμφέροντα
εις βάρος της ασφάλειάς μας, του διεθνούς δικαίου, των ευρύτερων και βαθύτερων
συμφερόντων μας, ακόμη και εις βάρος της κυριαρχίας.:
Στήνουν παγίδα για το Κυπριακό
Σχέδιο αποενοχοποίησης της Αγκυρας φέρνουν στο φως τα πρακτικά της συνάντησης
του βοηθού γ.γ. του ΟΗΕ Πάσκοε με τον πρέσβη των ΗΠΑ στη Λευκωσία
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11378&subid=2&pubid=5952867
Παρά το γεγονός ότι η Αγκυρα και ο υποτακτικός της στην
Κύπρο, Μεχμέτ Αλι Ταλάτ, δεν έχουν προχωρήσει σε καμία υποχώρηση μέχρι τώρα
στις συνομιλίες, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν αποφάσισε να
ασκήσει πιέσεις στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Δημήτρη Χριστόφια, στη
διάρκεια της συνάντησης που θα έχουν στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του
Διεθνούς Οργανισμού.
Σύμφωνα με τα απόρρητα επίσημα πρακτικά της συνάντησης
του βοηθού γενικού γραμματέα Πάσκοε με τον πρέσβη των ΗΠΑ στη Λευκωσία Φρανκ
Ουρμπάνσικ, στις 31 Ιουλίου 2009, ο πρώτος ανακοινώνει στον Αμερικανό
αξιωματούχο ότι ο Μπαν Κι Μουν θα υπενθυμίσει στους Ελληνοκύπριους τις
προσδοκίες της διεθνούς κοινότητας για το Κυπριακό. Συγκεκριμένα του τονίζει
ότι ο γενικός γραμματέας θα μεταφέρει στους (ξένους) συνομιλητές του ότι είναι
σημαντικό και οι ίδιοι να υπενθυμίσουν στον κ. Χριστόφια ότι αναμένουν άμεση
διευθέτηση του Κυπριακού.
Ομολογία
Η κυνική ομολογία του κ. Πάσκοε, ο οποίος ήταν ένας εκ των «κατασκευαστών»
του αντιδημοκρατικού σχεδίου Ανάν από τη θέση του βοηθού υφυπουργού Εξωτερικών
των ΗΠΑ, αποδεικνύει ότι είναι πραγματικοί οι φόβοι της Αθήνας και της
Λευκωσίας ότι είναι σε φάση υλοποίησης το σχέδιο αποενοχοποίησης της Αγκυρας
και πλήρους πια αποδέσμευσης της Τουρκίας από το Κυπριακό.
Ο βοηθός γενικός γραμματέας λέει στον Αμερικανό πρέσβη ότι ο πρώτος γύρος
των διαπραγματεύσεων δεν ήταν καθόλου ουσιαστικός και δείχνει να ανησυχεί ότι
θα συμβεί το ίδιο και με τον δεύτερο γύρο. Είναι σημαντικό και συνάμα
ανησυχητικό ότι ο κ. Πάσκοε αναφέρει στον κ. Ουρμπάνσικ πως «η Ευρωπαϊκή Ενωση
πρέπει να ασκήσει πίεση στους Ελληνοκύπριους και να κάνει ξεκάθαρο ότι αυτή τη
φορά η διεθνής κοινότητα αναμένει λύση».
Ο αξιωματούχος των Ηνωμένων Εθνών εγκαλεί τη βρετανική κυβέρνηση (!),
επειδή όπως αναφέρει «δεν πράττει αρκετά προς αυτή την κατεύθυνση λόγω της
ισχυρής παρουσίας Ελληνοκυπρίων» στη Βρετανία.
«Προχωρούν μερικές φορές πολύ αργά», αναφέρει ο κ. Πάσκοε στον Αμερικανό
πρέσβη, τον οποίο ενημερώνει ότι «ο ΟΗΕ δεν έχει άλλη επιλογή παρά να πιστέψει
τις διαβεβαιώσεις των δύο ηγετών για την αφοσίωσή τους στη διαδικασία».
Ο βοηθός γενικός γραμματέας αποκαλύπτει ότι έδωσε οδηγίες στον αντιπρόσωπο
του ΟΗΕ, Αλεξάντερ Ντάουνερ, «να εμπλουτίσει με ιδέες τη διαδικασία», αλλά να
το πράξει με τρόπο που οι ηγέτες να νομίζουν πως «διατηρούν την κυριότητα των
συνομιλιών», κάτι που αποκαλύπτει την πρόθεση της συγκαλυμμένης επιδιαιτησίας.
Ο κ. Ουρμπάνσικ αποκαλύπτει στον κ. Πάσκοε ότι μετά τη συνομιλία τους θα
έχει συνάντηση με τους ηγέτες της κυπριακής ομογένειας στη Νέα Υόρκη.
Ο Αμερικανός πρέσβης δείχνει θυμωμένος και λέει στον αξιωματούχο του ΟΗΕ: «Θα
τους ρωτήσω ωμά εάν επιθυμούν να δημιουργήσουν προβλήματα ή θα υποστηρίξουν
μία λύση-διακανονισμό».
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Ουρμπάνσικ έθεσε το ερώτημα στους ηγέτες της
κυπριακής ομογένειας, οι οποίοι του απάντησαν με τον ίδιο τρόπο, πως εάν η
λύση δεν είναι δίκαιη και, εάν βασιστεί σε παραμέτρους του σχεδίου Ανάν, θα
τους βρει κάθετα αντίθετους.
Στα πρακτικά της συνομιλίας του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ με τον κ. Ντάουνερ (ημερομηνίας
3 Αυγούστου 2009, ώρα 12 το μεσημέρι), ο κατοχικός ζητά να πληροφορηθεί εάν θα
πραγματοποιηθεί επίσκεψη του γενικού γραμματέα στην Κύπρο.
Συναντήσεις
Ο Αυστραλός μεσολαβητής αναφέρει ότι η επίσκεψη θα μπορούσε να
πραγματοποιηθεί και θα περιλαμβάνει διμερείς συναντήσεις, κοινή συνάντηση των
δύο ηγετών και άλλες συναντήσεις, προφανώς με τους πολιτικούς ηγέτες των δύο
κοινοτήτων.
Ο κ. Ντάουνερ σημειώνει ότι ο γενικός γραμματέας θα μπορούσε να προβεί σε
θετικές δηλώσεις για τη διαδικασία των συνομιλιών, όπως έκανε πρόσφατα.
«Είναι σημαντικό να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη στη διαδικασία», τονίζει ο κ.
Ντάουνερ και προσθέτει: «Ο κ. Χριστόφιας πρέπει να διατηρήσει τη συναίνεση και
στο εξής να αποφεύγει αρνητικά σχόλια που έχουν στόχο να διατηρήσει τον
συνασπισμό» (των κομμάτων ΕΔΕΚ και ΔΗΚΟ).
ΨΑΧΝΟΥΝ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΕΚΒΙΑΣΜΟΥ
Σύμφωνα με τα πρακτικά, ο ειδικός σύμβουλος του ΟΗΕ και ο κατοχικός
ηγέτης συζητούν για τα δημοψηφίσματα και τρόπους για να καταλήξουν υπέρ της
λύσης. Βασικά δείχνουν να αναζητούν «μεθόδους εκβιασμού» των Ελληνοκυπρίων
αλλά και των Τουρκοκυπρίων. Ο κ. Ντάουνερ αναφέρει στον κ. Ταλάτ τις σκέψεις
του για τα διλήμματα που πρέπει να τεθούν: «Οι Τουρκοκύπριοι θα παραμείνουν
απομονωμένοι και δεν θα ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ενωση (εάν δεν ψηφίσουν ναι).
Για τους Ελληνοκύπριους η επιλογή είναι λύση ή μόνιμη διχοτόμηση και το τέλος
του ονείρου για την ενωμένη Κύπρο» (εάν ψηφίσουν «όχι»).
Σύμφωνα με τα απόρρητα πρακτικά της συνάντησης με τον κ. Πάσκοε, ο
Αμερικανός πρέσβης προχωρά σε κριτική εναντίον της Γαλλίας χαρακτηρίζοντας τη
στάση της «μη βοηθητική», ενώ σημειώνει πως «η Γερμανία δεν είναι ενεργός»
παράγοντας στο Κυπριακό. Ομως, δίνει εύσημα στις σκανδιναβικές χώρες ότι «είναι
εξαιρετικά βοηθητικές» (υπέρ της Τουρκίας), ενώ αναφέρει ότι οι χώρες της
Κεντρικής Ευρώπης επιθυμούν να βοηθήσουν, αλλά δεν γνωρίζουν τον τρόπο. «Οι
υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες συντάσσονται με τους Ελληνοκύπριους», παραπονείται
ο κ. Ουρμπάνσικ.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ
ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ
Στο τραπέζι διακυβέρνηση - περιουσιακό
Με συζήτηση των κεφαλαίων της διακυβέρνησης και του περιουσιακού αρχίζει
σήμερα -με καθυστέρηση μίας εβδομάδας λόγω της αναβολής που είχαμε στην
πρεμιέρα της περασμένης Πέμπτης ως αποτέλεσμα των τουρκικών προκλήσεων στον
Λιμνίτη- ο δεύτερος γύρος των απευθείας διαπραγματεύσεων μεταξύ του Προέδρου
Χριστόφια και του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ.
Οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων έχουν συμφωνήσει όπως ο β γύρος συνεχιστεί με
τα θέματα ΕΕ, την οικονομία, το εδαφικό και την ασφάλεια.
Στην πτυχή της διακυβέρνησης, θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς είναι πως
απαιτούνται συγκλίσεις σε αρκετά θέματα και όχι μόνο στον τρόπο εκλογής της
εκτελεστικής εξουσίας. Υπενθυμίζεται ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας έχει προτείνει
εκλογή προέδρου και αντιπροέδρου της ομοσπονδίας με κοινό ψηφοδέλτιο και στις
δύο κοινότητες. Οι Τουρκοκύπριοι πρότειναν προεδρικό συμβούλιο που θα
εκλέγεται από τη Γερουσία με αρκετά περίπλοκο τρόπο.
Το περιουσιακό είναι, μαζί με την ασφάλεια, οι πτυχές-«αγκάθια» του
Κυπριακού στις οποίες θεωρείται δύσκολη έως απίθανη η επίτευξη συγκλίσεων. Οι
θέσεις της τουρκοκυπριακής πλευράς απέχουν πολύ ακόμα κι από τις πρόνοιες του
σχεδίου Ανάν, καθώς κινούνται στη λογική των αποζημιώσεων και των ανταλλαγών
και όχι της αποκατάστασης.
Στο μεταξύ, παρασκήνιο για εξελίξεις στο Κυπριακό «στήνουν» για έναν ακόμη
Σεπτέμβριο οι ξένοι μεσολαβητές στη Νέα Υόρκη, με την ευκαιρία και της
επικείμενης παρουσίας του Προέδρου Χριστόφια στην έδρα του ΟΗΕ, αλλά και την
πιθανή μετάβαση και του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ στην αμερικανική μεγαλούπολη αργότερα
αυτόν τον μήνα.
Την ερχόμενη βδομάδα (17/9) θα πραγματοποιηθεί εσωτερική σύσκεψη μεταξύ του
ειδικού συμβούλου του γ.γ. του ΟΗΕ Αλεξάντερ Ντάουνερ και των αξιωματούχων που
ασχολούνται με το Κυπριακό στη Νέα Υόρκη (Λιν Πάσκο, Ελίζαμπεθ Σπέχαρντ) με
αντικείμενο τον σχεδιασμό της τακτικής του διεθνούς οργανισμού για τις
επόμενες φάσεις της διαπραγμάτευσης.
Στη Νέα Υόρκη
Την ίδια ώρα, η τουρκική πλευρά προωθεί μετάβαση του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ
στη Νέα Υόρκη με στόχο να έχει συνάντηση με τον γ.γ. του ΟΗΕ, Μπαν Γκι-Μουν
και τον Δ. Χριστόφια στο περιθώριο της Γ.Σ. του ΟΗΕ. Ο Ταλάτ απέστειλε ήδη και
επιστολή προς τον γ.γ. ζητώντας συνάντηση μαζί του.
Από την Ιταλία, όπου πραγματοποίησε διήμερη επίσημη επίσκεψη και είχε
συνομιλίες με τον πρόεδρο Ναπολιτάνο και τον πρωθυπουργό Μπερλουσκόνι, ο
Πρόεδρος Χριστόφιας ξεκαθάρισε για μία ακόμη φορά πως η ενότητα της Κύπρου
προϋποθέτει αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, των εποίκων και τον σεβασμό
της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Κυπριακής
Δημοκρατίας.
Ν. ΚΥΡΙΑΚΟΥ
Διεθνολογικό υστερόγραφο
Για ένα
ακόμη λόγο το ρεπορτάζ των δημοσιογράφων και οι αποκαλύψεις δίνουν σημαντικές
πληροφορίες για την εξαρτημένο ή ανεξάρτητο χαρακτήρα των διεθνών θεσμών και του
διεθνούς δικαίου.
---------------------------------------------------------------
17.2.2009.
Μηχανισμοί μαλακής ισχύος
Το έχουμε πει ξανά. Οι σκληροτράψηλοι μηχανισμοί των
διεθνοφασιστών είναι αναπόσπαστο μέρος των θεσμών στρατηγικής των ηγεμονικών
δυνάμεων. Το ερώτημα είναι ποιοι είναι αυτοί που στα ξεπεσμένα και ηττημένα
κράτη παίζουν αυτό το βρώμικο ρόλο. Πολλοί τον παίζουν ασυνείδητα και στο όνομα
της ... ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας. Μερικοί σύνδεσμοι συμπληρωματικοί του δοκιμίου
στην σελίδα Στρατηγική "Μαλακής
ισχύος"- διεθνικοί δρώντες είναι οι εξής.
http://www.canvasopedia.org/content/about/about.htm,
http://www.canvasopedia.org/content/special/studije.htm,
http://www.canvasopedia.org/content/about/map.htm
--------------------------------------------------------------
Σε
συνέδριο χθες Τρίτη 4.2.2009 έκανα σύντομη παρέμβαση σε συνέδριο με θέμα το
soft power. Παραθέτω το σύντομο σημείωμα που χρησίμευσε
για την προφορική παρέμβαση. Συμβουλεύω, βεβαίως, όποιος ενδιαφέρεται, να
μελετήσει το 20σέλιδο του
Jonathan Mowat
βλ.
Στρατηγική "Μαλακής ισχύος"-
διεθνικοί δρώντες
Speaking notes
«Μαλακή» ή «έξυπνη» ισχύς και σύγχρονη διεθνής πολιτική
«Soft» power or «smart» power
in contemporary international politics
Παναγιώτης Ήφαιστος, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων,
Πανεπιστήμιο Πειραιώς,
www.ifestosedu.gr
Για ένα διεθνολόγο είναι πλέον
πειθαναγκαστικό να συνεκτιμά τον διανεμητικό ρόλο της στρατηγικής μαλακής ισχύος
που λίγο πολύ όλα τα κράτη εφαρμόζουν.
4 είναι
τα εργαλεία:
Πρώτον, οι
επίσημες διακηρύξεις της στρατηγικής των κρατών. Σήμερα γνωρίζουμε
επαρκώς το πώς η μαλακή ισχύς ενσωματώνεται οργανικά ως μέσο στην αμερικανική
στρατηγική. Μπορεί να μην γνωρίζουμε συγκεκριμένες απόρρητες πτυχές αλλά
ξέρουμε ότι δεν υπάρχει εφαρμογή στρατηγικού σχεδίου που να μην εμπεριέχει αυτές
τις πτυχές σε πολύ ισχυρές δόσεις.
Δεύτερον,
αποκαλύψεις που γίνονται κατά καιρούς λόγω διαρροών αρχείων
ξεχωριστές περιπτώσεις εκ των οποίων είναι αναμφίβολα η περίπτωση του σχεδίου
Αναν και η πορτοκαλί επανάσταση στην Ουκρανία.
Τρίτον από
ακρομυθίες κυβερνητικών εκπροσώπων μεγάλων δυνάμεων, από απομνημονεύματα παιχτών
της στρατηγικής τους, από ομολογίες αξιωματούχων μετά από δημόσιες δίκες και
από ακαδημαϊκές ομολογίες όπως οι συνάδελφοι αμερικανοί νεοφιλελεύθεροι οι
οποίοι όταν στελέχωσαν την αμερικανική κυβέρνηση την δεκαετία του 1990 μίλησαν
πιο ελεύθερα για το τι ρόλο διαδραματίζει η στρατηγική μαλακής ισχύος στην
στρατηγική των κρατών τους (που υπηρετούν με πίστη και νομιμοφροσύνη και γι’
αυτό θεωρούν φυσιολογικό να μιλούν έτσι).
Τέταρτον, εκ του
αποτελέσματος όταν πλέον η στρατηγική επιτυγχάνει και οι δράστες που
επιστρατεύονται μεταμφιέζοντας προπαγάνδα με ακαδημαϊκούς μανδύες αφελώς
νομίζουν ότι «η επιτυχία δικαιώνει» και ότι μπορούν πλέον να προσχωρούν
δημόσια με τον νικητή λέγοντας με περηφάνια ότι συμμετείχαν στην εκπλήρωση της
μεγάλης επιτυχίας.
Την καλύτερη περίπτωση που γνωρίζω,
είναι αυτή του σχεδίου Αναν και τις χρηματοδοτήσεις που οι υπηρεσίες των ΗΠΑ και
της Βρετανίας διοχέτευσαν με διάφορους τρόπους.
Αν το σχέδιο Αναν επιτύγχανε
ή αν επανέλθει και επιτύχει δεν θα κρύβονται αλλά θα υπερηφανεύονται για
τον ρόλο τους. Αυτό βεβαίως δεν αναιρεί την ορθότητα της αντικειμενικής και
επαληθευμένης επιστημονικής παρατήρησης.
Η δική του απόδοση της φράσης
«soft-power» ως «μαλακή ισχύς» ίσως
να μην αποδίδει σωστά την σχετική στρατηγική μερικών μεγάλων δυνάμεων.
Φίλος μεταφραστής: από τα συμφραζόμενα
αποδίδεται ως αόρατη ή υπόγειας προπαγάνδας, ύπουλης ή επί σκοπώ διασποράς
αντιλήψεων και διασποράς ή διάδοσης δόλιων αντιλήψεων”.
Είναι πολυσχιδής όρος με πολλές κατά
περίπτωση έννοιες.
Μπορεί να σημαίνει μια πολύ θεμιτή
καλλιέργεια των εθνικών συμφερόντων
ενός κράτους εκ μέρους των διπλωματών που συνομιλούν ή και φιλοξενούν
δημοσιογράφους και πολιτικά πρόσωπα μέχρι την επιστράτευση επί πληρωμή πολιτών
άλλων κρατών προδίδουν την πατρίδα τους.
Ενδιαμέσως υπάρχει ένα μεγάλο φάσμα
δρώντων που μπορεί να κυμαίνεται
από μαθητές που ανεπίγνωστα εξωθούνται να κάψουν το κέντρο μιας πόλης
μέχρι ένα καθηγητή Πανεπιστημίου όπως ο υποφαινόμενος που
επειδή πιστεύει σε κάτι ή επειδή πληρώνεται σε αυτό από κάποιο διεθνικό δρώντα,
για παράδειγμα τον George Soros, λέει πράγματα τα οποία αν και χωρίς το
παραμικρό επιστημονικό κύρος θα μπορούσαν να είναι φοβερή προπαγάνδα προς όφελος
του ενός ή άλλου κράτους.
Θα μπορούσα για παράδειγμα να σας λέω με
επιστημονικοφανείς και σπουδαιοφανείς επιφυλλίδες το βολικό για το βολικό για
τις ηγεμονικές δυνάμεις θεώρημα ότι οι δημοκρατίες δεν πολεμούν ή ότι
πολεμούν λιγότερο.
Έτσι, θα ρίχνω στάχτη στα μάτια όσων
τηλεθεατών κάθε βράδυ ανοίγουν την τηλεόραση και βλέπουν φοβερά εγκλήματα
κατά της ανθρωπότητας όλα από δημοκρατικές ηγεμονικές δυνάμεις.
(Μετά από χρόνια φτάνουν τα
Τούρκικα πλοία στο Σούνιο και ψάξε να βρεις τι έλεγε ο κάθε Ήφαιστος
πριν δέκα χρόνια σε κάποια επιφυλλίδα του στην Καθημερινή ή στα Νέα).
Η νέα αμερικανίδα υπουργός εξωτερικών
στον λόγο της ενώπιον του Κογκρέσου πριν μερικές μέρες μίλησε για «έξυπνη
ισχύ» (smart power)
που εκτιμώ ότι δεν είναι κάτι διαφορετικό από το soft power παρά μόνο
υποδηλώνει μια πιο πυκνή και πιο εντατική και διευρυμένη ενσωμάτωση πρακτικών
της μαλακής ισχύος στην διεθνή πολιτική της χώρας αυτής.
Ένα δηλαδή πιο εξεζητημένο τρόπο για να
πείθονται τρίτες κοινωνίες και τα πολιτικά και πνευματικά ελίτ για την
σκοπιμότητα συγκεκριμένων αμερικανικών σχεδίων που εξυπηρετούν τα αμερικανικά
στρατηγικά συμφέροντα.
Η μαλακή ισχύς σχετίζεται με μύρια
κεντρικά ζητήματα της μελέτης των διεθνών σχέσεων και ιδιαίτερα των στρατηγικών
σπουδών, μεταξύ άλλων, με την έμμεση προσέγγιση, την εξαπάτηση, τα
κριτήρια και τις μεθοδεύσεις της κατανομής ισχύος, την δημιουργία συμμαχιών ή
την υπονόμευση των συμμαχιών των αντιπάλων και την κατατριβή εχθρών ή και φίλων
για να ελεγχθεί η αλλάξει η κατανομή ισχύος σύμφωνα με τις ανάγκες υπερπόντιων
εξισορροπήσεων των ανελέητων ηγεμονικών αντιπαραθέσεων.
Η ουσία είναι ότι η συζήτηση για την
μαλακή ισχύ αφορά την δύναμη των κρατών, τους σκοπούς, τα μέσα και τον τρόπο τα
μέσα μεγιστοποιούν την ισχύ για να επιτευχθούν οι σκοποί με λιγότερους πόρους.
Είναι δηλαδή, ένα κεντρικό ζήτημα της
στρατηγικής ανάλυσης.
Το ίδιο ζήτημα βρίσκεται στον πυρήνα της
θεωρίας της αποτρεπτικής στρατηγικής.
Το πώς δηλαδή με παραστάσεις που
δημιουργούν πλήθος θέσεων, κινήσεων, παραπλανητικών πληροφοριών, επιδείξεων
ισχύος, μπλόφας για την ισχύ που διαθέτει κανείς και λόγια που θρέφουν κάθε
λογής αμφιβολίες στον αντίπαλο, εξοικονομούν πόρους.
Βέλτιστη στρατηγική, συνηθίζουμε να λέμε,
είναι εκείνη που οι πόροι που δεσμεύονται στην εκπλήρωση ενός στρατηγικού σκοπού
είναι ακριβώς αυτοί που απαιτείται από το είδος της απειλής ή του συμφέροντος
που διακυβεύεται.
Ταυτόχρονα, λένε οι αγγλοσάξονες,
μέγιστη αποτρεπτική τέχνη είναι να κερδίζεις με το να φοβερίζεις
παρά με ο να πολεμάς: «you
better win by fright instead of fighting».
Ενόσω υπάρχουν αίτια πολέμου
σ’ ένα διεθνές σύστημα όπου απουσιάζει μια κυβέρνηση των κυβερνήσεων (δηλαδή
ένα σύστημα αποτελεσματικής συλλογικής ασφάλειας που θα διασφαλίζει την
ανεξαρτησία των μελών-κρατών) η ισχύς θα συνεχίζει να είναι διαμορφωτικής
και διανεμητικής σημασίας.
Η στρατηγική εξοικονόμησης πόρων με
επηρεασμό της βούλησης των αντιπάλων
ούτως ώστε να επιφέρεις το ίδιο αποτέλεσμα που σε διαφορετική περίπτωση θα
απαιτούσε πολλαπλάσιους σπάνιους πόρους και μεγάλα πολεμικά μέσα
–κύριος σκοπός της στρατηγικής του
soft power–,
δεν είναι κάτι νέο στις σχέσεις των κρατών.
[Χωρίς να υπεισέλθω σε ζητήματα ελληνικού
ενδιαφέροντος που αφορούν την εξώθηση
της Ελλάδας προς μια κατευναστική στρατηγική ή υπόνοιες που ακόμη δεν μπορούν να
τεκμηριωθούν για τα αίτια κάποιων πρόσφατων γεγονότων στην Ελλάδα, θα εστιάσω
τώρα με συντομία το ενδιαφέρον στις ακαδημαϊκές πληροφορίες για το
ζήτημα της μαλακής ισχύος].
Οι περισσότεροι γνωρίζουν τις αναλύσεις των
Robert Keohane και
Joseph Nye
και αρκετά άρθρα και βιβλία του τελευταίου για την μαλακή ισχύ. Αυτό που θα
ήθελα να τονίσω για αυτά τα πολύ διαδεδομένα και πολύ παρεξηγημένα κείμενα είναι
δύο πτυχές.
Η πρώτη είναι ότι
εντάσσονταν στην λανθασμένη και σήμερα ολοκληρωτικά αναιρεμένης αντίληψης
περί δυνατότητας ύπαρξης ενός νομιμοποιημένου ήπιου ηγεμονισμού.
Τα μέσα, υποστήριζαν στις παλιές καλές
φιλελεύθερες γραμμές περί «παγκόσμιας αρμονίας συμφερόντων» που
αναιρέθηκαν από τον Edward H.
Carr
εδώ και μισό αιώνα, μπορεί να είναι τα μέσα ορθολογιστών εμπόρων ενός
μεγάλου πλανητικού πλέγματος αλληλεξάρτησης που διερεύνησαν με θαυμαστή ακρίβεια
τις δεκαετίες του 1970 και 1980.
Ο ήπιος ηγεμονισμός βασικά ήταν
οι επεμβάσεις των δεκαετιών του 1990 και του 2000 στις οποίες οι
αμερικανοί συνάδελφοι διαδραμάτισαν σημαντικό επιτελικό ρόλο ως ανώτατοι
κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Το φιάσκο του Αφγανιστάν και του Ιράκ νομίζω μιλά
από μόνο του.
Η δεύτερη,
είναι οι λανθασμένες χρήσεις που έκαναν όσον αφορά τον ρόλο της διεθνούς
πολιτικής οικονομίας. Ενάντια σε θέσεις αναλυτών όπως ο
Robert Gilpin
που τόνιζαν τον ρόλο των διεθνών θεσμών οι νεοφιλελεύθεροι ανάμειξαν τις
γνωστές διαπιστώσεις περί ηγεμονικής σταθερότητας και των συνεπειών που
προκύπτουν από τις οικονομικές κυμάνσεις με τα ίδια ιδεολογήματα περί ήπιου
ηγεμονισμού και με τις λανθασμένες απόψεις τους για τον ρόλο της διεθνούς
πολιτικής οικονομίας.
Όπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει
ο John
Mearsheimer παραπέμποντας στον ίδιο τον
Nye
που έγραψε: «Τέτοιου είδους
κλισέ δείχνουν ελλιπή και στενόμυαλη ανάλυση … Η πολιτική και η οικονομία
συνδέονται. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα εδράζονται στην διεθνή πολιτική
τάξη».
Και όμως, αυτά που ακούσαμε εδώ
στην Ελλάδα περί τέλους της γεωπολιτικής και έλευσης της γεωοικονομίας δεν
έχουν προηγούμενο.
Οι
Keohane,
Nye,
et al,
όμως είναι «ήπιες περιπτώσεις» αξιολογικών θέσεων περί «μαλακής ισχύος»
και με θέσεις υπέρ μιας όπως την έλεγα ήπια ηγεμονική στάση που θα εκπλήρωνε
τους σκοπούς των ΗΠΑ αλλά και που θα έφερνε μεγαλύτερη σταθερότητα. Οι σκληρές
θέσεις για την μαλακή ισχύ εντοπίζονται σε άλλους αναλυτές πολλοί από τους
οποίους είναι βαθιά αναμεμιγμένοι με την εθνική στρατηγική των ΗΠΑ.
Το βασικό σκεπτικό όπως διακηρύσσεται σε
δηλώσεις, άρθρα και βιβλία που συγκροτούν πλέον μια επιστημονικά πολύ αξιόλογη
βιβλιογραφία που παραθέτει θέσεις και περιπτωσιολογικές θεμελιώσεις, είναι ότι ο
σκληρός πυρήνας χάραξης και εφαρμογής της στρατηγικής των ηγεμονικών δυνάμεων
εμπεριέχει ισχυρές δόσεις επηρεασμού της θέλησης τρίτων κοινωνιών που
μεθοδεύεται κάτω από την ομπρέλα του όρου «soft
power».
Το κεντρικό αιτούμενο είναι:
Εκπλήρωση του ίδιου σκοπού που θα
επιτυγχανόταν με στρατιωτικά μέσα με τρόπους που ελέγχουν την βούληση και την
θέληση της κοινωνίας, της ηγεσίας και των ηγετών μιας χώρας και την εκπλήρωση
των πολιτικών στόχων με όσο το δυνατό λιγότερο κόστος.
Όπως μαθαίνουμε από περιπτωσιολογικές
μελέτες της μεταψυχροπολεμικής εποχής αλλά και από αναλυτές και
αξιωματούχους της μαλακής ισχύος που ειδικεύονται στο λεγόμενο «non
violent conflict», ή πιο εκλαϊκευμένα στα
«μεταμοντέρνα πραξικοπήματα»,
υιοθετούνται όλα τα μέσα όπως κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικά μηνύματα, ηλεκτρονική
παραπληροφόρηση με exit
polls που δημιουργούν εικόνα νοθείας σε
εθνικές εκλογές ενός κράτους-στόχου,
αρθρογραφία που παραπλανεί για τους πραγματικούς σκοπούς, ελεγχόμενη διείσδυση
σε ομάδες διανοουμένων, ελεγχόμενη διείσδυση σε αναρχικές ομάδες, ελεγχόμενη
διείσδυση στα μέσα ενημέρωσης και ελεγχόμενη στα πανεπιστημιακά ιδρύματα
κοινωνικών επιστημών.
Το σημαντικότερο όμως μέσο είναι πλέον οι
διεθνικοί μη κυβερνητικοί δρώντες.
Όπως χαρακτηριστικά παρατηρούν οι
Peter
Ackerman
and Christopher Kruegler
στο κλασικό πλέον κείμενό τους
Strategic Nonviolent Conflict
που προλογίζεται από τον
Thomas Schelling, ότι οι ΜΚΟ
διαδραματίζουν πλέον πρωτεύοντα ρόλο στην παραγωγή στρατηγικής ισχύος μιας
δυνάμεως και ότι «έχουν ιδιότητες οι οποίες τους καθιστά εξαιρετικά κατάλληλους
για να προωθηθούν επ’ αμοιβή με μη βίαιο τρόπο διενέξεις» οι οποίες θα
λειτουργήσουν διανεμητικά και θα εκπληρώσουν συγκεκριμένους στρατηγικούς σκοπούς.
Η πρόκληση επί τόπου σε μια ξένη χώρα
αντίστασης και επεισοδίων, γράφουν επίσης, έχει ως συνέπεια να κινητοποιούνται
οι πολίτες κατά μιας πιθανής εισβολής ή το αντίθετο.
Παραθέτουν ένα πραγματικά πλούσιο
ρεπερτόριο μέσων, σκοπών, μεθοδεύσεων, κλιμακώσεων συνδυασμών με χρήση
εξωτερικής βίας και εξωτερικών παρεμβάσεων που διανθίζουν με άφθονες
περιπτωσιολογικές αναφορές παλαιότερες και πιο σύγχρονες.
Οι πιο σύγχρονες ονομάζονται πλέον
στην βιβλιογραφία ως μεταμοντέρνες πρακτικές με περιπτωσιολογικά πλαίσια
αναφοράς την Σερβία μετά τον Ψυχρό Πόλεμο,
την πορτοκαλί επανάσταση και τα επεισόδια στο Τιαν Μεν στην Κίνα.
Στους θεσμούς που είναι απόλυτα
ενσωματωμένοι στην εθνική
στρατηγική των ΗΠΑ συμπεριλαμβάνεται μια πολύ μεγάλη αλυσίδα ιδρυμάτων στις
ΗΠΑ και στο εξωτερικό.
Τα ανά τον κόσμο ιδρύματα Σόρος
διαδραματίζουν ένα από τους πιο μυστήριους αλλά πασίδηλους ως προς τα
αποτελέσματά τους ρόλους. Στο εσωτερικό των ΗΠΑ τα ιδρύματα που
δεδηλωμένα συνεργάζονται με το Πεντάγωνο είναι εκατοντάδες και στενά
ενορχηστρωμένα ως μηχανισμοί προπαγάνδας και προτάσεων πολιτικής στις ΗΠΑ και
στο εξωτερικό.
Ο Δρ
Ackerman,
για παράδειγμα, είναι ιδρυτής του
International
Center on Nonviolent Conflicts
of Washington,
DC,
του οποίου πρόεδρος ήταν ο πρώην αξιωματικός
Jack DuVall
και ο οποίος μαζί με τον πρώην διευθυντή της
CIA James Woolsey,
διεύθυναν το Arlington
Institute of Washington, το οποίο
δημιουργήθηκε από τον σύμβουλο ναυτικών επιχειρήσεων
John L.
Peterson
με σκοπό επαναδιατυπωθεί το δόγμα εθνικής ασφάλειας με πιο διευρυμένο τρόπο και
συγκεκριμένα με προώθηση κοινωνικών πεποιθήσεων σχετικών με τον αμυντικό
σχεδιασμό.
Τόσο στην Βρετανία όσο και στις ΗΠΑ,
επίσης, αναλυτές συχνά συνεργάζονται με τις υπηρεσίες της χώρας
τους και επεξεργάζονται μεθόδους πρόκλησης πολιτικών αποτελεσμάτων με κείμενα
που αφορούν την ψυχολογία των μαζών, την επιστράτευση της τέχνης και της
μουσικής για την πρόκληση εξεγέρσεων και την δημιουργία ψευδών παραστάσεων περί
παγκοσμιότητας.
Η
Madeleine Albright
που έγινε πρόεδρος του
National Democratic Institute
σε δήλωσή της το
2000 παραδέχθηκε
σχετικά με την Σερβία:
"Your work with the National Democratic Institute and the Yugoslav opposition
contributed directly and decisively to the recent breakthrough for democracy in
that country . . . This may be one of the first instances where polling
has played such an important role in setting and securing foreign policy
objectives"
Υπό ένα γενικότερο πρίσμα, μετά τον Δεύτερο
Παγκόσμιο Πόλεμο, η στρατηγική μαλακή ισχύς (soft power) απέκτησε εξαιρετικά
μεγάλη σημασία και ενσωματώθηκε πλήρως στην εθνική στρατηγική των ηγεμονικών
δυνάμεων.
Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης δεν
τερμάτισε αυτές τις πολιτικές. Το αντίθετο, τις εντατικοποίησε.
Επιπλέον, η ανάπτυξη των
τεχνολογιών και της αλληλεξάρτησης αύξησε τις δυνατότητες των ισχυρών δυνάμεων
για διείσδυση, απόκτηση ερεισμάτων, απόκτηση πληροφοριών και στήσιμο μηχανισμών
ελέγχου κρατών-στόχων.
Οι μηχανισμοί αυτοί απέκτησαν
ένα τεράστιο χώρο ελιγμών και εμπέδωσης παραστάσεων που συμφέρουν την
στρατηγική μεγάλων κρατών τις τελευταίες δεκαετίες λόγω αλματώδους αύξησης
των λεγόμενων «κοινωνικών» «επιστημών» («ιστορία», «διεθνείς σχέσεις», «κοινωνιολογία»,
«κοινωνική» ψυχολογία, «εθνολογία» κτλ) και των εξω-ακαδημαϊκών «ιδρυμάτων» «προτάσεων
πολιτικής» (δηλαδή προπαγάνδας).
Τόσο τα πρώτα όσο και τα δεύτερα
μπορούν να γίνουν βιομηχανίες πολιτικής επιρροής και απόλυτου πολιτικού ελέγχου
μιας κοινωνίας.
Ενώ δεν αποκλείεται σε αυτά τα
ιδρύματα να υπάρξουν μελέτες υψηλών προδιαγραφών μπορούν εύκολα να
μετατραπούν σε μηχανισμό κοσμοθεωρητικής αποδόμησης και συνειδησιακής
απονεύρωσης των κοινωνιών-στόχων.
Αυτές οι πολιτικές βρίσκονται πλέον στον
πυρήνα της στρατηγικής των μεγάλων δυνάμεων και η θεωρία διεθνών σχέσεων –ιδιαίτερα
η στρατηγική ανάλυση– απαιτείται να τις συνεκτιμήσει δεόντως.
Πολύ περισσότερο θα πρέπει να τις
κατανοήσουν, βεβαίως, τα θεσμικά και πολιτικά ελίτ ενός κράτους.
Ίσως αρκεί για τις ανάγκες της σύντομης
παρουσίασής μου η παράθεση εδαφίου από ανάλυση των αμερικανών διεθνολόγων
Katzenstein, Keohane και Krasner , όταν γράφουν ότι
«Iσχυρότερα κράτη είναι δυνατό να κατορθώσουν να αλλάξουν τις παραστάσεις με
βάση τις οποίες οριοθετούνται οι ιδεολογικές πεποιθήσεις σε λιγότερο ισχυρά
κράτη ή ηττημένες πολιτείες. Oι Hνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, πίεσαν
συστηματικά και επίμονα για τη διάδοση συγκεκριμένων πεποιθήσεων ως προς το πώς
πρέπει να είναι το όραμα της διεθνούς κοινωνίας [που τις συνέφερε] μετά τον B΄
Παγκόσμιο Πόλεμο και ανανέωσαν και το αναζωογόνησαν την μεταψυχροπολεμική εποχή.
O σκοπός δεν ήταν απλώς να προωθήσουν συγκεκριμένους στόχους, αλλά να
αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο οι συγκεκριμένες κοινωνίες βλέπουν τα οικεία
συμφέροντα. H έμφαση αυτού που ο Nye ονομάζει “μαλακή ισχύς”
σχετίζεται τόσο με ρεαλιστικούς φόβους [κατανομής ισχύος] για τη σχετική ισχύ
όσο και με την [“κριτική”] κονστρουκτιβιστική ανάλυση για συλλογικά πιστεύω,
πεποιθήσεις και ταυτότητες».
Ολοκληρώνοντας
και σε αναφορά με τους κριτικούς κονστρουκτιβιστές θα έλεγα ότι η
σημαντικότερη περίπτωση εγχειρήματος των αγγγλοαμερικανών για ολοκληρωτική
κατάληψη ενός κράτους είναι η Κυπριακή Δημοκρατία και η πλεκτάνη Αναν για την
οποία οι αμερικανοί διέθεσαν δεκάδες εκατομμύρια δολάρια. Οι προγενέστερες
περιπτώσεις της Σερβίας, Ουκρανίας, Κοσόβου και αλλού έχουν διερευνηθεί αρκετά.
Η περίπτωση της Κύπρου όχι, αν και υπάρχει αφθονία δημόσιων πηγών και εγγράφων
που διέρρευσαν.
Αρκεί μόνο να πω ότι στελέχη του
λεγόμενου πνευματικού χώρου που κηρύττουν ότι είναι «κριτικοί
κονστρουκτιβιστές» βρέθηκαν στην επιστρατευμένη ουρά των υπηρετών σε
επιμορφωτικά-συμμορφωτικά «σεμινάρια πολιτειότητας», σε διεθνικά παρασυνέδρια
στην Ελλάδα και στο εξωτερικό που προετοίμαζαν το σχέδιο Αναν, με επιφυλλίδες,
με διεθνικούς ΜΚΟ που διέθεταν άφθονα λεφτά για προπαγάνδα και με μελέτες που
έστηναν ένα ψεύτικο ωραιοποιητικό σκηνικό του επερχόμενου φασισμού.
Καταληκτικά,
νομίζω ότι όποιος προχωρεί στην εμπειρική θεμελίωση της θεωρίας διεθνών σχέσεων
και ιδιαίτερα την εξέταση στρατηγικών πτυχών της διπλωματίας μιας χώρας δεν
έχει την πολυτέλεια, πλέον, να μην συμπεριλάβει αυτές τις πτυχές που είναι
σημαντικό μέρος της εθνικής στρατηγικής των δυνάμεων και που επενεργεί
διανεμητικά εξοικονομώντας χρήμα και αίματα.
Το παλιό “win
by fight” έγινε με την καλλιέργεια της
αποτρεπτικής στρατηγικής “win
by fright” και τα τελευταία χρόνια:
“in order to win
without fight or fight you should win by fraud,
deception and bribe”.
Είναι αποδοτικό. Επιπλέον
είναι χρηματικά πολύ οικονομικό γιατί τα μέσα πλέον αφθονούν και είναι διάσπαρτα
και εύκολα διάσπαρτα: Υπάρχουν μερικές δεκάδες χιλιάδες δήθεν
διεθνολόγοι, ιστορικοί, πολιτειολόγοι, κριτικοί κονστρουκτιβιστές και διεθνικοί
περιπατητές που ευκόλως για μια χούφτα δολάρια μεταμφιέζουν την έξυπνη ηγεμονική
ισχύ με μεγαλόστομους και σπουδαιοφανείς όρους και έννοιες και την πουλούν ως
έγκυρη και αξιόπιστη επιστημονική ανάλυση.
Σ’ αυτούς δεν συμπεριλαμβάνω τους
Πολιτικούς Ρεαλιστές, την μόνη δηλαδή επιστημονική και μη προπαγανδιστική
ανάλυση των διεθνών σχέσεων.
--------------------------------------------------------------
Σημείωση Π. Ήφ. Παραθέτω σχόλιο του
διακεκριμένου διεθνολόγου της Θουκυδίδειας παράδοσης John
Mearsheimer.
Για το
τελευταίο του βιβλίο στα ελληνικά αναφέρω στην σχετική σελίδα.
http://www.amconmag.com/print.html?Id=AmConservative-2009jan26-00006
Another War, Another Defeat,
The
Gaza offensive has succeeded in punishing the Palestinians but not in making
Israel more secure.
John
J. Mearsheimer
Israelis and their American supporters claim that Israel learned its lessons
well from the disastrous 2006 Lebanon war and has devised a winning strategy for
the present war against Hamas. Of course, when a ceasefire comes, Israel will
declare victory. Don’t believe it. Israel has foolishly started another war it
cannot win.
The
campaign in Gaza is said to have two objectives: 1) to put an end to the rockets
and mortars that Palestinians have been firing into southern Israel since it
withdrew from Gaza in August 2005; 2) to restore Israel’s deterrent, which was
said to be diminished by the Lebanon fiasco, by Israel’s withdrawal from Gaza,
and by its inability to halt Iran’s nuclear program.
But
these are not the real goals of Operation Cast Lead. The actual purpose is
connected to Israel’s long-term vision of how it intends to live with millions
of Palestinians in its midst. It is part of a broader strategic goal: the
creation of a “Greater Israel.” Specifically, Israel’s leaders remain determined
to control all of what used to be known as Mandate Palestine, which includes
Gaza and the West Bank. The Palestinians would have limited autonomy in a
handful of disconnected and economically crippled enclaves, one of which is
Gaza. Israel would control the borders around them, movement between them, the
air above and the water below them.
The
key to achieving this is to inflict massive pain on the Palestinians so that
they come to accept the fact that they are a defeated people and that Israel
will be largely responsible for controlling their future. This strategy, which
was first articulated by Ze’ev Jabotinsky in the 1920s and has heavily
influenced Israeli policy since 1948, is commonly referred to as the “Iron
Wall.”
What
has been happening in Gaza is fully consistent with this strategy.
Let’s begin with Israel’s decision to withdraw from Gaza in 2005. The
conventional wisdom is that Israel was serious about making peace with the
Palestinians and that its leaders hoped the exit from Gaza would be a major step
toward creating a viable Palestinian state. According to the
New
York Times’
Thomas L. Friedman, Israel was giving the Palestinians an opportunity to “build
a decent mini-state there—a Dubai on the Mediterranean,” and if they did so, it
would “fundamentally reshape the Israeli debate about whether the Palestinians
can be handed most of the West Bank.”
This
is pure fiction. Even before Hamas came to power, the Israelis intended to
create an open-air prison for the Palestinians in Gaza and inflict great pain on
them until they complied with Israel’s wishes. Dov Weisglass, Ariel Sharon’s
closest adviser at the time, candidly stated that the disengagement from Gaza
was aimed at halting the peace process, not encouraging it. He described the
disengagement as “formaldehyde that’s necessary so that there will not be a
political process with the Palestinians.” Moreover, he emphasized that the
withdrawal “places the Palestinians under tremendous pressure. It forces them
into a corner where they hate to be.”
Arnon Soffer, a prominent Israeli demographer who also advised Sharon,
elaborated on what that pressure would look like. “When 2.5 million people live
in a closed-off Gaza, it’s going to be a human catastrophe. Those people will
become even bigger animals than they are today, with the aid of an insane
fundamentalist Islam. The pressure at the border will be awful. It’s going to be
a terrible war. So, if we want to remain alive, we will have to kill and kill
and kill. All day, every day.”
In
January 2006, five months after the Israelis pulled their settlers out of Gaza,
Hamas won a decisive victory over Fatah in the Palestinian legislative
elections. This meant trouble for Israel’s strategy because Hamas was
democratically elected, well organized, not corrupt like Fatah, and unwilling to
accept Israel’s existence. Israel responded by ratcheting up economic pressure
on the Palestinians, but it did not work. In fact, the situation took another
turn for the worse in March 2007, when Fatah and Hamas came together to form a
national unity government. Hamas’s stature and political power were growing, and
Israel’s divide-and-conquer strategy was unraveling.
To
make matters worse, the national unity government began pushing for a long-term
ceasefire. The Palestinians would end all missile attacks on Israel if the
Israelis would stop arresting and assassinating Palestinians and end their
economic stranglehold, opening the border crossings into Gaza.
Israel rejected that offer and with American backing set out to foment a civil
war between Fatah and Hamas that would wreck the national unity government and
put Fatah in charge. The plan backfired when Hamas drove Fatah out of Gaza,
leaving Hamas in charge there and the more pliant Fatah in control of the West
Bank. Israel then tightened the screws on the blockade around Gaza, causing even
greater hardship and suffering among the Palestinians living there.
Hamas responded by continuing to fire rockets and mortars into Israel, while
emphasizing that they still sought a long-term ceasefire, perhaps lasting ten
years or more. This was not a noble gesture on Hamas’s part: they sought a
ceasefire because the balance of power heavily favored Israel. The Israelis had
no interest in a ceasefire and merely intensified the economic pressure on Gaza.
But in the late spring of 2008, pressure from Israelis living under the rocket
attacks led the government to agree to a six-month ceasefire starting on June
19. That agreement, which formally ended on Dec. 19, immediately preceded the
present war, which began on Dec. 27.
The
official Israeli position blames Hamas for undermining the ceasefire. This view
is widely accepted in the United States, but it is not true. Israeli leaders
disliked the ceasefire from the start, and Defense Minister Ehud Barak
instructed the IDF to begin preparing for the present war while the ceasefire
was being negotiated in June 2008. Furthermore, Dan Gillerman, Israel’s former
ambassador to the UN, reports that Jerusalem began to prepare the propaganda
campaign to sell the present war months before the conflict began. For its part,
Hamas drastically reduced the number of missile attacks during the first five
months of the ceasefire. A total of two rockets were fired into Israel during
September and October, none by Hamas.
How
did Israel behave during this same period? It continued arresting and
assassinating Palestinians on the West Bank, and it continued the deadly
blockade that was slowly strangling Gaza. Then on Nov. 4, as Americans voted for
a new president, Israel attacked a tunnel inside Gaza and killed six
Palestinians. It was the first major violation of the ceasefire, and the
Palestinians—who had been “careful to maintain the ceasefire,” according to
Israel’s Intelligence and Terrorism Information Center—responded by resuming
rocket attacks. The calm that had prevailed since June vanished as Israel
ratcheted up the blockade and its attacks into Gaza and the Palestinians hurled
more rockets at Israel. It is worth noting that not a single Israeli was killed
by Palestinian missiles between Nov. 4 and the launching of the war on Dec. 27.
As
the violence increased, Hamas made clear that it had no interest in extending
the ceasefire beyond Dec. 19, which is hardly surprising, since it had not
worked as intended. In mid-December, however, Hamas informed Israel that it was
still willing to negotiate a long-term ceasefire if it included an end to the
arrests and assassinations as well as the lifting of the blockade. But the
Israelis, having used the ceasefire to prepare for war against Hamas, rejected
this overture. The bombing of Gaza commenced eight days after the failed
ceasefire formally ended.
If
Israel wanted to stop missile attacks from Gaza, it could have done so by
arranging a long-term ceasefire with Hamas. And if Israel were genuinely
interested in creating a viable Palestinian state, it could have worked with the
national unity government to implement a meaningful ceasefire and change Hamas’s
thinking about a two-state solution. But Israel has a different agenda: it is
determined to employ the Iron Wall strategy to get the Palestinians in Gaza to
accept their fate as hapless subjects of a Greater Israel.
This
brutal policy is clearly reflected in Israel’s conduct of the Gaza War. Israel
and its supporters claim that the IDF is going to great lengths to avoid
civilian casualties, in some cases taking risks that put Israeli soldiers in
jeopardy. Hardly. One reason to doubt these claims is that Israel refuses to
allow reporters into the war zone: it does not want the world to see what its
soldiers and bombs are doing inside Gaza. At the same time, Israel has launched
a massive propaganda campaign to put a positive spin on the horror stories that
do emerge.
The
best evidence, however, that Israel is deliberately seeking to punish the
broader population in Gaza is the death and destruction the IDF has wrought on
that small piece of real estate. Israel has killed over 1,000 Palestinians and
wounded more than 4,000. Over half of the casualties are civilians, and many are
children. The IDF’s opening salvo on Dec. 27 took place as children were leaving
school, and one of its primary targets that day was a large group of graduating
police cadets, who hardly qualified as terrorists. In what Ehud Barak called “an
all-out war against Hamas,” Israel has targeted a university, schools, mosques,
homes, apartment buildings, government offices, and even ambulances. A senior
Israeli military official, speaking on the condition of anonymity, explained the
logic behind Israel’s expansive target set: “There are many aspects of Hamas,
and we are trying to hit the whole spectrum, because everything is connected and
everything supports terrorism against Israel.” In other words, everyone is a
terrorist and everything is a legitimate target.
Israelis tend to be blunt, and they occasionally say what they are really doing.
After the IDF killed 40 Palestinian civilians in a UN school on Jan. 6,
Ha’aretz
reported that “senior officers admit that the IDF has been using enormous
firepower.” One officer explained, “For us, being cautious means being
aggressive. From the minute we entered, we’ve acted like we’re at war. That
creates enormous damage on the ground … I just hope those who have fled the area
of Gaza City in which we are operating will describe the shock.”
One
might accept that Israel is waging “a cruel, all-out war against 1.5 million
Palestinian civilians,” as
Ha’aretz
put it in an editorial, but argue that it will eventually achieve its war aims
and the rest of the world will quickly forget the horrors inflicted on the
people of Gaza.
This
is wishful thinking. For starters, Israel is unlikely to stop the rocket fire
for any appreciable period of time unless it agrees to open Gaza’s borders and
stop arresting and killing Palestinians. Israelis talk about cutting off the
supply of rockets and mortars into Gaza, but weapons will continue to come in
via secret tunnels and ships that sneak through Israel’s naval blockade. It will
also be impossible to police all of the goods sent into Gaza through legitimate
channels.
Israel could try to conquer all of Gaza and lock the place down. That would
probably stop the rocket attacks if Israel deployed a large enough force. But
then the IDF would be bogged down in a costly occupation against a deeply
hostile population. They would eventually have to leave, and the rocket fire
would resume. And if Israel fails to stop the rocket fire and keep it stopped,
as seems likely, its deterrent will be diminished, not strengthened.
More
importantly, there is little reason to think that the Israelis can beat Hamas
into submission and get the Palestinians to live quietly in a handful of
Bantustans inside Greater Israel. Israel has been humiliating, torturing, and
killing Palestinians in the Occupied Territories since 1967 and has not come
close to cowing them. Indeed, Hamas’s reaction to Israel’s brutality seems to
lend credence to Nietzsche’s remark that what does not kill you makes you
stronger.
But
even if the unexpected happens and the Palestinians cave, Israel would still
lose because it will become an apartheid state. As Prime Minister Ehud Olmert
recently said, Israel will “face a South African-style struggle” if the
Palestinians do not get a viable state of their own. “As soon as that happens,”
he argued, “the state of Israel is finished.” Yet Olmert has done nothing to
stop settlement expansion and create a viable Palestinian state, relying instead
on the Iron Wall strategy to deal with the Palestinians.
There is also little chance that people around the world who follow the
Israeli-Palestinian conflict will soon forget the appalling punishment that
Israel is meting out in Gaza. The destruction is just too obvious to miss, and
too many people—especially in the Arab and Islamic world—care about the
Palestinians’ fate. Moreover, discourse about this longstanding conflict has
undergone a sea change in the West in recent years, and many of us who were once
wholly sympathetic to Israel now see that the Israelis are the victimizers and
the Palestinians are the victims. What is happening in Gaza will accelerate that
changing picture of the conflict and long be seen as a dark stain on Israel’s
reputation.
The
bottom line is that no matter what happens on the battlefield, Israel cannot win
its war in Gaza. In fact, it is pursuing a strategy—with lots of help from its
so-called friends in the Diaspora—that is placing its long-term future at risk.
__________________________________________
John J. Mearsheimer is a professor of political science at the University of
Chicago and coauthor of
The Israel Lobby and U.S. Foreign Policy.
---------------------------------------------------------------
14.1.2009. Η ακρόαση της Αμερικανίδας υπουργού εξωτερικών στο
Κογκρέσο
Εισαγωγικό σχόλιο Π. Ήφ. Ο επισκέπτης να προσέξει το
εξής και τα συναφή εδάφια:
"We must use
what has been called “smart power,” the full range of tools at our
disposal -- diplomatic, economic, military, political, legal, and
cultural -- picking the right tool, or combination of tools, for
each situation. With smart power, diplomacy will be the vanguard of
foreign policy. This is not a radical idea. The ancient Roman poet
Terence, who was born a slave and rose to become one of the great
voices of his time, declared that “in every endeavor, the seemly
course for wise men is to try persuasion first.” The same truth
binds wise women as well"
Αυτή την προγραμματική θέση πρέπει να συναρτηθεί με την μαλακή ισχύ
που αναλύω σε άλλες σελίδες εδώ, ιδ.
http://www.ifestosedu.gr/47SoftPower.htm ,
http://www.ifestosedu.gr/40SorosCase6.htm ,
http://www.ifestosedu.gr/30MKOTransnational.htm.
Σε συνδυασμό με την
διάβρωση πλέον των λεγόμενων "κοινωνικών επιστημών" - βλ. υπογραφές
για το φασιστοειδές σχέδιο Αναν, την ανεκδοτολογική ανεκδοτολογία
κτλ - η δουλειά της νέας αμερικανίδας υπουργού να πείθει τις
κοινωνίες-στόχους γίνεται ευκολότερα. Αυτά όλα δεν είναι
"συνομωσίες" αλλά επίσημε πολιτική. Όποιος χαλαρώνει καίγεται,
πυρπολείται, ανανοκρατείται και ιστοριοκρατείται.
----------------------------------
Hillary's Secretary of State Speech
11:55 AM January 13,
2009
http://www.observer.com/2009/politics/hillarys-secretary-state-speech
·
Hillary Clinton
Hillary Clinton's
opening remarks to the Senate Foreign Relations Committee stressed what she
called a new policy of "smart power" to bring about change after a Bush
administration sub-optimal engagement with the rest of the world. In a bone to
the committee, she also emphasized the point that, for her, "consultation is not
a catch word, it is a commitment."
Here are her remarks, as
prepared for delivery:
Thank you, Senator
Schumer, for your generous introduction, and even more for your support and our
partnership over so many years. You are a valued and trusted colleague, a
friend, and a tribute to the people of New York whom you have served with such
distinction throughout your career.
Mr. Chairman, I offer my
congratulations as you take on this new role. You certainly have traveled quite
a distance from that day in 1971 when you testified here as a young Vietnam
veteran. You have never faltered in your care and concern for our nation, its
foreign policy or its future, and America is in good hands with you leading this
committee.
Senator Lugar, I look
forward to working with you on a wide range of issues, especially those of
greatest concern to you, including the Nunn-Lugar initiative.
And Senator Voinovich, I
want to commend you for your service to the people of Ohio and ask for your help
in the next two years on the management issues you champion.
It is an honor and a
privilege to be here this morning as President-elect Obama’s nominee for
Secretary of State. I am deeply grateful for the trust – and keenly aware of the
responsibility – that the President-elect has placed in me to serve our country
and our people at a time of such grave dangers, and great possibilities. If
confirmed, I will accept the duties of the office with gratitude, humility, and
firm determination to represent the United States as energetically and
faithfully as I can.
At the same time I must
confess that sitting across the table from so many colleagues brings me sadness
too. I love the Senate. And if you confirm me for this new role, it will be hard
to say good-bye to so many members, Republicans and Democrats, whom I have come
to know, admire, and respect deeply, and to the institution where I have been so
proud to sere on behalf of the people of New York for the past eight years.
But I assure you that I
will be in frequent consultation and conversation with the members of this
committee, with the House Foreign Affairs Committee, the appropriations
committees, and with Congress as a whole. And I look forward to working with my
good friend, Vice President-elect Biden, who has been a valued colleague in the
Senate and valued chairman of this committee.
For me, consultation is
not a catch-word. It is a commitment. The President-elect and I believe that we
must return to the time-honored principle of bipartisanship in our foreign
policy – an approach that past Presidents of both parties, as well as members of
this committee, have
subscribed to and that
has served our nation well. I look forward to working with all of you to renew
America’s leadership through diplomacy that enhances our security, advances our
interests, and reflects our values.
Today, nine years into a
new century, Americans know that our nation and our world face great perils:
from ongoing wars in Iraq and Afghanistan, to the continuing threat posed by
terrorist extremists, to the spread of weapons of mass destruction; from the
dangers of climate change to pandemic disease; from financial meltdown to
worldwide poverty.
The seventy days since
the presidential election offer fresh evidence of the urgency of these
challenges. New conflict in Gaza; terrorist attacks in Mumbai; mass killings and
rapes in the Congo; cholera in Zimbabwe; reports of record high greenhouse
gasses and rapidly melting glaciers; and even an ancient form of terror – piracy
– asserting itself in modern form off
the Horn of Africa.
Always, and especially
in the crucible of these global challenges, our overriding duty is to protect
and advance America’s security, interests, and values: First, we must keep our
people, our nation, and our allies secure. Second, we must promote economic
growth and shared prosperity at home and abroad. Finally, we must strengthen
America’s position of global leadership – ensuring that we remain a positive
force in the world, whether in working to preserve the health of our planet or
expanding dignity and opportunity for people on the margins whose progress and
prosperity will add to our own.
Our world has undergone
an extraordinary transformation in the last two decades. In 1989, a wall fell
and old barriers began to crumble after 40 years of a Cold War that had
influenced every aspect of our foreign policy. By 1999, the rise of more
democratic and open societies, the expanding reach of world markets, and the
explosion of information technology had made “globalization” the word of the
day. For most people, it had primarily an economic connotation, but in fact, we
were already living in a profoundly interdependent world in which old rules and
boundaries no longer held fast—one in which both the promise and the peril of
the 21st century could not be contained by national borders or vast distances.
Economic growth has
lifted more people out of poverty faster than at any time in history, but
economic crises can sweep across the globe even more quickly. A coalition of
nations stopped ethnic cleansing in the Balkans, but the conflict in the Middle
East continues to inflame tensions from Asia to Africa. Non-state actors fight
poverty, improve health, and expand education in the poorest parts of the world,
while other non-state actors traffic in drugs, children, and women and kill
innocent civilians across the globe.
Now, in 2009, the clear
lesson of the last twenty years is that we must both combat the threats and
seize the opportunities of our interdependence. And to be effective in doing so
we must build a world with more partners and fewer adversaries.
America cannot solve the
most pressing problems on our own, and the world cannot solve them without
America. The best way to advance America’s interest in reducing global threats
and seizing global opportunities is to design and implement global solutions.
This isn’t a philosophical point. This is our reality.
The President-Elect and
I believe that foreign policy must be based on a marriage of principles and
pragmatism, not rigid ideology. On facts and evidence, not emotion or prejudice.
Our security, our vitality, and our ability to lead in today’s world oblige us
to recognize the overwhelming fact of our interdependence.
I believe that American
leadership has been wanting, but is still wanted. We must use what has been
called “smart power,” the full range of tools at our disposal -- diplomatic,
economic, military, political, legal, and cultural -- picking the right tool, or
combination of tools, for each situation. With smart power, diplomacy will be
the vanguard of foreign policy. This is not a radical idea. The ancient Roman
poet Terence, who was born a slave and rose to become one of the great voices of
his time, declared that “in every endeavor, the seemly course for wise men is to
try persuasion first.” The same truth binds wise women as well.
The President-Elect has
made it clear that in the Obama Administration there will be no doubt about the
leading role of diplomacy. One need only look to North Korea, Iran, the Middle
East, and the Balkans to appreciate the absolute necessity of tough-minded,
intelligent diplomacy – and the failures that result when that kind of
diplomatic effort is absent. And one need only consider the assortment of
problems we must tackle in 2009 – from fighting terrorism to climate change to
global financial crises – to understand the importance of cooperative
engagement.
I assure you that, if I
am confirmed, the State Department will be firing on all cylinders to provide
forward-thinking, sustained diplomacy in every part of the world; applying
pressure and exerting leverage; cooperating with our military partners and other
agencies of government; partnering effectively with NGOs, the private sector,
and international organizations; using modern technologies for public outreach;
empowering negotiators who can protect our interests while understanding those
of our negotiating partners. There will be thousands of separate interactions,
all strategically linked and coordinated to defend American security and
prosperity. Diplomacy is hard work; but when we work hard, diplomacy can work,
and not just to defuse tensions, but to achieve results that advance our
security, interests and values.
Secretary Gates has been
particularly eloquent in articulating the importance of diplomacy in pursuit of
our national security and foreign policy objectives. As he notes, it’s not
often that a Secretary of Defense makes the case for adding resources to the
State Department and elevating the role of the diplomatic corps. Thankfully,
Secretary Gates is more concerned about having a unified, agile, and effective
U.S. strategy than in spending our precious time and energy on petty turf wars.
As he has stated, “our civilian institutions of diplomacy and development have
been chronically undermanned and underfunded for far too long,” both relative to
military spending and to “the responsibilities and challenges our nation has
around the world.” And to that, I say, “Amen!”
President-elect Obama
has emphasized that the State Department must be fully empowered and funded to
confront multi-dimensional challenges – from working with allies to thwart
terrorism, to spreading health and prosperity in places of human suffering. I
will speak in greater detail about that in a moment.
We should also use the
United Nations and other international institutions whenever appropriate and
possible. Both Democratic and Republican presidents have understood for decades
that these institutions, when they work well, enhance our influence. And when
they don’t work well – as in the cases of Darfur and the farce of Sudan’s
election to the former UN Commission on Human Rights, for example – we should
work with likeminded friends to make sure that these institutions reflect the
values that motivated their creation in the first place.
We will lead with
diplomacy because it’s the smart approach. But we also know that military force
will sometimes be necessary, and we will rely on it to protect our people and
our interests when and where needed, as a last resort.
All the while, we must
remember that to promote our interests around the world, America must be an
exemplar of our values. Senator Isakson made the point to me the other day that
our nation must lead by example rather than edict. Our history has shown that we
are most effective when we see the harmony between our interests abroad and our
values at home. And I takegreat comfort in knowing that our first Secretary of
State, Thomas Jefferson, also subscribed to that view, reminding us across the
centuries: “The interests of a nation, when well understood, will be found to
coincide with their moral duties.”
So while our democracy
continues to inspire people around the world, we know that its influence is
greatest when we live up to its teachings ourselves. Senator Lugar, I’m going to
borrow your words here, because you have made this point so eloquently: You once
said that “the United States cannot feed every person, lift every person out of
poverty, cure every disease, or stop every conflict. But our power and status
have conferred upon us a tremendous responsibility to humanity.”
Of course, we must be
realistic about achieving our goals. Even under the best of circumstances, our
nation cannot solve every problem or meet every global need. We don’t have
unlimited time, treasure, or manpower. And we certainly don’t face the best of
circumstances today, with our economy faltering and our budget deficits growing.
So to fulfill our
responsibility to our children, to protect and defend our nation while honoring
our values, we have to establish priorities. Now, I’m not trying to mince words
here. As my colleagues in the Senate know, “establishing priorities” means
making tough choices. Because those choices are so important to the American
people, we must be disciplined in evaluating them -- weighing the costs and
consequences of our action or inaction; gauging the probability of success; and
insisting on measurable results.
Right after I was
nominated a friend told me: “The world has so many problems. You’ve got your
work cut out for you.” Well, I agree that the problems are many and they are
big. But I don’t get up every morning thinking only about the threats and
dangers we face. With every challenge comes an opportunity to find promise and
possibility in the face of adversity and complexity. Today’s world calls forth
the optimism and can-do spirit that has marked our progress for more than two
centuries.
Too often we see the
ills that plague us more clearly than the possibilities in front of us. We see
threats that must be thwarted; wrongs that must be righted; conflicts that must
be calmed. But not the partnerships that can be promoted; the rights that can be
reinforced; the innovations that can be fostered; the people who can be
empowered.
After all, it is the
real possibility of progress—of that better life, free from fear and want and
discord—that offers our most compelling message to the rest of the world.
I’ve had the chance to
lay out and submit my views on a broad array of issues in written responses to
questions from the committee, so in this statement I will outline some of the
major challenges we face and some of the major opportunities we see.
First, President-Elect
Obama is committed to responsibly ending the war in Iraq and employing a broad
strategy in Afghanistan that reduces threats to our safety and enhances the
prospect of stability and peace.
Right now, our men and
women in uniform, our diplomats, and our aid workers are risking their lives in
those two countries. They have done everything we have asked of them and more.
But, over time we have seen that our larger interests will be best served by
safely and responsibly withdrawing our troops from Iraq, supporting a transition
to full Iraqi responsibility for their sovereign nation, rebuilding our
overtaxed military, and reaching out to other nations to help stabilize the
region and to employ a broader arsenal of tools to fight terrorism.
Equally important will
be a comprehensive plan using all elements of our power – diplomacy,
development, and defense – to work with those in Afghanistan and Pakistan who
want to root out al-Qaeda, the Taliban, and other violent extremists who
threaten them as well as us in what President- Elect Obama has called the
central front in the fight against terrorism. We need to deepen our engagement
with these and other countries in the region and pursue policies that improve
the lives of the Afghan and Pakistani people.
As we focus on Iraq,
Pakistan and Afghanistan, we must also actively pursue a strategy of smart power
in the Middle East that addresses the security needs of Israel and the
legitimate political and economic aspirations of the Palestinians; that
effectively challenges Iran to end its nuclear weapons program and sponsorship
of terror, and persuades both Iran and Syria to abandon their dangerous behavior
and become constructive regional actors; that strengthens our relationships with
Egypt, Jordan, Saudi Arabia, other Arab states, with Turkey, and with our
partners in the Gulf to involve them in securing a lasting peace in the region.
As intractable as the
Middle East’s problems may seem – and many Presidents, including my husband,
have spent years trying to help work out a resolution – we cannot give up on
peace. The President-Elect and I understand and are deeply sympathetic to
Israel’s desire to defend itself under the current conditions, and to be free of
shelling by Hamas rockets.
However, we have also
been reminded of the tragic humanitarian costs of conflict in the Middle East,
and pained by the suffering of Palestinian and Israeli civilians. This must only
increase our determination to seek a just and lasting peace agreement that
brings real security to Israel; normal and positive relations with its
neighbors; and independence, economic progress, and security to the Palestinians
in their own state.
We will exert every
effort to support the work of Israelis and Palestinians who seek that result. It
is critical not only to the parties involved but to our profound interests in
undermining the forces of alienation and violent extremism across our world.
Terrorism remains a
serious threat and we must have a comprehensive strategy, leveraging
intelligence, diplomacy, and military assets to defeat al- Qaeda and like-minded
terrorists by rooting out their networks and drying up support for their violent
and nihilistic extremism. The gravest threat that America faces is the danger
that weapons of mass destruction will fall into the hands of terrorists. To
ensure our future security, we must curb the biological, chemical, or cyber –
while we take the lead in working with others to reduce current nuclear
stockpiles and prevent the development and use of dangerous new weaponry.
Therefore, while
defending against the threat of terrorism, we will also seize the parallel
opportunity to get America back in the business of engaging other nations to
reduce stockpiles of nuclear weapons. We will work with Russia to secure their
agreement to extend essential monitoring and verification provisions of the
START Treaty before it expires in December 2009, and we will work toward
agreements for further reductions in nuclear weapons. We will also work with
Russia to take U.S. and Russian missiles off hair-trigger alert, act with
urgency to prevent proliferation in North Korea and Iran, secure loose nuclear
weapons and materials, and shut down the market for selling them – as Senator
Lugar has done for so many years. The Non Proliferation Treaty is the
cornerstone of the nonproliferation regime, and the United States must exercise
the leadership needed to shore up the regime. So, we will work with this
committee and the Senate toward ratification of the Comprehensive Test Ban
Treaty and reviving negotiations on a verifiable Fissile Material Cutoff Treaty.
Today’s security threats
cannot be addressed in isolation. Smart power requires reaching out to both
friends and adversaries, to bolster old alliances and to forge new ones.
That means strengthening
the alliances that have stood the test of time— especially with our NATO
partners and our allies in Asia. Our alliance with Japan is a cornerstone of
American policy in Asia, essential to maintaining peace and prosperity in the
Asia-Pacific region, and based on shared values and mutual interests. We also
have crucial economic and security partnerships with South Korea, Australia, and
other friends in ASEAN. We will build on our economic and political partnership
with India, the world’s most populous democracy and a nation with growing
influence in the world.
Our traditional
relationships of confidence and trust with Europe will be deepened.
Disagreements are inevitable, even among the closest friends, but on most global
issues we have no more trusted allies. The new administration will have a chance
to reach out across the Atlantic to leaders in France, Germany, the United
Kingdom, and others across the continent, including the new democracies. When
America and Europe work together, global objectives are well within our means.
President-Elect Obama
and I seek a future of cooperative engagement with the Russian government on
matters of strategic importance, while standing up strongly for American values
and international norms. China is a critically important actor in a changing
global landscape. We want a positive and cooperative relationship with China,
one where we deepen and strengthen our ties on a number of issues, and candidly
address differences where they persist.
But this a not one-way
effort – much of what we will do depends on the choices China makes about its
future at home and abroad. With both Russia and China, we should work together
on vital security and economic issues like terrorism, proliferation, climate
change, and reforming financial markets.
The world is now in the
cross currents of the most severe global economic contraction since the Great
Depression. The history of that crisis teaches us the consequences of diplomatic
failures and uncoordinated reactions. Yet history alone is an insufficient
guide; the world has changed too much. We have already seen that this crisis
extends beyond the housing and banking sectors, and our solutions will have to
be as wide in scope as the causes themselves, taking into account the
complexities of the global economy, the geopolitics involved, and the likelihood
of continued political and economic repercussions from the damage already done.
But here again, as we
work to repair the damage, we can find new ways of working together. For too
long, we have merely talked about the need to engage emerging powers in global
economic governance; the time to take action is upon us. The recent G-20 meeting
was a first step, but developing patterns of sustained engagement will take hard
work and careful negotiation. We know that emerging markets like China, India,
Brazil, South Africa, and Indonesia are feeling the effects of the current
crisis. We all stand to benefit in both the short and long term if they are part
of the solution, and become partners in maintaining global economic stability.
In our efforts to return
to economic growth here in the United States, we have an especially critical
need to work more closely with Canada, our largest trading partner, and Mexico,
our third largest. Canada and Mexico are also our biggest suppliers of imported
energy. More broadly, we must build a deeper partnership with Mexico to address
the shared danger arising from drug-trafficking and the challenges of our
border, an effort begun this week with a meeting between President-elect Obama
and President Calderon.
Throughout our
hemisphere we have opportunities to enhance cooperation to meet common economic,
security and environmental objectives that affect us all. We will return to a
policy of vigorous engagement throughout Latin America, seeking deeper
understanding and broader engagement with nations from the Caribbean to Central
to South America. Not only do we share common political, economic and strategic
interests with our friends to the south, our relationship is also enhanced by
many shared ancestral and cultural legacies. We are looking forward to working
on many issues during the Summit of the Americas in April and taking up the
President-Elect’s call for a new energy partnership of the Americas built around
shared technology and new investments in renewable energy.
In Africa, the foreign
policy objectives of the Obama administration are rooted in security, political,
economic, and humanitarian interests, including: combating al Qaeda's efforts to
seek safe havens in failed states in the Horn of Africa; helping African nations
to conserve their natural resources and reap fair benefits from them; stopping
war in Congo; ending autocracy in Zimbabwe and human devastation in Darfur;
supporting African democracies like South Africa and Ghana--which just had its
second change of power in democratic elections; and working aggressively to
reach the Millennium Development Goals in health, education, and economic
opportunity.
Many significant
problems we face challenge not just the United States, but all nations and
peoples. You, Mr. Chairman, were among the first, in a growing chorus from both
parties, to recognize that climate change is an unambiguous security threat. At
the extreme it threatens our very existence, but well before that point, it
could very well incite new wars of an old kind—over basic resources like food,
water, and arable land. The world is in need of an urgent, coordinated response
to climate change and, as President- Elect Obama has said, America must be a
leader in developing and implementing it. We can lead abroad through
participation in international efforts like the upcoming UN Copenhagen Climate
Conference and a Global Energy Forum. We can lead at home by pursuing an energy
policy that reduces our carbon emissions while reducing our dependence on
foreign oil and gas—which will benefit the fight against climate change and
enhance our economy and security.
The great statesman and
general George Marshall noted that our gravest enemies are often not nations or
doctrines, but “hunger, poverty, desperation, and chaos.” To create more friends
and fewer enemies, we can’t just win wars. We must find common ground and common
purpose with other peoples and nations so that together we can overcome hatred,
violence, lawlessness, and despair.
The Obama administration
recognizes that, even when we cannot fully agree with some governments, we share
a bond of humanity with their people. By investing in that common humanity we
advance our common security because we pave the way for a more peaceful,
prosperous world.
Mr. Chairman, you were
one of the first to underscore the importance of our involvement in the global
AIDS fight. And you have worked very hard on this issue for many years. Now,
thanks to a variety of efforts—including President Bush’s Emergency Plan for
AIDS Relief as well as the work of NGOs and foundations—the United States
enjoys widespread support in public opinion polls in many African countries.
This is true even among Muslim populations in Tanzania and Kenya, where America
is seen as a leader in the fight against AIDS, malaria, and TB.
We have an opportunity
to build on this success by partnering with NGOs to help expand the
infrastructure of health clinics in Africa so that more people can have access
to life-saving drugs, fewer mothers transmit HIV to their children, and fewer
lives are lost.
And we can generate even
more goodwill through other kinds of social investment, by working effectively
with international organizations and NGO partners to build schools and train
teachers, and by ensuring that children are free from hunger and exploitation so
that they can attend those schools and pursue their dreams for the future. This
is why the President- Elect supports a Global Education Fund to bolster secular
education around the world.
I want to take a moment
to emphasize the importance of a “bottom-up” approach to ensuring that America
remains a positive force in the world. The President-elect and I believe in this
strongly. Investing in our common humanity through social development is not
marginal to our foreign policy but integral to accomplishing our goals.
Today more than two
billion people worldwide live on less than $2 a day. They are facing rising food
prices and widespread hunger. Calls for expanding civil and political rights in
countries plagued by mass hunger and disease will fall on deaf ears unless
democracy actually delivers material benefits that improve people’s lives while
weeding out the corruption that too often stands in the way of progress.
Our foreign policy must
reflect our deep commitment to the cause of making human rights a reality for
millions of oppressed people around the world. Of particular concern to me is
the plight of women and girls, who comprise the majority of the world’s
unhealthy, unschooled, unfed, and unpaid. If half of the world’s population
remains vulnerable to economic, political, legal, and social marginalization,
our hope of advancing democracy and prosperity will remain in serious jeopardy.
We still have a long way to go and the United States must remain an unambiguous
and unequivocal voice in support of women’s rights in every country, every
region, on every continent.
As a personal aside, I
want to mention that President-elect Obama’s mother, Ann Dunham, was a pioneer
in microfinance in Indonesia. In my own work on microfinance around the world –
from Bangladesh to Chile to Vietnam to South Africa and many other countries --
I’ve seen firsthand how small loans given to poor women to start small
businesses can raise standards of living and transform local economies.
President-elect Obama’s mother had planned to attend a microfinance forum at the
Beijing women’s conference in 1995 that I participated in. Unfortunately, she
was very ill and couldn’t travel and sadly passed away a few months later. But I
think it’s fair to say that her work in international development, the care and
concern she showed for women and for poor people around the world, mattered
greatly to her son, and certainly has informed his views and his vision. We will
be honored to carry on Ann Dunham’s work in the months and years ahead.
I’ve discussed a few of
our top priorities and I know we’ll address many more in the question-and-answer
session. But I suspect that even this brief overview offers a glimpse of the
daunting, and crucial, challenges we face, as well as the opportunities before
us. President-elect Obama and I pledge to work closely with this Committee and
the Congress to forge a bipartisan,
integrated,
results-oriented sustainable foreign policy that will restore American
leadership to confront these challenges, serve our interests, and advance our
values.
Ensuring that our State
Department is functioning at its best will be absolutely essential to America’s
success. This is a top priority of mine, of my colleagues’ on the national
security team, and of the President-elect’s. He believes strongly that we need
to invest in our civilian capacity to conduct vigorous American diplomacy,
provide the kind of foreign assistance I’ve mentioned, reach out to the world,
and operate effectively alongside our military.
I realize that the
entire State Department bureaucracy in Thomas Jefferson’s day consisted of a
chief clerk, three regular clerks, and a messenger – and his entire budget was
$56,000 a year. But over the past 219 years the world, and the times, have
certainly changed. Now the department consists of foreign service officers, the
civil service, and locally engaged staff working at Foggy Bottom, in offices
across our country, and at some 260 posts around the world. And today, USAID
carries out a critical development mission that is essential to representing our
values across the globe.
These public servants
are too often unsung heroes. They are in the trenches putting our policies and
values to work in an increasingly complicated and dangerous world. Many risk
their lives, and some lose their lives, in service to our nation. And they need
and deserve the resources, training, and support to succeed.
I know this committee,
and I hope the American public, understand that right now foreign service
officers, civil service professionals, and development experts are doing work
essential to our nation’s strength – whether helping American businesses make
inroads in new markets; being on the other end of the phone at a United States
embassy when an American citizen needs help beyond our shores; doing the
delicate work of diplomacy and development with foreign governments that leads
to arms control and trade agreements, peace treaties and post-conflict
reconstruction, greater human rights and empowerment, broader cultural
understanding and
stronger alliances.
The State Department is
a large, multi-dimensional organization. But it is not a placid or idle
bureaucracy, as some would like to paint it. It is an outpost for American
values that protects our citizens and safeguards our democratic institutions in
times both turbulent and tame. State Department employees also offer a lifeline
of hope and help – often the only lifeline – for people in foreign lands who are
oppressed, silenced, and marginalized.
Whether they are an
economic officer in a large embassy, or an aid worker in the field, or a clerk
in a distant consulate or a country officer working late in Washington, they do
their work so that we may all live in peace and security. We must not
shortchange them, or ourselves, by denying them the resources they need.
One of my first
priorities is to make sure that the State Department and USAID have the
resources they need, and I will be back to make the case to Congress for full
funding of the President’s budget request. At the same time, I will work just as
hard to make sure that we manage those resources prudently so that we fulfill
our mission efficiently and effectively.
In concluding, I hope
you will indulge me one final observation. Like most Americans, I never had the
chance to travel widely outside our country as a child or young adult. Most of
my early professional career was as a lawyer and advocate for children and who
found themselves on society’s margins here at home. But during the eight years
of my husband’s presidency, and then in my eight years as a Senator, I have been
privileged to travel on behalf of the United States to more than 80 countries.
I’ve had the opportunity
to get to know many world leaders. As a member of the Senate Armed Services
Committee I’ve spent time with our military commanders, as well as our brave
troops serving in Iraq and Afghanistan, and I have immersed myself in an array
of military issues. I’ve spent many hours with American and non-American aid
workers, businessmen and women, religious leaders, teachers, doctors, nurses,
students, volunteers and others who have made it their mission to help people
across the world. I have also learned invaluable lessons from countless ordinary
citizens in foreign capitals, small towns, and rural villages whose lives
offered a glimpse into a world far removed from what many of us experience on a
daily basis here in America.
In recent years, as
other nations have risen to compete for military, economic, and political
influence, some have argued that we have reached the end of the “American
moment” in world history. I disagree. Yes, the conventional paradigms have
shifted. But America’s success has never been solely a function of our power; it
has always been inspired by our values.
With so many troubles
here at home and across the world, millions of peopleare still trying to come to
our country -- legally and illegally. Why? Because we are guided by unchanging
truths: that all people are created equal; that each person has a right to life,
liberty, and the pursuit of happiness. And in these truths we will find, as we
have for more than two centuries, the
courage, the discipline,
and the creativity to meet the challenges of this everchanging world.
I am humbled to be a
public servant, and honored by the responsibility placed on me by our
President-Elect, who embodies the American Dream not only here at home but far
beyond our shores.
No matter how daunting
our challenges may be, I have a steadfast faith in our country and our people,
and I am proud to be an American at the dawning of this new American moment.
Thank you, Mr. Chairman
and members of the committee, for granting me your time and attention today. I
know there is a lot more territory to cover and I’d be delighted to answer your
questions.
-------------------------------------------------------------
27.11.2005. Η εκλογή Ομπάμα στις ΗΠΑ
- Π. Ήφαιστος
O Obama πρόεδρος των ΗΠΑ
Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων-Στρατηγικών
Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Συγγραφέας δύο βιβλίων για την αμερικανική
εξωτερική πολιτική
www.ifestosedu.gr
Η εκλογή του Ομπάμα, για πολλούς συμβολίζει, σε συναισθηματικό
τουλάχιστον επίπεδο, την εκδίκηση των απανταχού αδικημένων: Λόγω μιας συρροής
συμπτώσεων και τον χαρισματικό χαρακτήρα του Ομπάμα, θα καθίσει στον θρόνο της
ισχυρότερης σήμερα δύναμης άτομο το οποίο, εκ καταγωγής και διαδρομής, αγγίζει
την ψυχή των απανταχού αδικημένων. Οι τελευταίοι, όμως, απαιτείται να
κατανοήσουν ότι με Ομπάμα ή χωρίς Ομπάμα κάτω από αυτό το θρόνο υπάρχει ένα
μακρόβιο σύστημα εκτελεστών ηγεμονικών αξιώσεων. Το ίδιο συμβαίνει, πρέπει να
σημειωθεί, με όλα τα ισχυρά κράτη όλων των εποχών: Είναι ηγεμονικά. Αναμενόμενα,
πολλοί από αυτούς τους «εκτελεστές» κάτω από τον θρόνο λόγω προσδοκιών από την
εκλογή Ομπάμα και ακονίζουν τα μαχαίρια τους και θα τρίζουν τα δόντια τους.
Παραμένει το γεγονός ότι στα μάτια πολλών ανά την
υφήλιο ο Ομπάμα είναι είδος συγγενή με τα εκατοντάδες εκατομμύρια των απανταχού
αδικημένων. Είναι οι αφρικανοί και ασιάτες στον λεγόμενο «τρίτο κόσμο», οι
πτωχοί, οι «αλλόθρησκοι» που οι νεοφιλεύθεροι της δεκαετίας του 1990 θέλησαν να εκφιλελευθεροποιήσουν και τα δισεκατομμύρια όλοι του πλανήτη άλλων πολιτισμικών
παραδόσεων που εκφοβίστηκαν από την παραφιλολογία περί «της μιας, της καλύτερης,
της πιο ισχυρής και της ανυπέρβλητης μοναδικής υπερδύναμης». Επί αιώνες,
όλοι αυτοί ήταν, συνεχίζουν να είναι και θα συνεχίσουν να είναι θύματα άνισης
ανάπτυξης, οικονομικής εκμετάλλευσης και αποικιακού χαρακτήρα σχέσεων κάθε
είδους. Ο δράστης της εκμετάλλευσης δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ αλλά και όλοι οι πρώην
αποικιοκράτες του σημερινού βιομηχανοποιημένου Βορρά. Ακόμη και στην περίπτωση
που ο Ομπάμα πολύ σύντομα θα αποδεχθεί μια νέα ακόμη εξεζητημένη μεταμφίεση
ηγεμονικών αξιώσεων, στιγμιαία τουλάχιστον, για τους λαούς αυτούς αποτελεί
ανατροπή. Τους μήνες και χρόνια που έρχονται, όμως, θα αποδειχθεί πως η
κατάσταση του κόσμου είναι πιο σύνθετη απ’ ότι πολλοί εκτιμούν σήμερα. Η
εκλογή του Ομπάμα έγινε όταν πλέον σταδιακά και αθόρυβα έλαβε χώρα μια μεγάλη
ανθρωπολογική αλλαγή στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών που επέτρεψε,
ακριβώς, την εκλογή ενός αφροαμερικανού: Οι «Λευκοί, αγγλοσάξονες και
προτεστάντες» κατά την διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα αποτελούσαν την
συντριπτικά κυρίαρχη πολιτική ελίτ που ήλεγχε τις ΗΠΑ πολιτικά, οικονομικά και
εξουσιαστικά. Ήδη αρκετά χρόνια πριν εκλεγεί ο Ομπάμα έχασαν την πολιτική και
οικονομική πρωτοκαθεδρία. Οι αγγλοσάξονες –συχνά φορείς του αγγλοσαξονικού
δόγματος, μιας δηλαδή ιδεολογίας που αγγίζει τα όρια του ρατσισμού– «συγκρατούσαν»
το κοινωνικοπολιτικό σύστημα των ΗΠΑ, προσδιόριζαν, τους στρατηγικούς
προσανατολισμούς και καθοδηγούσαν το εσωτερικό πολιτικό σύστημα. Εδώ και μερικές
δεκαετίες, όμως, λατινοαμερικανοί, αφροαμερικανοί, κινέζοι και πλήθος άλλων
εθνών και εθνοτήτων αυτοχθόνων και μεταναστών πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς
εισήλθαν σε μια ανοδική πορεία στον στίβο της οικονομίας, των τεχνών, του
στρατού και των πολιτικών ελίτ. Η πολιτική συγκράτηση του πολιτικού συστήματος
των ΗΠΑ με τρόπο που θα επιτρέπει συνοχή και αποτελεσματικές αποφάσεις δεν είναι
αυτονόητη.
Ο ρατσισμός, εξάλλου, είναι πολύ πρόσφατος –η
γυναίκα του νέου προέδρου είναι τρισέγγονο σκλάβων– και οι λατινοαμερικανοί
μετανάστες δεν ξέχασαν ότι οι μισές σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες ανήκαν στους
προγόνους τους πριν ενάμιση περίπου αιώνα. Ο ιδιόμορφος αμερικανικός ρατσισμός,
επιπλέον, είναι πολυσχιδής και πολυεπίπεδος: Λευκών κατά μαύρων, μαύρων κατά
λευκών, λευκών κατά μεξικανών, μαύρων κατά μαύρων και όλων των εχόντων κατά των
πολλών δεκάδων εκατομμυρίων αμερικανών που δυστυχούν στα γκέτο των πόλεων. Η
αμερικανική κοινωνία είναι ολοκληρωμένη καταναλωτικά, όχι ανθρωπολογικά. Ο Ομπάμα καλείται να συγκρατήσει αυτό το ανθρωπολογικό περιβάλλον και να
διασφαλίσει συνοχή και αποτελεσματικές αποφάσεις. Αυτός ο άθλος θα πρέπει να
επιτελεστεί σ’ ένα στρατηγικό περιβάλλον σε πλήρη εξέλιξη όπου ο ο νέος
πρόεδρος θα πρέπει να διαχειριστεί τα προβλήματα ακροβατώντας και σχοινοβατώντας.
Για παράδειγμα, άρχισαν να φαίνονται τα αρνητικά αποτελέσματα της
μεταψυχροπολεμικής υπερεξάπλωσης του Κλίντον και των υιού και πατέρα Μπους. Την
στιγμή μάλιστα που η έξοδος από το Ιράκ και το Αφγανιστάν δεν μπορεί παρά να
είναι καταστροφική, πολλές νέες χώρες εν δυνάμει υπερδυνάμεις ήδη αμφισβητούν
την επίπλαστη αμερικανική πρωτοκαθεδρία της μεταψυχροπολεμικής περιόδου.
Μπροστά στέκεται ολόρθο το μέγα πρόβλημα, επιπλέον, της διεθνούς οικονομικής
κρίσης για την οποία οι ΗΠΑ φέρουν μεγάλη ευθύνη. Και σαν να μην έφταναν
όλες αυτές οι φοβερές προκλήσεις, στο επερχόμενο νέο περιβάλλον πολλών μεγάλων
δυνάμεων οι ΗΠΑ θα αισθάνονται πολύ άβολα και αμήχανα. Σ’ αντίθεση με άλλες
δυνάμεις με μεγάλη διπλωματική παράδοση και πείρα πολυπολικών συστημάτων, για
τους αμερικανούς διπλωμάτες είναι ένα πεδίο σχεδόν παντελώς άγνωστο. Η
στρατιωτική υπεροχή, η προπέτεια της «μόνης υπερδύναμης» και η απεχθής έπαρση
των αμερικανών αξιωματούχων όλων των βαθμίδων τις δύο τελευταίας δεκαετίες, δεν
θα έχουν πλέον καμιά πέραση. Κάθε αμερικανικό διπλωματικό λάθος νομοτελειακά
θα γίνεται αιτία αντιαμερικανικών συσπειρώσεων.
Η προαναφερθείσα ανθρωπολογική μεταλλαγή της
αμερικανικής κοινωνίας και η απορρέουσα προϊούσα ετερογένεια πολλών πλέον εθνών
που συνυπάρχουν «εταιρικά», συνοδεύεται και από μερικά άλλα φαινόμενα που
αλλοιώνουν θεμελιακά το αμερικανικό οικοδόμημα και τις εξωτερικές προεκτάσεις
του. Κυρίως, οι «λευκοί-αγγλοσάξονες-προτεστάντες» χάνουν την οικονομική τους
δύναμη που διασπείρεται τόσο σε πρώην μετανάστες αμερικανούς πολίτες όσο και σε
τρίτα κράτη όπου οι πολιτικά αυτονομημένες αμερικανικές πολυεθνικές –και αυτή η
αυτονόμηση με αμερικανικά δεδομένα είναι μια πολιτικοοικονομική επανάσταση–
κάνουν ξένες επενδύσεις σε κράτη που αναπτύσσονται, μεγεθύνονται και αμφισβητούν
ήδη την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Συναφές είναι επίσης και το γεγονός ότι
διεθνικοί δρώντες όπως ο μεγαλομανής και κερδοσκόπος Σόρος ωφελούνται και
επηρεάζουν την πολιτική των ΗΠΑ χωρίς οι ίδιοι να υπόκεινται αμερικανικούς
κοινωνικούς ελέγχους. Η ανθρωπολογική σταθερότητα που στηριζόταν όχι σε μια
μεγάλη εθνική ιδέα αλλά στον καταναλωτισμό και στις καταχρηστικές στρατηγικές
στάσεις που τον στήριζαν δεν είναι πλέον αυτονόητα εύκολη. Η εκλογή του Ομπάμα έρχεται σε μια στιγμή που οι ΗΠΑ εισέρχονται σε μια ανθρωπολογική,
πολιτική, οικονομική, διεθνοπολιτική και στρατηγική δίνη.
Το γεγονός ότι ο νέος πρόεδρος είναι έγχρωμος
ενέχει ελάχιστη ή καθόλου σημασία και θα φανεί σύντομα. Τόσο εσωτερικά όσο και
εξωτερικά ο νέος πρόεδρος όποιος και να ήταν είναι υποχρεωμένος να βαδίσει μέσα
από πολλά ναρκοπέδια.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
27.11.2008. Η εκλογή Ομπάμα στις ΗΠΑ = επιφυλλίδα του Λάμπρου
Παπαντωνίου -
O Obama πρόεδρος των ΗΠΑ
Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων-Στρατηγικών
Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Συγγραφέας δύο βιβλίων για την αμερικανική
εξωτερική πολιτική
www.ifestosedu.gr
Η εκλογή του Ομπάμα, για πολλούς συμβολίζει, σε συναισθηματικό
τουλάχιστον επίπεδο, την εκδίκηση των απανταχού αδικημένων: Λόγω μιας συρροής
συμπτώσεων και τον χαρισματικό χαρακτήρα του Ομπάμα, θα καθίσει στον θρόνο της
ισχυρότερης σήμερα δύναμης άτομο το οποίο, εκ καταγωγής και διαδρομής, αγγίζει
την ψυχή των απανταχού αδικημένων. Οι τελευταίοι, όμως, απαιτείται να
κατανοήσουν ότι με Ομπάμα ή χωρίς Ομπάμα κάτω από αυτό το θρόνο υπάρχει ένα
μακρόβιο σύστημα εκτελεστών ηγεμονικών αξιώσεων. Το ίδιο συμβαίνει, πρέπει να
σημειωθεί, με όλα τα ισχυρά κράτη όλων των εποχών: Είναι ηγεμονικά. Αναμενόμενα,
πολλοί από αυτούς τους «εκτελεστές» κάτω από τον θρόνο λόγω προσδοκιών από την
εκλογή Ομπάμα και ακονίζουν τα μαχαίρια τους και θα τρίζουν τα δόντια τους.
Παραμένει το γεγονός ότι στα μάτια πολλών ανά την
υφήλιο ο Ομπάμα είναι είδος συγγενή με τα εκατοντάδες εκατομμύρια των απανταχού
αδικημένων. Είναι οι αφρικανοί και ασιάτες στον λεγόμενο «τρίτο κόσμο», οι
πτωχοί, οι «αλλόθρησκοι» που οι νεοφιλεύθεροι της δεκαετίας του 1990 θέλησαν να εκφιλελευθεροποιήσουν και τα δισεκατομμύρια όλοι του πλανήτη άλλων πολιτισμικών
παραδόσεων που εκφοβίστηκαν από την παραφιλολογία περί «της μιας, της καλύτερης,
της πιο ισχυρής και της ανυπέρβλητης μοναδικής υπερδύναμης». Επί αιώνες,
όλοι αυτοί ήταν, συνεχίζουν να είναι και θα συνεχίσουν να είναι θύματα άνισης
ανάπτυξης, οικονομικής εκμετάλλευσης και αποικιακού χαρακτήρα σχέσεων κάθε
είδους. Ο δράστης της εκμετάλλευσης δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ αλλά και όλοι οι πρώην
αποικιοκράτες του σημερινού βιομηχανοποιημένου Βορρά. Ακόμη και στην περίπτωση
που ο Ομπάμα πολύ σύντομα θα αποδεχθεί μια νέα ακόμη εξεζητημένη μεταμφίεση
ηγεμονικών αξιώσεων, στιγμιαία τουλάχιστον, για τους λαούς αυτούς αποτελεί
ανατροπή. Τους μήνες και χρόνια που έρχονται, όμως, θα αποδειχθεί πως η
κατάσταση του κόσμου είναι πιο σύνθετη απ’ ότι πολλοί εκτιμούν σήμερα. Η
εκλογή του Ομπάμα έγινε όταν πλέον σταδιακά και αθόρυβα έλαβε χώρα μια μεγάλη
ανθρωπολογική αλλαγή στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών που επέτρεψε,
ακριβώς, την εκλογή ενός αφροαμερικανού: Οι «Λευκοί, αγγλοσάξονες και
προτεστάντες» κατά την διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα αποτελούσαν την
συντριπτικά κυρίαρχη πολιτική ελίτ που ήλεγχε τις ΗΠΑ πολιτικά, οικονομικά και
εξουσιαστικά. Ήδη αρκετά χρόνια πριν εκλεγεί ο Ομπάμα έχασαν την πολιτική και
οικονομική πρωτοκαθεδρία. Οι αγγλοσάξονες –συχνά φορείς του αγγλοσαξονικού
δόγματος, μιας δηλαδή ιδεολογίας που αγγίζει τα όρια του ρατσισμού–
«συγκρατούσαν» το κοινωνικοπολιτικό σύστημα των ΗΠΑ, προσδιόριζαν, τους
στρατηγικούς προσανατολισμούς και καθοδηγούσαν το εσωτερικό πολιτικό σύστημα.
Εδώ και μερικές δεκαετίες, όμως, λατινοαμερικανοί, αφροαμερικανοί, κινέζοι και
πλήθος άλλων εθνών και εθνοτήτων αυτοχθόνων και μεταναστών πρώτης, δεύτερης και
τρίτης γενιάς εισήλθαν σε μια ανοδική πορεία στον στίβο της οικονομίας, των
τεχνών, του στρατού και των πολιτικών ελίτ. Η πολιτική συγκράτηση του πολιτικού
συστήματος των ΗΠΑ με τρόπο που θα επιτρέπει συνοχή και αποτελεσματικές
αποφάσεις δεν είναι αυτονόητη.
Ο ρατσισμός, εξάλλου, είναι πολύ πρόσφατος –η
γυναίκα του νέου προέδρου είναι τρισέγγονο σκλάβων– και οι λατινοαμερικανοί
μετανάστες δεν ξέχασαν ότι οι μισές σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες ανήκαν στους
προγόνους τους πριν ενάμιση περίπου αιώνα. Ο ιδιόμορφος αμερικανικός ρατσισμός,
επιπλέον, είναι πολυσχιδής και πολυεπίπεδος: Λευκών κατά μαύρων, μαύρων κατά
λευκών, λευκών κατά μεξικανών, μαύρων κατά μαύρων και όλων των εχόντων κατά των
πολλών δεκάδων εκατομμυρίων αμερικανών που δυστυχούν στα γκέτο των πόλεων. Η
αμερικανική κοινωνία είναι ολοκληρωμένη καταναλωτικά, όχι ανθρωπολογικά. Ο Ομπάμα καλείται να συγκρατήσει αυτό το ανθρωπολογικό περιβάλλον και να
διασφαλίσει συνοχή και αποτελεσματικές αποφάσεις. Αυτός ο άθλος θα πρέπει να
επιτελεστεί σ’ ένα στρατηγικό περιβάλλον σε πλήρη εξέλιξη όπου ο ο νέος
πρόεδρος θα πρέπει να διαχειριστεί τα προβλήματα ακροβατώντας και σχοινοβατώντας.
Για παράδειγμα, άρχισαν να φαίνονται τα αρνητικά αποτελέσματα της
μεταψυχροπολεμικής υπερεξάπλωσης του Κλίντον και των υιού και πατέρα Μπους. Την
στιγμή μάλιστα που η έξοδος από το Ιράκ και το Αφγανιστάν δεν μπορεί παρά να
είναι καταστροφική, πολλές νέες χώρες εν δυνάμει υπερδυνάμεις ήδη αμφισβητούν
την επίπλαστη αμερικανική πρωτοκαθεδρία της μεταψυχροπολεμικής περιόδου.
Μπροστά στέκεται ολόρθο το μέγα πρόβλημα, επιπλέον, της διεθνούς οικονομικής
κρίσης για την οποία οι ΗΠΑ φέρουν μεγάλη ευθύνη. Και σαν να μην έφταναν
όλες αυτές οι φοβερές προκλήσεις, στο επερχόμενο νέο περιβάλλον πολλών μεγάλων
δυνάμεων οι ΗΠΑ θα αισθάνονται πολύ άβολα και αμήχανα. Σ’ αντίθεση με άλλες
δυνάμεις με μεγάλη διπλωματική παράδοση και πείρα πολυπολικών συστημάτων, για
τους αμερικανούς διπλωμάτες είναι ένα πεδίο σχεδόν παντελώς άγνωστο. Η
στρατιωτική υπεροχή, η προπέτεια της «μόνης υπερδύναμης» και η απεχθής έπαρση
των αμερικανών αξιωματούχων όλων των βαθμίδων τις δύο τελευταίας δεκαετίες, δεν
θα έχουν πλέον καμιά πέραση. Κάθε αμερικανικό διπλωματικό λάθος νομοτελειακά
θα γίνεται αιτία αντιαμερικανικών συσπειρώσεων.
Η προαναφερθείσα ανθρωπολογική μεταλλαγή της
αμερικανικής κοινωνίας και η απορρέουσα προϊούσα ετερογένεια πολλών πλέον εθνών
που συνυπάρχουν «εταιρικά», συνοδεύεται και από μερικά άλλα φαινόμενα που
αλλοιώνουν θεμελιακά το αμερικανικό οικοδόμημα και τις εξωτερικές προεκτάσεις
του. Κυρίως, οι «λευκοί-αγγλοσάξονες-προτεστάντες» χάνουν την οικονομική τους
δύναμη που διασπείρεται τόσο σε πρώην μετανάστες αμερικανούς πολίτες όσο και σε
τρίτα κράτη όπου οι πολιτικά αυτονομημένες αμερικανικές πολυεθνικές –και αυτή η
αυτονόμηση με αμερικανικά δεδομένα είναι μια πολιτικοοικονομική επανάσταση–
κάνουν ξένες επενδύσεις σε κράτη που αναπτύσσονται, μεγεθύνονται και αμφισβητούν
ήδη την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Συναφές είναι επίσης και το γεγονός ότι
διεθνικοί δρώντες όπως ο μεγαλομανής και κερδοσκόπος Σόρος ωφελούνται και
επηρεάζουν την πολιτική των ΗΠΑ χωρίς οι ίδιοι να υπόκεινται αμερικανικούς
κοινωνικούς ελέγχους. Η ανθρωπολογική σταθερότητα που στηριζόταν όχι σε μια
μεγάλη εθνική ιδέα αλλά στον καταναλωτισμό και στις καταχρηστικές στρατηγικές
στάσεις που τον στήριζαν δεν είναι πλέον αυτονόητα εύκολη. Η εκλογή του Ομπάμα έρχεται σε μια στιγμή που οι ΗΠΑ εισέρχονται σε μια ανθρωπολογική,
πολιτική, οικονομική, διεθνοπολιτική και στρατηγική δίνη.
Το γεγονός ότι ο νέος πρόεδρος είναι έγχρωμος
ενέχει ελάχιστη ή καθόλου σημασία και θα φανεί σύντομα. Τόσο εσωτερικά όσο και
εξωτερικά ο νέος πρόεδρος όποιος και να ήταν είναι υποχρεωμένος να βαδίσει μέσα
από πολλά ναρκοπέδια.
ΣΥΝΑΘΡΩΠΟΙ ΜΑΣ ΓΕΜΑΤΟΙ ΑΝΡΩΠΙΑ!
Ουάσιγκτων, του Λάμπρου Παπαντωνίου, 3.11.08
«Τις νύχτες που κλαίν των ανθρώπων τα βάσανα! Τις νύχτες που λεν των ερώτων τα
θαύματα!» Στο στίχο αυτό του Οδυσσέα Ελύτη, στο «Άξιον Εστί», περικλύονται οι
Μαύροι της Αμερικής, οι γνωστοί και ως Αφρικοαμερικανοί, στις τρείς δεκαετίες,
που τους έζησε και τους ζεί ο γράφων, στα κοινώς μαυράδικα. Από αυτά που
αναδύθηκε και ο Barack Obama! Θα χρειαζόνταν τόμοι, για να καταγράψει κανείς
την οδύσσεια αυτών των ανθρώπων, διαφορετικοί από τους μαύρους της Αφρικής. Ο
καπιταλισμός, με τον οποίο ζυμώθηκαν και πάλαιψαν, στάθηκε αδύνατο να τους
αλλοιώσει. Η σκλαβιά 400 χρόνων με τα σκλαβοπάζαρα, η φτώχεια,...η μιζέρια,
και η κοινωνική εξαθλίωση, δεν τους αφάνισε, γιατί τα ζούνε στο πετσί τους.
Απεναντίας, τους διατήρησε πάντοτε ενωμένους. Το μεγάλο Μωλ της Ουάσιγκτων,
που συνδέει το Καπιτώλειο με το Λευκό Οίκο, υπήρξε και αυτό ένα απέραντο
σκλαβοπάζαρο! Τα βάσανά τους δεν έχουν τελειωμό, αλλά και οι έρωτες τους στον
ίδιο παρανομαστή. Οι δυό αυτές ανθρώπινες εκφάνσεις έχουν φτιάξει ένα πλούσιο
εσωτερικό κόσμο, που ειλικρινά, δεν τον έχουμε γνωρίσει σε άλλη φυλή. Τί να
πρωτοπαρουσιάσει κανείς από τα βάσανά τους. ΄Ετσι, στα πεταχτά, θα αναφερθώ,
σ’ ένα από τα πάμπολλα, που έχω βιώσει, στους δρόμους της αμερικανικής
πρωτεύουσας. Σε στάση λεωφορείου, νωρίς το απόγευμα, την περασμένη εβδομάδα,
μαύρος τυφλός, με σκυλί ανά χείρας, προσπαθούσε να ανεβάσει στο λεωφορείο έναν
άλλο μαύρο συνομίληκό του, με κομμένα τα δυό του πόδια! Και οι δυό
πανευτυχείς! Γιατί το λέμε; Όταν κατέβηκαν, δεν βάσταξα, κατέβηκα και τους
ρώτησα πως ζούνε. Με μια φωνή μου είπαν. «Μιά χαρά! Είμαστε πολύ
ευτυχείς!». Βλέποντας τον άμοιρο με κομμένα πόδια, θυμήθηκα τα λόγια του
Λουντέμη: «Κάποτε διαμαρτυρόμουνα, που δεν είχα να φορέσω παπούτσια, ώσπου
συνάντησα κάποιον που δεν είχε πόδια!».
Στη
γειτονιά μου, τον περασμένο χειμώνα, ένα παγερό πρωινό, 8/χρονο μαυράκι,
μπροστά σ΄ενα κινέζικο μπακάλικο, από αυτά της σειράς που τους κατακλέβουν
άγρια, είχε τρελλαθεί στον εμετό, σκουπίζοντα το στό στόμα του , με τα μανίκι
του και τουρτουρίζοντας. Το ρώτησα τί έπαθε. Μου είπε: «Δεν ήλθαν οι γονείς
μου, όλοι την νύχτα στο σπίτι! Ήμουνα νυστικός και έτρεξα, με το που άνοιξε το
μαγαζί, να φάω αυτή την κονσέρβα από κρέας!». Έκλαιγε απαρηγόρητα.
Κάποια
βραδιά, ένας μαύρος, ντοπαρισμένος από τα ναρκωτικά, προσπαθούσε μπροστά στη
πόρτα του σπιτιού, κρατώντας ανάποδα ένα μπουκάλι γάλα, να ταΐσει το μωράκι
του, που τσίριζε από το κλάμα. Δεν μπορούσε. Σηκώνει το χέρι του και μου
λέει, «άνθρωπέ μου, βοήθησέ με!» Ανταποκρίθηκα μετά χαράς.
Όλα αυτά
τα χρόνια, έχω κρατήσει βίβλο με τέτοιες ιστορίες, που απεικονίζουν, ανάγλυφα,
τα βάσανά τους, με συγκεριμένα περιστατικά, που δεν μπορεί να συλλάβει νους
ανθρώπινος. Μπούχτισα από τις κηδείες τους. Τους θερίζουν σαν τα κοτόπουλα οι
πιο θανατηφόρες ασθένειες, εμφράγματα, καρκίνοι και τώρα το AIDS, που το
προκαλούν τα τοξικά φάρμακα. To 57% των μάυρων της Ουάσιγκτων έχει διαγνωσθεί
με τον αποκαλούμενο ιό HIV. Έχουν γεμίσει τα νεκροταφεία από τους θανάτους.
Δεν τους χωράνε πιά. Στη πλειονότητα νέοι και νέες. Θρήνος και κοπετός στις
κηδείες.
Εκεί
βλέπει κανείς το μεγαλείο του εσωτερικού τους κόσμου, από αυτά που λένε και τραγουδάνε.΄Αλλωστε, αν παρακολουθήσει κανείς προσκετικά τι λένε οι ράπερς στα
τραγούδια τους, θα διαπιστώσει πως εκφράζονται τα όσα ζουν στα γκέτο. Ραγίζουν
καρδιές. Και μέσα από τους θρήνους, ακούγονται οι μελωδικές τους φωνές με τα spiritual
songs, όπως το «Let my people go!», «We have Come a Long way, Lord!» Δεν έχω
συναντήσει πιο πιστούς στη ζωή μου. Και τα προγράμματα των κηδειών να
γράφουν «Celebration of Life!».
Ζω, τόσο
χρόνια μαζί τους, και δεν άκουσα ούτε έναν αναστεναγμό ή κλάμα δημόσια.
Αντιμετωπίζουν τα βάσανά τους, με μια απίστευτη καρτερία και αξιοπρέπεια, έτσι στιβαγμένοι όπως ζουν, στις μεγάλες πατριαρχικές οικογένειες. Φτώχεια, αρρώστειες, βάσανα, πολυμελείς οικογένειες, παπούδες, γιαγιάδες, παιδιά,
εγγόνια και δισέγγονα, όλοι μαζί σαν ένας άνθρωπος.
Αλλά και
για τους έρωτές τους, δεν υπάρχει άλλη ράτσα που να συγκριθεί. Εφαρμόζουν την
πολυγαμία, ως κανένας άλλος λαός. Είναι αδηφάγα σεξουαλικά όντα, για όλων των
ειδών τις προτιμήσεις. Το single mother και single father είναι τόσο κοινό,
σαν να μην συμβαίνει τίποτε. Η πάμφτωχη γειτόνισά μου, μόλις μετακόμισε σε
άλλο σπίτι, που την βοήθησε να το αγοράσει η αποκαλούμενη «Κυβέρνηση» της
Κομητείας Κολούμπια, είχε 6 παιδιά από διαφορετικούς άνδρες. Σπάνια θυμάμαι να
μην την έχω δεί στο κατώφλι του σπιτιού της, με τα χαριτωμένα παιδάκια δίπλα,
και να πιάνει ατέλειωτες ερωτοκουβέντες με τους περαστικούς νεαρούς. Σε χρόνο
μηδέν, το deal έχει κλείσει. Ζευγαρώνουν ακόμη και μέσα στα λεωφορεία. Οι
άνδρες κολλάνε ακόμη και έγκυες, με τα πιο απίστευτα ερωτόλογα και ανταλάσσουν
τα χαρτάκια επικοινωνίας, με τα τηλέφωνά τους. Που τα βρίσκουν αυτά τα πλούσια
συναισθηματικά λόγια; Εκείνοι οι γάμοι τους είναι φανταστικοί. Γλεντζέδες όσο
κανένας άλλος. Δεν έχω δει ποτέ μαύρο να σηκώσει χέρι σε γυναίκα, ή σε παιδί.
Σέβονται τις γυναίκες πάρα πολύ. Όταν είχε διαπραχθεί το στυγερό έγκλημα της
λευκής, που έβαλε τα τρία της παιδάκια μέσα στο αυτοκίνητο, άναψε τη μηχανή,
και έπεσε μέσα σε λίμνη και τα σκότωσε, βγήκε η άθλια και έκλαιγε γοερώς,
λέγοντας ότι το έκανε μαύρος!! Ρωτήθηκα σε εκπομπή να εκφέρω γνώμη, πριν
ομολογήσει. Το απέκλεισα κατηγορηματικά, λέγοντας πως το έγκλημα είναι λευκού.
Είπα, πως ο μαύρος μπορεί να κλέψει από ανάγκη, αλλά να σκοτώσει παιδί
αποκλείεται. Θα αρπάξει αυτό που θέλει και, στη συνέχεια, θα πάει το παιδί στο
πιο ορατό σημείο, δηλαδή μπροστά σ΄ένα κατάστημα, για να το δουν οι
περαστικοί, και θα φύγει. Και όπως έγινε. Ομολόγησε η λευκή δολοφόνος μητέρα
την πράξη της. Παρόμοιο ήταν και το προ ημερών περιστατικό, όταν ξυλοκοπημένη
εθελόντρια της ομάδας Μακέιν-Πέιλιν, κάτασπρη νέα, είπε ψέμματα πως την
χτύπησε μαύρος. Σε χρόνο μηδέν, ομολόγησε στις Αρχές, ότι δεν ήταν αλήθεια.
Λόγω της φτώχειας που τους μαστίζει, μετέρχονται ένα σωρό μεθόδους για να
επιζήσουν στις γειτονιές τους, όπου κυριαρχούν τα ναρκωτικά, το πιστολίδι, η
πορνεία και τα πιοτά. Είναι φοβερό το θέαμα. Τους εκμετάλλευονται οι πάντες,
πρωτίστως οι έμποροι ναρκωτικών.
Είναι
τέτοια η φτώχεια, που αναγκάσθηκαν πολλοί να γίνουν μουσουλμάνοι. Με ασυνήθη
ταχύτητα. Η Ουάσιγκτων και τα περίχωρα ,έχουν σήμερα 26 τζαμιά. Σου το λένε
κατάμουτρα, ότι αποδέχονται το Ισλάμ, γιατί ο Χριστιανισμός των λευκών τους
ξεπούλησε. Δεν πάει καιρός που έμφανίσθηκαν στη γειτονιά μου λευκοί Μορμόνοι
από την Γιούτα, για προσυλητισμό. ΄Ενας μαύρος μουσουλμάνος, έχοντας δίπλα το
10/χρονο παιδάκι του, κύριος καθώς πρέπει, τους ζήτησε το λόγο και, εν
ολίγοις, τους είπε να τσακισθούν να φύγουν, με όλων των ειδών τα επίθετα για
το superiority των λευκών.΄Εντρομο το παιδί του ρώτησε:“What about, Mr.
Lambros, dady?”-έτσι είμαι γνωστός στη γειτονιά. Και εκείνος απάντησε με
σοβαροφάνεια: “Mr, Lambros is a different story. He is not
white! He is Greek!!” Δεν μπορούσα να το πιστέψω.
Όταν
έφθασα στην Ουάσιγκτων, επειδή δεν είχα χρήματα, ζήτησα κάποιον από την
Πρεσβεία μας να μου βρεί σπίτι στα μαύρικα. Μου είπε «θα είσαι τρελός!
Πηγαίνεις σε εμπόλεμη ζώνη!» Του απάντησα «Δεν πειράζει. Θα πάω εκεί». Με πήγε
με το αυτοκίνητό του και έγινε άφαντος από το φόβο. Μέχρι σήμερα, δεν με
πείραξε κανένας. Ο πρώτος που με επισκέφθηκε ήταν ένας 40/ρης γείτονάς μου,
οικογενειάρχης, και μου απαρίθμησε τι πρέπει να κάνω, για να περάσω καλά,
χωρίς προβλήματα. Συγκεκριμένα: «Δεν θα ασχολείσαι με τα ναρκωτικά. Δεν θα
πειράζεις τις γυναίκες μας. Δεν θα κουβαλάς την Αστυνομία για ψύλου πήδημα».
Τα τήρησα απόλυτα μέχρι τώρα και διακηρύσσω προς κάθε κατεύθυνση, ότι δεν έχω
ούτε ένα παράπονο από τους άνθρωπους αυτούς.
Όταν η
πόλη της Ουάσιγκτων, πριν δυό χρόνια, με προσήγαγε στο Δικαστήριο γιατί δεν
είχα κόψει το χόρτο της αυλής μου, κουβαλήθηκε όλη η γειτονιά να με
υπερασπισθεί, για να μην πληρώσω πρόστιμο 2 χιλιάδες δολλάρια. Ο δικαστής που
ήταν μαύρος τάχασε! Η γειτονισά μου ήλθε με τα τρία της παιδιά και ένα
βυζανιάρικο στην αγκαλιά της. Ανοιξε ένα τέτοιο στόμα και έκανε μια τέτοια
επίθεση στην εναγόμενη, που εκπροσωπούσε την πόλη, τύφλα να έχουν οι συνήγοροι
υπερασπίσεως. Δεν πρόλαβα να πω τίποτε και ο δικαστής είπε: «Λύεται η
συνεδρίαση. Αθώος ο κατηγορούμενος!» Αυτοί είναι μαύροι! Ο χώρος δεν επαρκεί
για περισσότερα. Ο Barack Obama είναι ίνδαλμά τους. Απίστευτο το υλικό που
συγκέντρωσα, στους 21 μήνες προεκλογικής εκστρατείας.
Και η δική
μου φτώχεια με οδήγησε στα γκέτο τους. Και έκτοτε παρέμεινα. Γι΄ αυτό και λέω
πάντα «Πάει ζωή μου άδικα, βουλιάζω στα μαυράδικα!», όταν με ρωτάνε πως τα
περνάω. Ενώ άλλοι συμπατριώτες μου , βουλιάζουν στα ουζάδικα, που λέει η λαική
μας μούσα. Το ήξερε αυτό πολύ καλά και ο αείμνηστος, φίλος,
Πρωθυπουργός, Ανδρέας Παπανδρεόυ, οπότε, κατά την μοναδική επίσκεψή, εδώ στην ουάσιγκτων, με ρώτησε, στο ξενοδοχείο Hays Adams, δίπλα από το Λευκό Οίκο,
όπου διέμενε:«Λάμπρο, παιδί μου, ζεις ακόμη εκεί στα μαυράδικα;» Του
είπα: «Μάλιστα, κ. Πρόεδρε!» Και απάντησε χαριτωλογώντας: «Θα έχω να το
διηγούμαι! Ποιός ζεί στην Ουάσιγκτων; Oι μαύροι, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων
Πολιτειών και ο Λάμπρος!»
---------------------------------------------------------------------
06.08.2006. Ο πόλεμος στον Λίβανο. Συνέντευξη.
Σημερινή
http://www.simerini.com/nqcontent.cfm?a_id=263175&page=2
06 Αυγούστου 2006
Το μεγαλύτερο στρατηγικό λάθος του Ισραήλ, ο πόλεμος στο Λίβανο
Ο Παναγιώτης Ήφαιστος, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών
Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αναλύει και ερμηνεύει τα γεγονότα
Η επιβίωση, η εθνική
αξιοπρέπεια και η ευημερία είναι συνάρτηση της συνολικής ισχύος μιας
κοινωνίας.
Όσοι δεν προσέχουν παθαίνουν αυτά που τους αξίζουν. Αυτή είναι μια
αμείλικτη ιστορική αλήθεια, που θα μετρήσει και για εμάς, αν
επανέλθουμε στο σχέδιο Ανάν ή κάτι παραπλήσιό του.
Ο
Ιρανός Πρόεδρος Αχμαντινεζάντ. Ο Σύρος Πρόεδρος Άσαντ.
ΤΟΥ ΣΑΒΒΑ ΙΑΚΩΒΙΔΗ
Ο νέος πόλεμος του Ισραήλ στο Λίβανο κατά της οργάνωσης Χεζμπολάχ
είναι το μεγαλύτερο στρατηγικό λάθος, που διαπράττει η χώρα αυτή από
της ιδρύσεώς της, υποστηρίζει ο Παναγιώτης Ήφαιστος, καθηγητής
Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο,
Έδρα Jean Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση.
Με αφορμή το νέο πόλεμο του Ισραήλ, ο Κύπριος καθηγητής αναλύει
και εξηγεί για ποιους λόγους το Ισραήλ υπερεξαπλώνεται επικίνδυνα,
ποιος είναι ο ρόλος της Συρίας και του Ιράν, οι ηγεμονικές τάσεις
της Τεχεράνης και τι σημαίνει η νέα μεσανατολική κρίση για την Κύπρο
και το Κυπριακό. Οι Ισραηλινοί, επισημαίνει ο Π. Ήφαιστος, επέλεξαν
τη δημιουργία ενός κράτους-φρουρίου και δι' αυτού δημιούργησαν τις
συνθήκες μιας αέναης σύγκρουσης με τους Άραβες γείτονές τους. Οι
επιλογές τους είναι λανθασμένες και απομακρύνουν τις προοπτικές
λύσης. Ο Π. Ήφαιστος εξηγεί:
Ερ.: Γιατί το Ισραήλ εξαπέλυσε διμέτωπο πόλεμο κατά της Χαμάς και
της Χεζμπολάχ; Ποιοι είναι οι βαθύτεροι, πραγματικοί λόγοι;
Απ.: Ο πρώτος και βαθύτερος λόγος είναι η τραγικότητα αυτής της
διένεξης. Δύο κοινωνίες διεκδικούν την ίδια πατρίδα, αιτιολογώντας
την αξίωσή τους σε ιστορικά γεγονότα που δεν μπορούν να
αμφισβητηθούν. Από τη μια πλευρά, οι Ισραηλινοί, στις διώξεις του
παρελθόντος και από την άλλη πλευρά, οι Παλαιστίνιοι, στο γεγονός
ότι στο όνομα εγκλημάτων που δεν διέπραξαν οι ίδιοι κάποιοι τους
άρπαξαν τις πατρογονικές εστίες.
Σ' όλες τις περιπτώσεις στις διεθνείς σχέσεις, αλλά ιδιαίτερα σ'
αυτές που είναι τραγικού χαρακτήρα, ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του
επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί και προσαρμόζεται.
Δεύτερον, κάτι το οποίο δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε
εκτενώς, η συμφωνία του Όσλο, που κάποιοι στην Ελλάδα την είχαν
χαιρετίσει ως κοσμογονία, ήταν μια κάκιστη συμφωνία, που αναμενόμενα
έφερε την αιματοχυσία των τελευταίων ετών. Εμείς μάλιστα το είχαμε
προβλέψει με μαθηματική ακρίβεια (βλ. επιφυλλίδα μας στην
«Ελευθεροτυπία», 29.11.1993) προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι δεν
αποτελεί, όπως οι γνωστοί κύκλοι του αθηναϊκού κατευνασμού
ισχυρίστηκαν τότε, παράδειγμα προς μίμηση για την Κύπρο.
Τρίτον, για όποιον έχει διαβάσει το πρόσφατο εξαιρετικό και κριτικό
βιβλίο της Εβραίας διανοουμένης Jacqueline Rose, «Το ζήτημα του
Σιωνισμού», (Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2006), αντιλαμβάνεται ότι οι
Ισραηλινοί σιωνιστές, μετά από πολλές συζητήσεις, που άρχισαν πολύ
πριν από τη δεκαετία του 1940, κατέληξαν στη δημιουργία ενός
κράτους-φρουρίου. Το ζήτημα εδώ δεν είναι να κατηγορηθούν για την
εθνική τους στρατηγική αλλά να επισημανθεί ότι, επειδή επέλεξαν
αυτόν τον τρόπο για επιβίωσή τους, δημιούργησαν τις συνθήκες μιας
υπαρξιακής, αν όχι αέναης διένεξης με ολόκληρο τον Αραβικό κόσμο και
με άλλους λαούς της περιοχής. Η αντίθετη άποψη εντός του σιωνιστικού
κινήματος, σημειώνεται, είναι ότι έπρεπε εξαρχής να είχε επιδιωχθεί
μια βιώσιμη φόρμουλα μη συγκρουσιακής συμβίωσης με τους Άραβες. Το
κατά πόσο, με δεδομένο τους ηγεμονικούς ανταγωνισμούς για πλιάτσικο
των πλουτοπαραγωγικών πόρων, ήταν εφικτό, είναι ένα ερώτημα που δεν
επιδέχεται απλουστευτικές απαντήσεις.
Η διάσπαση των Αράβων
Ερ.: Πού αποδίδετε την εκκωφαντική απάθεια και απραξία των
αραβικών κρατών έναντι του σφαγιασμού του Λιβάνου;
Απ.: Πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ καθεστώτων και κοινωνιών. Αυτό που
κατάφεραν οι Αμερικανοί και οι εβραίοι με τις συμφωνίες του Κάμπ
Ντέιβιντ ήταν να διασπάσουν το αραβικό κεφάλαιο (κράτη του Κόλπου)
από τον αραβικό πληθυσμό (βασικά Αίγυπτος). Έκτοτε, οι Άραβες δεν
είχαν τη δυνατότητα να είναι οι κύριοι παίχτες ενός στρατηγικού
παιχνιδιού, που τους αφορά ζωτικά. Έτσι πρέπει να ερμηνεύσουμε τη
στάση των υπόλοιπων αραβικών κρατών, δηλαδή, ως δομική αδυναμία που
τους εξευτελίζει και μειώνει.
Οι λανθασμένες κατευναστικές αποφάσεις δημιουργούν δομική αδυναμία,
αναπόδραστα οδηγούν σε πόλεμο που, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα,
μπορεί να θέσει σε κίνδυνο ακόμη και την εθνική επιβίωση των
απρόσεκτων κρατών. Αυτό είναι κάτι που έπρεπε επίσης να είχαμε
σκεφτεί, ότι κάποιοι ανεγκέφαλοι δέχθηκαν να καταργήσουν την
κυπριακή κυριαρχία, να μας καταστείλουν πολιτικά και να μας θέσουν
υπό την αίρεση των «εγγυητικών» εξουσιών της Τουρκίας. Γιατί οι
άλλοι να λυπηθούν μια κοινωνία, όταν τα μέλη της δέχονται να
σκλαβωθούν; Ευτυχώς, βεβαίως, στις 24 Απριλίου 2004 τα ένστικτα της
κυπριακής κοινωνίας λειτούργησαν όπως έπρεπε. Μεγάλο μέρος της
πολιτικής μας ηγεσίας, όμως, φαίνεται να μην κατανοεί τι έγινε και
από τι γλιτώσαμε. Έτσι δέχονται να ξανασυζητούν για «εγγυήσεις» και
«πολιτικές ισότητες», που αναιρούν την εξωτερική μας κυριαρχία και
καταργούν τη δημοκρατία, εξαιρώντας ταυτόχρονα τους Κυπρίους από την
κοινοτική έννομη τάξη.
Η αποτυχία της Ε.Ε.
Ερ.: Πώς ερμηνεύετε την αποτυχία της Ε.Ε. να παίξει καθοριστικό
ρόλο στη Μεσανατολική κρίση;
Απ.: Απολύτως αναμενόμενη. Θα έλεγα ακόμη ότι είναι συνέχεια τάσεων
της δεκαετίας του 1970 και 1980, που επιβεβαιώνονται ολοένα και
περισσότερο. Πρέπει να κατανοήσουμε -και σ' αυτήν τη θέση στηριζόταν
η δική μου υποστήριξη στο παρελθόν της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ ως
μέσο προώθησης λύσης του κυπριακού- ότι η ΕΕ, αν και εδραία νομική
κατασκευή, δεν είναι συλλογικός πολιτικός δρων. Εκτός του ότι είναι
πολιτικά κατακερματισμένος, λειτουργεί στο πλαίσιο στρατηγικής
εξάρτησης από τις ΗΠΑ.
Παρενθετικά, μιας και αναφέρθηκα στην Κύπρο, η ισχύς των νομικών
ρυθμίσεων στην ΕΕ επέτρεπε να επιμένουμε ανένδοτα στην εφαρμογή τους
ως βάση λύσης. Αυτό ήταν το μεγάλο μας διπλωματικό όπλο. Δυστυχώς,
μυωπικά και πολιτικά εγκληματικά, οι δύο κυβερνήσεις στην Κύπρο και
την Ελλάδα, στις αρχές τις δεκαετίας, μας βύθισαν στα αδιέξοδα του
σχεδίου Ανάν, που μείωσαν τις πιθανότητες για βιώσιμη λύση και
επανένωση της Κύπρου. Ελπίζω όχι για πάντα. Η μόνη δυνατότητα
επανένωσης είναι η εμμονή στις αρχές. Σε κάθε περίπτωση, με δεδομένο
το πολιτικό βάρος που δημιούργησε το σχέδιο Ανάν, αν δεν το
επιτύχουμε, οι ελπίδες επανένωσης και ταυτόχρονα βιώσιμης λύσης
εκμηδενίζονται. Το επόμενο είναι να σκεφτούμε άλλες λύσεις.
«Ευρύτερη Μέση Ανατολή» και «δημιουργικό χάος»
Ερ.: Πόσο βάσιμη είναι η άποψη ότι ΗΠΑ-Βρετανία, διά του Ισραήλ,
επιδιώκουν να ξανασχεδιάσουν το χάρτη της Μέσης Ανατολής, διά του
«δημιουργικού χάους»; Να εννοήσουμε ότι άρχισε η βίαιη υλοποίηση του
αμερικανικού σχεδίου για τη δημιουργία της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής;
Πόσο εφικτός είναι αυτός ο στόχος, λαμβάνοντας υπόψη τις
ενεργειακές, οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και θρησκευτικές
ιδιαιτερότητες της περιοχής και των λαών της;
Απ.: Τα ερωτήματά σας εισέρχονται στον πυρήνα των αιτιών πολέμου που
είναι, κατά κύριο λόγο, οι ηγεμονικοί ανταγωνισμοί. Όχι μόνο στη
Μέση Ανατολή αλλά και αλλού δεν πρόκειται να υπάρξει σταθερή ειρήνη,
αν δεν τερματιστούν οι ηγεμονικοί ανταγωνισμοί. Επειδή εξ
αντικειμένου είμαστε απαισιόδοξοι ότι αυτό θα συμβεί, τουλάχιστον
όσον αφορά το ορατό μέλλον, η επιβίωση, η εθνική αξιοπρέπεια και η
ευημερία είναι συνάρτηση της συνολικής ισχύος μιας κοινωνίας. Αυτό
δεν σημαίνει, βεβαίως, ότι ένα κράτος -και αυτό ακριβώς κάνουν όλες
σχεδόν οι ισραηλινές κυβερνήσεις μετά την ίδρυση του εβραϊκού
κράτους-, θα πρέπει να εμπλέκεται σ' αυτούς τους ανταγωνισμούς με
τον τρόπο που το κάνει το Ισραήλ. Μακροχρόνια είναι προς το συμφέρον
των εβραίων αφενός να μειωθούν οι ηγεμονικές παρεμβάσεις και
αφετέρου να βρεθεί σημείο βιώσιμης ισορροπίας ειρηνικών σχέσεων με
τα εκατοντάδες εκατομμύρια Αράβων, που τους περιβάλλουν.
Εκτιμώ πως η τελευταία εισβολή του Ισραήλ στον Λίβανο είναι το
μεγαλύτερο στρατηγικό λάθος από την ίδρυση του κράτους αυτού.
Πρώτον, σχεδόν αποκλείει κάθε βιώσιμη λύση στο ορατό μέλλον.
Δεύτερον, επιδιώκει λεπτές συνοριακές στρατιωτικές ισορροπίες, που
αποκλείεται να αποδειχθούν ασφαλείς.
Τρίτον, ανοίγει τον ασκό του Αιόλου, που εξαπολύει θύελλες που δεν
μπορούν να ελεγχθούν.
Τέταρτον, υπερεξαπλώνεται στρατηγικά σε βαθμό που, ίσως, αποδειχθεί
μοιραίος ακόμη και για την επιβίωσή του.
Πέμπτον, και κυριότερο, ενώ μέχρι σήμερα το Ισραήλ διατηρούσε τα
προσχήματα όσον αφορά την ανεξαρτησία των στρατηγικών του επιλογών,
είναι φανερό ότι πλέον εμπλέκεται στο γόρδιο δεσμό των ύστερων
ανόητων στρατηγικών σχεδίων των δυτικών δυνάμεων, που απλουστευτικά
και μυωπικά παραβλέπουν τις ιστορικές διαμορφώσεις, επιχειρώντας
δημιουργία προτεκτοράτων -έτσι πρέπει να κατανοήσουμε και το
φασιστικό-εγκληματικό σχέδιο Ανάν- που θα ελέγχουν, όπως βλακωδώς
πιστεύουν, για πάντα. Στο σημείο αυτό, ακριβώς, καλά θα κάνουμε να
θυμηθούμε τα λόγια Αμερικανού στρατηγού, που προειδοποίησε ότι οι
ΗΠΑ στο Ιράκ βρίσκονται στο χείλος της αβύσσου. Αντί, λοιπόν, να
απαγκιστρωθούν αξιοπρεπώς, υπερεξαπλώνονται ολοένα και περισσότερο,
οδηγώντας τους εαυτούς τους σε αδιέξοδο, στο οποίο θα βρεθεί και το
ίδιο το Ισραήλ.
Πρέπει, νομίζω, μιας και αυτό αφορά ζωτικά την Κύπρο, να τονίσουμε
ότι αυτά τα ηγεμονικά σχέδια, που μυωπικά παραβλέπουν τις ζωντανές
και διαμορφωμένες κοινωνίες στην περιοχή μας, αφενός είναι
ατελέσφορα και αφετέρου είναι λάθος να θεωρούνται αήττητα. Όπως και
σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν, το ζήτημα είναι πόσο
ευκολόπιστοι θα βρεθούν που θα προκαλέσουν ζημιές στις κοινωνίες
τους και πόσα δεινά θα φέρει το νέο πλιάτσικο πλουτοπαραγωγικών
πόρων. Όσοι δεν προσέχουν παθαίνουν αυτά που τους αξίζουν. Αυτή
είναι μια αμείλικτη ιστορική αλήθεια, που θα μετρήσει και για εμάς,
αν επανέλθουμε στο σχέδιο Ανάν ή κάτι παραπλήσιό του, το οποίο θα
μας αφήνει έρμαιο της τουρκικής πολιτικής βούλησης.
Απίστευτα λανθασμένες επιλογές
Ερ.: Γιατί το Ισραήλ ισοπεδώνει το Λίβανο, αφού στόχος του,
λέγει, είναι οι «τρομοκράτες» της Χαμάς και της Χεζμπολάχ; Ακόμα και
αν το Ισραήλ νικήσει και απωθήσει τους αντάρτες μακράν των συνόρων
του, πώς θα επιτύχει την ειρήνη με τους εχθρούς του;
Απ: Η σημερινή στρατηγική του Ισραήλ είναι απολύτως αδιέξοδη. Απλώς
τα σύνορα της σύγκρουσης θα μετατεθούν πιο πάνω, ενώ δεν πρέπει να
ξεχνάμε ότι εκατοντάδες χιλιάδες Άραβες ζουν στο εσωτερικό του ίδιου
του ισραηλινού κράτους. Επιτρέψτε μου να εκφράσω την τολμηρή
εκτίμηση, ότι πρόκειται για απίστευτα λανθασμένες επιλογές, που θα
διευρύνουν και βαθύνουν τα προβλήματα, και που ενδεχομένως
υποκινούνται από ρηχές εσωτερικές σκοπιμότητες. Οι σπασμωδικές
στρατιωτικές ενέργειες κάποια στιγμή θα κατασταλάξουν. Όμως, η
επίλυση της αραβοϊσραηλινής διένεξης θα απομακρυνθεί ως ενδεχόμενο.
Μέχρι σήμερα οι μικροί και μεγάλοι πόλεμοι του Ισραήλ ήταν πολύ πιο στοχευμένοι. Σήμερα φαίνεται ότι κινούνται προς το άγνωστο.
Ερ.: Η Χεζμπολάχ, πέραν των στρατιωτικών ικανοτήτων που επέδειξε στο
πεδίο της μάχης, φαίνεται να ενισχύεται ακόμα περισσότερο στο
πολιτικό πεδίο. Ο σεΐχης Νασράλα θα είναι ο επόμενος συνομιλητής του
Ισραήλ;
Απ.: Συμφωνώ απόλυτα. Ανεξαρτήτως εφήμερων κερδών των στρατιωτικών
επιχειρήσεων στο Ιράκ και στο Λίβανο, μια μακρόχρονη συνέπεια είναι
ότι δυναμώνουν τάσεις εντός του Αραβικού κόσμου, που σε διαφορετική
περίπτωση δεν θα αναδεικνύονταν. Περιπλέκονται, επίσης, οι σχέσεις
μεταξύ των Αραβικών κρατών και μεταξύ Αράβων και Περσίας, καθώς και
όλων μαζί με τους Δυτικούς. Άλλες μεγάλες δυνάμεις μόλις τώρα και με
αφορμή αυτά τα γεγονότα αρχίζουν να ξαναμπαίνουν στο στρατηγικό
παιχνίδι της Μέσης Ανατολής. Όσον αφορά το Λίβανο, ας μην ξεχνάμε
την ευκολία με την οποία οι Αμερικανοί πίστεψαν ότι, εκδιώκοντας τη
Συρία, θα ήλεγχαν την κατάσταση για πάντοτε. Οι πληγωμένοι γίγαντες
είναι συνήθως πολύ επικίνδυνοι και όταν καταρρέουν προκαλούν μύριες
ανθρώπινες καταστροφές.
Αδύνατη Συρία - ηγεμονικό Ιράν
Ερ.: Ποιο ρόλο έπαιξαν στην προλείανση του πολέμου η Συρία και το
Ιράν; Ενδέχεται να έχουμε γενικευμένο πόλεμο στην περιοχή;
Απ.: Τα τελευταία δέκα χρόνια η Συρία έχει πολύ αποδυναμωθεί
στρατιωτικά για να μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Το Ιράν,
όμως, σίγουρα ενισχύεται σημαντικά. Θα τολμούσα να πω ότι, ανέλπιστα
γι' αυτό, αυτές οι εξελίξεις και τα αδιέξοδα στα οποία εισέρχονται
το Ισραήλ και οι Δυτικοί το αναβαθμίζουν στρατηγικά. Ο κίνδυνος
επέκτασης των συρράξεων, βεβαίως, δεν πρέπει ποτέ να αποκλείεται.
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την δυναμική που αναπτύσσεται στο
εσωτερικό των αραβικών κοινωνιών και το γεγονός ότι πέραν ορισμένου
σημείου δυνατό να υπάρξουν ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Αυτό που είναι
πολύ ανησυχητικό είναι η προαναφερθείσα στρατηγική υπερεξάπλωση που
παγιδεύει ισχυρά κράτη σε πορεία, που είναι ταυτόχρονα χωρίς
επιστροφή και αδιέξοδη.
Ερ.: Οι ΗΠΑ (και το Ισραήλ) είναι δυνατό να επιτρέψουν στην Τεχεράνη
να αποκτήσει πυρηνικά και εξ αυτού να αναδειχθεί σε περιφερειακό
ηγεμόνα;
Απ.: Υπό τις συνθήκες όλοι σχοινοβατούν σε τεντωμένο σχοινί και η
Τεχεράνη, που σίγουρα θέλει να γίνει πυρηνική δύναμη, επιχειρεί να
ενισχύσει τη θέση της. Όσο πιο ισχυρή θέση θα κατέχει τόσο
περισσότερο θα μειώνονται οι δυνατότητες των αντιπάλων της να της
επιτεθούν, εάν και όταν φτάσει στο σημείο να αποκτήσει και αναπτύξει
επιχειρησιακά τα θρυλούμενα πυρηνικά όπλα. Στο ερώτημα κατά πόσο το
Ιράν μετατρέπεται σε περιφερειακό ηγεμόνα, η απάντηση είναι ότι αυτό
δεν θα είναι εύκολο και μάλλον η ιρανική ηγεσία θα είναι προσεκτική.
Οι κινήσεις τους τα τελευταία χρόνια έδειξαν ότι οι Πέρσες ξέρουν να
σχοινοβατούν διπλωματικά, αν και δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός
ότι έβαλαν τον πήχη πολύ υψηλά και ότι παίζουν με τη φωτιά. Σε κάθε
περίπτωση, έστω και αν δεν μετατραπούν σε ηγεμονική χώρα, οι
εξελίξεις ενδυναμώνουν τη θέση και το ρόλο του Ιράν. Η εξέλιξη αυτού
του ρόλου είναι τόσο αβέβαιη όσο και όλες οι υπόλοιπες μεσανατολικές
υποθέσεις.
Η Κύπρος έπρεπε να είχε από καιρό καταλάβει ότι ζει σε μια πολύ
επικίνδυνη και ρευστή περιοχή. Αυτό έπρεπε από καιρό να μας είχε
κάνει πολύ πιο προσεκτικούς και πολύ λιγότερο ευκολόπιστους.
Η Κύπρος στο πιάτο της Τουρκίας
Ερ.: Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή είναι δυνατόν να επηρεάσουν
και το Κυπριακό και πώς; Τι μπορεί να πράξει, προληπτικά και άλλως
πως, η Λευκωσία;
Απ.: Ασφαλώς και το επηρεάζουν, επειδή δημιουργούν αστάθεια,
περαιτέρω πολιτική αδυναμία της Ευρώπης, αναβάθμιση των επιλογών της
Άγκυρας και έλλειμμα προβλεπτικότητας στο στρατηγικό calculus των
κρατών που εμπλέκονται. Ελπίζω αυτήν τη φορά, όμως, να μην
επιτρέψουμε σε κανένα να μας «σερβίρει στο πιάτο στην Τουρκία», ως
έδεσμα στρατηγικών συναλλαγών (αναφέρομαι, ασφαλώς, στη γνωστή
δήλωση Ντάνιελ Φριντ, που κατά τύχη δημοσιοποιήθηκε). Αυτήν τη φορά,
αν επαναλάβουμε τα ίδια λάθη, θα είναι το οριστικό πολιτικό μας
τέλος.
----------------------------------------------------------------------------